πραγματων ἀριστῃ και πιθανωτατῃ κεχρηται , ποιησας τον Ὀδυσσεα μετα Νεοπτολεμου παραγιγνομενον , ἐπειδη εἱμαρτο ἁλωναι την Τροιαν ὑπο τε
. . . : [ Τυμβῳ φιλον προσφαγμα ] Ὑπο Νεοπτολεμου φασιν αὐτην σφαγιασθηναι Εὐριπιδης και Ἰβυκος : ὁ δε
9999975 ὁποτερασουν
τροπικου της ἀπωτερον , ἐν ἰσῳ δε αἱ ἰσον ἀπεχουσαι ὁποτερασουν των συναφων . ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ ΑΒΓΔ
ΛΘ περιφερειαι ἰσαι εἰσι και ἰσον ἀπεχουσιν ἀπο της συναφης ὁποτερασουν . και ἐπει ἐν ᾡ ἡ ΛΘ ἀνατελλει ,
9999975 ἀνενεικατο
ὁ δ ' ἐπειτα , θεοπροπιας Ἑκατοιο θυμῳ πεμπαζων , ἀνενεικατο φωνησεν τε : “ Ὠ πεπον , ἠ μεγα
πριν πολεμου στομα δυμεναι αἱματοεντος . μνησαμενος δ ' ἁδινως ἀνενεικατο φωνησεν τε : ἠ ῥα νυ μοι ποτε και
9999975 διεβαλλοντο
οἱ Χαονες . Γερητοθεοδωρους ] Γερητος και Θεοδωρος εἰς μαλακιαν διεβαλλοντο . ἐν Καμαρινῃ κἀν Γελᾳ κἀν Καταγελᾳ : Καμαρινα
ἐδωκεν ἡμιν * ληϊστορα : κλεπτην ἐνιπτον δε ἀντι του διεβαλλοντο , ἐλοιδορουντο τῳ Προμηθει ὁτι μη ἀει αὐτους νεους
9999974 σφοδροτερα
. ἁμα δε και δια το ὀξεις οἱ μελαγχολικοι εἰναι σφοδροτερα ἐχουσι τα παθη : το δε ὑπο μειζονος ἡττηθηναι
παρ ' ὑμιν οὐκ οὐσα οὐκ ἠν ἀρετη , ἀλλα σφοδροτερα κακα ἀπελαυνουσα ὑμων ; ποια ἀττα ; εἰπεν .
9999974 κρατουντι
γινεται , μεγιστε βασιλευ , και ἐλπιδες ἐπι θεῳ καλαι κρατουντι σοι της ἀρχης εὐσεβως . Ὡς δε συνηκουσαν παντες
ὁλοις πελαγεσι , ταυτα ὁρων , ταυτα θεωμενος , τῳ κρατουντι ὑπηκουσα , και προς τον καιρον ἡρμοσαμην τοις ὁλοις
9999974 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999974 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999974 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999973 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999973 σωματικη
ἠ σωματικη ἐστιν ἠ ἀσωματος , το ζῳον ἀρα ἠ σωματικη ἠ ἀσωματος οὐσια : ἐστι δε σωματικη . πασα
μονας “ ἐπι της οὐσιας τεταχθαι φησιν , ἡτις ἐστι σωματικη , τα δε μεγεθη των χρονων και τα κεφαλαια
9999973 Πελιαν
ἀθλον , ὑφ ' ἡς εἰκος αὐτον σεσωσθαι ἱνα τον Πελιαν φονευσῃ ἐχθρον ὀντα της Ἡρας . ἐτι δε και
ἐν τοις κατα τον Ποντον τοποις ἀπολωλασι . διοπερ τον Πελιαν καιρον ἐχειν ὑπολαμβανοντα τους ἐφεδρους της βασιλειας παντας ἀρδην
9999973 συλλογιστικην
ἀλλων , περι δε τας νεφελας ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον
ἡ ἐγγινομενη τῃ ψυχῃ , ἀποδειξις δε ἡ ὑπο την συλλογιστικην ἐπιστημην και ἡ ὁδος ἡ οὑτω γινομενη . Εἰ
9999972 ἀπεκαλουν
ὡς θαυμαστον τι θεαμα θεωμενοι : και μακαριον τον βασιλεα ἀπεκαλουν , ὁτι ἐξεστιν αὐτῳ τουτων ἀπολαυειν , και ἑτερα
: τοις γαρ δυνατωτατοις φθονουντες την ἐκεινων ὑπεροχην δεσποτειαν αὐτων ἀπεκαλουν . διοπερ ἐξεπεμψαν πρεσβεις τους ἐπαινουντας ἐν Συρακουσαις και
9999972 Συρακουσας
ἐν Ἱμερᾳ στρατηγος συνεβουλευσε τοις ναυαρχοις την ταχιστην ἐκπλειν εἰς Συρακουσας , ἱνα μη συμβῃ κατα κρατος ἁλωναι την πολιν
τῳ Διονυσιῳ , και τους ἀριστους των στρατιωτων ἀπεσταλκοτες εἰς Συρακουσας , ἠναγκασθησαν διατηρησαι την προς Διονυσιον συμμαχιαν , καιπερ
9999972 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999972 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999972 ἀπαγγελιας
και τα δημηγορικα . τον αὐτον δε τροπον και τας ἀπαγγελιας συναψομεν τῳ προοιμιῳ ἠ παρα τα μερη πιστας και
μεν ἱστοριαν παραδιδωσι , το δε ὑπτιον και ἀνειμενον της ἀπαγγελιας σοι οὐκ ἐπιτηδειον . . Π . ἰδ .
9999972 μελαινα
ἐθεντο . τουτῳ δε ἡ μεν χροα παρα τους ἑτερους μελαινα : ὀλιγην δε ἐχει την οὐραν , των ἀλλων
σημαντικη καθ ' ὡν ἀν μαλιστα ποιηται την προσνευσιν . μελαινα δε ἠ χλωρα και παχεια θεωρουμενη χειμωνων και ὀμβρων
9999972 δαιμονιοι
συγγενικων . Ξ ἀντισπαστικα ἡμιολια βʹ και ἑν μονομετρον . δαιμονιοι ] ἀθλιοι . δαιμονιοι ] δυστυχεις . θΞ ἀντιφονων
. και εἰπερ αἱ δυναμεις αἱ ἐν τῳ παντι αἱ δαιμονιοι ἠ αἱ θειαι ἐχουσι μερη του κοσμου περικειμενα αὐταις
9999972 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999972 βλαβας
Της ἐπιμελειας παντα δουλα γιγνεται . Τα μικρα κερδη μειζονας βλαβας φερει . Το κερδος ἡγου κερδος , ἀν δικαιον
χορον , ὁπως το στασιμον ᾀσῃ . γεγραπται δε και βλαβας ἀντι του τυχας . . παροντα ] τα νυν
9999972 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999971 Φιλοκρατει
, ἱν ' εἰς ὑποδοχην ἁπαντα και λεγοι και πραττοι Φιλοκρατει , ὡς αὐτο ἐδειξε το ἐργον . Νικᾳ γαρ
τι πορρωθεν ἀντιπιπτον αὐτῳ . πως οὐν ἐκ του συνειπειν Φιλοκρατει ᾐσθημενος με δωρα εἰληφοτα ἐπι την ἡμετεραν πρεσβειαν κεχειροτονημενος
9999971 Φαιδρου
τοις νοημασι και τοις λογοις χρησαμενος . Συγκαταθεμενου οὐν του Φαιδρου , λεγει ὁ Σωκρατης τον δευτερον λογον , εἰς
ὡς φησι Φαιδρος , οὐχ ὁμοιον ἐστι τῃ θρυψει του Φαιδρου : ὁ μεν γαρ Φαιδρος τῳ ὀντι ἐσχηματιζετο ἁτε
9999971 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999971 ἐπεμελειτο
και τους βιους ταττων ἀνομοθετητον ἑαυτῳ τον βιον κατεσκευαζεν . ἐπεμελειτο δε και της ὀψεως , την τε τριχα την
ἀλλα συνεσπειραμενην ἐχων την των συν ἑαυτῳ ἑξακοσιων ἱππεων ταξιν ἐπεμελειτο ὁ τι ποιησει βασιλευς . και γαρ ᾐδει αὐτον
9999971 καταγματοϲ
καταταϲεωϲ του κωλου γινομενηϲ κατ ' ἀλληλων φερομεν τα του καταγματοϲ περατα . εἰ δε μη δυνηθειημεν τουτο πραξαι ,
το καταγμα , την ἀρχην του ἐπιδεϲμου χρη κατα του καταγματοϲ ἐπιβαλλεϲθαι , ἐπην δε διϲ ἠ τριϲ ἐπιδηϲῃϲ ,
9999971 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999971 κατεπλευσεν
Μεγαρεων , Αἱλωρων , Νεαιτινων , Ταυρομενιων . τουτων πραττομενων κατεπλευσεν Ἀννιβας μετα ναυτικης δυναμεως εἰς την Ξιφωνιαν βοηθησων τῳ
Ἰμιλκων δε τοις ἀπο των πολεμιων σκυλοις κοσμησας τας ναυς κατεπλευσεν εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων , και πολλην
9999971 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999971 ἐποιουντο
. ὡς το εἰκος οὐν , οἱ ξυγγενεις αὐτων σπουδην ἐποιουντο πρασσειν : την εἰρηνην δηλονοτι . οὐπως ἠθελον :
ἀλλας ὑπερ των ἀνδρων πρεσβειας τε και ἱκεσιας ἐπιπεμποντων λογον ἐποιουντο οὐδενα . ἑπτακαιδεκατῳ δε ὑστερον ἐτει τριακοσιους ἠ και
9999971 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999971 αἰσθητικων
, ὡστε και τας κρειττους ἀποτυπουται ἐνεργειας ᾑ ὑπο των αἰσθητικων κινειται εἰδων . πως οὐν και μη παροντων των
ἐπιστημαι οὑτως ἐχωσι προς ἀλληλας , το μεν ὁτι των αἰσθητικων εἰδεναι , το δε διοτι των μαθηματικων : οὑτοι
9999971 κινδυνευομεν
τους νομους . Ἐχ ' ἡσυχῃ , ὠ Ἱππια : κινδυνευομεν γαρ τοι , ἐν τῃ αὐτῃ ἐμπεπτωκοτες ἀποριᾳ περι
Κλεινιας . Και ἐγω ἀναμνησθεις εἰπον ὁτι Ναι μα Δια κινδυνευομεν γε το μεγιστον των ἀγαθων παραλιπειν . Τι τουτο
9999971 ἑλκτικης
δε των χερσαιων ἐτι και μαλλον ἀκριβοι τουτο . σαγαπηνον ἑλκτικης ἐστι δυναμεως και ὁ Κυρηναϊκος και ὁ Μηδικος ὀπος
ἡ ῥιζα , και μαλλον ἡ ἑτερα ἡ ἀνωθεν , ἑλκτικης τε ἐστι και διαφορητικης και ξηραντικης δυναμεως . Ὀη
9999971 κατεπλαγησαν
και Λιβυῃ λαμπρως ἐφευγον και ἐν Ἰβηριᾳ Πομπηιον τον νεον κατεπλαγησαν . ὁ δε Καισαρ αὐτος ἠν ἀκαταπληκτος και ἐς
φλογα . οἱ δε Λαβικανοι τειχος εὐ κατεσκευασμενον ἐχοντες οὐτε κατεπλαγησαν αὐτου την ἐφοδον οὐτε μαλακον ἐνεδοσαν οὐδεν , ἀλλ
9999971 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999970 ἐπηδησεν
δειλιαν καταγελωσης ἑαυτην ὡς γενναιοτεραν προκρινασα θαρσαλεως εἰς το ὑδωρ ἐπηδησεν . του δε ῥευματος ταυτην εἰς μεσον κατασυραντος και
Στεινεται : στενοχωρειται . ἐσσυτο : ὡρμησεν . Ἐνθορε : ἐπηδησεν . Δειλαιαις : ἀθλιοις . Ἀεθλα : παθηματα .
9999970 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999970 ἐλπιζων
τῳ λιμῳ . διεκαρτερει δ ' ὁμως ὁ Μιθριδατης , ἐλπιζων ἐτι την Κυζικον αἱρησειν τοις χωμασι τοις ἀπο του
δανειον δια την του δανεισαμενου ἐπιεικειαν , ὁ δ ' ἐλπιζων , μαλλον δ ' ἀκριβως εἰδως , ὡς οὐ
9999970 καταπλασματι
ῥοδινῳ βεβρεγμενῳ . εἰτ ' ἐξωθεν ὁλη ἡ κεφαλη καταπλασσεσθω καταπλασματι παρηγορικῳ , ὡς τῳ δια μελιλωτου ἠ λινοσπερμου ἀλευρου
φιλοπονως ὡστε εὐαφες γενεσθαι : και μαλαξας παραπτομενος ῥοδινῳ χρω καταπλασματι ἐπιρριπτων και ἐξωθεν φυλακης χαριν φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης
9999970 Περσιδος
Μηδιαν στρατηγου συναγαγοντος ἐπ ' αὐτον ἐκ τε Μηδιας και Περσιδος και των συνεγγυς τοπων στρατιωτας πεζους μεν πλειους των
οὐκ ἐτι της αὐτης βασιλειας , ἀλλ ' ἠδη της Περσιδος , ἡν ἀφ ' ὑψους παραπλεοντι ὡς σταδιους δισχιλιους
9999970 κρυπτουσι
ἁπαλωτεροι γινεσθαι κατακρυπτομενοι τῳ κονιορτῳ δι ' ὁ και Μεγαρεις κρυπτουσι . Θαυμαζεται δ ' εἰ ξηρος ὠν τρεφει :
ὁτι , ὡς αἱ θινες ἀλλαι ἐπ ' ἀλλαις ἐπιφορουμεναι κρυπτουσι τας προτερας , οὑτως ἐν τῳ βιῳ τα προτερα
9999970 βλαβος
, προστιθει το και ἡμας αὐτους δειν , οὐδεν γαρ βλαβος τῳ λογῳ , τοις δ ' ὑπηρετησασιν εἰς την
αὐτων γενος θησαυρισαμενων παρ ' ἑαυτοις ὡς μεγιστον ὀφελος ὑπερβαλλον βλαβος . „ οὐδε ἡ ἰσχυς μου ἐξελιπεν ἀπο των
9999970 ἀσφαλεως
ἑκαθεν τε βαλειν σχεδοθεν τε δαμασσαι : ἀμφω δ ' ἀσφαλεως γαιης ἐπι θηρ τε και ἀνηρ μαρνανται , σκυλακες
. Και δ ' ἀν που γερανοι μαλακης προπαροιθε γαληνης ἀσφαλεως τανυσαιεν ἑνα δρομον ἠλιθα πασαι , οὐδε παλιρροθιοι κεν
9999970 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999970 ἀκροτατης
δειν καρπον ἑτερον ἀπο των τοιουτων θεωρηματων , ἁ της ἀκροτατης ἀληθειας κεκοινωνηκε : και φιλοθεαμονα ὀντα τας τοιαυτας των
πολιτειας τυραννις καθισταται ἠ ἐκ δημοκρατιας , ἐξ οἰμαι της ἀκροτατης ἐλευθεριας δουλεια πλειστη τε και ἀγριωτατη . Ἐχει γαρ
9999970 Θρασυβουλου
. ἱερα μεν σφισι ταυτῃ τοσαυτα ἐστι , ταφοι δε Θρασυβουλου μεν πρωτον του Λυκου , ἀνδρος των τε ὑστερον
τυραννοι μετα τον Πελοποννησιακον πολεμον γενομενοι Ἀθηνησιν ἐπειδη καθῃρεθησαν , Θρασυβουλου του ἀπο Φυλης ἀγωνισαμενου , ψηφισμα ἐτεθη ἀμνησικακειν των
9999970 μελημα
χαιταισιν ἱσδει : [ Ἀστυμελοισα ] κατα στρατον [ ] μελημα δαμωι [ ] μαν ? ἑλοισα [ ] λεγω
ἐν ἁλιξι θησεμεν ἐν και παλαιτεροις , νεαισιν τε παρθενοισι μελημα . και γαρ ἑτεροις ἑτερων ἐρωτες ἐκˈνιξαν φρενας :
9999970 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999970 παιδες
ἠ Ἀρτεμιδες . Και παλιν τῳ αὐτῳ γινονται ἀπο Ῥεας παιδες ἑπτα , ὡν ὁ νεωτατος ἁμα τῃ γενεσει ἀφιερωθη
μηδε γηρασας ματαιοτερας τας φρενας ἐκτησαμην , Ἐρωτι , ὠ παιδες κατεσπεισθε και Ἐρωτι ὑμων μελει . Πανυ ἐτερφθησαν ὡσπερ
9999970 παρειλετο
ναυσιν ἀργυριου ταλαντα ἑξακοσια ἀπεσταλμενα εἰς Μακεδονιαν προς τους βασιλεις παρειλετο , φασκων ἑαυτῳ χρειαν ἐχειν προς τας των ξενων
τα ῥηματα κατηγορουντα του ἐπιθετικου εὐλογως την του ἀρθρου συνταξιν παρειλετο . Ἡ αὐτη συνταξις και ἐν προσηγορικοις και [
9999970 Κολοφωνιον
χρυσος : και γαρ πολυ φασι παραλλαττειν του ἀλλου τον Κολοφωνιον χρυσον . Αἰθομενον πυρ ] Λαμπον ἐν νυκτι :
οἱ μεν Χιον , οἱ δε Σμυρναιον , πολλοι δε Κολοφωνιον αὐτον νομιζουσιν : εἰναι μεντοι γε ἐλεγεν Βαβυλωνιος ,
9999970 διηκουσα
Σικελιας λεγει την Αἰτνην οἱονει ὀφθαλμον . εἰς ὑψος γαρ διηκουσα σκοπιαν της τε θαλασσης και πασης της Σικελιας ἐχει
τιγριδες . Παρα δε την ἀγνωστον γην χωρα Αἰθιοπων ἐπιπλειστον διηκουσα , ἡτις καλειται Ἀγισυμβα : ἐχει δε ἡ χωρα
9999970 Αἰγυπτιος
τα ἱερα „ . ” ποια ; ” εἰπεν ὁ Αἰγυπτιος „ ὁρω γαρ οὐδεν ἐνθαδε . „ ὁ δε
πολυμαθιας . , . . Παμπρεπιος ἠν δε ὁ Παμπρεπιος Αἰγυπτιος . ποιητικος δε ὠν και προς ποιησιν εὐφυης ἀφικετο
9999970 Δημοσθενει
Θουκυδιδῃ λογου χαριν το ζαγκλον και τορνευοντες , παρα δε Δημοσθενει το ἐβοα ὡσπερ ἐξ ἁμαξης , ἠ πως ἀναγνωστεον
των παρ ' ὑμιν εὐδοκιμουντων , „ ὡς και παρα Δημοσθενει , ” και τον μεν γραψαντα τους νομους Σολωνα
9999970 Νικανδρος
ἐμφαγειν : ἀρτον γαρ τις τυρωντα τοις παιδιοις ἰαλε . Νικανδρος δ ' ὁ Κολοφωνιος ἐν ταις Γλωσσαις τον ἀζυμον
Ὠλος τ ' Εὐρυβατος τε , δυω βαρυδαιμονες ἀνδρες . Νικανδρος : ἀγινευν Ὠλον τ ' Εὐρυβατον τε πανουργοτατον .
9999970 φαιδιμος
‚ : οὑτως , ὡς το ὡς εἰπων πυλεων ἐξεσσυτο φαιδιμος Ἑκτωρ : ἱνα συνδεσμον , ὡς το , ‚
ἀποπνειουσι , παις δ ' ἐπιτερπεται ἐργῳ : ὡς ἀρα φαιδιμος υἱος ἀμειλικτου Ἀχιληος γηθεεν ἀμφι νεκυσσι . Και οὐκ
9999970 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999970 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999969 γεννωμενῳ
και ὑπαρχει ἐν κεντρῳ οἰκειῳ . Ἡ Ἀφροδιτῃ περιποιειται τῳ γεννωμενῳ ἡδονην ἐν τῳ μοριῳ , οὑ κυριευει το ζῳδιον
κατα δυο και πλειους ἐσχηματισμενων ἀστερων ἡμιθανες τι συντεχθησεται τῳ γεννωμενῳ ἠ σαρκωμα τι ἀτελες , ὁπερ ἐπικυημα καλουσιν ,
9999969 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999969 παρεταξαντο
προηγουμενου στρατευματος ἱππικον πλην των περι ἑαυτον . ὡς δε παρεταξαντο ἀλληλοις , οἱ μεν Θετταλοι , νομισαντες οὐκ ἐν
εἰπειν ἐκεινον . 〛 ὁ μεν οὐν τοπος ἐν ὡι παρεταξαντο Κουναξα καλειται , και Βαβυλωνος ἀπεχει σταδιους πεντακοσιους .
9999969 θεραπειης
το οὐλον σωμα θεραπευειν παντα , ὁκοιης ἀν δοκεῃ δεεσθαι θεραπειης , ἠν τε σοι δοκεῃ ἐξ ἁπαντος του σωματος
δε χρη παρα τον ἀνδρα , ὁταν τα ὑπο της θεραπειης καλως ἐχῃ , ληγοντων ἠ ἀρχομενων των ἐπιμηνιων :
9999969 ἀπορια
Ἡρακλειαν : ἐξ Ἡρακλειας δε οὐτε πεζῃ οὐτε κατα θαλατταν ἀπορια : πολλα γαρ και πλοια ἐστιν ἐν Ἡρακλειᾳ .
πεισωσι τον ἐρωτωμενον ὁμολογησαι , ὁτι ὁ λιθος ὁρᾳ . ἀπορια γαρ ἐστιν ὁταν ἡ διανοια οὐ βουληται ἐμμενειν τῳ
9999969 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999969 φαλαγγιων
Λεγουσι φυσικοι ἀνδρες την ἐλαφον καθαρσεως δεομενην σεσελιν ἐσθιειν , φαλαγγιων δε κνησμασιν ἐχομενην καρκινους . Ὀλυμπιας τῃ Φιλιππου θυγατρι
πατηρ ὠν . λεγονται δε και των ἑτερων δακετων και φαλαγγιων δε ἀντιπαλοι τοδε το γενος εἰναι . και ταυτα
9999969 ἀμφισβητουντες
ὁποσον ἐς Δηιοπην ἐχει του λογου . Ἑλληνων οἱ μαλιστα ἀμφισβητουντες Ἀθηναιοις ἐς ἀρχαιοτητα και δωρα , ἁ παρα θεων
. ἐπι δε τουτων ἀποσταντες Θασιοι ἀπο Ἀθηναιων , μεταλλων ἀμφισβητουντες , ἐκπολιορκηθεντες ὑπο των Ἀθηναιων ἠναγκασθησαν παλιν ὑπ '
9999969 εὐδοκιμησαι
παθειν ἐστιν ὀφειλομενον . και τουτον ἐν τε τῳ παραυτικα εὐδοκιμησαι και ἐπιτηδειοτερον ἐς το ἐπειτα Ἀλεξανδρῳ γενεσθαι . Ἐν
ἐς ἁπαν και ἐς ληθην ὀλιγου δειν ἡκουσαν ἀνθρωποις . εὐδοκιμησαι δε Γοργιαν λογων ἑνεκα ἐν τε πανηγυρει τηι Ὀλυμπικηι
9999969 κομαν
σατυρικην , τον κορδακα παρ ' Ἑλλησι καλουμενον , και κομαν [ Ἰνδους ] τῳ θεῳ μιτρηφορεειν τε ἀναδειξαι και
ποτι κυματ ' ἐπ ' ἀιονι πτυοντα , λυσασαι δε κομαν και ἐπι σφυρα κολπον ἀνεισαι στηθεσι φαινομενοις λιγυρας ἀρξευμεθ
9999969 γεγραμμενην
το ἐπιπεδον εὐθειας φαντασιαν ἀπολιπειν και την ἐν τῳ ἐπιπεδῳ γεγραμμενην περιφερειαν . και γαρ το ἐπιπεδον το ἐπ '
τας ἀληθινας : ἀσκησιν δε παριδων την ἀληθινην ἐπι την γεγραμμενην ὁρμᾳς . “ Προς τε τον ὀνειδισαντα αὐτῳ την
9999969 παραγγελμασι
οὐδε την ῥητορικην ὑποληπτεον ἐχειν τεχνικην ὑποστασιν , ἐπι τοιουτοις παραγγελμασι σαλευουσαν . ἀμελει γε τοι και οἱ περι Κριτολαον
μεντοι μη παυσηται πλεοναζων , ἀπειθῃ δε και τοις σοις παραγγελμασι και τοις ἐμοις λογοις , μη ἀγνοησῃς ὁτι και
9999968 εὐδαιμονως
ἠν δε εἰ συμβαλλονται τι τοις εὐδαιμονως ζησασι και τελευτησασιν εὐδαιμονως αἱ των ἐκγονων τυχαι προς το διαμενειν την εὐδαιμονιαν
προτιμωντες ἐν ἐλευθερᾳ τῃ πατριδι , εἰ και τα ἀλλα εὐδαιμονως δουλευειν παρειη . ἐπετραφη δε νεοτης και ἀλλαχου της
9999968 κομισθηναι
, σφισι δε ἀσμενοις ἀντι χρυσου γενεσθαι το σκηπτρον . κομισθηναι δε αὐτο ἐς την Φωκιδα ὑπο Ἠλεκτρας της Ἀγαμεμνονος
ὁσῳ παρα μεν ἐκεινων βουλομενων ἀπολυσαι ἐστι και ἀλλοθεν εὐπορησαντι κομισθηναι , ἐπι δε τοις ἐχθροις γενομενον οὐ δυνατον :
9999968 ἐγενομεθα
οἱ δ ' ἡμας ἐκελευον εἰσιεναι . ἐπειδη δε ἐνδον ἐγενομεθα , ἐμε μεν ἐκβαλλουσιν ἐκ της οἰκιας , τουτονι
ἡμεις ἀρα , οἱ φθονῳ ἐμετρηθημεν και οὐκ ἐλασσονες φθονου ἐγενομεθα , ἀλλα την ἀρετην των παροντων ἐχομεν αἰτιασθαι και
9999968 τετραπλασια
προς γ : της δε ἡμισειας της ΒΔ δυναμει ἐστι τετραπλασια , ὡστε δια τουτο μειζονα γινεσθαι ἑκατεραν των ΒΖ
δυναμει τετραπλασιονες . Ἰσμεν , ὁτι τα μηκει διπλασια δυναμει τετραπλασια . ὡστε και ἡ Α ὁλη της ἡμισειας αὐτης
9999968 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999968 συμπερασματι
, καταγομενα δε και καθορμιζομενα θαττον : προς γαρ τῳ συμπερασματι του πλου γεγονεν . ἀει δε λιμενες φιλους και
τις ὁρου κατ ' εὐθειαν πτωσιν κατηγορουμενος οὐτε ἐν τῳ συμπερασματι . του δε , ἐν ᾡ ἐν μεν ταις
9999968 ἐπολεμησεν
θαλασσιᾳ σεριφῳ νησῳ και τοις ἐν αὐτῃ λαοις : ἀϋσεν ἐπολεμησεν . ἀπο της ἀϋτης . [ . ] Ἠτοι
: ὁ μεντοι Τισσαφερνης το τε Κυρειον στρατευμα καταλογιζομενος ὡς ἐπολεμησεν αὐτοις και τουτῳ παντας νομιζων ὁμοιους εἰναι τους Ἑλληνας
9999968 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999968 ἀπαγγελλουσι
παρα την ὀπα . Τους ἐν λογοις οὐν αὐτην τετιμηκοτας ἀπαγγελλουσι , τῃ δε Οὐρανιᾳ τους ἀστρονομησαντας : δια γαρ
ἠ ἐπι της δημοκρατιας . εἰ οὐν οὑτοι ἀληθη ταυτα ἀπαγγελλουσι και τα ὑμετερα οὑτως ὡς φασιν ἐχει , πολλη
9999968 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999968 γραμματικοι
και τῃ φωνῃ : των μαθηματων ἐντος : φιλαποδημοι : γραμματικοι : τα προσπιπτοντα ἐκ της πατριδος δυσχερη γενναιως φεροντες
, ἠ συν τῳ σ , εὐμενους , παρεισιν οἱ γραμματικοι καθολικον τι προφερομενοι και ἀπο τουτου το ζητουμενον βεβαιουντες
9999968 συλλογισμοις
εἰπομεν τροπον . λογικη δε ἠ ἐν προτασεσιν ἠ ἐν συλλογισμοις . και ἐν μεν προτασεσιν , ὁταν την δοθεισαν
και Ἀλκιβιαδης καθηνται , ἀλλα τους ἐν τοις ὑποθετικοις καλουμενοις συλλογισμοις κατα το συνημμενον ἠ το διεζευγμενον λεγομενον παραλαμβανομενους ,
9999968 καταφατικη
ἐστιν ἀγαθον . ἀντιστραφεισα δε ἡ καθολου καταφατικη ἐπι μερους καταφατικη γινεται : τι ἡδυ ἀπονον , οὐδεν ἀπονον ἀγαθον
οἱον οὐ πας ἀνθρωπος δικαιος ἐστιν , ἡ τε μερικη καταφατικη προσλαβουσα το οὐ γινεται μερικη ἀποφατικη , οἱον τις
9999968 θαυμασαντα
των βραχιονων αἱμα ἀφελοντα σωσαι την παιδα , τον δε θαυμασαντα συνοικισαι αὐτῳ την παιδα και δουναι την χερρονησον :
Σωπατρου κομισθηναι φασιν Ἀλεξανδρῳ τῳ Μακεδονι , και ἐκεινον πυνθανομαι θαυμασαντα ἐς Δελφους ἀναθημα ἀναθειναι τῳ Πυθιῳ το κερας ,
9999968 θαλασσαν
ὁπου ταις δυσιν σιαγοσι ˈ φυσων ὁ Βορεας κυκαι την θαλασσαν οὐ γαρ φερω ἐπι μνημης τα ἰαμβεια ἐπιλαθομενος :
των φωστηρων κατα μηνα συνοδου ἁπαντα κατα τε γην και θαλασσαν ζωογονειται και ἀλλοιουται . χρη οὐν ἐπι πασης καταρχης
9999968 φαυλοτερα
μικρα τα προ του προς τα νυν και τιμιωτερα τα φαυλοτερα και ἀτιμοτερα τα κρειττω , τι με την φθοραν
χειρων δε το εἰδος , αὐτῳ γε τῳ γραφοντι γιγνεται φαυλοτερα . δει γαρ με προτερον και αὐτον γενεσθαι Συμμαχον
9999968 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999968 μνημονευσας
ἑτερον τι ῥημα : μονης δε νυν της καθολου καταφασεως μνημονευσας της ἀοριστον ἐχουσης τον ὑποκειμενον και το ὑγιαινειν κατ
τα παντα παραγονται . Εἰπων δυσιν αἰτιαις αὐτον κεχρησθαι και μνημονευσας της κατα το εἰδος αἰτιας και δειξας πως ταυτην
9999968 κατεστη
? ἐχθρας τας μεγιστας ? προς τους ἑαυτου γονεας ? κατεστη : ὁ και παιδαριον εὐλαβηθηναι [ ± ροι ]
αὐτον της στρατηγιας Ἰφικρατην ἀνθαιρουνται . ὁ δ ' ἐπει κατεστη στρατηγος , μαλα ὀξεως τας ναυς ἐπληρουτο και τους
9999968 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999968 ἰατρικης
λεγομενων , ὡσπερ το ἰατρικον σμιλιον και σιτιον ἀπο της ἰατρικης λεγονται και ἐχουσι μιαν ἀρχην την ἰατρικην , οὐκ
συμβῃ , διαδεχομενῃ ταυτην ἡ μαγειρευτικη τον τοπον ἐκπληροι της ἰατρικης : ἐντευθεν οὐν ὁρμωμενος ὁ Πλατων , ὡς εἰρηται
9999968 εἰργασαντο
, την τυχην ἀμειψαντες , βασιλεας ἀντι φυγαδων Πελοποννησου πασης εἰργασαντο : Θρᾳκων δε και Ἀμαζονων , των μεν της
την Τυρον πασαν τε ἐνεπρησαν και πολλην ἁρπαγην και φονον εἰργασαντο . Τουτων κατα Συριαν γινομενων και στρατου ὑπο Νιγρου
9999968 σκληρου
δοκει μοι τεκμηριῳ την ἁπαλοτητα ἀποφαινειν , ὁτι οὐκ ἐπι σκληρου βαινει , ἀλλ ' ἐπι μαλθακου . τῳ αὐτῳ
ἁπασων την ἐφευρεσιν , και την ἐκ του ἀπεριττου και σκληρου βιου ἐκεινου ἐπι το θηλυπρεπεστερον και βλακωδεστερον μεταῤῥυθμησιν .
9999968 κεκαυμενα
και δυσσαρκωτους κοιλοτητας ὁσαι συριγγωδεις εἰσι και βαθειαι . ἐρια κεκαυμενα τας πλαδαρας σαρκας ἐπι των ἑλκων ἀποτηκει ταχιστα .
ὀδοντα . μυλας δε ἀρσεως δεομενης αἰρει χωρις ὀδονταγρας , κεκαυμενα λεια και ἐπιπασσομενα κατα κυκλῳ του ὀδυνομενου ὀδοντος .
9999968 Ἀλεξανδρεων
ἀπαντᾳ τους συνκλητικους [ ] παραγενεσθαι [ ] ? κατα Ἀλεξανδρεων και τοις Ἰουδαιοις [ ] βοηθησαι . και πρωτοι
ἀσελγαινοι τι , ἀπειλαις σωφρονιζεσθω . ὁ και προς τον Ἀλεξανδρεων δημον ἐκεινον τον ἑτοιμον εἰς ὀργην ἠδη τις ποιησας
9999968 βουλομενῳ
, πολλους ἀγωνιστας ἑξετε της ἀρετης , ἀν δε τῳ βουλομενῳ και τοις διαπραξαμενοις χαριζησθε , και τας ἐπιεικεις φυσεις
ουτε . καιτοι τις οὐκ οἰδεν , ὁτι παντι τῳ βουλομενῳ ῥᾳστον ἐργον ἀν γενοιτο συγχεαι και ἀνελειν ὁμονοιαν ἐκ
9999968 ἐκρατησαν
και Νικοστρατος . οὑτοι δε πλευσαντες ἐπι πρωτην την Μενδην ἐκρατησαν της πολεως προδοντων τινων αὐτην : την δε Σκιωνην
την ἐπιουσαν νυκτα και τους ἀπο του ἐρυματος μαχομενους ἀνειρξαντες ἐκρατησαν της παρεμβολης . μετα δε τουτο το ἐργον ὁσην
9999968 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων

Back