ὡς ἐπανηλθεν ἐς Ἀθηνας , ἐσηγαγε μεν ἐς Εὐβοιαν και Ναξον Ἀθηναιων κληρουχους , ἐσεβαλε δε ἐς Βοιωτους στρατῳ :
Ἀττικης Δατιν και Ἀρταφερνην ἀνεψιον αὐτου χʹ νεων στολῳ και Ναξον εἱλον και Ἐρετριαν Εὐβοιδος πολιν . ἐν δε τῃ
9999987 παραγενομενον
, και την του Καλυδωνιου καπρου θηραν , και Θησεα παραγενομενον ἐκ Τροιζηνος εἰς Ἰσθμον καθαραι . : Οὐκ εὐ
ἀγορασαντα ταυτην ἐχειν οὐκ εἰδοτα την ἑαυτου θυγατερα θεραπαιναν , παραγενομενον δε εἰς Κορινθον ἐπι την των τεκνων ἀπαιτησιν και
9999987 λογιζονται
δη τινι σεμνυνομενοι : γελοιον πεπονθοτες , εἰ γε μη λογιζονται , ὁτι τα βυβλια δια των γνωριμωτατων ἀγωνιζεται ,
⌈ οἱ γαρ ἀγρυπνουντες ὑπο φροντιδος τινος μεγαλας τας νυκτας λογιζονται . / κατασκευη . ἀλεκτρυονος ] τουτου γαρ ἡ
9999986 κεινον
τερας ἐσκοπιαζον , εἰ μιν ἐσαθρησαιμι παρος γ ' ἐμε κεινον ἰδεσθαι . ἠματος ἠν το μεσηγυ , και οὐδεπω
, ἐτι νηος ἐφιεμενον και ἑταιρων : οἱ δε θοως κεινον τε πορον και λυγρον ἀεθλον ἀχνυμενοι λειπουσι και ἐς
9999986 μελλον
ἠν οὐδ ' ὑβριστης . ἐφης ἀν αὐτον ἐπιστασθαι το μελλον : οὑτω μετριος ἠν . ᾡ και φιλον ἐποιησας
μοιρᾳ , και το προτερον και το νυν και το μελλον . Ἀλλα και το ἐχειν οὐ σμικρον ἐστιν ἐν
9999986 καιομενων
ἀνακαθαιρει τε και πληροι τα ἐν ὀφθαλμοιϲ ἑλκη . Λιγνυϲ καιομενων τινων εἰδων ὡϲπερ αἰθαλη τιϲ ἐϲτιν , οἱον λιβανωτου
ἀσβολωδες : και καπνωδες : λιγνυς γαρ λεγεται ὁ ἀπο καιομενων αἰλαιωδων : γινωμενος καπνος : Ὁμηρος , λιγνυν αἰθαλοεσσαν
9999986 παραγενομενος
του τειχους των Τρωων λιθους εἰς την ναυν ἐβαλετο . παραγενομενος δε εἰς το Ἀργος και ἐλαθεις ὑπο Αἰγιαλειας της
λιθον ἐνθαδε , ” και μεταθεις τον λιθον εἰσηλθεν . παραγενομενος δε ὁ Αἰσωπος τῳ Ξανθῳ λεγει “ δεσποτα ,
9999986 τερπομενον
κλισιας και νηας ἱκεσθην , τον δ ' εὑρον φρενα τερπομενον φορμιγγι λιγειῃ καλῃ δαιδαλεῃ , ἐπι δ ' ἀργυρεον
αὐτοις ποιησειε πικρον : και εἰδως πανυ αὐτον τῳ παραδεισῳ τερπομενον , ἐγνω τουτον , ὁσον οἱος τε ἐστι ,
9999985 μετατιθεται
το κατεπτυσεν ἐν καταλληλοτητι , και οὐ μαλλον ἡ προθεσις μετατιθεται ἠπερ το ῥημα : Ἰθακην κατα κοιρανεουσιν , τα
του ἐστι τριτου προσκατηγορουμενου ἐπι τον κατηγορουμενον , ἠ ὁτι μετατιθεται αὐτων ἡ ταξις ἐν τῳ διαγραμματι : γινεται γαρ
9999985 νεμομενος
τε ταξεων και φυλακων ἑδρας ; Θεσσαλος ἠ παραλιαν Λοκρων νεμομενος πολιν ; ἠ νησιωτην σποραδα κεκτηται βιον ; τις
ἠγουν σειεσαι περι τοτε . Κληρονομος : ὁ τον κληρον νεμομενος . Καλλος : δια το προς αὐτο καλειν .
9999985 κανονιζονται
ἰσον . και ἡνικα μεν ἐκ των καθολου τα μερικα κανονιζονται , λεγεται ἀποδειξις , οἱον ὡς ὁταν βουλομενοι δειξαι
αἱ περισπωμεναι συζυγιαι γινονται ἀπο της ἑκτης των βαρυτονων , κανονιζονται δε και αὑται κατα τους βαρυτονως και την παραδοθεισαν
9999985 συνηγμενον
δ ' ὑπαρχον ῥυγχος ἐχει βραχυ παντελως και εἰς ὀξυ συνηγμενον . ἐπτερωται δε ταρσοις μαλακοις [ και ] τετριχωμενοις
τοπον . ἀλλ ' οὐ φοιταν ἐνταυθα ἀκρατον ἀλλα το συνηγμενον κεκραμενον : πολλην γαρ δεχεσθαι κρασιν : και το
9999985 παραγεται
κατα νουν κινουμενος και διαλογιζομενος . ἐκ δε του κινυω παραγεται το κινυσσω : ἀφ ' οὑ και κινυγμα ,
εἰς η και ἀποβολην του ι γινεται ἠερω , ὁθεν παραγεται το ἠερεθω ὡς το φλεγω φλεγεθω , νεμω νεμεθω
9999985 σεμνυνομενον
ἀλλ ' οἱον Διονυσοδωρον ποτε φασι τον αὐλητην εἰπειν , σεμνυνομενον ἐπι τῳ μηδενα των κρουματων αὐτου μητ ' ἐπι
„ Ὁ αὐτος κατανοησας μειρακιον ἐπι τῃ πολυτελειᾳ της χλαμυδος σεμνυνομενον ” οὐ παυσῃ ” , ἐφη , „ μειρακιον
9999985 προσηλθον
ἡκον , και τουτων οἱ πρεσβεις αὐτοι τε ἐστεφανωμενοι Ἀλεξανδρῳ προσηλθον και ἐστεφανουν αὐτον στεφανοις χρυσοις , ὡς θεωροι δηθεν
μη τι με τουτου ἑνεκα στυγνοτερον εἰδες ; μη οὐ προσηλθον σοι ποτε φαιδρῳ τῳ προσωπῳ , ἑτοιμος εἰ τι
9999985 Ὑμεναιον
Εὐτερπης δε Ῥησον , Τερψιχορης δε Σειρηνας , Κλειους δε Ὑμεναιον : των δε λοιπων Θαλειας Παλαιφατον , ἐκ δε
: Τριτωνιδι διᾳ ταυτα , συ δ ' εὐχαιταν εἰς Ὑμεναιον ἰθι . [ ] [ [ ] μακρα ?
9999985 ἀποφαινονται
των του σωματος μερων . το δε της θηλειας ἀγονον ἀποφαινονται : ἀτονον τε γαρ εἰναι και ὀλιγον και ὑδατωδες
προσεχεστερον μονον εὑρισκεται ὑπευθυνον : ἠδη δε εἰπομεν ὁτι τινες ἀποφαινονται , ὡς εἰ και δοκει ἐγκλημα εἰναι : ἐνταυθα
9999985 προεσθαι
ἀκουσαι παντων , ὑπισχνεισθαι λυσειν και μεταθησειν τα γεγραμμενα , προεσθαι δε κελευειν ὁσον δραχμας πεντακοσιας . γενομενου δε του
' εἰπειν , ἡγουμαι τον Ὠρωπον ἐαν ἠ Λακεδαιμονιοις Μεσσηνην προεσθαι και Πελοποννησον . οὐ γαρ ἀν ἡγουμαι περι τουτου
9999985 ὀνομαζονται
κελαινοις : θανατηφοροις , ματαιοις , σκοτεινοις . Αὐδωωνται : ὀνομαζονται , καλουνται . ἐπωνυμον : φερωνυμον . ὁμαρτη :
και το μεν εἰ ἐστι ζητημα , ἐπειδη πολλα μεν ὀνομαζονται , οὐχ ὑφεστηκασι δε , οἱον τραγελαφος , σκινδαψος
9999985 ἰμεναι
” ὡς εἰπων ἐπεεσσι διεπτοιησε γυναικας . βαν δ ' ἰμεναι δια δωμα , λυθεν δ ' ὑπο γυια ἑκαστης
“ ξειν ' , ἐπει ἀρ δη ἐπειτα πολινδ ' ἰμεναι μενεαινεις σημερον , ὡς ἐπετελλεν ἀναξ ἐμος : ἠ
9999985 ἀποστησονται
οὐ κολακευειν τυχην . Καλως ἠπισταμην ὁτι ταχεως οἱ μεν ἀποστησονται του τι πλεον ζητειν , συ δ ' ἐπι
' εἰ ἐπινοιᾳ φησουσι , πρωτον μεν των πλειονων ὑποστασεων ἀποστησονται : ἐπειτα δει σκοπειν , εἰ και αἱ ἐπινοιαι
9999985 πετομενον
της πορειας τοιονδε τι ἀπαιτησαι την φυσιν , ἀναγκη πασα πετομενον με ἀποπατειν „ . και ὁ Ξανθος : ”
“ ἠν δ ' ἐγω , ” τον Ὑπερβορεον ἀνδρα πετομενον ἠ ἐπι του ὑδατος βεβηκοτα ; “ ” Και
9999985 διον
μεν τοι ἐγων ἐθελοιμι και αὐτος ὡς ἐμεν ὡς ὁτε διον Ἐρευθαλιωνα κατεκταν . ἀλλ ' οὐ πως ἁμα παντα
τιετο δημῳ , τρεις τ ' Ἀντηνοριδας Πολυβον και Ἀγηνορα διον ἠϊθεον τ ' Ἀκαμαντ ' ἐπιεικελον ἀθανατοισιν . Ἑκτωρ
9999985 μετασχοντας
δεδεχθαι , ἐξον πολλῳ τινι μειζονι τετιμησθαι και ὁ τους μετασχοντας παραπλησιους εἰναι δοκειν ποιει τοις θεοις : τους τοινυν
ἐγω δε τουτους οὐτε των περι της εἰρηνης συνθηκων οἰδα μετασχοντας ὑμιν οὐτ ' ἐν ταις στηλαις ἀναγεγραμμενους οὐτ '
9999985 λαμβανονται
. . ἀβεβηλος και βεβηλος : ἀμφω ἐπ ' ἀγαθῳ λαμβανονται . ἀβεβηλα μεν τα ἱερα και ἀψαυστα και μη
μεγαλογνωμονα . το γαρ βους και ἱππος ἐπι των μεγαλων λαμβανονται . . . . Βουταδαι : δημος ἐστι της
9999985 μερικον
κατηγορεισθαι : μονον γαρ το συμβεβηκος δυναται καθολου εἰναι και μερικον , καθολου μεν ὡς το λευκον κατα πλειονων φερομενον
Πλατωνι , δοκει παρεπεσθαι το τοδε τι , ἠγουν το μερικον και ὡρισμενον και το ὀν το ὡς μερικον ,
9999984 ἐσθιομενον
ὁλκης αʹ , ἠ ἀψινθιον συν οἰνῳ : μελι τε ἐσθιομενον και πινομενον συν ὑδατι : μελισσοφυλλον τε συν νιτρῳ
. τουτου ἑψομενου ὁ ζωμος πινομενος , κοιλιαν μαλασσει . ἐσθιομενον δε νεφρους θεραπευει . Πελαργος πτηνον ἐστι καλλιστον .
9999984 ἀναγεται
: ἡ γαρ διαφορα διακρισις ἐστι και οἱον ἀναλυσις . ἀναγεται δε ὑπ ' οὐδεν μερος της φιλοσοφιας , ἀλλ
της μερικης καταφατικης ἀντιστραφεισης , της ἐλαττονος λεγω ἀναγκαιας , ἀναγεται εἰς τον τεταρτον τροπον του πρωτου σχηματος . ἐστω
9999984 ἀμυνεται
ἐπι εἰσπραξεως δικης . Ἀμυνει τους πολεμιους , ἀντι του ἀμυνεται . Πλατων Φαιδρῳ . Ἀμφιγνοω καλλιον ἠ ἀμφιβαλλω .
και καθειργμενη ᾐ ἐν οἰκισκῳ , ᾠδης ἀπεχεται , και ἀμυνεται τον ὀρνιθοθηραν ὑπερ της δουλειας τῃ σιωπῃ . οὑπερ
9999984 μαινομενον
, του υἱου του Ἀγαμεμνονος του μανεντος , και τουτον μαινομενον λεγει . πελεθον ] βολιτον . ἐπαϊξειεν ] συνιζησις
. Γ ἐκ των Ἀλκαιου δε παρῳδει εἰς Κλεωνα ὡς μαινομενον . Γ Ἀδμητου λογον : ⌈ και τουτο Γ
9999984 συρομενος
ἀλυξαι : φυγειν , εἰς το ἐκφυγειν . Ἑρπων : συρομενος ὁ πολυπους . ἀσπετα : γραφεται ἀσχετα . ἀσχετα
. . . Ἐνθεν ἀποθρῳσκει γενεσις πολυποικιλου ὑλης : ἐνθεν συρομενος πρηστηρ ἀμυδροι πυρος ἀνθος κοσμων ἐνθρῳσκων κοιλωμασι : παντα
9999984 τικτομενον
μη ἀνταρῃ κατα της φυσεως , ὁμοιον τῳ πατρι το τικτομενον γινεται . και ἐπι μεν των ἐνυλων ἐνδεχομενα ταυτα
φυσωδες δ ' ἐστι πνευμα δηλονοτι το ἐξογκουν το μοριον τικτομενον ἐξ ὑγρων γλισχρων και παχεων ὑπο θερμοτητος μετριας .
9999984 ἠκονημενον
ναυλοχιον ἐν τῳ μεσῳ Ἀριστοφανης Βαβυλωνιοις . νεηκες : νεωστι ἠκονημενον . νεμεσθαι : ὡς το πολυ το λαμβανειν προσοδον
και πολυτελεστατου δειπνου παρασκευην , ἐκ μηρινθου πανυ λεπτης προσεταξεν ἠκονημενον ὑπεραιωρηθηναι πελεκυν . ἐπει δε κατακλιθεις εἰδεν αἰφνιδιον ,
9999984 ἀνερχομενον
. Περι γαμου ἐπισκοπητεον οὑτως : ἀνδρα μεν Ἠελιον και ἀνερχομενον σκοπον ὡρης , αὐτην δ ' ἐκ ζῳδιου θ
Ὁμηρου Ζ . . Γ . . , . νεον ἀνερχομενον . * ) [ ἡ διπλη ὁτι το νεον
9999984 ἐπιφερον
μεν περιεχον κατα των πραξαντων , ἐλεον δε και συμπαθειαν ἐπιφερον προς τους ἀνηκεστα πεπονθοτας . ἀπηντησαν γαρ αὐτῳ μεθ
γνωμην συγκακουσθαι . σμηʹ . Κεφαλαια ἐστι παθος πονον κεφαλης ἐπιφερον ἀνυποιστον κατα περιοδους τινας , ὡστε και ἠχον εἰναι
9999984 κεινος
δ ' οὐτ ' Ὀδυσηα ἐγων ἰδον οὐτ ' ἐμε κεινος . ” την δ ' αὐ Τηλεμαχος πεπνυμενος ἀντιον
την παλην , τιμᾳ τε την Ἀρκαδιαν την εὐανορα : κεινος , ὠ παι του Σωστρατου , και τα λοιπα
9999984 προστιθενται
τι δοξειεν αὐτοις την του συνεδριου ταραχην , τῃ Κορνηλιου προστιθενται γνωμῃ . και παρελθων εἱς ἐξ αὐτων , Ἀππιος
περιτιθησι , και παντες σχεδον οἱ τον ποιητην τουτον ἐξηγουμενοι προστιθενται τοις ὑπ ' αὐτου λεγομενοις . Ἐμπειροτερον δε Εὐδοξος
9999984 σεμνυνεται
πρωτον μεν σε τουτο λανθανει , ὁτι οὐ πανταπασιν οὑτω σεμνυνεται το γραμμα , ὡστε ἁπερ συ λεγεις διανοηθεν γραφηναι
τῳ φιλοσοφουντι . αὐτος μεν οὐν ταις των πατερων ἀρεταις σεμνυνεται , μειζον δε ἐστιν αὐτῳ του φυναι ἐκ τοιουτων
9999984 μελλοντος
ἐπαγγελλομενος ταχεως καταλυσειν τον πολεμον . ἠδη δ ' αὐτου μελλοντος διαλυειν την ἐκκλησιαν ἀναστας Θεοδωρος ὁ Συρακοσιος , ἐν
γενους : . Περι του ἰδιου : . Περι του μελλοντος : . Εὑρηματων ἐλεγχοι δυο : . Ὑπομνηματα ἁ
9999984 ἐϲθιομενον
ἀϲαρον και καρπηϲια και ϲαρξιφαγεϲ , το δε ϲιον και ἐϲθιομενον και πινομενον ϲκολυμου τε ῥιζα και ἐρυϲιμον και πριονιτιϲ
και ἐνιεμενον και ἐπι ὑϲτερικηϲ πνιγοϲ . και ὀξυδερκεϲ ἐϲτιν ἐϲθιομενον και δια τουτο οἱ ζωγραφοι ϲυνεχωϲ αὐτου ἀπογευομενοι ὀξυτερον
9999984 μεμετρημενον
ἀκριτοις και ἀφειδεσι μεγαλοδωριαις ἐντρυφαν την ἐς το σωφρονεστερον και μεμετρημενον δια σπανιν χρηματων μεταβολην οὐ φειδω σωφρονα οὐδε συμμετρον
πρ . ἑνδεκα γαρ ἀμφορεας ] μετρον τι ὑδατος προς μεμετρημενον ἡμερας διαστημα ἐρρεεν . ἐμετρειτο δε τῳ Ποσειδεωνι μηνι
9999984 παριων
εἰναι : και τουτο μεν , ἠν τις ψαυσῃ αὐτων παριων ὑος , αὐτοισι τοισι ἱματιοισι ἀπ ' ὠν ἐβαψε
προσκυνητεον τοπαραπαν , οὐδ ' εἰ προς ταις θυραις αὐταις παριων γενοιο . γʹ . Ἀνυποδητος θυε και προσκυνει .
9999984 καταλειπομενον
τε και μεγαλων , οὐκ ἐστιν οὐδεν λαβειν πληθος ὁ καταλειπομενον ἐπεκουφιζεν ἀν τον ἀναγκαιον ἡμων βιον , οὑτω και
και το ἀργυριον και τας περι τουτων φροντιδας , το καταλειπομενον ἐστι τυφος και μαλακια και ἡδυπαθεια και ἀσελγεια και
9999984 ἐρχομενον
ἀσφαλεως ἀγορευει αἰδοι μειλιχιῃ , μετα δε πρεπει ἀγρομενοισιν : ἐρχομενον δ ' ἀνα ἀστυ θεον ὡς εἰσοροωσιν . και
ἐεικοστῳ ἐνιαυτῳ . τον δε πολυ πρωτος ἰδε Τηλεμαχος θεοειδης ἐρχομενον κατα δωμα συβωτην , ὠκα δ ' ἐπειτα νευς
9999984 προσποιειται
συστασις ποιοτητος , ἡ θεωρειται περι το δικαιον . διο προσποιειται ταυτα [ και ] λεγειν χαλεπαινων και ἀχθομενος ὁτι
γαρ ὑποδυομενα τα καταδεεστερα το των σεμνοτερων ταξεων σχημα , προσποιειται ἐκεινο εἰναι ὁπερ ὑποδεδυκε , και ἐνταυθα ἀλαζονας προϊεται
9999984 πραγματων
δε πρωτον ἐν τοις πραγμασι θεωρουνται , και δια των πραγματων ἐχουσιν οἱ λογοι την ἀληθειαν και την ὑπαρξιν .
ἐν ὑμιν ἐστι μερος ὡς πλειστους ἐπιθυμειν των παροντων νυνι πραγματων . και ταυτα ὁτι οὑτως ἐχει , οὐ χαλεπως
9999984 ἀντεχομενον
το φανον τουτο λεγομεν ; ἠ το φαινεσθαι τοις δευτεροις ἀντεχομενον και εἰς συμμετριαν ἑαυτο παρεχομενον τοις ἀπολαυειν αὐτου βουλομενοις
φρονιμον εἰναι μη ὀντα ἀγαθον , ἠτοι σπουδαιον και ἀρετης ἀντεχομενον . Μεχρι μεν τουδε την φρονησιν ἐδειξεν ἀνευ μη
9999984 προσκεισεται
προτασεων . Λεγω δε ὁτι το ἐστι ἠ τῳ δικαιῳ προσκεισεται ἠ τῳ οὐ δικαιῳ . ἐνταυθα καλως εἰπεν ἐπι
ἐν ἰσῳ γαρ ἀριθμῳ σχεδον τα της συνταξεως ἐγενετο . προσκεισεται γαρ και τῳ ἀλλοι μεν γαρ παντες , ὁσοι
9999984 περιαπτων
οἰνωδη . Ἀλλα ταδε εὐηθεστερα και ἀπιθανωτερα τα τε των περιαπτων και ὁλως των ἀλεξιφαρμακων λεγομενων τοις τε σωμασι και
φαρμακων μεστας , προσποιουμενους ἰατρικην μετα γοητειας και ἐπῳδων και περιαπτων . τους δε γυμνητας κατα τοὐνομα γυμνους διαζην ,
9999984 δεομενους
παρ ' ἡμιν το των δελφινων στεαρ , ἀλειφεσθαι τους δεομενους . οἰμαι γαρ αὐτους των ὑων ἡττονα ψυχην ἐχειν
εἰ μη ὁρκος , και προς εὐτυχουντας ἐτι και οὐ δεομενους παρηγοριας τους Ἀθηναιους , ἐτι δ ' οὐχι τους
9999984 τριτον
τις ἀλλος αὐ ποιησιν ψιλην ἠ ἐν ᾠδῃ συντεθηκε , τριτον δε Σολωνι και ὁστις ἐν πολιτικοις λογοις νομους ὀνομαζων
τῃ δευτερᾳ τριωρῳ ἐκλειπουσης το ἡμισυ του κυκλου ἠ το τριτον τοις προς βορραν Αἰγυπτιοις λυπας και στρατιαν ἐπι την
9999984 χρησομενον
' Ἀμμωνα ἐς Λιβυην , το μεν τι τῳ θεῳ χρησομενον , ὁτι ἀτρεκες ἐλεγετο εἰναι το μαντειον του Ἀμμωνος
. Ὠ φιλοτης , χρειω με κατηγαγεν εἰς Ἀϊδαο ψυχῃ χρησομενον Θηβαιου Τειρεσιαο . Οὑτος , ἀλλ ' ἠ παραπαιεις
9999984 ἐνιεμενον
δε και προϲ ταϲ ἐν δακτυλιῳ και ἐντεροιϲ φλεγμοναϲ : ἐνιεμενον δε λυει και τεινεϲμουϲ , ποιει και προϲ χειμεθλα
και καταμηνια κινει και ἐμβρυα φθειρει και δι ' ἑδρας ἐνιεμενον ἰσχιαδας ὀνινησιν , αἱματωδη κενουν . Θριδαξ ὑγρον και
9999984 προσφερομενον
οὐδεν γαρ κωλυει μη διψωντα τινα μηδε οἱῳ χαιρει ποματι προσφερομενον πινοντα χαιρειν , μη τῳ πινειν ἀλλα τῳ συμβαινειν
' αὑτους τε γενομενοι και κατα τυχην ἰδοντες σιτηγον πλοιον προσφερομενον , πεντε ναυσιν ἐπεπλευσαν αὐτῳ , και κατακυριευσαντες κατηγον
9999984 διαφορουμενον
της κυνωδους ὀρεξεως , ὁταν ἀραιοτερον ὑπαρχῃ το σωμα και διαφορουμενον δια της ἀδηλου διαπνοης ἀμετρως ἐν χρειᾳ συνεχει καθιστηται
παραπληϲιον τῳ κατ ' ἀρχαϲ , πλην ὁτι θαττον ἐκεινων διαφορουμενον ἁτε ἰχωρα λεπτον περιεχον , του κατ ' ἀρχαϲ
9999984 ἁπαντων
δημοτικοι δυσανασχετουντες ἐπι τοις ὀνειδισμοις βαρυν και πικρον και πολεμιων ἁπαντων ἐχθιστον αὐτον ἀπεκαλουν . προθυμιαν δε πολλην εἰχον τινες
της ὀψεως και ἀτεγκτον ἠν : ὁς γε των ἀλλων ἁπαντων ὁσοι τῳ παθει παρεγενοντο κλαιοντων μονος οὐτ ' ἀνακλαυσαμενος
9999984 θανοντος
πατηρ . κακης γυναικος χαριν ἀχαριν ἀπωλετο . ὁ του θανοντος δ ' ἐστι παις Ἀργει πατρος ; ἐστ '
, και μη τι δαϊζεο πενθεϊ θυμον εἱνεκ ' ἐμειο θανοντος , ἐπει μακαρεσσι θεοισιν ἠδη ὁμεστιος εἰμι : συ
9999984 διδομενον
ὁ δε δανειζομενος το δυνον , το δε μεσουρανημα το διδομενον ἀργυριον , το δε ὑπο γην μηνυει σοι την
και σκωληκας παντοιους και ἀσκαριδας και το ῥινημα του ἐλεφαντος διδομενον . παντοιας ἑλμινθας φθειρει και καλαμινθη : ξηραν βαλλων
9999984 παρεπομενον
ἐγω δε σοι φρασω . ἐστι γαρ τι θειᾳ μοιρᾳ παρεπομενον ἐμοι ἐκ παιδος ἀρξαμενον δαιμονιον . ἐστι δε τουτο
; και περινοστησαι την πολιν τουτο κηρυττοντα και τον γραμματεα παρεπομενον ἐχειν και τουτον ἑκαστῳ δεικνυναι τον νομον , και
9999984 ἐκεινους
και προς τουτον παρειμι φερων ἀσπιδα , δι ' ἡς ἐκεινους ἀπεωσαμην και δι ' ἡς παλιν εἰκοτως ἡγουμαι κρατειν
τοις ἀγωνισταις εὐνοι , οἱ οὐν εὐνοι τουτοις θελουσι νικαν ἐκεινους , οἱς εὐνοι εἰσι , συναθλειν δε ἠ συνδισκευειν
9999984 ἐπιφερομενον
δει δε ἀει σκοπειν μη μειζον ἐστι του προσωπου το ἐπιφερομενον ἐγκλημα , ἱνα μη ἀπιθανος ὁ λογος γενηται :
ἀποβληθηναι , ἐπειδη οὐδεποτε μετα την υι διφθογγον συμφωνον εὑρισκεται ἐπιφερομενον ἀλλα φωνηεν , οἱον μυια ἁρπυια υἱος : εἰ
9999984 προσερχομενον
πετομενον , ἀλλα και ἁλισκεται δια την αὐτου σκιαν , προσερχομενον αὐτῃ καθ ' ὑδατος ὁραθεισῃ . Ἀμαλθειας κερας :
και ἐνθεασμους ὡς ἐκστατικην . μεταπειθοντι . ἱνα ἀλλον νοησωμεν προσερχομενον τῳ μουσικῳ χαριν τινος δεησεως και ὡν λεγει ,
9999984 δεομεναι
ἀει δη τουτο πασχουσι , μειζονος ἠ κατα τα χρωματα δεομεναι κινησεως , και τας αὐτων χρεων ἀν εἰη ἐκμανθανειν
δε κατα την μητραν ἠ κυστιν ἑλκωσεις , των αὐτων δεομεναι φαρμακων , ὀργανων χρῃζουσι των εἰσω παραπεμψοντων αὐτα :
9999984 πευσομενος
ὡς ἀποδωσων τε τοις γονευσι και περι Ἁβροκομου ἐκει τι πευσομενος : και δη ἐμβαλων παντα τα αὑτου εἰς ναυν
ἐμου αὐτου του ταλαιπωρου σχεδον ἀντικρυς ἐκτετοξευσθαι και κεκενωσθαι , πευσομενος δε και ἐρωτησων , εἰ χρη μεταβαλοντα τους τροπους
9999984 δακνομενος
. Θ δειλαιος Θ : ἀθλιος , κακοδαιμων . Θ δακνομενος Θ ὑπο της δαπανης : ἐνοχλουμενος ὑπο των της
συνελασειεν με ταις ἱπποις ὁ νομευς , παιομενος τε και δακνομενος ὑπο των ἀρσενων ἀπωλλυμην : ἀει γαρ με μοιχον
9999984 συμπλεκονται
ὁλως τε πασαι αἱ ἀντιθετικαι ἀλληλαις ὡς ἐπι το πλειστον συμπλεκονται , και οὐ μονον ἀλληλαις ἀλλα και ταις ἀλλαις
ἐν ταις ἀλλαις ἐγκλισεσιν οἰκειοτητα προς ἀλληλους ἐχοντες συναπτονται και συμπλεκονται και οἱ δυο ἑνα χρονον ἀποτελουσι . Ποιοι δε
9999984 διαλυσιν
τοις μεν νοσουσι θανατον προαγορευει και της οὐσιας σκορπισμον και διαλυσιν , τοις δε ἐρρωμενοις ταραχας και περιβοησιας . μονοις
μεγαλου τε και ἀδιαλλακτου και γειτονος : οὐ γαρ τινα διαλυσιν προσεδοκων , ἀπιστα προτεροι κελευσαντες . των δ '
9999984 προφερομενος
λεγων κατα διαρτησιν ἀσυνακτον εἰναι τινα λογον , φασιν μεν προφερομενος μονην ἀντιτιθεμενην αὑτῳ φασιν ἑξει την ἀντικειμενην τῃ προειρημενῃ
φιλοσοφε , ἐκεινα ἁ ἐλε - γες ; ποθεν αὐτα προφερομενος ἐλεγες ; ἀπο των χειλων αὐτοθεν . τι οὐν
9999984 εὐθυνομενος
ἐπι το προσωπον του ταμιου μετοισει την αἰτιαν ὁ πρεσβευτης εὐθυνομενος . Διαφερει δε της ἐπι νομον ἀντιληψεως ἡ ἐπι
ἐπι το προσωπον του ταμιου μετοισει την αἰτιαν ὁ πρεσβευτης εὐθυνομενος : διαφερει δε της ἐπι νομον ἀντιληψεως ἡ ἐπι
9999984 ἐπιπεσειν
ἐγχειριδιον ὑπο κολπου , καιρον φυλαξαντα και τοπον ἐπιτηδειον , ἐπιπεσειν τε τῳ Κομοδῳ και φονευσαι , τα λοιπα φησας
και δια τουτο μικρον ὑπαναχωρησῃ , δυναται αἰφνιδιως ἐπελθων ἀπροσδοκητοις ἐπιπεσειν τοις ἐχθροις δηλονοτι δι ' αὐτομολου τοις ἐχθροις τουτο
9999984 διαφερομενον
Νικοστρατον τον κιθαριστην λογος τις περιεισι λεγων Λαοδοκῳ τῳ κιθαρῳδῳ διαφερομενον ὑπερ μουσικης εἰπειν ὁτι ἀρα ἐκεινος μεν ἐστιν ἐν
και ἑν ἐστιν , ἐχθραι δε και φιλιαι συνεχεται . διαφερομενον γαρ ἀει ξυμφερεται , φασιν αἱ συντονωτεραι των Μουσων
9999984 ἀμυνομενον
παραπαν ἀνιατα ἀδικηματα οὐκ ἐστιν ἀλλως ἐκφυγειν ἠ μαχομενον και ἀμυνομενον νικωντα και τῳ μηδεν ἀνιεναι κολαζοντα , τουτο δε
ἐξευρουσα τῃ συγγενειᾳ περας . ἐπειδη γαρ ἐδει κρατησαι τον ἀμυνομενον , ἐξηρπασε τον ἐπιοντα νοσῳ : και το μεν
9999984 παρανοιας
. οἰμοι : τι δρασω παραφρονουντος του πατρος ; ποτερον παρανοιας αὐτον εἰσαγαγων ἑλω , ἠ τοις σοροπηγοις την μανιαν
ἀνοηταινοντος , παρατετραμμενου ὀντος τον νουν , μαινομενου . . παρανοιας ] ἑνεκα της ἀγνωσιας , μωριας . , ἀναισθησιας
9999984 ἐνοντος
γιγνωσκοι ὁτι ἠ το σωμα ὑπεραιμουν δειται θεραπειας ἠ κοπου ἐνοντος δειται ἀναπαυσεως , ἠ κριθιασις ἠ ἀλλη τις ἀρρωστια
εἰσι φιλοι . ἐαν δε ξηροτεροι ὠσι και ἀναπεπταμενοι μη ἐνοντος τρομου , κακοι και πονηροι , οὐ μεντοι κεχαρισμενοι
9999984 μελον
τελευταιας ἐμνημονευσε Καλλιροης ἀξιοπιστῳ τῳ προσωπῳ , ὡς οὐδεν αὐτῳ μελον . “ κἀκεινο ” φησι “ το γυναιον το
παροτρυνεις με προς τον λογον , ὡσπερ οὐ πανυ σοι μελον εἰ ἀποτμηθειης την γλωτταν κρατηθεις ἐν τοις λογοις .
9999984 ἐμβαλλονται
' ἁϲ των πρωτων ἀποϲειρωθεντων και ῥιφεντων ἀλλαι β # ἐμβαλλονται ἀλλαϲ γ ἡμεραϲ , και οὑτωϲ ἀποτιθενται . Ἐλαιου
' ἑκατερου μερους του ξυλου του παγεντος και των σκελων ἐμβαλλονται ὀνισκοι τετορνευμενοι , ἐξ ὡν τα ὁπλα ἐξηρτηται τα
9999984 πρασσοντος
' ἐρεμνη σιγ ' ἐπερχεται φατις . Ἐμοι δε σου πρασσοντος εὐτυχως , πατερ , οὐκ ἐστιν οὐδεν κτημα τιμιωτερον
ἀντικατηγορησαι δε σου πολλα και μεγαλα και παλαια και νεα πρασσοντος δυναμενος οὐ βουλομαι : βουλομαι γαρ οὐ τοις σοις
9999984 διαλεξομενος
μαλιστα ἀνιωμαι , ὁτι μηπω τις ἀπηντησε περι Κλεωνος ἡμιν διαλεξομενος . οὐ προτερον γαρ ἀν ἀποστειλαιμι το βιβλιον ,
παρηλθεν ὡς εὐκαιροτερον ἐν τῃ του ῥηματος διδασκαλιᾳ περι αὐτου διαλεξομενος , ἐν οἱς διδαξει πως ἀφοριζεται το ῥημα ,
9999984 προβαλλομενον
ἀπο των χειλων ἀκρων , ὁταν του στοματος πιεσθεντος τοτε προβαλλομενον ἐκ της ἀρτηριας το πνευμα λυσῃ τον δεσμον αὐτου
παραιτεισθαι τα κατα τας προς τους συμβιουντας σχεσεις καθηκοντα , προβαλλομενον τα περιεστωτα πραγματα . Παρα Κατουλου το μη ὀλιγωρως
9999984 προβαλλομενος
Ἱεροκλης δ ' οὐχ ὁ διδασκαλος , ἀλλ ' ὁ προβαλλομενος τα θαυμασια , ἀπιστον και τουτο προσεθηκεν : ὁτι
φυσιν ἐχειν ταυτα τῃ ἀντιληψει : οὐδεις γαρ την ἐξουσιαν προβαλλομενος ἐφ ' οἱς ἐπραξε , συγγνωμην αἰτει : ὁ
9999984 καλλιον
ταυτα παντα . καλαι αἱ Ἀθηναι . ἀλλα το εὐδαιμονειν καλλιον πολυ , το ἀπαθη εἰναι , το ἀταραχον ,
την ἐξαψιν ἐν τῳ δοθεντι τοπῳ ποιησαι . δʹ . καλλιον δε ἡ αὐτη ἐξαψις γενησεται , εἰ τετρασιν ἠ
9999984 Ποντον
ὁσα ἐπει Κυρος ἐτελευτησεν ἐν τῃ πορειᾳ μεχρι εἰς τον Ποντον ἀφικοντο , και ὁσα ἐκ του Ποντου πεζῃ ἐξιοντες
' ἀπο ἀνισχοντος ἡλιου . Καθοτι δε εἰσβαλλει εἰς τον Ποντον , ὁριζει τα Σινωπεων και Ἀμισηνων ἐργα : τριακοσια
9999984 μενοι
τον ἀνθρωπον , ὡσπερ τον Ἡρακλεα φασιν αὑτον ἐμπρησαι , μενοι ἀν αὐτου τα δογματα ἐν τῃ ψυχῃ , καθαπερ
ἀοργητως πραττοντες ὁσα και οἱ σφοδρα τῳ θυμῳ φερο - μενοι . φυλακτεον οὐν και το τουτων ἀβλεπτημα ὡς πολυ
9999984 τοκος
ἀποδοτε † . τουτο δ ' ἐσθ ' , ὁ τοκος , τι θηριον ; τι δ ' ἀλλο γ
οὐκεθ ' ὁμοιων πονων ἀπολαυουσης οὐδ ' ἀν ἰσος ὁ τοκος τῳ πριν ἀπαντῳη . τουτου δε ὀντος τοιουτου πενεστερος
9999984 ἀπολλυμενον
γαρ πω - ποτε των ἐπι προδηλωθειϲῃ χρηϲτῃ πεψει κριθεντων ἀπολλυμενον ἐθεαϲαμην . τριτον δε το ἐν ἀκμῃ του τε
δοξῃ μετ ' αἰσθησεως ἀλογου δοξαστον , γινομενον τε και ἀπολλυμενον , ὀντως δε οὐδεποτε ὀν . εὐλογον ἀρα και
9999984 μετον
ἀντι του ἐπετρεπον και ἐμαρτυραντο ἀπαγειν : ἐκβαλλειν ὡς οὐ μετον : ἀντι του οὐδεν κοινον εἰ δ ' ἐτι
οὐ παυσομεθα , ἑως ἀν τι μνημης και του φρονειν μετον ἡμιν τυγχανῃ . φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και
9999984 ὁσιον
κατα το δυνατον ἀνθρωπῳ . ὁμοιωσις δε θεῳ ἐστι το ὁσιον και δικαιον γενεσθαι μετα φρονησεως . ὁ δε ἐκ
Ἑλληνας , ἐπει δε οὑτως ἀποσπουδαζεις αὐτον , ὡς μηδε ὁσιον ἡγεισθαι το ὑπερ τοιουτων λεγειν , ἰωμεν ἐφ '
9999984 γιγνομενος
. πριν γουν συλ - λεγεσθαι τι πανταχοθεν ἐφθανε πορρω γιγνομενος , δηλον ποιων ὁτι πολλαχου το ταχος μαλλον της
ὡν ὁ γʹ κειμενος μεσος προς μεν τον δʹ ὑπολογος γιγνομενος ποιει τον ἡμιολιον λογον , ἐξ ὡν ἀμφοτερων ὁ
9999984 μελλοντας
Ῥωμαιοι γαρ ὁτιουν ὑβρισθεντες ἀμυνουνται σε παντως : ἀμυνεισθαι δε μελλοντας αὐτους προκαταβλαπτε . μειζον δ ' οὐκ ἀν εὑροις
ἐκεινους ποιησοντας οὐδετερους , οὐτε τους δωσειν οὐτε τους ληψεσθαι μελλοντας . εἰ δε μη ἀργυριον μηδε χρυ - σιον
9999984 ἐσθιομενος
, κυνειῳ γαλακτι περιχριε ἠ λαγωου ἐγκεφαλῳ : ποιει και ἐσθιομενος . ἐαν δε δυσχερως ὀδους ἐκφυηται , κυπερον μετα
ἐπι τα ἀφροδισια ὁρμας . ἀλλο . κοριαννον ἠ γληχων ἐσθιομενος πολλακις ἀνεντατον ποιει . ἀλλο . χολη ναρκης ἐαν
9999984 ἀρχοντος
μετ ' Ἀθηναιων ηὐδοκιμησε λαμπρως και Βοιας και Κυθηρα εἱλεν ἀρχοντος Ἀθηνησι Καλλιου . ἐνεπρησε δε ὁ Τολμιδης και τα
δε την αὐξησιν της ἰδιας πολεως ἠσχολουντο . Ἐπ ' ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησιν Ἀκεστοριδου ἐν Ῥωμῃ την ὑπατον ἀρχην
9999983 καινον
οὐκ ἐμον . εἰ δε δικαιον μεν το πεπραγμενον , καινον δε τουτο και οὐκ ἐμον , οὐδεν ἑτερον λεγουσιν
ἀρχομενης μερων , τελευτωσης δ ' εἰς τα ἀνω . καινον δ ' εἰναι χρη τον σπογγον , κἀν μη
9999983 διδομενος
δε ἐκ του ἐχινου μετα ἑνος κοκκου σατυριου κεκλασμενος και διδομενος ἐν ποσει ἠ βρωσει μεγιστην ἐντασιν ποιειται , μαλιστα
στεφανους διδοντες . και βραβειον λεγεται ὁ παρα των βραβευτων διδομενος στεφανος τῳ νικωντι , . , . * .
9999983 φανταζονται
ἐν αὐτῃ ἐστιν . Ὡς μεντοι προς αἰσθησιν ἀμφοτεροι μεγιστοι φανταζονται οὑτοι οἱ κυκλοι και ἀει μεν το αὐτο μεγεθος
δ ' ἀξιοι του παντος : και τοτε μεν πολιτικοι φανταζονται , τοτε δε σοφισται , τοτε δ ' ἐστιν
9999983 γενους
, Ἀναξ Μανουηλ , πορφυροβλαστε κλαδε , Ὁ Καματηρος ἐκ γενους Ἰωαννης , Τῳ σῳ δε κρατει πιστοτατος οἰκετης ,
ἐλαττονων ζῳων . και ταδε ἐπραττον ἐς πολυανδριαν του Ἰταλικου γενους , φερεπονωτατου σφισιν ὀφθεντος , ἱνα συμμαχους οἰκειους ἐχοιεν
9999983 λαρον
προς τον πλουν , ὁμως οὐκ ἐλυσαν τα σχοινια . λαρον : ἡδυ , ἀπολαυστικον : παρα το λω πεποιηται
θελω , πεποιηται . . . . . , : λαρον : ἡδυ , ἀπολαυστικον . παρα το λω πεποιηται
9999983 εἰθισμενον
και κατοικειν αὐτην ἐχοντας και νεμομενους τα ἑαυτων και τον εἰθισμενον ἐτησιως καταβαλλοντας φορον , την δε δευτεραν ἀπαγαγειν ἐν
: και ποτους ἑωθινους πινει δια σε νυν προτερον οὐκ εἰθισμενον . εἰ τι μεμαθηκε , δεσποτα , ζην ,
9999983 πολεμιον
. Εὐριπιδης Πλεισθενει : οὐ τον σον ἐκταν πατερα , πολεμιον γε μην , Αἰσχυλος δε Παλαμηδει : τινος κατεκτας
τοτε γαρ αὐτον , ὡς ἐοικεν , ὁ δημαρχος ψηφιειται πολεμιον , ὁταν ἡμων γενηται δυνατωτερος . ” Ταυτ '
9999983 ἐπιγραφεται
ἀντιλεγεσθαι φησιν ὡς Ἐπιγενους . ἐν ἐνιοις δε και πληθυντικως ἐπιγραφεται Τριαγμοι , καθα Δημητριος ὁ Σκηψιος και Ἀπολλωνιδης ὁ
τα φιλων . παρ ' ὁ και οὐδεις αὐτου μαθητης ἐπιγραφεται , τοσουτων αὐτῳ σχολασαντων : καιτοι τινας εἰς ἀναισχυντιαν
9999983 παγκοινον
οὐ χαλεπαι , ὀλιγοχρονιοι , ἠν μη τι κατασχῃ νουσημα παγκοινον ἐκ μεταβολης . Και ὁκοταν τα πεντηκοντα ἐτεα ὑπερβαλλωσι
χρηματων ἱδρυσασθαι Ἀφροδιτης πανδημου ἱερον . ἐστι δε το πανδημον παγκοινον . Πανδια : ἑορτη τις Ἀθηνησι μετα τα Διονυσια
9999983 λογων
δε και μετα λογου και φυσει γεγενηται , των δημιουργικων λογων συμπαρομαρτουντων ἀει και δρωντων και παραγοντων ἐν τῃ ὑλῃ
περι τα σωτηρια και τεχνη και βιωφελης , οὑτω και λογων των μεν συμφεροντων των δε βλαπτικων ὀντων , εἰ

Back