. . . . ἁρκυωρος : Λυκουργος ἐν τῃ Κατα Μενεσαιχμου εἰσαγγελιᾳ . ὁ τας ἁρκυς , τουτεστι τα λινα
θεους στελλομενοι . . : Ἑκατης νησος , Λυκουργος κατα Μενεσαιχμου . Προ της Δηλου κειται τι νησυδριον , ὁπερ
9999974 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999973 αἰσθητικων
, ὡστε και τας κρειττους ἀποτυπουται ἐνεργειας ᾑ ὑπο των αἰσθητικων κινειται εἰδων . πως οὐν και μη παροντων των
ἐπιστημαι οὑτως ἐχωσι προς ἀλληλας , το μεν ὁτι των αἰσθητικων εἰδεναι , το δε διοτι των μαθηματικων : οὑτοι
9999972 θαυμασαντα
των βραχιονων αἱμα ἀφελοντα σωσαι την παιδα , τον δε θαυμασαντα συνοικισαι αὐτῳ την παιδα και δουναι την χερρονησον :
Σωπατρου κομισθηναι φασιν Ἀλεξανδρῳ τῳ Μακεδονι , και ἐκεινον πυνθανομαι θαυμασαντα ἐς Δελφους ἀναθημα ἀναθειναι τῳ Πυθιῳ το κερας ,
9999972 καταφατικη
ἐστιν ἀγαθον . ἀντιστραφεισα δε ἡ καθολου καταφατικη ἐπι μερους καταφατικη γινεται : τι ἡδυ ἀπονον , οὐδεν ἀπονον ἀγαθον
οἱον οὐ πας ἀνθρωπος δικαιος ἐστιν , ἡ τε μερικη καταφατικη προσλαβουσα το οὐ γινεται μερικη ἀποφατικη , οἱον τις
9999972 κατεπλαγησαν
και Λιβυῃ λαμπρως ἐφευγον και ἐν Ἰβηριᾳ Πομπηιον τον νεον κατεπλαγησαν . ὁ δε Καισαρ αὐτος ἠν ἀκαταπληκτος και ἐς
φλογα . οἱ δε Λαβικανοι τειχος εὐ κατεσκευασμενον ἐχοντες οὐτε κατεπλαγησαν αὐτου την ἐφοδον οὐτε μαλακον ἐνεδοσαν οὐδεν , ἀλλ
9999972 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999971 κατεπλευσεν
Μεγαρεων , Αἱλωρων , Νεαιτινων , Ταυρομενιων . τουτων πραττομενων κατεπλευσεν Ἀννιβας μετα ναυτικης δυναμεως εἰς την Ξιφωνιαν βοηθησων τῳ
Ἰμιλκων δε τοις ἀπο των πολεμιων σκυλοις κοσμησας τας ναυς κατεπλευσεν εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων , και πολλην
9999971 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999971 συλλογιστικην
ἀλλων , περι δε τας νεφελας ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον
ἡ ἐγγινομενη τῃ ψυχῃ , ἀποδειξις δε ἡ ὑπο την συλλογιστικην ἐπιστημην και ἡ ὁδος ἡ οὑτω γινομενη . Εἰ
9999971 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999970 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999970 συνεχωρησεν
. ἐπεβουλευον : και οἱς σπεισαμενος Δημοσθενης Μαντινευσι και Μενεδαϊῳ συνεχωρησεν ἀναχωρησαι , οὑτοι κρυφα ἐβουλευοντο ἀναχωρειν , ἱνα μητε
βαρβαρον και πολεμικον : οὑ δη περιδεης Διονυσιος γενομενος ἁπαντα συνεχωρησεν και ἐτι πλειω τοις τοτε συλλεχθεισι των πελταστων .
9999970 κατελαβεν
ἀεκων ᾐον : και ἐπει με ἀναγκαιη μεγαλη ἐκ σεο κατελαβεν , τοιαδε ἐπετελεσα , ἐσθλα μεν ἐς δεσποτεα ,
ἁμαρτωλος και ἀδικος . ἀλιτηριοι δε ἐντευθεν ἐκαλουντο . λιμος κατελαβεν ποτε τους Ἀθηναιους : ἡρπαζον οὐν τινες ἀλουμενα τα
9999970 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999970 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999970 Αἰγυπτιος
τα ἱερα „ . ” ποια ; ” εἰπεν ὁ Αἰγυπτιος „ ὁρω γαρ οὐδεν ἐνθαδε . „ ὁ δε
πολυμαθιας . , . . Παμπρεπιος ἠν δε ὁ Παμπρεπιος Αἰγυπτιος . ποιητικος δε ὠν και προς ποιησιν εὐφυης ἀφικετο
9999970 ἀγεννης
οὐδεν ταις προτεραις ὁμοιαι , Ἀπατη και Ἐπιβουλη και Δολος ἀγεννης : ἀντι δε Ἀληθειας Ἐπιορκια παρην , ἰταμη και
, εἰ ἐκεινοι μεν γενναιοι ἠσαν , συ δ ' ἀγεννης ; ἐκεινοι μεν ἀφοβοι , συ δε δειλος ;
9999970 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999969 Ἀρισταγορης
, πολιν περικατημενος και βουλομενων των Θρηικων ὑποσπονδων ἐξιεναι . Ἀρισταγορης μεν νυν Ἰωνιην ἀποστησας οὑτω τελευτᾳ . Ἱστιαιος δε
ἐκομισαν : ἐνθευτεν δε πεζῃ κομιζομενοι ἀπικοντο ἐς Παιονιην . Ἀρισταγορης δε , ἐπειδη οἱ τε Ἀθηναιοι ἀπικοντο εἰκοσι νηυσι
9999969 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999968 ἀπεφαινοντο
εἰ τι ἀλλο τυγχανει τουτοις ὁμοιογενες ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν
και ἀριθμους κραθεντων των πρωτων στοιχειων . σχεδον οὐν ταὐτον ἀπεφαινοντο τοις ἁρμονιαν αὐτην τιθεμενοις , πλην ὁσῳ σαφεστερον οὑτοι
9999968 πλατυτερα
ἐστι διψας . της γαρ θηλειας το στομα μειζον και πλατυτερα ἡ κεφαλη . το δε παλιγκοτος οἱον ὀργιλη ἐστι
βρωθηναι . Μωλυ τα μεν φυλλα ἐχει ἀγρωστει ὁμοια , πλατυτερα δ ' ἐπι γην : ἀνθη λευκοϊοις ὁμοια ,
9999968 ἀπεκαλουν
ὡς θαυμαστον τι θεαμα θεωμενοι : και μακαριον τον βασιλεα ἀπεκαλουν , ὁτι ἐξεστιν αὐτῳ τουτων ἀπολαυειν , και ἑτερα
: τοις γαρ δυνατωτατοις φθονουντες την ἐκεινων ὑπεροχην δεσποτειαν αὐτων ἀπεκαλουν . διοπερ ἐξεπεμψαν πρεσβεις τους ἐπαινουντας ἐν Συρακουσαις και
9999968 ἀπιστια
, ὁτι ἀτοπωτατον των παντων ἡ περι τους εὐ ποιουντας ἀπιστια : ἡ δε του φευγοντος θεσις , ὁτι δεινοτατον
ἀγευστος : ἀπειρος . ἀγη : χαρα . θαυμα . ἀπιστια . ζηλος . ἐνιοι ἱερεια . παρ ' Ἡροδοτῳ
9999968 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999968 βλαπτουσι
προστρεχουσι και των ἐπερχομενων περι την πραιδαν ῥεμβομενων εὐκολως ἐπανισταμενα βλαπτουσι τουτους . Τουτο δε διαφορως και ἑκουσιως ποιειν ἐπιτηδειοι
φυλλον αὐτου οὐκ ἀπορρυησεται : ἀλλα και τα φυτευομενα οὐ βλαπτουσι καμπαι ἠ σκωληκες , ἐαν σικυου ἀγριου ῥιζαν ἀποβρεξας
9999968 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999968 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999968 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999968 ἐλευθερωσαι
ἐξηγορασεν , ὑπεφθειρεν διοριζεται : φανεροποιει ἀπολυσασθαι : ἐκχειν , ἐλευθερωσαι , ἀπαλλαξαι ἐκ τωνδε : ἐκ τουτων φευξεται :
ὁρμωντα , ὡστε και τους Σικελιωτας και τους ἀλλους Ἑλληνας ἐλευθερωσαι . ἀλλως : ἐνιοι μεν Ἑλλαδα την Σικελιαν ἠκουσαν
9999968 βλαστοι
, κυαμος ἐξωθεν ἐπιτιθεμενος , κυπαρισσου τα φυλλα και οἱ βλαστοι και τα σφαιρια τα νεα και μαλακα , κυπερου
μαλαχη ἀγρια , μαστιχη Χια , μελι , περσικης οἱ βλαστοι και τα φυλλα , ῥοδοδαφνη , ὀλυνθοι , ὀποβαλσαμον
9999968 νικησαντι
Κριτοβουλῳ , ὡς μη ἐξαπατηθειησαν οἱ κριται , και τῳ νικησαντι μη ταινιας ἀλλα φιληματα ἀναδηματα παρα των κριτων γενεσθαι
ἐκ του νικητου : Γεγραπται ὁ ἐπινικιος τελεσικρατει κυρηναιῳ ὁπλιτοδρομῳ νικησαντι την κηʹ πυθιαδα , την δε λʹ σταδιῳ .
9999968 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999968 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999968 ἀσπιδος
ἐπι τῳ ἑαυτων λυσιτελει . πορπαξ : το ἐντος της ἀσπιδος προσθημα , δι ' οὑ την χειρα διειρον .
φριμαγμος , ὀξυτης ἀκοντιων , σπαθης τε και θωρακος , ἀσπιδος τασις , ἁ γην κατηδαφισε βαρβαρουμενην , ἁ δεσποτης
9999968 Αἰγυπτιων
. Του δε κοσμου ἠν ἐτος ͵γσξθʹ . . Θηβαιων Αἰγυπτιων ιγʹ ἐβασιλευσε Ῥαυωσις , ὁ ἐστιν ἀρχικρατωρ , ἐτη
Φυσικων ἐπιτομηι και Ἑκαταιος ἐν τηι πρωτηι περι της των Αἰγυπτιων φιλοσοφιας : κατασκευαζειν δε ἀγαλματα και τεμενη τωι μη
9999968 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999968 γεννητικοι
βαθος το συμπληρωμα γινεσθαι , και ἀλλοι δε τροποι τινες γεννητικοι των τοιουτων φυσεων εἰσιν . οὐθεν γαρ τουτων ἀντιμαρτυρειται
οἱ δε θερμοι δυϲπεπτοι τε και δυϲυποβιβαϲτοι και ὠμου χυμου γεννητικοι . ἡ δε τηλιϲ θερμαινει τε και προτρεπει γαϲτερα
9999968 ἀνδρεσσι
, και ἀμφιπολοισι κελευε ἐργον ἐποιχεσθαι : τοξον δ ' ἀνδρεσσι μελησει πασι , μαλιστα δ ' ἐμοι : του
τον στημονα . ἀντι του νησεις . πολεμος δ ' ἀνδρεσσι μελησει : Παρα το Ὁμηρικον [ . Ζ ,
9999968 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999968 φαιδιμος
‚ : οὑτως , ὡς το ὡς εἰπων πυλεων ἐξεσσυτο φαιδιμος Ἑκτωρ : ἱνα συνδεσμον , ὡς το , ‚
ἀποπνειουσι , παις δ ' ἐπιτερπεται ἐργῳ : ὡς ἀρα φαιδιμος υἱος ἀμειλικτου Ἀχιληος γηθεεν ἀμφι νεκυσσι . Και οὐκ
9999968 γεννητικην
τουτων ἀφειλον κϚʹ ἡμισυ : λοιπαι κηʹ , αἱτινες την γεννητικην ἡμεραν ἐδηλουν . [ Ἑκαστῳ βασιλει ὁ ἐξ ἐθους
ἀπο της συνοδικης ἡμερας τε και μοιρας ἑως ἐπι την γεννητικην ἡμεραν , τουτεστιν ἑως της σεληνιακης μοιρας χρη λαμβανειν
9999968 ἀποδεικνυσι
διαφερει δε το τεκμηριον του κρινομενου , ὁτι το μεν ἀποδεικνυσι , το δε ἀποδεικνυται , και ὁτι το μεν
ὑπαρχουσα ᾐ , και το συμπερασμα ὑπαρχον ἐστι , τριχως ἀποδεικνυσι . και ἀρχεται ἀπο του δευτερου τροπου του δευτερου
9999968 Σικελικος
οἰκει τις ὡς ἐοικεν ἐν τῳ χασματι λιβανωτοπωλης ἠ μαγειρος Σικελικος . [ παραπλησιαν ὀσμην λεγεις ἀμφοιν γλυκυς . ]
, και τουτο ἀρα τις μυθολογων κομψος ἀνηρ , ἰσως Σικελικος τις ἠ Ἰταλικος τις , παραγων τῳ ὀνοματι δια
9999967 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999967 Μακεδονικον
Ἰλιαδος . ἡ μεν χλαινα ἡρωικον φορημα , χλαμυς δε Μακεδονικον μετα ἑξακοσια ἐτη των ἡρωικων ὀνομασθεισα : Σαπφω πρωτη
ὁπλιτων βαρυτατῃ παρα παντας τους πεζους κεχρηται καθοπλισει κατα τον Μακεδονικον τροπον , ἀσπισι περιφερεσι και δορασι περιμηκεστεροις : το
9999967 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999967 ἐφησεν
εὑρηται ἡ παις πεφονευμενη και παρεστως ὁ παις ἐπερωτωμενος οὐκ ἐφησεν ἀνῃρηκεναι την παιδα , ἐδεδετο κατα τον νομον ,
προσωπον γινομενης , ὁ Κατιλινας κατ ' οὐδενα των τροπων ἐφησεν ἑαυτου καταγνωσεσθαι φυγην ἑκουσιον και ἀκριτον . ὁ δε
9999967 γραμματικοι
και τῃ φωνῃ : των μαθηματων ἐντος : φιλαποδημοι : γραμματικοι : τα προσπιπτοντα ἐκ της πατριδος δυσχερη γενναιως φεροντες
, ἠ συν τῳ σ , εὐμενους , παρεισιν οἱ γραμματικοι καθολικον τι προφερομενοι και ἀπο τουτου το ζητουμενον βεβαιουντες
9999967 θαυμαστην
καθ ' ἑν ἑκαστον πανθ ' ἑτερους ἐασαι λαβειν , θαυμαστην εὐδαιμονιαν και πολλην ἀσφαλειαν ἐχειν ᾠεσθε . ἐκ δε
πολεμειν τῳ θηριῳ . Γλυκυτητα δε και ἐν τῳ Ἀγησιλαῳ θαυμαστην ἐποιησεν εἰπων , ὁποτε γε μην πορευοιτο , συντεταγμενον
9999967 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999967 ἐρωτικης
Χαρικλεους , βουλομενος αὐτους της λυπης ἀπαγαγειν , ἐμβαλλω λογον ἐρωτικης ἐχομενον ψυχαγωγιας : και γαρ οὐδε ἡ Λευκιππη παρην
δοκει κινηθεις δια την ἐμφυτον ἀμαθιαν ὑπεραραι το μετρον της ἐρωτικης ζηλοτυπιας . και νυν ἐκεινον ἐρωντα μαλλον εὐ ἰσθι
9999967 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999967 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999967 Εὐρωπαιων
ταυτα τοις ἐπι της Ἀσιας κατοικουσιν , ἀλλοτρια δε των Εὐρωπαιων . οὐ γαρ ἀπο πολεως ἠ δημου κατα τουτον
. και των μεν Ἀσιανων οὑτως : των δ ' Εὐρωπαιων Θρᾳκης μεν και Χερρονησου Λυσιμαχος : Ἀντιπατρος δε ἐπι
9999967 δοκουντι
ταυτα ὁ Ἀρχυτας λεγει . δωριζει δε οὑτος , τῳ δοκουντι οὐν δωρικως ἀντι του δοκουσι . τοι περι τα
ὁ παις αὐτῳ Νιοβης παιδι ἰσα οἰσεσθαι Διος γε εἰναι δοκουντι . ἐπῳκησαν δε και Ἑρμιονα ὑστερον Δωριεις οἱ ἐξ
9999967 ἀπραγμοσυνης
, ὁ δ ' οὐ τουτ ' ἐφασκεν , ἀλλα ἀπραγμοσυνης ἐρων ἐκει οἰκησαι , το δε ἀρα ἐς δικας
” ἀπραγμοσυνης “ ἀντι του ” οὐ πολυπραγμοσυνης “ . ἀπραγμοσυνης ] εἰδος βοτανης . ἡ λευκη ὁμοια πλατανῳ .
9999967 μακαριοτητος
και την ἀνθρωπινην μικρολογιαν τῃ ἀγενητῳ και ἀφθαρτῳ και πληρει μακαριοτητος και εὐδαιμονιας φυσει παρα θεμιν και δικην προσνεμοντων .
ὁ τι δἀν ἐπιθυμῃ , και το δη τελος ἁπασης μακαριοτητος εἰναι το παντα ταυτα κεκτημενον ἀθανατον εἰναι γενομενον ὁ
9999967 Ἀγαμεμνον
τ ' ἐπ ' ἀλλους . ὠ Πανελληνων ἀναξ , Ἀγαμεμνον , ἡκω παιδα σοι την σην ἀγων , ἡν
Εὐριπον ἐχουσιν . τι δε συ σκηνης ἐκτος ἀισσεις , Ἀγαμεμνον ἀναξ ; ἐτι δ ' ἡσυχια τηνδε κατ '
9999967 Παρυσατιδος
ἐκ της ἁπλοτητος , οἱον ἡ τοιαδε : Δαρειου και Παρυσατιδος γιγνονται μεχρι του νεωτερος δε Κυρος . ἑδραιᾳ γαρ
οὐδε τας περιστερας . αἱ δε κωμαι ἐν αἱς ἐσκηνουν Παρυσατιδος ἠσαν εἰς ζωνην δεδομεναι . ἐντευθεν ἐξελαυνει σταθμους πεντε
9999967 δημοτικοι
ἐχοντες ἐστεργον | τα παροντα , οἱ δε πολλοι και δημοτικοι τοτε μεν φοβηθεντες ἐπεισθησαν τοις συμβουλευουσι , και πεμψαντες
των ἀλλων πρᾳοτερον ἠν . οἱ γαρ το μεν ἠθος δημοτικοι , γενναιοι δε τας ψυχας , ἰσχυροι δε τα
9999967 ἀποστρεψας
το σφοδρον των φυλακων ἀνηκαν . ὁ δε τον ποταμον ἀποστρεψας , την δυναμιν ἐπαγαγων συντομως κατα την χωραν του
φαινησθε ἀγαπωντες και σῳζοντες , τουτοις ὁμοιοι δοξετε εἰναι : ἀποστρεψας γαρ προς τον ἀκροατην τον λογον ἡττον αὐτο σεμνον
9999967 συγχωρουσι
προς την τυχην ἠ προς τους ἐρωτας , ὁτι μη συγχωρουσι θεσμον φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους
δε και Ἐπικουρος ὁσοι το αὐτοματον εἰσαγουσιν , οὐδετερον τουτων συγχωρουσι , φυσει δε τινι ἀλογῳ διοικεισθαι . Ἀριστοτελης οὐτε
9999967 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999967 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999967 Πελιαν
ἀθλον , ὑφ ' ἡς εἰκος αὐτον σεσωσθαι ἱνα τον Πελιαν φονευσῃ ἐχθρον ὀντα της Ἡρας . ἐτι δε και
ἐν τοις κατα τον Ποντον τοποις ἀπολωλασι . διοπερ τον Πελιαν καιρον ἐχειν ὑπολαμβανοντα τους ἐφεδρους της βασιλειας παντας ἀρδην
9999967 πιστευσας
περι τουτων φαντασιας ἁπασας ἀλλαξαμενος και οἱον ἀλλος πανταπασι γενομενος πιστευσας ἑαυτῳ , ὁτι μηδεν ποτε κακον ἑξει : οὑτω
πρωτον ταυτα ἀπραγμονως ἀποδεξῃ μη ἐξετασας εἰ δυνατον , ἀλλα πιστευσας , εὐθυς ἀκολουθως ἀν ἐπαγοι τα λοιπα , ὡς
9999967 Πυθαγορειων
των ἠθων . ταυτα δ ' οὐ μονον παρα των Πυθαγορειων ἀκουειν ἐστι λεγοντων , ἀλλα και Ἀριστοξενος οὑτως ἀποφαινεται
κατα γενη τεταγμενως οὑτω διηλθομεν περι Πυθαγορου τε και των Πυθαγορειων , ἰθι δη το μετα τουτο και τας σποραδην
9999967 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999967 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999967 ἐμφαντικως
ἀδυνατοι ἠμεν τοις Ἀθηναιοις ἀντεχειν φ αὐτονομοι δη ὀντες : ἐμφαντικως εἰπε το δη , ἀντι του δηθεν , και
„ μειζον του ἀνθρωπεια . και το „ κειτο ” ἐμφαντικως . οὐ γαρ ἀν ἐκ προνοιας ἀνεκλιθη , ἀλλα
9999967 αἰσθητου
ὑπεμνησαμεν . μη ὀντος οὐν ἐν τῃ φυσει των πραγματων αἰσθητου τινος ἀφ ' οὑ ἡ νοησις ἐσται του σωματος
την αἰσθησιν παθους , ἀφ ' οὑ δε καθαπερ του αἰσθητου , προς ὁ και ὁμοιοτητα τινα σῳζει . τουτο
9999967 ναυτικοι
αὑτων οἰδασι , και οἱ ἰατροι και [ οἱ ] ναυτικοι σημειουνται τα μελλοντα , και των θηριων οἱ κυνες
οὐδεν των πραγματων μη φεροντων , ἀλλ ' ὡσπερ οἱ ναυτικοι προς τους ἀνεμους και προς την περιστασιν ὁρωντες :
9999967 δημιουργους
ἐφη . Φαμεν δε γε το μισθον ἀρνυμενους ὠφελεισθαι τους δημιουργους ἀπο του προσχρησθαι τῃ μισθωτικῃ τεχνῃ γιγνεσθαι αὐτοις .
, Ἀλωπεκησι δ ' ἑτερον χωριον , χωρις δε οἰκετας δημιουργους της σκυτοτομικης τεχνης ἐννεα ἠ δεκα , ὡν ἑκαστος
9999967 παραδωσω
. . . : της προκειμενης , οἱον : οὐ παραδωσω . . . λυπαις . . . : ἀντι
ἀταφον βουλονται Πολυνεικην εἰναι , ἐγω δε τουτων ἀκοντων ταφῃ παραδωσω . . δεινον το κοινον ] χαλεπη και βιαιος
9999967 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999967 εὐδοκιμησαι
παθειν ἐστιν ὀφειλομενον . και τουτον ἐν τε τῳ παραυτικα εὐδοκιμησαι και ἐπιτηδειοτερον ἐς το ἐπειτα Ἀλεξανδρῳ γενεσθαι . Ἐν
ἐς ἁπαν και ἐς ληθην ὀλιγου δειν ἡκουσαν ἀνθρωποις . εὐδοκιμησαι δε Γοργιαν λογων ἑνεκα ἐν τε πανηγυρει τηι Ὀλυμπικηι
9999966 ἑπομενῳ
Λυρας ἑῳος ἀνατελλει . ὡρων ιδ : ὁ ἐν τῳ ἑπομενῳ ὠμῳ του Ὠριωνος ἑσπεριος ἀνατελλει , και ὁ μεσος
ἀνθρωπον παν ζωον εἰναι ἠ παν γελαστικον . οὐ τῳ ἑπομενῳ οὐν δει ἀλλα τῳ ὑποκειμενῳ συνταττειν τον προσδιορισμον ,
9999966 παραγγελμασι
οὐδε την ῥητορικην ὑποληπτεον ἐχειν τεχνικην ὑποστασιν , ἐπι τοιουτοις παραγγελμασι σαλευουσαν . ἀμελει γε τοι και οἱ περι Κριτολαον
μεντοι μη παυσηται πλεοναζων , ἀπειθῃ δε και τοις σοις παραγγελμασι και τοις ἐμοις λογοις , μη ἀγνοησῃς ὁτι και
9999966 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999966 ἐλπιζων
τῳ λιμῳ . διεκαρτερει δ ' ὁμως ὁ Μιθριδατης , ἐλπιζων ἐτι την Κυζικον αἱρησειν τοις χωμασι τοις ἀπο του
δανειον δια την του δανεισαμενου ἐπιεικειαν , ὁ δ ' ἐλπιζων , μαλλον δ ' ἀκριβως εἰδως , ὡς οὐ
9999966 ἐκρατησαν
και Νικοστρατος . οὑτοι δε πλευσαντες ἐπι πρωτην την Μενδην ἐκρατησαν της πολεως προδοντων τινων αὐτην : την δε Σκιωνην
την ἐπιουσαν νυκτα και τους ἀπο του ἐρυματος μαχομενους ἀνειρξαντες ἐκρατησαν της παρεμβολης . μετα δε τουτο το ἐργον ὁσην
9999966 ζῳδιακου
καταρχης των εἰς τουτο το μερος ἐξεταζομενων . Της του ζῳδιακου κυκλου συστασεως ὑπαρχουσης μοιρων τξ συνεστηκεν ἡ τριγωνος πλευρα
πλατος του μεν πολευοντος , βʹ ∠ , του δε ζῳδιακου αʹ ∠ , οἱων ἡ ἐκ του κεντρου ἑκατερου
9999966 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999966 ὑποδεικνυσι
εἰ τυχοι την Φαιδραν οὐ καλως μιμησαμενος , ἑτεροις αὐτην ὑποδεικνυσι τεκμηριοις : τα δε τεκμηρια γυναιον ἐστι γεγηρακος ,
' ἑαυτας . Ἀλλ ' ἐπει και ἀλλην ἡ αἰσθησις ὑποδεικνυσι τρανεστεραν ζωην των κατα την ὁρμην ἠδη και τοπον
9999966 ἀνεχωρησεν
του ἀνακτος λεγει , τουτεστι † της τυφωσεως † , ἀνεχωρησεν ἡ φλοξ : ἠ ἡ φλοξ του ἀνακτος τουτου
και πολλα τετραποδα καταλιπων του καπνου σκοτεινοτεραν την νυκτα ποιουντος ἀνεχωρησεν ἐς τοπον δασυ και συσκιον . ἡμερας δε γενομενης
9999966 ἀπεκτειναν
τουτους μεν οὐν οἱ ταχθεντες ὑπο των νομων ἑνδεκα ἀρχοντες ἀπεκτειναν , οὐχ οἱον ἠδικηκοτας τι την πολιν , ἀλλα
δε κυριευσαντες τον Μελαγχρον και την Κλεομητραν βαλλοντες τοις λιθοις ἀπεκτειναν . και τον ταφον αὐτων δεικνυουσιν και νυν ἐτι
9999966 χαλεπωτερος
ἀποκεχωρισται : Ἡσιοδος ἐν Θεογονιᾳ : ἀλλος ἐξ ἀλλου δεχεται χαλεπωτερος ἀθλος : εἰναετες δε θεων ἀπαμειρεται αἰεν ἐοντων ,
: ἐπει και ὁλως ἀν διειργασμενην λαβῃ την γην , χαλεπωτερος : μανης γαρ οὐσης , ἐσικνειται μαλλον : ἀπαθεστεραι
9999966 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999966 ἐπιζευγνυουσης
την ἐκτος ἀπολαμβανομενην μεταξυ της τομης και της τας ἁφας ἐπιζευγνυουσης , οὑτως τα γινομενα τμηματα της εὐθειας ὑπο των
μη παντως του ἡλιου πιπτοντος ἐπι της αὐτης εὐθειας της ἐπιζευγνυουσης το τε Ε κεντρον του δια μεσων και το
9999966 ἐδιδαξαμεν
παλιν του λογου τα καιρια . περι ποιητων πολλακις ὑμιν ἐδιδαξαμεν και διαρκως ἑκαστα ἐξεπιστασθε , εἰδη τε τουτων και
ἐκ προσωπου μητε ἐκ πραγματος ὑλην ἐχει . Φθασαντες γαρ ἐδιδαξαμεν , ὁπερ και αὐτος ἐπαγει , ὁτι και ἐξ
9999966 συλλογισμων
και τοποις . ὁτι μεν οὐν ὁτι μεν οὐν των συλλογισμων οἱ μεν κατα ἀληθειαν εἰσι συλλογισμοι , οἱος ὁ
ὡρισμενα δε ἐχοντων τα ἐμμεσα , γινονται δυο τροποι ὑποθετικων συλλογισμων , ἀμεσων μεν οἱον ὁ ἀριθμος ἠ περιττος ἐστιν
9999966 ἀποδεικτικως
αὐτο ἐπισταμενον . ἠ οὐκ ἐνδεχεται το ἀποδεικτον ἀλλως ἠ ἀποδεικτικως ἐπιστασθαι , ὡς μηδε το αὐτο ὁριστον τε εἰναι
γαρ ἐν τῳ προ τουτου βιβλιῳ τουτο εἰναι το ἐπιστασθαι ἀποδεικτικως , το ἐχειν ἀποδειξιν . εἰ τοινυν ἀποδεικτικως τα
9999966 θαυμαστης
, ὁ μοι πολλων τῳ ὀντι πραγματων αἰτιον γεγονε και θαυμαστης ἀηδιας . ὡστε προτερον μεν οὐκ ᾐδειν το των
των δ ' ὑπερ των ἐναντιων λεγοντων και πραττοντων ἀφθονιας θαυμαστης , ὡν κρατησαι πολυ μειζον ἠν ἠ των ἐξω
9999966 Ἀσκληπιος
. . ἐχων : Φορων . . στεφανηφορος γαρ ὁ Ἀσκληπιος ἀει στεναζων . ὑγειας γαρ ἐστιν ἐφορος . .
ποιητης , νοσει τινα νοσον : και ἰαται αὐτον ὁ Ἀσκληπιος , και προσταττει χαριστηρια της ὑγιειας . ὁ δε
9999966 ἐνεργητικου
βιας . προβουλευοντες δε εἰρηκως προβουλευομενοι ἐδηλωσε : δια του ἐνεργητικου το παθητικον . , , . = , ,
λογῳ της παραληγουσης του πρωτου προσωπου των πληθυντικων του ἰδιου ἐνεργητικου ὠφειλε γραφεσθαι τετυφαμμαι και ἐτετυφειμην . Το γαρ πρωτον
9999965 μαχομενη
καταλελειπται ἀρα μια προτασις ἡ λεγουσα οὐ πας ἀνθρωπος ἀντιφατικως μαχομενη : και γαρ ἐπι παντος χρονου και ἐπι πασης
ἀλογος κατα την εἰρημενην , ἀλλα πῃ μετεχουσα λογου και μαχομενη προς τον λογον . διο και τον του ἐγκρατους
9999965 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999965 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999965 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν

Back