της γεωργιας ὑπερ κεφαλης κρεμασαι των θεωρουντων . τας ἐν Μεμφει πυραμιδες κατασκευασαι μεν ἀδυνατον , ἱστορησαι δε παραδοξον .
Ἐστι δε και ἡμων εἰς αὐτον οὑτως ἐχον : ἐν Μεμφει λογος ἐστιν προμαθειν την ἰδιην Εὐδοξον ποτε μοιραν παρα
9999961 μαλακην
καθεζομενον ἠ προς τοις πηδαλιοις ἑστωτα και προς τινα ᾐονα μαλακην ἀπευθυνοντα την ναυν , οἱ προσενεχθεισα ἐμελλεν αὐτη μεν
ηὐξανε , ἠκμαζε . μαλακην φυρασαμενος ] γυναικωδη ποιησας . μαλακην ] χαλαραν . , χαυνην , ἡπλωμενην . φυρασαμενος
9999961 χαλεπους
ἠ τους κυνας ποιουσι : τους μεν γαρ κυνας τους χαλεπους τας μεν ἡμερας διδεασι , τας δε νυκτας ἀφιασι
προθυμιᾳ χρησαμενος . ὁθεν ἐν τῃ πολιτειᾳ περιβοητος ἐγενετο και χαλεπους ἐφ ' ἑαυτῳ τους ἐχθρους ἐπεσπασατο τους τε μεγαλων
9999960 ἀναγκαιη
ποιει τον Χειρωνα . Ἀναγκαιη : το του ποιητου : ἀναγκαιη γαρ ἐπειγει . ἡ γαρ Ἀναγκη μεγαλη θεος ἐστι
ὁκως ὠφελιη ψευδεος : της δε ἀπο τουτου γινομενης χρειης ἀναγκαιη και τουτο ποιεειν . Παῤῥησιη ἀπο γνωμης ἐλευθερης και
9999960 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999960 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999959 ἀτελεστα
: οὐ γαρ ἐοικε πολυν χρονον ἐνθαδ ' ἐοντας μοχθιζειν ἀτελεστα και ἀχρεα γηρασκοντας , ἀλλα χρη ζωοντας ἀοιδιμον ἐργον
τεινων δεξιον ἰχνος ἐκαμψε μεταστροφον εἰς σκελος ἀλλο , μοχθιζων ἀτελεστα : βαρυνομενου δε φορηος ὀρθοπαγη ῥιζωσε νενευκοτα δακτυλα ταρσων
9999959 πιθανοτητος
' αὐ κακουργειν ἀσεβεια : το δε μετα λογου και πιθανοτητος ἐπιχειρειν τι και πραττειν κακον οὐχ ἁπλη ἐστιν ἀσεβεια
γενεσθαι δια το μελειν αὐτῳ καλλους μαλλον και ἐπιμελειας ἠ πιθανοτητος και ἀληθειας . ταις μεντοι καθ ' ὁλον κωλον
9999958 ἀναληφθεν
ἰον ξυστον ἠ σανδαραχην ἠ συριγγιακον κολλυριον ἀντι κομμεως ἀμμωνιακῳ ἀναληφθεν . ἀφαιρουνται δ ' οἱ ἡλοι πλειονι χρονῳ ,
' ἁλων : ὀροβινον ἀλευρον βραχεν οὐρῳ παιδος ἀφθορου και ἀναληφθεν πισσῃ και κηρῳ και ἐλαιῳ τετηκοσιν : αἰρινον ἀλευρον
9999958 ἀπολωλεκας
τραπεζαν βαρβαρικην και ἁρμαμαξαν Περσικην , περσιζεις , βαρβαριζεις , ἀπολωλεκας τον Παυσανιαν : Μηδος εἰ , Μαρδονιος εἰ .
Ἀνθρωπε , ὑπηρχες αἰδημων και νυν οὐκετι εἰ : οὐδεν ἀπολωλεκας ; ἀντι Χρυσιππου και Ζηνωνος Ἀριστειδην ἀναγιγνωσκεις και Εὐηνον
9999958 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999958 ἀμφισβητουντων
διπλους ὁρος γινεται , ἀλλα και ἀλλως ὡς ἐπι των ἀμφισβητουντων περι της ἱερωσυνης : ἐνταυθα γαρ οὐκ ὀντος κατορθωματος
ἐπι των δυο ἰατρων των ἀνελοντων φαρμακῳ τον τυραννον και ἀμφισβητουντων ἀλληλοις της δωρεας , ἐν δε τῳ ὁρῳ ἐκ
9999958 γραμματεις
διαγοντες , ἀλλοτριων χειρισται , πιστικοι , ἀγαθοι οἰκονομοι , γραμματεις ἀπο λογων ἠ ψηφων ἀναγομενοι , ὑποκριτικοι , περιεργοι
εὐφυεις κεκινημενους : εἰ δε ἐνδοξοτερα εἰη ἡ γενεσις , γραμματεις βασιλεων ποιει ἠ πολεων ἠ χωρων ἀρχοντας , φιλολογους
9999958 ἀμφισβητουντας
ἐχοντας δε αὐτους ἀποκρινασθαι θανατῳ ζημιουν , ἁτε οὐ προσηκοντως ἀμφισβητουντας γενους τε και ἀρχης . Οἰδιπους δε ἀρα ἀφικετο
δυναστειων κατεσκευασεν , ἐπιεικως προσφερομενος τοις κρατηθεισιν . Ἀθηναιους γαρ ἀμφισβητουντας της ἡγεμονιας νικησας ἐπιφανει μαχῃ , τους μεν τετελευτηκοτας
9999958 ἀστρολογιαν
, μανικον και οὐ καθηκοτως πραττομενον ὑπο των την ματαιαν ἀστρολογιαν ἐζηλωκοτων και εἰς το κενον αἰτιας τινων ἀποδιδοντων ,
παιδευθεντα πρωτον μεν ἐλθειν εἰς Φοινικην , και τους Φοινικας ἀστρολογιαν διδαξαι , ὑστερον δε εἰς Αἰγυπτον παραγενεσθαι . .
9999958 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999958 κολλυριου
ἐαν δε σκληροτερος , των γλυκειων . δυσφοριαν δε του κολλυριου παρεχοντος ἠ εἰ δια παντος ἐγκαιοιτο , διακοπτειν χρη
ῥᾳδιως συνεκολλα . ἑτερος δε τροπος ὁ δια του λεγομενου κολλυριου : σκευαστον δε τουτο ἐστιν ἐκ πιττης Βρεττιας και
9999958 μαλακου
μεν την του ἐναρμονιου , τρεις δε του χρωματικου , μαλακου τε και ἡμιολιου και τονιαιου , τας δε λοιπας
φαρμακον , εἰτ ' εἰς χαλκουν ἀναληφθεν ἀγγειον ἑψεται ἐπι μαλακου πυρος , μεχρι γενηται ἰξωδες , εἰτα μεταχειται εἰς
9999957 ἀπεικοτως
λωποδυται φευγουσι τα μεσα * * * του ὀργανου οὐκ ἀπεικοτως και ἀπιστουνται , εἰ μη και την γλωτταν ἀπολλυουσιν
πληγεις ' ἀμφοτεραις χερσι κρατει πολεμου . και ταυτα οὐκ ἀπεικοτως παρυμνησεν οὐδ ' ἐξηρεν οὑτως ὡς ποιητης . ἐκεινα
9999957 ἁμαρτιαις
δεινα συνεβη κατα ταὐτο , ὁ τε ψυχικος κινδυνος ἐν ἁμαρτιαις την ζωην δαπανησαντι , και ὁ ἐξ ὑμων οὑτος
δημος τας ἁμαρτιας , ἀντι του την ἁρμοζουσαν δικην ταις ἁμαρτιαις των βασιλεων , οἱ χαλεπα νοουντες ἀλλαχοσε παρατρεπουσι τας
9999956 λυπηρου
πρακτεων τελειωσιν . ἐτι πασα μεν αἰσθησις ἡδεος ἐστι και λυπηρου : ἐν οἱς δε τουτο , και ὀρεξις .
των αἰσχιστων , ἀδυνατος δε ἀπωσασθαι λυπην , ἐνιοτε μηδενος λυπηρου παροντος , οὐ δυναμενος δε ὑπομειναι πονους , οὐδε
9999956 Μεμφιδος
παρθενοι Αἰθιοπιδος . ἀκληρωτι δε ἐλαχον δι ' ὁμωνυμιαν τας Μεμφιδος οἱ ἐκ Τυριας , Κλειτος Κλειτην , Σθενελος Σθενελην
βαρυτονα κυρια μεν ὀντα δια του δος κλινεται , Θετιδος Μεμφιδος Ἀρτεμιδος : σεσημειωται το Χαρυβδιος , οὑ την ἀναλογιαν
9999956 ἀνηγαγεν
και ἀνασχων τον οὐρανον αὐτος , και τον Κερβερον ὡς ἀνηγαγεν ἐξ Ἁιδου και μετ ' αὐτου Θησεα τον των
ἁμα τῃ ἑῳ τον μαντιν ὁ Βαλακης παραλαβων ἐπι γεωλοφον ἀνηγαγεν , ἐνθα και στηλην συνεβαινεν ἱδρυσθαι δαιμονιου τινος ,
9999956 πηλικου
και ἑστωτος πηλικου ἐξετασιν καταγινομενῃ συλληπτρια ὑπηρξεν ἡ σφαιρικη κινουμενου πηλικου ἐπιγνωμων καταστασα , του τελειοτατου δηλονοτι και τεταγμενην και
του μεν οὐν ποσου στοιχειον ἡ μονας , του δε πηλικου στιγμη , λογου δε και ἀναλογιας ἰσοτης . οὐτε
9999956 Ἀττικης
Ἀρισταρχος . και Μωμεμφιτης νομος . Μωνυχια , λιμην της Ἀττικης , οὑ την εἰς τοπον σχεσιν φησι Θουκυδιδης ηʹ
, Αἰγευς δε και Παλλας δημων τινων ἠρχον , της Ἀττικης οὐπω συνῳκισμενης εἰς ἑν . λογος οὐν τον Θησεα
9999956 διεκρινεν
δικην ἡδρασε , τις συνηγαγεν το ὑδωρ εἰς θαλασσας και διεκρινεν το φως ἀπο του σκοτους , τις ἐκοσμησεν ἀστροις
τινος ποτε . νυν το διανοητικον ἐκ της κοινης αἰσθησεως διεκρινεν . τουτοις . τῃ τε κοινῃ αἰσθησει και τῃ
9999956 παραδεισῳ
. Ταυτα του Δαφνιδος λεγοντος ἠκουσεν ὁ Γναθων ἐν τῳ παραδεισῳ λανθανων : και καιρον ἡκειν διαλλαγων προς αὐτον νομιζων
φυτα και σπερματα και χλοαι : τα δε ἐν τῳ παραδεισῳ ἐγενηθη διαφορῳ καλλονῃ και ὡραιοτητι , ὁπου γε και
9999955 ἀπιστως
. οὑτω χρη παντα τινα μητε ἐπιδρομον την γνωμην μητε ἀπιστως ἐχειν ἐς τα σπανιωτερα , ἐπει τοι και ἐγω
και διακινδυνευειν πολιορκουμενους τους την κορυφην κατεχοντας των Ῥωμαιων : ἀπιστως δε τους Καρχηδονιους ἀντεχειν , των τε πολεμιων πανταχοθεν
9999955 συμπασης
. . . . καλλη διαφορα . ἐτι δε της συμπασης πολεως ἐν ἑορταις τε και μεθαις . . .
συνεχη παραλιαν μεχρι του Κρισαιου κολπου και της Μεγαριδος και συμπασης της Ἀττικης : νομιζει δ ' οὐδ ' ἀν
9999955 ἀποφατικως
ἑν τι καθ ' ἑνος κατη - γορων καταφατικως ἠ ἀποφατικως και δια τουτο λεγομενος κατηγορικος , ἠ ὁ σχεσιν
την ἐπιφανειαν ἀρχης ἐπεχει λογον : διο το μεν σημειον ἀποφατικως μονως ἐδιδαξεν , την δε γραμμην και ἀποφατικως και
9999955 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999955 δραχμαι
Ῥωμαιων των ὀντων ἐτι ἐν ἀστει πεντε και ἑβδομηκοντα Ἀττικαι δραχμαι . και ὑπεσαλευετο αὐθις ἐς ὀργην ὁ δημος ,
ἱδρωτων . χρη δ ' εἰναι το πινομενον αὐτης πληθος δραχμαι τρεις μετα γλυκεος ἠ μελικρατου . ῥυπτει δε και
9999955 εὐρεια
Μενελαον . ὡς ποτε τις ἐρεει : τοτε μοι χανοι εὐρεια χθων . Τον δ ' ἐπιθαρσυνων προσεφη ξανθος Μενελαος
: ἡ διπλη , ὁτι οὐκ ἐστι καθολικον ἐπιθετον το εὐρεια , ἀλλ ' ἐν ἰσῳ τῳ εὐρεια γενομενη ,
9999955 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999955 Ἀπολλοφανης
τι οὐ ποιησει , εἰπειν φασιν αὐτον ὁτι ἠν αὐτῳ Ἀπολλοφανης ὁ Πυδναιος ξενος και φιλος , ἐπειδη δε δολοφονηθεις
δε . Ἀρτεμιδωρος δ ' ὁ Ἀριστοφανειος ποτηριον ποιον . Ἀπολλοφανης δε Κρησι : και λεπαστα μ ' ἁδυοινος εὐφρανει
9999955 κανονες
πλατος και το ὑψος ἡμιποδιαιον : εἰτα ἑτεροι δυο παραλληλοι κανονες συμπεπηγοτες τοις πρωτοις οἱ ΓΓ , ἐχοντες το μεν
ἑτεροις . ἠδη δε και οἱ των δικαιων ὁροι και κανονες , αὐτοι οἱ νομοθεται , προς δοξαν μαλλον ἠ
9999955 ὡροσκοπουντος
μαρτυρουντων συγγενης ἐσται ὁ πεισας και φανησεται ἐλευθερος ὠν . ὡροσκοπουντος Ταυρου ἠ Διδυμων ἠ Καρκινου ἠ Λεοντος ἠ Παρθενου
ταχιον τρεπεσθαι , οὑτως και την των ἀρρενικων ἀπο του ὡροσκοπουντος δια το ἀπηλιωτικωτερον : και οἱ μεν ὁμοιως παρ
9999955 ἰσχυραις
. δαμεντ ' ] κολασθεντα . ἀκαμαντοδετοις ] μεγαλαις και ἰσχυραις . . Τιτανα ] τον Τυφωνα . λυμαις ]
ἐν πονοις , ἐν λυμαις και βλαβαις ἀκαμαντοδετοις , τουτεστιν ἰσχυραις και μηδεποτε δαπανωμεναις , ὁστις διολου βασταζει ἐν τοις
9999955 παρεθηκεν
θεων ὀπιν ᾐδεσατ ' οὐδε τραπεζαν , την ἡν οἱ παρεθηκεν : ἐπειτα δε πεφνε και αὐτον . καιτοι θεος
Πολυδωρον τον υἱον Πριαμου : αὐτωι γαρ ὁ βασιλευς Πριαμος παρεθηκεν μικρον ὀντα μετα των χρηματων , ἱνα αὐτος περισωθηι
9999955 γνωμην
διχα των ἀνδρων εἰς ἑν χωριον και λογον ἑαυταις δουσαι γνωμην ἐποιησαντο συμβατηριων ἀρξαι προς ἀμφοτερους αὐται λογων . ἡ
δ ' ἐνην ; Οὐ ταυτ ' ἀβουλου και κακου γνωμην πατρος ; δοκω μεν , εἰ και σης διχα
9999955 ἀποδεικτικης
και πως γινεται : εἰρηται δ ' ἁμα και περι ἀποδεικτικης ἐπιστημης : ταυτης γαρ ἐργον ἀποδειξις . Περι δε
και τῃ ἀποδειξει συναγεται , την δυναμιν της συλλογιστικης και ἀποδεικτικης ἐπιστημης ἐπεγνωμεν , και αὐθις ἐκ των κατ '
9999955 φαλακρους
οἱ κωμικοι εἰσηγον δια γελωτα . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Εὐπολις : † ἐποιησα τῳ φαλακρῳ κἀδωρησαμην †
ὠνειδισε . , ὑβρισε . . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Ἑρμιππος τις ἠν κωμικος ποιητης : εἰσηξε δε
9999955 πηλικοτητας
μεν ΘΖ ποιει προς τας ὑποκειμενας των ΓΑ και ΑΖ πηλικοτητας λγ ιγ λϚ , την δε ΓΖ των αὐτων
αὐτων θεωρηματων εὐμεθοδευτον και ταχειαν την ἐπιβολην την προς τας πηλικοτητας αὐτων ποιοιμεθα , ὁπως μη μονον ἐκτεθειμενα τα μεγεθη
9999955 γινομενηϲ
προϲτιθεμενον ἀπαμβλυνει ταϲ εἰϲ την ἐκκριϲιν προθυμιαϲ . ϲυχνηϲ δε γινομενηϲ τηϲ ἐξαναϲταϲεωϲ ἀγαθιον ἐγκειϲθω προϲτετυπωμενον τῃ ἑδρᾳ ἀπο θερμων
τα ὑπερ των ἰξυων τηϲ ϲυναφηϲ τουδε κατα την ὀϲφυν γινομενηϲ παλιν τα περατα των ἱμαντων τουτων ϲυζευξαντεϲ ἑτερῳ τε
9999955 χαλεπαινων
τις οὐκ ἀπαιδευτος εἰναι δοξει τῃ μεν κατα φυσιν ἁμαρτανουσῃ χαλεπαινων , τῳ δε παρα φυσιν ἑαυτον ὑβρισαντι συμβουλῳ χρωμενος
εἰπερ ὁλως ἐχρην γυναικι θεον ἀπεικαζειν . ἁπας μεν οὐν χαλεπαινων θεος οὐ πεφυκε δηπου ματην ὀργιζεσθαι , θυμος γαρ
9999955 διαφορητικης
τας αὐξησεις ἀφαιρειν μεν τι ταυτης , προστιθεναι δε της διαφορητικης : ὁταν δ ' εἰς την οἰκειαν ἀκμην ὁ
κινναμωμου διπλασιον αὐτο βαλλουσιν : λεπτυντικης τε γαρ ἐστι και διαφορητικης , εἰ ποθειη , δυναμεως . Βρεττανικης τα φυλλα
9999955 Ἀφρικης
μικρα Λεπτις Νεα πολις καλειται καθ ' Ἑλληνας . Νεαπολις Ἀφρικης , Νεαπολις Καμπανιας , Νεαπολις Συριας , Νεαπολις Αἰτωλιας
δʹ κϚ Ϛʹ . Κατεχουσι δε τα μεν δυσμικα της Ἀφρικης μεχρι θαλασσης Κιρτησιοι και Ναβαθραι , μεθ ' οὑς
9999955 σαν
ἀνηκουστα τας τυραννου παθεα μελεα θρεομενας ; ὀλοιμαν ἐγωγε πριν σαν , φιλα , κατανυσαι φρενων . ἰω μοι ,
ἁ δυστανος σοι κουρον , τον φρικαι ματρος βαλλω ταν σαν εἰς εὐναν , ἱνα μ ' ἐν λεχεσιν μελεαν
9999955 ἐπελαθοντο
' ἐπει γεωργουντες ἐπαυσαντο οἱ Περσαι , και της γης ἐπελαθοντο , και των ἀροτρων και των ἀμητηριων , τοτε
και προὐπιον και ὑμνον ᾐσαν και οὑ τυχης εἰσιν , ἐπελαθοντο κλινων τε ἀπολαυοντες αἱς πολυ προς ἀλληλας το μεσον
9999955 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999955 ἀτελης
: και ἡ μεν ἐκ του δυναμει εἰς το ἐνεργειᾳ ἀτελης ἐλεγετο προοδος , ἐνεργεια δε προς ταυτῃ και ἡ
ἐντελεχεια οὐχ ὡς κυριως οὐδε ἁπλως , ἀλλ ' ὡς ἀτελης . οὐ μην και ἐνεργεια ἀτελης , ἀλλ '
9999955 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999955 ἐτυγχανον
μοι περι ὡν πυνθανεσθε οὐκ ἀμελετητος εἰναι . και γαρ ἐτυγχανον πρῳην εἰς ἀστυ οἰκοθεν ἀνιων Φαληροθεν : των οὐν
Θετταλος , οἱ μετα Κυρου ἠσαν , ἀει διαφοροι ἀλληλοις ἐτυγχανον , διοτι τωι μεν Κλεαρχωι ἁπαντα ὁ Κυρος συνεβουλευε
9999954 κατειληφει
ἰσχνον , ἁ με ἡ νοσος εἰργασατο νοσος γαρ δη κατειληφει την ἐπιδειξινἀλγειν μεν ἐφη , πολεμου δε ἠρχετο και
μετεγνωσαν της πολεως ἠν μονης και ἡ τριηρης την τριηρη κατειληφει . θαυμαζω δε εἰ των μεν ἰδιωτων την ἐργῳ
9999954 ἰσχυραν
! ! ! ! ! ! ! ! σαι φαντασιαν ἰσχυραν : δευτερον ! ! ! ! ! ! !
Ἀριστοτελους ἀγχινοιας πολυ λειπομενῳ . εἰ τοινυν μελλων κινειν δοξαν ἰσχυραν και ἀρχαιαν , προσιουσαν ἐγγυς τῃ φυσει της ψυχης
9999954 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999954 πολυπραγμοσυνης
σωφρονισται ἀποτρεπειν πειρασθε . χαλεπον δε ἠδη το ἀποτρεψαι ἡμας πολυπραγμοσυνης : πολυπραγμονειν λεγει το πολλοις ἐπιχειρειν και πολλαχου .
ἀγροικικης ἁπλοτητος . , ἀπεριττοτητος , αὐταρκειας , ἀντι του πολυπραγμοσυνης : το α ἐνταυθα το ” πολυ “ σημαινει
9999954 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999954 ἀντειχοντο
ὡς και οἱ φιλοσοφοι : οἱ δε ῥητορες ἀδιαφορως καλουσιν ἀντειχοντο : ἐφροντιζον και ἀντεποιουντο και ἐπεμελοντο , ἐρωτι δηλονοτι
ὁτι , οἰμαι , της σεμνοτητος ὡς οἱον τε μαλιστα ἀντειχοντο και κρειττονα ἠ κατα τους πολλους τα ἠθη παρειχοντο
9999954 Προδικου
, ἀναστησαντες ἐκ της κλινης , και τους μετα του Προδικου . Ἐπει δε παντες συνεκαθεζομεθα , ὁ Πρωταγορας ,
εἰπων , ἐπειτα δε ἐπενεγκων . μεμνηται δε νυν του Προδικου διασυρων , ὁτι μεγιστην δοξαν εἰχε περι ἑαυτου ,
9999954 ποιητικως
Ῥοδον και Ἀταβυριν , και ἐτι Λακεδαιμονα και Ταϋγετον : ποιητικως δε τοὐναντιον . ἐν μεντοι τῳ „ ναιεταω δ
του Διος ἐνιεσθαι χαριν του σῳζειν τον ἀριθμον αὐτων , ποιητικως αἰνιττομενος ὁτι των Πλειαδων ἑξ ὁρωμενων ὁμως ὁ ἀριθμος
9999954 ἀθροιζειν
βασιλικην ἐσθητα περιετιθει της συνηθους οὐκ ἐλαττουμενην , και λαον ἀθροιζειν συνεβουλευεν , ἐχων και αὐτος δυναμιν οὐκ ὀλιγην ,
μεγαλῃ δυναμει στρατευσουσιν ἐπι τους Φωκεις ὁ Φιλομηλος ἐκρινε μισθοφορων ἀθροιζειν πληθος . προσδεομενου δε του πολεμου χρηματων πλειονων ἠναγκαζετο
9999954 Μελανθιον
, ἐπι την Κιρκην μετηγαγεν . ἠ , ὡς ἐκεινος Μελανθιον ἐκρεμασεν . Λαρτιου : Υἱον δηλ . τον Ὀδυσσεα
ὁπως το ἐναντιον φησιν . ἰσως οὐν τῃ παρουσιᾳ τουτων Μελανθιον λυπησαι βουλεται ὀντα και αὐτον λιχνον . ἠν δε
9999954 κοιλοτητας
ὀστρεων κεκαυμενῳ χρωμαι προς τας ἐκ ῥευματων χρονιας και δυσσαρκωτους κοιλοτητας ὁσαι συριγγωδεις εἰσι και βαθειαι . παντα δε ταυτα
εἰσιν ἀγκωνες διενηνεγμενοι ἀνωθεν κατω , τῃ χελωνῃ ἐπιβεβηκοτες , κοιλοτητας ἐχουσῃ τετραγωνους ἐπιπολαιους . των δ ' ἀγκωνων τα
9999954 ἐπηκολουθει
, και της πορειας οὐσης δια χωρας πεδιαδος , Ἀλεξανδρος ἐπηκολουθει πολλοις ἱππευσι και τοις ἐπι της οὐραγιας ἐπεθετο .
ἐμφαινειν ὁτι ἀντι των καθαρσεων ταυτην την ἐκκρισιν λαμβανει . ἐπηκολουθει δε και πυρετος ἐν ταυταις ταις ἡμεραις : ἐπειτα
9999954 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε
9999954 κομιζοντα
Λυκιαν προς τον πενθερον Ἰοβατην , ἀδοκητως καθ ' ἑαυτου κομιζοντα γραμματα . Ὁ δε πολλοις αὐτον ἐγγυμνασας ἀθλοις ,
σκευωρουσι κατ ' αὐτου . λαβοντες γαρ Φρυγα αἰχμαλωτον χρυσιον κομιζοντα Σαρπηδονι ἠναγκασαν γραψαι Φρυγιοις γραμμασι περι προδοσιας ὡς παρα
9999954 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999954 Ἀρισταρχου
ἀντικρυς , τους δε γραμματικους μηδε λεγοντος ἐκεινου αἰσθανεσθαι ἀπο Ἀρισταρχου και Κρατητος των κορυφαιων ἐν τῃ ἐπιστημῃ ταυτῃ .
ἐν τε γαρ τῳ Περι ἐνιαυσιου μεγεθους συγκρινας την ὑπο Ἀρισταρχου τετηρημενην θερινην τροπην τῳ νʹ ἐτει ληγοντι της πρωτης
9999954 τριαιναν
καθεξεις τἀν τῃ πολει των συμμαχων τ ' ἀρξεις ἐχων τριαιναν , ᾑ πολλα χρηματ ' ἐργασει σειων τε και
ἐν δωμασιν ] ? ? παλαι ? βακχευων . αὐδω τριαιναν τησδ ' ἀποστρεφειν ? ? ? ? ? ?
9999954 Λευκανους
πολεμον . ἠλπιζε γαρ ὁ Διονυσιος των Ἰταλιωτων πολεμουντων προς Λευκανους ἐπελθων ῥᾳδιως ἀν κρατησαι των κατ ' Ἰταλιαν πραγματων
και κουφοτητι διωσαμενων το πυρ , Φ . μεν εἰς Λευκανους φυγων ἐκειθεν ἀνεσωθη προς τους ἀλλους φιλους ἠδη παλιν
9999954 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999954 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999954 πολεμικα
. τελειθ ' ] τελος ἀγετε . . δορυπονα ] πολεμικα . . ἐκτρεποντες ] ἀπορριπτοντες , ἀποβαλλοντες , εἰς
παραχωρειν : ἐτι δε ἐνομιζον ἀν και ἐβουλοντο διαλυσασθαι τα πολεμικα , καθαιρεσιν των ἐπι των Μηδων αὐτοις εἰργασμενων ποιειν
9999953 ποριζει
νους : ὁταν ᾐ πεποικιλμενος ὁ πλουτος συν ἀρετῃ , ποριζει τα εὐφραινοντα , και τα ἑαυτου και τα ἀπο
και μηδεν μερος ἐων του παντος ἀδιερευνητον ἀει και πανταχου ποριζει ταυτα , δι ' ὡν ἡδονην συναυξησει : καθαπερ
9999953 τυγχανομεν
των ἐν τοις μεταξυ τουτων ἀποστημασιν ὑπεροχων , περι ὡν τυγχανομεν προδιειληφοτες ἐπι της ἐν τοις των ἀνωμαλιων κανοσιν των
χαριν δουναι τῳ ἑταιρῳ ἠ τῳ εὐεργετῃ , και ᾡ τυγχανομεν ὀφειλοντες , ἐαν γε ἀμφοτερους εὐ ποιησαι οὐκ ἐνδεχηται
9999953 κυριευσαντες
Αἰγιου τους Ἀριστοδημου μισθοφορους μεταπεμψαμενοι παλιν ἐπεθεντο τῃ φρουρᾳ και κυριευσαντες της ἀκρας την μεν πολιν ἠλευθερωσαν , των δε
ἀδοξως βιουντες . χρηματων γαρ ἐξ ἀσεβειας και παρα φυσιν κυριευσαντες δια γοητειαν νυν εἰσιν περιβλεπτοι . και Ξενοκρατης δε
9999953 σωφρονισαι
Εὐριπιδης : οὐ γαρ , φησι , ῥᾳδιον ἐστι ποτε σωφρονισαι γυναικα : κἀν ἀκολαστοι πανυ ὠσιν : σμυρνης αἰθεριας
ἀνδρος , ἡν προς μειρακιον ὑβριζον γραφων και σατυρον δαιμονα σωφρονισαι φησιν ἐν Αἰθιοπιᾳ , μεμνησθαι χρη του λογου τουτου
9999953 σκοπουντες
μαλλον ἑτερων τυχον μεν και ἀλλως , ἐτι δε κἀκεινο σκοπουντες ὁτι μηδεν ἰδιᾳ μοι διαφερει , μηδε ὀχλησιν τινα
τε τῃ ἠπειρῳ στρατοπεδευομενοι και προσβολας ποιουμενοι τῳ τειχει , σκοπουντες καιρον εἰ τις παραπεσοι ὡστε τους ἀνδρας σωσαι .
9999953 Νικομαχον
πραξεις και λογους , Νικομαχεια δε , διοτι προς τινα Νικομαχον ἐκπεφωνηται , εἰτε τον υἱον αὐτου του Ἀριστοτελους ,
θυγατερα ἐπι τοις διδυμοις παισιν Ἀντικλειαν γενεσθαι , της δε Νικομαχον τε εἰναι και Γοργασον , πατρος δε Μαχαονος του
9999953 παρεστησεν
παρασχων ἱκανος : δια του ἱκανος το ἀξιοπιστον του ποιητου παρεστησεν . οὐκ ἀν οὐν νησων κτἑ . : συλλογισμος
Βρισηιδα . . ὡς γενομενον λεγει , γινομενον δε οὐ παρεστησεν . . . . . Β Κ Λ .
9999953 Κυπρου
[ πληϲϲηι τινα . τα Καρπαθα και οἱ Ϲολοι τηϲ Κυπρου [ τοποι εἰϲιν . Πυλαϊκη ἡ ἐν ταιϲ Πυλαιϲ
. ἐστι δε και φρουριον της Ἀμβρακιας . τεταρτη πολις Κυπρου . ἐστι και χερρονησος προς την Ἀττικην . πεμπτη
9999953 συνεστωσης
οἱς λεγει : ἐπειδη γαρ ἐστιν προς ἀνδρα και οὐχι συνεστωσης πολεως ἰσχυν ὁ πολεμος . . . . ἐγραψαςΦορμιωνι
μη ζοφος και ὀμβρος και βρονται βαρειαι της μαχης ἐτι συνεστωσης ἐπιπεσουσαι διεστησαν αὐτους ἀπ ' ἀλληλων και ὁ ἀγων
9999953 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999953 δημοτης
Ἀττικης και Λεοντιδος φυλης , ἀπο Ἀφιδνου αὐτοχθονος . ὁ δημοτης Ἀφιδναιος ὡς Πυδναιος . τα τοπικα δηλα , Ἀφιδνηθεν
Κρισευς . Κριωα , δημος της Ἀντιοχιδος φυλης . ὁ δημοτης Κριωευς . τα τοπικα Κριωθεν κατα συγκοπην και Κριωζε
9999953 ὁρισμου
του ὁρισμου ὁρισμον ἐργασαμενος . Ἀλλ ' ἐπειδη τον του ὁρισμου ὁρισμον προεθεμεθα , φερε και ποθεν ὁρισμος παρωνομασται εἰπωμεν
συμβεβηκοτος γινεται . Ταυτα ἐν μεσῳ εἰρηκεν ἐνδεικνυμενος περι του ὁρισμου , ὁτι λογον εἰναι ἑνα δει οὐ συνδεσμῳ ἀλλα
9999953 στυπτηριας
ὀπτων λεκιθων , κηρου τυρρηνικου ἀνα δραχ . δ . στυπτηριας σχιστης δραχ . β . οἰσυπου ὑγρου , πομφολυγος
γρ . Ϛʹ σμυρνης τρωγλιτιδος . . γρ . Ϛʹ στυπτηριας . . . . . γρ . Ϛʹ ὀμφακιου
9999953 ἀνανδρως
ψεγουσι , και ἐθελησωσιν ἀνδρικως πολυν χρονον ὑπομειναι και μη ἀνανδρως φευγειν , τοτε ἀτοπως τελευτωντες οὐκ ἀρεσκουσιν αὐτοι αὑτοις
ποτε διανοηθειην ἀδικειν , ἐπιλιπειν τἀδικειν , και εἰπερ ζην ἀνανδρως , ἐπιλιπειν το ἀκολασταινειν , και εἰ θρασεως μεντοι
9999953 σκοπων
Οὐκ ἀνονητον ὀντωςὠ Μηνοδωρετουτο γε οὐδε ἀρετης πολιτικης παντῃ ἀμετοχον σκοπων εἰκοτως ἀν τις εὑροι . Δοκει σοι ἀρὠ '
του τροπου της χρησεως . Ποσαχως ἡ ἐνδειξις των θεραπευτικων σκοπων ; Πενταχως . Πρωτη μεν ἐνδειξις , ἡ ἀπο
9999953 τετελευτηκοτας
αὐτον εὐνοιαν . Ἀλεξανδρος δε μετα την νικην θαψας τους τετελευτηκοτας ἐπεβαλε τοις Ἀρβηλοις και πολλην μεν εὑρεν ἀφθονιαν της
τους δισμυριους . μετα δε την μαχην ὁ βασιλευς τους τετελευτηκοτας ἐθαψε μεγαλοπρεπως , σπευδων δια ταυτης της τιμης τους
9999953 Ἱππονικου
ἐοντας ἑτερου πρηγματος εἱνεκα ἀγγελους Ἀθηναιων , Καλλιην τε τον Ἱππονικου και τους μετα τουτου ἀναβαντας , Ἀργειους δε τον
δεοι σε τἀληθη λεγειν , φαιης ἀν εἰναι Καλλιου του Ἱππονικου πλουσιωτερος ; καιτοι οὐκ ἀν ἀμαθεστερος γε ὁμολογησαις ἀν
9999953 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999953 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999953 Κλεισθενης
εἱπετο δε αὐτῳ μειρακιον των ἐν Σικελιᾳ εὐ γεγονοτων , Κλεισθενης τοὐνομα , και παντων μετειχε των Ἱπποθοου κτηματων ,
μεν εὐνουχοιν τον ἑτερον τουτονι ἐγᾠδ ' ὁς ἐστι , Κλεισθενης ὁ Σιβυρτιου . Ὠ θερμοβουλον πρωκτον ἐξυρημενε . Τοιονδε
9999953 ἐλευθερωθηναι
πατριδος αὐτου δουλευουσης αὐτον ἐλευθεριαν ὀρχεισθαι : και δια τουτο ἐλευθερωθηναι την πολιν . εἰτα ἀλλο μεν ἐστι το πολει
Ἀγωνιωσα δε Καλλιροη μη προδοθῃ το ἀπορρητον αὐτης , ἠξιωσεν ἐλευθερωθηναι Πλαγγονα , την μονην αὐτῃ συνειδυιαν ὁτι προς Διονυσιον
9999953 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999953 πολυτελεσι
των ναυτων και ταις ὑπηρεσιαις και τἀλλα σημειοις και κατασκευαις πολυτελεσι χρησαμενων , και ἐς τα μακροτατα προθυμηθεντος ἑνος ἑκαστου
αὐτος δε ἐπιλεξαμενος τετρακοσιους Περσων τους μεγιστους , ἐσθησι τε πολυτελεσι και χρυσῳ κεκοσμημενους ἱππων τε και τοξων παρασκευῃ ,
9999953 Μεμφεως
ἀδελφῳ φυγειν εἰς την Ἀραβιαν : τον δε πεισθεντα ἀπο Μεμφεως τον Νειλον διαπλευσαντα ἀπαλλασσεσθαι εἰς την Ἀραβιαν . Τον
Νειλου κατα την Λιβυην ἀπο σταδιων ἑκατον και εἰκοσι της Μεμφεως , πιθον εἰναι τετρημενον , εἰς ὁν των ἱερεων
9999953 Αἰγυπτιας
τας τε γυναικας ἐσθ ' ὁτε και τετραδυμα τικτειν τας Αἰγυπτιας : Ἀριστοτελης δε τινα και ἑπταδυμα ἱστορει τετοκεναι ,
και οἱ τα διαπυρα χωρια οἰκουντες και μαλιστα περι τας Αἰγυπτιας θηβας . και ἀναγνωσις δε ἀτενεστερα ἐπιτηδεια προς το
9999953 συμπιπτει
ἐμπνευματωσεις καταμηνυειν τε τῳ ἰατρῳ : παρασιωπησαντων γαρ τα χαλεπωτατα συμπιπτει , οἱον ἐστι και το φυσωδες καλουμενον παθος ,
στρεφο - μενων : ὁ δε λοιμος ἐκ του λιμου συμπιπτει , μοχθηριᾳ διαιτης , ᾑ χρησθαι ἀναγκαζονται λιμωττοντες οἱ
9999953 ἐξηγητης
ὁτι Χρυσιππος . ἐρχομαι και ἐπιζητω τι λεγει οὑτος ὁ ἐξηγητης της φυσεως . ἀρχομαι μη νοειν τι λεγει ,
του κοινου των Ἰνδων : και δε ἰδιᾳ θυει , ἐξηγητης αὐτῳ της θυσιης των τις σοφιστεων τουτων γινεται ,

Back