. . . νε ∠ ʹ κϚ γοʹ και ἡ Λυκομηδους λιμνη . . . . . . νζ κδ
την Αἰγεως συγγενειαν , ἐτελευτησεν ὠσθεις κατα πετρων φοβηθεντος του Λυκομηδους του βασιλευοντος * * : Ἀθηναιοι δε μετα τα
9999983 Διομηδους
ἀποθεω . . . Διομηδεια , πολις Δαυνιων , κτισμα Διομηδους . και νησος ἡ Διομηδεια , ἐν ᾑ οἱ
και αἱ νομισθεισαι τιμαι . δοκει δε και ὁ Σιπους Διομηδους εἰναι κτισμα διεχων της Σαλαπιας ὁσον τετταρακοντα και ἑκατον
9999982 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999981 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999980 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999979 ἀπαγορευοντων
ἀκυρους και ἀτελεις φαινεσθαι , ἀλλως τε και των νομων ἀπαγορευοντων δις περι των αὐτων προς τον αὐτον μη ἐξειναι
νομους τι , οὐκ ἐπειθετο : τοις τε γαρ νεοις ἀπαγορευοντων αὐτων μη διαλεγεσθαι και προσταξαντων ἐκεινῳ τε και ἀλλοις
9999979 γραμματικους
την γραμματικην ἐπιστημην κατα την ἑξιν τελειωθεις και παραδιδους τους γραμματικους λογους , και το μεν ψυχρον ὑδωρ δυναμει λεγεται
τους ἀνθρωπους , περι δε καλοκἀγαθιας μηδενα . τους τε γραμματικους ἐθαυμαζε τα μεν του Ὀδυσσεως κακα ἀναζητουντας , τα
9999979 βραχυτερας
δεηθηναι λογου και παθειν το των ἀπειροτερων , οἱ δια βραχυτερας ὁδου το σπουδαζομενον καταλαβειν ἐφιεμενοι δια τινας ἑτερας ἐκτοπισθεντας
διαστολαις ποιεισθαι , ὡσπερ γε και σκωληκιζων , τῳ πολλῳ βραχυτερας τας οἱον κυματωδεις διαστολας ποιεισθαι , σκωληκος τινος ἀπομιμουμενος
9999979 θεραπευοντα
δε μη ἀνυστα εἰδεναι , διοτι οὐκ ἀνυστα , και θεραπευοντα τους τα τοιαυτα ἐχοντας ὠφελεειν ἀπο της θεραπειης ἐς
μαραινομενα , και τα μεγαλα και τα σμικρα , και θεραπευοντα τα μεν ἀνυστα ἐκθερα - πευειν , τα δε
9999978 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999978 σωφρονισμον
Σπαρτης νικης γνωρισματα . Κρισαιον δε κολπον , και Κορινθιων σωφρονισμον , και καρτεριας ἐπι της ἑσπερας και καθ '
χρησμοις : ἁτε γαρ παιδευτικος ὠν και προς νουθεσιαν και σωφρονισμον ἑτοιμοτατος των οἱων τε νουθετεισθαι και σωφρονιζεσθαι παντα της
9999978 παραλια
φησιν , ἐκ της παιδικης μετρησεως , ὁτι ἡ συμπασα παραλια ἡ ἀπο του πορθμου ἐπι στηλας ἐγγιστα ὑπερεχει της
: και το ἀπο τουτου ἡ προς βορραν του κολπου παραλια Πιερια καλειται ἑως του Ἀξιου ποταμου , ἐν ᾑ
9999978 διαφανες
τοιως διατιθεμενη ὑπο των χρωματων πασχει , το δε μεταξυ διαφανες ἀπαθες μενει . ἀχρουν οὐν το διαφανες και ἀορατον
, οὐκ ὀψεται , ἀλλα το μεν χρωμα κινει το διαφανες , οἱον τον ἀερα , ὑπο τουτου δε ἠδη
9999978 συμπληρωτικον
ἀν εἰη ἀτοπον ; Ἡ λαλια κεφαλης μεν ἐχει τι συμπληρωτικον και βαρους ἐμποιητικον : ἐστι δε και δυναμεως καταλυτικη
δε κυμινον και δια την πληκτικην ἀποφοραν της κεφαλης ἐστι συμπληρωτικον . Ἀφθης δε γενομενης μικρας μεν ἐσχαρας οὐσης μελιτι
9999978 ἀνακτορων
τελετην προς πασαν ἀρετην ἑτοιμοτατος : ἐπει οὐν εἰσω των ἀνακτορων γεγενημαι , και μυστης ὠν ἱεροφαντην ἁμα και δᾳδουχον
κροτειτε την ἁλωσιν , ἡν χρονος καθειλε δουρι των σοφων ἀνακτορων , Κρητης ἐκεινης , του Διος της πατριδος ,
9999978 μετωνομασαν
. εὐθυ δε βασιλεα κατεστησαν τον Φιλιππου υἱον Ἀρριδαιον και μετωνομασαν Φιλιππον , ἐπιμελητην δε της βασιλειας Περδικκαν , ᾡ
„ δεξαμενοι τον οἰωνον οἱ Τυρρηνοι τουτον ἁλουσαν την πολιν μετωνομασαν . ἡ δε οὑτω λαμπρα και ἐπιφανης πολις νυν
9999978 ὑπερβαλλοντι
δε των Ῥωμαιων εἰναι στρατηγον ἐφασαν . καταπλαγεις οὐν τῳ ὑπερβαλλοντι της τιμης ὁ βασιλευς αὐτος στρεψας τον ἱππον ὀπισω
της σκιας ὠνομασεν , οὐ λογων τεχναις , ἀλλα νοηματων ὑπερβαλλοντι καλλει φιλοσοφων . ἐγνω γαρ ὁτι πας ἠ ναυτικος
9999978 κατηνεχθησαν
του τεως ἀπιστουμενου και της γης οὐ φερουσης το ἀχθος κατηνεχθησαν οἱ της ἐπιστολης ἀκηκοοτες εἰς γην ἐξεταζοντες οἱ πολλοι
. ἀναχθεντες οὐν ἐκ του Πειραιεως περιεπλευσαν την Πελοποννησον και κατηνεχθησαν εἰς Κορκυραν : ἐνταυθα γαρ παραμενειν παρηγγελτο και προσαναλαμβανειν
9999978 κατεσθιει
ἐλαφον κεραον ἠ ἀγριον αἰγα πειναων : μαλα γαρ τε κατεσθιει , εἰ περ ἀν αὐτον σευωνται ταχεες τε κυνες
: ὁ δ ' ἐκλεξαμενος τον κρεισσονα των ἀποκεκλεισμενων ἀδην κατεσθιει : παντων οὐν φευγοντων ἐκ προσωπου αὐτου , μοναι
9999978 προϋπαρχουσης
τας κατ ' αὐτας ἐνεργειας ἀποδιδουσων . και της μεν προϋπαρχουσης τροφης ἐν τοις ἀγγειοις οὐδαμως καταναλισκομενης . της δ
κινδυνων , ἀλλα και το πληθος εἰς εὐνοιαν μειζονα της προϋπαρχουσης παρεστησατο . οὑτος μεν οὐν παλιν εἰς ἀνελπιστους κινδυνους
9999978 Παλαμηδους
και Παλαμηδης τε και Θερσιτης κυβοις χρωμενοι παιδιᾳ , του Παλαμηδους τῳ εὑρηματι : Αἰας δε ὁ ἑτερος ἐς αὐτους
ἀλωπηξ , ἀλλ ' ἐχινος ἑν μεγα . ὁθεν τον Παλαμηδους πατερα Ναυπλιον δια το πανουργον ἐχινον καλει . Παλαμηδης
9999978 θεραπευϲομεν
τηϲ τριτηϲ οἰνελαιῳ ἐπιβρεχομεν : μεθ ' ἡν λυϲαντεϲ ἐμμοτῳ θεραπευϲομεν ἀγωγῃ και , εἰ χρονιζοι το ὀϲτεον μη ϲαρκουμενον
' ἐμβροχων τε και καταπλαϲματων και των ὁμοιων την φλεγμονην θεραπευϲομεν . ἐπι δε των πεφαρμαγμενων βελων ἁπαϲαν την ἠδη
9999978 διεξοδους
το κλεινον ἠλθομεν Φοιβου πεδον , τρεις μεν φαεννας ἡλιου διεξοδους θεαι διδοντες ὀμματ ' ἐξεπιμπλαμεν . και τουθ '
πεπραγμενων το περας , αἱτινες σπουδῃ και αὑται παρα τας διεξοδους ἐγγυθεν προσορμισθεισαι ἐπεμπον τῃ πολει τους βαρβαρους , τα
9999978 συγχωρησαντες
μη δυνωμεθα παντη το ὑπο του κατηγορου λεγομενον , ἀλλα συγχωρησαντες ἐλαττωσωμεν αὐτο , ὡς ἐν τῳ προς Λεπτινην „
των ἀνηκεστων οὐδεν . κἀκεινοι ταυτα προκαλουμενων ἡμων μετριασουσι και συγχωρησαντες τῃ πολει νεας ἀρχας ἀποδειξαι και τα προς τον
9999977 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999977 σπληνικους
πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐνιεμενον κωλικους ἰαται . πινομενον δε στομαχικους , σπληνικους , ληθαργικους και ὀπισθοτονους ἀκρως ἰαται . εἰς δε
: ἡλους και σκολοπας ἐπισπαται : ἀκρως δε ποιει προς σπληνικους και ποδαγρικους και ἡπατικους μαλιστα και ῥευματιζομενους : ἐχει
9999977 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999977 προστεθεισης
ὁμου πα . το δε ἀπο της ἡμισειας και της προστεθεισης ἠγουν των θ μοναδων τετραγωνον ὡσαυτως μοναδων πα .
μο θ ↑ Ϟων Ϛ , ὡστε κοινης της λειψεως προστεθεισης , γινεται δυναμις μια Ϟων Ϛ μο ιβ ἰση
9999977 κομισαντος
ἀρχην ἀπ ' ἐκεινου αὐθις Λυκαονες ὠνομασθησαν , Οἰνωτρου δε κομισαντος αὐτους εἰς Ἰταλιαν Οἰνωτροι χρονον τινα ἐκληθησαν . μαρτυρει
δε περι Σωκρατους και ὁσα ἐντυχων τῳ συγγραμματι εἰποι , κομισαντος Εὐριπιδου καθα φησιν Ἀριστων , ἐν τῳ περι Σωκρατους
9999977 διδασκομενοι
, εἰτα την παρα Βηρισαδου : μαλιστα γαρ οὑτω γνωσεσθε διδασκομενοι . Λεγε και την ἐπιστολην την του Βηρισαδου .
. λαβετε δε αὐτους μη πολεμιως μηδ ' ὡς ἀξυνετοι διδασκομενοι , ὑπομνησιν δε του καλως βουλευσασθαι προς εἰδοτας ἡγησαμενοι
9999977 ἀναγνωσεως
και προς ἑτερον Τμημα τριτον περιεχον λογους δεκα αʹ Περι ἀναγνωσεως ἐτων και του τοπου του μερισμου και του ἐπιμεριζοντος
βιβλιον ὁπερ ἠσαν αὐτῳ συνταξαντες τινες των φιλων , ἐξ ἀναγνωσεως ἐλεξε τοιαδε : „ ἀπιστα μεν οἰδα και παραδοξα
9999977 τερα
! ὁ χοροϲ εμω ! ! ! ? [ ] τερα ? ὁ χοροϲ ] ! ! [ ] !
ὑποδιπλασιον . θελει γουν ἐχειν οὑτως και ἡ δευ - τερα , προς ἡν ἡ πρωτη λογον ἐχει δεδομενον :
9999977 δανεισασθαι
ἐν τῳ προς Λεπτινην : ” λεγονται οἱ τριακοντα χρηματα δανεισασθαι παρα Λακεδαιμονιων ἐπι τους ἐν Πειραιει . ” εἰθ
παλαιας ἐκεινης εὐδαιμονιας Ἀλκιβιαδης και το λεγονται χρηματα οἱ τριακοντα δανεισασθαι και ὁσα τοιαυτα . Ἀλλα σχηματα μεν ταυτα λαμπροτητος
9999977 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999977 Καρκινον
, ἐν τουτῳ ἡ ΓΕ ἀνατελλει . Του μετα τον Καρκινον ἡμικυκλιου αἱ ἰσαι περιφερειαι ἐν ἀνισοις χρονοις δυνουσιν ,
ἀπο κϚʹ ἑως λʹ ἐσχατα βορεια , ὁτι παρα τον Καρκινον εἰσιν . Ἀποτελει δε μελανοχρους , εὐγενειους , συνοφρυας
9999977 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999977 γυμνικους
Ὁ μεν δη ἁμαρτων του χρηστηριου προσειχε γυμνασιοισι ὡς ἀναιρησομενος γυμνικους ἀγωνας , ἀσκεων δε πενταεθλον παρα ἑν παλαισμα ἐδραμε
, ἀλλ ' ἐπειδη ἐθος ἠν τοις παλαιοις κατα τους γυμνικους ἀγωνας ἐλαιῳ ἀλειφεσθαι προτερον , κἀντευθεν το ἀλειφεσθαι συμβολον
9999977 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999977 κατεσκευασμενας
εἰναι δε τας πολλας των ἀνθρωπινων ἐπιθυμιων ἐπικτητους τε και κατεσκευασμενας ὑπ ' αὐτων των ἀνθρωπων , διο δη και
: οὐ γαρ ἀναγκη πασας ἐξαριθμεισθαι τας εἰς τον αὐτον κατεσκευασμενας της διαλεκτου χαρακτηρα . ἱνα δε μη δοξῃ τις
9999977 βραχυτεραν
και πλεον , ξηραν δε την κεφαλην και ἀσαρκον και βραχυτεραν κατα το παν σωμα , τα δε λοιπα τοις
διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και δηλον ὁτι θερμαινουσι
9999977 ἀποδοκιμαζειν
διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν ] σημειωσαι ὡς
γεγενημενην , δι ' ἡν οὐ δυναμενοι αἱρεισθαι τι ἠ ἀποδοκιμαζειν καταληγομεν εἰς ἐποχην . ὁ δε ἀπο της εἰς
9999977 μαθηματικου
τῳ πειθεσθαι τοις μαθηματικοις ἀλλα τῳ ἐχειν ἀποδειξιν και λογον μαθηματικου τινος θεωρηματος . οὑτω δε το λογικον μετεχει λογου
ἐπι το δευτερον , δια τι τοσαυτα εἰδη εἰσι του μαθηματικου . ἰστεον ὁτι το μαθηματικον περι το ποσον καταγινεται
9999977 συγχωρων
ὁποτε ἐξελθειν βουλοιτο , παλιν εἰσηγες εἰς τον δρομον οὐ συγχωρων ἑτερᾳ μνημῃ την ὑπερ ἐμου των ὑμετερων ἐξελασαι στοματων
οὐν οὑτως ἐχειν ἡγειται : φαινεται γαρ το μεν τι συγχωρων , το δε μη δεχομενος . οἰεται δε βιᾳ
9999977 ἀξιολογους
το μεν παλαιον ἀνδρειᾳ διενεγκοντες χωραν πολλην κατεκτησαντο και πολεις ἀξιολογους και πολλας ἐκτισαν . ὁμοιως δε και ναυτικαις δυναμεσιν
ἐν ἡμεραις ταις πασαις τεσσαρακοντα καταπολεμησας το ἐθνος και πολεις ἀξιολογους ἐν ταις δυσχωριαις κτισας ἀνελαμβανε την δυναμιν . *
9999977 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999977 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999977 βραχειαν
δι ' αὐτης της Σεληνης . εὑρεθεισα γαρ ἐν τροπικῳ βραχειαν την ὁδον της φυγης και βραδεως ὁδευσαντα και οὐ
και στυψιν . ὁ καρπος δε και ὁ φλοιος οὐ βραχειαν στυψιν προσειληφασι μετα του λεπτομερους και ῥυπτικου . και
9999977 παρεδιδοσαν
της γε μουσικης κατειληφοτες ὡς ἀναγκαιοτατον αὐτην μαθημα τοις ἐκγονοις παρεδιδοσαν . και τουτου μαρτυς ὁ της ἀρχαιας κωμῳδιας ποιητης
ἀοριστον δυαδα των ὀντων ἀρχας εἰναι λεγοντες και τελεσιουργους αὐτας παρεδιδοσαν , ἐκ μεν του ἑνος τἀγαθον ἐφηκειν τοις πασιν
9999977 ἀνηκουσαν
Διονυσον : Ἐπιγενους του Σικυωνιου τραγῳδιαν εἰς τον Διονυσον οὐκ ἀνηκουσαν ποιησαντος ἐπεφωνησαν τινες τουτο . ὁθεν ἡ παροιμια .
γενομενα τε παντελως ἐν αὐτοις ἱδρυται , και προς αὐτα ἀνηκουσαν ἐχει την ἀπ ' αὐτων ἀποτελεσθεισαν εἰκονα : ἑτερως
9999977 ἀπελαβον
, πολλοι δε πιοντες στερνον ἰαθησαν και το ἀναγκαιον πνευμα ἀπελαβον , των δε ποδας ἐξωρθωσε , των δε ἀλλο
' ὁμως και ἀπολαμβανουσι τα ἀφαιρεθεντα , καθαπερ την Συμβακην ἀπελαβον παρα των Ἀρμενιων ὑπο Ῥωμαιοις γεγονοτων , και αὐτοι
9999977 βραχυτερων
χειρω δε τα πλειονα των ἐλαττονων και τα μειζονα των βραχυτερων και τα ταχεωϲ ἀφανιζομενα των πλειονα χρονον ἐπιμενοντων ,
μονων . κατα δη τους λεχθεντας τροπους διχα μυριων ἀλλων βραχυτερων φθειρομενου του πλειστου μερους ἀνθρωπων , ἐπιλειπειν ἐξ ἀναγκης
9999977 προσαγορευθηναι
και οὐ τυραννον εἰς Ἐχετον βασιληα , βροτων δηλημονα . προσαγορευθηναι δε φασι τον τυραννον ἀπο των Τυρρηνων : χαλεπους
και ἀπο μεν Θυνου Θυνηιδα , ἀπο δε Μαριανδυνου Μαριανδυνιαν προσαγορευθηναι λεγουσιν . ὀνειασιν : σιτιοις , βρωμασιν . μυδαλεην
9999977 στρατευσαντα
δε της ἐπιβολης καθικομενου . Καμβυσην μεν γαρ μεγαλῃ δυναμει στρατευσαντα την τε στρατιαν ἀποβαλειν ἁπασαν και αὐτον τοις ὁλοις
' οὐ φησι συστρατευσαι : Ἀλκμαιωνα γαρ τον Ἀμφιαρεω , στρατευσαντα μετα Διομηδους και των ἀλλων Ἐπιγονων και κατορθωσαντα τον
9999976 ἀκριβους
δ ' ἀν τις ποιησαιτο του τε συντομου και του ἀκριβους ἁμα φροντιζων : οἱ γαρ ὁρισμοι συντομοι παντως ὀφειλουσιν
ἀπαριθμησιν των κατηγοριων , ἀρξηται δε το δευτερον αὐτης της ἀκριβους διδασκαλιας : ὡσπερ γαρ οἱ ἀριστοι των γραφεων προ
9999976 ὀνομασθεντα
δε τηι μεσογαιαι των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και ἡ νυν χωρα Πηδασις λεγεται
δε τῃ μεσογαιᾳ των Ἁλικαρνασεων τα Πηδασα ὑπ ' αὐτων ὀνομασθεντα ἠν πολις , και νυν ἡ χωρα Πηδασις λεγεται
9999976 νομισαι
σφας δε ἀντι τουτων φασιν οἱ Φιγαλεις το τε σπηλαιον νομισαι τουτο ἱερον Δημητρος και ἐς αὐτο ἀγαλμα ἀναθειναι ξυλου
δρωσαν κακον αὐτους οὐκ ἀν ποτε την ἱκανην δικην ἐχειν νομισαι πας τις ἀν εἰκασεν ἐκ των ὑπαρχοντων , οἱ
9999976 ἀναφερομενη
ἐστιν ἡ χρηστη ὑλη ἀπο του στομαχου εἰς τον ἐγκεφαλον ἀναφερομενη και ἡ μαλλον ὑγροτερα και μετριως θερμοτερα ἐστι .
δακνωδης θερμασια , ὡς δι ' ἠθμου τινος ἠ κοσκινου ἀναφερομενη . διαγνους οὐν τους ὑπο αἱματος κινουμενους πυρετους εὐθυς
9999976 κρεμασθαι
κρεας , κἀν μη κατεσθιωσι και τους δακτυλους , ἐθελω κρεμασθαι δεκακις . . . ἐσκωψε δε αὐτον Κρατινος [
κρεας , κἀν μη κατεσθιωσι και τους δακτυλους , ἐθελω κρεμασθαι δεκακις . Ἐφη τε καταβας εἰς διαιταν των κατω
9999976 ἐπλευσαν
ἐπαγει . ἀρχεται δε της ἱστοριας , δι ' ἡν ἐπλευσαν οἱ Ἀργοναυται . θεσφατον δε μεμοιραμενον , χρησμῳδηθεν .
ὑπερ της Λεοντινων ἐλευθεριας , οἱς βοηθουντες δια τους ὁρκους ἐπλευσαν εἰς ἐκεινους τους τοπους , δια δε μηκος του
9999976 ἐξηγεισθαι
προς την πατριδα παρεγενηθη , τα τε ἀλλα τοις πολιταις ἐξηγεισθαι και δη και φασκειν κατα την ἀποδημιαν μιαν πολιν
των Ἑλληνικων καλως μεν Εὐδοξον , καλλιστα δ ' Ἐφορον ἐξηγεισθαι περι κτισεων συγγενειων μεταναστασεων ἀρχηγετων ” ἡμεις „ δε
9999976 βουλευσασθαι
, ἐστι σοι και τουτων οὑτως ἐχοντων ὁμως τα δεοντα βουλευσασθαι : μαλιστα μεν γαρ ἐγωγε φαιην ἀν την μητερα
Μελανθιον φησι τουτ ' εὐξασθαι λεγων : Τιθωνου Μελανθιος ἐοικε βουλευσασθαι βελτιον . ὁ μεν γαρ ἀθανασιας ἐπιθυμησας ἐν θαλαμῳ
9999975 Πανακτον
τον ἐξω Πελοποννησου πολεμον ῥᾳω ἀν εἰναι . το μεντοι Πανακτον ἐδεοντο Βοιωτους ὁπως παραδωσουσι Λακεδαιμονιοις , ἱνα ἀντ '
' ὠ δια βραχυτατων . Ἐξηλθον ἐτος τουτι τριτον εἰς Πανακτον φρουρας ἡμιν προγραφεισης . ἐσκηνωσαν οὐν οἱ υἱεις οἱ
9999975 ἐρωτησεις
ὁτε οὐχ οὑτως , ἀλλ ' ἑτερως ἀποκρινομεθα προς τας ἐρωτησεις , οἱον : ἡμερα ἐστιν ; και οὑτως :
θαυμαζεις εἰ ἐπι μεγα ἠρθη το χρηστηριον , ὁρων τας ἐρωτησεις των προσιοντων συνετας και πεπαιδευμενας ; Ὁλως δε ἀσπονδος
9999975 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999975 δουλης
οὐκ ] ἠξιουν προ Νικοστρατου και Μεγαπενθους Μενελαῳ γεγενημενων ἐκ δουλης . Ὀρεστου δε ἀποθανοντος ἐσχε Τισαμενος την ἀρχην ,
. οἰμοι , γυναικος , ὡς ἐοιχ ' , ἡσσωμενος δουλης ὑφεξω τοις κακιοσιν δικην . οὐκουν δικαιως , εἰπερ
9999975 δοξαζομεν
, και τῳ τυπῳ μη κωνοειδη φαινεσθαι , καθαπερ ἡμεις δοξαζομεν , ἀλλα κιονι τον τυπον ἐχειν ἐμφερη , μικρον
και περι των ἐσομενων οὐκ ἀπεικοτως προς τοις εἰρημενοις χρηστα δοξαζομεν . Ἡ μεν γαρ ἐπ ' εὐπραγιᾳ ἐλπις θαρσος
9999975 τεταρτημοριον
δε ὁ ΖΕΗ , και ἐστω το μετα τον αἰγοκερω τεταρτημοριον το ΓΕ . Λεγω , ὁτι , ὁταν ὁ
κεντρον της σεληνης ἀει ἐλαβεν ἀπεχον του ἀπογειου του ἀκριβους τεταρτημοριον ἐγγιστα , τουτεστιν περι Ϙε μοιρας , ἱνα λαβῃ
9999975 βραχυτατων
αὐτων ὡν σκοπειτε συμβουλευειν , και ταυθ ' ὡς δια βραχυτατων . οὐ γαρ ἐνδειᾳ μοι δοκειτε λογων οὐδε νυν
της αἱρεσεως ὑπογραφην ἀπο τουτων ὡρμησθαι , καθαπερ ἐπιδειξω δια βραχυτατων . Ὁτι γαρ οὐ μονον αἱρετα τα τεκνα τοις
9999975 μελανοφθαλμους
λʹ το ἐσχατον του κεντρου . Ἀποτελει δε μελανοχροας , μελανοφθαλμους , αὐστηρους , οὐλοτριχας , λεπτοφωνους , εὐψυχους ,
των μεν ἀῤῥενων τους μεγαλοφυεις τοις ὠσι και ὀγκοις , μελανοφθαλμους , μυκτηρα ὁμοχρουν ἐχοντας , χειλη μελανουντα ἠ ὑπερυθρα
9999975 κινδυνευοντων
' ὁμοιον πεισομεθα ὡσπερ ἀν εἰ τινες σωματων ἐν νηι κινδυνευοντων ἀγωνιωντες και φοβουμενοι περι αὐτων , εἰθ ' ἑτεραν
συναγαγειν ἐπεταξεν . ἀοπλος ἠν ὁ βιος : ὁπλα των κινδυνευοντων προὐβαλετο . ἱππων χρησιν οὐκ ἠπιστατο : μεριζει πρωτη
9999975 γιγνομενη
συνθετον : ἡ δε τουτου διακρισις πολλα ἐστιν ἡνωμενα , γιγνομενη μετα το πρωτον ἡνωμενον : ἐκεινο γαρ ταυτῃ γε
οὐ πρωτως , ὡσπερ τα σωματα , μεριστη γε μην γιγνομενη ἐν τοις σωμασιν : ὡστε διαιρουμενων των σωματων μεριζεσθαι
9999975 προσαγορευομενοι
ὀρος διειργει της Σκυθιας , ἡν κατοικουσι των Σκυθων οἱ προσαγορευομενοι Σακαι : την δε τεταρτην την προς δυσιν ἐστραμμενην
τον Νειλον . Παροικουσι δε τουτοις οἱ ῥιζοφαγοι και ἑλειοι προσαγορευομενοι δια το ἐκ του παρακειμενου ῥιζοτομουντας ἑλους κοπτειν λιθοις
9999975 συγχωρεις
Εἰ γαρ οὑτως τις ἐρωτησει τον λογον : ἀρα ὡς συγχωρεις και τιθεσαι και ἁ συγχωρεις και τιθεσαι , οὑτω
τε τεχνητα κατα τα ἐν τῃ τεχνῃ εἰδη και αὐτος συγχωρεις δημιουργεισθαι , ὡς πολλαχου μεν , σαφεστατα δε ἐν
9999975 τειχισμον
των ἐμαυτου φρονω : ἀλλ ' ἐαν βουλῃ τον ἐμον τειχισμον και τα ἑξης , και παλιν αὑτη των περι
Ἀθηναιους . ἐς θαλασσαν : ἑως της θαλασσης . τον τειχισμον : των Ἀργειων . αὐτοις : τοις Λακεδαιμονιοις .
9999975 ἀφῃρησθαι
Ταυ ἐπι των ἑπτα Φωνηεντων βιας και ὑπαρχοντων ἁρπαγης , ἀφῃρησθαι λεγον παντων των ἐν διπλῳ ταυ ἐκφερομενων . ]
φησιν ὁ Κυρος λεπτα εἰναι και ψωραλεα και ἰσχυν | ἀφῃρησθαι , τα δ ' ἐν τοις πεδιοις λιπαρα ?
9999975 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999975 θαυμαστους
παντα διεξελευσεσθαι : εἰτα μακρα προοιμιασαμενος και ἐπανατειναμενος λογους τινας θαυμαστους ὡς ἐρων , τους μεν φυλακας ἐκπεμπει ἐπι την
οἰδας οἱος ἐστιν ὁ σοφιστης οὑτος ὁ ἐσκυθρωπακως και τους θαυμαστους τουτους διεξιων προς ὑμας λογους . ἀλλ ' ἐμοι
9999975 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999975 σπονδειος
μακρας και βραχειας , – ˘ , οἱον ἠτορ : σπονδειος ἐκ δυο μακρων , – – , οἱον ἡρως
χωλον , ὁταν τις ἐν τῃ τελευταιᾳ των περιττων χωρᾳ σπονδειος ἐμπεσῃ . χαριεστερα δ ' αὐτου τομη ἡ εἰς
9999975 συλλαμβανων
προσωπα , και ἀποτεινομενος τις ἐρει προς τινα ὑμας , συλλαμβανων παλιν και το παρον προσωπον και τα ἀποντα .
αἰλουρος τουτο γνους ἡκεν ἐνταυθα και καθ ' ἑκαστον αὐτων συλλαμβανων κατησθιεν . οἱ δε καθ ' ἑκαστην ἑαυτους ἀναλισκομενους
9999975 πληθουσαν
γενεθλῃσιν ἐφεστως τικτομενοις κτησιν μεν ἀγαν πολυχρημονα τευχει και βιοτην πληθουσαν ἀλυπητον τε διαιταν , ἀρχας δ ' οὐκ ἀξει
και ἀγκυλομητιν ἐπεκλυον ἐντυνασθαι κερδω : ὁτ ' οἰωνων ἀγελην πληθουσαν ἰδηται , δοχμιη ἀγκλινθεισα , τανυσσαμενη θοα κωλα ,
9999975 δυσεντεριαν
λιθους διαιρει . το δε της ῥιζης ἀφεψημα και προς δυσεντεριαν και διαρροιαν και προς αἱματος ἀναγωγην ὠφελιμον ἐστιν ,
: και οἱ ἀπει - ροι θεωμενοι πλανωνται , νομιζοντες δυσεντεριαν το παθος : και τῃ ἀληθειᾳ , εἰ μετα
9999975 Μελιτος
ἑψησας το μελι και ἀπαφρισας ἑνωσον και ἀναδησας ἐα . Μελιτος ξεστην α , οἰνου ξεστια ε , πεπερεως #
ὀστρακου , σμυρνης ἀνα # α . λειοις χρω . Μελιτος # α , των μορων του χυλου # ε
9999975 διηκουσαν
εὐρυχωριαν ἐχοντος και παντος ὑπαρχοντος ἀργου δια την ἐν αὐτῳ διηκουσαν ἁλμυριδα τοσουτον συνεβη ὑπο των ἱππεων ἐξαιρεσθαι κονιορτον ὡστε
' ὡς πρεσβυτεραν αὐτων και ἀρχικωτεραν προειληφοτα , οὐ μην διηκουσαν δι ' αὐτων , ἀλλα προτεταγμενην προ των ἰδιων
9999975 μαχομενην
φιλονεικων , την περι ὑμας ὀψεται δοξαν μετα ἀληθειας αὐτῳ μαχομενην και νικηθηναι μηδαμου δυναμενην : εἰ δε ἀκων μεν
μη ἁρμοττει ἠ ὁ κατηγορουμενος , την δε ἀποφασιν ἁτε μαχομενην τῃ καταφασει ψευδεσθαι μεν ἐφ ' ὡν ἐκεινη ἀληθης
9999975 προσεδεξαντο
τε ] των ἀλλων Ἑλληνων τους βουλομενους μετεχειν της ἀποικιας προσεδεξαντο : οὑτοι δ ' ἠσαν οὐκ ἐλαττους των ἑξακισχιλιων
πολλοι δε και των ἀπορων και καταχρεων ἀσμενοι την μεταβολην προσεδεξαντο : ἐπηγγελλετο γαρ Ἀγαθοκλης κατα την ἐκκλησιαν και χρεων
9999975 παθητικως
τουτ ' ἐδωρησω βροτοις “ . γραφεται δε και ἀμφοτερα παθητικως ποιοιν ] λογοιν αἱρεσιν ] ἐκλογην , προκρισιν ἑλου
ἑτερον τι εἰδος λαβειν . Οὐ γαρ ἐν τῳ ἀλλοιουσθαι παθητικως το γινεσθαι και ἡ γενεσις , οἱον θερμαινεσθαι ἠ
9999975 ἐπιστευσεν
σκεψασθαι ταχεως πιστευων τοις τυχουσιν . Ἀλλ ' εἰ βραδεως ἐπιστευσεν προ του σκεψασθαι , οὐκ ἀν ἡμαρτανεν ; Μα
ὑπεσχοντο ἀν : ἀτοπον οὐν εἰ , διοτι προειτο και ἐπιστευσεν , μη διησουσιν . ὁ δε χρονος οὑτος ,
9999975 καθαρτικων
δε φλεβοτομιας . . . οὐτε τινι των δραστηριων χρηται καθαρτικων φαρμακων . ἐτι δε ἐναργεστερον ἐδηλωσε την ἑαυτου γνωμην
τουτουϲ ἁρμοδιωϲ καθαιροντων ἐϲτιν . ὁϲοι δε τα τοιαυτα των καθαρτικων παραιτουνται φαρμακων , καταποτιοιϲ χρηϲτεον τοιϲδε : ἀλοηϲ ,
9999975 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999975 πινομενη
προσαγορευουσιν . αὑτη ξηραντικης μετεχει φυσεως . και συν οἰνῳ πινομενη ἰσχιαδικους και δυσεντερικους ἰαται , και σπληνα ἐσκιρωμενον θεραπευει
σμυρνης σπερματος ἰσον : και ἀριστολοχια δε μαλιστα ἡ στρογγυλη πινομενη ὁσον δραχμης πληθος πνευματα διαλυει και τους βραδυπεπτουντας ὠφελει
9999975 θεραπευσαντες
κατεμεμψαμεθα , ὁτι γε δη ὀργιζεται οὐκ ἀδικουσιν οὐδεν . θεραπευσαντες οὐν αὐτον και ἐπι ἑστιασιν καλεσαντες ἐξωρμησαμεν . και
, ἐφη , οὑτως . Οὐκουν εἰ την διανοιαν ἱκανως θεραπευσαντες παραδοιμεν αὐτῃ τα περι το σωμα ἀκριβολογεισθαι , ἡμεις
9999975 παρεστε
ἐρεθιζοντες ὑμας . εἰ δη τινες των ᾠκισμενων ἠ οἰκισθησομενων παρεστε , χαρισασθε μοι και ἐπισημηνασθε ἑαυτους . “ Ἐπισημηναμενων
γλαχωνα ] το ὀριγανον . αὐληται παρα : ἀντι του παρεστε . ἐσπουδαζον γαρ οἱ Θηβαιοι περι τον αὐλον .
9999975 πρεσβειαις
Λακεδαιμονιοις ἠρχετο και Λακεδαιμονιοι συνιεντες οὐκ ἀξιομαχοι προς Ἀχαιους εἰναι πρεσβειαις ἐχρωντο προς τας πολεις αὐτων και ἰδιᾳ προς τον
καταδεεστερον της ἐπι του πατρος γενομενης οἰκονομιας : ἐπειτα ταις πρεσβειαις χρηματισας φιλανθρωπως παρεκαλεσε τους Ἑλληνας τηρειν την προς αὐτον
9999975 μελλουσα
δε μελαθρων ἐντοςὀφθηναι κοραις πικρονφιλημα δουσα δεξιαν τε μοι , μελλουσα δαρον πατρος ἀποικησειν χρονον . ὠ στερνα και παρηιδες
: ἀπο νυμφιδιων : ἀπο των νυμφικων στεγων σχοινιον ἐδησε μελλουσα ἀπαγχεσθαι : ἁψεται ἀμφι βροχον : ἡ ἀμφι προς
9999975 ἀναγιγνωσκειν
ἀρετας συνηγεν , και προς αὐτον εἰποντος ” ὡρα σοι ἀναγιγνωσκειν τον προς Λεπτινην „ „ σοι μεν οὐν ”
. ταυτας τας ἐπιστολας εὑροντες [ συναγαγοντες ] ἐκκλησιαν φανερως ἀναγιγνωσκειν ἠξιουν . αἱ μεν ἀλλαι γυναικων ἠσαν ἱκετειαι και
9999975 καταπλασσομενη
ἐριφου σπλην ἐπιτιθεμενος τηκει σπληνα . ἀλλο . ἀγρια κραμβη καταπλασσομενη ἰαται σπληνικους . ἀλλο . Περσικης φυλλα καταπλασσομενα ποιει
, ἑλξινη ἡ και περδικιον μετριως , ἐλυμος ἠ μελινη καταπλασσομενη , ἐπιμηδιον μετριως , ἰου τα φυλλα μετριως ,
9999975 κατε
τον ἀνθρωπινον ἐποπτευετε βιον , ὡν τε ἠδη τετιμη - κατε μοι πολλην οἰδα χαριν , και περι των μελλοντων
, ὡσπερ ἐν στοχασμῳ , ἀναγκαιως τοις του στοχασμου κεφαλαιοις κατε - σκευαζετο . ἐπειδη δε λεληθοτως τουτο γιγνεται ἐν
9999975 Σικελων
πολλην παχνην γεννᾳ : ταυτην γαρ τῃ Ὀπικων φωνῃ και Σικελων γελαν λεγεσθαι . Προξενος δ ' ἐν πρωτῃ των
, συν τουτοις Διονυσιος ὁ Ἁλικαρνασσοθεν , ἠν στρατηγος των Σικελων , υἱος δε του Ἀμιλκα . ὁστις Ἀμιλκας συμπασαν
9999975 βραχυτερους
, διαφερουσι δε ἐν τουτῳ , ὁτι τα μεν ὁριστικα βραχυτερους ἐπιδεχονται χρονους : το γαρ τυπτεις ὁριστικον και το
πλειονας ἠ ἐλαττονας , ἀλλ ' ἀπο του μειζονας ἠ βραχυτερους εἰναι τους κοκκους συμβαινει . Ἡ ῥοια διαφορως ἐμφυλλιζεται
9999975 μακαριον
κατασκευαζει δε το θειον εἰναι την εὐδαιμονιαν και ἀριστον και μακαριον ἐκ του ἀθλον εἰναι της ἀρετης . δια σπουδης
ὠ Δαματερ : Ὁτι ἁπλως και ἀσυνηθως κατεχρησατο ἀντι του μακαριον : εἰ μη ἀρα παιζει , οἱον νεκρου βιον

Back