τας ὀνομασιας , λεγων ὡδε : ἀπο Λυδου μεν γινονται Λυδοι , ἀπο Τορηβου δε Τορηβοι . τουτων ἡ γλωσσα
δε ἀγωνες ἐγινωσκον τε αὐτο και ἐτιμων : και οἱ Λυδοι δε φιλιπποτατοι ὀντες ἐπι μεν Πελοπος τεθριπποι τε ἠσαν
9999958 συμπερασματι
, καταγομενα δε και καθορμιζομενα θαττον : προς γαρ τῳ συμπερασματι του πλου γεγονεν . ἀει δε λιμενες φιλους και
τις ὁρου κατ ' εὐθειαν πτωσιν κατηγορουμενος οὐτε ἐν τῳ συμπερασματι . του δε , ἐν ᾡ ἐν μεν ταις
9999957 ἐκρατησαν
και Νικοστρατος . οὑτοι δε πλευσαντες ἐπι πρωτην την Μενδην ἐκρατησαν της πολεως προδοντων τινων αὐτην : την δε Σκιωνην
την ἐπιουσαν νυκτα και τους ἀπο του ἐρυματος μαχομενους ἀνειρξαντες ἐκρατησαν της παρεμβολης . μετα δε τουτο το ἐργον ὁσην
9999955 πιστευσαι
της Εὐρωπης πασαν , ἡν οὐδ ' ἀν τωι Ἑρμηι πιστευσαι τις λεγοντι . Ἐρατοσθενη δε τον μεν Εὐημερον Βεργαιον
, ἑλεσθαι σε δει σημερον σωζεσθαι μεθ ' ἡμων και πιστευσαι σεαυτον ἐλπιδι κρειττονι , ᾑ παντες πεπιστευκαμεν , ἠ
9999955 πιστευσας
περι τουτων φαντασιας ἁπασας ἀλλαξαμενος και οἱον ἀλλος πανταπασι γενομενος πιστευσας ἑαυτῳ , ὁτι μηδεν ποτε κακον ἑξει : οὑτω
πρωτον ταυτα ἀπραγμονως ἀποδεξῃ μη ἐξετασας εἰ δυνατον , ἀλλα πιστευσας , εὐθυς ἀκολουθως ἀν ἐπαγοι τα λοιπα , ὡς
9999954 ἐπελθουσης
οὑτοι μεν δη φυλλασσομενοι τε ἀφανως και της κυριας ἡμερας ἐπελθουσης ἐς την δικην ἀνακαλουμενοι , Μερολας μεν τας φλεβας
ἐξαισιων και κατακλυσμων γενομενων , μιας ἡμερας και νυκτος χαλεπης ἐπελθουσης , το τε παρ ' ὑμιν μαχιμον παν ἁθροον
9999954 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999954 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999954 Ἀριστοκλης
Βαθυκλης δε ὁ ἐρωμενος Ἀνακρεοντος , οὑτως και παρα το Ἀριστοκλης Ἀριστυλλος . . . . ἀριπρεπεα : τον ἀγαν
ἠ κροτου τε και ἠχους ξυγκεισθαι . ἐτελευτα δε ὁ Ἀριστοκλης μεσαιπολιος , ἀρτι προσβαινων τῳ γηρασκειν . δʹ .
9999954 εἰρηνικως
, ξυντετμησονται οἱ ἐν τῳ δικαστηριῳ λογοι και συ ἀπει εἰρηνικως , εἰ δε ἀντιλεγει , δικασει ὁ βασιλευς .
εἰ τις ἐγχεαι . προς ἀμυγδαλας δε πως ἐχεις ; εἰρηνικως . μαλακας σφοδρα , δι ' ἁς μελιτι προσπαιζειν
9999953 συλλογισμων
και τοποις . ὁτι μεν οὐν ὁτι μεν οὐν των συλλογισμων οἱ μεν κατα ἀληθειαν εἰσι συλλογισμοι , οἱος ὁ
ὡρισμενα δε ἐχοντων τα ἐμμεσα , γινονται δυο τροποι ὑποθετικων συλλογισμων , ἀμεσων μεν οἱον ὁ ἀριθμος ἠ περιττος ἐστιν
9999953 νεανιου
θαρσειν ὡς οὐκ ἀνατραπησομενου ὑπο της του συος ἐμβολης του νεανιου πλευρα τε βαθεια και γαστηρ ἀπεριττος και στερνα το
το της ἀντικρυ νησου περας διεσωθησαν , ἑνος των αἰπολων νεανιου και τολμῃ διαφεροντος συμπεραιωθεντος , ἀλλοτε ἀλλης των ὠμων
9999953 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999952 Ποσειδωνιος
, τοσουτον εἰποντες μονον ὁτι των Παρθυαιων συνεδριον φησιν εἰναι Ποσειδωνιος διττον , το μεν συγγενων το δε σοφων και
πολιους : ἐκπινεται γαρ ἡ οἰκεια της τριχος ὑγροτης . Ποσειδωνιος δε φησιν : ἐν Συριᾳ ἐν τοις βασιλικοις συμποσιοις
9999952 μανδραγορου
λειου τῳ ἀφεψηματι χαλβανης δραχ . α . κασιας , μανδραγορου χυλου ἀνα δραχ . γ . σμυρνης , λιβανου
Ἑλλησποντον κεκρατηκαμεν . ἀλλ ' ἀνιστησι μεν ἀκοντας οἱον ἐκ μανδραγορου καθευδοντας τους αὑτου πολιτας , ὡσπερ τομῃ τινι και
9999952 θαλασσιοι
Μηδικων ἐξειργασθε πω : πως δη ἀνδρες γεωργοι και οὐ θαλασσιοι , και προσετι οὐδε μελετησαι ἐασομενοι δια το ὑφ
κατα τας πανσεληνους και φανεραν ἰσχει την ἐπιδοσιν ὡς οἱ θαλασσιοι ἐχινοι . συκα ἡ συκη ἡγεμων του καθαρειου βιου
9999952 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999952 ἐποιησατο
ἀν ἐγωγ ' αὐτον ἐρωτησαιμι ποτερ ' ἐννομον και δικαιαν ἐποιησατο του ψηφισματος την γραφην ἠ τοὐναντιον ἀδικον και παρανομον
και πολεμικοις κινδυνοις . συστησαμενος οὐν στρατοπεδον ἀξιολογον , συμμαχιαν ἐποιησατο προς Ἀριαιον τον βασιλεα της Ἀραβιας , ἡ κατ
9999952 ἠγοντο
τους τοτε περιγενομενους ὑπερ των ἀποθανοντων ἱλασασθαι τον Ἑρμην . ἠγοντο δε ἀγωνες αὐτοθι οἱ Χυτρινοι καλουμενοι , καθα φησι
προς τους γεροντας διαβεβληκεν , οἱ προ του τας μειρακας ἠγοντο . ἀντι του δια τον ἰαμβον τουτον . παν
9999952 Καλλαισχρου
ἐπαιδευσε τους συγγενομενους αὐτῳ , ἀλλα κατηγορουσι μεν Κριτιου του Καλλαισχρου , κατηγορουσι δε Ἀλκιβιαδου του Κλεινιου τῃ τε πολει
. , . . ἀνθρωπωι γαρ γενομενωι κατα τον του Καλλαισχρου τον των τριακοντα βεβαιον μεν οὐδεν , εἰ μη
9999952 Ποσειδιππος
κατηριθμημεθα Ἑλλας ἐστι , μαρτυρει ἡμιν ὁ των κωμῳδιων ποιητης Ποσειδιππος , μεμφομενος Ἀθηναιοις , ὁτι την αὑτων φωνην και
ὠνομαζονκαι που και στροφιγγες και γιγγλυμοι και κορωναι και κορακες Ποσειδιππος γουν ἐν Γαλατῃ φησι κορακι κλειεθ ' ἡ θυρα
9999952 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999952 πεττει
το βρεγμα και ἐπιβρεχειν ἀφεψηματι πηγανου και δαφνινῳ ἐλαιῳ : πεττει γαρ ταυτα και παχυνει τον καταρρουν : συνεργειν δε
το θερμον ὑπο του περιξ ἀερος . και τα σωματα πεττει τας τροφας μαλλον και ὁλως ἰσχυροτερα τοις χειμωσιν ἐστιν
9999952 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999951 πλησιαζει
και φιλανθρωπια , ἐκεινοις οὐ προσεισι κακοηθεια , ἐκεινοις οὐ πλησιαζει συκοφαντια , διαβολη δε και πορρωθεν ἀπεληλαται . Εἰς
ἀνομοιῳ . και ἐφ ' ὁσον μεν τῳ κατα φυσιν πλησιαζει , ἡττον ἐστι κινδυνωδες , ἐφ ' ὁσον δε
9999951 καταδρομη
ποιμνια τρεφοντα , ποιμενες ἀναιρουμενοι , νεοι συντιθεμενοι , λῃστων καταδρομη , πολεμιων ἐμβολη . Πολλα ἀλλα και παντα ἐρωτικα
. Διονυσιος αʹ : . Χαλκιδικος αʹ : . Ἀθηναιων καταδρομη αʹ : . Περι Ἀντιφανους αʹ : . Προοιμιον
9999951 χαλεπαι
μεν τυραννος μεν ὠν και νομοθετης ὁ αὐτος , ὁσαι χαλεπαι τ ' εἰσιν και ἀρισται , δυναιτ ' ἀν
. και αὑται γαρ ἁμα τῳ καταλυθηναι τους ὑπεροριους πολεμους χαλεπαι και συνεχεις ἐξ ἁπασης προφασεως ἀνισταντο . Κρειττον ταις
9999951 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999951 ἀπαιτουσης
, ἀποι - κιαν . ταυτα μεν οὐν της ὑποθεσεως ἀπαιτουσης ἀναγκαιον τε και δικαιον ἐδοξεν εἰναι μοι προς τους
γην , ἀλλ ' εἰτε αὐην εἰτε νοτεραν της ὡρας ἀπαιτουσης δειν ἀροτριαν και μη προφασιζεσθαι την ποιοτητα της γης
9999950 Νικομαχος
Ἀριστοτελης . Ἀριστοτελης Νικομαχου και Φαιστιδος Σταγειριτης . ὁ δε Νικομαχος ἠν ἀπο Νικομαχου του Μαχαονος του Ἀσκληπιου , καθα
συκοφαντουντα αἰτιασασθαι ; ἐγω μεν γαρ ἐγνωκεναι ὑμας ἡγουμαι ὁτι Νικομαχος ὑπο των ἐχθρων πεισθεις των ἐμων τουτον τον ἀγωνα
9999950 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999950 ἀπολιπουσα
και το περι ἀφθαρσιας ψυχης ὑπαινιττεται δογμα δια τουτου : ἀπολιπουσα μεν γαρ τον οὐρανιον τοπον , ὡς και μικρῳ
, ἀδελφη δε του Περσεα καταπολεμησαντος Αἰμιλιου μετηλλαξε τον βιον ἀπολιπουσα μεγαλην οὐσιαν , ἡς οὑτος ὑπηρξε κληρονομος . ἐν
9999950 διακοσιοι
ναυσιν . και ἐκ Χερρονησου ἐς Αὐλαιου τειχος πεντηκοντα και διακοσιοι . ἐνθενδε ἐς Θυνιαδα ἀκτην εἰκοσιν και ἑκατον .
μηκος , πεντακοσιοι ἑξηκοντα : εἰτ ' ἐπι την Μηθυμναν διακοσιοι δεκα . Μιτυληνη δε κειται μεταξυ Μηθυμνης και της
9999950 συλλογιστικην
ἀλλων , περι δε τας νεφελας ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον
ἡ ἐγγινομενη τῃ ψυχῃ , ἀποδειξις δε ἡ ὑπο την συλλογιστικην ἐπιστημην και ἡ ὁδος ἡ οὑτω γινομενη . Εἰ
9999950 βλαστανει
γης , φθινει δε σωματος . θνῃσκει δε πιστις , βλαστανει δ ' ἀπιστια , και πνευμα ταὐτον οὐποτ '
ἐμπηγνυμενου του μισχου , και των φυτευομενων δ ' ἐνια βλαστανει θαττον ἐν αὐτῃ : λεγεται δε και προ των
9999950 ἐποιησα
τους μεν διαφορους ὀντας διηλλαξα , τους δ ' ἐπιτηδειους ἐποιησα , τους δε ἀπο των ἐχθρων ἀπεστησα . Καιτοι
: ⌈ ἐδακρυσα , φησιν , ὁτι παρα το ἐθος ἐποιησα , ἠ ὑπεχαλασα της ὀργης και γνωμην ἐμην εἰπον
9999950 Ἀρχεμαχος
ἐν βʹ Θετταλικων καλεισθαι φησι τους πενεστας και Θετταλικετας . Ἀρχεμαχος δ ' ἐν τῃ τριτῃ Εὐβοικων Βοιωτων , φησιν
Κατα Κτησιφωντος . Ἐοικε το ὀρος της Εὐβοιας εἰναι : Ἀρχεμαχος γουν ἐν γʹ Εὐβοϊκων φησι : Κοτυλος μεν οὐν
9999950 συλλογισμοις
εἰπομεν τροπον . λογικη δε ἠ ἐν προτασεσιν ἠ ἐν συλλογισμοις . και ἐν μεν προτασεσιν , ὁταν την δοθεισαν
και Ἀλκιβιαδης καθηνται , ἀλλα τους ἐν τοις ὑποθετικοις καλουμενοις συλλογισμοις κατα το συνημμενον ἠ το διεζευγμενον λεγομενον παραλαμβανομενους ,
9999950 Συρακουσας
ἐν Ἱμερᾳ στρατηγος συνεβουλευσε τοις ναυαρχοις την ταχιστην ἐκπλειν εἰς Συρακουσας , ἱνα μη συμβῃ κατα κρατος ἁλωναι την πολιν
τῳ Διονυσιῳ , και τους ἀριστους των στρατιωτων ἀπεσταλκοτες εἰς Συρακουσας , ἠναγκασθησαν διατηρησαι την προς Διονυσιον συμμαχιαν , καιπερ
9999950 δωδεκαεδρον
. νβʹ . Εἰς την δοθεισαν σφαιραν [ το ] δωδεκαεδρον ἐγγραψαι . Ἐγγεγραφθω , και ἐστω σημεια των γωνιων
. οἱον το μεν εἰκοσαεδρον του δωδεκαεδρου , το δε δωδεκαεδρον του ὀκταεδρου , και ὁμοιως το μεν ὀκταεδρον του
9999950 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999950 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999950 καταπλασματι
ῥοδινῳ βεβρεγμενῳ . εἰτ ' ἐξωθεν ὁλη ἡ κεφαλη καταπλασσεσθω καταπλασματι παρηγορικῳ , ὡς τῳ δια μελιλωτου ἠ λινοσπερμου ἀλευρου
φιλοπονως ὡστε εὐαφες γενεσθαι : και μαλαξας παραπτομενος ῥοδινῳ χρω καταπλασματι ἐπιρριπτων και ἐξωθεν φυλακης χαριν φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης
9999950 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999950 πιστευει
ἁμα και ἐπεστρεψε τους ἀκουοντας και την πιστιν προκατελαβε : πιστευει γαρ ἑκαστος των ἀκουοντων ἐννοων , ὁτι οὐκ ἀν
τους λογους και των φιλων οἱ ἐντιμοτατοι και οἱς μαλιστα πιστευει τα τοιαυτα οὐκ ἀπετρεψαν : ἐτι δε και ἡ
9999949 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999949 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999949 Σκαμανδρου
δε ἱστορια οὑτως ἐχει . κλωπα : Τευκρος υἱος ἐγενετο Σκαμανδρου του Κρητος . τουτοις ἐδοθη χρησμος ἐκει οἰκησαι ,
. . . . . . νε δʹ μα ιβʹ Σκαμανδρου ποταμου ἐκβολαι νε δʹ μα Σιγειον ἀκρον . .
9999949 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999949 θαυμαστης
, ὁ μοι πολλων τῳ ὀντι πραγματων αἰτιον γεγονε και θαυμαστης ἀηδιας . ὡστε προτερον μεν οὐκ ᾐδειν το των
των δ ' ὑπερ των ἐναντιων λεγοντων και πραττοντων ἀφθονιας θαυμαστης , ὡν κρατησαι πολυ μειζον ἠν ἠ των ἐξω
9999949 ἀντικρυ
, ; , ; , . . Σουπηριανος ὀψιμαθης Λαχαρης ἀντικρυ Σουπηριανος , σοφιστης , το γενος Ἰσαυρος , της
Ὀνηγησιος ἐπι διφρου ἡστο ἐνδεξιᾳ της του βασιλεως κλινης . ἀντικρυ δε του Ὀνηγησιου ἐπι διφρου ἐκαθεζοντο δυο των Ἀττηλα
9999949 ἐπιστευσε
οὐν ὁτι με οἱς μεν ἐπραξεν ἐτιμησεν , οἱς δε ἐπιστευσε μολις ἐλυπησεν . ἀλλα και αὐτος μεντοι τον ἀνδρα
Κυριος ἐδωκε μοι χαριν ἐν ὀφθαλμοις του μεταβολου , και ἐπιστευσε μοι τον οἰκον αὐτου . Και εὐλογησεν αὐτον Κυριος
9999949 βλεπουσαν
δ ' ἰατρου τους συμφωνηθεντας μισθους αὐτην ἀπαιτουντος ὡς καθαρως βλεπουσαν ἠδη και τους μαρτυρας παραγαγοντος : ” μαλλον μεν
ἱστου θοἰματιον καθελομενην ἡμιεργον ἀμφιεσασθαι , εἰς τε το κατοπτρον βλεπουσαν προς την παρ ' αὐτης ἐμφασιν εἰς αὐτο γιγνομενην
9999949 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999949 ἀπραγμοσυνης
, ὁ δ ' οὐ τουτ ' ἐφασκεν , ἀλλα ἀπραγμοσυνης ἐρων ἐκει οἰκησαι , το δε ἀρα ἐς δικας
” ἀπραγμοσυνης “ ἀντι του ” οὐ πολυπραγμοσυνης “ . ἀπραγμοσυνης ] εἰδος βοτανης . ἡ λευκη ὁμοια πλατανῳ .
9999949 Ἀμφιαραον
. Ἀμφιαρεω βιαν ] περιφραστικως . Ἀμφιαρεω βιαν ] τον Ἀμφιαραον . Ὁμολωισιν ] ἀπο Ὁμολωιδος της θυγατρος Νιοβης .
: καταριθμησας γαρ ὁ Ἀδραστος τους νεκρους και λειποντα τον Ἀμφιαραον εὑρων , εἰκοτως δυσφορησας τον λογον ἀπεφθεγξατο . ἀλλως
9999949 Παυσανιου
, ἡν ἐγω του γενους ὑστερον του Κλεωνυμου δηλωσω . Παυσανιου του περι Πλαταιαν τοις Ἑλλησιν ἡγησαμενου Πλειστοαναξ υἱος ἐγενετο
' ἀρχας μεν οἱον προσηκει προθυμως , και ὁ Πλατων Παυσανιου δε παυσαμενου , διδασκουσι γαρ με ἰσα λεγειν οἱ
9999949 ἁλουσης
την ἀληθη δε Τροιαν ἱσταμενην περιορᾳς ; Ἀλλα της πολεμιας ἁλουσης , φησιν , Ἀγαμεμνων ἐφεδρευσει τοις ἀθλοις . ἡ
ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης της πολεως πλην της ἀκρας , ἐκεινῃ πολιορκειν ἐδωκεν
9999949 ἀποστρεψας
το σφοδρον των φυλακων ἀνηκαν . ὁ δε τον ποταμον ἀποστρεψας , την δυναμιν ἐπαγαγων συντομως κατα την χωραν του
φαινησθε ἀγαπωντες και σῳζοντες , τουτοις ὁμοιοι δοξετε εἰναι : ἀποστρεψας γαρ προς τον ἀκροατην τον λογον ἡττον αὐτο σεμνον
9999949 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999949 δαιμονιοι
συγγενικων . Ξ ἀντισπαστικα ἡμιολια βʹ και ἑν μονομετρον . δαιμονιοι ] ἀθλιοι . δαιμονιοι ] δυστυχεις . θΞ ἀντιφονων
. και εἰπερ αἱ δυναμεις αἱ ἐν τῳ παντι αἱ δαιμονιοι ἠ αἱ θειαι ἐχουσι μερη του κοσμου περικειμενα αὐταις
9999949 θαυμαστην
καθ ' ἑν ἑκαστον πανθ ' ἑτερους ἐασαι λαβειν , θαυμαστην εὐδαιμονιαν και πολλην ἀσφαλειαν ἐχειν ᾠεσθε . ἐκ δε
πολεμειν τῳ θηριῳ . Γλυκυτητα δε και ἐν τῳ Ἀγησιλαῳ θαυμαστην ἐποιησεν εἰπων , ὁποτε γε μην πορευοιτο , συντεταγμενον
9999949 προαιρουμεθα
τοπῳ . οὐ μην ἑκαστῃ των περι κριτηριου δοξων ἁμιλληθηναι προαιρουμεθα εἰδικως , ἀλλ ' ἐπει το κριτηριον περι οὑ
. ἐτι προαιρεσει μεν ἐπιθυμια ἐναντιον ἐστι : και γαρ προαιρουμεθα πολλακις ἐναντια ὡν ἐπιθυμουμεν : ἐπιθυμια δε ἐπιθυμιας οὐκ
9999949 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999949 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999949 Σπευσιππου
δυναται οὐδ ' ἐχειν την κατα τον ὁρισμον γνωσιν . Σπευσιππου ταυτην την δοξαν Εὐδημος εἰναι λεγει την ὁτι ὁρισασθαι
διαφορα ἐστιν . , . . , . , , Σπευσιππου ταυτην την δοξαν Εὐδημος εἰναι λεγει την ὁτι ὁρισασθαι
9999949 Ἀρισταγορης
, πολιν περικατημενος και βουλομενων των Θρηικων ὑποσπονδων ἐξιεναι . Ἀρισταγορης μεν νυν Ἰωνιην ἀποστησας οὑτω τελευτᾳ . Ἱστιαιος δε
ἐκομισαν : ἐνθευτεν δε πεζῃ κομιζομενοι ἀπικοντο ἐς Παιονιην . Ἀρισταγορης δε , ἐπειδη οἱ τε Ἀθηναιοι ἀπικοντο εἰκοσι νηυσι
9999949 Σελευκεια
. . . . . . ξθ ∠ ʹ λε Σελευκεια προς Βηλῳ . . . . . . .
πολεως της Τρωϊκης , ἱερευς ἱερειτης , Μαρωνεια Μαρωνειτης και Σελευκεια Σελευκειτης ' . . . α . το α
9999949 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999949 ἐγεννησαν
, ἐκβαλλοντες γαμετην ἑτερην εἰσαγονται , γεννησαντες ἐθαψαν , θαψαντες ἐγεννησαν , παλιν τρεφουσι , γηρας ηὐξαντο , ἐς αὐτο
. προς δε ταις εὐεργεσιαις και την ἐφ ' οἱς ἐγεννησαν ἀρχην ἐλαβον , οὐχ ὡσπερ ἐν ταις πολεσι κατα
9999949 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999948 καθηκουσα
ὁμορουσα Γερμανια , μεχρι δρυμου Ἑρκυνιου και των Ῥιπαιων ὀρων καθηκουσα , ἡ δ ' ἐπι θατερα τα προς μεσημβριαν
Ἀραξος . Ἡ δε της Ἠλειας μεση και Σικυωνιας , καθηκουσα μεν ἐπι την προς ἑω θαλασσαν , Ἀχαϊαν δε
9999948 θαυμασαντα
των βραχιονων αἱμα ἀφελοντα σωσαι την παιδα , τον δε θαυμασαντα συνοικισαι αὐτῳ την παιδα και δουναι την χερρονησον :
Σωπατρου κομισθηναι φασιν Ἀλεξανδρῳ τῳ Μακεδονι , και ἐκεινον πυνθανομαι θαυμασαντα ἐς Δελφους ἀναθημα ἀναθειναι τῳ Πυθιῳ το κερας ,
9999948 ἐνιοισι
Τοισι δε λοιποισι δυσεντεριας , και ὀφθαλμιας ξηρας : και ἐνιοισι καταῤῥους ἀπο της κεφαλης ἐπι τον πλευμονα . Τοισι
λευκον γινομενον , οἱον ἐν τοισι κοπιωδεσι πυρετοισι τεταρταιοισιν ἀρχεται ἐνιοισι γινεσθαι : ἠν δε και ἐκ των ῥινων αἱμοῤῥαγησῃ
9999948 Πυθαγορειων
των ἠθων . ταυτα δ ' οὐ μονον παρα των Πυθαγορειων ἀκουειν ἐστι λεγοντων , ἀλλα και Ἀριστοξενος οὑτως ἀποφαινεται
κατα γενη τεταγμενως οὑτω διηλθομεν περι Πυθαγορου τε και των Πυθαγορειων , ἰθι δη το μετα τουτο και τας σποραδην
9999948 Φερεκρατης
, μυγμῳ ἠ στεναγμῳ παραπλησιον . κεχρηται δε αὐτῳ καινοτατα Φερεκρατης τι δ ' ἐπαθες ; ἀγρυκτα και ἀλεκτα ,
ἡ Δημητηρ προυκομιζε τας τροφας . ἀορτηρα δε τον ζωστηρα Φερεκρατης ἐν Γραυσι κεκληκεν . ἡ δε καυσια πιλος Μακεδονικος
9999948 φανεροι
ἑτερος δε τις , ᾑ τους Ἑλληνας , εἰκοτως ἀν φανεροι πασιν ἐγιγνομεθα προς ἐκεινον ἀντιταττομενοι : εἰ δε πασης
τοιχους παρ ' ἀλληλους , ὁπως μη δια των ὁδων φανεροι ὠσιν ἰοντες , ἁμαξας τε ἀνευ των ὑποζυγιων ἐς
9999948 ζωγραφουσι
παραφερομενον . Σεληνης δε ἀνατολην γραφειν βουλομενοι , παλιν κυνοκεφαλον ζωγραφουσι σχηματι τοιῳδε : ἑστωτα και τας χειρας εἰς οὐρανον
. Ἐνιαυτον δε βουλομενοι δηλωσαι , Ἰσιν , τουτεστι γυναικα ζωγραφουσι , τῳ δε αὐτῳ και την θεον σημαινουσιν .
9999948 ἀκρωτηριου
ἠγεν Ἰολην αἰχμαλωτον . και προσορμισθεις Κηναιῳ της Εὐβοιας ἐπι ἀκρωτηριου Διος Κηναιου βωμον ἱδρυσατο . μελλων δε ἱερουργειν εἰς
δε δεξιων των της Λιβυης μερων μεχρι του καλουμενου Πρασου ἀκρωτηριου και της Μενουθιαδος νησου τας μεν προσηγοριας των πολεων
9999948 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999948 μισθοφορους
παρ ' αὐτον ἀφικετο ἐκ Μηδιας , ἐχων τους τε μισθοφορους ἱππεας , ὡν ἡγειτο αὐτος , και Θεσσαλων τους
και των ὁπλων του γενους ἑκαστου τυπον δια το τους μισθοφορους ἐκ πολλων ἐθνων συνεστηκεναι : ἐσπευδε γαρ ἑκαστον των
9999948 γευομενῳ
ὀψε δε φοινικουν : ῥιζα λευκη , εὐωδης , θερμαντικη γευομενῳ . Τριφυλλιον θαμνος ἐστι πηχεως ἠ και μειζων ,
ἀπο του αὐτου πυθμενος πολλας , μακρας , παχειας , γευομενῳ κολλωδεις : γινονται δε ξηραινομεναι μελαιναι τε και σκληραι
9999948 συμπτωματι
ἐπινευσαντος οὑτως ἐτεθη : ἐπισημασιαν δε ἐχει ἐπι τῳ ἐκεινου συμπτωματι δυομενη καθ ' ὡραν . Ἐχει δε ἀστερας ἐπι
εἰρηται γαρ ὡσπερ ἐπι νοσηματων γινεται τουτο , και ἐπι συμπτωματι γενηται σπασμος , χαλεπον σημαινει , ὁτι και των
9999948 γεγραμμενην
το ἐπιπεδον εὐθειας φαντασιαν ἀπολιπειν και την ἐν τῳ ἐπιπεδῳ γεγραμμενην περιφερειαν . και γαρ το ἐπιπεδον το ἐπ '
τας ἀληθινας : ἀσκησιν δε παριδων την ἀληθινην ἐπι την γεγραμμενην ὁρμᾳς . “ Προς τε τον ὀνειδισαντα αὐτῳ την
9999948 τετρα
] τα ? [ τοιαυτα , δις , τρις , τετρα ] - κις : ὀλιγακις ? [ , πολλακις
ΑΒ της ΒΓ μηκει διπλασιων . λεγω , ὁτι δυναμει τετρα - πλασιων ἐστιν ἡ ΑΒ της ΓΒ . ἀναγεγραφθω
9999948 συνιστατο
ἡ Ἡλιαια πεντακοσιων : εἰ δε χιλιων δεοι δικαστων , συνιστατο δυο δικαστηρια , εἰ δε πεντακοσιων και χιλιων ,
ἐποχεισθαι , παρακατιων την ἁρματηλασιαν και ἐκ ποσων ἱππων αὐτα συνιστατο ἐδηλωσεν , εἰρηκως : τελη και ἁρματα τεθριππα και
9999948 Πυθαγορειους
μεγεθη τε και αἰσθητα ποιουντας , ἀπορει προς μεν τους Πυθαγορειους , πως ἐξ ἀβαρων και ἀμεγεθων των ἀριθμων τα
αὐλου ῥυθμον κατα πολεμιων χωρουντας . φασι δε και τους Πυθαγορειους , εἰ ποτε κινηθειεν αὐτοις τα παθη ἠ τινας
9999948 κυβου
ὁτι ἡ της σφαιρας διαμετρος δυναμει τριπλασιων ἐστι της του κυβου πλευρας : ὁπερ ἐδει δειξαι . Εἰκοσαεδρον συστησασθαι και
τριων σχηματων πλευραι , λεγω δη πυραμιδος και ὀκταεδρου και κυβου , προς ἀλληλας εἰσιν ἐν λογοις ῥητοις . αἱ
9999948 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999948 δαπαναις
, ἐν πολεμοις ἀει τα ἡμετερα ἐσται και κινδυνοις και δαπαναις ἐπιζημιοις και το περας ἀδηλον του πολεμου : πολλα
ἁμα κοσμων και αὐτος την πολιν ὡς δυνατον ἰδιαις τε δαπαναις και ἀναλωμασι και κοινωφελεσιν οἰκοδομημασι τε και ἀναθημασι .
9999948 γραμματικοι
και τῃ φωνῃ : των μαθηματων ἐντος : φιλαποδημοι : γραμματικοι : τα προσπιπτοντα ἐκ της πατριδος δυσχερη γενναιως φεροντες
, ἠ συν τῳ σ , εὐμενους , παρεισιν οἱ γραμματικοι καθολικον τι προφερομενοι και ἀπο τουτου το ζητουμενον βεβαιουντες
9999948 ἐγχειρησαι
, εἰτε πυρεκτικως ἐχοιεν εἰτε και μη , και εἰτε ἐγχειρησαι ἠ ἀπαγορευσαι . Αἱ μεν οὐν ὀλεθριως διακειμεναι καταφερονται
τοις νομοις , ἰσμεν ἁπαντες . ἐγω μεντοι οὐδ ' ἐγχειρησαι οἰμαι προτερον τον Λυκουργον ταυτην την εὐταξιαν καθισταναι πριν
9999947 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999947 ἐβουλου
ἐστιν , οὐδεν δει διαφερεσθαι . συ δε , εἰ ἐβουλου πολιτικως αὐξησαι τον λογον , παρετιθεις ἀν αὐτοις και
Και μοι εἰπε , ὠ Θρασυμαχε : τουτο ἠν ὁ ἐβουλου λεγειν το δικαιον , το του κρειττονος συμφερον δοκουν
9999947 ἀγνοουσι
περι ἑν καταγινομεναι ἑν μεν τι γινωσκουσι , πολλα δε ἀγνοουσι , και μαλλον ἀγνοιαι εἰσιν ἠπερ γνωσεις : ἡ
τῃ ποιητικῃ βαρεως φεροντα την ἡτταν ἀνελαμβανε και παρεμυθειτο τοις ἀγνοουσι κακον εἰναι φαμενος την ἀγνοιαν , ὡσπερ την τυφλοτητα
9999947 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999947 βουλομενῳ
, πολλους ἀγωνιστας ἑξετε της ἀρετης , ἀν δε τῳ βουλομενῳ και τοις διαπραξαμενοις χαριζησθε , και τας ἐπιεικεις φυσεις
ουτε . καιτοι τις οὐκ οἰδεν , ὁτι παντι τῳ βουλομενῳ ῥᾳστον ἐργον ἀν γενοιτο συγχεαι και ἀνελειν ὁμονοιαν ἐκ
9999947 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999947 Ἀλκινοος
θ ' , ὁσον ἠθελε θυμος , τοισιν δ ' Ἀλκινοος ἀγορησατο και μετεειπε : “ κεκλυτε , Φαιηκων ἡγητορες
' ἠγερθεν ὁμηγερεες τ ' ἐγενοντο , τοισιν δ ' Ἀλκινοος ἀγορησατο και μετεειπε : “ κεκλυτε , Φαιηκων ἡγητορες
9999947 Ἰσχομαχος
ὁπως οὐκ εἰ παρασιτος , φιλτατε : ὁ δ ' Ἰσχομαχος ὁδι τρεφων σε τυγχανει . ὁπως δε την νυμφην
τα ὑποζυγια , τουτο συ με διδασκε . Και ὁ Ἰσχομαχος γελασας εἰπεν : Ἀλλα παιζεις μεν συγε , ἐφη
9999947 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν

Back