οἰσεμεναι προεσαν κηρυκα ἑκαστος . τον δ ' αὐτ ' Εὐρυαλος ἀπαμειβετο φωνησεν τε : “ Ἀλκινοε κρειον , παντων
και μενος , ὀτραλεαι δε ποτι μορον εἰσι κελευθοι . Εὐρυαλος δ ' ἀρα πολλον ἀπο στιβαρης βαλε χειρος λαα
9999978 εὐδοκιμουντων
. Θεος ἡ Ἀναιδεια : ἐπι των δι ' ἀναιδειαν εὐδοκιμουντων . Θετταλον σοφισμα : ἐπι των τι σοφιζομενων ἠ
κατακαιεται . Πυρ εἰς ἀκανθας : ἐπι των περι τι εὐδοκιμουντων . Πυρ ἐπι δαλῳ ἐλθον : ἐπι των ταχεως
9999978 ἐκελευσας
. Ἀνεγνων τοις φιλοις την ἐπιστολην την μακραν ἐκεινην , ἐκελευσας γαρ και οὐκ ἠν ἀπειθειν τοσαυτῃ δυναμει . ἡ
ἐσεσθαι σε των ἑκαστοτε πρακτεων οἰομενος : ἐπει δ ' ἐκελευσας μνημονευσαι με και του ὑγιεινου μερους , ἐνταυθα την
9999978 ἀπελαβον
, πολλοι δε πιοντες στερνον ἰαθησαν και το ἀναγκαιον πνευμα ἀπελαβον , των δε ποδας ἐξωρθωσε , των δε ἀλλο
' ὁμως και ἀπολαμβανουσι τα ἀφαιρεθεντα , καθαπερ την Συμβακην ἀπελαβον παρα των Ἀρμενιων ὑπο Ῥωμαιοις γεγονοτων , και αὐτοι
9999976 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999975 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999975 γραμματικων
ὁ δειπνοσοφιστης Λαρηνσιος , ἀλλος δε τις φησιν ὁτι ἐθος γραμματικων παισι περι παντων των προβαλλομενων λεγειν : εἰδος φυτου
οὐκ ἐπεθετο , ἀλλα γαρ ἐμοιγε δοκει οὐδεν ἐλαττον των γραμματικων οὐ δευτερος ἠ των ῥητορων , δι ' ὡν
9999975 χονδρος
οὐκ εἰπε χονδρους ἁλας . Περι δε της συνταξεως του χονδρος ἁλς , εἰτε ὁμοιοπτωτως δει συνταττειν εἰτε ἀνομοιοπτωτως ,
οἱ οἰκαδ ' ἰοντι παλιν ποτιδορπιον εἰη . . . χονδρος δ ' ἡδυπροσωπος , ὁν Ἡφαιστος καμεν ἑψων Ἀττικῳ
9999975 καταγελαστως
, και τα ὀρνεα ἐρχονται ὡς ὑγροτεραν την γην . καταγελαστως δε ἐνταυθα ὁ Ἱπποκρατης ἐχρησατο , ὁτι περι σωματων
εὐδαιμον των ἡγουμενων και ἑπομενων θεων . Τινες μεν οὐν καταγελαστως εἰπον ὁτι και γαρ εὐφραινονται ἀποβλεποντες εἰς τας ἀνθρωπων
9999975 σοφωτατον
οὑτω λαβοντα , ὡς ἐγω λεγω , τουτον ἐγω καλω σοφωτατον και διισχυριζομαι παιζων τε και σπουδαζων . δηλον γαρ
του Σωκρατους ὁ θεος μεμαρτυρηκε περι ἀμφοιν , χρησας ἐκεινον σοφωτατον εἰναι , ὡστε διπλην οὐσαν την του Σωκρατους μαρτυριαν
9999975 καταρατε
κληθηναι και κληθεντι φησι : „ λεγε μοι , ὠ καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας , ὡς εἰς το ταμιειον
παρεγενετο . και φησιν ὁ δεσποτης ” λεγε μοι , καταρατε , οὑτω μου κατεφρονησας ὁτι εἰς το ταμειον εἰσελθων
9999974 κατεφρονησαν
. . : ἀντι του , προς καιρον τινα δυνηθεντες κατεφρονησαν και της ἀρχης της ἡμετερας και της παρ '
Ἀναξιβιον τον Λακωνα . Ἀβυδηνοι δε ὁρωντες οἰκοδομουντα το τειχος κατεφρονησαν ὡς φοβουμενου και προελθοντες της πολεως κατα την χωραν
9999974 πληθουσαν
γενεθλῃσιν ἐφεστως τικτομενοις κτησιν μεν ἀγαν πολυχρημονα τευχει και βιοτην πληθουσαν ἀλυπητον τε διαιταν , ἀρχας δ ' οὐκ ἀξει
και ἀγκυλομητιν ἐπεκλυον ἐντυνασθαι κερδω : ὁτ ' οἰωνων ἀγελην πληθουσαν ἰδηται , δοχμιη ἀγκλινθεισα , τανυσσαμενη θοα κωλα ,
9999974 Διοσκορους
' οὐδεν ἡσσον : τιμωντες με οὐδεν ἡττον ἠ τους Διοσκορους . Ἀττικη δε ἡ συνταξις , ἀντι του οὐκ
. οἱ δε περι Ἐπιμενιδην ἀρρενα και θηλειαν ἐμυθευσαν τους Διοσκορους , τον μεν αἰωνα ὡσπερ μοναδα , την δε
9999974 εὐδοκιμουντας
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . Ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ᾠηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ὠιηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
9999974 ἀπηλλαγμενοι
αὐτοις περι τας κωμας , ἀριστοκρατιᾳ δ ' ἐχρωντο , ἀπηλλαγμενοι δ ' ἠσαν των βαρεων δημαγωγων , ἡδοντο τοις
και τα δεοντ ' ἐσομεθ ' ἐγνωκοτες και λογων ματαιων ἀπηλλαγμενοι : οὐ γαρ ἁττα ποτ ' ἐσται δει σκοπειν
9999974 πινακων
μεν αὐξειν , τα δε μειουν προς τας των ὑποτιθεμενων πινακων εὐρυχωριας . Οὐ παρα πολυ δε ἐσται της ἀληθειας
τας των ἀκρων κυκλων παραλλαγας , ἐπι δε ἑκαστου των πινακων οὐκ ἐτι . Διο και κατα τον λογον του
9999974 κατοικια
Ὀτρεως Ὀτροιαν καλεισθαι * προτερον . Ὁτι δ ' ἠν κατοικια Μυσων ἡ Βιθυνια πρωτον μαρτυρησει Σκυλαξ ὁ Καρυανδευς φησας
γαρ τους τεμνομενους τα αἰδοια γαλλους καλουσι . Γαμαλα , κατοικια Συριας . ὁ οἰκητωρ Γαμαλευς . Ἰωσηπος ἐν τεταρτῳ
9999974 καταφορα
μαθειν . ὁ δε μισθος ἀργυριον , χρηματα , φορα καταφορα , τελος , εἰσφορα , τελεσμα , εἰσπραξις .
ἡγεμονικον . οἱ δε οὑτως . ὑπνος ἐστιν ἡ ψυχης καταφορα κατα φυσιν ἀπο των περατων ἐπι την ἀρχην .
9999974 ὠκεανος
ληπτεον . Ὁπου γαρ μεσος ἐστι τις τοπος , μεσος ὠκεανος λεγεται , ὁπου δε παρα τουτο , τελευταιος .
Ἡρακλειον πορθμον και τον ναον της Ἡρας ἐκδεχεται μεν ὁ ὠκεανος , ἀναπεπταμενος ἐφ ' ἑκατερας τας ἠπειρους , την
9999974 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999974 πολυσχιδης
, ὁμοιος δε ἐστι κατα το κυρτωμα βοειῳ . οὐτε πολυσχιδης ἐστιν οὐτε λειος , ἀλλα πολλας ἀνωμαλιας ἐν ἑαυτῳ
ὠτειλας παραβυουσα . Ἀριστοφανους . Μυς ἐστι μεν καρχαροδους και πολυσχιδης , ἐχει δε δυο ποδας και δυο χειρας ,
9999974 φιλοσοφουσι
και βιβλιον ἐν τῃ ἀριστερᾳ , και παντες ὑπερ σου φιλοσοφουσι , μεστοι δε οἱ περιπατοι κατα ἰλας και φαλαγγας
ἀμφισβητησιν λογικην , προσεθηκε το ἐπι μερους . τοις γαρ φιλοσοφουσι γενικαι εἰσιν αἱ ἀμφισβητησεις , οἱ γαρ φιλοσοφοι οὐ
9999974 τραχηλος
μικροτερα και εὐθυτραχηλος . Του κυτους της μητρας ἐπιπροσθεν ὁ τραχηλος τε και το στομα ἐστιν : του δε στοματος
κακοηθη και μη ἐχοντα ἁπλοτητα μηδε εὐθυμιαν μηδε πραοτητα . τραχηλος εἰς τα δεξια βλεπων κοσμιου και σωφρονος και φροντιστου
9999974 Παφλαγονων
. Ἀγησιλαος δε ποιησαμενος [ σπονδας ἐκ της των ] Παφλαγονων ἀπηγαγε [ ] δια ταχεων [ την στρατιαν ἐπι
εἰρηκως ὁτι ἐαν μη ἀπεχησθε ἡμων , γενησομεθα φιλοι των Παφλαγονων καθ ' ὑμων . ἀπολογειται οὐν και λεγει ὁτι
9999974 Ἑλληνικαις
ἐκεινου μεχρι και νυν τῃ διαδοχῃ του χρονου παραδοθεντα ταις Ἑλληνικαις ἱστοριαις και ξυγγραφαις ᾀδεσθαι και θαυμαζεσθαι παρα πασι και
ἀνδρειαν των Ἑλληνων ἀγνοεις : τους γαρ ἀφισταμενους των βαρβαρων Ἑλληνικαις δυναμεσι καταπολεμεις : ὡστε μη νομιζε τους ὑπερ της
9999974 γραμματικοις
, καθαπερ και τας ἀντωνυμιας και την καλουμενην παρα τοις γραμματικοις προσηγοριαν . οὐ μεντοι φαινεται τουτο λογον τινα ἐχειν
ταυτα μεν εἰρηται περι των ῥηματων της ἀπαρεμφατου παρα τοις γραμματικοις λεγομενης ἐγκλισεως , δι ' ὡν και μονων εἰωθαμεν
9999974 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999973 νοσουντα
Πανι , κτημα δε τερπνον πασιν ἀνθρωποις , ὁ και νοσουντα ἰασεται , και λυπουμενον παραμυθησεται , τον ἐρασθεντα ἀναμνησει
μαλιστα εἰ παραληφθειη οὐκ ἀπο του ὑγιαινοντος τοπου ἐπι τα νοσουντα , τοτε γαρ ἐπισυρεται , ἀλλ ' ἀπο του
9999973 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999973 συμβουλοι
λαφυρων ἐγκρατης ἐγενετο . οἱ δε συνοντες τῳ Ἀγησιλαῳ Σπαρτιαται συμβουλοι και οἱ τας ἡγεμονιας ἐχοντες ἐθαυμαζον , πως δραστικος
ἐπιχειρεις οὐδ εἰδως , εἰ εἰσιν „ ; εἰσιν οἱ συμβουλοι οἱ δοκουντες εἰναι δεινοι ἐν ταις και λεγουσιν τουτῳ
9999973 ἀναλουν
ναυς εἰκῃ περιπλευσαι . οἱ δ ' Ἀθηναιοι νομιζοντες αὐτον ἀναλουν τον της ὡρας εἰς τον περιπλουν χρονον , συγγνωμην
ἀντι του ἀναιρουντες . Θουκυδιδης [ και ἀναλων ] και ἀναλουν το ἀναιρειν και ἀναλωμα ὁ αὐτος . ἀνανεουσθαι :
9999973 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999973 φλεγμοναις
χωρις συμπτωματων . οὐκουν ἐνταυθα οὐ διαλεξεται περι των ἐπι φλεγμοναις γινομενων πυρετων , ἀλλα περι των ἀλ - λων
μονον τοις ἐρυσιπελασιν , ἀλλα και τοις ἑκτικοις πυρετοις και φλεγμοναις ταις ἐν αἰδοιοις κατ ' ἀρχας πριν νομωδη τινα
9999973 νομισαντα
ἐς κορακας . ὁ δε Αἰσωπος μυθικως κολοιον μεγαν , νομισαντα τοις κοραξιν ὁμοιον εἰναι , προς αὐτους πολευθηναι :
πολλοις κεχρημενον και το δια τους τροπους εὐδοκιμειν οὐ χειρον νομισαντα του δια τους λογους . καιτοι συ πεμπειν αὐτον
9999973 μονοσυλλαβον
φραπις , ὡς λεπω λεπις . οὐδεν γαρ εἰς ις μονοσυλλαβον ἐν μονῳ θηλυκῳ γενει συνεσταλμενον : το γαρ ἰς
δυναται ὀξυνεσθαι : ἀλλ ' οὐτε βαρυνεσθαι δυναται , ἐπειδη μονοσυλλαβον ἐστι , τα δε μονοσυλλαβα οὐδεποτε βαρυνονται , ἀλλ
9999973 ἀστερα
' ἀπο του Μ ἀπογειου ἐπι τον κατα το Κ ἀστερα των λοιπων εἰς το ἡμικυκλιον , ὡς προκειται ,
οἱς κουρη Θειαντις ἐναισιμα ἐργα προφαινει , αὐτις δ ' ἀστερα καλον ἐρισθενεος Κρονιωνος ἠ Παφιης ἠ φαιδρον ἐυσκοπον Ἑρμαωνα
9999973 τουτεοισι
και τριηκοντα ἐτεσι και γεραιτεροισιν ἡσσον , ἀλλα τους ἐμετους τουτεοισι προσδεχεσθαι . Τοισι δε παιδιοισι σπασμοι γιγνονται , ἠν
μη ᾑ δει ῥεπῃ : ἠν δε ὁπῃ δει , τουτεοισι δει στομουν οἱως ἑκαστα ῥεπει . κθʹ . Τα
9999973 ἀποδεικτικου
λογων , του τε συνακτικου και του ἀληθους και του ἀποδεικτικου , εἰ μεν τις ἐστιν ἀποδεικτικος , οὑτος πολυ
ἀποδεικτικον , διαλεκτικον , σοφιστικον , και περι μεν του ἀποδεικτικου διδασκει ἐν τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε διαλεκτικου
9999972 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999972 ἐκβαλων
ἀγνωμων ἀνηρ ἐπ ' αὐτῳ τῳ ἀμητῳ και ταις ἁλωσιν ἐκβαλων τον σπειραντα γεωργον και προπεπονηκοτα τους καρπους ἀξιοι προσποριζειν
Ἰχναιας βραβευς , ἐπεσβολησας λυγρα νοσφιει γαμων , λιπτοντα κασσης ἐκβαλων πελειαδος . ὁς τους Λυκου τε και Χιμαιρεως ταφους
9999972 βλαβερος
. βλαβη ] λυπη . ἀνιαρος ] λυπηρος . , βλαβερος . λυσανιας ] ἐλευθερωτης , λυων τας λυπας ,
τον τοιουτον ἐραστην , και δειξαι ὁτι και κακος και βλαβερος ἐστι , και ὁτι αἰσχρος , και λοιπον ὁτι
9999972 προσκεφαλαια
παλαι ἀφιγμενην ἐπι την ἐμην εὐνην . κεκομιστο δε αὐτῃ προσκεφαλαια μαλακα και στρωματα εἰσω κατεθεντο και χαμευνιον ἡμιν εὐτρεπες
φυλλαδες , πτεριδες , ποαι , τυλεια , κνεφαλα , προσκεφαλαια ὡς Δημοσθενης και πολλοι . και ποτικρανον δ '
9999972 ἐκλεξασθαι
ἐργον ἁπαντων ἐστι τοις γρα - φουσιν πασιν ἱστοριας ὑποθεσιν ἐκλεξασθαι καλην και κεχαρισμενην τοις ἀναγνωσομενοις . τουτο Ἡροδοτος κρειττον
ὁλη οἰκια ἠ ἀλλη συγγενεια ἡντινα ἀν βουλῃ των ἐνθαδε ἐκλεξασθαι . ἀλλ ' ἐγω σοι εἱς ὠν οὐχ ὁμολογω
9999972 διηκουσαν
εὐρυχωριαν ἐχοντος και παντος ὑπαρχοντος ἀργου δια την ἐν αὐτῳ διηκουσαν ἁλμυριδα τοσουτον συνεβη ὑπο των ἱππεων ἐξαιρεσθαι κονιορτον ὡστε
' ὡς πρεσβυτεραν αὐτων και ἀρχικωτεραν προειληφοτα , οὐ μην διηκουσαν δι ' αὐτων , ἀλλα προτεταγμενην προ των ἰδιων
9999972 κερατοειδους
προπετεια του ῥαγοειδους χιτωνος , ἐκ διαβρωσεως ἠ ῥηξεως του κερατοειδους γινομενη , ἡτις ἐν διαφοροις μεγεθεσι θεωρουμενη , διαφορα
τινα κυκλοτερη ἀφιησι : παχυνομενου αὐτου ἐν τοις λευκωμασιν του κερατοειδους , λευκου ὀντος , λευκαινεται . φαινεται δε μελας
9999972 ὑστεροι
συνανατελλουσιν οὐτε συγκαταδυνουσιν , ἀλλα οἱ νοτιωτεροι των βορειοτερων ἀει ὑστεροι ἀνατελλουσι και προτεροι καταδυνουσιν . οἱ δε προς την
, εἰ δε μη , ἀνταγωνιζομενοι τοις τοιαυτα λεγουσι μη ὑστεροι ἀκολουθησαι δοκειν τῃ γνωμῃ , ὀξεως δε τι λεγοντος
9999972 κορου
τῳ λυπουντι της θερμης . και ὁ μεν ὀμβρους ἀχρι κορου παρεχει τῃ γῃ ψυχος ἀφελων , ἡ δε ἀνιησι
. Ἀχρι κορου : παροιμια ἠν , ὁτι , ἀχρι κορου ἐκεινος ἀναισθητος ἐστιν : και : οὑτος ἀχρι κορου
9999972 ἀπαραιτητον
δει . ὁ τε γαρ προλαβων , | ὡς οὐκ ἀπαραιτητον ἀλλ ' εὐμενες δι ' ἡμεροτητα φυσεως ἐστι το
εἰς την οἰκιαν ἀπεκτεινε . το μεν οὐν πικρον και ἀπαραιτητον της των πατερων ὀργης εἰς υἱους ἀδικουντας και μαλιστ
9999972 πλανωμενην
πριν ἠ Ναον ἀφικεσθαι [ γαρ ] και ἐνταυθα Δημητρα πλανωμενην : ὁσοι δε Φενεατων οἰκῳ τε και ξενιοις ἐδεξαντο
, κεντουσα βελεσι φοιταλεοις , τοις ποιουσιν ἐμε ἁπανταχου πορευεσθαι πλανωμενην . . : ἐτυμα προσθροεις ] ἐτυμως προσφωνεις .
9999972 σφετερισασθαι
Ξενοκρατη , ὡς φασιν οἱ Πυθαγορειοι , τα μεν καρπιμα σφετερισασθαι δια βραχειας ἐπισκευης , τα δε ἐπιπολαια και ἐλαφρα
, ἁμα δε και του μη ἑτερον τινα το αὐτου σφετερισασθαι συνταγμα ʃ το προσωπον ξυνεγραψε : ἐστιν ἀλλο γραψαι
9999972 ἀπαγγειλαντων
ἐπεθετο τουτων ἡμαρτεν οὐδενος . Δυο νεανισκων κεκονιμενων και ἀγγελιαν ἀπαγγειλαντων . Ὁτι Ὁμηρος πρωτος περι της ἐν τοις πολεμοις
. ἀνελθοντων δε των πρεσβεων και την εὐποριαν των Ἐγεσταιων ἀπαγγειλαντων , συνηλθεν ὁ δημος περι τουτων . προτεθεισης δε
9999972 προσεποιησατο
ἐν χρονῳ τοσουτῳ ἐχοντος ἐκεινου τον κληρον , οὐδεις πωποτε προσεποιησατο οὐδ ' ἠμφεσβητησε της κληρονομιας ἐκεινῳ . Τελευτησαντος δε
την ἀδελφην , διαπραττομενος τηλικαυτα ἑνα μαρτυρα παρειναι αὑτῳ Πυρετιδην προσεποιησατο , και τουτου ἐκμαρτυριαν ἐπ ' ἐκεινῃ τῃ δικῃ
9999972 ἐμβαλων
. προς δε τουτοις , ὁταν τις εἰς χαλκουν ἀγγειον ἐμβαλων των ἐδωδιμων ὁδηποτουν μεθ ' ὑδατος εἰς τον ἡλιον
. ὁ δε ταις χοινικισι των τροχων τους ἡλους οὐκ ἐμβαλων ἐποιησε τον Οἰνομαον ἐν τῳ τρεχειν ἡττηθηναι και ἀναιρεθηναι
9999972 λειτουργιαν
, μεγαλην και θαυμαστην τινα ταυτην εἰσηνεγκαν τε και προὐφηναν λειτουργιαν τῳ βιῳ , ἀλλα και νυν οὐχ ἡκιστα τουτο
ἀλλος δ ' ἀν ἰσως φαιη φευγοντα σε ταυτην την λειτουργιαν και τας ὑπερ των κεραμιων φροντιδας ἐπιστολην ἐπεσταλκεναι λυσιν
9999972 ἀναισθητοι
ἐξ εὐμαρους διωκει τους βαρβαρους : οἱ δ ' , ἀναισθητοι και λογισμων ὀλιγα κοινωνουντες , ὑπ ' αὐτου διωκονται
? ? γεροντες ? [ ] ξηροι ? και ? ἀναισθητοι , ὁτι χωρις ὑγροτητος ? ? : ἀναλογως ?
9999972 Ταυρομενιτης
μασσαι ὠνομασται . . , , . : Τιμαιος ὁ Ταυρομενιτης τους ἐμβαλλοντας ποταμους εἰς την Ἀτλαντικην δια της Κελτικης
τους περιπατους ἐν τοις ἰχθυσι . Τιμαιος δ ' ὁ Ταυρομενιτης και Ἀριστοτελη τον φιλοσοφον ὀψοφαγον φησι γεγονεναι . και
9999972 ἀκολουθους
υἱον , ἠ παιδα τον ἀκολουθον : και γαρ τους ἀκολουθους παιδας ἐκαλουν : παραδειγμα και τουτο : ἐθετο ὁ
δε τους ἑπομενους και τους τελευταιους του στρατοπεδου οὐκ ὠκνησεν ἀκολουθους ὀνομασαι . και ἐν τοις Ἀπομνημονευμασι θαυμαζω οὐν φησι
9999972 ἀποπεμψαι
μεν οὐδενι τροπῳ ἐτι αὐτας , ἑωυτων δε τους νεωτατους ἀποπεμψαι ἐς αὐτας , πληθος εἰκασαντας ὁσαι περ ἐκειναι ἠσαν
ἀπ ' αὐτου , δοκεοντες τον Ἀπριην ἐκ προνοιης αὐτους ἀποπεμψαι ἐς φαινομενον κακον , ἱνα δη σφεων φθορη γενηται
9999972 συγγραμματα
' ἀσκοπῳ οὐτ ' ἀκυλιστῳ Πρωταγορῃ : ἐθελον δε τεφρην συγγραμματα θειναι , ὁττι θεους κατεγραψ ' οὐτ ' εἰδεναι
και Καλλιμαχον ἐν τῳ των παντοδαπων συγγραμματων Πινακι ἀναγραψαντα πλακουντοποιικα συγγραμματα Αἰγιμιου και Ἡγησιππου και Μητροβιου , ἐτι δε Φαιτου
9999972 προβλημα
σκεπασμα χρη καλειν αὐτην , ἀλλ ' οἱον ἀμυντηριον τι προβλημα ταις του κρανιου προσβολαις ἐγκειμενον : ἀλλ ' ἡ
ἐστι και το μεσον κατ ' εἰδος , ὡσπερ το προβλημα . μονον δε και το μεσον κατα τον χρονον
9999972 γελωτοποιος
ἐπεισηγαγεν . ἠν γαρ τις Λατινος ὀνομα μεν Σαυνιων , γελωτοποιος δε και χαριτας ὑπερβαλλουσας ἐχων εἰς ἱλαροτητα : οὐ
τα συμβολα των βασιλικων γνωρισματων , συννουν προσωπον . οὐ γελωτοποιος αὐτον προσαγεται ἐξω του μετρου , οὐ θαυματοποιος ἐκπληττει
9999972 κατεσταθησαν
, ἐν δε τῃ Ῥωμῃ ἀντι των ὑπατων τρεις χιλιαρχοι κατεσταθησαν , Γαιος Ἰουλιος , Πουπλιος Κορνηλιος , Γαιος Σερουιλιος
ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησι . . . . ἐν Ῥωμῃ κατεσταθησαν ὑπατοι Λευκιος Κορνηλιος Λεντλος και Κοιντος Ποπιλλιος . ἐπι
9999972 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999972 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999972 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999972 μισθων
ἀγων , εἰς ὁν ἀνεφερετο . . Ἡρακλης στερηθεις των μισθων , οὑς ὑπεσχετο αὐτῳ δουναι Αὐγειας ὁ της Ἠλιδος
δημοτικον , ἐπει δε τοις ἐμαυτου σωφρονισθεις κακοις μετα μεγαλων μισθων ἐμαθον , ὁτι ἐλαττον ὑμων ἐστι του βουλομενου το
9999972 τεταγμενως
ἡ ΗΘ : διαμετρος ἀρα ἐστι πασων των τομων και τεταγμενως ἐπ ' αὐτην κατηγμεναι αἱ ΑΒ , ΔΕ .
κυριως το ἀτακτως προφερειν τα ὑποπιπτοντα ῥηματα , λεγειν το τεταγμενως προφερειν τον λογον . λοιδορια μεν ἐστιν ἡ παρα
9999972 κριτηριου
λογον κριτηριον ἀπολειπουσιν , ὡς ὁ Ποσειδωνιος ἐν τῳ περι κριτηριου φησι . Καθολικη προσωιδια , . . . .
προς την της ἀληθειας εὑρεσιν . πολλαχως δη λεγομενου του κριτηριου , προκειται παλιν το σκεπτεσθαι προηγουμενως μεν περι του
9999972 Δαιδαλος
φυγοιεν : ἐδοκουν γαρ ὡσπερ κινεισθαι . τοιουτοι και οὑς Δαιδαλος ἐποιει . μη εἰποις δε το τε ἀργον ,
παραπλησιον τι λεγουσι Φιλιππῳ τῳ κωμῳδοδιδασκαλῳ : φησι γαρ ὁ Δαιδαλος παρ ' αὐτῳ κινουμενην ποιησαι την ξυλινην Ἀφροδιτην ἐγχεας
9999972 ἐρωτησων
ὡς νοθος ἐστι και οὐ γνησιος του Πολυβου , ἀπηλθεν ἐρωτησων εἰς την Πυθιαν , ἠγουν εἰς το του Ἀπολλωνος
πατηρ του Οἰδιποδος , ἀπερχομενος και οὑτος εἰς το χρηστηριον ἐρωτησων περι του τι γεγονε ὁ Οἰδιπους ὁ παρ '
9999971 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999971 ὀνειδιζειν
γε τι πλημμελουνθ ' ὡς φασιν : ὁπερ οὐδ ' ὀνειδιζειν ἀξιον . τους Ἑρμας περιεκοπτεν . ἁπαντα μεν ,
την ἀλκην ἐπι του παροντος , μηδενα των παροντων ὡς ὀνειδιζειν μελλοντα φυλασσομενος : γαμου γαρ παιδες ἁπαντες , και
9999971 ἀποφατικην
τηνικαυτα ἀνομοιοσχημονας ἐχουσα τας προτασεις δια το [ εἰς ] ἀποφατικην εἰναι την ὑπαρχουσαν , καταφατικην δε την ἐνδεχομενην ,
τινες τισιν ἀντιστρεφουσι , μη ἀντιστρεφειν μεν ἑαυτῃ την καθολου ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰπομεν , ὑπερεθεμεθα μεντοι την αἰτιαν ἀποδωσειν ,
9999971 ἀποτυγχανειν
τουτο ποιει , ” μελετω , “ εἰπεν , ” ἀποτυγχανειν . “ αἰτων τινακαι γαρ τουτο πρωτον ἐποιησε δια
ἀργαλεωτατῃ νοσῳ , ἐπαιρομενοι . προς γαρ τῳ του τελους ἀποτυγχανειν ἐτι μετ ' οὐ μικρας βλαβης μεγαλην αἰσχυνην ὑπομενουσιν
9999971 συνδεσμου
λογου μερων , του οὐ ἀρνητικου μοριου , του δε συνδεσμου , και ἐπι τουτοις του εἱς ἀριθμητικου ὀνοματος ,
οἱον ἐκ διαφορουμενου μεν ἀξιωματος και του ” εἰ “ συνδεσμου συνεστηκε το τοιουτον συνημμενον ” εἰ ἡμερα ἐστιν ,
9999971 ἐντυγχανειν
ἰδου γε τοι τολμω μη μονον τοις ἱεροις Μωυσεως ἑρμηνευμασιν ἐντυγχανειν , ἀλλα και φιλεπιστημονως διακυπτειν εἰς ἑκαστον και ὁσα
, προς τῃ ἀνατολῃ οἰκουντες , τεσσαρσιν ὡραις πρωτοι λεγονται ἐντυγχανειν τῃ ἐκβολῃ του ἡλιου των Ἰβηρων , προς δυσμαις
9999971 λαμβανοντι
ἡδονη ἀγαθον . ἀλλα οὐδε τουτων τις ὁ αὐτος τῳ λαμβανοντι πασαν ἡδονην ὑπο τεχνης γενησεσθαι , παν το ὑπο
εἰτα προϲπαϲϲειν ξηρῳ νιτρῳ ἠ μετα τρυγοϲ ὀξουϲ ἠ τῳ λαμβανοντι νιτρου ἀφρου # α , λιβανωτου , θειου ἀπυρου
9999971 κατεκοπησαν
ἐπληρωθη . διο και των βαρβαρων ἐν ταυτῃ τῃ μαχῃ κατεκοπησαν οἱ παντες ἱππεις τε και πεζοι πλειους των ἐννεα
ἐν τοις χαραξι καταληφθεντων οἱ μεν ὑπο των Ῥωμαιων μαχομενοι κατεκοπησαν , οἱ δ ' εἰς την συμβολην των ποταμων
9999971 φυτικης
παντα , ἀλλα τι μερος αὐτου : οἱον και της φυτικης ἐνεργειας ἐνεργουσης οὐκ ἐρχεται εἰς τον ἀλλον ἀνθρωπον ἡ
τον ἀνθρωπον ἐκ θρεπτικου και αὐξητικου και διαπλαστικου και ἁπλως φυτικης δυναμεως , ἡν εὐθυς ἡ πρωτη καταβολη της γονης
9999971 ἀνατολικης
οὐσης ὑπο των κακοποιων πραξιν και ἐπικτησιν σημαινει , μαλιστα ἀνατολικης οὐσης : καλοι οἱ χρονοι ἐν πασιν ἀνεγραφησαν ,
∠ ʹʹιβʹ λϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ και ἐν τῳ Αἰγαιῳ πελαγει ἀνατολικης πλευρας Πανορμος λιμην νγʹ γοʹʹ λζʹ Ἀρτεμιδος ἱερον νγʹ
9999971 κατεχουσα
συνετως δε . Στασις δε ἠλθε πασι τοις τετραποδοις καυχημα κατεχουσα εἰς παιδων πληθη . Και δη ἐφασκον τῃ λεαινῃ
ἡμιονων , ὁτι και ἡ σεληνη τας πλειους ἑαυτης κινησεις κατεχουσα εὐτακτως την πορειαν ποιειται . Ἐστι δε και ἀλληγορικως
9999971 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999971 ξηραινουσι
και στομωματος , ὀνομαζουσι δε τινα και ἡλιτιν λεπιδα . ξηραινουσι μεν οὐν ἰσχυρως ἁπασαι , διαφερουσι δ ' ἀλληλων
ἐκπνεει , το δε ψυχρον ἐπαγεται . Ἀρτοι θερμοι μεν ξηραινουσι , ψυχροι δε ἡσσον , ἑωλοι δε τι ἡσσον
9999971 στερητικαι
' αὐτην ἐπ ' ἐλαττον και της μετ ' αὐτην στερητικαι Δ ἀνθρωπος ἀδικος οὐκ ἐστιν ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν Α
' αὐτην ἐπ ' ἐλαττον και της μετ ' αὐτη στερητικαι οὐ πας ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν πας ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν
9999971 ἠδικηκοτων
, οὐκ ἀξιουμεν ἐλαττωθηναι ὑπο των και ἡμας και ὑμας ἠδικηκοτων . Χωρις δε τουτων , ἀνδρες Ἀθηναιοι , μη
, ὠ ἀνδρες δικασται , τινος εἱνεκ ' ἐγω μηδεν ἠδικηκοτων τουτων κατηγορειν ἀν προειλομην . οὐ γαρ εὑρησετε .
9999971 βελτιονος
ἡ δε ἀδεια ἀναισχυντιαν ἐνετεκεν : το γαρ την του βελτιονος δοξαν μη φοβεισθαι δια θρασος , τουτ ' αὐτο
ὁς τας ἐφοδους και ἐπιδρομας του χειρονος μερους ἀπο του βελτιονος ἀπωσει . τεθαυμακα δε ἐτι μαλλον , ἐπειδαν κατακουων
9999971 ποιημασι
. φερε δη τις οὐκ ἀν ὁμολογησειεν τοις κρατιστοις ἐοικεναι ποιημασι τε και μελεσι τους Δημοσθενους λογους , και μαλιστα
τῃ γαρ μαλακιᾳ και τῃ τρυφῃ ἐπιδους ἑαυτον ἐν τοις ποιημασι διαβεβληται , οὐκ εἰδοτων των πολλων ὁτι νηφων ἐν
9999971 θεραπευσαντες
κατεμεμψαμεθα , ὁτι γε δη ὀργιζεται οὐκ ἀδικουσιν οὐδεν . θεραπευσαντες οὐν αὐτον και ἐπι ἑστιασιν καλεσαντες ἐξωρμησαμεν . και
, ἐφη , οὑτως . Οὐκουν εἰ την διανοιαν ἱκανως θεραπευσαντες παραδοιμεν αὐτῃ τα περι το σωμα ἀκριβολογεισθαι , ἡμεις
9999971 Βοιωτους
Φερας Φωκεων ἐγενοντο συμμαχοι . λʹ . Μαχη Φωκεων προς Βοιωτους περι Ὀρχομενον και ἡττα Φωκεων . λαʹ . Ἀλλαι
τα τειχη των Ἀθηναιων ἀνῳκοδομησεν . Ὡς περι Κορινθον Λακεδαιμονιοι Βοιωτους ἐνικησαν και ὁ πολεμος οὑτος ἐκληθη Κορινθιακος . Ὡς
9999971 καθευδουσι
μηκιστῃ * * πηγης ὁταν τυχωσιν , ἀναπαυονται νυκτωρ και καθευδουσι , τρεις δε ἠ τεσσαρες προφυλαττουσι των λοιπων και
δακνει τον λογισμον , ταυτα τον ὑπνον ὠθει , ταυτα καθευδουσι μολις ὑμιν ἐνυπνια γινεται . τι οὐν ; οἰχησεται
9999971 κοραλλιου
δ . ὁ τροποϲ τηϲ χρηϲεωϲ ὁ αὐτοϲ τῃ δια κοραλλιου . Φυλλου , μηου , δαμαϲωνιου , ἀναγαλλιδοϲ τηϲ
οἰνου : αἱματιτου λιθου ⋖ α μετα χυλου ῥοαϲ ἠ κοραλλιου λιθου ὁμοιωϲ , ἱππουρεωϲ ῥιζα , μορα τα πανυ
9999971 ἀναιδης
ἐρεις περι τουτων ? ? ? διαλεγομενον : ἐγω δε ἀναιδης ἀν ἠμην λαθραι πειρων και κλεπτομενην ἀπολαυσιν ἁρπαζων και
: κυνωπιδος , ἀναιδους : κυνειρον ἁπαλον : κυνοθρασυς , ἀναιδης : σεσημειωται το κοιλον , ἐξ οὑ και το
9999971 ὑποχονδριοις
ἐν τῳ περι ἐμπλαστρων παραδωσομεν τοπῳ . ἁρμοζει δε τοις ὑποχονδριοις και τοις μεσοις πασι κοινως μεν τα δια των
λυσιτελες . εἰ δε και φλεγμονη τις ὁμου ἀμφι τοις ὑποχονδριοις εἰη , πανυ ἀγαθον ἐπιπλασμα γινεται : ὀλιγον γαρ
9999971 βραχυτεραν
και πλεον , ξηραν δε την κεφαλην και ἀσαρκον και βραχυτεραν κατα το παν σωμα , τα δε λοιπα τοις
διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και δηλον ὁτι θερμαινουσι
9999971 μετεβαλοντο
και οἱ ὑστερον ἐπιπεμπομενοι παρα της Κλεοπατρας εἰς Κυπρον , μετεβαλοντο παραχρημα προς τον Πτολεμαιον : μονοι δε οἱ ἐκ
οὑτω δια το δεος των Θηβαιων ἐς την Λακεδαιμονιων συμμαχιαν μετεβαλοντο ἐκ του φανερου , και της Μαντινικης προς Ἐπαμινωνδαν
9999971 χαιρουσι
εἰ μηδεπω γελω , ἐγω δε τους γελωντας ὁτι ἀδικουντες χαιρουσι , σκυθρωπαζειν δεον οὐ δικαιοπραγουντας . δοτε μοι καιρον
ἐσθητος χρυσῳ δε και λιθοις πολυτιμοις κεκοσμημενων , οἱς ἀει χαιρουσι Ῥωμαιων οἱ τρυφωντες . ὑπερηγαπα δε ὁ Κομοδος αὐτο
9999971 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999971 ἀκολουθων
: δορυ . Τους : και τινας . ἐλαυνων : ἀκολουθων . Ἑλεν : ἐλαβεν , ἐκτεινεν . ξυλοχῃσι :
ὑπο Διος , τον θεον βλασφημοις λοιδοριαις ἐπεπληττε , κατοπιν ἀκολουθων : ὁ δ ' ἀναξιοπαθησας ἐπεμψεν αὐτῳ Τισιφονην ,
9999971 ἀπαιδευσιαν
παλιν ἐμπειριαν ἠμελημενην ; δοκεις δε μοι μαχης ἡμιν ὀνειδιζειν ἀπαιδευσιαν ὑπολαμβανων οὑτως ἀπειροκαλως ἡμας και μειρακιωδως ὁπλοις ἐπιχειρειν .
γυναικος . μεγαλην παιδειαν νομιζε δι ' ἡς δυνησῃ φερειν ἀπαιδευσιαν . μητε την γλωτταν σου χραινετω τις ἀνιαρος και
9999971 Καρκινος
μισθουται ὀθνειον στρατον : ἠλθε δε αὐτῳ ἀγων την στρατιαν Καρκινος ὀνομα τῳ ἀνδρι , μεγας την ἰσχυν και πολεμικος
πεπονημενους τοπους , οἱ δε Διδυμοι . . . , Καρκινος δε ἐνυδρους και χερσαιους , ὑψηλους , Λεων δε

Back