ἠ ὁτι τα πολλα ἀπο της δηκτικης λυπης γινονται . Δακτυλοι . οἱον δρακτυλοι , ἀπο του δρασαι : ἠ
οἱ δε ἀναλυοντες δεξιοι . ὡς Ἑλλανικος φησι , Ἰδαιοι Δακτυλοι ἐκληθησαν , ὁτι ἐντος Ἰδης συντυχοντες τηι Ῥεαι ἐδεξιωσαντο
9999964 δακτυλοις
ληφθεντα μετ ' οἰνου ξηρα , λεια ὁσον τοις τρισι δακτυλοις , πολλων οὐρων εἰσι κινητικα : και της σαρκος
κυριως μεν το ταις ψηφοις ἀριθμειν , καταχρηστικως δε και δακτυλοις ἀριθμειν . διαφερει δε μεταφορα και καταχρησις , ὁτι
9999952 ὑπισχνουντο
ὁτε Λακεδαιμονιοι την πολιν την ἡμετεραν ἀγνωμονησαντες της ἀγνωμοσυνης δικας ὑπισχνουντο δωσειν , ὁπως φανειεν παντως ἡττωμενοι ; ἐχει μεν
, ἐδακρυρροουν , ἱκετευον , ἑαυτους ἐξεδιδοσαν , ἑκουσιον δουλειαν ὑπισχνουντο , δεσποτην προσηγορευον ἐκεινον , προβλητους , οἰκοτριβας ,
9999951 κατακλιθῃ
νοσῳ σωζονται . Ἐαν δε της ☾ οὐσης ἐν ♓ κατακλιθῃ τις ἀφαιρουσης τῳ φωτι και τοις ἀριθμοις ♄ ,
κακοπαθησας σωθησεται . ἐαν δε της ☾ οὐσης ἐν ♌ κατακλιθῃ τις , ♂ συνοντος ἠ ☍ ἠ □ ,
9999950 δαιμονιοι
συγγενικων . Ξ ἀντισπαστικα ἡμιολια βʹ και ἑν μονομετρον . δαιμονιοι ] ἀθλιοι . δαιμονιοι ] δυστυχεις . θΞ ἀντιφονων
. και εἰπερ αἱ δυναμεις αἱ ἐν τῳ παντι αἱ δαιμονιοι ἠ αἱ θειαι ἐχουσι μερη του κοσμου περικειμενα αὐταις
9999950 δακτυλιον
εἰς Ἀργος ἀναχωρησειν . δια τουτο ἑκαστος ἐδιδου αὐτῳ ἠ δακτυλιον ἠ ἀλλο ὁ τι εἰχεν ἀγαγειν εἰς Ἀργος ,
τα περι τα ποιμνια , ἀφικεσθαι και ἐκεινον ἐχοντα τον δακτυλιον : καθημενον οὐν μετα των ἀλλων τυχειν την σφενδονην
9999950 δωδεκαεδρον
. νβʹ . Εἰς την δοθεισαν σφαιραν [ το ] δωδεκαεδρον ἐγγραψαι . Ἐγγεγραφθω , και ἐστω σημεια των γωνιων
. οἱον το μεν εἰκοσαεδρον του δωδεκαεδρου , το δε δωδεκαεδρον του ὀκταεδρου , και ὁμοιως το μεν ὀκταεδρον του
9999950 βελτιους
του Ἀπολλωνιου λογων ξυγκροτηθεντες ἀποθνησκειν τε ὑπερ φιλοσοφιας ἐρρωντο και βελτιους των ἀποδραντων φαινεσθαι . Προσῃεσαν μεν οὐν ταις πυλαις
ἀριστους , ἐπειδαν εἰς ἀγωνα ἐλθωσιν , εἰναι τα τελευταια βελτιους ἠ τα πρωτα των δρομων , και ὁ καλος
9999949 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999949 Ἀριστοκλης
Βαθυκλης δε ὁ ἐρωμενος Ἀνακρεοντος , οὑτως και παρα το Ἀριστοκλης Ἀριστυλλος . . . . ἀριπρεπεα : τον ἀγαν
ἠ κροτου τε και ἠχους ξυγκεισθαι . ἐτελευτα δε ὁ Ἀριστοκλης μεσαιπολιος , ἀρτι προσβαινων τῳ γηρασκειν . δʹ .
9999949 ἐπανορθουν
πρεσβεων σεσιωπηκοτων ἐφ ' οἱς αὑτοις συνισασι δεδωροδοκηκοτες , τοις ἐπανορθουν τι πειρωμενοις των δια τουτους ἀπολωλοτων τῃ παρ '
φιλους , ἀλλ ' αὐτοις τοις πειραταις συνηθης ἐγινετο και ἐπανορθουν ἐπειρατο . και πραθεις ὑστερον ἐν Κορινθῳ διηγεν οὑτως
9999949 δακτυλικον
, ἐκ χοριαμβου και ἀναπαιστου : εἰ δε βουλει , δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες του πρωτου και
δακτυλικον πενθημιμερες : το ιδʹ ἀναπαιστικον τριπουν : το ιεʹ δακτυλικον τετραπουν εἰς τρισυλλαβιαν : το ιϚʹ δακτυλικον διπλουν εἰς
9999949 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999949 μετεχειριζετο
κατηνθιστο και πεπλος ἀφετος κατα νωτου εἰς σφυρον κατῃει , μετεχειριζετο δε την λυραν , ἡ δε ἰσαριθμους ταις Μουσαις
ὡς φησιν Ἀλεξανδρος ἐν Διαδοχαις . οὑτος και τα Παρμενιδεια μετεχειριζετο , και οἱ ἀπ ' αὐτου Μεγαρικοι προσηγορευοντο ,
9999949 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999948 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999948 δωδεκατημοριων
τας μεγιστας ἀποστασεις τετηρημενων περι τας Ϛ μοιρας των αὐτων δωδεκατημοριων , ὡς ἐκ των τοιουτων ἀν τις ἐπιλογισαιτο .
και ἐν ταις ἐσχαταις δε μοιραις ὀντες οἱ ἀστερες των δωδεκατημοριων περι τα ἀκρα μαλιστα τα σινη και τα παθη
9999948 Πυθαγορειους
μεγεθη τε και αἰσθητα ποιουντας , ἀπορει προς μεν τους Πυθαγορειους , πως ἐξ ἀβαρων και ἀμεγεθων των ἀριθμων τα
αὐλου ῥυθμον κατα πολεμιων χωρουντας . φασι δε και τους Πυθαγορειους , εἰ ποτε κινηθειεν αὐτοις τα παθη ἠ τινας
9999948 ἐστεφανουντο
ἑταιρε , ἐξηγουμενος το χωριον ἐφη , ὁτι και λυγοις ἐστεφανουντο οἱ ἀρχαιοι . Τεναρος δε ἀγροικων εἰναι λεγει στεφανωμα
το ἀπεριττον και ἀπεριεργον : διο και οἱ Διοσκουροι καλαμῳ ἐστεφανουντο . λευκῳ ] περικαλλει και ὡραιῳ . σωφρονος ]
9999948 τεσσαρακοστης
περιξ ἁπαντα , και δια τουτο πολλακις και μεχρι της τεσσαρακοστης ἡμερας ἐκτεινονται : και γαρ και μετα το παυσασθαι
εὐωνοτερους εἰναι , και το ψηφισμα ἀκυρον γεγονε . της τεσσαρακοστης : Οὑτος ἐγραψε τεσσαρακοστην εἰσενεγκειν ἀπο της οὐσιας εἰς
9999947 προσεταχθη
λογῳ οὐ πανυ ῥᾳδιον . ἑτερον τοινυν λουτρον ἐν Σμυρνῃ προσεταχθη χειμωνος ἱσταμενου , ἐδει δε πορευθεντα προς τας πηγας
ὡς ἐπιτηδειοτερον δικαστηριοις και δικαις . ἀποθανοντος δε του βασιλεως προσεταχθη μεν τις αὐτῳ νησος , λαβων δε ἐν τῃ
9999947 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999947 ἐκινουντο
, εἰ μη τις ἐπεξεισιν , οὐδεν μαλλον οὑς ἐχρην ἐκινουντο οὐδε συνηγον τους των βουλευματων κοινωνους ἐπι ζητησει του
ποδες δ ' ὑπερικταινοντο . † ) Ἀρισταρχος ἀνεπαλλοντο και ἐκινουντο προθυμουμενης αὐτης βαδιζειν ταχεως , μη δυναμενης δε ,
9999947 δαιμονια
ἡ πολις νομιζει θεους οὐ νομιζων , ἑτερα δε καινα δαιμονια εἰσηγουμενος : ἀδικει δε και τους νεους διαφθειρων .
Σωκρατης νομιζει θεους , οὐ νομιζων , ἑτερα δε καινα δαιμονια ἐπεισφερων : Σωκρατης μεν γαρ νομιζει Ὀλυμπιον τον Δια
9999947 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999947 ξυμμαχους
χρηναι του πολεμου . και πεισαντες ἐκ των λογων τους ξυμμαχους εὐθυς ἐχωρουν ἐπι Ὀρχομενον τον Ἀρκαδικον παντες πλην Ἀργειων
, δοκουντες τῃ παρουσῃ εὐτυχιᾳ καθυπερτεροι γενησεσθαι : και τους ξυμμαχους ἁμα ἐδεδισαν σφων μη δια τα σφαλματα ἐπαιρομενοι ἐπι
9999947 δακτυλων
ἡϲυχαζετω ἡμιωριον , μεθ ' ὁ πιων ὑδωρ ἀπεμειτω καθεϲει δακτυλων ἠ πτερων : ἐμεϲαϲ δε πινετω ἀψινθιτην οἰνον ἠ
την ὀσφυν , και ἐκ του κατα την καθεσιν των δακτυλων το στομιον της μητρας σκληρον και μεμυκος και ἐνθερμον
9999947 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999947 Συρακουσας
ἐν Ἱμερᾳ στρατηγος συνεβουλευσε τοις ναυαρχοις την ταχιστην ἐκπλειν εἰς Συρακουσας , ἱνα μη συμβῃ κατα κρατος ἁλωναι την πολιν
τῳ Διονυσιῳ , και τους ἀριστους των στρατιωτων ἀπεσταλκοτες εἰς Συρακουσας , ἠναγκασθησαν διατηρησαι την προς Διονυσιον συμμαχιαν , καιπερ
9999946 Καλυψους
της ἑτερας Τα ἐν Πυλῳ και Τα ἐν Λακεδαιμονι και Καλυψους ἀντρον και Τα περι την σχεδιαν και Ἀλκινου ἀπολογους
κἀν παθητικοις πολλακις ὁ συνδεσμος οὑτος , ὡσπερ ἐπι της Καλυψους προς τον Ὀδυσσεα Διογενες Λαερτιαδη πολυμηχαν ' Ὀδυσσευ ,
9999946 πλανης
θαλασσαν , ὡς κατ ' Ἐλευσινα γιγνεται , της τε πλανης ἐστη , και την ζητουμενην κομιζεται : μισθους δε
ὁ καθ ' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης . . . . : ὁ δε δωδεκατος αὐτωι
9999946 κρηνης
Ἀδριαναι τε γυναικες τροπον ἑξουσι γοων † ὁρα σε † κρηνης ἀφθονεστερα λιβας . . . [ ] ! !
δε τα λουτρα ἐκομιζον ἐκ της νυν μεν Ἐννεακρουνου καλουμενης κρηνης , προτερον δε Καλλιρροης , Πολυστεφανος ἐν τῳ Περι
9999946 κρυπτουσι
ἁπαλωτεροι γινεσθαι κατακρυπτομενοι τῳ κονιορτῳ δι ' ὁ και Μεγαρεις κρυπτουσι . Θαυμαζεται δ ' εἰ ξηρος ὠν τρεφει :
ὁτι , ὡς αἱ θινες ἀλλαι ἐπ ' ἀλλαις ἐπιφορουμεναι κρυπτουσι τας προτερας , οὑτως ἐν τῳ βιῳ τα προτερα
9999946 ἐποιουντο
. ὡς το εἰκος οὐν , οἱ ξυγγενεις αὐτων σπουδην ἐποιουντο πρασσειν : την εἰρηνην δηλονοτι . οὐπως ἠθελον :
ἀλλας ὑπερ των ἀνδρων πρεσβειας τε και ἱκεσιας ἐπιπεμποντων λογον ἐποιουντο οὐδενα . ἑπτακαιδεκατῳ δε ὑστερον ἐτει τριακοσιους ἠ και
9999946 ἀμφιπολοι
ἐλαεν δε δι ' ἀστεος : αἱ δε δη ἀλλαι ἀμφιπολοι , πειρινθος ἐφαπτομεναι μετοπισθεν , τρωχων εὐρειαν κατ '
Ναυσικαα , θυγατηρ μεγαλητορος Ἀλκινοοιο , παρ δε δυ ' ἀμφιπολοι , Χαριτων ἀπο καλλος ἐχουσαι , σταθμοιϊν ἑκατερθε :
9999946 Φαιδρου
τοις νοημασι και τοις λογοις χρησαμενος . Συγκαταθεμενου οὐν του Φαιδρου , λεγει ὁ Σωκρατης τον δευτερον λογον , εἰς
ὡς φησι Φαιδρος , οὐχ ὁμοιον ἐστι τῃ θρυψει του Φαιδρου : ὁ μεν γαρ Φαιδρος τῳ ὀντι ἐσχηματιζετο ἁτε
9999946 πιστευσας
περι τουτων φαντασιας ἁπασας ἀλλαξαμενος και οἱον ἀλλος πανταπασι γενομενος πιστευσας ἑαυτῳ , ὁτι μηδεν ποτε κακον ἑξει : οὑτω
πρωτον ταυτα ἀπραγμονως ἀποδεξῃ μη ἐξετασας εἰ δυνατον , ἀλλα πιστευσας , εὐθυς ἀκολουθως ἀν ἐπαγοι τα λοιπα , ὡς
9999946 Ἀμφιλοχος
προειδοτες και προειπειν δυναμενοι τοις ἐρομενοις . Ὠ Μενιππε , Ἀμφιλοχος μεν οὑτος ἀν εἰδειη ὁ τι αὐτῳ ἀποκριτεον ὑπερ
εἰτ ' Ἀμφιλοχικον Ἀργος λεγομενον : τουτο δε κτισαι δοκει Ἀμφιλοχος , υἱος Ἀμφιαραου μαντεως . Εἰσι δ ' ἐπανω
9999946 τειχισαι
εὐβατου τε γαρ οὐσης ἐτι και εὐεπιδρομου τοις σοφισταις , τειχισαι τε Ἀριστοτελη και περιφραξασθαι πανταχοθεν και ἀποκλεισαι τας ἐπιβουλας
. Δημοσθενης δε στρατευσας ἐπι Πυλον ἐπεβαλετο τουτο το χωριον τειχισαι κατα της Πελοποννησου : ἐστι γαρ ὀχυρον τε διαφεροντως
9999946 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999946 πλατυτερα
ἐστι διψας . της γαρ θηλειας το στομα μειζον και πλατυτερα ἡ κεφαλη . το δε παλιγκοτος οἱον ὀργιλη ἐστι
βρωθηναι . Μωλυ τα μεν φυλλα ἐχει ἀγρωστει ὁμοια , πλατυτερα δ ' ἐπι γην : ἀνθη λευκοϊοις ὁμοια ,
9999946 τιμιοι
μηδεν δρασαντες πωποτε : ὁσοι δε ἀγαθοι τε αὐτοι και τιμιοι ἐν τῃ πολει , ἐργων ὀντες δημιουργοι καλων ,
θεοι : ἀντι του ὡσπερ οἱ θεοι πολυτιμητοι εἰσι και τιμιοι , οὑτω και ὁ σιτος πολλης τιμης ἐστι .
9999946 μυστηριοις
φυλαξασθαι ] ἐξελθειν εἰς Χαιρωνειαν . . . . τοις μυστηριοις ] μυστηρια δει νοειν τα Κορης και Δημητρος .
την θεον θυσιαις τ ' ἐπιφανεσταταις και τοις ἐν Ἐλευσινι μυστηριοις , ἁ δια την ὑπερβολην της ἀρχαιοτητος και ἁγνειας
9999946 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999946 κινδυνευομεν
τους νομους . Ἐχ ' ἡσυχῃ , ὠ Ἱππια : κινδυνευομεν γαρ τοι , ἐν τῃ αὐτῃ ἐμπεπτωκοτες ἀποριᾳ περι
Κλεινιας . Και ἐγω ἀναμνησθεις εἰπον ὁτι Ναι μα Δια κινδυνευομεν γε το μεγιστον των ἀγαθων παραλιπειν . Τι τουτο
9999946 Κολοφωνιον
χρυσος : και γαρ πολυ φασι παραλλαττειν του ἀλλου τον Κολοφωνιον χρυσον . Αἰθομενον πυρ ] Λαμπον ἐν νυκτι :
οἱ μεν Χιον , οἱ δε Σμυρναιον , πολλοι δε Κολοφωνιον αὐτον νομιζουσιν : εἰναι μεντοι γε ἐλεγεν Βαβυλωνιος ,
9999946 εὐγενως
Μιτυληναιοι μιαν ὁρωντες ἀπολειπομενην σωτηριαν την ἐκ της νικης , εὐγενως ἀποθνησκειν ἐσπευδον ὑπερ του μη λιπειν την ταξιν .
ἀνδρων οὐτε την παρασκευην των ὁπλων κατεπλαγη , ἀλλ ' εὐγενως ἠνεγκε την σφαγην τεθναναι μαλλον ἠ το Φιλιππου γενος
9999946 ἐπιφανειᾳ
δε τῳ ἐπιπεδῳ εὐθειαν . ποιειτω οὐν ἐν μεν τῃ ἐπιφανειᾳ της σφαιρας τον ΑΓΔ κυκλον , ἐν δε τῳ
πληθει μεν των ἀλλων μερων λειπομενον , τῃ δ ' ἐπιφανειᾳ παντων πρω - τευον . ἀλειτουργητοι γαρ ὀντες οἱ
9999946 ἀπαλλαττει
χερσι τους παρ ' αὐτον ἀφικνουμενους δεχῃ και ὁ μεν ἀπαλλαττει νοσων , συ δε ὁπως και τα ἀλλα διαξουσιν
ἠ ἀνασκευαζων μεν φρενιτιν , ἀντεισαγων δε ληθαργον , οὐκ ἀπαλλαττει τον κινδυνον ἀλλ ' ἐναλλαττει , οὑτω και ὁ
9999945 Αἰσχυλον
, φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . . . ] προς τον Αἰσχυλον ὁ χορος ἀπο των αὐτου . ἐστι δε ἀρχη
καθαπτομενος . ποθεν ; μη μεν οὐν ἐμοιγε κατ ' Αἰσχυλον μητε παρασπιστης μητ ' ἐγγυς εἰη ὁστις μη φιλος
9999945 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999945 φιλτατοι
καθησθε μεν , “ εἰπε προς ἡμας , ” ὠ φιλτατοι ἑταιροι , και το μελλον ὁρατε , και εἰ
ἐν τῃ νηι συμμιγης , των μεν ὠ παιδες λεγοντων φιλτατοι , ἀρα ἐτι ὑμας οἱ φυντες ὀψομεθα ; των
9999945 ξυμμαχοις
εἰ ποτε , προθυμως ἀντιλαμβανεσθαι : τοις δε Συρακοσιοις και ξυμμαχοις καλον εἰναι κωλυσαι τε αὐτους διαφυγειν , και την
ὁτε ὑπερ ἀνδραποδισμου της πολεως γνωμη προὐτεθη ἐν τοις Λακεδαιμονιων ξυμμαχοις . ἐπει και προ της ξυμφορας πολλα ἀπο του
9999945 ἐπεδεικνυντο
οὑς και ὁ Κομοδος ᾐδειτο και ὁσοι πατρῳαν αὐτῳ εὐνοιαν ἐπεδεικνυντο της τε ἐκεινου σωτηριας προμηθειαν εἰχον , ποιησαμενος τε
εὐθενουντων βοτρυων προ του ἀντρου τεθηλυιαι το φιλεργον της Ἀταλαντης ἐπεδεικνυντο . ὑδατα τε διατελη και ἀει ῥεοντα και καθαρα
9999945 ἐφθαρησαν
Ἀγδαβαται γαρ , ὁ ἐστιν ἐθνος Περσων , ἐξεφθινται και ἐφθαρησαν , πολλοι φωτες , ἀνθος και καλλωπισμα της χωρας
αἰθω το καιω , ἐν ᾡ πολλαι νηες των Ἑλληνων ἐφθαρησαν . αἰγιπυρος : ἀκανθωδες φυτον . κνυζα : κονυζα
9999944 ὑπολαμβανετε
οὑτως σεμνα και καλα και προσηκοντα τοις ὑμετεροις ἠθεσιν ὑμεις ὑπολαμβανετε εἰναι , ὡστε και των προγονων τους ταυτα πραξαντας
ὁταν μεν μη φῃ την βουλην αἰτειν , ταυθ ' ὑπολαμβανετε : ὁτι δ ' οὐδε τον δημον ἐᾳ διδοναι
9999944 ἐδυνηθησαν
ἐμον θειον οὑτοι ἀπεκτειναν και μισθον ἐλαβον , οἱ οὐκ ἐδυνηθησαν ἐμης νοσου λογον εἰπειν , οὐδε ἐξ ἐπομβριας πως
: ἠτοι ἀριθμῳ , ἠ ἀντι του πολλακις . ὁσοι ἐδυνηθησαν ἐν γῃ και ἐν Ἁιδῃ . . . .
9999944 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999944 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999944 κομισας
ὀν ἐμπλησας πετραις ἀπλωτον ἐποιησε , και τας βοας Εὐρυσθει κομισας δεδωκεν . ὁ δε αὐτας κατεθυσεν Ἡρᾳ . τελεσθεντων
Ῥωξανη ἀπηραν εἰς Μακεδονιαν : το δε σωμα του Ἀλεξανδρου κομισας ὁ Πτολεμαιος ἐκηδευσεν ἐν τῃ Ἀλεξανδρειᾳ ὁπου νυν ἐτι
9999944 σκληρου
δοκει μοι τεκμηριῳ την ἁπαλοτητα ἀποφαινειν , ὁτι οὐκ ἐπι σκληρου βαινει , ἀλλ ' ἐπι μαλθακου . τῳ αὐτῳ
ἁπασων την ἐφευρεσιν , και την ἐκ του ἀπεριττου και σκληρου βιου ἐκεινου ἐπι το θηλυπρεπεστερον και βλακωδεστερον μεταῤῥυθμησιν .
9999944 τεκτονικης
χαρακτηριζεται και οὑ χαριν παντα ποιει . οἱον της μεν τεκτονικης ὑποκειμενα εἰσι τα ξυλα , τελος δε το ποιησαι
ἐπι των ἀλλων τεχνων , ἰατρικης , φερε , και τεκτονικης και χαλκευτικης και των τοιουτων , και μην και
9999944 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999944 σκληριαν
, εἰ δε δια φλεγμονην ἠ ἑλκος ἠ οἰδημα ἠ σκληριαν ἠ τι των παραπλησιων δυστοκουσι , των ἐνοχλουντων παθων
ἐν μητρᾳ ἐστι διαθεσις περι τι μερος αὐτης ὡστε εἰναι σκληριαν ἀντιτυπον , ὀχθωδη , ἀνωμαλον , ἀπονον τα πολλα
9999944 συνεγραψαν
και ] ἰδιωτῃ και οὐ δεομενα μαθηματικης σημειωσεως , ὡστε συνεγραψαν ἀν πολλοι και των παλαιων των τα Περσικα ἱστορουντων
των ἱστοριων ἀναλεξαμενος , ἁς οἱ προς αὐτων ἐπαινουμενοι Ῥωμαιων συνεγραψαν Πορκιος τε Κατων και Φαβιος Μαξιμος και Οὐαλεριος ὁ
9999944 εὐδαιμονως
ἠν δε εἰ συμβαλλονται τι τοις εὐδαιμονως ζησασι και τελευτησασιν εὐδαιμονως αἱ των ἐκγονων τυχαι προς το διαμενειν την εὐδαιμονιαν
προτιμωντες ἐν ἐλευθερᾳ τῃ πατριδι , εἰ και τα ἀλλα εὐδαιμονως δουλευειν παρειη . ἐπετραφη δε νεοτης και ἀλλαχου της
9999944 κρηνην
. : Φησι δε ὁ Φιλων ἐν τοις Περι Ἱεροσολυμων κρηνην εἰναι , ταυτην δε ἐν μεν τῳ χειμωνι ξηραινεσθαι
ἐχινωδεις οὑς καλουσιν ἐχινας . Ἐν Κολουσοις δε της Ἀρκαδιας κρηνην εἰναι τινα φασιν , ἐν ᾑ χερσαιοι μυες γινονται
9999944 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999944 συμπτωματι
ἐπινευσαντος οὑτως ἐτεθη : ἐπισημασιαν δε ἐχει ἐπι τῳ ἐκεινου συμπτωματι δυομενη καθ ' ὡραν . Ἐχει δε ἀστερας ἐπι
εἰρηται γαρ ὡσπερ ἐπι νοσηματων γινεται τουτο , και ἐπι συμπτωματι γενηται σπασμος , χαλεπον σημαινει , ὁτι και των
9999944 ἀποστρεφει
δε ὑαινης κυνας διωκει προ θυρων κρεμαμενη και πασαν ἐπιβουλην ἀποστρεφει . Φωκη ζῳον ἐστι τετραπουν , ἐνυδρον , ἀμφιβιον
ἀριστον ἐστι . τουτο δε ἐπι του Ἱερωνος ἀκουστεον . ἀποστρεφει γαρ εἰς τουτον τον λογον : ὁ συ ἐχεις
9999944 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999944 συνεκειτο
δε των ἑπτα ὁ Δαρειος , του ἱππου , καθα συνεκειτο ἀλληλοις , πρωτου μηχανηι τινι και τεχνηι , ἐπειδαν
οἱ ποδες ἠσαν , δι ' ὡν ὁ πας λογος συνεκειτο . Των ποιουσων μεγεθος λογου και ὀγκον ἐφην μετα
9999944 κομαν
σατυρικην , τον κορδακα παρ ' Ἑλλησι καλουμενον , και κομαν [ Ἰνδους ] τῳ θεῳ μιτρηφορεειν τε ἀναδειξαι και
ποτι κυματ ' ἐπ ' ἀιονι πτυοντα , λυσασαι δε κομαν και ἐπι σφυρα κολπον ἀνεισαι στηθεσι φαινομενοις λιγυρας ἀρξευμεθ
9999944 συμμαχοι
, ὡς Ἀπολλοδωρος ἐν Χρονικων τεταρτῳ . : Αἰδουσιοι , συμμαχοι Ῥωμαιων προς τῃ Κελτικῃ Γαλατιᾳ . Ἀπολλοδωρος ἐν Χρονικων
μεν γαρ εἰσιν οἱ τοις πολεμουμενοις βοηθουντες και συλλαμβανομενοι , συμμαχοι δε οἱ των πολεμουντων . Ὁμηρος δι ' ὁλης
9999944 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999944 θαυμαζειν
και τῃ κινησει διαδεικνυσθαι , ὡστε τῃ ποικιλιᾳ των ἐξω θαυμαζειν τας περι των ἐνδον νοησεις : οἱονει τις ζωγραφος
την των ἁρμονιων ἀκριβειαν . ὁ δε μαλιστα των ἀλλων θαυμαζειν ἀξιον , ῥυθμος οὐδεις των μακρων οἱ φυσιν ἐχουσιν
9999944 ἐτελευτησαν
των ἰδιων , ὁσα ἑκαστῳ ἐγενετο ἐπειδη ἐκεινοι οἱ ἀνδρες ἐτελευτησαν , τιμωρησατε τον αἰτιον τουτων . ἀποδεδεικται δ '
κοιμηθεντες ἐν τῳ συνελκειν ἐν ταις ἀναπνοαις αὐτης την ἐνεργειαν ἐτελευτησαν . Ἀνομοιος δε ἡ Κρητη την ἀκτινοβολιαν : την
9999944 στρατευμασι
Ξερξης ἐξηρτησε την θαλασσαν ναυσι και κατεσπειρε την ὁλην γην στρατευμασι και ἐσκεπασε τοις ὁπλοις τον ἀερα και ἐπληρωσε την
ἑτερα κωλων ιζʹ . + εἰωθασιν οἱ περιλειφθεντες ἐν τοις στρατευμασι κομιζειν εἰς τους οἰκους των ἀπολωλοτων ὁσαπερ ἐτι ζωντες
9999944 ἀδελφαι
ἠ ξυντηξιεϲ . και γαρ τοι αἱ τηϲ καχεξιηϲ προφαϲιεϲ ἀδελφαι τηϲ ξυντηξιοϲ ἐαϲι . ἡ δε νουϲοϲ μικρη δυϲεντεριη
. ὡσπερ δε μεμερισται ὁ χορος , οὑτως και αἱ ἀδελφαι : και ἡ μεν Ἰσμηνη τῳ Ἐτεοκλει ἀκολουθει και
9999944 νευραν
τους οἰστους ; και τριβονται αὐτου αἱ χειρες περι την νευραν και την γλυφιδα , και τοσαυτη αὐτου ἡ μελετη
ὡς ἰδεν Ἀλκμηνιος θαυμαστος ἡρως τευχεσι [ ] λαμπομενον , νευραν ἐπεβασε λιγυκλαγγη κορωνας , χαλκεοκρανον δ ' ἐπειτ '
9999944 θορυβοις
δε προβαινοντες φανεροι καθισταντο την ἀπολογιαν διεξιοντες , ἐξεβαλλοντο τοις θορυβοις και ταις ἐναντιουμεναις κραυγαις . το δ ' ἐσχατον
προς τους ἀκροατας προκαταληψεσιν ὡς δει χρησθαι και ὁπως τοις θορυβοις ἀπαντητεον , ἐκ των προειρημενων ἰσμεν : τα δε
9999943 ἐμεινε
και δικαια . ὁσον γε μην χρονον ἐπι τῃ ἀρχῃ ἐμεινε πως οὐκ ἀξιεπαινου βασιλεως και τουτ ' ἐργον ἐπεδειξατο
δε ποδων ὑπο σειετο ὑλη . ἐνθ ' Ὑπνος μεν ἐμεινε παρος Διος ὀσσε ἰδεσθαι εἰς ἐλατην ἀναβας περιμηκετον ,
9999943 μυθευουσι
και τουτο , ἐν ᾡ δεικνυται πηγη δυσωδους ὑδατος : μυθευουσι δ ' ὁτι τους περιλειφθεντας των γιγαντων ἐν τῃ
: και δη και τα περι τον Τυφωνα παθη ἐνταυθα μυθευουσι , και τους Ἀριμους , και την Κατακεκαυμενην ταυτην
9999943 συγγνωμην
ἀτιμιαν ἐτηρησα τῳ νεῳ το κερδος . πεμπε δη γραμματα συγγνωμην αἰτουντα και τους πολλους των παιδαγωγων ἱεροσυλους ἡγου .
τι των της ψυχης παθων αἰτιον εἰναι λεγῃ , ποιει συγγνωμην , ὡς ἐπι τουτου : δι ' ἐρωτα τον
9999943 παιδευμα
, ὡσπερ οὐν οἱ φυλακες οἱ λοιποι , και αὐτοις παιδευμα την φρουραν ἐχειν οὐ κατανυσταζουσι : διδασκονται γαρ τοι
, ἀναγκαζεσθαι δε μηδεν μηδε προσταττεσθαι πραγμα ἱερον και θεων παιδευμα και ἀνθρωπων σοφων ἐπιτηδευμα , μηδ ' ὑπο δουλειαν
9999943 ἐνιοισι
Τοισι δε λοιποισι δυσεντεριας , και ὀφθαλμιας ξηρας : και ἐνιοισι καταῤῥους ἀπο της κεφαλης ἐπι τον πλευμονα . Τοισι
λευκον γινομενον , οἱον ἐν τοισι κοπιωδεσι πυρετοισι τεταρταιοισιν ἀρχεται ἐνιοισι γινεσθαι : ἠν δε και ἐκ των ῥινων αἱμοῤῥαγησῃ
9999943 ἐπετελεσε
ἀττα των τοιουτων ἐπιτηδευματων ἐχομενα , ὁσα τε Πυθαγορας αὐτος ἐπετελεσε γενναιως , ἀποδημων πανταχου μονος και προς πονους και
ἑορτην γυναιξιν ἁμα και τεκνοις , ἐπειδη τας τε θυσιας ἐπετελεσε τῳ Ποσειδωνι και τους ἀγωνας , τῃ τελευταιᾳ των
9999943 διεστησεν
, ὁτι πολυς ἀηρ ἀθροισθεις ἀθροως ἀνω διεξιων ἐξεμοχλευσεν και διεστησεν το στομα . ταυτῃ γαρ εὐδιεξοδος ἐστιν . ὡσπερ
ἡμεις ἐρωτωμεν τους παιδας . ποτερα περι μετρων : καλως διεστησεν . οὐ γαρ εἰ τι μετρον ἐστιν , ἠδη
9999943 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999943 ἰατρικης
λεγομενων , ὡσπερ το ἰατρικον σμιλιον και σιτιον ἀπο της ἰατρικης λεγονται και ἐχουσι μιαν ἀρχην την ἰατρικην , οὐκ
συμβῃ , διαδεχομενῃ ταυτην ἡ μαγειρευτικη τον τοπον ἐκπληροι της ἰατρικης : ἐντευθεν οὐν ὁρμωμενος ὁ Πλατων , ὡς εἰρηται
9999943 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999943 παρεταξαντο
προηγουμενου στρατευματος ἱππικον πλην των περι ἑαυτον . ὡς δε παρεταξαντο ἀλληλοις , οἱ μεν Θετταλοι , νομισαντες οὐκ ἐν
εἰπειν ἐκεινον . 〛 ὁ μεν οὐν τοπος ἐν ὡι παρεταξαντο Κουναξα καλειται , και Βαβυλωνος ἀπεχει σταδιους πεντακοσιους .
9999943 κολοκυντας
' ἰδοις ἀν νιφομενα συκων ὁμου τε μυρτα . ἐπειτα κολοκυντας ὁμου ταις γογγυλισιν ἀρουσιν . ὡστ ' οὐκ ἐτ
, και ἑξεις τουτους νεαρους ἐν τῳ χειμωνι . Τας κολοκυντας φυλαξεις , οὑτως . λαβων ταυτας ἁπαλας κατατεμε ,
9999943 ἐστρατευοντο
γαρ ἐφερον ἐς ἀπιστιαν ὀνειδιζομενοι , εἰ και πολεμιῳ Ῥωμαιων ἐστρατευοντο : ἀλλ ' αὐτο δη τουτο και μαλιστα ὑπεδακνεν
ἡ συναφεια , μεγεθους αἰτιον γινεται μαλλον , οἱον ὁτι ἐστρατευοντο Ἑλληνες τε και Καρες και Λυκιοι και Παμφυλοι και
9999943 ἀκροτατης
δειν καρπον ἑτερον ἀπο των τοιουτων θεωρηματων , ἁ της ἀκροτατης ἀληθειας κεκοινωνηκε : και φιλοθεαμονα ὀντα τας τοιαυτας των
πολιτειας τυραννις καθισταται ἠ ἐκ δημοκρατιας , ἐξ οἰμαι της ἀκροτατης ἐλευθεριας δουλεια πλειστη τε και ἀγριωτατη . Ἐχει γαρ
9999943 παραγγελμασι
οὐδε την ῥητορικην ὑποληπτεον ἐχειν τεχνικην ὑποστασιν , ἐπι τοιουτοις παραγγελμασι σαλευουσαν . ἀμελει γε τοι και οἱ περι Κριτολαον
μεντοι μη παυσηται πλεοναζων , ἀπειθῃ δε και τοις σοις παραγγελμασι και τοις ἐμοις λογοις , μη ἀγνοησῃς ὁτι και
9999943 ἀκμης
εὐθυς ἐτ ' ἐκ σπαργανων , ἀχρις ἀν ἡ νεωτεροποιος ἀκμης ἡλικια τον ζεοντα φλογμον των παθων σβεσῃ , συντροφους
του διατετασθαι τα βλεφαρα και συνηρεικεναι τους ὀδοντας προ της ἀκμης του πυρετου , κατα δε την ἀκμην ἀνιεσθαι ,
9999943 δυσχερεια
ἑως ἀν συ σχολασῃς , συνακολουθησω . Ἐστι δε ἡ δυσχερεια ἀθεραπευσια σωματος λυπης παρασκευαστικη , ὁ δε δυσχερης τοιουτος
του λογισμου της εὐνοιας ἀποδειξις , ἡ δε της ἀποτυχιας δυσχερεια της τυχης κατηγορημα : το δακνον σου την φρενα
9999943 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999943 ἀποκεκλικως
μοιρᾳ γʹ ἠ ζʹ , κατ ' ἀμφοτερα οὑτος ἐσται ἀποκεκλικως , και μοιρικως και ζῳδιακως , και οὐκ ἐστιν
τον τουτου συνεργον , ποτερον ποτε ἐπικεντρος ἠ ἐπαναφερομενος ἠ ἀποκεκλικως , ἀνατολικος ἠ δυτικος , ἠ ἐν οἰκειοις ζῳδιοις
9999943 Θρασυβουλου
. ἱερα μεν σφισι ταυτῃ τοσαυτα ἐστι , ταφοι δε Θρασυβουλου μεν πρωτον του Λυκου , ἀνδρος των τε ὑστερον
τυραννοι μετα τον Πελοποννησιακον πολεμον γενομενοι Ἀθηνησιν ἐπειδη καθῃρεθησαν , Θρασυβουλου του ἀπο Φυλης ἀγωνισαμενου , ψηφισμα ἐτεθη ἀμνησικακειν των

Back