λιθον ἀλλῳ καλῳ ὀπισθε : ἡ μεν δη θυρη του ῥοου ἐμπιπτοντος χωρεει ταχεως και ἑλκει την βαριν , ὁ
οἰνῳ μελανι οἰνωδει . Ἠν δε οἰδεῃ πεπαυμενου ἠδη του ῥοου , φαρμακον πισαι κατω : μετα δε το φαρμακον
9999975 συμμαχησαντων
προβατων . οἱ οὐν λυκοι κατεδυναστευον . των δε κυνων συμμαχησαντων τοις προβατοις ἀπεσοβησαν τους λυκους . οἱ δε λυκοι
γαρ ἡμων ποιησαντων ἐν Μακεδονιᾳ ἐσται ὁ πολεμος , μη συμμαχησαντων δε τοις Ὀλυνθιοις ἐλθων εἰς την Ἑλλαδα Φιλιππος πολεμησει
9999975 διπλασιου
ἀνοικειοις γε , ἀλλα παλιν τινα φυσικην εὐταξιαν και συγγενειαν διπλασιου λογου προς ἡμιολιον και ἡμιολιου προς ἐπιτριτον και ἐπιτριτου
και ἐπιτριτου και πας ἡμιολιος και ἐπιτριτος συντεθεντες ἀποδοτικοι ἑνος διπλασιου παντως ἐσονται : οἱον ἐπει ὁ γ ἡμιολιος του
9999975 ἀπονιψασθαι
και δειπνου λεγεσθαι κατα χειρος , το δε μετα ταυτα ἀπονιψασθαι : ἐοικε δ ' ὁ γραμματικος τουτο πεφυλακεναι παρα
ἠ ἐριφοισιν : ἀρνειοι δε οἱ προηκοντες τῃ ἡλικιᾳ . ἀπονιψασθαι μεν λεγουσι το μετα το φαγειν : κατα χειρος
9999974 κεκινησθαι
πολεων ἀνδραποδισμους και μεταβολας οἰκητορων και οἱον ἁπαντα τα ἀνθρωπεια κεκινησθαι : ἐπειδη οὐν ταυτα και τα τοιαδε ξυνεβη ,
καλλιστα ἐχειν , αὐτον τε σε ματην κατ ' αὐτου κεκινησθαι : ὁς γε και ἱνα μη του μεν Κτησιππου
9999974 γνωριμωτερον
ἀν οὐν ἡττον εἰη ; Ἀλλα το καθεκαστον προς ἡμας γνωριμωτερον ὀν προτερον : τουτο δ ' οὐκ ἐν τοις
μετρον κοινον παντων των ἐν μουσικῃ λογων , ἁτε και γνωριμωτερον ὀν , ὁτι ἀρα και διαφορα των πρωτων και
9999974 βορειοτατος
ὁ ἐν τῳ διφρῳ μικρος , και της Ἀνδρομεδας ὁ βορειοτατος των ἐν τῳ στηθει . Ἀνατελλει δε ὁ Ὠριων
ἀριστερος πους της Παρθενου , ἐσχατος δε του Κενταυρου ὁ βορειοτατος των ἐν τῳ θυρσῳ , και της Παρθενου ὁ
9999974 ἀπογειοτατον
' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχε της ἐαρινης ἰσημεριας ὡς εἰς τα
ἀποδειξιν ἐκ του την μεν προτεραν ἐκλειψιν γεγονεναι κατα το ἀπογειοτατον του ἐπικυκλου της σεληνης οὐσης , την δε δευτεραν
9999974 ὑπακουσας
ἀλλα σκοπειν ὁπως τους στρατιωτας διαθρεψῃ . Ἰφικρατης μεν οὐν ὑπακουσας τῳ δογματι της πατριδος ἐλαφυ - ροπωλησε τον των
εἰσευπορησαι τῃ πολει χρηματα : ὁ δ ' Ἀρταξερξης προθυμως ὑπακουσας ἐδωκεν αὐτοις δωρεαν ἀργυριου ταλαντα τριακοσια . τοις δε
9999974 ἀπρακτων
: ἡμεις δε ἐπεξευρομεν και εἰς τον περι ἐμπρακτων και ἀπρακτων χρονων τοπον . Ἐστω δε ἐπι ὑποδειγματος Ἡλιος Σεληνη
, προεσθαι δ ' ἀν αὑτον μετα των ἐπιστολων . ἀπρακτων δε των πολλων συμβουλων ἀπελθοντων δαιμων αὐτον ἁ μηδεις
9999974 ἀστρονομιαν
; Τιθωμεν , ἐφη . Τι δε ; τριτον θωμεν ἀστρονομιαν ; ἠ οὐ δοκει ; Ἐμοι γουν , ἐφη
παρα Θεοδωρου γεωμετριας ἀττα ; Ἐγωγε . Και των περι ἀστρονομιαν τε και ἁρμονιας και λογισμους ; Προθυμουμαι γε δη
9999974 ὁμιλητων
του ἐργου . δια τουτο ἠσπαζετο Ἀριστων Κλεανθην και των ὁμιλητων ἐκοινωνει . . . . . . γε μην
νοσῳ παλαιᾳ τρυχομενην , ἡς ἐγεγαμηκει θυγατριον των αὐτου τις ὁμιλητων , οὑτος ὁ το γυναιον περιεπων , αὐτου δεηθεντος
9999974 θηρασθαι
ὁ ἐλεγχος τοις λογοις αὐτου . ἐκ τοσουτων οὐν δει θηρασθαι τον ἑκαστου διαλογου σκοπον . Δεκατον κεφαλαιον ἐστω το
κατεσθιουσι γαρ τους ἰχθυας , ὡς τροφης ἐρωτι και ἀγκιστρῳ θηρασθαι παρα των ἁλιεων ἐσθ ' ὁτε . Τας φωκας
9999974 ἐπιτατικου
: παρα το φρω ῥημα γεγονε φρος και μετα του ἐπιτατικου α ἀφρος : το μετα σφοδρας φορας προϊεμενον .
ἀπο του δρω , το βλεπω , και μετα του ἐπιτατικου α ἀδρω , και τροπῃ του δ εἰς θ
9999974 καταληκτικων
διπλη και ἑπτας μονοστροφικη περιοδων πεντακωλων ἰωνικων διμετρων , δυο καταληκτικων , τριων δε βραχυκαταληκτων . εἰτα ἐν ἐπεισθεσει του
συστημα κατα περικοπην ὁμοιον τῳ ῥηθεντι συστηματι στιχων ἰαμβικων τετραμετρων καταληκτικων εʹ . ἐπι τῳ τελει παραγραφος . ἡ χρηστος
9999974 ἀπαλλασσεσθαι
πορευεσθαι ἐπιχειροιεν οἱ Σπαρτιηται εἰτε και το παραπαν μη διανοευνται ἀπαλλασσεσθαι , ἐπειρεσθαι τε Παυσανιην το χρεον εἰη ποιεειν .
, οὐδ ' ὁτιουν αὐτῳ μελει : κἀν γαρ ἠδη ἀπαλλασσεσθαι δεῃ , οὑτως εὐλυτος ἀπεισιν , ὡς ἀν ἀλλο
9999974 βραχυτερον
ἐσται και πλειονα τοπον ἐφεξει , το δ ' ἀποτελεσμα βραχυτερον και ἐν ἐλαττονι φανειται τοπῳ , και ὁ κοσμος
, μαλλον συνεκριθη , συνεστη , ὀξυτερον κινηθεν ἐμολυνθη και βραχυτερον αὐξεται και ἐπι πλειω χρονον , ἐτι ἐστερεωθη και
9999973 κτισαντων
μη καταλαβοντων αὐτην και δια φοβον Αἰητου ἐνταυθα κατοικησαντων και κτισαντων την πολιν , ἡτις τῃ Κολχιδι φωνῃ Πολαι καλειται
ἐχοντες : ἐτι δ ' ἀν τις μαλλον θαυμασειε των κτισαντων αὐτην . Μετα δε ταυτ ' ἐστιν ἡ Κατακεκαυμενη
9999973 ἀπιθανος
ἐγω ἠ εἰπερ αὐτος ἐτυγχανον ὁ πεπονθως . και οὐκ ἀπιθανος ὁ λογος : εἰ γαρ κοινα τα φιλων ,
μυθου εἰπειν . Και μα τον Δια οὐδαμως φαυλος οὐδε ἀπιθανος δοκει μοι εἰναι . και οὐκ οἰδα ὁπως δοκει
9999973 θερμοτατος
ἐξ ἀναγκης τουτο . Χολη : οὑτος ὁ χυμος ἀποδεδεικται θερμοτατος εἰναι των ἀλλων χυμων . ἐν μεν οὐν τοις
και τους ἀε - τους τα πολλα ταυτῃ διαλανθανουσι . θερμοτατος δε ἀρα ὠν και διαπυρωτατος την φυσιν ὁ χην
9999973 ἀνελομενοι
ἀκουσον . τουτο γαρ λεγει τα γραμματα : α , ἀνελομενοι : β , βαδισαντες : δ , διελεσθε :
τριακοντα ναυς μαλιστα διαφθειραντες , και ἐπειδη Ἀθηναιοι ἠλθον , ἀνελομενοι τα κατα σφας αὐτους ναυαγια και νεκρους , και
9999973 πλασματων
ἀληθειας και ἀτυφιας ὡς ἀναγκαιοτατων και εὐδαιμονιας αἰτιων περιεχεσθαι μυθικων πλασματων κατεξανασταντας , ἁπερ ἐκ πρωτης ἡλικιας ἁπαλαις ἐτι ψυχαις
παρα Δημοσθενει . ταυτα μεν οὐν χωρις ἑκαστῳ των τριων πλασματων παρακολουθειν ἐφην και ἐκ τουτων ἠξιουν την Δημοσθενους δυναμιν
9999973 θαλασσιος
ἡδιστον ἀγαλμα . σε μεν και Ποσειδων ὁ βασιλευς ὁ θαλασσιος γλαυκοις περιβαλλει τοις κυμασιν , οἱα τινα νυμφην Ναϊδα
ὠφελει σφοδρα . Στοιχειον ψʹ . ψυλλιος βοτανη , ψυλλος θαλασσιος , ψαρος πτηνον , ψωριτης λιθος ὁ και πωρος
9999973 συνιστασθαι
ἀναγκη και την εὐζωϊαν αὐτου περι ταυτα και δια τουτων συνιστασθαι . Λεγωμεν οὐν περι των πρωτων εὐθυς ὁποιοι ἠσαν
δεκα νεων ἀπεστειλεν εἰς Ῥοδον , πυνθανομενος ἐπι νεωτερισμῳ τινας συνιστασθαι των Ῥοδιων : προσφατως γαρ τοις Λακεδαιμονιοις τινες των
9999973 καταληγουσαν
την σποραν : ἁς ἀναποδισας ἀπο της γεννητικης εἰς την καταληγουσαν εὑρησεις την σποριμην ἡμεραν . εἰ δε ἀλλως θελεις
λα ὑπερ μιαν συλλαβην ἐχοντα την προτεραν συλλαβην εἰς λ καταληγουσαν ἁπαντα προπαροξυνονται , οἱον μακελλα , δικελλα , Πρισκιλλα
9999973 ἑξαπλασιον
διπλασιον το αβ , το ἀρα αβ του εζ ἐστιν ἑξαπλασιον , ἐπειδη ἐαν το τριπλασιον τινος διπλασιασωμεν , γινεται
ἐχουσης τον χιτωνα σπανιως ἡ γεννησις , ἀρτηριας δ ' ἑξαπλασιον ἠ κατα φλεβα παχος ἐχουσης οὐ σπανιος , ἀλλ
9999973 ἑκουσιοις
' ἐστι κερδαναι ἠ ζημιωθηναι . το γαρ ἐν τοις ἑκουσιοις συναλλαγμασι κερδος οὐτε ἀδικον ἐστιν οὐτε εὐθυνεται : τουτων
ἀβουλιαις . Δυσμορον : δυστυχη . αὐτοτυποισιν : αὐτοφονοις , ἑκουσιοις , αὐθαιρετοις . ὠτειλῃσι : τραυμασιν . Τοιην :
9999973 μεγαλητορος
πεδιου , ἠλθον δε θοης παρα νηος ἐϊσης Τηλεμαχου ἑταροι μεγαλητορος , ἠλθε δε χαλκευς ὁπλ ' ἐν χερσιν ἐχων
του ἀνδρος λαβουσα . . . . Ἀνδρομαχη , θυγατηρ μεγαλητορος Ἠετιωνος , Ἠετιων , ὁς ἐναιεν ἡ διπλη προς
9999973 θεραπευομενου
παλαιας χειρουργιας ἠ ἀλλως αἰσθητικωτερα τα περι την ἑδραν του θεραπευομενου ἐστι , διαχριεσθω ὁ δακτυλιος συνεχως μετα τας ἐκκρισεις
, ἐπει παντων μαλιστα . εὐλογως οὐν ἰσχυος της του θεραπευομενου δει , και ἁ μεν προ της ἀποκοπης ,
9999973 πλησιαζοντων
γενοιντο . μεμφομαι μεν οὐν οὐδε νυν οὐδενα των σοι πλησιαζοντων : και γαρ μοι δοκει της ἀλλης εὐτυχιας της
μεμφονται , προσηκει γινωσκειν ἡμας ὡς αἱ ποιοτητες ἁπαντων των πλησιαζοντων εἰς ἀλληλας τι δρωσι , κἀν το ἑτερον ἰσχυροτερον
9999973 μεταλαμβανων
ἐστιν . καλον προσρημα μισανθρωπος ὠνομαζομην προσηγοριαν ἀπο του τροπου μεταλαμβανων . εἰς ὑς μετεβαλε ποικιλων τε θηριων ὀψεις .
μεταληψιν . κεφαλης γαρ ἁπτεται οἰνος , ὑδατος εὐκρατου προτερον μεταλαμβανων . οὐκουν οὐδε του ψυχρου ὑδατος ἠ οἰνου ἠ
9999973 εὑρεθησεσθαι
, βορραν δε ἀνερχομενη ἐν τοις ἀρκτικοις τοποις και δυσκολως εὑρεθησεσθαι μηνυει . Και ἐκ της των ζῳδιων φυσεως καταστοχαστεον
δια την Λιμνατιν . δραπετας δε και τα ἀπολλυμενα φησιν εὑρεθησεσθαι : οὐδεν γαρ την θεον διαφευγει . ἀει δε
9999973 διειλομεν
οἱ παραλογισμοι , και τας ἐν τῳ πυνθανεσθαι πλεονεξιας ἱκανως διειλομεν . οὐ ταὐτο δε ἐστι λαβοντα τον λογον κατα
ἐοικε τῳ δη ξυμφυτῳ δυναμει , ἐνταυθα δε φησι τριχῃ διειλομεν , τον πλειονα ἀπομερισμον της ψυχης δια τουτων των
9999973 σιωπωντος
ἐπι ταυτην ἀπηντων ἐγω την προαιρεσιν , και του καιρου σιωπωντος τον πενητα συνηγον ἐπι την ἐκκλησιαν τους ἁπαντας ,
ἐμε ; “ δαρεντος δε του δουλου και του ξενου σιωπωντος ὁ Ξανθος ἠδολεσχει . και μετα μικρον ἠνεχθη πλακους
9999973 ἀπορρει
περιδονουμενον αὐτῳ σχοινιον , και τριπτηρ ὁ κρατηρ εἰς ὁν ἀπορρει τοὐλαιον . ἀλλα και ληνος και ὑποληνιον , ὡς
τα ξυλα καταδειται τοπειον . ὁ δε κρατηρ εἰς ὁν ἀπορρει του ἐλαιου το πιεζομενον τριπτηρ , ἐν ᾡ δε
9999973 νοσος
ἀμετριας ἐπανισοι ἡλιῳ ἐπιταττων . οὐχ ἁλωσεται νοσῳ Ἡρακλειτος , νοσος Ἡρακλειτου ἁλωσεται γνωμῃ . και ἐν τῳ παντι ὑγρα
προεμπεσοι , κατεργαζεσθαι δυναμει κρειττονι . πλην οὐδεν ἡττον ἡ νοσος ἐπι πλειστον ἠκμασε , πολλης ἀνθρωπων φθορας γενομενης παντων
9999973 δοξαζεσθαι
δοξαζεσθαι και το εἰναι ἀνθρωπος , εἰ γε ἐν τῳ δοξαζεσθαι και το εἰναι ἐχει , το δοξαζον οὐκ ἐστιν
παντα τα τῳ ὀντι καλα και νομιμα και ἐπιτηδευματα και δοξαζεσθαι καλα εἰναι και φαινεσθαι ἀει πασιν , ἠ παν
9999973 ἀρωματικου
κτενος . Ξιρις δια του ι . ἐστι δε εἰδος ἀρωματικου φυτου . Ἰστεον δε ὁτι τινες μεν των λεξιγραφων
καχρυος , ἀλκυονιου , θειου ἀπυρου , σανδαρακης , καλαμου ἀρωματικου , ἀδαρκης ἰσα λεια σησας ἐν ὀξει λειου και
9999973 ἀπολυσαι
και ἑκατον ὀλυμπιασιν ὑπατευοντων Μαρκου Πομπωνιου και Γαϊου Παπιριου πρωτος ἀπολυσαι λεγεται την ἑαυτου γυναικα Σποριος Καρουϊλιος ἀνηρ οὐκ ἀφανης
περι σωτηριας ἐδειτο . της δε φαμενης μη δυνασθαι αὐτην ἀπολυσαι , φυσει γαρ πασι τοις πτηνοις πολεμειν , αὐτη
9999973 ἀκουσιοις
ἀποριαν γιγνομενην λεγει φʃ ἠγουν δια το μη ἀναγκαζεσθαι περιπιπτειν ἀκουσιοις πραγμασι . ὁ δε πολεμος : ἐκρασις στασεως της
ἁμαρτηματα ἁμαρτημασι , μεγαλα μικροις , νεα παλαιοις , ἑκουσια ἀκουσιοις , και ὡσπερ ὑπ ' οἰνου φλεγομενον ἀληκτον και
9999973 ἀπροαιρετον
Και ἀλλο δε ὁμοιως οἱον ἐλλαμπον δυναμιν παρ ' αὐτου ἀπροαιρετον διδοναι . Και παντας δη ἑν τι οὑτως ἐσχηματισμενον
δεινα ἀποκληρονομον ἀπελειπεν [ ] . τι σοι δοκει ; ἀπροαιρετον , οὐ κακον . Καισαρ αὐτον κατεκρινεν . ἀπροαιρετον
9999973 ἀνοσιου
ὁ μυθος δηλοι , ὡς οὐ χρη τινα ἐπι διαθεσει ἀνοσιου ἀνδρος πεποιθεναι πωποτε , κἀν πολλην αὐτῳ την εὐνοιαν
, πικραν πικραν ἰδουσα δυσελεναν , φονευομαι διολλυμαι σφαγαισιν ἀνοσιοισιν ἀνοσιου πατρος . μη μοι ναων χαλκεμβολαδων πρυμνας ἁδ '
9999973 διαδεξασθαι
Μακεδονας καμνοντας τῃ μαχῃ προσεταξε τους ἐπι της ἐφεδριας τεταγμενους διαδεξασθαι τον ἀγωνα . οἱ μεν οὐν Μακεδονες ἀφνω προσπεσοντες
ἐτη βιωσαντα δυο προς τοις ἑβδομηκοντα . την τε σχολην διαδεξασθαι Ἑρμαρχον Ἀγεμορτου Μυτιληναιον . τελευτησαι δ ' αὐτον λιθῳ
9999973 ἀποφευγειν
το κυνηγιν , ἐπιτιμιῳ σωφρονισθησεται ἐκεινος , δι ' οὑ ἀποφευγειν τουτο δυνηθῃ . Ἐμπροσθεν δε της ταξεως μηδενα περιπατειν
ἐκεινων μνημην παραδραμουμεθα , ἱνα μη δοξωμεν κακιαν τινα συνειδοτες ἀποφευγειν τους περι αὐτων λογους , ἀλλ ' εἰτε βουλομεθα
9999973 προσηκατο
οἰμαι , χρεος ἀπαιτησων πεμψαντος του πατροςοὐτε προσεβλεψεν ἐσελθων οὐτε προσηκατο ὡς ἐθος προσδραμουσαν , ἀποσεισαμενος δε περιπλακηναι θελουσαν ,
οὐν ὁ ἀνηρ ἐπαρηγειν θελησας τῳ οἰκειῳ δογματι ἀτοπον τι προσηκατο : πως γαρ οὐκ ἀτοπον το μηδενος κινουμενου λεγειν
9999973 οἰκουντων
ἐθνων και των Κελτικων , των μεν ἐν τοις ὀρεσιν οἰκουντων των δ ' ἐν τοις πεδιοις , το δ
ὡς βελτιους γεγονασιν ; εἰεν . ἀλλα των μεν Σικελιαν οἰκουντων οὐδενι , των δ ' ἐν Ἰταλιᾳ βαρβαρων ἠ
9999973 ἀκουσιου
δια την προαιρεσιν γινομενη αἰτια , ἀλλ ' οὐ του ἀκουσιου . τους γαρ κατα προαιρεσιν τα κακα πραττοντας κακους
ὡς και Ἀριστοτελης ἐν Ἀθηναιων πολιτειᾳ , ἐν ᾡ δικαζουσιν ἀκουσιου φονου και βουλευσεως οἱ ἐφεται . ἐσχε δε και
9999972 κτιστου
πολις Φρυγιας , ὡς ὁ πολυιστωρ Ἀλεξανδρος , ἀπο Μανταλου κτιστου αὐτης . το ἐθνικον Μανταληνος . Μαντινεια , πολις
' ὁτε και ἐπι των τριων εὑρισκεται ἑν ὀνομα , κτιστου πολεως και ἐθνους , ὡς το Δαρδανος . λεγεται
9999972 τετασθαι
, ὁδου μεν παρεργον και κοχλιδιον ἀναλεξῃ και βολβαριον , τετασθαι δε δει την διανοιαν ἐπι το πλοιον και συνεχως
. διαφορα δε ἐστι των τασεων το μαλλον ἠ ἡττον τετασθαι . Συστημα δε ἐστι συνταξις πλειονων φθογγων ἐν τῳ
9999972 ἐγγυασθαι
ἐπαρκειν , ἀλλα μαλλον τας καταβεβαιωσεις ἀπαγορευειν και το κατατεταμενως ἐγγυασθαι τε και διοριζεσθαι των ἀνθρωπινων , ὡς ποιησαι τους
οὑτως ἐπεμεληθητε ὡστ ' ἐασαι ὡς ἐξ ἑταιρας οὐσαν αὐτην ἐγγυασθαι , ἀλλως τε και ἐχουσαν τοὐνομα της ὑμετερας αὐτων
9999972 ὀργανου
την του χρωμενου ἀρετην παραδιδοσθαι , ἐνταυθα δε την του ὀργανου σωτηριαν . συναψον οὐν ταυτα ἐκεινοις και εὐρησεις ,
προς την των ἰχθυων θηραν ἠ ὡς ἐπιτηδειου τουτου του ὀργανου προς την κινησιν της γης ὀντος , ὡς εἰρηται
9999972 θερμοτερας
και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και καθαρωτερας παρασκευαζουσιν . διαφερουσι δε και οἱ μεσογειοι
ἐστι δε και λεπτομερης . ἡ ῥητινη δ ' αὐτης θερμοτερας δυναμεως ἐστιν . Ἀκακια ξηραινει μεν σφοδρως , ψυχει
9999972 κατασκευαζοντων
, μονῃ τῃ των κωλων ἁρμονιᾳ χρωμενοι διαφερουσῃἀλλα γαρ ἐστι κατασκευαζοντων κωλα και ἀλλα διασκευαζοντων , προσετι δε και τας
δε ἡ κατα Περικλεα . φασι γαρ ὁτι των Ἀθηναιων κατασκευαζοντων την ἐλεφαντινην Ἀθηναν και ἀποδειξαντων ἐργεπιστατην τον Περικλεα ,
9999972 ἀγαθαι
: ὁκοσων μεν αἱ κοιλιαι σκληραι εἰσι , και ξυγκαιειν ἀγαθαι , τουτεοισι μεν τα γλυκυτατα ξυμφερει και κουφοτατα και
. ἡ δε σωφρο - συνη και ὑγιεια , ἐπει ἀγαθαι εἰσι , λοιπον και κατα φυσιν εἰσιν . παν
9999972 γραψαντων
προπεμπων λεγουσι , το δε προπινων παλαιον σφαλμα φασι των γραψαντων . νεανιᾳ δε γαμβρῳ , τῳ ἀκμαιῳ νυμφιῳ :
ἀπελιπον : Ἑλληνικῳ τε μυθῳ χρησαμενοι οὐδενα των τα Ἑλληνικα γραψαντων βεβαιωτην παρεσχοντο . το μεν οὐν ἀληθες ὁπως ποτ
9999972 δυσεως
Ἐστω κατα το Ν . Ἡ ἀρα προ της Ζ δυσεως ἡμερα ἰση ἐστιν τῃ μετα την Ζ δυσιν νυκτι
Θ ἀνατολης δυσις ἀνωτερον ἐστιν της προ της Ζ ἀνατολης δυσεως . Και ἐστιν ἡ προ της Θ ἀνατολης δυσις
9999972 βουλευτων
ὀλιγοι δε τινες περι του πλη - θους των προσκαταγραφεντων βουλευτων διαφερονται . οὐ γαρ ἑκατον ἀλλα πεντηκοντα τους ἐπεισελθοντας
βουλευμα και ἡ σκεψις . βουλη και το ἀθροισμα των βουλευτων . ἀπο τουτου και ὁ τοπος , ἐν ᾡ
9999972 διαλαμβανων
Κροισον ἐντιμως . μετεδωκε δε αὐτῳ και του συνεδριου , διαλαμβανων ὑπαρχειν συνετον , ὡς ἀν πολλοις και πεπαιδευμενοις και
ὁ γραμματικωτατος , ἐν τῳ Συγγενικῳ περι διαφορας των ἀδελφων διαλαμβανων , ἐν οὐδε μιᾳ τουτων τεταχε τους ὁμαι -
9999972 ἀπολογιας
γε ἑνεκα , ὡς οὐ φαυλον με ὑποκριτην ἑξων της ἀπολογιας , πειρωμενος δια βραχεων εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον
οὐν και παρα το ὡς ὡσδεἈλλα . τουτο μεν δυναται ἀπολογιας ἐχεσθαι , τῃ μεν ἀπο Δωρικου δυναμενον ἐσχηματισθαι του
9999972 βουλευομενων
το μεγεθος της δυναμεως . συνεδρευσαντων δε των βοιωταρχων και βουλευομενων , ποτερον χρη μενειν και προς πολλαπλασιονα δυναμιν διαγωνιζεσθαι
πολεμου ἐνισταμενου Σμυρναιοις προς Κολοφωνιους ὁμηρον δοθηναι , ἠ το βουλευομενων Σμυρναιων δαιμονιᾳ τινι ἐνεργειᾳ φθεγξασθαι και συμβουλευσαι ἐκκλησιαζουσι περι
9999972 κενοι
' ὀλιγον και ἐνιεμενου του ἀφεψηματος μετα μελιτος μονου : κενοι γαρ τον λυπουντα χυμον ἀδηκτοτατα . ποιει δε καλλιστα
διαφορει τους παχεις και γλισχρους χυμους και δι ' οὐρων κενοι . και μεν δη και λεπτομερες ἐστι και ἀφυσον
9999972 καταφατικου
τοις τρισι δεικνυται σχημασι , το δε ἀποφατικον ὑπο του καταφατικου , ὁ ἐν δυσιν ἐστι σχημασι , τῳ τε
μονῳ λαβειν ἀποδειξιν ἐνδεχεται ὁρισμου , εἰπερ ἐνδεχεται , ὡς καταφατικου και καθολου ὀφειλοντος ἐξ ἀναγκης συναγεσθαι , δεδεικται ἱκανως
9999972 γνωριζεσθαι
, καταπεπτωκεσαν τελειον , ὡς μηδε που ποτ ' ἠσαν γνωριζεσθαι : διηρπαγησαν γαρ αἱ τουτων ὑλαι και κτισμασιν ἀλλοις
ἐπινοιαν ἐστιν ἡ ἀποδειξις και οὐ δυναται δι ' αὑτης γνωριζεσθαι , ἐπιλογιστεον οὑτως . Το μεν προδηλον και ἐναργες
9999972 κατελαμβανον
Ὁτι Κλεαρχος ἠν ἐν Θρᾳκῃ : νυκτερινοι φοβοι το στρατευμα κατελαμβανον : ὁ δε παρηγγειλεν , εἰ γενοιτο θορυβος ,
πατρος , ὀμνυς ἐτι , και τας σπονδας αἱ σφαγαι κατελαμβανον . καιτοι μη νομιζετ ' αὐτον τοις μεν ἐξω
9999972 λιγυρον
νομιον , και αἱ αἰγες ἐνεμοντο νευσασαι κατω : αὐθις λιγυρον ἐνεδωκε , και ἀθροαι κατεκλιθησαν : ἐσυρισε τι και
ταυτα διαφωνειν . ἀκανθις : το ὀρνεον τουτο ποικιλον και λιγυρον . καλειται δε και ποικιλις δια την χροιαν .
9999972 κατειλεγμενων
ἀποστελλουσι συνεδρευσοντας ἐς Ἀμφικτυονιαν πασαν : ἀπο δε ἐθνων των κατειλεγμενων ἑκαστῃ πολει ἀνα μερος ἐς Ἀμφικτυονας και ἐν χρονου
ἑκαστου δε ἁπαξ του μηνος θυουσιν ἐπι παντων Ἠλειοι των κατειλεγμενων βωμων . θυουσι δε ἀρχαιον τινα τροπον : λιβανωτον
9999972 ἀναφερομενης
μη γε το ἐξωθεν μονον ἐνδηλον παρασκευαζουσαν . ἀνευ γαρ ἀναφερομενης τινος ἐκειθεν συμπαθειας οὐκ ἀν γενοιτο ἡ τοιαυτη ἐπαισθησις
παραπλησιως . ἐγκαταδυεται γαρ ὁ καπνος ἀναφερων πολυ γεωδες , ἀναφερομενης γαρ της τοιαυτης ἀναθυμιασεως ἑλκεται τῃ πνοῃ και εἰσδυεται
9999972 τελευτησειν
ἀνανθηναι : ἐν δε Κριῳ τον της Ἐλυμαϊδος χωρας ἡγουμενον τελευτησειν και τον παιδα αὐτου διαδεξεσθαι : ἐν δε Ταυρῳ
λογος οὐτε της ᾑμαγμενης ψεκαδος , ἡν ἐπι Σαρπηδονι μελλοντι τελευτησειν ἀφηκεν ὁ Ζευς παιδα φιλτατον τιμων . του μεν
9999972 πενταπλασιον
, το δε μειζον τμημα προσλαβον την ἡμισειαν της ὁλης πενταπλασιον δυναται του ἀπο της ἡμισειας της ὁλης , και
ἐστι πενταπλασια , ἐστι δε και το Ξ του Δ πενταπλασιον . συναμφοτερα ἀρα τα Ν , Δ τῳ Ξ
9999972 προσεμφερης
τε ὑπνος και ἡ κατοχη των ὀμματων και ἡ καρῳ προσεμφερης καταληψις και ἡ μεταξυ του ὑπνου τε και της
, ὁσαιπερ αὐτου και αἱ βλαστησεις . ἡ δε γλυκυτης προσεμφερης τῳ συκῳ και τα ἐσωθεν τοις ἐρινοις : μεγεθος
9999972 ἐπικινδυνους
χρονον παντα ἐπιμοχθον διανυειν ποιει , και ξενιτειας ἀθετους και ἐπικινδυνους παρεχεται και οἰκειακας λυπας και συγγενικα πενθη ἀνωφελη .
δια την καμπην του ποδος , ὀφθαλμων ἀλγηδονας και αἰτιας ἐπικινδυνους ἠ πηρωσεις δια την Πληϊαδα : ἐστι δε και
9999972 ἀσθενεστερον
οὐδ ' ἐννοουμεν , ὁτι ψυχην ἰσχυραν και παντῃ μεγαλην ἀσθενεστερον και ἐλαττον εἰδος ὁταν ὀχῃ , και ὁταν αὐ
εἰ μη ψυχρα ληφθειη . θριδακινη ὑγραινει , ἰντυβοι ταυτης ἀσθενεστερον , ἀνδραχνη : μαλαχη δε και βλιτα και ἀνδραφαξυς
9999972 ἡμιταλαντον
μεν πεντε δραχμας , ᾡ δε μναν , ᾡ δε ἡμιταλαντον : εἰ δε τις φιλοσοφος εἰη , διμοιριαν ἠ
νυν κειται ἐν τῳ Κορινθιων θησαυρῳ , ἑλκων σταθμον ἑβδομον ἡμιταλαντον : ἀπετακη γαρ αὐτου τεταρτον ἡμιταλαντον . Ἐπιτελεσας δε
9999972 εἰωθοτων
, χωρις μεντοι ? των κατα τυχην και οὐ λογῳ εἰωθοτων συμβαινειν . το μεντοι ἱππικον ἐχοι μεν ἀν και
πετρωδεις τοπους ἐκθειναι [ ἐν οἱς πολλου πληθους περιστερων ἐννοσσευειν εἰωθοτων , παραδοξως οὐν τροφης και σωτηριας τυχειν το βρεφος
9999972 ἐνιστασθαι
τα του ὁλου σωματος ὑγρα . διο και προς ταυτην ἐνιστασθαι δει την δυσκρασιαν και οὑτω ποιεισθαι την πασαν θεραπειαν
κατα το ὁμοιον και μηδαμου ἐγκοπας εἰναι του λογου μηδε ἐνιστασθαι που προς την ἀκοην : ὁπου δε προϊοντος του
9999972 ὑπακουων
ἐπελθειν ὑπομνησεως ἑνεκα . Ἐγω δε ταις των φιλων ἑτοιμως ὑπακουων αἰτησεσι πειρασομαι σοι πασαν , ὡς εἰπειν , την
“ ὡδε εἰμι ” . Γ φαινεται γαρ ὁ κυων ὑπακουων των λεγομενων και τροπον δη τινα λεγων , ὁτι
9999972 ἀπολιπων
Ἀρμενιων βασιλεα , και αὐτον ἑλων ἐτελευτησεν , ἐνναετες παιδιον ἀπολιπων , Ἀντιοχον , ᾡ προσεθηκαν ὀνομα Εὐπατωρ οἱ Συροι
ἀναστελλει αὐτους , ᾠχετο ἀπιων κατα πολλην την σχολην , ἀπολιπων ἐκεινον της τελευταιας ἐκ των προσηκοντων χαριτος τυχειν .
9999972 δημοτικον
οὐδενα ἀν ἐποιησαμην λογον , εἰ μη ᾐσθανομην αὐτον ὡς δημοτικον ὀντα πειρασομενον παρα το δικαιον σῳζεσθαι , και της
. . . σοφισμα ] φησι δε το διαγραμμα . δημοτικον ] κοινωνικον . , ὠφελιμον τῳ δημῳ , ὠφελουσα
9999972 μεταλαγχανειν
Περσαις , τον ἐς ὀφθαλμους ἐλθοντα βασιλεως μη προτερον λογου μεταλαγχανειν πριν ἠ προσκυνησαι αὐτον . εἰ τοινυν αὐτος δι
περι Παρμαν χωριοις των ἐδωδιμων τοις στρατιωταις ἐς το ἀποχρων μεταλαγχανειν : μηδε γαρ παρειναι Ἀντιοχον ἐνταυθα τον ὑπαρχον ,
9999972 παραλαβων
των κωμῳδιων ποιητης μεμνηται οὑτως : Ἀλεκτρυονα τον του Φιλιππου παραλαβων ἀωρι κοκκυζοντα και πλανωμενον κατεκοψεν : οὐ γαρ εἰχεν
ἐπι θανατῳ : παρ ' οὑ Τευθρας ὁ Μυσων δυναστης παραλαβων αὐτην ἐγημε . το δε βρεφος ἐκτεθεν ἐν ὀρει
9999972 γεννησαντος
κεινο πλευσαντων Μινυων θεοπομποι σφισι τιμαι φυτευθεν : του Εὐφημου γεννησαντος ἐκ της Λημνιας τον τουτων ἀρχηγον του γενους .
' ἀλλοι παντες γνωμης ὑγιους σφαλεντες και μηδεν των του γεννησαντος ἀπομαξαμενοι διῳκισθησαν ἀλλοτριωθεντες της ἀοιδιμου εὐγενειας . παλιν ἐκ
9999972 ἐπικρατησιν
και κερδη και ἀγαμοις γαμον και ἀτεκνοις τεκνα και ἐχθρων ἐπικρατησιν και συστασιν και εὐφημιαν ἀπο φιλων και θηλυκων προσωπων
θηλυνονται . ἐκ δε τουτων παντων την κατα το πλειστον ἐπικρατησιν του γενους προσηκει καταστοχαζεσθαι . Περι δε των ἀνα
9999972 ἐμπιπτοντων
φοινικας αὐτορριζους ἀνατρεπομενους ὑπο των ἐλεφαντων τον αὐτον τροπον , ἐμπιπτοντων των θηριων αὐτοις βιαιοτατα : δρωσι δ ' ἀρα
, οἰμαι , σωμασι χαλεπωτερα τα ἐνδοθεν ἀρρωστηματα των ἐξωθεν ἐμπιπτοντων : ταυτα ἁπαντα , ἁπερ εἰπον , ἐκ των
9999972 ἀποκαταστασεως
ἐπικυκλος περιελευσεται , της προς το ἀπογειον του ἐκκεντρου νοουμενης ἀποκαταστασεως ἐν ταις μεσαις συνοδοις τε και πανσεληνοις ὑποτιθεμενης ἀποτελεισθαι
τοις ἀποκεκλικοσι ζῳδιοις ὑπο τας ἡλιωτιδας αὐγας πεσων της ἐλαχιστης ἀποκαταστασεως διδωσι τα ἐτη . Κρονος μεν ἐτη λ ,
9999972 ἀκρατου
ἑτερῳ θεῳ νηφοντι σωφρονιζεσθαι : ἐπι του μιγνυμενου προς ὑδωρ ἀκρατου . Ματαια τἀλλα παρα Κροτωνα τἀστεα : ὁτι διεφερε
ἐμεθῃ ἀκρατος χολη ἁπαξ . ὁ δε ἐπιμονος ἐμετος της ἀκρατου χολης μεγαλους τους κινδυνους ἐπιφερει : δηξεις γαρ και
9999972 σπερματικους
κατεστησαν : ἠτοι γαρ ἀνεληφθησαν εἰς τους αὐτους του κοσμου σπερματικους λογους ἠ διεσκεδασθησαν ὁμοιως εἰς τας ἀτομους . Ἐνθυμηθητι
τῃ δυναμει μειζων ἐστιν : ἐχει γαρ τους φυσικους και σπερματικους λογους ἀσωματους ὀντας ἐν ἑαυτῳ , καθ ' οὑς
9999972 λαμβανουσαι
ἀγαθων ἀντεκτινουσιν αἱ χωραι κοινωνιας ἱμερῳ , τα μεν ἐνδεοντα λαμβανουσαι , ὡν δ ' ἀγουσι περιουσιαν | ἀντιπεμπουσαι .
και παραμυθουμεναις τας συμφορας ἡμων και συναλγουσαις . τουτων δη λαμβανουσαι μνημην ἐγω τε και ἡ ση γυνη [ ἡ
9999972 βλαπτοντων
δε συναφη του δανειζομενου , ἐκ δε των ὠφελουντων ἠ βλαπτοντων ἀστερων αἱ προαγορευσεις ἀκολουθως ἑπονται . τινες δε ἐπισκεπτουσι
ἱστορησεν : ἐβαν δε προς τον Πριαμιδαν Ἀλεξανδρον ἐπαγγελιαις λογων βλαπτοντων αὐτον και την πολιν αὐτου ἀπατωσαι και ἐφελκομεναι :
9999972 μανιαι
παθη των ἐπιβουλευομενων : ἐκστασεις γαρ και παραφροσυναι και ἀφορητοι μανιαι κατασκηπτουσι , δι ' ὡν ὁ νους , ἡν
γαρ παντως ἀκολουθησει . Αὑται μεν οὐν πασαι αἱ εἰρημεναι μανιαι κρειττους εἰσι της σωφρονουσης ψυχης . Ἐστι μεντοι τις
9999972 παρανατελλουσι
μεσα του Ταυρου της δωδεκαωρου . τῳ δε γʹ δεκανῳ παρανατελλουσι τα ἐμπροσθια του Κενταυρου βασταζοντος λαγωον και τα ἐμπροσθια
ἡμισυ του Κροκοδειλου της δωδεκαωρου . τῳ δε τριτῳ δεκανῳ παρανατελλουσι τα ὀπισθια της Ἐλαφου και το ἀλλο ἡμισυ του
9999972 ξανθαι
ὑποπυρροι , παισι δ ' ὑποξανθοι , τελειουμενοις δε γινονται ξανθαι , μεταξυ πως οὐσαι των τε ἀκριβως οὐλων και
αἰτιαν ἐκ της χροιας των τριχων : αἱ μεν γαρ ξανθαι χολωδη πλεοναζειν ἐνδεικνυνται κακοχυμιαν : αἱ δε μελαιναι τον
9999972 ἀπορρητων
ἐκ τελετης , ἡν ἀγουσι τῃ Ἡρᾳ , λογος των ἀπορρητων ἐστιν : τα δε ὑπο των ἐν Ναυπλιᾳ λεγομενα
Νομος και οὑτος Περσικος . ἐαν τις μελλῃ τι των ἀπορρητων και των ἀμφιλογων συμβουλευειν βασιλει , ἐπι πλινθου χρυσης
9999972 ἀπολυθηναι
. Ἀλλως . ἐαν δε σοι δοκῃ , τουτεστι το ἀπολυθηναι . προσληπτεον το ἀφησομεν . . . μεθεσθε παροξυτονως
βληθηναι με . ” ὁ μεν οὐν Ξανθος ἐκελευσεν αὐτον ἀπολυθηναι , και προς αὐτον ἐφη : „ πανυ καλως
9999972 τεταρτων
οὐδε δυο ἑκτων : τριτον γαρ εὑρισκεται . τριων δε τεταρτων και τριων πεμπτων και τετταρων πεμπτων και τετταρων ἑκτων
εἰτα ἀπο δυο πεμπτων . οὐ γαρ δυνασαι εἰπειν δυο τεταρτων : παλιν γαρ ἡμισυ εὑρισκεται . οὐδε δυο ἑκτων
9999972 ἀκεσασθαι
ἠ πηγης τινος ἀνατελλουσης ἐν ὡρᾳ θερειῳ χρηστα και διψος ἀκεσασθαι λυσιτελη : παρεχει γαρ ἀμυστι πιειν των ἁδρων κυλικων
ποτε μητρος Ἀβαρβαρεης ἐπακουσας , ἀνδρων εὐ μαλα νουσον ἐπισταμενης ἀκεσασθαι , Βουκολιδης Εὐφορβος ἀγαυου φασκεν ὀφιτου φαρμακα μη μουνων
9999972 παρωτιδας
, μιξομεν τα μαλακτικα τοις ἑλκτικοις . τας μεντοι μετριας παρωτιδας , ἐφ ' ὡν μητε πληθος ἐστι το ἐπιρρεον
δε Ἀριστοφανης τε εἰρηκε και Εὐπολις : τουτους δε και παρωτιδας ὠνομαζον . Κρατινος δε στημονιας κικιννους εἰπε τους στημονι
9999972 νομισματων
οὐσιν οὐ κεκιβδηλευμενοις ἀλλα καλλιστοις ἁπαντων , ὡς δοκει , νομισματων και μονοις ὀρθοσκοπεισι και κεκωδωνισμενοις , χρωμεθ ' οὐδεν
, ἐν ᾑ μαλιστα Ῥωμαιοι δεξιουνται τε ἀλληλους και προσαγορευουσι νομισματων τε ἀντιδοσεσι και κοινωνιᾳ των γης και θαλασσης καλων
9999972 τριπλασιον
ταυτης μεν ἀκολουθει τον λογον συνιστασθαι τετραπλασιον , ἐκεινης δε τριπλασιον , το δ ' ἐκ της δια πασων και
μοναδος διπλασιον παραυξηθεις , ὁ δ ' αὐ κατα τον τριπλασιον . ἑκατερον δε εἰδος οὐ παρεργως ἐπισκεπτεον . το
9999972 νησιωται
. ὀνομαζονται δε δια το φυκων εἰναι πληρεις . οἱ νησιωται Φυκουσσαιοι ἠ Φυκουσσιοι . Φυλακη , πολις Θεσσαλιας .
αὐτοις ὁτι οὐκ Ἰωνες ταδε εἰσιν οὐδ ' Ἑλλησποντιοι και νησιωται , οἱ δεσποτην ἠ Μηδον ἠ ἑνα γε τινα
9999972 ἀγαθοποιον
ἐπιμεριζοντα κακοποιον , τον δε κοινωνουντα αὐτῳ σωματικως ἠ ἀκτινοβολικως ἀγαθοποιον . και εἰ γε τοιουτον ἐστι το σχημα ,
ἡξει θανατου . Τεταρτον εἰπομεν εἰδος το εἰναι τον ἐπιμεριζοντα ἀγαθοποιον , τον δε συνεπιμεριζοντα αὐτῳ κακοποιον . και εἰ
9999972 βουλει
δε πασχω : τι γαρ σοι μετεδιδουν ; τουτον λαβειν βουλει κριτην ; ἀγαθηι τυχηι . προς των θεων ,
γαρ τον θανατον ἐκφυγων και το γηρας το ὀδυνηρον αὐτος βουλει τον οὐρανον οἰκειν συν ἐμοι και Ἀθηνᾳ και Ἀρει

Back