νεοσφαγης κειται κρυφαιῳ φασγανῳ περιπτυχης . Ὠμοι ἐμων νοστων : ὠμοι , κατεπεφνες , ἀναξ , τονδε συνναυταν , ταλας
ὁ τε Ἀρατος και ὁ Εὐδοξος : οἱ μεν γαρ ὠμοι τοις Διδυμοις ἀντικαταδυνουσιν , ὁ δε ἐν τῃ κεφαλῃ
9999978 ἐμποιων
Οὐκουν και ἐν δημηγοριᾳ ὁ στασεις τε παυων και ὁμονοιαν ἐμποιων ; Ἐμοιγε δοκει . οὑτω δε των λογων ἐπαναγομενων
. ἠ παρα το ἀλγος , ὁ λυπας και κακα ἐμποιων , . , , . , . * ?
9999977 ἐμετοις
χλωρα και κρομμυου ὀλιγον και πρασου . συνεργει δε τοις ἐμετοις και των ὀσπριων αἱ τε πτισαναι , μελιτος ἐχουσαι
τα μελαγχολικα παθη , κουφιζηται τε ταις διαχωρησεσι και τοις ἐμετοις και ταις εὐπεψιαις και ταις ἐρυγαις ὁ ἀνθρωπος ,
9999977 παρακαταθηκας
οἱ μεν ἀποδημουντες , οἱ δε ἀποθνησκοντες , οἱ δε παρακαταθηκας διδοασιν ἀνευ μαρτυρων , οὐ δεδιοτες μη ἀφαιρεθωσιν ,
οἰκοδομειν και γεωργειν και φυτευειν , τεχνας παραδιδοναι μαθηταις , παρακαταθηκας ἐν γῃ τιθεναι , διοικητας καθισταν , ἀρχην ἀναδεχεσθαι
9999976 Ἀναξιμενους
τοις Λακριτου του ῥητορος μαθητην ἀναγραφει : Δημητριος δε της Ἀναξιμενους διατριβης μετεσχηκεναι φησιν αὐτον . . . . .
τον ἐπιγραφομενον κατ ' αὐτης Εὐθιου λογον Διοδωρος ὁ περιηγητης Ἀναξιμενους φησιν εἰναι . : Εὐωνυμεις . . . δημος
9999975 κατασκευαζοντων
, μονῃ τῃ των κωλων ἁρμονιᾳ χρωμενοι διαφερουσῃἀλλα γαρ ἐστι κατασκευαζοντων κωλα και ἀλλα διασκευαζοντων , προσετι δε και τας
δε ἡ κατα Περικλεα . φασι γαρ ὁτι των Ἀθηναιων κατασκευαζοντων την ἐλεφαντινην Ἀθηναν και ἀποδειξαντων ἐργεπιστατην τον Περικλεα ,
9999975 πλασματων
ἀληθειας και ἀτυφιας ὡς ἀναγκαιοτατων και εὐδαιμονιας αἰτιων περιεχεσθαι μυθικων πλασματων κατεξανασταντας , ἁπερ ἐκ πρωτης ἡλικιας ἁπαλαις ἐτι ψυχαις
παρα Δημοσθενει . ταυτα μεν οὐν χωρις ἑκαστῳ των τριων πλασματων παρακολουθειν ἐφην και ἐκ τουτων ἠξιουν την Δημοσθενους δυναμιν
9999975 ἑτεροτητος
. ἐτι την ὑλην τῃ δυαδι προσαρμοττουσιν οἱ Πυθαγορικοι : ἑτεροτητος γαρ ἐκεινη μεν ἐν φυσει , δυας δε ἐν
ὡς τουτῳ μονῳ συνθεωρουμενην τῳ της ζωης ἰδιωματι μετα τινος ἑτεροτητος πεφηνε , το δε ὡς ἀληθως ἡνωμενον οὐτε ζωη
9999975 κατειληφοτος
εἰ λοιμου τῃ πολει προσβαλλειν ἐπειγομενου και τους ἀγρους ἠδη κατειληφοτος μια ξυνωρις ἰατρων , ὁ μεν φαρμακοις ὀδυνηροις και
πεντακοσιων οἱ πατερες ἡμων κατεσχον , και ταυτα μη πολεμου κατειληφοτος ἡμας μηδ ' ἀλλης θεοπεμπτου συμφορας μηδεμιας : ἑν
9999975 φλεγμαινοντων
τῃ ἀκοῃ μηδαμωϲ , ὡϲ οἱον τε , ψαυοντα των φλεγμαινοντων μοριων . ἐγχρονιζουϲηϲ δε τηϲ ὀδυνηϲ και μελλουϲηϲ εἰϲ
και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα τοις ἀποκρουστικοις , οὑτω και ἐπι των παρωτιδων
9999975 παραιτητεον
ταις ὑπηρεσιαις ἀπαραποδιστως σῳζεσθαι . την δε ἀπο σφυρου φλεβοτομιαν παραιτητεον , ἑως ἀν τα ἐν τοις βραχιοσιν ἀγγεια φαινηται
τις , και μεταξυ τουτων , και οἱωσδηποτε , οὐ παραιτητεον αὐτην τιθεμενην , χωρις των προοιμιων . σεμνος ]
9999975 ἀφοριζεται
' ἑν ἑστηκε και νενοηται και μιᾳ ἰδιοτητι τῃ σχετικῃ ἀφοριζεται , ἑνικως ἐπιγραφεται . ἐπει δε καθαπαξ τα προς
περιεχοντος , ἐπειδηπερ ὑφ ' ἑνος των του ἰσημερινου ἡμικυκλιων ἀφοριζεται . των δε κατα μερος ὀφειλοντων θεωρηθηναι μαλιστ '
9999975 κατακαυσας
κερατος ἐλαφειου κεκαυμενου και σανδαραχης ἐμφυσα . ἀλλο . μολυβδον κατακαυσας , και οἰνῳ ἀναλαβων καταχριε . ἀλλο . ῥοιας
. συνην δε , ὡς φησι , και ὁ Ἀθηνησι κατακαυσας ἑαυτον : ποιειν δε τουτο τους μεν ἐπι κακοπραγιᾳ
9999975 παρακειμενῳ
ἠ Χ ἐκφερεται , δια τουτο μεν ἐν τῳ παθητικῳ παρακειμενῳ ἐχει το Γ , οἱον πεπλεγμαι , ἐν δε
ἀνωθεν Συρακουσιος ἐστι , την δε Κατανην ἀνακτισας ὁμωνυμως τῳ παρακειμενῳ ὀρει Αἰτναν προσηγορευσε , και Αἰτναιον ἑαυτον κατα τους
9999975 πολιτεια
τουτον παρα των οὑτως ἀρχειν δυναμενων ὀρθη γιγνοιτ ' ἀν πολιτεια , την της τεχνης ῥωμην των νομων παρεχομενων κρειττω
περι Κεφαλου ὁτι προ Δημοσθενους ἠν . ἡ γαρ ἐμη πολιτεια ] κατα κωλον ἐπαναφορα . τι γαρ νυν λεγεις
9999975 καταδεξασθαι
ἀφανεις , οἱ συνωμοσαν ἐπι προδοσιᾳ της πολεως Ταρκυνιον τε καταδεξασθαι συνθεμενοι και τους ὑπατους ἀποκτειναι . ἡγεμονες δ '
] : θησσαν : θητικην διαιταν : αἰνεσαι : εὐαρεστησαι καταδεξασθαι : οὑ δη χολωθεις : ἀνθ ' οὑ ,
9999975 διδομενην
ἡ Γ [ την ] ἐξω ⌈ διδομενη Γ [ διδομενην ] τοις δικασταις ⌈ δραχμη Γ * [ δραχμην
και πασης ἀρχης ἀλλοτριον , εἰ γε την βασιλειαν αὐτωι διδομενην παρηιτησατο , καθαπερ Ξανθος ἐν τοις περι αὐτου λεγει
9999975 δρακοντα
, ἐκ του τεως μικρου ἑρπετου ἐντος ἡμερων ὀλιγων τοσουτον δρακοντα πεφηνεναι , ἀνθρωπομορφον και ταυτα και τιθασον . ἠπειγοντο
ξεναγος οὑτος , ὁστις ἀν θωρακ ' ἐχῃ φολιδωτον ἠ δρακοντα σεσιδηρωμενον , ἐφανη Βριαρεως , ἀν τυχῃ δ '
9999975 καταψηφισασθαι
ὡς περιττα . . . . ἀπογνωναι ] οἱον μη καταψηφισασθαι : ἀπο κοινου δε το εἰ οἱον τε .
τι δει πλειω λεγειν : ἐγω δ ' ὑμων δεομαι καταψηφισασθαι Θεομνηστου , ἐνθυμουμενους ὁτι οὐκ ἀν γενοιτο τουτου μειζων
9999975 ἀπαγαγων
Μη δητ ' ἐμοιγ ' . Οὑτω δε βασανιζ ' ἀπαγαγων . Αὐτου μεν οὐν , ἱνα σοι κατ '
. φυγων δε ὁ Φοινιξ ἠλθε προς Πηλεα και ὁς ἀπαγαγων αὐτον προς τον Χειρωνα ἐπεισεν ὑγιη γενεσθαι ὑπ '
9999974 σταλαγμον
κλαε προς τους Πιτταλου . Συ δ ' ἀλλα μοι σταλαγμον εἰρηνης ἑνα εἰς τον καλαμισκον ἐνσταλαξον τουτονι . Οὐδ
ἱερον γαμον καλειτε : ἐαν δε μικρον παντελως ἀνθρωπιον , σταλαγμον . λαμπρος τις ἐξεληλυθ ' , * * ὀλολυς
9999974 κατασκευασαμενοι
ᾠκουν οἱ καλουμενοι Κωρυκαιοι ἀνατεινουσῃ εἰς πελαγος , συμμεικτοι τινες κατασκευασαμενοι πολισματιον , γειτονες Μυοννησῳ . τοις οὐν ὁρμουσιν ἐμποροις
, ὡς ἐπ ' εὐτυχιᾳ σπεισαντες και παιανισαντες και φυλακας κατασκευασαμενοι , κατεδαρθον . οἱ δε Κορινθιοι , ἀφικομενου της
9999974 προδιδους
ἀνεθηκε την χωραν τῳ θεῳ . Φρυνιχος ἐν Σαμῳ στρατηγων προδιδους την πολιν , ἐν τῳ μελλειν διαβληθεις καταφανης γιγνεσθαι
παλιν στρατηγος , δηλονοτι τοις πολεμιοις , ἠ ἀπατων ἠ προδιδους : και το τελος και ἡ των πραγματων ἐκβασις
9999974 καταρχαις
ἀδυνατον ἐστι μεγα γενεσθαι τι ἀγαθον ἠ φαυλον ἐν ταις καταρχαις των ἀνθρωπινων πραξεων εἰ μη τυχοι ἡ της Σεληνης
ἐν ταις κτισεσι κενοδρομουσαν την Σεληνην και ἐν ταις ἀλλαις καταρχαις , και λειψιφωτα . ἐν ταις μασθοδοσιαις των βρεφων
9999974 πληρουσθαι
ἐπι τρυτανης το ἑτερον βαρυνοντες μερος προϊζειν ἐποιουν , ὡστε πληρουσθαι τα ἐλλυχνια . εἰτα το ἑτερον παλιν βαρυνοντες μερος
και ὠμα κενωθεν το σωμα : τῳ γαρ κενῳ ἑτοιμοτατον πληρουσθαι . δια ταυτα ἐπι ταις κενωσεσι μετριαζειν συμφερει ,
9999974 κατασκευας
των κεφαλαιων παριστησι , το δε Περι εὑρεσεων τας τουτων κατασκευας και τους πλατυσμους , το δε Περι των ἰδεων
. . . , : ἐχομεν δε και ἀνασκευας και κατασκευας παρα τοις παλαιοις χρειων και γνωμων και ἀποφασεων και
9999974 κανθους
ἐν τῃ κοτιδι , δυο ἐν τῃ ῥινι παρα τους κανθους : τας φλεβας καιειν δε τας μεν παρα τα
και τραχωματα , ὑδατιδας τε και ψωροφθαλμιαν , και βεβρωμενους κανθους θεραπευει . Λαγωος ὁ θαλασσιος λειωθεις και περιχρισθεις τας
9999974 κατειλεγμενων
ἀποστελλουσι συνεδρευσοντας ἐς Ἀμφικτυονιαν πασαν : ἀπο δε ἐθνων των κατειλεγμενων ἑκαστῃ πολει ἀνα μερος ἐς Ἀμφικτυονας και ἐν χρονου
ἑκαστου δε ἁπαξ του μηνος θυουσιν ἐπι παντων Ἠλειοι των κατειλεγμενων βωμων . θυουσι δε ἀρχαιον τινα τροπον : λιβανωτον
9999974 θερμοις
και το στομα ἀναγαργαριζομενον θερμῳ , ὁπως δηλονοτι ἐν τοις θερμοις δυσκινητος ᾐ . ἐφασαν γαρ αὐτον και τους ὀψοποιουντας
ὡς σωμα το αἰσθητηριον : ἀλλο γαρ το χρωμασιν ἠ θερμοις ἠ χυμοις εἰναι , και ἀλλο το αἰσθητοις .
9999974 ἐποιησας
, πασαν της περι σου δοξης πιμπλησι διηγουμενος , οἱας ἐποιησας Ἀρμενιοις τας πολεις . εὐχου δη τον ἀνδρα μεχρι
, ἐφη , παι , παρα χαλκουν με μικρου Φασηλιτην ἐποιησας : προς δε τον ἐπαινουντα , ἱνα λαβῃ τι
9999974 προσηγοντο
πληθος βελων ἐνδουναι και ὑποχωρησαι τους ἐπι των ἐπαλξεων , προσηγοντο και οἱ καλουμενοι κριοι . μεγιστη δε ἀρα και
ἐκελευσεν ἐς παντα ὑπακουειν ἠ τας Ξανθιων συμφορας προσδεχεσθαι : προσηγοντο τε αὐτοις οἱ Ξανθιοι ὀδυρομενοι τα σφετερα και παραινουντες
9999974 θεραπευεται
ὁταν οἱ ἐγγυς των παρισθμιων ἀδενες ὀγκωθωσι και ὑπερσαρκωθωσιν . θεραπευεται δε δι ' ἀντιοτομιας , τεμνοντων την μιαν ἀντιαδα
ϲηψαι τουτο : το δε ϲτεατωμα δια τηϲ χειρουργιαϲ μονηϲ θεραπευεται μητε ϲαπηναι μητε διαφορηθηναι δυναμενον : ἑκαϲτου δε τουτων
9999974 κατασκευαζειν
ὁ κωμικος Ἀριστοφανης ἐμπεπαιχε . ἀλλα το ψυχρα λεγειν και κατασκευαζειν παρεντες , την τε ἱστοριαν την περι της διωξεως
φυτευειν : και ἐπι του συνηθους . και ἐπι του κατασκευαζειν . χαλεπον : δεινον . ἠ ἀδυνατον . Χαρις
9999974 καθαρμοις
ἀναγνιστοισιν ἀλιτροσυναις ἀκεοντες , μεσφ ' ὁταν ἐκνιψησθε μυσος θειοισι καθαρμοις Ὀρφεως ἰδμοσυνῃσι παρα κροκαλοισι Μαλειης . Οὐδε γαρ ἡμετεροιο
: ψυχαγωγοι τινες γοητες ἐν Θετταλιᾳ οὑτω καλουμενοι , οἱτινες καθαρμοις τισι και γοητειαις τα εἰδωλα ἐπαγουσι τε και ἐξαγουσιν
9999974 οἰκειουσθαι
ὠκνει ὡς δη μανθανων και ἀκουων των περι φιλοσοφιαν λογων οἰκειουσθαι και ἐμοι συγγιγνεσθαι , φοβουμενος τους των διαβαλλοντων λογους
μονον ἰδιον ἐθνος οὐχ ἁπασιν ἀλλα τοις καλοις και σωφροσιν οἰκειουσθαι πεφυκεν . ἐτι δε τοις μεν μηδεμιαν πω τοιαυτην
9999974 ἐμετους
ἀλφιτῳ καταπλασθεντα , ποθεντα δ ' ἀμβλυνει τον στομαχον και ἐμετους κινει . Δαφνη Ἀλεξανδρεια φυλλα ἐχει ὀξυμυρσινῃ ὁμοια ,
ὑποτεταγμενος τῃ πικρᾳ τροχισκος ἐπιτηδειως διδοται : μετριους γαρ τους ἐμετους δια τουτου ἀποφηναντες , οὑτω χρωμεθα τῃ δι '
9999974 ἐγκαταλιπειν
τοινυν : οὐ γαρ ἀστειον γε το θεαμα κεχηνοτα φιλον ἐγκαταλιπειν , και ταυτα ὡς συ φης ἐκ των ὠτων
γνωμῃ , και μη την ἐξ ἀρχης θαυμαστην ταυτην ἐνστασιν ἐγκαταλιπειν , ἐπειτ ' οὐκ ἐθελησομεν ; και πως οὐκ
9999974 συμπερασματων
αἰσθητικον , πεζον , λογικον , ἀνθρωπος . Ὁτι ὡν συμπερασματων πλειω ἐστι τα μεσα , το ἐγγυτατον ἑκαστῳ αἰτιον
εὑρειν . ὡς γαρ ἐνταυθα ἐκ των κατ ' εἰδος συμπερασματων , ἁ τῳ συλλογισμῳ και τῃ ἀποδειξει συναγεται ,
9999974 ἐγκυκλιον
περιναιον , εἰτα ἀντιθεντες λοξην κατα μηρου και βουβωνος , ἐγκυκλιον δε κατα λαγονων και ἰσχιων , ἱνα ἁρμοσῃ ἐφ
ἀποκρεμασθαι ἀγομεν την ἐπειλησιν εὐθειαν κατα βρεγματος ἀχρι ἰνιου , ἐγκυκλιον δε κατα μετωπου . εἰτα διπλωσαντες ἐπι μεσοφρυου εὐθειαν
9999974 βουλομενοι
] ? και ὀργιζομενοι [ κατ ] ' ἐμου και βουλομενοι [ ] ? δια του προσοντος [ αὐτοις ]
ἑστιων ἐκαλεσε των φιλων οἱ μαλιστ ' αὐτον αὐξειν τε βουλομενοι φανεροι ἠσαν και τιμωντες εὐνοϊκωτατα . συνεκαλεσε δε αὐτοις
9999974 λαμβανομενοι
και οἱ μετα το ἑψηθηναι και τεθηναι πησσομενοι , οἱτινες λαμβανομενοι κτεινουσι . βοηθουνται δ ' ἀπο ὑδρομελιτος ποσεως και
. Εὑρειν τρεις ἀριθμους ἰσους τετραγωνῳ , ὁπως συν δυο λαμβανομενοι του λοιπου ὑπερεχωσι τετραγωνῳ . Τεταχθωσαν οἱ τρεις ἰσοι
9999974 κατελαβον
. πολιουχε , σας ἐσχον ἑδρας : Τον ναον σου κατελαβον . φερειν ὑδωρ μεθ ' ἡμων : Ἀντι του
ἐπεχειρουν κατελθειν εἰς την Λεσβον , τοτε δε συστραφεντες Ἀντανδρον κατελαβον , κἀκειθεν ὁρμωμενοι διεπολεμουν τοις κατεχουσι την Μυτιληνην Ἀθηναιοις
9999974 συλλαμβανειν
, παντας μεν φησι δυνασθαι μαρτυρειν , παντας δε κελευει συλλαμβανειν . και δη και το της τεχνης αὐτῳ κεχωρηκεν
χρημασι : ἁμα γαρ ἀν μιν τῳ ἑτερῳ βασιλεϊ ἐλθοντα συλλαμβανειν . Ἐλεγε δε ταυτα ἐξ ἐπιστολης της Δημαρητου .
9999974 ἀνομοιως
την ἀληθειαν ἐλεγχειν , και ταυτα εἰρηκοτα προτερον το τοις ἀνομοιως διακειμενοις ἀνομοια και παλιν το μηθεν μαλλον ἑτερον ἑτερου
ὁτε μεν οὑτως , ὁτε δε ἐκεινως και τοις μερεσιν ἀνομοιως φερειν οἱον την καπνεον ἀμπελον καλουμενην : αὑτη γαρ
9999974 παιδαριοις
ὑπολαμβανειν , τι δαι ; οὐχι και αἱ τιτθαι τοις παιδαριοις ταυτα λεγουσι και οἱ γραμματισται και οἱ παιδαγωγοι ;
στι το Διονυσιον ; ὁπου τα μορμολυκεια προσκρεμαννυται . Εἰ παιδαριοις ἀκολουθειν δει σφαιραν και στλεγγιδ ' ἐχοντα . Και
9999974 θεραπευομενου
παλαιας χειρουργιας ἠ ἀλλως αἰσθητικωτερα τα περι την ἑδραν του θεραπευομενου ἐστι , διαχριεσθω ὁ δακτυλιος συνεχως μετα τας ἐκκρισεις
, ἐπει παντων μαλιστα . εὐλογως οὐν ἰσχυος της του θεραπευομενου δει , και ἁ μεν προ της ἀποκοπης ,
9999974 θαυμαστοτερον
λογον , ὁς ἐκεινον ᾡ προσεπολεμει , και προσθεν ἐπαινουμενον θαυμαστοτερον ἀπεφηνεν . ἡττημενος δη τουτο οὐδ ' ἀν θεου
ἐπιτετακται συνοιδα : ἀλλα πρωτον μεν κατ ' αὐτο τουτο θαυμαστοτερον το του θεου , ἐπι πολλων και συνεχως την
9999974 ἐπιφανεστατων
ἐν κυνηγιοις τισι κεχειρωμενοι τα θηρια . των δ ' ἐπιφανεστατων πολεμιων κεδρωσαντες τας κεφαλας ἐπιμελως τηρουσιν ἐν λαρνακι ,
ἐπι το μυθωδες ἐκνενικηκοτα , ηὑρησθαι δε ἡγησαμενος ἐκ των ἐπιφανεστατων σημειων ὡς παλαια εἰναι ἀποχρωντως . και ὁ πολεμος
9999974 συγκειμενην
, την δε περι τα σωματα μεριστην φυσιν παραγαγουσαν : συγκειμενην οὐν ἐκ των αὐτων ἀρχων τοις εἰδητικοις ἀριθμοις εἰκοτως
ἡμερας ἀναστησας ἀγοι στρατευμα πολεις ἐκ προδοσιας ληψομενος κατα την συγκειμενην ὡραν , τους κατα την ὁδον ὑποπιπτοντας ἁπαντας προαποστελλων
9999974 ἀπαρας
ἐλευθεριαν ἐλευθεριᾳ παλιν ἠμειψατο . Μετα δε τουτο της νησου ἀπαρας , περιῃει την οἰκουμενην , τοις ἁπανταχου των φιλοσοφων
' ἠ αὐτον ἑαυτῳ γεγενησθαι ἐλεγον . ὁ δε Ἀντωνινος ἀπαρας της Συριας ἐλθων τε ἐς την Νικομηδειαν ἐχειμαζε ,
9999973 ἀκροπολει
το παν ὁμοιως σωμα . και ἀλλα ἐν τῃ Ἀθηναιων ἀκροπολει θεασαμενος οἰδα , Λυκιου του Μυρωνος χαλκουν παιδα ,
στηλη περι της των τυραννων ἀδικιας ἡ ἐν τῃ Ἀθηναιων ἀκροπολει σταθεισα , ἐν ᾑ Θεσσαλου μεν οὐδ ' Ἱππαρχου
9999973 ἀναλαμβανειν
προειρημενων εἰδοτες , ἀν ἐθισωμεν ἡμας αὐτους και γυμνασωμεν † ἀναλαμβανειν αὐτας κατα τα προγυμνασματα † , πολλην εὐποριαν και
ἱνα μη τον αὐτον ἀγωνα ἐξῃ καταλιμπανειν , και παλιν ἀναλαμβανειν : εἰτα ὁτι τον χωρις ἀναγκης ἀπολιποντα τον ἀγωνα
9999973 εὑρισκεται
ὑπο ἰασονος : νεον δε το ἐκβληθηναι της κορινθιας : εὑρισκεται κακος ὠν προς τους φιλους : ἑως τουτου ἡ
δριμεων και ἰσχυρων ζῳων , ὁτι οὐδεν αὐτων κενον ὀστεον εὑρισκεται . παντα γαρ πληρη . ἀλλ ' ἀπορητεον ἐτι
9999973 ἐπικινδυνους
χρονον παντα ἐπιμοχθον διανυειν ποιει , και ξενιτειας ἀθετους και ἐπικινδυνους παρεχεται και οἰκειακας λυπας και συγγενικα πενθη ἀνωφελη .
δια την καμπην του ποδος , ὀφθαλμων ἀλγηδονας και αἰτιας ἐπικινδυνους ἠ πηρωσεις δια την Πληϊαδα : ἐστι δε και
9999973 βουλευομενοις
μερος το βουλευον μεν και συνεδρευον τοις ὑπερ των κοινων βουλευομενοις , πληθει μεν ἐλαχιστον , εὐγενειᾳ δε και φρονησει
Ἀττηλαν , ἐδοκει τῳ βασιλει Θεοδοσιῳ και τῳ μαγιστρῳ Μαρτιαλιῳ βουλευομενοις των προκειμενων περι μη μονον Βιγιλαν ἀλλα και Μαξιμινον
9999973 ἀνελομενοι
ἀκουσον . τουτο γαρ λεγει τα γραμματα : α , ἀνελομενοι : β , βαδισαντες : δ , διελεσθε :
τριακοντα ναυς μαλιστα διαφθειραντες , και ἐπειδη Ἀθηναιοι ἠλθον , ἀνελομενοι τα κατα σφας αὐτους ναυαγια και νεκρους , και
9999973 κατελαμβανον
Ὁτι Κλεαρχος ἠν ἐν Θρᾳκῃ : νυκτερινοι φοβοι το στρατευμα κατελαμβανον : ὁ δε παρηγγειλεν , εἰ γενοιτο θορυβος ,
πατρος , ὀμνυς ἐτι , και τας σπονδας αἱ σφαγαι κατελαμβανον . καιτοι μη νομιζετ ' αὐτον τοις μεν ἐξω
9999973 καϲτοριου
τριτην ἡμεραν ϲικυαϲομεν ὀϲφυν , λαγοναϲ , εἰτα τῃ του καϲτοριου ποϲει χρηϲομεθα , ποτε μεν δι ' ἀρτεμιϲιαϲ ἀφεψηματοϲ
Ἀλλο Ἀρχιγενουϲ ἱππου λειχηνοϲ του παρα τα γονατα ⋖ ιβ καϲτοριου ⋖ Ϛ χαλβανηϲ ⋖ Ϛ ἑρπυλλου ⋖ δ ,
9999973 δεδωκεναι
ἀν τις εὐξατο , Θηβαιους και Λακεδαιμονιους συμπεπτωκεναι και ὑμιν δεδωκεναι σχολης καιρον και ἀναπαυσεως , αὐτους δ ' ἀνηνυτῳ
Και μετ ' οὐ πολυ παραγενομενῳ και αἰτουντι , εἰποντες δεδωκεναι αὐτῳ , τας ἡσυχιας εἰχον , ὁ δε τῳ
9999973 καταληκτικων
διπλη και ἑπτας μονοστροφικη περιοδων πεντακωλων ἰωνικων διμετρων , δυο καταληκτικων , τριων δε βραχυκαταληκτων . εἰτα ἐν ἐπεισθεσει του
συστημα κατα περικοπην ὁμοιον τῳ ῥηθεντι συστηματι στιχων ἰαμβικων τετραμετρων καταληκτικων εʹ . ἐπι τῳ τελει παραγραφος . ἡ χρηστος
9999973 ἐπιτυχως
, εἰλουμενοι περι σκηνας και φατνας , ἐβαλλοντο προς ἁπαντων ἐπιτυχως δια την στενοτητα του χωριου και το μεγεθος των
και ἀνιωμενῳ δοξαντι ὀναρ ἐπι της ἀσπιδος Σατυρον παιζοντα ἰδειν ἐπιτυχως κριναι , ὁτι ἐτυχεν ἐν Τυρῳ τε ὠν και
9999973 ἀπαλλασσεσθαι
πορευεσθαι ἐπιχειροιεν οἱ Σπαρτιηται εἰτε και το παραπαν μη διανοευνται ἀπαλλασσεσθαι , ἐπειρεσθαι τε Παυσανιην το χρεον εἰη ποιεειν .
, οὐδ ' ὁτιουν αὐτῳ μελει : κἀν γαρ ἠδη ἀπαλλασσεσθαι δεῃ , οὑτως εὐλυτος ἀπεισιν , ὡς ἀν ἀλλο
9999973 διορθωσασθαι
Ὁτι Κοιντος Σκαιουολας μεγιστην εἰσηνεγκατο σπουδην δια της ἰδιας ἀρετης διορθωσασθαι την φαυλοτητα του ζηλου . ἐκπεμφθεις γαρ εἰς την
ταυτ ' ἐνι δη που του λοιπου και φυλαξασθαι και διορθωσασθαι . ἐνθυμηθωμεν δε ὡς πολλ ' ἀττα των ἐκει
9999973 σωφρονουντα
: εἰ συ των ἀγρων δεσποτης ἐτυγχανες , ἀρα τον σωφρονουντα και ἐργαζομενον δια τον ἐρωντα και ἐν ἀστει μεθυοντα
της θεας ἐξιλασατο την μισοπονηριαν : και ἀπολαβουσα τον υἱον σωφρονουντα , βωμον ἱδρυσατο Ἀρτεμιδος Ὀρθωσιας : κατεσκευασε δε και
9999973 διαφοροις
δια τουτο ἐπι των τεταρταιων προηγουνται πλανηται , ἐπειδη ἐν διαφοροις τικτεται μοριοις , και ἐν μεν τουτῳ τῳ μοριῳ
ἐξ ἐπιταγματος μηδε φοβῳ πολεμιων εἰξαντας , σπεισαμενοις δε τοις διαφοροις και παρασχουσιν ἑαυτους ὑπηκοους χαριζεσθαι τε και ἐπιτρεπειν ὁτου
9999973 κατασκευαζοντες
και εἰρηνῃ και πολεμῳ τοδε λυσιτελει : ταυτα μεν οὐν κατασκευαζοντες : ἀποτρεποντες δε τοις ἐναντιοις χρησομεθα , ὡς Δημοσθενης
τῃ πολει ἠ τῳ δικαζοντι καταψηφισασθαι του κρινομενου ἐξ ἀμφοτερων κατασκευαζοντες : τινα μεν ἐστι δεινα ἀφεθεντος τουτου , και
9999973 καταλληλως
ἀλλη και ἀλλη : ὁπερ ἐστιν ἐναντιον ὡς ἀληθως και καταλληλως . Παντων των παρα την αὐτην εὐθειαν παραβαλλομενων παραλληλογραμμων
σηψει παλιν ἐπακολουθησαι . ὁπως οὐν μη ταυτα γενηται , καταλληλως χρη διαιταν και προς την ποιουσαν αἰτιαν ἐξ ἐναντιας
9999973 παραβαλων
μειζονα ὀρκυνον , ὑπερβαλλοντως δε αὐξανομενον γινεσθαι κητος . ὀμμα παραβαλων θυννου δικην . φησιν Αἰσχυλος , ὡς του θυννου
θυννος ὡς ἠνειχετο ἀναυδος , και ἀλλαχου το σκαιον ὀμμα παραβαλων θυννου δικην , ὡς του θυννου τωι σκαιωι ὀφθαλμωι
9999973 πεπαιδευμενων
γαρ ὠνησῃ και χρησῃ εἰς οὐδεν και καταγελασθησῃ προς των πεπαιδευμενων , οἱς ἀποχρη ὠφελεισθαι οὐκ ἐκ του καλλους των
ἐπ ' οὐδενι γαρ βρωματι οὐδε πωματι Περσης ἀνηρ των πεπαιδευμενων οὐτ ' ἀν ὀμμασιν ἐκπεπληγμενος καταφανης γενοιτο οὐτε ἁρπαγῃ
9999973 καταλαμβανει
λεγοντα αὐτον ἐκ των δακρυων και της λυπης ὑπνος βαθυς καταλαμβανει . Και αὐτῳ αἱ τρεις ἐφιστανται Νυμφαι , μεγαλαι
τε και φροντισι τετρυχωμενον διατριβοντα τε ἐν Παιοσι νοσος χαλεπη καταλαμβανει . ἐπει δε αὑτῳ τας προς σωτηριαν ἐλπιδας φαυλως
9999973 βελτερος
ὁ δε Φιλοξενος εἰς τα Συγκριτικα λεγει , ὁτι το βελτερος και φερτερος οὐκ εἰσιν συγκριτικα , θεματα δε εἰσιν
〚 της δε θεοπνευστου σοφιης λογος ἐστιν ἀριστος . 〛 βελτερος ἀλκηεντος ἐφυ σεσοφισμενος ἀνηρ : ἀγρους και πολιας σοφιη
9999973 ἀποδιδοναι
δε προσηκει παντων μητερα την πατριδα νομιζειν και χαριστηρια τροφων ἀποδιδοναι και της των νομων αὐτων γνωσεως . Ὠφθη δε
, ἀλλα ζωντας ἐγκαταλιποντας υἱον γνησιον ἐπανιεναι , ἠ τελευτησαντας ἀποδιδοναι την κληρονομιαν τοις ἐξ ἀρχης οἰκειοις οὐσι του ποιησαμενου
9999973 διαβαλων
ὁ δε πυρ ἐμβαλων παραχρημα σκαφους ἐπιβας ἀνηχθη , και διαβαλων ἐς Μακεδονιαν ἠν παρα Φιλιππῳ κορυφαιος των φιλων Ἡρακλειδης
ἑαυτης σχημα . „ οὑτω μεν δη ὁ Εὐφρατης ἐλαθε διαβαλων ἑαυτον , και γαρ βασκανος τε τῳ βασιλει και
9999973 γυμναζομενων
; πολλαχη γης φεροντες γεγυμνακασιν ] ἐδαμασαν ἐκ μεταφορας των γυμναζομενων ζωων ὁποι ] ἐν ποιῳ καιρῳ πημονας ἀλυξω ]
ἀλλον ἐθεατο , πολλων μεν παιδων , πολλων δε ἀνδρων γυμναζομενων . εἰωθοτος δε του καλλους εἰς τρυφην ἀγειν και
9999973 θειημεν
; ὑπερβολην δε ποιησομαι : εἰ γαρ ἰσα και κοινα θειημεν εἰναι τἀν τῃ Σικελιᾳ πραγματα , ὁ πολλῳ πλεονεκτειν
πλεονεξιας ἐλπιδι , ἡς ἀν Ἀρκαδας και Μεσσηνιους και Ἀργειους θειημεν . ἀλλα και τουτων πολλοι , μαλλον δε παντες
9999973 Ἀλεξανδρειας
του ἡλιου φασις . Ἐπει οὐν πεντακισχιλιοι εἰσιν οἱ ἀπο Ἀλεξανδρειας εἰς Ῥοδον κἀκειθεν ἀλλοι πεντακισχιλιοι εἰς Ἑλλησποντον , ἀναγκαιως
μεγιστην ἡμεραν ἐχει ὡρων ιε ∠ ʹγ , και διεστηκεν Ἀλεξανδρειας προς δυσεις ὡρᾳ α ∠ ʹιε . Της δε
9999973 κοινωνουντα
ἐντευθεν συ προοιμιαζῃ : ὁρᾳς δε δηπου και τουτονι τον κοινωνουντα της παρουσης ἀρχης . τουτο μεντοι το χρεος της
γενος : σκελις περισκελις , νυχις παννυχις . τα δε κοινωνουντα ἀρσενικῳ γενει μετατιθεασιν : ἐλπις εὐελπις , ἀσπις λευκασπις
9999973 μανθανειν
διδασκαλους εἰναι και ἀποφηναντας αὑτους κοινους των Ἑλληνων τῳ βουλομενῳ μανθανειν , μισθον τουτου ταξαμενους τε και πραττομενους ; Και
ἐστιν τῳ ἀνθρωπῳ το ἐπιστασθαι , και εἰδεναι , και μανθανειν , και ὁσα τοιαυτι λεγοντες ἑξιν τινα θεωριας τῃ
9999973 καθαρωτερον
ἡμεραν ἐνεστιν , ἱερον ποιειται τα βασιλεια και τον κηπον καθαρωτερον των παρ ' ἐνιοις ἀδυτων , και γιγνονται τοις
αὐτης ὠνομασμενους σεμιδαλιτας σεμιδαλις , ὡσπερ πιτυριας τους ἀφῃρημενους το καθαρωτερον , συγκομιστους δε τους μονον το πιτυρωδες ἀφῃρημενους .
9999973 στεφανουσθαι
εἰσφερειν γραμματα , δευτερον δε μη ἐξειναι ἐν τῳ θεατρῳ στεφανουσθαι ἀλλ ' ἐν πυκνι , τριτον τον ὑπευθυνον μη
οὑτος εὐημερησε ἐν τῳ ἀγωνι ἐπιφανως παλαισας , μελλων δε στεφανουσθαι ἐκωλυθη προς του ἀλειπτου † ἐπιπροσθεμενου † την ἐργασιαν
9999973 μνημονευεται
ἐλεγεν ὁτι ἀθανατον τε ἐστι και εἰς ὁλον τον βιον μνημονευεται . δει με οὐν μη του παροντος , ἀλλα
. Ταυτα και παραπλησια τουτοις μυρια της Πλατωνος περι διαδοχης μνημονευεται . Παραδοξα δε πραγματα τοις ἀνθρωποις ἐμφαινεσθαι ποτε και
9999973 ἀκροις
πιστευσουσιν οἱ ἐγρηγοροι , και ᾀσουσιν ἀποκρυφα ἐν πασιν τοις ἀκροις της [ γης ] : και σεισθησονται παντα τα
τῳ σιδηρῳ : ἐκ τουτων δη των ὑσσων περι τοις ἀκροις των ὀβελισκων φλογες ἀνηπτοντο , και δι ' ὁλου
9999973 βραχυτερον
ἐσται και πλειονα τοπον ἐφεξει , το δ ' ἀποτελεσμα βραχυτερον και ἐν ἐλαττονι φανειται τοπῳ , και ὁ κοσμος
, μαλλον συνεκριθη , συνεστη , ὀξυτερον κινηθεν ἐμολυνθη και βραχυτερον αὐξεται και ἐπι πλειω χρονον , ἐτι ἐστερεωθη και
9999973 σωφρονεστατος
μεν οὐν και ταυτα Κρατερῳ ἀγαθην δοξαν , πεπιστευται δε σωφρονεστατος γενεσθαι και πρᾳοτατος και φιλιας κοινωνησαι βεβαιοτατος , οἱα
ἱστορηθεντων και θεοπρεπεστατος εὐτυχηθεις , ἀποθανοντος τε του πατρος σεμνοτατος σωφρονεστατος τε ηὐξανετο , κομιδῃ τε νεος ἐτι ὑπαρχων ἐντροπης
9999973 καταπλευσας
γραφων ὁτι ἐξωστρακισαν τον Ὑπερβολον ἑξ ἐτη : ὁ δε καταπλευσας εἰς Σαμον και την οἰκησιν αὐτου ποιησαμενος ἀπεθανε ,
' οὑτως εἰς ἑαυτον κυψαντα εὐωχεισθαι . οὑτος εἰς Ἐφεσον καταπλευσας εὑρων την ὀψοπωλιδα κενην ἐπυθετο την αἰτιαν : και
9999973 ἀποστερεισθαι
τροπον λαμβανειν δικην . δειν δ ' ᾠετο μηδεν ' ἀποστερεισθαι του δικης τυχειν , ὡς ἑκαστος δυναται . πως
μεγαλην νη Δι ' ὠφλε δικην και τοσαυτην ὡστ ' ἀποστερεισθαι των ὀντων . ἀλλα χιλιων ἡ δικη μονον ἠν
9999972 παρακελευομαι
τε και ἀπονηρος οἰκονομησαι τα εὑρεθεντα . ἐκ δη τουτων παρακελευομαι τοις ἀναγινωσκουσιν αὐτον την μεν εὑρεσιν των ἐνθυμηματων και
προς ἀριστην διαγωγην οὐχ ὑπολειψει . των μικρων ὑμας οὐ παρακελευομαι καταφρονειν , ἀλλα μη ἐπι μικροις ταραττεσθαι ἐνθα οὐδε
9999972 παρασκευας
μεν οὐν , ὠ ἀνδρες δικασται , ὁτι μοι προς παρασκευας λογων και μαρτυρας οὐ τἀληθη μαρτυρησοντας ὁ ἀγων ἐστιν
, εἱς ἐγων ἀποχρεω . τας θυσιας και τας λαμπροτερας παρασκευας ἐκαλουν οἱ παλαιοι εἰλαπινας και τους τουτων μετεχοντας εἰλαπιναστας
9999972 κληρονομειν
το αὐτο περας ἀσυστατον : νομος τους παιδας ἐξ ἰσου κληρονομειν : δυο τις ἐχων παιδας ἀπεκηρυξε τον ἑτερον :
τα μεν μεγαλα ὑπαρχοντα και ὑπαρκτα , ἁ τῳ γνησιῳ κληρονομειν ἐφειται μονῳ , τα δε μικρα δοματα , ὡν
9999972 ὑπερβαλλουσας
. οὐ γαρ ὁτι κολασεις , ἀλλ ' οὐδ ' ὑπερβαλλουσας και ἀκρατους εὐεργεσιας χωρησαι δυναμεθα , ἁς ἀν αὐτος
δε το ἐγρηγορεναι δοκειν νυκτος κατακεκλιμενον ἐν τῃ κοιτῃ φροντιδας ὑπερβαλλουσας τινας τοις εὐπορουσι προαγορευει , πενησι δε και τοις
9999972 συνδραμοντων
τους ὑποσταντας , ὀλιγους ὀντας : μετα δε ταυτα πολλων συνδραμοντων ἐπι την βοηθειαν ἐξεωσθησαν και συχνους ἑαυτων ἀπεβαλον :
πολυ και κρυφα λῃστευων ἐν Ἰβηριᾳ , μεχρι , πολλων συνδραμοντων ἐς αὐτον ἐπιγνωσθεντα εἰναι Πομπηιου παιδα , ἐλῃστευε τε
9999972 καταπλουν
δε ἡ μετα τον Γοργιου ἐκ Σικελιας εἰς τας Ἀθηνας καταπλουν γεγενημενη , ἐν ᾑ και Δημοσθενης ἠνθησε και Αἰσχινης
δε τῳ πνευματι και διαλλαγηναι ταχεως : γενεσθαι δε τον καταπλουν λαμπρον και περιβλεπτον , ὡς παντα μεν ὀχλου ,
9999972 ἐξαπατων
δε και κατ ' ἀλλο τι τοιουτος ἀν φανειην , ἐξαπατων ἰσως τους ἀκουοντας και ὀστα παραθεις αὐτοις κεκαλυμμενα τῃ
αὐτος μαρτυρων ἑτοιμως , κλεπτων δε τας ἀληθεις μαρτυριας , ἐξαπατων δε τους δικαστας , συνισταμενος δ ' ἐπι ταις
9999972 μυριας
κορρης τις ἐκεινον : και παταχθεις , ὡσπερ βασανους παθων μυριας , καταλεγει μηδενος ἐρωτωντος αὐτον : Ἐγω την κορην
περι τας Συρακουσιας τραπεζας ἠ οἱ φιληκοοι και φιλοθεαμονες εἰς μυριας ἀκουσματων και θεαματων ἡδονας ἐμπεσοντες : οὐκ ἐχουσιν ἐφ
9999972 δανειου
τρεις και ἀποκριθησομαι . ” πανουργος δε ὠν τυπουται συγγραφην δανειου τοιαυτην , τῳ Νεκτεναβῳ δεδανεισμενα παρα Λυκουργου ταλαντα χιλια
του δωδεκα κτλ . ] ἀντι του “ ἐκ του δανειου ἐκεινου τι ἠγορασα ; ” τον κοππατιαν : κοππατιας
9999972 κατασκευασομεν
τα τοιαυτα : ἀλλα μην την βουλησιν τοις ἐγκωμιαστικοις τοποις κατασκευασομεν , συναγοντες και τας αἰτιας , δι ' ἁς
μεγεθη , και οὑτως το τελειον ὁμοιως τῳ μεγαλῳ μετρουντες κατασκευασομεν τοις ὁμωνυμοις μεγεθεσι , και ἐσται παντα ἀνα λογον
9999972 κατασκευαζων
? ? [ ] . πως [ οὐν ] ὡσπερ κατασκευαζων [ ] εἰπεν : Μη παρελθωμεν , [ ὁσον
μεντοι ῥητωρ την ἐκεινου φωνην ὑποκρινεται το πιθανον τῳ λογῳ κατασκευαζων . δυναται δε το της ἠθοποιιας ἐμψυχοτερον ἁμα και
9999972 ἀπογειοτατον
' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχε της ἐαρινης ἰσημεριας ὡς εἰς τα
ἀποδειξιν ἐκ του την μεν προτεραν ἐκλειψιν γεγονεναι κατα το ἀπογειοτατον του ἐπικυκλου της σεληνης οὐσης , την δε δευτεραν
9999972 ἐκλαμβανειν
ἐμελλε διδασκειν , ἐξ οὑ και την ἐπιγραφην εὐθεως ἠν ἐκλαμβανειν , οἱον στασεις , ἰδεαι , Περι στασεων ,
ἀφεψημα τηλεως ἠ μαλαχης ἠ λινοσπερμου . διαπυησεως δε γενομενης ἐκλαμβανειν το ὑγρον , ὡς ἐν τοις Χειρουργουμενοις ὑπεδειξαμεν .
9999972 μονομαχουντων
οἱον διαμπαξ ἀλληλων τας πλευρας τρωσαντες : ἑκατερος γαρ των μονομαχουντων το ἀριστερον πλευρον του ἀντιπαλου τιτρωσκειν βουλεται . οἱον
ἀποτυμπανισθηναι . Ἑρμιππος δ ' ἐν αʹ περι νομοθετων των μονομαχουντων εὑρετας ἀποφαινει Μαντινεις Δημωνακτος ἑνος των πολιτων συμβουλευσαντος ,
9999972 ἐδηλου
τοιουτον και γελοιος ὀφθῃ . ἡ γαρ καταρχη της γενεσεως ἐδηλου τον τοιουτον εὐνουχον γεγενησθαι και ἀπαιδα : πως οὐν
τους Κορινθιους πολλα τε και κακα ἐλεγε , ἑωυτοισι τε ἐδηλου λογῳ ὡς εἰη και πολις και γη μεζων ἠ

Back