ποσιος πολυθουρον ἐρωην , οὐδ ' ὁτε γαστρι φερωσι πολυσπορον ὠκυν ὀϊστον : ἐξοχα γαρ τοδε φυλον , ὁς '
ἠδη δε τινα και κλαδοις περισχεθεντα και ἐμποδιζοντα εἰς τον ὠκυν δρομον ὑπο ῥωμης το θηριον ὠθουμενον ἀπηραξε : και
9999818 κυνη
ἀξιον . ἀρκτη , λεοντη , παρδαλη , μοσχη , κυνη . οὐχι παρα πολλοις ἡ χαρις τικτει χαριν .
μη ἐθελοντα τουτοις ἐκ του ἐμφανους μαχεσθαι , ὡσπερ ἀιδος κυνη τον περικειμενον αὐτην . Οὐ γεγονασιν οἱ ἀνθρωποι των
9999808 ἐκινηθη
: και εἰ τουτο , ματην ἀρα και την ἀρχην ἐκινηθη . ἀλλ ' οὐδεν ματην ἡ φυσις ποιει ,
ταυτην καταλυσαντων Μακεδονων , πολλα των πατριων τοις Ἰουδαιοις νομιμων ἐκινηθη . οὑτως μεν κἀνταυθα φησιν περι των παρα Ἰουδαιοις
9999803 Κρατινῳ
και λογῳ και ἐργῳ μετριος μοι δοκει εἰναι Διων . Κρατινῳ τῳ Τιμοθεου μεν ἀδελφῳ , ἐμῳ δ ' ἑταιρῳ
χρησασθαι , οὐ μην εὑρηκεναι πρωτον : ἐπει και παρα Κρατινῳ και προ τουτου παρ ' Ἐπιχαρμῳ και Ἀριστοξενῳ τῳ
9999798 Μακεδονικη
δορασιν : ἀσπις μεν οὐν ἐστιν ἡ ἀριστη χαλκη , Μακεδονικη , οὐ λιαν κοιλη , ὀκταπαλαιστος : δορυ δε
Ὁτι ὑπο Γαλατων Πτολεμαιος ὁ βασιλευς ἐσφαγη και πασα ἡ Μακεδονικη δυναμις κατεκοπη και διεφθαρη . Κατα δε τους χρονους
9999796 ἀπαλλαγη
οὐκ ἀλλο τι ἠ ἡ της ψυχης ἀπο του σωματος ἀπαλλαγη , και ἐστι τουτο το τεθναναι , χωρις μεν
' ἀριστα διαπονουμενου . νυν δ ' εὐτυχης γενοιτ ' ἀπαλλαγη πονων εὐαγγελου φανεντος ὀρφναιου πυρος . ὠ χαιρε λαμπτηρ
9999793 ὁποιῳ
Ἀθηναζε , καθ ' ὁτι ἀν ἐπαγγελλωσιν Ἀθηναιοι , τροπῳ ὁποιῳ ἀν δυνωνται ἰσχυροτατῳ κατα το δυνατον : ἠν δε
και τα ἀλλα ὡς ἐχει φυσεως εὐ μαλα φαινεται . ὁποιῳ οὐν παθει ἐοικε , κατα τουτο χρη φυσιογνωμονειν .
9999793 θεα
κουρη τις μεγαροισιν ἐνιτρεφετ ' Αἰηταο , την Ἑκατη περιαλλα θεα δαε τεχνησασθαι φαρμαχ ' ὁς ' ἠπειρος τε φυει
, ταυτην ἡμιν χαριν ἑκτεον , εἰ δε ἡμιν ἡ θεα , ἡμας ταυτῃ ; εἰποντος δε τινος ὁτι δικαια
9999793 θυμιαματοϲ
ʹ : κοχλιαριον ὑδατι . Ἀλλο . καϲτοριου , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖ η , πεπερεωϲ κοκκουϲ μ : γλυκει
, ἰξου το ἀρκουν . Ἀλλο , ἐπιϲπαϲτικον . ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # Ϛ , κηρου , τερμινθινηϲ ἀνα # δ
9999792 ἐθνικα
ἀντικειται . ± ] παντα ? τα δια του ιος ἐθνικα [ ἠ τοπικα προπαροξυνεται ] . ιος , ἐνδαπιος
οἰκησαι , ἠ Κιμμεριδα Κιμμεριων ἐνοικουντων ἑκατον ἐτη . τα ἐθνικα της μεν Ἠδωνιδος Ἠδωνοι , της δε Κιμμεριδος Κιμμεριοι
9999791 ἀλεα
: φησιν οὐν , τον ἑαυτου οἰκον . ἀλλως : ἀλεα λεγεται ὁ τοπος παρελθε : πολλα δ ' ἀεργος
ὑπο ἡλιου τεθερμασμενον . εἱλη και ἑλη : ἡλιου [ ἀλεα ] αὐγη . εἰλυσπασθαι : ὁμοιως ὀφει και σκωληκι
9999791 θερμοτητοϲ
ἐν θερει και θαλπει ϲφοδρῳ ϲυνθετοϲ ἡ διαθεϲιϲ ἐϲτιν ἐκ θερμοτητοϲ τε και ξηροτητοϲ , ὡϲτε εἰκοτωϲ αὐτοιϲ ϲυνθετον ἐϲτι
ἠ ὀμφακομελιτι ἐπι των ϲφοδρα κενωθεντων . εἰ δε και θερμοτητοϲ αἰϲθηϲιϲ περι τον ϲτομαχον μετα τροφην γενοιτο , θερμῳ
9999791 οἰκοδομικη
ἐστι το ὁλον τοιουτον , ὁτι ἐπει οὐ μονον ἡ οἰκοδομικη ἐπιδεχεται τουτον τον ὁρισμον ἀλλα και πασα τεχνη ,
ὑλας λαμβανουσαι συμφορητον ἐκ τουτων ποιουσι το τελος , ὡς οἰκοδομικη και τεκτονικη και πολιτικη , το αὐτο συμβαινει :
9999790 θυμοειδες
ἠ ὀντων ἠ και μελλοντων , ὡσαυτως δε και το θυμοειδες πραϋνας και μη τισιν εἰς ὀργας ἐλθων κεκινημενῳ τῳ
το δερμα λασιον , το σωμα ἰσχυρον , ἀλλως δε θυμοειδες και ῥωμαλεωτατον . Ἀλλα τουτο μεν , ὡς μοι
9999789 ἱστορησε
ἀναλωματι : ἑκατον γαρ μνας ἀνηλισκεν , ὡς ὁ Ἐφιππος ἱστορησε . Μενανδρος δ ' ἐν Μεθῃ του μεγιστου δειπνου
λεγον , οὐτε Ἀριστοτελης αὐτην προσεθηκεν , Εὐδημος δε συντομως ἱστορησε τινων φαινομενων ἑνεκα ταυτας προσθετεας εἰναι τας σφαιρας ᾠετο
9999787 τειρεα
πανθ ' Ἡγησιαναξ τε και Ἑρμιππος τα κατ ' αἰθρην τειρεα και πολλοι ταυτα τα φαινομενα βιβλοις ἐγκατεθεντο , †
το ὀνομα αὐτης ἐτυμολογουσι παρα το ῥειν ἀει και ποιειν τειρεα . και φυσικως ταυτης ἀνδρα τον Κρονον φασιν ,
9999787 δοτω
και τον λογωι σον πενθερον κομιζετω Φωκεων ἐς αἰαν και δοτω πλουτου βαθος . συ δ ' Ἰσθμιας γης αὐχεν
ἡ δε οὐτε ἀγνοει τουτο και ὁμολογει συν ἡδονῃ . δοτω τοινυν ἡ πολις δια σου χαριν Εὐδαιμονι . τις
9999786 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999785 εὐπραγιᾳ
κοσμηται καθ ' ἑκατερον , διανοιᾳ τε χρωμενος ἀνεπιληπτῳ και εὐπραγιᾳ βιου , ᾡ μηδεν ὀνειδος προσεστι . τῳ δη
ἀναξιως δυστυχουντι , φθονος δε ἐστιν ἐπι τῃ του πελας εὐπραγιᾳ χωρις της ἐπι τα οἰκεια διαφορας . φοβου δε
9999784 ἀμφορεα
, ὁσον ἐμοιγε φαινεται . τρεχ ' εἰς τον οἰνον ἀμφορεα κενον λαβων των ἐνδοθεν και βυσμα και γευστηριον ,
το μερος αὐτου ἐν τῳ μερει , ἐπει και τον ἀμφορεα του οἰνου φησαιμι ἀν εἰναι ἐν ἑαυτῳ , ὁτι
9999784 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς
9999782 βουλωμεθα
προτασεων παντος του προτεθεντος προβληματος . δει , ὁταν τι βουλωμεθα ὑπαρχον τινι ἠ μη ὑπαρχον κατασκευασαι , πρωτον ἐκλαβειν
ὑμετεροις . Ὡσπερ γαρ ἐν τῃ τεκτονικῃ , ὁταν εἰδεναι βουλωμεθα το ὀρθον και το μη , τον κανονα προσφερομεν
9999782 βορειῳ
ὁτι ἡμεις ἐσμεν ἐν θατερῳ των ἡμισφαιριων , και τῳ βορειῳ γε , ἐν ἀμφοτεροις δ ' οὐχ οἱον τε
και ΗΘ ἐκβαλλομενας γραμμας , και ὁσον το περιττευον τῳ βορειῳ ἠ τῳ νοτιῳ ἐννοησον . Οὑτω γαρ ποιων ῥᾳδιως
9999782 ἀπελιπε
και ῥᾳθυμιᾳ ἐπειρωντο το χωριον ἀβατον φυλαττειν . Ἀριστοτελης ὁτε ἀπελιπε τας Ἀθηνας δεει της κρισεως , προς τον ἐρομενον
τοιουτῳ συνων σωματι τινα ἡγουμεθα εἰχε ψυχην ; Διογενης ἡνικα ἀπελιπε την πατριδα , εἱς αὐτῳ των οἰκετων ἠκολουθει ὀνομα
9999781 ἐγραφη
γαρ Ἀθηναιων ἐφθονειτο . , . : ἐπιτετευγμενως δε αὐτῳ ἐγραφη τα Φαινομενα , ὡς παρευδοκιμηθηναι παντας ὑπ ' Ἀρατου
και ἀρχην αὐτου τηνδε παρεθετο : ὁδε ὁ νομος ἰσος ἐγραφη και ὁμοιος , στιχων τριακοσιων εἰκοσι τριων . Καλλιστιον
9999780 νομῃ
ἐπι τουτοις τον κληρον του πατρος , το παν τουτο νομῃ δικαιοτατῃ δασαμενους . Δια μεν σχειν τον τε οὐρανον
αὑται πλησιον των μελισσων , ὁπως ὑδροφορουσαι μη καμνωσι . νομῃ δε θυμου μαλιστα χαιρουσι , και ἀφθονως τουτου νεμομεναι
9999779 χοριαμβικα
, εἰτα παραγραφος . στροφη ἑτερα κωλων ζʹ . + χοριαμβικα κωλα ὁμοια τοις ῥηθεισιν ζʹ , εἰτα παραγραφος και
. ἀνδροκμητας ] στροφη ἑτερα . τα δε κωλα εἰσι χοριαμβικα ὁμοια τοις ῥηθεισι ιβʹ . ταδε τοι χωρᾳ ]
9999779 εὐπρεπες
το μεν οὐν προτερον μετα την ἀπαγγελιαν ὁλης της χρειας εὐπρεπες ἐστιν ἐπενεγκειν , οἱον Ἰσοκρατους του ῥητορος τους εὐφυεις
δε ἐπελθουσης ὑπεδυετο αὐτον μισοπονηρια μεν δια το της βασιλειας εὐπρεπες , εὐλαβεια δε περι του μελλοντος : ἀρχην γαρ
9999778 Ἀρταξερξης
παρασκευην , ῥᾳδιως ἀπο των τειχων ἠμυνοντο τους πολιορκουντας . Ἀρταξερξης δε ὁ βασιλευς πυθομενος τα περι την Κυπρον ἐλαττωματα
, ἀλλα λειτουργησει τοις κοινοις , κἀν μη προαιρηται . Ἀρταξερξης γαρ αἰτουμενῳ Σατιβαρζανῃ σατραπειαν τινα μη προσηκουσαν ἐπι τρισχιλιοις
9999778 ἐγεννηθη
ἐμον αὐχενα τριψει . ” Λυκος τις ἁδρος ἐν λυκοις ἐγεννηθη , λεοντα δ ' αὐτον ἐπεκαλουν . ὁ δ
προχοαις : τριτων ποταμος Λιβυης , ἐν ᾡ ἡ Ἀθηνα ἐγεννηθη [ ἀφ ' οὑ και Τριτογενεια ὀνομαζεται ] .
9999778 φοινικες
ἀρνων σαρξ , το του σησαμου σπερμα , βολβοι , φοινικες οἱ λιπαροι . Φοινικες χλωροι χυμων ὠμων ἐμπιπλωσι τους
, και στεφανος κυκλῳ χρυσους ἀμπελινος . Παρηλθον δε και φοινικες ἐπιχρυσοι ὀκταπηχεις ἑπτα , και κηρυκειον ἐπιχρυσον πηχων τεσσαρακοντα
9999777 φοινικα
ἐχθρον , ἀλλ ' αὐτος παρελθων τα βραβεια και τον φοινικα ἀναδος και στεφανωσον , εἰ θελει , και ταις
Ὁτι ἀναθηλαι λογος ἐστι Δηλιος φυτα ἐν Δηλῳ ἐλαιαν και φοινικα , ὡν ἁψαμενην την Λητω εὐθυς ἀποκυησαι , τεως
9999776 τυραννιδα
και αἰτει το γερας : ἡ προβολη : ἐπαυσα την τυραννιδα και δει λαμβανειν με την δωρεαν : τουτο δε
μεν οὐν και ἀριστοκρατιαν και δημοκρατιαν ἐφιεσθαι του ὀρθου : τυραννιδα δε και ὀλιγαρχιαν και ὀχλοκρατιαν του φαυλου . Γιγνεσθαι
9999776 ἐννεακαιδεκα
ἡ Ἑκαβη οὐ δυσχεραινει . λεγει γουν ὁ Πριαμος : ἐννεακαιδεκα μεν μοι ἰης ἐκ νηδυος ἠσαν , τους δ
και δεκατην τε ὁ λιψ προσεπιπνεει : προς δε τας ἐννεακαιδεκα Ὑαδες μεσαι δυνουν , την εἰκοστην δε του μηνος
9999776 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999776 λιγνυν
ἀργυρου καμινους ποιουσιν ὑψηλας , ὡστε την ἐκ των βωλων λιγνυν μετεωρον ἐξαιρεσθαι : βαρεια γαρ ἐστι και ὀλεθριος .
, και ὁ ἐσκιρρωμενος συνδεσμος ἠ τενων κατα την ἀναφερομενην λιγνυν διακινουμενος τῃδε κἀκεισε , ὠφελειται μεγαλως : και μετα
9999776 ἐκκλησιᾳ
' ἀρχας ἠναγκαζον τοις νομοις χρησθαι , και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ και ἐν τῃ βουλῃ μετα των προεδρων ἐκαθηντο ,
ἀπειριαν : το δ ' αὐτο τουτο και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ διεπραξατο ἐπιψηφισθηναι και γενεσθαι δημου ψηφισμα , ἐπ '
9999775 ἐνεθηκε
αἰσθησεις , ὁπου και Πραξιτελης εἰς την εἰκονα του Ἐρωτος ἐνεθηκε μικρου και νοηματα και πτερυγι τον ἀερα τεμνειν ἐμηχανησατο
Ἀθηνα δε ἐν μεσῃ τῃ ἀσπιδι της Γοργονος την κεφαλην ἐνεθηκε . λεγεται δε ὑπ ' ἐνιων ὁτι δι '
9999775 σπληνι
προς κολλησιν . ἐαν δε ποτε το ἐν ἡπατι και σπληνι ἀποστημα ἀναστομωθῃ , ὡς το ὑγρον προχεομενον ὑποδραμειν το
σπλαγχνων των φλεγμονων οἱα δυνανται , εἰτ ' ἐξ ἡπατος σπληνι , και τἀναντια , και ὁσα τοιαυτα . Ἀντισπᾳν
9999774 ἡσυχια
ἐοικοτα μορφᾳ , οὐκετι πορσω , και τα ἑξης . ἡσυχια δε φιλει μεν συμποσιον : τῃ μεν οὐν εἰρηνῃ
και το πληρωσαντα αὐθις ἀπορρειν , και ἡ μετα τουτο ἡσυχια του ῥευματος οὐκ ἐᾳ παρα τοις ὑετοις εἰναι την
9999773 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999772 χιτωνι
ἀνθρωπων ὁρᾳς . [ ⌊ Συ δε ⌋ συν ] χιτωνι μουνῳ ⌊ παρα την ⌋ φιλην γυναικα φευγεις ⌊
, και προσετι τῳ ἀμφιβληστροειδει σωματι και τεταρτῳ τῳ χοριοειδει χιτωνι : το γαρ ἰσχυροτατον ἐν αὐτοις και μαλιστα στηριζειν
9999772 θαυμαστῃ
κατορωρυγμενα πλησιον ἐκεινα , τα δε ἰυγγι τινι ἀπορρητῳ και θαυμαστῃ δε το ὑδωρ ἐκεινο ἐκ των ἀσκων ἑλκει ,
. ταυτα τοι και τεθνεωτα ἐθαψεν αὐτον ὁ βασιλευς ταφῃ θαυμαστῃ . τεθνεωτων δε πολλων και σαλευοντων ὑπερ του ζην
9999771 ἡγεμονι
και μενοντας ἐκστρατευσαι βουλεται κατα γενη ἑκαστους ὑπο τῳ οἰκειῳ ἡγεμονι . και ἐστιν αὐτῳ ἡ των λογων ὑποθεσις οὐχ
ἐπιταττομενα , και τα πλειστα αὐτοκελευστος ὑφιστατο κινδυνευματα δοξαν τῳ ἡγεμονι και τιμην πραττουσα : και διεξηλθε πολλην της Αἰκανων
9999770 κοιλη
το παν . φανερον δη ὁτι ἐν ᾡ χρονῳ ἡ κοιλη σφαιρα του πλανωμενου της των ἀπλανων ὑπολειπεται φερουσα την
ὑπαρχουσιν ἐν ταις εὐδιαις ἐχρητο , εἰ δε ἡ θαλασσα κοιλη γενοιτο , θατερα δια της παρεξειρεσιας κατα τας θρανιτιδας
9999770 ἐξηγγελλετο
ὡς ἐς Σκυθας , ὁτι ἐς Σκυθας καταπεφευγεναι Σπιταμενης αὐτῳ ἐξηγγελλετο , αὐτος δε ξυν τῃ λοιπῃ στρατιᾳ ἐπιων της
ὁτι και ταυτα ἐθνη των προσχωρων τῃ Περσιδι μαχιμωτατα εἰναι ἐξηγγελλετο . ἡκε δε αὐτῳ και Φιλοξενος στρατιαν ἀγων ἀπο
9999769 ἐβαδιζεν
σκηπτρον αὐτῳ δωρησασθαι κρανειον , ὁ φερων ὁμοιως τοις βλεπουσιν ἐβαδιζεν . Ἡσιοδος δε φησιν ὁτι θεασαμενος περι Κυλληνην ὀφεις
γε την χωραν και τας στρατειας ἀνυποδητος ἀει και γυμνος ἐβαδιζεν , εἰ μη ψυχος ὑπερβαλλον εἰη και δυσκαρτερητον ,
9999769 λογισασθε
ἡμας βουλεσθε οὑς ᾐτησατο δεκα ῥητορας ; εἰ συμφερει , λογισασθε . τουτο μεντοιγε ὑμιν προμηνυω , ἀνδρες Ἀθηναιοι ,
' αὐτος μη ἐπιορκησειεν . ἐξ αὐτου δη του πραγματος λογισασθε , ὠ ἀνδρες δικασται , παρ ' ὑμιν αὐτοις
9999769 φαρμακοιϲ
ἐτι νεοπαγηϲ ὁ πωροϲ εἰη , τοιϲ ἀγαν ϲτυφουϲιν χρηϲομεθα φαρμακοιϲ δια ἐπιδεϲεωϲ προϲτυπουντεϲ : ἐϲθ ' ὁτε δε και
διηθηϲαϲ ἐψε ἑωϲ μελιτωδουϲ ϲυϲταϲεωϲ , και οὑτωϲ ἐμβαλλε τοιϲ φαρμακοιϲ : ποτιζων δε το φαρμακον το προειρημενον , ϲπογγουϲ
9999768 πουλυβοτειρῃ
θεοις . Τρις γαρ ὡς ἀληθως μυριοι εἰσιν ἐπι χθονι πουλυβοτειρῃ οὐκ ἀθανατοι , ἀλλα λιθινοι και ξυλινοι δεσποται ἀνθρωπων
τουτων ποιητων : ἁρματα δ ' ἀλλοτε μεν χθονι πιλνατο πουλυβοτειρῃ , ἀλλοτε δ ' ἀϊξασκε μετηορα : τοι δε
9999768 ἰσχε
θεοισιν ; οὐδε ἑν , ἀν μη κερασῃ τις . ἰσχε , τον ᾠδον λαμβανε . ἐπειτα μηδεν των ἀπηρχαιωμενων
θεοισιν ; οὐδε ἑν , ἀν μη κερασῃ τις . ἰσχε , τον ᾠδον λαμβανε . ἐπειτα μηδεν των ἀπηρχαιωμενων
9999768 καθαρϲεωϲ
πεπτηκοτι δει διδοναι το φαρμακον και κωλυειν ὑπνουν μεχρι παντελουϲ καθαρϲεωϲ και κινηϲιν μετριαν , εἰ δυνατον , παραλαμβανειν και
δε διαλιποντα παλιν ἀνακαμπτεον ἀπο τηϲ δια τηϲ ἱεραϲ ἀρχομενον καθαρϲεωϲ ὑπερτιθεμενουϲ την φλεβοτομιαν ἐπιβλαβεϲτεραν μαλλον ἠ ὠφελιμον ἐϲομενην ,
9999768 Ἀραβες
, πεμπει δε Αἰγυπτος παντοδαπας τεχνας , ἐλεφαντα Ἰνδοι , Ἀραβες εὐωδιαν : χορηγουσιν δε και οἱ ποταμοι ταις βασιλεως
συννομου σχιζεται , ὡσπερ οὐν αἱ αἰγες . λεγουσι δε Ἀραβες ὁτι ἀρα τα παρ ' αὐτοις ποιμνια ποιμαινεται ὑπο
9999767 ὀνειῳ
Ἠν δε χολωδης ᾐ , κολοκυνθιδας δυο ἀποβρεξαι ἐν γαλακτι ὀνειῳ ἑφθῳ ὁσον τεσσαρσι κοτυλῃσι , και ἀπηθησαντα κλυσαι ,
γραφει : καππαρεωϲ τον φλοιον τηϲ ῥιζηϲ ἑψε ϲυν γαλακτι ὀνειῳ μεχρι το τριτον λειφθῃ , και λεαναϲ καταπλαττε εἰϲ
9999767 Χαλκιδευς
της Λημνου Μυρρινα τε και Ἡφαιστια δηλοι και Διονυσιος ὁ Χαλκιδευς ἐν γʹ Κτισεων . . . : Χαλκιδεις οἱ
ὡς Ἀντηνωρ ἐν τοις Κρητικοις ἱστορηκε , και Διονυσιος ὁ Χαλκιδευς ἐν ταις Κτισεσιν . . . : Ξανθος δε
9999767 ἐμπλεα
. ἀναμεστα ] πληρη . , πεπληρωμενα , γεγεμισμενα , ἐμπλεα . και . . . Βουφονιων ] ἁπαντα φλυαριαι
και γαρ και τοιϲι κακοχυμοιϲι ἱερειοιϲι τα κρεα χαλαζηϲ ἐϲτι ἐμπλεα . ἠν δε πολλον αἰρηται ἀπο των ἐνδοθεν ἡ
9999767 ἀκριβειᾳ
το ἐπικατηγορουμενον ὀνομα μη κολαζειν πριν ἠ τἀληθες ἐπ ' ἀκριβειᾳ καταμανθανειν , ἡμας δε προλημματι λοιδοριας ἀνεξεταστως μεμισηκεναι ;
ἀμεινον . τῳ τε γαρ τροπῳ της ἀπαγγελιας και τῃ ἀκριβειᾳ των διανοηματων πανυ συνηθεις ποιει . λεγω δε οὐχ
9999767 πνευμονοϲ
περι μυελου τεκμαιρεϲθαι χρη περι των ὑπολοιπων μεθοδων . Περι πνευμονοϲ . Πνευμων ἀρνειοϲ και χοιρειοϲ καιομενοι και λειοι ἐπιτιθεμενοι
, ὁδοϲ ἀρτηριη , χωρη δε πνευμων , θωρηξ δε πνευμονοϲ ἐρυμα και δοχη . ἀλλα τἀλλα μεν ὁκωϲ ὀργανα
9999767 Ὀδυσσειᾳ
τε δαιμων ” ἀντι του ἐμαρτυρησε . και ἐν τῃ Ὀδυσσειᾳ “ ξεινοδοκος μεν ἐγω ” ἐδοξε τισι λεγειν .
. Ι διπλη ὁτι ὀνοματοθετικος ὁ ποιητης , και ἐν Ὀδυσσειᾳ παραπλησιως ποιει . οἱ δ ' εὑδειν ὠρνυντο κατα
9999766 πελαγη
κατα δεξια οὐ πανυ πορρωθεν γεφυραν ἐπεζευγμενην ὑδατος συναπτοντος τα πελαγη κατα την ἐπιφανειαν , ἐκ της ἑτερας θαλαττης εἰς
θαλασσης , ὁπου ποταμοι και λιμναι συμβαλλουσιν , ἐτι δε πελαγη μεγαλα και κολποι θαλαττης εἰσιν , ἐνταυθα μεν παντες
9999766 ἡδομεθα
οὐκ ἀει εἰσιν ἡδεις και χρησιμοι : ἀλλοτε γαρ ἀλλοις ἡδομεθα και ἀλλοτε ἀλλο ἐστι το χρησιμον . μη παραμενοντος
ἑνεκα του ἀγαθου . Ἡδυ δε ἐστιν τουτο οὑ παραγενομενου ἡδομεθα , ἀγαθον δε οὑ παροντος ἀγαθοι ἐσμεν ; Πανυ
9999765 Κλεωνα
ἁρπαγες γαρ και οἱ λυκοι . Κλεωνυμον ] ἠ τον Κλεωνα λεγει ἠ ἑτερον Κλεωνυμον τοὐνομα . ἐλαφοι . .
, ἠ οἱς ἀν ἐπικτησωμεθα πριαμενοι . Παφλαγονα ] τον Κλεωνα λεγει . Παφλαγονα ] τον Κλεωνα . νεωνητον ]
9999765 νεκρωδες
ἀλλα και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιτεταμενη οἰδε διαφορησιν ποιειν και νεκρωδες ἀπεργαζεσθαι το προσωπον . και ὁ λιμος οὐν ,
δε καθ ' ἡπαρ πληγεντι ἀκοντιῳ εὐθυς το χρωμα κατεχυθη νεκρωδες : τα ὀμματα κοιλα : ἀλυσμος : δυσφοριη :
9999765 λαβετω
ὑποστρεψας εἰπε προς τους συνδειπνουντας : οὐ δυναμαι τανυσαι , λαβετω δε και ἀλλος . ἠν δε ἐκ νεου προς
φιλοσοφος , ἀλλα ἐπιφανης , ἀλλα πολλοις φιλοις κεχρημενος . λαβετω και ἁγω ἐχω , διδασκετω δ ' ἀλλους .
9999764 φθειρω
μοιρα : φερω , φορα : σπειρω , σπορα : φθειρω , φθορα : σεσημειωται το ληχω ἐπι του λαγχανω
ἐχει τον ἐνεστωτα παντως ἀπο συμφωνου ἀρχομενον , ὡς το φθειρω ἐφθαρκα : εἰ οὐν ἐῤῥυπωκα και ἐῤῥαφα ἀπο του
9999764 ἑνδεκατη
ὑστερον παρα Ῥωμαιων ἐκ της Κιλικιας τοις προ Ἀρχελαου και ἑνδεκατη στρατηγια , ἡ περι Κασταβαλα τε και Κυβιστρα μεχρι
' ἀγε νυν ἐπιμεινον ἐνι μεγαροισιν ἐμοισιν , ὀφρα κεν ἑνδεκατη τε δυωδεκατη τε γενηται : και τοτε ς '
9999764 νοσωδες
προς την ἀκοην δυσχερειαννοσηροτερον , ὁθεν και νοσηρον χωριον και νοσωδες χωριον : το γαρ νοσακερον ἐσχατως κωμικον . ἀσθενως
. ἀνευ δε τουτων ὁ μεν ἀλυπου και καθαρας και νοσωδες ἐχουσης οὐδεν ὑγειας αἰτιος ἁπασι γινεται , ὁ δε
9999764 ἀερωδες
: τρεφεται δε τῳ ψυχρῳ το κατα το λευκον και ἀερωδες διαπνεομενον . Οὐδε γαρ ἀγνοειν χρη ὁτι κατα την
φωνηεν , τροπικον , ἀνθρωποειδες , ἀνωφερες , δικαιον , ἀερωδες , εὐμεταβολον , μετοπωρινον , ὑπογειον κοσμου , δημοσιον
9999763 εὐωδες
μελαν , φησι , την μεν αὐτην θεωριαν ἐχει , εὐωδες δ ' ἐστι πολυ μαλλον . Ἀπολλοδωρος δε ἐν
ἐκπιεσθεντων και ἀναπλασσομενων : ἐστι δ ' αὐτου καλον το εὐωδες , μεσως κατασμυρνον , βαρυ , μελαν , ἀξυλον
9999763 κεκτημεθα
. Ἀπροσδοκητον οὐδεν ἀνθρωποις παθος : ἐφημερους γαρ τας τυχας κεκτημεθα . Ἐμε μεν οὐχ ὁρᾳς πεπωκοτα ἠδη τ '
διηγουμενος . οὑτω γαρ και οἱ ἀνθρωποι οὐδεν των τῃδε κεκτημεθα ἰδιον : ἀλλα ζωντες μεν προς ὀλιγον ἐπιπλαστῳ σεμνυνομεθα
9999763 Φαρναβαζου
τα πεδια οὐδε ἐν τῃ Φρυγιᾳ ἐδυνατο στρατευεσθαι δια την Φαρναβαζου ἱππειαν , ἐδοξεν αὐτῳ ἱππικον κατασκευαστεον εἰναι , ὡς
Ἀθηναιοι ἐπι Κυζικον . οἱ δε Κυζικηνοι των Πελοποννησιων και Φαρναβαζου ἐκλιποντων αὐτην ἐδεχοντο τους Ἀθηναιους : Ἀλκιβιαδης δε μεινας
9999762 ἠλθετε
του : διοτι δη ἐπι το κατ ' ἀλληλων μονομαχειον ἠλθετε : ἀθλιοι : διοτι εἰς ἐνθυμησιν μονομαχιας ἠλθετε :
μεγαλαι ὠφελιαι τε και ἐπαυρεσιες γεγονασι , οὐτε ἐμεο εἱνεκα ἠλθετε βοηθησοντες οὐτε τον Δωριεος φονον ἐκπρηξομενοι , το τε
9999762 ἀτρεμα
ἁμα εὐθαρσεστατοις ἐς τους ναυτικους ἀγωνας , τα μεν πρωτα ἀτρεμα τῃ εἰρεσιᾳ ἐπι μιας νεως ἐξεπλεον ἀνευ κελευστων τας
τῳ σιγω το σιγα , ἀντω ἀντα , οὑτως ἀτρεμω ἀτρεμα και ἀτρεμας , καθ ' ὁν λογον ἐστι πολλακις
9999762 ὀξυμελιτι
ταυτα δ ' ἠτοι φοινιξιν ἀναλαμβανεσθω ἠ συν αἰρινῳ ἀλευρῳ ὀξυμελιτι ἡψησθω . εἰ δ ' ἀνευ νομης φλεγμαινοι ,
αἱ δι ' ἁλων . κατα δε της ἐμπλαστρου σπογγον ὀξυμελιτι ἠ ὀξυκρατῳ ἠ οἰνῳ διαβροχον ἐπιβαλουμεν : ἐπιδησομεν δε
9999761 ἐθεραπευσε
ἀλλ ' ἡ μετα μετρου του προσηκοντος ἐναλλαξ αὐτων χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα
ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω Περσων τινος πορευθεις
9999761 κρατηθῃ
την παθην οὐκ ἐλαβεν εὐπετες ὀργανον , ἱνα μη παμπαν κρατηθῃ ὑπο του ἐσιοντος . Λοιπος ἐστιν ὁ λογος ὁ
ὀντων ἐν αὐξησει ἐπι πασης μηρου ἐξαρθρησεως , ὁταν μη κρατηθῃ , τα [ μη ] παρακολουθουντα διηριθμηται , ἁ
9999761 κτητικη
ἐμαυτου οἰκου δεσποζω . φαινεται δε ὁτι παρηξεν αὐτον ἡ κτητικη συνταξις και ἡ προσθεσις του ἀρθρου , ἁπερ οὐκ
παραδεξασθαι την ἐμειο , καθο κυριωτερα λεξις , λεγω ἡ κτητικη ἀντωνυμια , δυναμενη και ἑνεκα μετρου και ἑνεκα λογου
9999761 ταϲ
, εὐθυμοι : ἀλλοι δε παραλογωϲ ἀγρυπνοι . ἀμφω ἀλλοιωδεεϲ ταϲ ὀψιαϲ , κεφαλαλγεεϲ , ἠ παντωϲ γε βαροϲ τηϲ
, λεγωμεν ἠδη και περι τουτων . γαγγραιναϲ μεν γαρ ταϲ δια μεγεθοϲ φλεγμονηϲ νεκρωϲειϲ ὀνομαζουϲιν οὐκ ἠδη γεγενημεναϲ ἀλλα
9999761 ἀσπιδες
καλειται δε Λαλιχμιον του ἀναθεντος ἐπωνυμον . περι δε αὐτο ἀσπιδες ἀνακεινται , θεας ἑνεκα και οὐκ ἐς ἐργον πολεμου
λευκην ἀσπιδα φερων . λευκασπις ] + ἀπεστιλβον γαρ αἱ ἀσπιδες αὐτῳ τῳ χαλκῳ . ὀρνυται ] διεγειρεται . ὀρνυται
9999761 ἐγχωροιη
. Εἰθ ' ἡ μεταληψις , ἐνστασει μεν , εἰ ἐγχωροιη , ὁτι οὐδε ἐξεστιν , ἀντιπαραστασει δε ὁτι εἰ
ὀμβριμον ὑδωρ : και μυρια τοιαυτα . εἰ μεν οὐν ἐγχωροιη παντ ' εἰναι τα μορια της λεξεως , ὑφ
9999760 Ἐπικουρῳ
Πλατων κατα το συμποσιον και Ξενοφων . παρα δ ' Ἐπικουρῳ οὐκ ἀπαρχη θεοις , οὐ σπονδη , ἀλλ '
ἡ δε του ἀλγουντος ὑπεξαιρεσις , ὡς εἰρηται παρ ' Ἐπικουρῳ , δοκει αὐτοις μη εἰναι ἡδονη : οὐδε ἡ
9999760 Ἑκατη
: Εὐρυτον δε θυρσῳ Διονυσος ἐκτεινε , Κλυτιον δε δᾳσιν Ἑκατη , μαλλον δε Ἡφαιστος βαλων μυδροις . Ἀθηνα δε
χθονιην ἐνεροισιν ἀνασσαν . . . . Βριμω ἡ αὐτη Ἑκατη , ὁτι Ἑρμου ἐν κυνηγεσιῳ βιαζοντος αὐτην ἐνεβριμησατο και
9999760 δωδεκατῳ
διαφορᾳ τοις # Ϛ , και την ΟΠ ἰσην τῳ δωδεκατῳ μερει της ΘΠ τοις # δ , και τῃ
Καρχηδονος κτισεως ἐτη ρνεʹ , μηνες ὀκτω . τῳ δε δωδεκατῳ ἐτει της Ἱερωμου βασιλειας ἐν Ἱεροσολυμοις ὁ ναος ᾠκοδομηθη
9999760 λαγω
τῃ Ἀφροδιτῃ ἡδιστον . οἰσθα γαρ που το περι του λαγω λεγομενον , ὡς πολυ της Ἀφροδιτης μετεστιν αὐτῳ .
μεν οὐν ἀλλως προεκθεων ὁ λογος ὑπερ του δρομου του λαγω ἀναβεβληται , τα δε λοιπα ἐν τοις ἑπομενοις λεγειν
9999759 ἐλαυνω
και γινεται ἀπο του οἰω το κομιζω . ἐλαυνει : ἐλαυνω ἐπι σιδηρου , ἐπι τοξου , ἐπι συνουσιας ,
περισπαται : ἐρευνω θοινω χαυνω κοινω οἰνω , χωρις του ἐλαυνω . Τα εἰς ΝΩ ὑπερδισυλλαβα παραληγομενα τῃ ΕΙ διφθογγῳ
9999759 σφετερῳ
ἀρχειν και φιλον ὀντα πεμπειν στρατιαν και την χορηγιαν τῳ σφετερῳ στρατοπεδῳ . ἀει δε μαλλον αὐξομενος ἐστρατευσεν εἰς την
λεγεται γαρ ὡς ἀρα Διι θηλην ὑπεσχεν ὑς και τῳ σφετερῳ γρυσμῳ περιοιχνευσα τον κνυζηθμον του βρεφεος ἀνεπαιστον τοις παρουσιν
9999759 κλιμακτηρες
γυναικων εὐνοηθησεται , ὀψεται δε θανατους τεκνων . οἱ δε κλιμακτηρες αὐτου εἰσιν ἐτος ζʹ , ιαʹ , ιθʹ ,
, και καταπονηθησεται ὑπ ' αὐτου . εἰσι δε οἱ κλιμακτηρες του θεου ἐτος θʹ , ιβʹ , ιδʹ ,
9999759 σπονδη
, ὁπως ἐργῳ ' φιαλουμεν εὐξαμενοι τοισιν θεοις . Σπονδη σπονδη : εὐφημειτε εὐφημειτε . Σπενδοντες εὐχομεσθα την νυν ἡμεραν
βλεπεις ; σπονδη : φερ ' ὠ παι Σωσια : σπονδη : καλως . ἐγχει . θεοις Ὀλυμπιοις εὐχωμεθα Ὀλυμπιαισι
9999759 κοιλιηϲ
ὑδατοϲ κυαθουϲ δυο ἠ τρειϲ διδοναι ἐϲ τε την τηϲ κοιλιηϲ ϲτυψιν , ὁκωϲ ἐπιϲχῃ την παλιρροιαν , ἠδε τον
τι ϲηπεδονα ὑπαγει , τροφη ἀπεπτοϲ διεκθεει ὑπ ' ἀκραϲιηϲ κοιλιηϲ τε και ἐντερων : οὐ πεπτει γαρ αὐθιϲ εὐ
9999759 φαρμακῳ
ὁς ἀφικομενος εἰς το Ῥηγιον ἐναλειφει τους ὀφθαλμους αὐτου καυστικῳ φαρμακῳ και διακελευσαμενος ἀνεχεσθαι τας περιωδυνιας , ἑως ἀν ἀφικηται
κινηϲειϲ οὐ δυναται ἐπιτελειν : και εἰ τιϲ ὑπαλειφοι δριμυτερῳ φαρμακῳ , οὐκ ἐπιδακνεται . εἰ μεν οὐν του βλεφαρου
9999759 φθαρτικα
* οὐτε γαρ ὑγιεινα ταὐτα πασιν ὑπαρχει οὐτε θρεπτικα ἠ φθαρτικα οὐτε τα τουτοις ἐναντια , ἀλλα ταὐτα τους μεν
, κατα μερος δε τα μεν προηγουμενα αὐτου καυσωδη και φθαρτικα , τα δε μεσα εὐκρατα , τα δε ἑπομενα
9999759 τραγακανθηϲ
, ὀπιου , ϲμυρνηϲ , αἱματιτου ἀνα ⋖ Ϛ , τραγακανθηϲ ⋖ μη , κομμεωϲ ⋖ ιϚ : οἰνῳ Ἰταλικῳ
ξηραινε , εἰτα κοψαϲ και ϲηϲαϲ χρω . Ἀλλωϲ . τραγακανθηϲ , λιβανου , μαϲτιχηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999759 Ἀλεξανδρωι
ἐγενετο της Ἐφεσιας Ἀρτεμιδος : ἐπεστελλε τε πολλα κατα Χιων Ἀλεξανδρωι , και μεντοι και αὐτον Ἀλεξανδρον ἐγκωμιασας πολλα .
. Ἀθαμαντι σατυρικῳ , . . δευτερος Εὐριπιδης . . Ἀλεξανδρωι . . Παλαμηδει . . Τρῳασι . . Σισυφῳ
9999758 ἠπειλησε
καλος ἠν και ἀστικος και ἡλικιωτης Χαιρεου ; Ἀλλ ' ἠπειλησε Χαιρεας ἀποσφαξειν ἀμφοτερους , εἰ λαβοι με ποτε μετ
ἀνακτι : ἐπι δε ὀργης : αἰψα δ ' ἀναστας ἠπειλησε μυθον . το δε εὐχομαι παρα τας † ἀπελλας
9999757 ϲυν
, οἱον το τε δια του χαμαιμηλου ἐλαιον και νιτρον ϲυν ἐλαιῳ . και ὁταν ἐπιδιδῳ ἡ ἑξιϲ , παλιν
εὐζωμου , πεπερεωϲ ἀνα # α : μελιτι διδου διδραχμον ϲυν οἰνῳ . και ἡ ϲατυριακη λεγομενη πολυϲυνθετοϲ ἁρμοϲει και
9999757 ἠδικησε
μεν λαβων πλεον μεν ἐχει και ἀδικα ἐποιησεν , οὐκ ἠδικησε δε , εἰ μη δωροις ἠ ἀλλῃ τινι πειθοι
ἀχρηστα ; τι σοι κακον ἐποιησεν φιλοσοφια ; τι σε ἠδικησε Χρυσιππος , ἱν ' αὐτου τους πονους ἐργῳ αὐτος
9999757 Σαρπηδονα
. σημειωσαι δε ὁτι ἀλλος ἐστιν οὑτος παρα τον Λυκιον Σαρπηδονα . Σαρπηδων μεν γαρ οὑτος , ὁ της ῥηθεισης
ποιητων ἐν τοις Λυκιοις λογοις ᾠμοι ἐγων , ὁτε μοι Σαρπηδονα και τοιαυτ ' ἐς αὐτον ᾀδοντων , ἐν οἱς
9999757 ἀστεα
, ὡσπερ ἠν , διοτι πολλων δ ' ἀνθρωπων ἰδεν ἀστεα και νοον ἐγνω και πολλα δ ' ὁγ '
ἀλλας ὁδους στραφεντα φερεσθαι δια της ἐρημου , ἱνα οὐτε ἀστεα οὐτε πατος ἀνθρωπων , θηρες δε νομον ἐχουσι και
9999757 κουφα
' ἀμφοτεροις δυναμεις ὑφ ' ἑνα καιρον συνηλαλαξαν και τα κουφα των βελων ἐπι τους πολεμιους ἐβαλον . ταχυ δε
ποιησει ὑγειαν , ὁτι ἁπλως μεν οἰδεν ὑγιεινα εἰναι τα κουφα κρεα , ἀγνοων δε ποια τα κουφα , ἀγνοει
9999757 δριμεσι
συγχωρειν ὡς ὁτι πλειστον ἀπορρειν : χρησθαι δε και κλυστηρσι δριμεσι και ἐν ἀσιτιᾳ φυλαττειν τον ἀνθρωπον ἀρρωστον , ὡς
ἐν τοισι σιτιοισιν ὡς πλειστον χρονον ξυμφερει , και τοισι δριμεσι και ἁλμυροισι και λιπαροισι και γλυκεσι σιτιοισι και πομασι
9999756 χαρακτηρ
περι των ἑξης διαλεξομαι , τις ὁ πραγματικος ἐστι Λυσιου χαρακτηρ , ἐπειδη τον ὑπερ της λεξεως λογον ἀποδεδωκα :
Ποθεν ὠνομασται ἡ των μαθηματων ἐπιστημη και τις αὐτης ὁ χαρακτηρ , τισι τε δει προσεχειν ἐν τῳ το εἰδος

Back