παλιν οἱ Καρχηδονιοι κατεφυγον ἐπι Ῥωμαιους . οἱ δ ' ὑπεσχοντο μεν αὐτοις και τοτε πρεσβεις πεμψειν ἐς διαιταν ,
ὑπο των Πεισιστρατιδων , οἱ Ἀλκμαιωνιδαι φυγαδευθεντες ὑπο των Πεισιστρατιδων ὑπεσχοντο ἀνοικοδομησειν , και δεξαμενοι χρηματα και συναγαγοντες δυναμιν ἐπεθεντο
9999981 ἀντειχοντο
ὡς και οἱ φιλοσοφοι : οἱ δε ῥητορες ἀδιαφορως καλουσιν ἀντειχοντο : ἐφροντιζον και ἀντεποιουντο και ἐπεμελοντο , ἐρωτι δηλονοτι
ὁτι , οἰμαι , της σεμνοτητος ὡς οἱον τε μαλιστα ἀντειχοντο και κρειττονα ἠ κατα τους πολλους τα ἠθη παρειχοντο
9999979 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999978 ἀνακαθαρσεως
ὁ ἀριστος γεωργος συνεργει τῃ φυσει δια της ἀροτριασεως και ἀνακαθαρσεως . Τα ἐν τῃ γενεσει και φθορᾳ εἰδη πασχει
ἐστιν αὐταις . ὡστε ὁ χρονος ὁ του τελους της ἀνακαθαρσεως οὐκ ἐσται της σεληνης οὐσης κατα το Δ και
9999978 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999977 προσαγορευσαι
το μεν πρωτον αὐτην ἀπο της συναγωγης και συνοικησεως Συνναια προσαγορευσαι , μετα δε ταυτα παρεφθαρμενως ὑπο των πλησιοχωρων Συνναδα
των ἐν ἐκεινοις τοις τοποις , Ἀργωιον ἀπο της νεως προσαγορευσαι , και μεχρι τωνδε των χρονων διαμενειν αὐτου την
9999977 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999977 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999977 ἀποκαθαιρει
. και ὁ χυλοϲ δε του καρπου τα ἐν ὀφθαλμοιϲ ἀποκαθαιρει . Δρυοϲ ἁπαντα τα μορια ϲτυφουϲηϲ μετεχει ποιοτητοϲ ,
, χρηϲιμον δε ἐϲτι προϲ πιτυρα και ἀχωραϲ και ἐφηλειϲ ἀποκαθαιρει και το προϲωπον λευκαινει και ἀποϲμηχει και προϲφατον ποιει
9999976 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999976 ἀνειλοντο
μαλιστα συμφεροι . εἰ μεν γαρ ὑφ ' ὑμων πεισθεντες ἀνειλοντο τον πολεμον , σφαλεροι συμμαχοι και μεχρι του ταυτ
, ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι ἀρχοντος Καλλιου ,
9999976 ἐπακολουθησει
Ἀφροδιτῃ ἡ Σεληνῃ ἐαν προσγενηται , το ἑταιρικον και λαγνον ἐπακολουθησει και ζηλοτυπιαι και στασεις γενησονται και εὐυποκριτος ἡ συμβιωσις
γυνη μελλοι ἐκτιτρωσκειν , ἐν μεν τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ κινδυνος ἐπακολουθησει θανατωδης , ἐν δε τῃ βʹ ἀκινδυνως ἀπαλλαγεισα σωθησεται
9999976 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999976 ἐμπλησθηναι
εἰναι και το περιστενεται ἀντι του περιτεινεται , δια το ἐμπλησθηναι του αἱματος . . ” . . , .
Ἑλληνας ἁπαντων ὡς εἰπειν ἀνθρωπων , ὡστε την μεν θαλατταν ἐμπλησθηναι τριηρων , την δε γην πεζων , εἰναι δε
9999975 κοπου
ἐλαιῳ : διαφορουϲι γαρ ἱκανωϲ . Περι του τονωδουϲ αὐτοματου κοπου . Ὁ δε τονωδηϲ αὐτοματοϲ κοποϲ ὁταν ἀνευ γυμναϲιων
τα νευρα εἰκοτως ἀπ ' αὐτων και την ἰασιν του κοπου λαμβανει . αὑτη δε ἐστιν [ ἡ ] δια
9999975 προσεφερετο
και ταυτῃ μαλιστα ἐψευσθησαν : τα μεν γαρ εὐθυς ὡς προσεφερετο κατηκοντισαν οἱ τε Ἀγριανες και οἱ ξυν Βαλακρῳ ἀκοντισται
μαλιστα μεν δια τας των χρηματων ἐπιδοσεις , αἱς ἀφειδως προσεφερετο αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν ,
9999975 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999975 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999975 λιπαραι
Ἀλονη και Φυσια και Ὀφιοεσσα και Βεσβικος , γονιμοι και λιπαραι . : Ἀδραστεια , μεταξυ Πριαπου και του Παριου
τῳ ἀπολλωνι . ὡς και καλλιμαχος . τερπουσιν [ ] λιπαραι φοιβον ὀνοσφαγιαι . διδυμος δε φησι : ταυτα μετα
9999975 ἐξαιρετος
τῃ χωρᾳ . των μεν αὐτοφυων , ἀηρ τε οὑτος ἐξαιρετος του πολλου και λιμενες τοσουτοι , ὡν εἱς ἑκαστος
ἁπαντας , το δ ' ἀληθες , των ἀνδρων τουτων ἐξαιρετος . οἱ μεν γαρ τους ἀλλους ἐπαινειν σπουδαζοντες ,
9999975 ἐλθοντι
Ἀγαμεμνονι . . . ὑπεσχετο και κατενευσεν ἐπι την ἀλλοτριαν ἐλθοντι Ἰλιον ἐκπερσαντ ' εὐτειχεον ἀπονεεσθαι . Και ὁ Ἀπολλων
ἁπαν ἐπτηχει τῳ φοβῳ , συν εὐδαιμονιᾳ δε προς γηρας ἐλθοντι τῳ παιδι την ἀρχην ὑπηρξεν οὐκ ἐλαττω παραδουναι .
9999975 φιλονεικει
ἐπειδη δε ἀναισχυντων ἐτι προς την γραφην ταυτην ὁ συκοφαντης φιλονεικει , κἀκ των νομων τουτου διελεγξαι πειρασομαι την ἐπηρειαν
Μαρκελλινου . Τεχνικως και ἀκριβως συλλογιζεται : εἰ και κακως φιλονεικει : εἰ γαρ παν ζητημα φησιν ἀπολογιαν ἐχει ,
9999975 Ἑλλανικος
τους δ ' ἀλλους μοι ἐτικτον ἐνι μεγαροισι γυναικες ] Ἑλλανικος νϚ . . * . . Ε : Μηριονης
ὑπ ' ἐμου λεγομενοις , Ἡσιοδος τε και Ἑκαταιος και Ἑλλανικος και Ἀκουσιλαος και προς τουτοις Ἐφορος και Νικολαος ἱστορουσι
9999975 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999975 προστιθεσθω
μη ἰῃ ὀδμη , θαρσυνειν : κἀπειδαν μελλῃ εὑδειν , προστιθεσθω το αἰγυπτιον ἐλαιον ἐν εἰριῳ : τῃ δε ὑστεραιῃ
: και σμικρον ἀπ ' αὐτεου ἐνσταξασα , ἐς εἰριον προστιθεσθω προς το στομα της μητρης : ἐκ τουτου κατ
9999975 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999975 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999975 ἐπιφανες
παρεκαλει τε γραψαντα και τα των ἀλλων Ἀλβανων ὀνοματα των ἐπιφανες τι κατα την μαχην διαπραξαμενων φερειν ὡς αὐτον ,
βασιλεων ἱεροπρεπως το τεμενος ναῳ τε και στοαις λευκολιθοις : ἐπιφανες δ ' ἐποιησαν Ῥωμαιοι το ἱερον , ἀφιδρυμα ἐνθενδε
9999975 ἐπιεικειᾳ
εἰσιν ἀσυμφορα τῃ ἀρχῃ , οἰκτος , κολακεια και ἀπραγμοσυνη ἐπιεικειᾳ : συγγνωμῃ . βραχεα : οὐδ ' ὁλως .
ἀστεος αὑτων ἐκρατησαν . κρατησαντες δε εὐψυχιᾳ τους ἐχθρους , ἐπιεικειᾳ τους οἰκειους ἐνικησαν . χρησαμενοι δ ' ἀμφοτεροις ,
9999975 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999975 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999975 ἐπελαθοντο
' ἐπει γεωργουντες ἐπαυσαντο οἱ Περσαι , και της γης ἐπελαθοντο , και των ἀροτρων και των ἀμητηριων , τοτε
και προὐπιον και ὑμνον ᾐσαν και οὑ τυχης εἰσιν , ἐπελαθοντο κλινων τε ἀπολαυοντες αἱς πολυ προς ἀλληλας το μεσον
9999975 ἐκλειπτικων
τον ὁριζοντα . τουτων δ ' ἑκατερον ἐν ἑκαστῳ των ἐκλειπτικων χρονων πλειστην ἀν και ἀπεριληπτον παρασχοι περι τας μετα
μειζων ἡ κατα πλατος μηνιαια παροδος γινηται της ὑπο των ἐκλειπτικων ὁρων του ἡλιου περιεχομενης , κἀν ἀδιαφορως ταις τε
9999975 μαντικης
κατ ' ἀρχας περι τε τον κοσμον , ἁπαντα μεχρι μαντικης και ἰατρικης προς ὑγιειαν ἐκ τουτων θειων ὀντων εἰς
] ἀσαφει . κλαγγαι ] βοηι . θεσπεσιας ] της μαντικης . στροφη ἑτερα κωλων Ϛʹ . ὀλεθριοι ] οἱ
9999975 μαχου
? εἰ κλυων [ γνωμης ] ἀτερ [ ] ηι μαχου [ ] εὐ ? ? φρονει [ ] !
τουτο πρασσοντι , ἀλλα προς την δοξαν . ᾑ παντη μαχου , κἀν μηδεν σε ἐπειγῃ : καλον γαρ τι
9999974 ἐπιστασθε
τῳ τι νεωτεριζειν ἐπιχειρουντι ; και μην τοσουτον γ ' ἐπιστασθε , ὁτι εἰ τοτ ' ἐν τοις Ἑλλησιν ἐνικησε
κατ ' ὑμεας τεταγμενους Ἑλληνων , τωνδε εἱνεκα : ὑμεις ἐπιστασθε τους Μηδους και την μαχην αὐτων ἐν Μαραθωνι μαχεσαμενοι
9999974 σωφρονισαι
Εὐριπιδης : οὐ γαρ , φησι , ῥᾳδιον ἐστι ποτε σωφρονισαι γυναικα : κἀν ἀκολαστοι πανυ ὠσιν : σμυρνης αἰθεριας
ἀνδρος , ἡν προς μειρακιον ὑβριζον γραφων και σατυρον δαιμονα σωφρονισαι φησιν ἐν Αἰθιοπιᾳ , μεμνησθαι χρη του λογου τουτου
9999974 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999974 παραλλαγην
ἡ δε δευτερα δυο , ἐπι τετραγωνον ἐγηγερμενη , μιαν παραλλαγην ἐχουσα παρα της ἐπι της βασεως γωνιας , ὑπο
γαρ τον ἰχθυν ἐγχυλον , μικραν ἐχοντα των ὠμων την παραλλαγην , οὐχ οἱον ὑγραν τροφην ἐπιζητουσιν , ἀλλ '
9999974 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999974 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999974 πιθανοτητος
' αὐ κακουργειν ἀσεβεια : το δε μετα λογου και πιθανοτητος ἐπιχειρειν τι και πραττειν κακον οὐχ ἁπλη ἐστιν ἀσεβεια
γενεσθαι δια το μελειν αὐτῳ καλλους μαλλον και ἐπιμελειας ἠ πιθανοτητος και ἀληθειας . ταις μεντοι καθ ' ὁλον κωλον
9999974 προσεθετο
, κατεγινωσκεν ἀει της μοιρας ὡς ἀτυχουσης ἀμειλικτως και Σεξστιῳ προσεθετο , εὐμενιζομενος δι ' αὐτου Καισαρα . προσεθεντο δε
ἀρετη . λεγω δε την ἠθικην . τουτο πανυ ἀκριβως προσεθετο δια τας θεωρητικας , αἱ οὐ τῳ μεσῳ χαρακτηριζονται
9999974 ὡροσκοπουντος
μαρτυρουντων συγγενης ἐσται ὁ πεισας και φανησεται ἐλευθερος ὠν . ὡροσκοπουντος Ταυρου ἠ Διδυμων ἠ Καρκινου ἠ Λεοντος ἠ Παρθενου
ταχιον τρεπεσθαι , οὑτως και την των ἀρρενικων ἀπο του ὡροσκοπουντος δια το ἀπηλιωτικωτερον : και οἱ μεν ὁμοιως παρ
9999974 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999974 σχολαστικος
οἱ Σαμιοι ἀνεβοησαν εὐφημουντες αὐτον και θαυμαζοντες . ὁ δε σχολαστικος προσπεσων τηνικαυτα τῳ Ξανθῳ , νενικησθαι τε ὡμολογει και
, οἱον ὁλος ὁ φορος ἠλθε και ὁ δεινα ὁ σχολαστικος . Παρονομασια δε ἐστι παραποιησις ὀνοματος προς παραπλησιον ἐγγυς
9999974 μετοπισθεν
εἰη τειρομενῃσιν : ἐοικε γαρ ἐν δαϊ μαλλον τεθναμεν ἠ μετοπισθεν ὑπ ' ἀλλοδαποισιν ἀγεσθαι νηπιαχοις ἁμα παισιν ἀνιηρῃ ὑπ
ἀρηρει , βριθυν : ἀταρ κεινον γε θεοπροπιαις Ἑκατοιο Νηλεϊδαι μετοπισθεν Ἰαονες ἱδρυσαντο ἱερον , ἡ θεμις ἠεν , Ἰησονιης
9999974 συνεργουσης
προσλαμβανον θεραπειαν ὡσπερ χωραν οἰκειαν μη μαλλον εὐσθενει και καλλικαρπει συνεργουσης τῃ φυσει της τεχνης : ἀλλ ' οὐκ ἐστιν
ἐκ των ὀπισθεν μερων παρισταμενοι προεωθουν , πολλα της τεχνης συνεργουσης εἰς την κινησιν . κατεσκευασε δε και χελωνας τας
9999974 δραπετου
των Χιων τα ἐπικηρυχθεντα χρηματα και θαψας το σωμα του δραπετου εἰς την ἰδιαν ἐχωρησε . και οἱ Χιοι παλιν
το Ϛʹ περι τετραποδων , το ζʹ περι ἀηδιας ἠ δραπετου , το ηʹ περι κλεμματος ἠ ἀποβολης , το
9999974 ἀθροιζειν
βασιλικην ἐσθητα περιετιθει της συνηθους οὐκ ἐλαττουμενην , και λαον ἀθροιζειν συνεβουλευεν , ἐχων και αὐτος δυναμιν οὐκ ὀλιγην ,
μεγαλῃ δυναμει στρατευσουσιν ἐπι τους Φωκεις ὁ Φιλομηλος ἐκρινε μισθοφορων ἀθροιζειν πληθος . προσδεομενου δε του πολεμου χρηματων πλειονων ἠναγκαζετο
9999974 ἀκουουσι
ποι : την μεγαλην του Ἀρκεσιλαου ἀρετην τοις ποιημασιν ἐπικοσμουμενην ἀκουουσι που τῃ χθονιᾳ αὐτων φρενι . χθονιᾳ δε φρενι
ἀσχημον ᾐ το συν ἡδονῃ και βλαβερον αὐτῳ ἠ τοις ἀκουουσι , πειρασεται λυπειν μαλλον . του γαρ καλου ἑνεκεν
9999974 προεθετο
ἐστιν ἡ ζητησις , δειξαι τουτο και ἐκ της ἐναργειας προεθετο , ἐδει δε τουτο και ἐπι των τεσσαρων προβληματων
τῳ ἐξ ἀρχης σκοπῳ , ὁν περι της ἀποδεικτικης ἐπιστημης προεθετο , οὑτως ἐνταυθοι παραδιδωσι . δοκει δε τῃ ἀποδεικτικῃ
9999974 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999974 μεσουρανουσης
ὁταν ἡ διαστασις των μοιρων της τε ὡροσκοπουσης και της μεσουρανουσης ἐλαττων ᾐ των Ϙ μοιρων , ἡ διαστασις της
” . ταυτης γαρ „ ὑψι μαλα „ φερομενης και μεσουρανουσης , οὐχ ὁ Τοξοτης ἀνατελλει , ἀλλ ' ὁ
9999974 ὑδατωδους
. Ὑδροκεφαλον το παθος προσηγορευται ἀπο του ἐν τῃ κεφαλῃ ὑδατωδους ὑγρου συλλεγομενου : κατα το πλειστον δ ' ὑδατωδες
ἐγενετο Μωτ . τουτο τινες φασιν ἰλυν , οἱ δε ὑδατωδους μιξεως σηψιν . και ἐκ ταυτης ἐγενετο πασα σπορα
9999974 θεραπευομεν
ἡμεις δ ' ὑπερ ἡμων αὐτων λεγοντες και το σον θεραπευομεν . μαλλον δε της μεν σης ἀπολογιας και ἡμεις
ἐχειν οἰκειοτερον : ἐπει και του σωματος ἀει το καμνον θεραπευομεν και πλειονα ποιουμεθα προνοιαν ποδων ἠ ὀφθαλμων , ὁταν
9999974 ἐλεγοντο
συνημμενα και τα διεζευγμενα . προς δη ταυτα τοιουτοι τινες ἐλεγοντο λογοι : καθολου ταυτα εἰναι συστηματα συνεχη ὡν οἱ
ἐδυνατο , ἀπεθνῃσκε δε δυσωδιας τινος τῳ τραυματι ἐγγινομενης : ἐλεγοντο δε χριειν τα βελη μαλαχης ἰῳ . ἐχομενοι δε
9999974 εὑροντο
διακοσια ἐκελευσεν ἐκτισαι . τουτων μεν δη ἀφεσιν παρα Ῥωμαιων εὑροντο Ἑλληνες , ἡγεμων δε ἐτι και ἐς ἐμε ἀπεστελλετο
τους πατρικιους οὐδεν μεν ἀφελομενος ὡν οἱ κτισαντες την πολιν εὑροντο , τοις δ ' ἐποικοις ἑτερας τινας ἀποδους τιμας
9999974 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999974 διεμειναν
το παλαιον ἐγραφησαν οἱ νομοι γλωσσῃ Χαλδαϊκῃ και μεχρι πολλου διεμειναν ἐν ὁμοιῳ την διαλεκτον οὐ μεταβαλλοντες , ἑως μηπω
τοις ἀπο των ἀλλων πολεων θεωρουσιν ἀχθομενοι τῃ συμφορᾳ : διεμειναν δ ' ἀκροωμενοι καιτοι και αὐτου του Ἡγημονος ,
9999974 Δημοσθενικον
τους εὐδοκιμωτατους διαρρηδην ἀποφαινεσθαι ἀριστον των πολιτικων λογων εἰναι τον Δημοσθενικον : ἀλλα τους μεν δικανικους και συμβουλευτικους των λογων
ἀρχης ἐλθοντες λεγωμεν τας ἰδεας , ἐξ ὡν ἐφην τον Δημοσθενικον συγκεισθαι λογον : τας δε ὑποβεβηκυιας αὐταις ἠ και
9999974 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999974 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999974 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999973 μνημονευσομεν
παισι προ της πορφυρας την περιπορφυρον : και οὐ παλαια μνημονευσομεν , ἀλλα σχεδον χθες και πρωην , ὁ μεν
εὑρησεις και προς ἐμπυϊκους ποιειν δυναμενας . ἀλλα και ἐνταυθα μνημονευσομεν των κυριως προς ἐμπυϊκους ἁρμοζοντων βοηθηματων . προτερον τας
9999973 συμβουλευουσι
προαιρησονται συμβουλευειν μη ὀρθως . εἰ δ ' αὐ ταὐτα συμβουλευουσι , τι δει παντας αὐτους συμβουλευειν ; εἱς γαρ
φυτευειν . ἀλλοι δε ἀπο τεταρταιας αὐτης ἑως ὀκτωκαιδεκατης φυτευειν συμβουλευουσι . τινες ταις προσεληνοις μοναις , τουτεστι ταις πρωταις
9999973 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999973 ἐπιτυγχανουσι
σπουδαια και μεταδιωκειν το ἀγαθον , εἰ μη του τελους ἐπιτυγχανουσι , ματην λεγονται και ματην ἀκουονται . ἐπει τοινυν
τους ἀνδρας οὐθεν των δικαιων ποιησαντες : και οἱ πρεσβεις ἐπιτυγχανουσι τοις Οὐιεντανοις λειαν ἐκ της αὐτων χωρας ἀγουσι .
9999973 διδαξει
, μελλειν ξυλῳ μικρου δειν ἀποθανεισθαι . οὑτος ὁ ὀνειρος διδαξει σε ζητειν τι και περας των ἐνδεχομενων ἀποβαινειν .
Σωκρατες , τους ἀδικουντας τι ποτε δυναται , αὐτο σε διδαξει ὁτι οἱ γε ἀνθρωποι ἡγουνται παρασκευαστον εἰναι ἀρετην .
9999973 ἐπυθοντο
δε το “ ὠ μελε ” . ΓΘ ᾐσθοντο ] ἐπυθοντο , ἐμαθον , ἐγνωσαν . Γ ἀξιας ] εὐωνους
ἐπι τους αἰτιους της ἀδικιης γενομενους . Ταυτα ὡς ἀπενειχθεντα ἐπυθοντο οἱ Σκυθαι , ἐβουλευοντο ἰθυμαχιην μεν μηδεμιαν ποιεεσθαι ἐκ
9999973 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999973 κοιλιαν
: διαγνωσις δ ' αὐτων πριν μεν ἐσθιειν ἀναπτυξαντι την κοιλιαν , ἐσθιοντι δε κατα την πρωτην εὐθεως ὀδμην τε
τουϲ ἐπιληπτουϲ . ὁ δε Ἀρμενιακοϲ καθαιρει μεν κατω την κοιλιαν , ἐϲτι δε κακοϲτομαχοϲ . Λιθοϲπερμον , οἱ δε
9999973 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999973 ἀγανακτων
λαβοντα ἀποχωρειν . και μηδεις νομισῃ ὡς ἐγω ὑπερ ἐμαυτου ἀγανακτων ταυτα εἰρηκα μαλλον ἠ ὑπερ ὑμων δεδιως μηποτε ἀρα
ἐπι τῃ τυραννιδι αἰτιαν σχων και φυγῃ ἀιδιῳ ἐλασθεις , ἀγανακτων τ ' ἐπι τῃ συμφορᾳ και τιμωριαν παρα των
9999973 βραχυκαταληκτον
τεταρτον χοριαμβικον , του δευτερου ποδος ὀντος διτροχαιου , τριμετρον βραχυκαταληκτον . το εʹ ἀναπαιστικον διμετρον ἀκαταληκτον . το Ϛʹ
το ιαʹ χοριαμβικον τριμετρον καταληκτικον . το ιβʹ ἰαμβικον διμετρον βραχυκαταληκτον . το ιγʹ Πινδαρικον , δια το πολλακις τον
9999973 ἐπισταμεθα
παιδιοις δε ⋖ β . Τροχισκος ἁπαντων ἀμεινων , ὡν ἐπισταμεθα , προσαγορευομενος Νυμφοδοτου . συγκειται μεν παρα των Φαυστιανων
παραθεσιν τε και ἀντεξετασιν : οὑ γαρ την φυσιν οὐκ ἐπισταμεθα , πως ἀν τουτο προς ἑτερον παραβαλλοιμεν ; δια
9999973 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999973 ἐκρινοντο
, ὡς Δημοσθενης . . ἐπι Παλλαδιῳ ] ἐπι τουτῳ ἐκρινοντο οἱ ἀκουσιοι φονοι . οἱ δε ἐν τουτῳ τῳ
τεσσαρες μεν ἐχειροτονουντο δι ' εὐγενειαν ἀρρηφοροι , δυο δε ἐκρινοντο , αἱ της ὑφης του πεπλου ἠρχον και των
9999973 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999973 Τειρεσιου
το ἐκ της περιφρασεως νοητον ἀπηντησε . ψυχη γαρ Θηβαιου Τειρεσιου ἐστιν ὁ Τειρεσιας . διο ἐπηνεγκεν ἐχων , οὐκ
Μοψιον δ ' ὠνομασται οὐκ ἀπο Μοψου του Μαντους της Τειρεσιου , ἀλλ ' ἀπο του Λαπιθου του συμπλευσαντος τοις
9999973 ἐλευθερωθηναι
πατριδος αὐτου δουλευουσης αὐτον ἐλευθεριαν ὀρχεισθαι : και δια τουτο ἐλευθερωθηναι την πολιν . εἰτα ἀλλο μεν ἐστι το πολει
Ἀγωνιωσα δε Καλλιροη μη προδοθῃ το ἀπορρητον αὐτης , ἠξιωσεν ἐλευθερωθηναι Πλαγγονα , την μονην αὐτῃ συνειδυιαν ὁτι προς Διονυσιον
9999973 τριμετροι
διπλης μονοστροφικης και συνεχους . οἱ δε στιχοι εἰσιν ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ρμθʹ , ὡν τελευταιος : και ταυτ '
ἐν ἐκθεσει του δραματος . οἱ δε στιχοι εἰσιν ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ιηʹ . βατ ' ἐκ δομων ] ἑτερα
9999973 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999973 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999973 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999973 Αἰγυπτιας
τας τε γυναικας ἐσθ ' ὁτε και τετραδυμα τικτειν τας Αἰγυπτιας : Ἀριστοτελης δε τινα και ἑπταδυμα ἱστορει τετοκεναι ,
και οἱ τα διαπυρα χωρια οἰκουντες και μαλιστα περι τας Αἰγυπτιας θηβας . και ἀναγνωσις δε ἀτενεστερα ἐπιτηδεια προς το
9999973 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999973 ἐκπλευσας
ναυς των ἀριστα πλεουσων , Ἀμυνταν ἐπιστησαντες ἡγεμονα , ὁς ἐκπλευσας προς την Περαιαν της Ἀσιας ἐπεφανη παραδοξως πειραταις τισιν
βιβλους τας Ὡρου και Ἰσιδος , και αὐθις εἰς Ἰταλιαν ἐκπλευσας οὑτω διεθηκα τους κατ ' ἐκεινα Ἑλληνας , ὡστε
9999973 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια
9999973 προσταττῃ
τομῃ χρησαμενος ἀπηλλαχθαι : ἐαν δε τις αὐτῳ μακραν διαιταν προσταττῃ , πιλιδια τε περι την κεφαλην περιτιθεις και τα
εἰσιν ἁπαντες ἐκεινῳ πειθεσθαι και ὑπηρετειν , ὁτι , ἀν προσταττῃ , και βασιλεα και ἀρχοντα ἀποδεικνυναι ἑαυτων και τα
9999973 τυγχανουσαι
Ἑρμην τιμησουσιν , ἀλλα και πασαι αἱ πολεις της εἰρηνης τυγχανουσαι δια το χρησιμευειν τῳ βιῳ των ἀνθρωπων . Γ
τας ἑξεις , ἀλλα και αἱ τροφαι θερμαντικωτεραι και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και
9999973 μελικρητου
ἠν φυσει φλεγματωδης ᾐ : κνεωρου ποσον τριψας , διειναι μελικρητου κοτυλῃ αἰγινητικῃ , τουτεῳ κλυσαι : ἠν δε χολωδης
ἠν οὐν φλεγματωδεα ᾐ , κνηστρου ὁσον ποσιν διιεναι ξυν μελικρητου κοτυλῃ , και κλυσαι . Καθαρτικον μαλθακον ὑδωρ ἀγει
9999973 ἀμφισβητουντων
διπλους ὁρος γινεται , ἀλλα και ἀλλως ὡς ἐπι των ἀμφισβητουντων περι της ἱερωσυνης : ἐνταυθα γαρ οὐκ ὀντος κατορθωματος
ἐπι των δυο ἰατρων των ἀνελοντων φαρμακῳ τον τυραννον και ἀμφισβητουντων ἀλληλοις της δωρεας , ἐν δε τῳ ὁρῳ ἐκ
9999972 κυαμοις
. μετα δε το ἁλωναι κακουργουντα Ξενοτιμον ὑπηρετην ἐν τοις κυαμοις , οὑτως ἡ των φυλλων χρησις ἐπε - νοηθη
των ἀρτιων ἠ και περιττων . ταὐτον δε τουτο και κυαμοις ἠ καρυοις ἠ ἀμυγδαλαις , οἱ δε και ἀργυριῳ
9999972 κολασθηναι
θαυμαστοτερον τον δις και τρις ἀδειας ἀξιωθεντα ὑπο τυραννου τοτε κολασθηναι . Συ μεν ἰσως και ἀλλοι συγγενεις , ὁσοις
γαρ εἰ κοιναι τινες ἐμπιπτουσιν , οἱον ὁτι καλον το κολασθηναι τονδε ἠ ἀφεθηναι ἠ τι των τοιουτων , ταυτα
9999972 Αἰγυπτου
Πυρωναιαι ναπαι „ . Πωλις και Σηνος , πολεις [ Αἰγυπτου ] ἐν νησοις . ὁ μεν Πωλιτης , ὁ
τε ὁποια ἐπραξαν και ὡς ἐς τους πατερας αὐτων περιεχωρησεν Αἰγυπτου και ἡ Μυσων και των προσοικων ἀρχη . Πτολεμαιον
9999972 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999972 ὑπαρχουσης
ὁ Ἀριστοτελης ἐκ της μειζονος ἀναγκαιας της δ ' ἐλαττονος ὑπαρχουσης ἀναγκαιον φησιν συναγεσθαι την ἐλαττονα προς τῳ ἀναγκαιῳ λαμβανων
κωδιου και δυειν προσκεφαλαιων . τοιαυτης δε της σκληροτατης στρωμνης ὑπαρχουσης , ἐξεστι λογιζεσθαι την κατα τον λοιπον βιον τρυφην
9999972 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999972 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999972 φιλονεικων
περι των ἀλλων σωματων , ὑπεξαιρουμενου του πεμπτου , φαινεται φιλονεικων Ἀριστοτελης μη τα αὐτα λεγειν Πλατωνι . Ζητησαντος γαρ
ἀνθρωποι ὀντες πολυλογουσιν . ἑλκομενος ] συρομενος . φιλονικειν , φιλονεικων , διαμαχομενος , κινουμενος . πραγματιου ] εὐτελους πραγματος

Back