ἀριθμῳ και τας ἐξ ἀρχης τεσσαρας μοναδας , ἠτοι ὡν ὑπερειχε , και γινεται ὁ μεν μειζων μων ξα ,
ἐθεασαμην , ὁς των ἡμερων δενδρων οὐκ εὐγενες ὁ μεν ὑπερειχε της γης ἐρνος ἐτεμε , μικρον δ ' ὁσον
9999974 Ὑπερειδου
ἀποσπασας ἐπεμψεν εἰς Κλεωνας προς Ἀντιπατρον . κακει διεφθαρησαν , Ὑπερειδου δε και την γλωτταν ἐκτμηθηναι ζωντος λεγουσι . :
τοις Δειναρχου λογοις αὐτους ἐατω . ὁμοιως και ἐπι των Ὑπερειδου : ἐαν της μεν λεξεως το ἰσχυρον , της
9999974 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999973 ὑπερεχουσα
των ιβʹ και δʹ , τῳ αὐτῳ μερει των ἀκρων ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη , τουτεστι τῳ ἡμισει των ἀκρων :
οὐν οὐκ ἀν εἰη πολλῳ των ἠθικων ἀρετων ἡ φρονησις ὑπερεχουσα , ὁταν και ὡς λογος ὀρθος μετρον και ῥυθμον
9999972 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999971 χοριαμβικον
διμετρον καταληκτικον ἐκ παιωνος βʹ και Κρητικου . Το γʹ χοριαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον ἐκ χοριαμβου και ἀντισπαστου . Το δʹ
συζυγιας τροχαϊκης , των ἀλλων δε ἰαμβικων . Το βʹ χοριαμβικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ χοριαμβου και ἰαμβικων συζυγιων . Το
9999971 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999971 σωφρονισμον
Σπαρτης νικης γνωρισματα . Κρισαιον δε κολπον , και Κορινθιων σωφρονισμον , και καρτεριας ἐπι της ἑσπερας και καθ '
χρησμοις : ἁτε γαρ παιδευτικος ὠν και προς νουθεσιαν και σωφρονισμον ἑτοιμοτατος των οἱων τε νουθετεισθαι και σωφρονιζεσθαι παντα της
9999971 ἀπαγορευειν
, και ἡνικα προς τον λειπομενον ἐξ αὐτων ἐπυκτευεν , ἀπαγορευειν ὑπο πληθους των τραυματων ἐνομιζετο : και οἱ τον
γινεται και νομοθετης : δει γαρ τον βασιλεα προσταττειν και ἀπαγορευειν : νομος δε οὐδεν ἐστιν ἑτερον ἠ λογος προσταττων
9999971 γεγραμμενας
. διο και κατα τας ταφας των τετελευτηκοτων ἐνιους ἐπιστολας γεγραμμενας τοις οἰκειοις τετελευτηκοσιν ἐμβαλλειν εἰς την πυραν , ὡς
; ἀποδημουντες [ ] ἠγνοησατε τας [ περι ] τουτων γεγραμμενας ὑμειν [ ] ἐπιστολας ; ἀμεινον δ ' αὑται
9999970 μνημονικον
ἀνεγιγνωσκον , πλειστα δε ἐς μνημην ἀνελεγοντο : το τοι μνημονικον ἑκατοντουτης γενομενος και ὑπερ τον Σιμωνιδην ἐρρωτο , και
τουτο των ἐν τῳ λογῳ μερων ταττομεν . ἐστι δε μνημονικον ποιειν ἐν κεφαλαιῳ ἠ διαλογιζομενον ἠ ἀπολογιζομενον περι των
9999970 μελανοφθαλμους
λʹ το ἐσχατον του κεντρου . Ἀποτελει δε μελανοχροας , μελανοφθαλμους , αὐστηρους , οὐλοτριχας , λεπτοφωνους , εὐψυχους ,
των μεν ἀῤῥενων τους μεγαλοφυεις τοις ὠσι και ὀγκοις , μελανοφθαλμους , μυκτηρα ὁμοχρουν ἐχοντας , χειλη μελανουντα ἠ ὑπερυθρα
9999970 ἐλλογιμος
: ὡν ἑκατερος Ζηνωνι ἑκατον μνας τελεσας σοφος τε και ἐλλογιμος γεγονεν . Ἀλλα μα Δι ' οὐκ ἐχω .
εἰ μεν σοι ὑπαρχει φυσει ῥητορικῳ εἰναι , ἐσει ῥητωρ ἐλλογιμος , προσλαβων ἐπιστημην και μελετην : ὁτου δ '
9999970 μετεωροτερα
ἐν τῃ ἐγρηγορσει ἐνεργειων , ἀναδιδονται τινες ἀτμοι εἰς τα μετεωροτερα και συμβαινει ἐπι πλειον λεπτοποιουμενης της ὑλης ἐκ της
ΒΚ ἡ ΚΖ , οὐκουν ἡ μεν ΓΔ της ΔΖ μετεωροτερα φαινεται , ἡ δε ΔΖ της ΖΚ : τα
9999970 παντοϲ
ἡμεραν του παντοϲ νοϲηματοϲ . ἀρχην δε λεγειν δει του παντοϲ νοϲηματοϲ ἐκεινον τον χρονον ἡνικα πυρεττειν ἀρξαμενοϲ ὁ ἀνθρωποϲ
λεπτομερη γλυκεα ῥυπτει ἀδηκτωϲ των ἑλκων τον ῥυπον και του παντοϲ δερματοϲ καθαπερ ὀροβοι κυαμοι κριθαι θερμοι και τα ὁμοια
9999970 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999970 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999970 Φιλομηλου
θατερα ὁ ἑτερος των Περικλεους Ξανθιππος , και Φιλιππιδης ὁ Φιλομηλου και Ἀντιμοιρος ὁ Μενδαιος , ὁσπερ εὐδοκιμει μαλιστα των
δεκα και κατεστροφεν εἰς την καταληψιν του ἱερου και παρανομιαν Φιλομηλου του Φωκεως : Διυλλος δ ' ὁ Ἀθηναιος ἠρκται
9999970 κλινομενα
. το δε Δεξικρων και Ἑρμοκρων ὡς δια του ΝΤ κλινομενα περισπαται . Τα εἰς ΡΩΝ μη παραληγομενα τῃ ΟΙ
, ὁ ὀδους του ὀδοντος ὠ ὀδους . Προσκειται περιττοσυλλαβως κλινομενα , ἐπειδη ὁτε ἰσοσυλλαβως κλινονται οὐκ ἐχουσι την αὐτην
9999970 Μελιτος
ἑψησας το μελι και ἀπαφρισας ἑνωσον και ἀναδησας ἐα . Μελιτος ξεστην α , οἰνου ξεστια ε , πεπερεως #
ὀστρακου , σμυρνης ἀνα # α . λειοις χρω . Μελιτος # α , των μορων του χυλου # ε
9999970 ὑπερσυντελικου
γινεται . Το τετυπεναι χρονου μεν ἐστι μεσου παρακειμενου και ὑπερσυντελικου : γινεται δε και τουτο ἀπο του τριτου των
των τεσσαρων παρῳχημενων , παρατατικου τε φημι και παρακειμενου και ὑπερσυντελικου και ἀοριστου , ὁσοι μεν εἰχον την μετοχην εἰς
9999970 ὑπερβαλλοντι
δε των Ῥωμαιων εἰναι στρατηγον ἐφασαν . καταπλαγεις οὐν τῳ ὑπερβαλλοντι της τιμης ὁ βασιλευς αὐτος στρεψας τον ἱππον ὀπισω
της σκιας ὠνομασεν , οὐ λογων τεχναις , ἀλλα νοηματων ὑπερβαλλοντι καλλει φιλοσοφων . ἐγνω γαρ ὁτι πας ἠ ναυτικος
9999970 γεγραφθαι
τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον ἀρχηθεν τον ἀξιουντα κτεινειν τους μοιχους .
και προκαταστασις γενησεται της διηγησεως , ὁτι μητε ἐκεινον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον
9999970 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999970 τριγλαν
τῃ Γαστρονομια : σκαρον ἐξ Ἐφεσου ζητει , χειμωνι δε τριγλαν ἐσθι ' ἐνι ψαφαρῃ ληφθεντα Τειχιοεσσῃ Μιλητου κωμῃ Καρων
, δειπνων ποτε παρα Διονυσιῳ ὡς εἰδεν ἐκεινῳ μεν μεγαλην τριγλαν παρατεθεισαν , ἑαυτῳ δε μικραν , ἀναλαβων αὐτην [
9999970 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999969 τερα
! ὁ χοροϲ εμω ! ! ! ? [ ] τερα ? ὁ χοροϲ ] ! ! [ ] !
ὑποδιπλασιον . θελει γουν ἐχειν οὑτως και ἡ δευ - τερα , προς ἡν ἡ πρωτη λογον ἐχει δεδομενον :
9999969 προσθε
δαιμονος , ἐχθρον εἰκασμα βροτοις τε και δαροβιοισι θεοισιν , προσθε πυλαν κεφαλαν ἰαψειν . οὑτως γενοιτο . τον δε
, καταιθε σαρκας , ἐμπλησθητι μου πινων κελαινον αἱμα : προσθε γαρ κατω γης εἰσιν ἀστρα , γη δ '
9999969 ἐπαυσαμην
μετανοησαι οὐ σωζονται δια την σκληροκαρδιαν αὐτων . Ὁτε οὐν ἐπαυσαμην ἐρωτων αὐτην περι παντων τουτων , λεγει μοι :
ἐτυψα και το ἐγραψα : ἀοριστον γαρ ἐστι , ποτε ἐπαυσαμην του γραφειν και τυπτειν : εἰ μεν οὐν ἡ
9999969 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999969 ἐλευθεριοτητος
δαπανηματα . τοιαυτη δ ' οὐσα ποτερον εἰδος ἐστι της ἐλευθεριοτητος ἠ μερος ; εἰ μεν γαρ εἰδος , ἐπει
προς την μεγαλοπρεπειαν : ὡς γαρ ἡ μεγαλοπρεπεια διαφερει της ἐλευθεριοτητος τῳ μεγαλῳ , περι τα χρηματα και αὐτης οὐσης
9999968 ὑποστροφαι
πασας . ἐπευθυνον ] διῳκουν . . νοστοι ] αἱ ὑποστροφαι . . ὁσας δ ' εἱλε πολεις ] τουτο
οὐ πλειστοι διατελεουσιν ἐοντες , και διψαν εὐπετεως φερουσιν : ὑποστροφαι δε της ἀναῤῥηξιος μαλιστα γινονται τουτοισιν , εἰ μη
9999968 ἐναρμονιος
χρωματος διαιρεσιν : τετταρων δ ' οὐσων παρυπατων ἡ μεν ἐναρμονιος ἰδιος ἐστι της ἁρμονιας , αἱ δε τρεις κοιναι
ἡμας ἐφηφθαι των ὀξυτερων συστηματων . αἱ δε μετα ταυτην ἐναρμονιος χρωματικη τε και διατονος δι ' ἁς προειπομεν αἰτιας
9999968 ἐναρμονιου
της ἡμιολιου ἐπι την ἐναρμονιον διεσις , ἀπο δε της ἐναρμονιου ἐπι την βαρυτατην χρωματικην ἑκτημοριον , ἀπο δε της
ποτερον διτονος ἐστιν ἡ λιχανος ἠ συντονωτερα ὡς μιας οὐσης ἐναρμονιου : ἡμεις δ ' οὐ μονον πλειους ἐν ἑκαστῳ
9999968 καταπλαϲϲομενη
οὐϲα δυϲωδηϲ τε και θερμη χωριϲ του ξηραινειν : ὁθεν καταπλαϲϲομενη διαφορητικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ . Ἀποχυμα ἡ ἀπο των πλοιων
φυλλα και ἡ ῥιζα λεια μετριωϲ κυαμου ἡ ϲαρξ λαμψανη καταπλαϲϲομενη λειχην ὁ ἐπι των πετρων λευκοιου παντα τα μερη
9999968 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999968 αἰσθητικον
πνευματικου : ἐκ τεταρτου τινος ἀκατονομαστου , ὁ ἠν αὐτῳ αἰσθητικον . Ἡρακλειτος την μεν του κοσμου ψυχην ἀναθυμιασιν ἐκ
' ἀφ ' οὑ ἀν ἠι χρονου ζωιον , εὐθυς αἰσθητικον ἐστι . μετα ταυτα τοινυν οὐκ ἀν μοι δοκει
9999968 Σιδονιους
ἐναντιουσθαι ἀλληλοις τους λεγοντας . οἱ μεν γαρ και τους Σιδονιους τους καθ ' ἡμας ἀποικους εἰναι των ἐν τῳ
πιθανωτερον δε Ποσειδωνιος γραφει τῳ παρα μικρον ἀλλαξαι „ και Σιδονιους και ” Ἀραμβους , ” ὡς του ποιητου τους
9999968 πειρωμενη
Ἀνθια πονηρως : και οὐκετι φερειν δυναμενη ἐπεγειρει ἑαυτην , πειρωμενη τους παροντας λανθανειν . Τι φησιν ὠ δυστυχης πεπονθα
ἀνδρων και γυναικων , ἀσθμαινουσα και περιδινουσα την κεφαλην και πειρωμενη δεινον ἐμβλεπειν , ἀλλα πανυ ἐγκρατως και σωφρονως .
9999968 ὠφελειαις
δηλωσει . βλαβαι δ ' ἐξ ὑπνων εἰσιν αἱ ταις ὠφελειαις ἐναντιαι , το τε τον πυρετον ἠ μη λυεσθαι
, τον δε ἐπι γηραος οὐδῳ . Θεος ἐπ ' ὠφελειαις συστελλει και ἐπι μακροτατον προαγει τον βιον . Εἰ
9999968 ἀνθρωπινως
μελλον οὐδεις μεν ἰσχυριζεται σωφρονων , ἐκ δε των πεπραγμενων ἀνθρωπινως εἰκαζων τις εὑρησει τοιουτον ἡμιν , οἱον εἰς τους
ἀνθρωπος , ἀνθρωπιον , ἀνθρωπισκος , ἀνθρωπινον , ἀνθρωπικως , ἀνθρωπινως , ἀνθρωπικον , ἀνθρωποειδες . ἀνθρωπεια τεχνη , ὡς
9999968 λεπτοτης
πρωτον μεν [ ] ? [ γαρ ] ἡ ? λεπτοτης μακραν της ? ἀπο των αἰσθησεων ? ? λεπτοτητος
, . , . . . . Ἀχνη : πασα λεπτοτης ὑγρου τε και ξηρου . ἐπι μεν ὑγρου :
9999968 στρατευσαντα
δε της ἐπιβολης καθικομενου . Καμβυσην μεν γαρ μεγαλῃ δυναμει στρατευσαντα την τε στρατιαν ἀποβαλειν ἁπασαν και αὐτον τοις ὁλοις
' οὐ φησι συστρατευσαι : Ἀλκμαιωνα γαρ τον Ἀμφιαρεω , στρατευσαντα μετα Διομηδους και των ἀλλων Ἐπιγονων και κατορθωσαντα τον
9999968 λευκοτης
φασιν ἐαν κολληθῃ . εὐτορνοτατον δε φιλυκη , και ἡ λευκοτης ὡσπερ ἡ του κηλαστρου . των δε ἀλλων ἡ
και ὑγιεις και ἐπιστημονες ὡσαυτως : ἀλλα τουτων ἡ μεν λευκοτης και θερμοτης και ὑγεια και ἐπιστημη εἰδος τι και
9999968 ἀπελευθερων
ταλαινης δημιουργουσιν . ὁ γουν Διογενης ἰδων τινα των λεγομενων ἀπελευθερων ἁβρυνομενον και πολλους αὐτῳ συνηδομενους , θαυμασας το ἀλογον
ἀχρι της του κεκληκοτος οἰκιαςΣτεφανιων ἠν των του Τιβεριου Καισαρος ἀπελευθερων , παρ ' ᾡ κατηγοντοκαι μικρον ἀποθεν ὑποστειλας ἐκπεμπει
9999968 κανθου
ἐπιπαν τοιϲ πρεϲβυτεροιϲ μαλιϲτα , ἀπο του προϲ τῃ ῥινι κανθου του κνηϲμου ἀρχομενου , ὡϲπερ ὑπο μυιαϲ ἠ κωνωποϲ
ἐπιφυσεις πτερυγια . γενεσις δε αὐτων ἐστιν ἐκ του μεγαλου κανθου : προϊοντα δε ἐπι την στεφανην ἐπιφυεται τῳ μελανι
9999968 ἐπιτιμια
ἐπι τα προτεθεντα και τοις ἀγαθοις ἀθλα και τοις πονηροις ἐπιτιμια . συνασκησας γαρ ὑφηγησεσι και προτροπαις μαλακωτεραις και παλιν
των ἡμετερων παιδων ; τον της προαγωγειας , τα μεγιστα ἐπιτιμια ἐπιγραψας , ἐαν τις ἐλευθερον παιδα ἠ γυναικα προαγωγευῃ
9999968 δεισιδαιμονιαν
γενομενην ὁπλα λαβειν οὐ θελησαντες , ἀλλα δια την ἀκαιρον δεισιδαιμονιαν χαλεπον ὑπεμειναν ἐχειν δεσποτην . . : , ,
τας θυσιας , ὁπως ἁμα ταυτῃ ἑσμον κακων εἰσηγαγον , δεισιδαιμονιαν , τρυφην , ὑποληψιν του δεκαζειν δυνασθαι το θειον
9999968 Μιλησιος
ἁψασθαι τοιουτοι τινες ὑπηρξαν : Ὁμηρος τε και Ἀναξιμανδρος ὁ Μιλησιος και Ἑκαταιος ὁ πολιτης αὐτου , καθως και Ἐρατοσθενης
νεον ὀντα ἡνιοχευειν παραβεβηκοτα τωι πατρι . Διονυσιος δε ὁ Μιλησιος φησιν ὁτι Αἰητης ἐδιωξεν αὐτους : οἱ δε ἀριστεις
9999968 δαιμονιος
δει και τουτο προσθειναι , φανερος ἐστι και αὐτος ὁ δαιμονιος Ἀριστοτελης , ἐν οἱς οὐ φιλονεικει , και την
ταις ὀροφαις ὀντων τε και ὁρωντων και ἐκπληττομενων διακαρτερησας ὁ δαιμονιος εἰς δειλην ὀψιαν τον μεν θεον ἐπραϋνε , τον
9999968 λεγουσης
ἡμερας μεν ἡσυχαζει , νυκτωρ δε ᾀδει . της δε λεγουσης ὡς οὐ ματην τουτο πραττει , ἡμερας γαρ ποτε
λευκον και ἐστιν οὐ λευκον : της γαρ καταφασεως της λεγουσης ἐστι λευκον οὐκ ἐστιν ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον
9999968 χρονιοι
και τουτων οὐν παντων μαλιστα των νενοθευμενων . Οὐκουν οὐδε χρονιοι ὁμοιως τεταρταιῳ και ἀμφημερινῳ οἱ οὐκ ἀκριβεις . Ὁ
οἱ δε ἀμυδροι , οἱ δε ὀξεις , οἱ δε χρονιοι , ἐν οἱς αἱ οὐσιωδεις και αἱ ἐπουσιωδεις διαφοραι
9999968 παρεστε
ἐρεθιζοντες ὑμας . εἰ δη τινες των ᾠκισμενων ἠ οἰκισθησομενων παρεστε , χαρισασθε μοι και ἐπισημηνασθε ἑαυτους . “ Ἐπισημηναμενων
γλαχωνα ] το ὀριγανον . αὐληται παρα : ἀντι του παρεστε . ἐσπουδαζον γαρ οἱ Θηβαιοι περι τον αὐλον .
9999968 μιμησεως
. ὁτι τοις φυλαξι λεξει χρηστεον μετεχουσῃ διηγησεως τε και μιμησεως ἀνδρος ἀγαθου , σμικρον δε τι μερος ἐν πολλῳ
μιμησιν των παρα τοις πολεμιοις ἐπιτετηδευμενον , οὐδεν ἐχουσης της μιμησεως πραγματωδες και δυσκολον , ἀλλα ἐξηρκει φαια ἱματια συρουσι
9999968 γεγονως
παραλιπειν πιστευτεον οὐτε ψευσαμενωι συγγνωμην δοτεον οὐδαμως : πικρος γαρ γεγονως και ἀπαραιτητος ἐπιτιμητης των πελας εἰκοτως ἀν και ὑπο
, ῥητωρ τεχνογραφος . Παρμενιδης Πυρητος Ἐλεατης φιλοσοφος , μαθητης γεγονως Ξενοφανους του Κολοφωνιου , ὡς δε Θεοφραστος Ἀναξιμανδρου του
9999968 ἀπροσδοκητου
ὁ Καριας ὑπαρχος , ἀχανης κατεπεσεν , ὡσπερ τις ἐξ ἀπροσδοκητου σφενδονῃ βληθεις , και μολις αὐτον οἱ θεραπευτηρες ὑποβασταζοντες
γαρ αὐτους αἰδεσθεντες κρειττονων ἀρχειν . ὁταν δε τυχωσι της ἀπροσδοκητου ταυτης ἐλευθεριας , οἱ προ μικρου σποραδες ἐν Ἑλλαδι
9999967 τολμησαντα
αὐτον κατα Δημοσθενους , ὡς κατα της πολιτειας την ἱεροσυλιαν τολμησαντα . τριτον : θαῤῥει μεν οὐν , ὡς ἐοικεν
οὑτω νενομικα των δικαιων καταμελειν , ὡς ἀθῳον τουτον τηλικαυτα τολμησαντα διαδραναι την δικην . ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ . Οὐ νυν δε
9999967 ἀκαταληκτων
] αἱ ἑξης αὑται συστηματων περιοδοι στιχων εἰσιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων ἐνενηκοντα ἑπτα , ὡν τελευταιος χαρις γαρ οὐκ ἀτιμος
ἐρωτω : ἡ μονοστροφικη αὑτη περιοδος στιχων ἐστιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων καʹ ὡν τελευταιος : ἠκουσας οὐκ ἠκουσας ἠ κωφῃ
9999967 βοης
μεν πραχθεν βεβαιως οὐκ εἰδως , ὑπο δε της παντοθεν βοης ταραττομενος . Οἱ μεν γαρ ἐφασαν την συγκλητον ὑπο
πολεμου ἐπελθοντος τοις Ἀθηναιοις ἐχρησεν αὐτοις ὁ θεος , μετα βοης ἐπιθεσθαι τοις πολεμιοις : οἱ δε τουτο ποιησαντες ἐνικησαν
9999967 βουλευσασθαι
, ἐστι σοι και τουτων οὑτως ἐχοντων ὁμως τα δεοντα βουλευσασθαι : μαλιστα μεν γαρ ἐγωγε φαιην ἀν την μητερα
Μελανθιον φησι τουτ ' εὐξασθαι λεγων : Τιθωνου Μελανθιος ἐοικε βουλευσασθαι βελτιον . ὁ μεν γαρ ἀθανασιας ἐπιθυμησας ἐν θαλαμῳ
9999967 διδαξαντα
παρα δε του εἰδοτος κἀν μαθοι , ἐρει μοι τον διδαξαντα , πως και οὑτος ἐγνω . Οὐκουν και οὑτος
ἐκκλησιαν τα πληθη . ἀπολογησαμενον δε περι των πεπραγμενων και διδαξαντα διοτι τους προαδικησαντας ἠμυνατο , τιμωριαν ἐλαττονα λαβων ὡν
9999967 θερμανθηναι
ἀμβλυνουϲι την δυναμιν αὐτου και οὑτω γινεται πολυχρηϲτον ἐπι των θερμανθηναι δεομενων διαθεϲεων ἐξωθεν προϲαγομενον . Ἀλκυονια . Ῥυπτει μεν
τι δε ἐνιοι αὐτων οἰνοποται , ἠ ὁτι ψυχρον ὀν θερμανθηναι χρῃζει ; δια τι δε ἀποκτενουϲι ϲφαϲ αὐτων ,
9999967 κοιμηθηναι
διοτι ἐλεγεν : οὐ προσηκει ἀνδρι θεοσεβει προ των γαμων κοιμηθηναι μετα της γυναικος αὐτου . Και ἀνεστη Ἰωσηφ τῳ
, και σου δεομαι μη στεφανουσθαι μονον , ἀλλα και κοιμηθηναι ἐπ ' αὐτων , και γαρ ἐστιν ἰδειν μεν
9999967 τιμιωτατον
. Οὑτω δη ἐγωγε φημι Ἐρωτα θεων και πρεσβυτατον και τιμιωτατον και κυριωτατον εἰναι εἰς ἀρετης και εὐδαιμονιας κτησιν ἀνθρωποις
προς δε τον ἡλιον τιθεμενον ἀνθρακος καιομενου ποιει χροαν . τιμιωτατον δ ' ὡς εἰπειν : μικρον γαρ σφοδρα τετταρακοντα
9999967 κιναιδος
τι του χθιζου αὐτῳ ζωμου ἐγκατεμεμικτο . και ὁ γε κιναιδος , ὁ συνεδρος , οὐκ ἀμουσως ποτε και εἰς
στρουθωδης . ὁ δε Διδυμος μητερα Κλεοκριτου , ὁτι ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι
9999967 προσαγορευομεν
και φιλα τοις οἰκειοις ὀνομασι και κειμενοις ὑπο του νομου προσαγορευομεν , προς ἁ δ ' ἀν ἐχθρως ἐχωμεν ,
ἐπιτηδευματα και τους νομους , σχεδον τι παντα ταυτα καλα προσαγορευομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ : ἀποβλεποντες προς ἑκαστον αὐτων ᾑ
9999967 μαχομενην
φιλονεικων , την περι ὑμας ὀψεται δοξαν μετα ἀληθειας αὐτῳ μαχομενην και νικηθηναι μηδαμου δυναμενην : εἰ δε ἀκων μεν
μη ἁρμοττει ἠ ὁ κατηγορουμενος , την δε ἀποφασιν ἁτε μαχομενην τῃ καταφασει ψευδεσθαι μεν ἐφ ' ὡν ἐκεινη ἀληθης
9999967 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999967 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999967 τεταρτημοριον
δε ὁ ΖΕΗ , και ἐστω το μετα τον αἰγοκερω τεταρτημοριον το ΓΕ . Λεγω , ὁτι , ὁταν ὁ
κεντρον της σεληνης ἀει ἐλαβεν ἀπεχον του ἀπογειου του ἀκριβους τεταρτημοριον ἐγγιστα , τουτεστιν περι Ϙε μοιρας , ἱνα λαβῃ
9999967 γραφομενα
† ὑειος καρα και χρυσειος σταυρος δια της ει διφθογγου γραφομενα , . , . + . . . Ἀμβροσιην
αὐτον οἰμωγων τε ἀφορμαι και δακρυων , ὡν ἐπι τα γραφομενα ῥει τα πλειω . Καλως σοι τεθρηνηται τἀμα κακα
9999967 περιστατικα
δακρυα οὐκ ἐστιν ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , ἀλλα περιστατικα , μονην τῳ ἀποκηρυκτῳ την βουλησιν την κατα του
ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι . Τοπικα δε προοιμια Ἁρποκρατιων φησι τα περιστατικα . σκοπος δε του προοιμιου το τοιονδε παρασκευασαι τον
9999967 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999967 προϋπαρχουσης
τας κατ ' αὐτας ἐνεργειας ἀποδιδουσων . και της μεν προϋπαρχουσης τροφης ἐν τοις ἀγγειοις οὐδαμως καταναλισκομενης . της δ
κινδυνων , ἀλλα και το πληθος εἰς εὐνοιαν μειζονα της προϋπαρχουσης παρεστησατο . οὑτος μεν οὐν παλιν εἰς ἀνελπιστους κινδυνους
9999967 ἀπαραιτητος
και την συνουσιαν οὐκ ἠνεγκεν . ἀλλ ' εἰδως ὁτι ἀπαραιτητος ἐστιν ὁ πατηρ , και προς τα τοιαυτα ἀσυγγνωστος
Νεμεσεως ἐστιν ἱερον , ἡ θεων μαλιστα ἀνθρωποις ὑβρισταις ἐστιν ἀπαραιτητος . δοκει δε και τοις ἀποβασιν ἐς Μαραθωνα των
9999967 ἐλπιζομεν
δωρεας . κολακευειν γαρ ἁπαντες μαλλον εἰωθαμεν παρ ' ὡν ἐλπιζομεν τι λαβειν ἠ τους ἠδη δωρησαμενους το προσδοκωμενον .
ὀπισω πεμψαι και το τελος των ἐγχειρουμενων μη μονον ὡς ἐλπιζομεν ἀλλα και ὡς ἀξιοι ἐσμεν οὑτως ἡμιν ἐπιθεσθαι .
9999967 δαιμονιου
των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον , ἐννοησατω πρωτον μεν ὁτι οὑτως ἠδη τοτε
' αὐτοις και των κακων ἀρχη ἐγενετο , μηνισαντος του δαιμονιου . ἐδοξαν γουν οἱ ἀρχοντες αὐτων μετ ' ὀλιγον
9999967 ἀδελφον
μεγα εἰη το διαφορον , ἰσως ἀν δεοι φερειν τον ἀδελφον και μη μικρων ἑνεκα φευγειν : ἀγαθον γαρ ,
και προτεραν γενεσθαι του Ἀπολλωνος , ἱνα και μαιευσηται τον ἀδελφον . και πως γαρ οὐ μελλει θεου λοχειας εἰναι
9999967 ἐπεβουλευσαν
, ἀλλ ' ἐργοις , ὡν οἱ πειραθεντες αὐθις οὐκ ἐπεβουλευσαν . τουτ ' εἰδοτες Καμαριναιοι πειραν οὐ βουλονται λαβειν
τους Μυσους [ παλιν ] ? ? ἀνθ ' ὡν ἐπεβουλευσαν αὐτῳ περι τον Ὀλυμπον , [ ὑστερον ] δε
9999967 Ἐπιδαυρου
, οὐ μεντοι προυχωρησε γε . ἀναγαγομενοι δε ἐκ της Ἐπιδαυρου ἐτεμον την τε Τροιζηνιδα γην και Ἁλιαδα και Ἑρμιονιδα
: Πυθαινετος ἐν τριτῳ Περι Αἰγινης Περιανδρον φησιν , ἐξ Ἐπιδαυρου την Προκλεους θυγατερα Μελισσαν ἰδοντα , Πελοποννησιακως ἠσθημενην ,
9999967 εὐτρεπιζεσθαι
τους ἀπυρους λεβητας ἀντιτιθεις οἰοιτο τουτους ἐπι θερμου ὑδατος παρασκευῃ εὐτρεπιζεσθαι , ταὐτον ἀν εἰεν οὑτοι τῳ ἐμπυριβητῃ τριποδι ,
ὑπισχνειτο . ὁ δ ' ἐπιδους αὐτοις χρηματα μεγαλοφρονως , εὐτρεπιζεσθαι τα προς την ἐξοδον ἐκελευσε . κατελθων τε ἐς
9999967 κουφοτητος
λεαινομενα και συνεκπυρουμενα και παλιν ἀντικαοντα φερομενα δ ' ὑπο κουφοτητος ἀνω προς τας της κεφαλης αἰσθησεις και τεμνοντα δριμεα
ἠ προς τον μετεωροτερον και καθαρωτερον ἀνερχεσθαι τοπον , ἁτε κουφοτητος μετεχουσας , τι πλεον ἡμιν ; ὡν γαρ μητ
9999967 ποιησειεν
και ὀφθαλμοισι : εἰ δε και ἀναβλεψαι θεων τις σε ποιησειεν , χαρειην ἀν ὁσον [ ὡς ] εἰ σωθειην
; οὐδεν ὁ τι οὐκ ἀν ὁ τοιουτος ὠ ἀνδρες ποιησειεν . ὁστις γαρ ἀργυριον και χρυσιον περι πλειονος της
9999967 φονιος
ἐφοδον των Ἀργειων . το ἑξης : ἀγγελος ἑλεδαμνας οἱον φονιος , παρα το ἑλειν και δαμναν . γρ .
λογου εἰς τον προς αὐτον : τις ὁδ ' ἀγων φονιος ἐρχεται ἑως του ματερος αἱμα σας ὁ ς '
9999967 ἐκλεξασθαι
ἐργον ἁπαντων ἐστι τοις γρα - φουσιν πασιν ἱστοριας ὑποθεσιν ἐκλεξασθαι καλην και κεχαρισμενην τοις ἀναγνωσομενοις . τουτο Ἡροδοτος κρειττον
ὁλη οἰκια ἠ ἀλλη συγγενεια ἡντινα ἀν βουλῃ των ἐνθαδε ἐκλεξασθαι . ἀλλ ' ἐγω σοι εἱς ὠν οὐχ ὁμολογω
9999967 σπουδαιας
και ποιησασαι φυγας προς τους ναους των θεων διαδρομους και σπουδαιας και συντονους , διερροθησατε και ἐκινησατε και δια του
ἐσθηματα ψυχης , οἱς σκεπαζεται και συγκρυπτεται , της μεν σπουδαιας το ἀγαθον , της δε φαυλης το κακον .
9999967 ὁρμησαντα
, ἐν τῳ ἐπιγραφομενῳ Ἀριστωνι παρεμφαινει τον διδασκαλον ὡς ὑστερον ὁρμησαντα ἐπι τρυφην , λεγων ὡδε : ἠδη δε ποτε
της ἑτερας πλευρας ἐνθειναι την Πασιφαην , τον δε ταυρον ὁρμησαντα ὡς ἐπι ζῳον συγγενες ἐπιβαινειν : ἐγκυμονα δε γενομενην
9999967 κεκραμενην
περι Θησεα σωθηναι δοκουσι . καταχυσματα δε και κυλικα οἰνου κεκραμενην καταχεοντες αὐτης ἐπιλεγουσιν : ” εἰρεσιωνη συκα φερει και
ἐπιδιδοντες , πηδωντες κουφως μαλα ἠ τρεχοντες , την ἰριν κεκραμενην και ὑδαρεστεραν ἐχοντες , τους κενεωνας ! ! !
9999967 διορισμου
συμπερασμα , το ἁπλως ἀναγκαιον λεγω και οὐ το μετα διορισμου , τουτεστιν ἐξ ὑποθεσεως . Ὁμοιως δε ἑξει και
την λεξιν , ὡς εἰρηται , πεσουνται παντες ἐκτος του διορισμου , ὁτι οὐκ ἀληθη συναγουσιν ἀντιφασιν , ὁπερ ἠν
9999967 χαλκωματα
στρωματα αὐτην κελευε , φησι , και παρ ' Ὠκιμον χαλκωματα . ὁ καπηλος γαρ οὑκ των γειτονων , ἀν
συνανασκαπτοντες εὑρισκον ὀστρακινων * τορευματων πληθη , πολλα δε και χαλκωματα : θαυμαζοντες δε την κατασκευην οὐδενα ταφον ἀσκευωρητον εἰασαν
9999967 αἰσθησεως
, αὑτη και σοφιᾳ συνοικος και οἰκειως ἀν ὑποκεοιτο . αἰσθησεως μεν οὐν και νου ἀφαιρεθεις ἀνθρωπος φυτῳ γιγνεται παραπλησιος
εἰς ἐπιστασιν δ ' ἐρχονται τουτων , και ἠ ἀπο αἰσθησεως ἠ ἀπο λογου ποδηγουνται ὡσπερ ἐξυπνιζομεναι . ἀλλ '
9999967 θαλαττης
ποτε λεγεται την ἀρχαιαν Ἀνθηδονα και ποας μεν τινος ἐπι θαλαττης γευσασθαι , κυματος δε ὑποδραμοντος αὐτον ἐς τα των
τυπτομενη τοις χαλκωμασι , του ῥευματος εἰσπιπτοντος αὐτανδρος ὑπο της θαλαττης κατεπινετο . ἐνιοι δε καταδυομενων των νεων ἀποκολυμβωντες τοις
9999967 Ἑλληνικαις
ἐκεινου μεχρι και νυν τῃ διαδοχῃ του χρονου παραδοθεντα ταις Ἑλληνικαις ἱστοριαις και ξυγγραφαις ᾀδεσθαι και θαυμαζεσθαι παρα πασι και
ἀνδρειαν των Ἑλληνων ἀγνοεις : τους γαρ ἀφισταμενους των βαρβαρων Ἑλληνικαις δυναμεσι καταπολεμεις : ὡστε μη νομιζε τους ὑπερ της
9999967 δουλευομεν
δε του βιου τον ὀγκον ἐχομεν τωι τ ' ὀχλωι δουλευομεν . ἐγω γαρ ἐκβαλειν μεν αἰδουμαι δακρυ , το
, ὑποπεπωκοτας , αὐλουμενους . εἰτα ἐπαγει : ἀπαιδευτῳ τυχῃ δουλευομεν . φιληδονον δ ' οἱ ποιηται και τον ἀρχαιον
9999967 εἰθισμενα
σωματος και της πληθωρας ἀποκαταστασιν λαβουσης , συντομως ἐπι τα εἰθισμενα ἐπαναγαγειν . ” ἐν τε οὐν τουτῳ τῳ λογῳ
δε ἐπι τα ἀρθρα , ἑκαστον οὐν δει συναρθρουντα τα εἰθισμενα ἑαυτῳ συμβαινειν την ἁρμοζουσαν φυλακην γιγνομενοις παθεσι ποιεισθαι .
9999967 εἰσαγγελιας
των εἰσαγγελλομενων , ἀλλ ' ἠν σπανιον ἰδειν ἀπ ' εἰσαγγελιας τινα κρινομενον ὑπακουσαντα εἰς το δικαστηριον : οὑτως ὑπερ
ἐωντες την ψυχην και ἀγονον , ἠμεν ἀν γραφης και εἰσαγγελιας . Ἐγω μεν , ἁ νομιζω και δικαια ἁμα
9999967 συμβουλευτικου
της ῥητορικης διελαμβανεν , ἀλλα περι μονου του δικανικου και συμβουλευτικου . Περιττον οὐν μερους ἐξετασιν ποιουμενον περι πασης λεγειν
ἑτερων συγκατασκευαζομενων , το μεν δικανικου εἰδους , το δε συμβουλευτικου . Ἐπει μεντοι συμβουλευτικων και δικανικων ἐμνησθημεν , λαβε
9999967 κατειληφθαι
καλυμμα τοιουτον ἐστιν , ὡστε προσωπιδιῳ δοκειν παν το προσωπον κατειληφθαι : οἱ γαρ ὀφθαλμοι διαφαινονται μονον , τα δε
ταις ἱστοριαις , ἀλλ ' ἰσως τῳ μηδεπω το προχειρον κατειληφθαι της μαθηματικωτερας ἐπισκεψεως , και δια το μη πλειους
9999967 σπονδειος
μακρας και βραχειας , – ˘ , οἱον ἠτορ : σπονδειος ἐκ δυο μακρων , – – , οἱον ἡρως
χωλον , ὁταν τις ἐν τῃ τελευταιᾳ των περιττων χωρᾳ σπονδειος ἐμπεσῃ . χαριεστερα δ ' αὐτου τομη ἡ εἰς
9999967 σφετερισασθαι
Ξενοκρατη , ὡς φασιν οἱ Πυθαγορειοι , τα μεν καρπιμα σφετερισασθαι δια βραχειας ἐπισκευης , τα δε ἐπιπολαια και ἐλαφρα
, ἁμα δε και του μη ἑτερον τινα το αὐτου σφετερισασθαι συνταγμα ʃ το προσωπον ξυνεγραψε : ἐστιν ἀλλο γραψαι
9999967 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .

Back