κοιλοφθαλμου , και ἐπι πλεον δ ' ἀν ὁ τοιουτος ὁρῳη . και μυκτηρες γε οἱ ἀναπεπταμενοι των συμπεπτωκοτων εὐπνοωτεροι
Και εἰ θατερῳ μεν ὀφθαλμῳ μυσαι , θατερῳ δ ' ὁρῳη , δηλον ὁτι ταὐτο και εἰσεται και οὐκ εἰσεται
9998834 Σικελικῳ
Δωριεις μονον ἀλλα και Ἀττικων τινες , ὡς Διφιλος ἐν Σικελικῳ οἱον ἀγοραζειν παντα , μηδε ἑν δ ' ἐχειν
μαλιστα , ὁτε τας σπονδας ἐλυσαν , αἱ ἐπι τῳ Σικελικῳ πολεμῳ σφισιν ἠσαν γενομεναι . ἐλυσαν δ ' ἐκ
9998797 βεβαιῳ
φιλονικιαν , μηδε ἀνθρωπον ὀντα και τυχῃ χρωμενον , οὐ βεβαιῳ πραγματι , κωλυσαι τους κινδυνευειν ἐν τυχαις ἠ χρειαις
, το ἐξ ἁπαντος του χρονου πεφυλαχθαι τους νομους ἐν βεβαιῳ : ἀλλ ' ἐκεινο θαυμασιωτερον , ὡς ἐοικε ,
9998796 Χαριδημῳ
ἠ θεια πραγματα διηγουμενον . [ , ] τῳ οὐν Χαριδημῳ διδωσι το ὡς πολιτῃ ἐξεταζεσθαι και τουτο της Δημοσθενικης
περ ἐστι και ἡτισουν εὐεργεσιας προφασις προς ὑμας , εἰ Χαριδημῳ δωσετε , οἱον , εἰ βουλεσθε , Σιμων ,
9998793 ἡκε
ἐχων ἠν , ὁς ἐμοι δι ' ἑρμηνεων εἰς λογους ἡκε . και ὁσα μεν ἐξω του παροντος ἐστι λογου
ταυτα μεν οὐν ὡραιος ὠν : ἐπει δε εἰς ἀνδρας ἡκε , παντα ἀπεκαλυψεν , ἁ τοτε ἀπεκρυπτε . και
9998781 ἐλλεβορῳ
ἀγκωνος φλεβοτομειν : εἰ δ ' ἀλλως γενοιτο , φαρμακευειν ἐλλεβορῳ μελανι ἠ σκαμμωνιᾳ . τας δ ' ἐκ των
κἠν ἐκ μελαγχολιηϲ ταδε γιγνηται , τα ἐπιγιγνομενα ἀνηκεϲτα . ἐλλεβορῳ ὠν χρεεϲθαι ἐϲ ἰηϲιν του κακου : ἐπιπροϲθεν δε
9998765 ἀξιῳ
ἀλλα και γεωμετριας ἑνεκα . εἰ δη οὐν τινι ἐνετυχες ἀξιῳ λογου , ἡδεως ἀν πυθοιμην . Και μην ,
ἀλλων ἀρετῃ διαπρεποντα . οὐκουν εὑρισκοντα οὐτε ἐκεινην ἀλλῳ περιβαλειν ἀξιῳ , οὐτε ἐκεινον ἐπαγαγειν ἀλλῃ , συναγαγειν ἀμφω εἰς
9998758 ὀξυμελι
ἡπαρ δια των ἐκφραττοντων . καλλιστον δ ' ἐστι το ὀξυμελι και το ἁπλουστερον δια τριων πεπερεων . πινειν δε
της γλυκυρριζης και της ἰρεως και της τηλεως και το ὀξυμελι πλεον παντων ῥευματιζει : ἐχει γαρ τι και ξυστικον
9998745 κομῃ
και μελανα . το δε δενδρον εὐμεγεθες ὀρθοφυες εὐρυθμον τῃ κομῃ : σχεδον γαρ ὡς ἐπι το πολυ στροβιλοειδες σχημα
εἰωθος , ἀνελθων ἐπι μεσης της πυρας ἐστη ἐστεφανωμενος καλαμου κομῃ . και ὁ μεν ἡλιος αὐτον προσεβαλλεν , ὁ
9998736 ἑλκε
δωμα περασαι μαινομενῳ ἰκελος λιπαρας ἐκτοσθε παλαιστρας . ἰυγξ , ἑλκε τυ τηνον ἐμον ποτι δωμα τον ἀνδρα . τουτ
θανατοιο , Τρωων θ ' ἱπποδαμων και Ἀχαιων χαλκοχιτωνων : ἑλκε δε μεσσα λαβων : ῥεπε δ ' αἰσιμον ἠμαρ
9998734 δακρυω
ὁ Ἀλεξανδρος δουλεια ζυγα ἠνυσεν ἀπο κοινου το καταλειπομενην σε δακρυω ἡδυ ἐστι τα δακρυα τοις ἀτυχουσι και ἡ Μουσα
. ἀντι του : οὐκ ἐρευνω και ἀκριβολογουμαι : οὐ δακρυω , παρα την ἰκμαδα : τας δια των τροχων
9998726 Ἀλφειῳ
ὑδατος γενεσθαι εἰ μη ἐκ του Ἀλφειου . ἀλλως : Ἀλφειῳ εἰκοτως ὡς ἐγχωριῳ ἐθυσε ποταμῳ . μετα δε των
Μαντινευς Σημος , ὁς πρωτος ἁρματ ' ἠλασεν παρ ' Ἀλφειῳ . ἀπο Μαντινεας : Μαντινεα πολις Ἀρκαδιας : σημα
9998721 ἀμμῳ
ἐπιχεομενῃ τῳ ταφῳ , τῃ ἐπιχρωμενῃ τοις νεκροις , τῃ ἀμμῳ τῃ ὑγρᾳ . Μνησαμενος : μνησθεις , ἀναμνησθεις .
τῃ ἀφ ' αὑτου γενομενῃ μυξῃ , ὁ δε χελλων ἀμμῳ και ἰλυι . λεγεται δε και ὁτι τον γονον
9998720 βλησω
ἀπο του βαλλω κατα συγκοπην γινεται βλω , ὁ μελλων βλησω , βλητρον και μετα της ἀμφι προθεσεως και πλεονασμῳ
. . . . . βλητο : ἀπο του βλω βλησω βεβληκα βεβλημαι ἐβεβλημην ἐβεβλησο ἐβεβλητο και κατα συγκοπην ἐβλητο
9998720 δακτυλιῳ
τῃ δεξιᾳ χειρι : τελεσας οὐν οὑτως ἐχε φορων τῳ δακτυλιῳ , και ποιει παντα ὁσα και ὁ σμαραγδος .
ἠ και μετα οἰνου ποτισθεις : φορουμενος δε ἐν τῳ δακτυλιῳ ποιει τον φορουντα εὐπροσηγορον και εὐομιλον και εὐπειθη και
9998715 ὀποπανακοϲ
λι . α ∠ ʹ , εὐφορβιου , τερεβινθινηϲ , ὀποπανακοϲ ἀνα # Ϛ , καϲτοριου # γ : των
Ἀντιοχου . Χαμαιδρυοϲ ἀγαρικου κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ ϲτοιχαδοϲ ἀνα ⋖ ι ὀποπανακοϲ ϲαγαπηνου πετροϲελινου ἀριϲτολοχιαϲ πεπερεωϲ λευκου ἀνα ⋖ ε κινναμωμου
9998706 ἀκανθηϲ
. Τροχιϲκοϲ Δοϲιθεου πανυ δοκιμοϲ : βατων ἀκρεμονων ϲυμφυτου ῥιζηϲ ἀκανθηϲ αἰγυπτιαϲ καρπου ὑποκυϲτιδοϲ χυλου . λυκιου ὀπιου λιβανου ῥου
ἁλοϲ ἀμμωνιακου ἁλαϲ Καππαδοκικον . ἀντι ἀρϲενικου ϲανδαραχη . ἀντι ἀκανθηϲ κερατιων ἀκανθα . ἀντι ἀμυλου ξηρα γυριϲ . ἀντι
9998701 Αἰγαιῳ
. . . . νε Ϛʹ μα Ἐν δε τῳ Αἰγαιῳ πελαγει , Φρυγιας μικρας ἠ Τρωαδος Ἀλεξανδρεια Τρωας .
τας νησους τας Κυκλαδας καλουμενας κατα μεν την προς τῳ Αἰγαιῳ θαλατταν ἡ τε Εὐβοια και τα ἀκρα αὐτης ,
9998700 Χαλκιδα
καλεουσι θεοι , ἀνδρες δε Σκαμανδρον . και παλιν : Χαλκιδα κικλησκουσι θεοι , ἀνδρες δε Κυμινδιν . διαπαιζει οὐν
Μουσων γοναις , ἐπι τινος πολλας θυγατερας ἀπογεννωσης : ἐπειδη Χαλκιδα της Εὐβοιας πολιν φασι ποτε ἀνθησαι δορασι τε και
9998699 ὀλιγηϲ
ἀναζεϲωϲιν . ὀποπαναξ ἐμβαλλεται πολυ ὑϲτερον ἀμμωνιακου , παντελωϲ δε ὀλιγηϲ ἑψηϲεωϲ χρῃζει : δει δε και τουτον προλεαινειν ϲυν
ποτιϲτεον . ἐπιμενουϲηϲ δε τηϲ ἐμφραξεωϲ ϲχιϲτῳ γαλακτι μετ ' ὀλιγηϲ ϲκαμμωνιαϲ ἠ ἀλοηϲ ἠ τινοϲ των καθαρτικων κενουν την
9998699 ἀσαφη
δια πεπασμον και δια λυσιν και ἀραιωσιν . Προς το ἀσαφη εἰναι τουτον τον λογον , ταχα και ψευδης .
ἐστι δ ' ὁτε σαφη μεν την ἑτεραν αὐτων , ἀσαφη δε την ἑτεραν . ὁταν οὐν , ἀφανεστερας οὐσης
9998690 ἀεροϲ
ϲκληρα και πολυαιμοϲ και πυκνη και δυϲδιαφορητοϲ , καταϲταϲιϲ δε ἀεροϲ ὑγρα μαλλον . ἀντιπραττει δε τῃ φλεβοτομιᾳ παιδικη και
αὐταιϲ παντα , και μαλιϲτα ψυχροτερου γενομενου του περιεχοντοϲ ἡμαϲ ἀεροϲ . Πρωτον μεν οὐν προϲηκει τουϲ την ὀϲφρητικην δυναμιν
9998688 Ἐμπεδοκλεα
ἑκτηι ὀλυμπιαδι [ ] γενεσθαι φασι τον Ἀβδηριτην Δημοκριτον , Ἐμπεδοκλεα τε και Ἱπποκρατην κτλ . , . . ,
, το κατθανειν δε ζην νομιζεται βροτοις ; ἀλλα και Ἐμπεδοκλεα : οὑτως οὐτ ' ἐπιδερκτα ταδ ' ἀνδρασιν οὐτ
9998686 ὑδαρεα
ἐχοι ἀριστα το σωμα : οἰνον δε κιῤῥον αὐστηρον , ὑδαρεα , και ὀλιγον το ποτον πινετω . Τοισι δε
σιτιων και των ταλαιπωριεων ἀφαιρεειν , και τον οἰνον πινοντων ὑδαρεα τε και ὁτι ψυχροτατον . Ὁκοσοισι δε ὀδυναι γινονται
9998684 ὀλυμπιαδα
εἱλωτας , ἐπελαβεν ἀπο Λακεδαιμονιων ὑστερον ἀποστηναι κατα την ἐνατην ὀλυμπιαδα και ἑβδομηκοστην , ἡν Κορινθιος ἐνικα Ξενοφων , Ἀρχιμηδους
τοις ἀλλοις ; . ἠκμαζε δε και κατα την ἑξηκοστην ὀλυμπιαδα [ ] , και αὐτου το συστημα διεμενε μεχρι
9998683 ἐξεπεμψε
περαν θαλαττης ἐθνων μεταπεμπεσθαι συμμαχιαν . ὁ μεν οὐν Μαριος ἐξεπεμψε προς Νικομηδην τον της Βιθυνιας βασιλεα περι βοηθειας :
αὐτου Δαδαν , μητερα των νεανισκων , εἰς το Πολιον ἐξεπεμψε δια κηρυκος , ὡς ἀν ἐκει συνοικησειεν ὁτῳ βουληται
9998683 ὑγρῳ
ὀντι . Φιλοξενος δε φησι ποτε εὑρηκεναι ζῳα ἐν τῳ ὑγρῳ κωνωψιν ἠ μυαις μικραις ὁμοια : ὑποπιπτει δ '
και το ὑδωρ ἀμφω ὑγρα , εἰη ἀν ἡ ἐν ὑγρῳ του ἐγχυμου ξηρου φυσις και πλυσις ὀσμη . το
9998680 φυγηι
θηρ δ ' ὁδ ' ἡμιν πραος οὐδ ' ὑπεσπασεν φυγηι ποδ ' , ἀλλ ' ἐδωκεν οὐκ ἀκων χερας
νεβρος χλοεραις ἐμπαιζουσα λειμακος ἡδοναις , ἁνικ ' ἀν φοβεραν φυγηι θηραν ἐξω φυλακας εὐπλεκτων ὑπερ ἀρκυων , θωυσσων δε
9998677 χοινιξ
λυραν ἀμετριαν . μετρων δ ' ὀνοματα μεδιμνος ἡμιμεδιμνος , χοινιξ τριχοινικον πενταχοινικον , καπιθη ὡς Ξενοφων , ἀρταβη ὡς
, φησι , πηρα δυναμιν ἡλικην ἐχει , θερμων τε χοινιξ και το μηδενος μελειν . τῳ ὀντι μεγα και
9998671 κηκιδα
ἑψησας ἐν οἰνῳ το στομα συγκλυζε : ἠ ῥουν και κηκιδα ἐν οἰνῳ ἑψησας ὁμοιως χρω . Κεφ . ιʹ
των ἀγρυπνουντων δια σφοδραν ὀδυνην χρησθαι . Προς βεβρωμενους ὀδοντας κηκιδα λειαν λυκιῳ ἠ τερμινθινῃ ἀναλαβων περιπλαττε , περικαθαρας προτερον
9998670 χλανιδα
' ἡμων ; Εὐ γε μεντἀν διετεθην . Ἀλλα γαμικην χλανιδα δοτω τις δευρο μοι . Ἐστι δ ' ἐν
το ἐνοχλειν , ὡς Μενανδρος ἐν Ἡνιοχῳ . χλαιναν και χλανιδα διαφερειν φησι Τρυφων ἐν τῳ πεμπτῳ Περι Ἑλληνισμου και
9998668 φρενι
οὐ συ φρονεις ὁποσα χρεων ἐστιν τον γε σοφῃ δοκιμον φρενι ποριμῳ τε τολμῃ ; Ἡ σχιζα γουν ἐνημμενη τον
, χρυσουνται οὑτω και νοονται , νουνται . Δ . φρενι θεια νουνται . . . , [ . .
9998668 Παρῳ
ἠδη . Του αὐτου ἐκ του πλατους . Ἐν τῃ Παρῳ τῃ νησῳ Ἀριστοτελης λεγει μυς εἰναι : και μεντοι
, αἰχμητα δυω . δοκει δε πρωτος Ἀρχιλοχος νικησας ἐν Παρῳ τον Δημητρος ὑμνον ἑαυτῳ τουτον ἐπιπεφωνηκεναι . Λυσιστρατης τις
9998667 ἀχεα
ἀνθρωπους : ἀντι του : λιγυρως , ὀξεως , τα ἀχεα , φησιν , ἡ μογερα Μηδεια βοᾳ : την
ἀλλα προσεβα χρυσεας ἀρνος μελαθροις ὀδυνα † φονος ἐπι φονωι ἀχεα ἀχεσιν † . ἐνθεν των προσθεν δμαθεντων ἐκβαινει ποινα
9998664 ὀρνεα
ὀψε βοωντε κολοιοι , και σπινος ἠῳα σπιζων , και ὀρνεα παντα ἐκ πελαγους φευγοντα , και ὀρχιλος ἠ και
Δια κἀκεινος Ἡραν . Ζευς δε ἀγανακτησας μετεβαλεν αὐτους εἰς ὀρνεα χωρις ἀλληλων βιουντα , ἐκληθη δε ἡ μεν Ἀλκυονη
9998663 σαφη
μεγιστον ἀποστημα μγ νγ και το ἐλαχιστον λγ λγ . σαφη δε ἐστιν αὐτα τα θεωρηματα , ὡστε μη εἰναι
ἀναγκαιων ἠ οἰκειων ἠ χρησιμων ἐρει . εὐμαθη δε και σαφη τα ὑστερα ποιησει τας αἰτιας προεκτιθεμενος και περιοριζων τα
9998662 δυϲκραϲιαϲ
τα προϲ ταυτα ϲυνθετα των βοηθηματων . ψυχραϲ δε τηϲ δυϲκραϲιαϲ ὑπαρχουϲηϲ και δυϲλυτου του νοϲηματοϲ ὀλιγοϲιτια τε παραλαμβανεϲθω και
τε κωλικοιϲ και παραλυτικοιϲ θερμοτεραϲ ὡϲ μαλιϲτα και ὑγροτεραϲ αὐτα δυϲκραϲιαϲ καταλαβουϲηϲ , κἀντευθεν ἡ κινηϲιϲ παραποδιζεται . ἐφ '
9998659 κρηπιδα
ὀρος το Κρονιον κατα τα ἠδη λελεγμενα μοι παρα την κρηπιδα και τους ἐπ ' αὐτῃ παρηκει θησαυρους . ἐπι
. το μεν σωμα γῃ κρυπτουσι , λιθου δε ἐποικοδομησαντες κρηπιδα κιονας ἐφιστασι και ἐπ ' αὐτοις ἐπιθημα ποιουσι κατα
9998659 κυμινῳ
] Ἀλευρον κυαμινον λειον χειροπληθες και μαστιχης ὁμοιως ὀλιγον συν κυμινῳ ὀλιγοστῳ : δει ἑνωσαι μετα του ζωμου των κυδωνιων
σωματα και ] στομια εἰ μεν ὑποδακρυει , μαννῃ ἠ κυμινῳ ἠ ἀλευρῳ ἐπιπαστεον , ἐπειτα ἐριῳ ἐλαιοβραχει κατειλητεον .
9998653 ἰανθη
μεν ὁσον το παροιθεν , ὁμως δ ' ἀρα βαιον ἰανθη πολλης ἐκ κακοτητος , ἐχει δ ' ἐτι πηματος
' ἐγελασσε χειλεσιν , οὐδε μετωπον ἐπ ' ὀφρυσι κυανεῃσιν ἰανθη . σαυτην ἐπαινεις ὡσπερ Ἀστυδαμας , γυναι : Ἀστυδαμᾳ
9998652 ἐξηνεγκε
οὐκ ἠν τι γνωναι Πυθαγορειον δογμα . οὑτος δε μονος ἐξηνεγκε τα διαβοητα τρια βιβλια , ἁ Πλατων ἐπεστειλεν ἑκατον
τοσαυτα δειγματα και τοιαυτα ὁσα και οἱα ὁ βασιλευς οὑτος ἐξηνεγκε ; Και πρωτον γε την εἰς χρηματα δικαιοσυνην αὐτου
9998650 Φοινιξ
ἁρπαζειν δεδοκημενος ἐμπυρον ὁρμην ἐς μορον αὐτος ἑκων αὐταγρετον ἐδραμε Φοινιξ τεφρωσας πυρι γυια , και ἡδεϊ κεκλιτο ποτμωι .
Φοινιξ ἀλαλατος και ὁ Τυρσηνος ἀλα - λατος . Ὁ Φοινιξ ] Ἠγουν οἱ Φοινικες . Τυρσανων ] Τυρσηνων .
9998644 Κολοφωνι
υἱε Μελητος Ὁμηρε , συ γαρ κλεος Ἑλλαδι πασῃ και Κολοφωνι πατρῃ θηκας ἐς ἀιδιον , και τασδ ' ἀντιθεῳ
, ὁν λεγει , Ἀπολλωνος υἱον και Μαντους , ἐν Κολοφωνι της Ἀσιας ᾠκει ἠ κατα τινας ἐν Κιλικιᾳ ,
9998643 Ἀλκμανι
] . . . : Ἀανθα : εἰδος ἐνωτιου παρα Ἀλκμανι ἠ Ἀριστοφανει . . . , : Ἠ ποθεν
ἀρχεστατον „ , και το αἰδοιεστατον , ὡς παρ ' Ἀλκμανι , οἱον ” σιοισι κἀνθρωποισιν αἰδοιεστατοι ” , και
9998643 λιτρῳ
ἡπατι † ϲτηθεα . τεγξιϲ μεν ὠν ξυν ἀλοῃ ἠ λιτρῳ : εἰρια πινοεντα οἰϲυπῳ . χρεοϲ ὠν ἐμψυξιοϲ ,
ἐοι , ὑποκλυζειν χυλῳ δριμεϊ , ἁλϲι μεν προϲ τῳ λιτρῳ , ἡ ῥητινη δε τηϲ τερμινθου ξυν τῳ μελιτι
9998642 ἐθαυμαζε
δρυι καθιστατο καλαμος . ἡ μεν γαρ αὑτην της ἰσχυος ἐθαυμαζε και προς την των ἀνεμων ἀντεχειν ἠλαζονευετο μαχην ,
ὁ δημος ἐστρατευετο , οὐκ ἀν οὑτως ὑπερβαλλοντως τους στρατηγουντας ἐθαυμαζε . μετα ταυτα ἐπι δευτερον μερος της αὐτης ἐρχεται
9998636 ἡδεα
ὀρχησομενος , ἡ Κροκαλη δε ἐκροτει , και παντα ἠν ἡδεα : ἐν τοσουτῳ δε κτυπος ἠκουετο και βοη και
, και τα μεν ὡς ἀναγκαια των πραγματων τα δε ἡδεα δι ' ὡν εὐδαιμονουμεν . οὐκουν την εὐδαιμονιαν τιθεμεθα
9998633 ὁρμησῃ
διηλθε το θηριον , την τριτην μηδ ' ἰχνευσας εὐθεως ὁρμησῃ δι ' αὐτης . δυναμει γαρ τουτο αὐτον λογιζεσθαι
δε δει την ἀναλογιαν λαμβανειν ὡς εἰς ὁποτερον ἀν τουτων ὁρμησῃ θατερον ἐλλιπεστερον ἐσται : διαρκειν γαρ οὐ δυναται προς
9998632 Ἀρχιγενηϲ
δε πλειϲτον θερμον ἐμβιβαϲθεντεϲ δυϲαποτριπτα ῥιγη ἀπετριψαντο , ὡϲ φηϲιν Ἀρχιγενηϲ : ὁ δε Γαληνοϲ προ τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ ἀνατριβειν φηϲι
χοιραϲι , παρωτιϲι , δοθιηϲι , φυμαϲιν . ὁ δε Ἀρχιγενηϲ : προϲ μελικηριδαϲ , φηϲιν , ἀφονιτρον και ἐλλεβορου
9998631 κτενω
τα ψηφισματα και την ἀναγκην ἐς κορακας ἐντευθενι ; ἀκων κτενω σε , τεκνον : ὁ δ ' ὑπεκρινετο ,
, ἐς τε μονομαχου παλης ἀγωνα νυν ἑστασιν . ἀκων κτενω σε , τεκνον . ἐγω ς ' ἐθηκα δουλον
9998630 βλαβη
και προλεγειν ὡς ἀσφαλεα , εἰ ἀλλως ἐθελοις , ὁτι βλαβη μεν οὐδεμιη , οὐτε σμικρη , οὐτε μεγαλη ,
τον κληρον του πατρος , σωθησονται και ὑφεσιν δεξεται ἡ βλαβη . ὁτε δε ἐστιν ὁ Ζευς χρονοκρατωρ ἠ ἐπιμεριζων
9998628 σκοροδα
μαλιστα προσδεχηται πειρεομενος : σιτιοισι δε χρησθω μαλθακοισι , και σκοροδα ἐσθιετω και ὠμα και ἑφθα : και τῳ ἀνδρι
Ἐπιτηδεια δε τουτοις και τα μικτα παντα καταπλασματα , οἱον σκοροδα λεια μετα μελιτος , κρομμυα μεθ ' ἁλων ,
9998627 ἐϲτω
ὑπερεκπιπτοντεϲ , ὡϲτε εἰϲ ϲυγκοπην πολλακιϲ κατεϲτρεψαν . λεπτον οὐν ἐϲτω το περιβολαιον και ἐμβεβρεγμενον και ἀηρ εὐψυχεϲτεροϲ , και
. τα δ ' ἐν τροφῃ διδομενα παντα τηϲ λεπτυνουϲηϲ ἐϲτω δυναμεωϲ , ὁθεν και δριμυφαγια ἐκ διαλειμματων δοκιμαζεϲθω .
9998625 Αἰγινῃ
Κροκυλεια ἐν τοις Ἀκαρνασιν . οὑτω δε και νυν τῃ Αἰγινῃ τον Μασητα συνηψεν ὀντα της Ἀργολικης ἠπειρου . Θυρεας
ἐνθα ἀν ᾐ πολυ τι καλον , ὡς και ἐν Αἰγινῃ το της φιλοξενιας , και ἐπι πλειστον ἀνθρωπων χρονον
9998622 ἱκανω
, ἀττα : σεθεν δ ' ἑνεκ ' ἐνθαδ ' ἱκανω , ὀφρα σε τ ' ὀφθαλμοισιν ἰδω και μυθον
δαιμων παλαιος νυν μεθεστηκε στρατῳ . ταυτα δη λιπους ' ἱκανω χρυσεοστολμους δομους και το Δαρειου τε κἀμον κοινον εὐνατηριον
9998616 Ἀγαθοκλεα
ὡς ἱστορει Δουρις ὁ Σαμιος ἐν τῃ τριτῃ των Περι Ἀγαθοκλεα ἱστοριων . : Εὐρυβατος : πονηρος , ἀπο του
αʹ Περι δικαιοσυνης . Δουρις δε ἐν δʹ των Περι Ἀγαθοκλεα ἀπο του Ὀδυσσεως ἑταιρου . . . . ,
9998614 Τηλεμαχοιο
. δια δε του ι ἐπι δυναμεως : „ ἰς Τηλεμαχοιο „ . εἰσασθαι ιʹ : ὁμοιωθηναι . φανηναι .
βιης Ἐτεοκληειης [ Δ ] , ὁπου δε ἱερη ἰς Τηλεμαχοιο [ . . π ] , ἐφ ' οὑ
9998614 βλεπῃ
, ἠ ῥις , ἠ ὀφθαλμος διαστραφῃ , ἠν μη βλεπῃ , ἠν μη ἀκουῃ , ἠδη ἀσθενης ἐων ,
ἐπιμισγομενων συχνως τῳ οἰκῳ , ἐαν δε μηδετερος των φωστηρων βλεπῃ τον ὡροσκοπον ξενον και ἀλλοδαπη λεγε τον κλεπτην .
9998614 ἐδηλωσε
φησειε : την γαρ δουλειαν φευγοντες εὐκλεα θανατον αἱρουνται . ἐδηλωσε δ ' ἡ τουτων των ἀνδρων ἀρετη : μονοι
ἡμων γνωσεως . Ὁτι δε γνωστον αὐτο τιθεται , σαφως ἐδηλωσε , μεγιστον αὐτο μαθημα καλεσας , και ἐν Σοφιστῃ
9998614 ἀσπιδι
δε κοσμος τουτ ' ἐστι μοι . Ὡς ἡρως ἐν ἀσπιδι ξενισαι βουλομαι : λε - γεται ἐπι των τους
μετεωρου και αὐτικα διεπερονησε τον ἀνδρα διαμπαξ αὐτῳ θωρακι και ἀσπιδι : οὑτω δη τι δυναμει τε των πολλων περιην
9998611 ἐξελθῃ
: οὐ γαρ ἐστιν , ἐπην ἁπαξ ἐκ των μητρεων ἐξελθῃ , χρονος τῃ κοπρῳ ἐν τῃ κοιλιῃ τοσουτος ,
μαχομενων ἀνδρων δυο παταξῃ τις γυναικα ἐν γαστρι ἐχουσαν και ἐξελθῃ το παιδιον αὐτης μη ἐξεικονισμενον , ἐπιζημιον ζημιωθησεται :
9998611 γλυκυριζηϲ
δαφνηϲ ὁ τηϲ ῥιζηϲ φλοιοϲ ϲυν οἰνῳ : ῥεον ποντικον γλυκυριζηϲ χυλοϲ ἀμυγδαλα τα πικρα μαλιϲτα πιϲτακια ἀψινθιου κομη ἀνιϲον
ὠον νεαρον καταρροφουμενον βουτυρον καθ ' αὑτο και μετα μελιτοϲ γλυκυριζηϲ ὁ χυλοϲ και αὐτη ἡ ῥιζα : τουτοιϲ χρηϲτεον
9998611 ἀχθη
γεωργος „ , τῳ δε ἀδικῳ την ἀνευ ἐπιστημης φερουσαν ἀχθη βαρυτατα γης ἐργασιαν : ” Καιν ” γαρ φησιν
ἱερον δε κατιδων και παιδαγωγους τε προσκαθημενους ἀκολουθους τε παιδας ἀχθη βιβλιων ἐν πηραις ἀνημμενους ξυνηκεν , ὁτι παιδευοι τις
9998609 ἑλκεα
οἱ δανος ὠπασεν Ἑκτωρ . Κωκυτος τοι μουνος ἀφ ' ἑλκεα νιψεν Ἀδωνιν . Τον δ ' ἐκαλυψε θαλασσα λιλαιομενον
, ἀγαθον και ἰσχναινειν εὐ , ὡς τα των ἁλιεων ἑλκεα : ταυτα γαρ οὐδ ' ἐκπυει , ἠν μη
9998608 βιβλιῳ
ἀλλα και προς ἀνομοιους , δεδεικται ἐν τῳ προ τουτου βιβλιῳ . φιλει γαρ ὁ φαυλος τον σπουδαιον ἀνομοιον ὀντα
ὠν . δεησαν δ ' ἐπιμνησθηναι ἐν τῳ προς ἐκεινον βιβλιῳ και του προς σε τουτουϊ βιβλιου , γραφηναι εἰσ
9998605 ἀδικῳ
προτρεποντα . ὁθεν ῥητεον : τον ὁμνυντα ματην ἐπ ' ἀδικῳ θεος ὁ την φυσιν ἱλεως οὐποτε της αἰτιας ἀπαλλαξει
, οἱον το καλον τῳ αἰσχρῳ ἐναντιον που και δικαιον ἀδικῳ , και ἀλλα δη μυρια οὑτως ἐχει . τουτο
9998605 σκεπη
κρεων ἑφθων . Τῃ προτεραιῃ , ὑδροποσιη , ἡσυχιη , σκεπη : προς το νεφριτικον , ἐκ της σικυης κλυσμος
πλουτος δε ὁ μεν της φυσεως εὐτελης ἐστι τροφη και σκεπη : τροφη μεν οὐν ἀρτος και ναματιαιον ὑδωρ ,
9998602 χαλβανηϲ
τερεβινθινηϲ # Ϛ , πιϲϲηϲ ξηραϲ λι . α , χαλβανηϲ # α , ὀποπανακοϲ # α , καππαρεωϲ ῥιζηϲ
γ , λιβανου ⋖ γ , κροκου ⋖ δ , χαλβανηϲ ⋖ β , ϲμυρνηϲ ⋖ α : ὀξει ἐκλειων
9998600 Κρατυλῳ
Οἰνεως δ ' ἐγενετο Αἰτωλος . Πλατων δ ' ἐν Κρατυλῳ ἐτυμολογων τον οἰνον οἰονουν αὐτον φησιν εἰναι δια το
οὐσης της νοητης οὐσιας . Ἐτι δε σαφεστερον ἐν τῳ Κρατυλῳ ταυτα φησι : ποιησας γαρ τον οὐρανον ὀψιν ἀνορωσαν
9998599 Αἰγεα
δε την Μηδειαν , ὁτι μετα φονον του παιδος προς Αἰγεα κατεφυγεν ἀλητευσασα : οἱ δε την Φερσεφονην , διοτι
εἱρπε προς την κιγκλιδα . τον Ἐρεχθεα μοι και τον Αἰγεα καλει . ἀπολωλα : τιλλων τον λαγων ὀφθησομαι .
9998599 κυβερνητῃ
τῳ κυριῳ αὐτου ἠ τῳ κυβερνητῃ του μηνος ἠ τῳ κυβερνητῃ της ἡμερας . Και αὑται μεν εἰσιν αἱ του
τα σεαυτου , τῳ κυβερνητῃ ἠ τῳ φιλοσοφῳ ; Τῳ κυβερνητῃ ἐγωγε . Οὐκουν και τἀλλα πανθ ' οὑτως ,
9998597 θηλυκῳ
τῃ κυστει και δια μεγεθος οὐκ ἐκκρινεται , χρω τῳ θηλυκῳ . ὁ γαρ ἀῤῥην τους ἐν νεφροις θρυπτει ,
συνερχομενων τυγχανοντων κουφων τα ἠθη . και ἠν μεν ἐν θηλυκῳ ζῳδιῳ τυχῃ τουτο τους ἀνδρας , ἠν δε ἐν
9998597 Καππαδοκιᾳ
μεχρι του Ταυρου συνυφανουμεν τα παραλληλα τῳ Ποντῳ και τῃ Καππαδοκιᾳ : τοιαυτην γαρ τινα ὑπογραφει ταξιν και μερισμον ἡ
και ἐστιν οὑτος δευτερος κατα τιμην [ ἐν ] τῃ Καππαδοκιᾳ μετα τον βασιλεα : ὡς δ ' ἐπι το
9998596 μνημῃ
τυχην δε την Ὀδυσσεως λαχουσαν πασων ὑστατην αἱρησομενην ἰεναι , μνημῃ δε των προτερων πονων φιλοτιμιας λελωφηκυιαν ζητειν περιιουσαν χρονον
ἀνθρωπων γενος και φθειρομενον ταχυ και ἀπολλυμενον και ὑπορρεον τῃ μνημῃ σωζει , και τας ἀρετας φυλαττει , και τας
9998595 φορᾳ
Πυθαγορας , τῃ κατα ταὐτα τεταγμενῃ ἁπλῃ και ὁμαλῃ αὐτων φορᾳ κατα συμβεβηκος ἐπιγινομενης τινος ποικιλης και ἀνωμαλου κινησεως .
συνελθουσα τῳ Ὀρθῳ , ἠτοι τῃ των ὑδατων κατα - φορᾳ και τῃ των νεφων και των βροντων διεγερσει .
9998594 Ἀγαθη
λεγων τον λαβοντα τον χρησμον . . . . . Ἀγαθη : πολις Λιγυων ἠ Κελτων : Σκυμνος δε Φωκαεων
ἀσφαλης ἱδρυται πλησιον της Ναρβωνος , ἐφ ' οὑ δε Ἀγαθη κτισμα Μασσαλιωτων . Ἑν μεν οὐν ἐχει παραδοξον ἡ
9998593 ἡσθη
ἡ φιλοφροσυνη , και ξενισμος : ὡς και Λιβανιος , ἡσθη , φησι , Φιλοστρατος ἐπι τῳ ξενισμῳ . Κρειττον
νικαν ψηφιζομενος ᾡ φησιν οὐχ ἡδεως ἐχειν . Ἀρ ' ἡσθη τις οὑτω ποτε γην μεν ὀρυττων ἐπ ' ἀλλῳ
9998592 Μελιτῃ
ἐπει ταχιστα ἐγενετο ἐν τῃ γῃ ταυτῃ , ἐνετυχε πρωτα Μελιτῃ κρηνῃ : και προεθυμειτο πριν ἐπι τον Ξανθον ἐλθειν
ἀρτι γαρ ἐνθενδε οἰκαδε οἰχεται , οἰκει δε ἐγγυς ἐν Μελιτῃ . Ταυτα εἰποντες ἐβαδιζομεν , και κατελαβομεν τον Ἀντιφωντα
9998591 ψηφισησθε
, του ἡμικληριου λαχετω προς τον ἀρχοντα , κἀν ὑμεις ψηφισησθε , λαβετω : ταυτα γαρ οἱ νομοι κελευουσιν .
ἀκριτοι εἰσι , περι ὡν ἀν ὑμεις εἰδοτες τα πραχθεντα ψηφισησθε , ἀλλ ' οἱτινες ἀν ὑπο των ἐχθρων διαβληθεντες
9998591 ὀλιγη
και ϲκληρα τον ὀγκον καταϲτελλει του ϲωματοϲ , ἡ δε ὀλιγη και μαλθακη το ἀναπαλιν εἰϲ ὀγκον ἐπαιρει . αἱ
μεν γαρ λεγεται εἰναι χρησις ψυχης , βιος δε † ὀλιγη † ζωη . βιος ζωης διαφερει . βιος μεν
9998590 δηξεωϲ
και τουϲ ἐντεροκηλικουϲ ὠφελει . Κυπερα θερμαινει και ξηραινει χωριϲ δηξεωϲ : ὁθεν και τα ὑγροτερα των ἑλκων θαυμαϲτωϲ ἀφουλοι
. το δε φυϲωδεϲ και ἀτμωδεϲ πνευμα διαταϲιν ἐργαζεται χωριϲ δηξεωϲ . Προϲ κεφαλαλγιαν δι ' ἐγκαυϲιν ἠ θερμοτητα τινα
9998588 Τροφωνιῳ
δε Ἀριστομενης ὡς ἐπανηκεν ἐκ Βοιωτιας εὑρων τε παρα τῳ Τροφωνιῳ και κομισαμενος την ἀσπιδα , αὐτικα ἐργων μειζονων ἡπτετο
γονυ και τον αὐχενα . . . και Κηφισοδωρος ἐν Τροφωνιῳ : ἐπειτ ' ἀλειφεσθαι πριω το σωμα μοι μυρον
9998584 ἐγχεϊ
ἐκδεχεται . . αὐταρ ὁ ἀψ ἐπορουσε , κατακταμεναι μενεαινων ἐγχεϊ χαλκειῳ : ζητειται ποιῳ ἐγχει ; ὁ γαρ εἰχεν
και ὑπτιοι ἐκπεσον ἱππων Ἀτρειδεω ὑπο χερσι : περιπρο γαρ ἐγχεϊ θυεν . ἀθετουνται ἀμφοτεροι , και ἀστερισκοι παρακεινται ,
9998581 φαυλῳ
, οὐδενος γαρ τουτων ὁ τελειος δειται , τῳ δε φαυλῳ προσταξεως και ἀπαγορευσεως χρεια , τῳ δε νηπιῳ παραινεσεως
. ἡ γαρ γνωσις του τελους ὡσαυτως ἐστι και τῳ φαυλῳ και τῳ σπουδαιῳ , εἰτε ἀπο της ἑξεως γινωσκεται
9998581 εα
[ [ ] ! [ ! ! ] ! ! εα ? ! ! ? ! ! ! [ [
ιςαι | [ πατ [ δεο [ τα ? [ εα [ λα [ παι [ ροις [ ανα [
9998580 ὁλκαδα
. προσβαλουσης γαρ της νεως ἐφ ' ᾑ ἐπεβατευεν προς ὁλκαδα τινα , ἐμαχετο ἐχων δορυδρεπανον , διαφερον δη ὁπλον
ἀνδρας παντας ἀπεκτειναν . και ἐπι τας λοιπας ἐμπρησαι βουλομενοι ὁλκαδα παλαιαν κληματιδων και δᾳδος γεμισαντες ἀφεισαν [ την ναυν
9998580 Προδικῳ
μεν και Ἱππιᾳ δεος τε και φοβος εἰναι τουτο , Προδικῳ δε δεος , φοβος δ ' οὐ . Ἀλλ
Πρωταγορᾳ τε πολυ ἀργυριον δεδωκας ἐπι σοφιᾳ και Γοργιᾳ και Προδικῳ και ἀλλοις πολλοις , ἡμας δ ' ὁρᾳς αὐτουργους
9998580 Ἀρτεμι
κατα θυμον , Ἀρτεμιδι πρωτιστον ἐπευξατο δια γυναικων : “ Ἀρτεμι , ποτνα θεα , θυγατερ Διος , αἰθε μοι
γουνουμαι ς ' ἐλαφηβολε ξανθη παι Διος ἀγριων δεσποιν ' Ἀρτεμι θηρων : ἡ κου νυν ἐπι Ληθαιου δινηισι θρασυκαρδιων
9998578 ἡσυχη
δελεαρ φερει και ὑπαυλει : ἡ δε ὑπερηδεται εἰτα κηλουμενη ἡσυχη πως ἀναπλει . και ὁ μεν τας ἰυγγας τας
και συμβηναι ὁπερ ἐδεδιει : καθισαι γαρ το πλοιον , ἡσυχη δε , ὡστε μηδ ' ἀθρουν διαλυθηναι , ἀλλα
9998574 πι
] ; ἐξω φερετ ' αὐτο δευρο [ μοι ' πι ] ταϲ θυραϲ : τον ἡμετερομ [ ] μεμ
σ αμεν τ ? ! ! πι ατων ιολογει ιν πι τοι παραυτ ? ωι περι ! ! Ζῳων ἐθη
9998572 ἀφῃρησθω
λοιπος ἀρτιος ἐσται . Ἀπο γαρ ἀρτιου του ΑΒ ἀρτιος ἀφῃρησθω ὁ ΒΓ : λεγω , ὁτι ὁ λοιπος ὁ
ΚΓ ἐκβεβλησθω ἐπι το Μ , και τῃ ΕΗ ἰση ἀφῃρησθω ἡ ΒΝ : ἐσται οὐν ἡ ΑΗ , τουτεστιν
9998572 κοκκυγα
τους σκληροσαρκους , οἱον ὀρφον , γλαυκον , κηριδα , κοκκυγα και ὀκταποδα και σηπιας , και των ὀστρακοδερμων ἀστακους
, ὁπου νυν ἐστιν ἱερον Ἡρας τελειας . τον δε κοκκυγα ἰδοντα καταπετασθηναι και καθεσθηναι ἐπι τα γονατα αὐτης πεφρικοτα
9998571 Μεγα
. Μετρῳ ὑδωρ πινοντες , ἀμετρι δε μαζαν ἐδοντες . Μεγα φρονει ἠ Πηλευς ἐπι τῃ μαχαιρᾳ : σωφροσυνης γαρ
ληθη . ἀμφι πολιταν ] ἠγουν δια τον Ἀλεξανδρον . Μεγα που ἀναστενει αἰωνα πολυθρηνον και μελεον αἱμα ἀνατλασα δια
9998571 ϲμιλιῳ
λινον και διαϲτηϲαντα βραχυ , ἑωϲ πελιωθη ἡ ϲαρξ , ϲμιλιῳ ἀφαιρειν : και τῳ ψωρικῳ ξηριῳ ἐφαπτεϲθαι και πτυγματα
του ὠου . θεραπευειν δε ἐκϲτρεφοντα τα βλεφαρα και διαιρουντα ϲμιλιῳ : και το ὑγρον ἐκκρινοντα προϲτριβειν τῳ ὑποκειμενῳ ξηρῳ
9998569 ὀλιγῳ
αὐτων ἀνασχησει : ὡς και μεγας και πολλος ἐγενεο ἐν ὀλιγῳ χρονῳ , οὑτω και ταπεινος ὀπισω κατα ταχος ἐσεαι
μεθυσκεσθω , μηδε ὁταν ἀρξηται ἁπαξ ῥειν : πινετω μεντοι ὀλιγῳ πλειονα τον οἰνον ἐπι σιτιῳ , ὁκως ἀν ῥεῃ
9998566 Συνεφη
ἠ ὁσου τῳ ξενῳ , οὑτος εἰη ἀν πλουσιωτερος . Συνεφη και ταυτα . Εἰ δε τις σοι διδοιη αἱρεσιν
ποιουντα ἀνιας ποιει ; Ὁμολογοιεν ἀν , ὡς ἐγᾠμαι . Συνεφη ὁ Πρωταγορας . Οὐκουν φαινεται , ὠ ἀνθρωποι ,
9998562 τυγχανῃ
ἀγαλλεται παρα πλανητας παντας Ἑρμου ἀστηρ ταχυτατος , ἀν ἐξαυγος τυγχανῃ : ἐπαν γαρ ἐκ των πλανητων και ἀλλος χρηματισῃ
: εὐνοια δ ' ἑκουσιος , μεχρι ἀν των δικαιων τυγχανῃ , διαρκεστατον ἐστι . Σκοπω δε κἀκεινο , εἰ
9998561 μυρμηκα
λευκας ῥανιδας , ἀστερι ὁμοιον . Σωστρατος δε μυρμηκειον και μυρμηκα Ἡρακλεωτικον καλει , ὑπο δε των ἀλλων μυρμηκοειδες καλειται
φασιν εἰναι τι , και Λαερτην ὀνομα ἐχειν τονδε τον μυρμηκα τον προειρημενον : και σφηκας δε τινας ἐκαλουν Λαερτας
9998560 ὀξεα
, τα δε αὐϲτηρα μαλλον εἰϲιν εὐϲτομαχα : τα μεντοι ὀξεα τοιϲ φλεγματωδεϲι και περιττωματικοιϲ ϲτομαχοιϲ ἁρμοττει δια το τμητικον
. διχα δε ἀκανθων ποιησεις τας κιναρας , ἐαν τα ὀξεα των σπερματων ἀμβλυνῃς παρατριψει λιθου . διαβεβαιουνται δε τινες
9998560 πιμεληϲ
ὑγροτητα ϲηπει και διαφθειρει , τῳ χρονῳ δε και τηϲ πιμεληϲ και τηϲ ϲαρκοϲ και αὐτων των ϲτερεων ϲωματων καθαπτεται
ζῳων κραϲιν , ἀει ταϲ διαφοραϲ τηϲ ἐν αὐτοιϲ γιγνεϲθαι πιμεληϲ ἠ ϲτεατοϲ και το μεν ἀρρεν του θηλεοϲ ἀει
9998559 ϲαρκα
των πτερων αὐτοφυη . Κοχλιοϲ χερϲαιοϲ . Ϲκληραν ἐχει την ϲαρκα και δια τουτο ἐϲθιομενοϲ δυϲπεπτοϲ γιγνεται . ὁ δε
δε τηϲ ἀδηλου διαπνοηϲ ἡϲϲον διαφορει καυτηριοιϲ παραπληϲιωϲ πυκνουϲα την ϲαρκα , οἱ δε καθημενοι ἠ ἑϲτηκοτεϲ ϲφοδροτερον ἐπικαιονται των

Back