μεγεθη , εἰς ἁ συνερρυηκεναι το τε ὑδωρ και την ὁμιχλην και τον ἀερα : αὐτην δε την γην καθαραν
πυρ , και παλιν ἀερα συνιοντα και πυκνουμενον νεφος και ὁμιχλην , ἐκ δε τουτων ἐτι μαλλον συμπιλουμενων ῥεον ὑδωρ
9999975 βακτηριας
ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας ποιουσιν : ὀπωδης δε και μανη : ταυτην δε
, την δε βασιν προς τῳ ὁρωμενῳ : ὡς δια βακτηριας οὐν του ταθεντος ἀερος το βλεπομενον ἀναγγελλεσθαι . Ἀκουειν
9999971 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999971 Ἀριστοφανην
ἱδρυσαντο ἱερον Ἀχαιας Δημητρος . οὐτως εὑρον ἐν Ὑπομνηματι εἰς Ἀριστοφανην . Ἀρης , παρα την ἀραν , την βλαβην
ὠ Διομηδη , ὁ Ἀριστοφανης του Ἀριστοφανους τῳ Ἀριστοφανει τον Ἀριστοφανην ὠ Ἀριστοφανη : ἐπι δε των ἐπιθετων οὐτε εἰς
9999970 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999970 εὐπεπτοτερα
κρεμαστη οὐτε κεφαλην πληττει οὐτε ἐπεχει γαστερα οὐτε προτρεπει , εὐπεπτοτερα δ ' ἐστι των ἀλλων των συντεθεντων . αἱ
των παρακμαζοντων ἐστι , και των ἐν ξηροις τοποις διαιτωμενων εὐπεπτοτερα της των ἀλλων . το βασιλικον καρυον πεττεται μαλλον
9999970 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999970 παρεστησεν
παρασχων ἱκανος : δια του ἱκανος το ἀξιοπιστον του ποιητου παρεστησεν . οὐκ ἀν οὐν νησων κτἑ . : συλλογισμος
Βρισηιδα . . ὡς γενομενον λεγει , γινομενον δε οὐ παρεστησεν . . . . . Β Κ Λ .
9999970 κατεστησαντο
μεθ ' ὁπλων διαπραττονται , ἠ και προ τουτου φοβησαντες κατεστησαντο την τοιαυτην πολιτειαν . ἠ οὐχ οὑτως ; Οὑτω
των παλαιοτερων οὐδεμιαν ἡκει μνημην , αὐτοι δε ἀρεσαν σφισι κατεστησαντο Ἠλειοι . δρομου μεν δη και παλης ἐτεθη παισιν
9999970 παρες
προς το εἰρημενον φησιν ὁτι παρες αὐτῳ διαρραγηναι . Γ παρες ] παιζων τουτο φησι . τῳ και πεποιθως ]
Βλεπης Ἐλευσινιοςἐπεστην ὀχλον ἰδων προς τοις προπυλαιοις , και ” παρες μ ' “ εἰπων ὁρω καθημενην παιδ ' εἱς
9999970 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999970 βελτιον
, ὡστε και το χειρον προς το χειρον ὡς το βελτιον προς το βελτιον , οἱον ὡς ὀμμα προς ὀμμα
ἀναμφισβητητως ἀγαθον ἐστι : ποιον γαρ ἀν τις πραγμα οὐ βελτιον πραττοι σοφος ὠν ἠ ἀμαθης ; Τι δε ;
9999969 συμβαινοι
ἀγων ἀληθειαν καλλιεπειας ; Τουτο δε οὐκ ἀν ἀλλως αὐτῳ συμβαινοι , εἰ μη ἐγκυπτων πρωτον εἰς ἑαυτον και τα
του τονιαιου δυναμει τιθειη το του συντονωτερου σπονδειασμου ἰδιον , συμβαινοι ἀν δυο ἑξης τιθεσθαι διτονα , το μεν ἀσυνθετον
9999969 σπληνικοις
ἑλενιου ἰσα , και ἡμεις οὑτως . Ἀντιδοτος ἡπατικοις , σπληνικοις , ἰκτερικοις , προς θωρακος πονους , ὑποχονδρια διῳδηκοτα
α # βαλλουσιν . Το δια σπυραθων κειται ἐν τοις σπληνικοις . Ἰπωτηριον ὑδρωπικοις , σπληνικοις , ἰσχιαδικοις , ἀρθριτικοις
9999968 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999968 γλυκυτατον
τον Δια τον σωτηρα , κεχαρισαι γε μοι , ὠ γλυκυτατον , την γραυν ἀπαλλαξασα μου . ὡστ ' ἀντι
ἀντι των φιληματων τα δακρυων χευματα . οἱαν , ὠ γλυκυτατον τεκνον , ὡς φασιν , ἀπο του ἀστεος πομπην
9999968 μακαριους
δε και ὁ αὐτος ἑτερον : νοσησας μεν γαρ τις μακαριους κρινει τους ὑγιαινοντας , και κρειττον παντων ἀποφαινεται την
αὑτον μαλιστα ἐθαυμαζε και ἐξεπληττετο , σοφους ἀν ἡγεισθαι και μακαριους : ὁμως δε προλεγω ὑμιν ὁτι ἐσπουδακατε ἀνδρος ἀκουσαι
9999968 δριμυτατον
' αὐτους χρη μεθ ' ἁλων ἐπι πλειστον . Ἀδαρκιον δριμυτατον ἐστι και θερμαντικωτατον : διο και καθ ' αὑτο
παντι καιρῳ προϲ ἀχωραϲ τεμνον και διαφορουν και ἀποκρουομενον , δριμυτατον δε ἐϲτι . διαφορει δε καλλιϲτα και κρινου ῥιζα
9999968 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999968 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999968 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999968 ἀφοριαν
προς ἑσπεραν . Ἐν δε Ταυρῳ κατ ' Αἰγυπτον μεν ἀφοριαν σιτου και ὀχλων ἀκαταστασιαν της ἐκλειψεως γενομενης ἀπο δʹ
την κομην προς βορραν ἀνατεινῃ , λυπας και δενδρικου καρπου ἀφοριαν ἀποτελεσει . ἐν δε Αἰγοκερωτι ἀμαυρωθεις τῳ ἡγουμενῳ Αἰγυπτου
9999968 καταντικρυ
ἱναπερ ὁ στολος ἐσαλευε , και της ἀκρης , ἡντινα καταντικρυ ἀφεωρων ἀνεχουσαν ἐς το πελαγος , ὁ κολπος ἐμοι
ἐχομενω ἀλληλοιν και του οὐρανου αὐ ἐν τῳ ἀνω ἀλλα καταντικρυ . δικαστας δε μεταξυ τουτων καθησθαι , οὑς ,
9999968 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999968 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999968 σεληνην
δυσεων , και ἀπο της ἁλω της γινομενης περι την σεληνην , και ἀπο των διαϊσσοντων ἀστερων , και ἀπο
σεληνης τας προσηγοριας των ἡμερων κατωνομασθαι . Του δε κατα σεληνην ἀγειν ἀκριβως τας ἡμερας παραδειγμα ἐστι το τας μεν
9999968 Ἀρτεμισιον
μαχων : προς γαρ τῃ περι Σαλαμινα την περι το Ἀρτεμισιον σοι προσθησω κατα θαλατταν μαχην . ἀλλα γαρ ἀποβλεποντες
Μαγνησιης : ἐκ δε του στεινου της Εὐβοιης ἠδη το Ἀρτεμισιον δεκεται αἰγιαλος , ἐν δε Ἀρτεμιδος ἱρον . Ἡ
9999968 χαρακας
μαχαις οἱ μεν Κυρηναιοι προεκινδυνευον , αἱ δε γυναικες αὐτων χαρακας περιεβαλλον , ταφρους ὠρυττον , βελη προσεφερον , λιθους
, μονος οὑτος οὐ παρεπεμπεν , ἀλλ ' ἀμελησας ὑμων χαρακας και βοσκηματα και θυρωμαθ ' ὡς αὑτον και ξυλ
9999968 παρεκειτο
δ ' ἀπεληγεν ἐδωδης ἐσθων και πινων : ἐτι και παρεκειτο τραπεζα . τους δ ' ἐλαθ ' εἰσελθων Πριαμος
και κλητικον ἐπιφθεγμα , καθοτι και τῳ δη το δητα παρεκειτο : και δια την ἀντεμφασιν την προς τα ὠτα
9999968 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999968 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .
9999968 γυμνικοις
ἀγωνιστικως . ἀλλα τοις μεν κριται καθηνται , τοις δε γυμνικοις ἐφεστασι βραβευται , οὑς και βραβεας ὁ Πλατων καλει
ἐσται καλους κἀγαθους ἐχων συνεργους ; ἀλλα και ἐν τοις γυμνικοις ἀγωσι δηλον ἐστιν , ὁτι , εἰ ἐξην τοις
9999967 ἀπρακτοι
, και πολλας μηχανας ποιησαντες , μετα μηνας ἑπτα ἀνεχωρησαν ἀπρακτοι , πολλους στρατιωτας ἀποβαλοντες . Ἀμιλκας δε τοις Ῥωμαιοις
Μακεδονικων πολεων ἁπασων ἐκχωρησωσιν Ἰλλυριοι , οἱ μεν πρεσβεις ἐπανηλθον ἀπρακτοι , ὁ δε Βαρδυλις πιστευων ταις τε προγεγενημεναις νικαις
9999967 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999967 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999967 πεντακισχιλιους
δε ταυτα ὁ μεν Ἱκετας ἀναλαβων των στρατιωτων τους ἀριστους πεντακισχιλιους ἐστρατευσεν ἐπι τους Ἀδρανιτας ἀντιπραττοντας αὐτῳ και πλησιον της
ἐπανοδον των πρεσβευτων Καρχηδονιοι μεν τοις Αἰγεσταιοις ἀπεστειλαν Λιβυας τε πεντακισχιλιους και των Καμπανων ὀκτακοσιους . οὑτοι δ ' ἠσαν
9999967 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999967 ἀναπνοην
, αἰων γιγνεται . ἀλλ ' ἐν πελαγει συγκλυσμος ; ἀναπνοην ἐχει ” Ζευ σωτερ ” εἰπειν „ ἀντεχου των
διενηχετο λανθανων ἐπι πολυ , μονην ἐκ διαστηματος ἀνισχων την ἀναπνοην , μεχρι φιλιᾳ νηι προσπελασας ὠρεξε τας χειρας και
9999967 ἡσυχαζειν
δε ἐκ της Ἡσιοδου . Ἀρχυτου πλαταγη : ἐπι των ἡσυχαζειν οὐ δυναμενων : ὁ γαρ Ἀρχυτας τεκτων ὠν ἐπενοησε
τιμωριαις τους ἐν ταις των παιδων προς τους πατερας εὐνοιαις ἡσυχαζειν ἐθελοντας , καιτοι γε ἐπι τοις μηδεν ἡμαρτηκοσιν μηδε
9999967 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999967 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999967 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999967 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999967 γραμματεις
διαγοντες , ἀλλοτριων χειρισται , πιστικοι , ἀγαθοι οἰκονομοι , γραμματεις ἀπο λογων ἠ ψηφων ἀναγομενοι , ὑποκριτικοι , περιεργοι
εὐφυεις κεκινημενους : εἰ δε ἐνδοξοτερα εἰη ἡ γενεσις , γραμματεις βασιλεων ποιει ἠ πολεων ἠ χωρων ἀρχοντας , φιλολογους
9999967 σπουδαιοις
δεινοι τινες εἰναι της ἀληθειας καταστοχαζομενοι και του ἀγαθου τοις σπουδαιοις ἡδεις γινονται : οἱ μεν οὐν οὑτω φιλουμενοι οὐ
. Ἀχρειογελως ἀνθρωπος : ὁ ἐπι τοις ἀχρηστοις και μη σπουδαιοις γελων και χαιρων . Ἀχειρ νιφθηναι βουλεται : ἐπι
9999967 μαλακου
μεν την του ἐναρμονιου , τρεις δε του χρωματικου , μαλακου τε και ἡμιολιου και τονιαιου , τας δε λοιπας
φαρμακον , εἰτ ' εἰς χαλκουν ἀναληφθεν ἀγγειον ἑψεται ἐπι μαλακου πυρος , μεχρι γενηται ἰξωδες , εἰτα μεταχειται εἰς
9999967 ὑπηρετουσι
φαμεν , ὁποιαν δουλοι δεσποταις το κελευομενον ἀοκνως ποιειν ἐγνωκοτες ὑπηρετουσι . διοισει δε παλιν , ὁτι οἱ μεν δεσποται
παντες ἐλπιζοντες ὠφεληθησεσθαι ἠ των προτερων εὐεργεσιων χαριν ἀποδιδοντες . ὑπηρετουσι δε παντες κερδους ἑνεκεν ἠ τιμης ἠ ἡδονης ἠ
9999967 ἀνηγαγεν
και ἀνασχων τον οὐρανον αὐτος , και τον Κερβερον ὡς ἀνηγαγεν ἐξ Ἁιδου και μετ ' αὐτου Θησεα τον των
ἁμα τῃ ἑῳ τον μαντιν ὁ Βαλακης παραλαβων ἐπι γεωλοφον ἀνηγαγεν , ἐνθα και στηλην συνεβαινεν ἱδρυσθαι δαιμονιου τινος ,
9999967 πιστευων
τοις τας εὐθυνας διαφυγουσιν : ἀν δε τις τουτων , πιστευων τῳ κεκρισθαι , την ἀνθρωπινην φυσιν ἐπιδειξῃ κακος γενομενος
πιστον γενεσθαι , και ᾡ Κυρος ἀνεβη ξενικῳ δια μισθοδοσιας πιστευων τουτῳ ἐμε καταβηναι δι ' εὐεργεσιαν ἰσχυρον . ὁσα
9999967 ἐποιησαντο
περι τον Ἑλλησποντον . και λιθινην ἑδραν αὐτῳ ὑψηλην ἐκει ἐποιησαντο , ἐν ᾑπερ ἐφιδρυνθεις ὑστερον , ὁταν παρεγεγονει ,
ὑπο Φιλιππου και πρεσβεις Ἀθηναζε πεμψασιν οἱ Ἀθηναιοι συμμαχιαν τε ἐποιησαντο * * * και βοηθειαν ἐπεμψαν πελταστας δισχιλιους ,
9999967 μετεστησεν
: ἠ γαρ το μεγεθος της συμφορας εἰς ἀπαθειαν αὐτον μετεστησεν , ἠ τῳ παιδι συγχαιρων της ληξεως , ἐμεινεν
ἐκ της ἀκροπολεως εἰς το “ βουλευτηριον και την ἀγοραν μετεστησεν Ἐφιαλτης , ὡς φησιν ” Ἀναξιμενης ἐν Φιλιππικοις .
9999967 παρεστη
οὑτω και φρονησις ἐν λογοις . “ [ οὐ γαρ παρεστη μοι ὡς πολλακις συνχρομενη , ἀλλα τον λογον ἀκουσαι
Νυκτωρ ἐφ ' ὑμας δολιος ὁρμαται μονος . Ἠ και παρεστη κἀπι τερμ ' ἀφικετο ; Και δη ' πι
9999967 ποιητικως
Ῥοδον και Ἀταβυριν , και ἐτι Λακεδαιμονα και Ταϋγετον : ποιητικως δε τοὐναντιον . ἐν μεντοι τῳ „ ναιεταω δ
του Διος ἐνιεσθαι χαριν του σῳζειν τον ἀριθμον αὐτων , ποιητικως αἰνιττομενος ὁτι των Πλειαδων ἑξ ὁρωμενων ὁμως ὁ ἀριθμος
9999967 ἐστησαντο
τρυομενον λαλιην . Οὐδε μεν οὐδ ' ὁποσοι σκληρον βιον ἐστησαντο ἀνθρωπων , σκοτιην μαιομενοι σοφιην , οὑς αὐτη περι
τειχους . εἰτα ἀπαλλαγεντος του πολεμου , ἱερον ὑπερ τουτου ἐστησαντο αὐτηι περι τα προπυλαια της πολεως : και ἐκεισε
9999967 συνιστε
πραττοντας ἠ ' κεινῳ συμφερει : οὐχ οὑτω ταπεινον οὐδεν συνιστε ὑμιν αὐτοις , ὡστε ἠ μη δεισαι τον Φιλιππον
λογους πιστοτερους ἡγησασθαι των ἐργων , μηδε περι ὡν αὐτοι συνιστε , τα τοιαυτ ' ἀνασχεσθαι των ἐμων ἐχθρων λεγοντων
9999967 τελεωτερα
κοινως τοις ζῳοις ἐνυπαρχουσης , ὁδῳ προεισιν ἐπι τε τα τελεωτερα των ζῳων και τας τελεωτερας των γνωσεων , δεικνυων
μυθου ὡς εὐχερεστερου και ἁπλουστερου ὀντος ἀρχομενοι καταντωμεν ἐπι τα τελεωτερα : δει γαρ ἀφελει οὐσῃ τῃ του νεου ψυχῃ
9999967 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999967 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999967 Αἰγυπτου
Πυρωναιαι ναπαι „ . Πωλις και Σηνος , πολεις [ Αἰγυπτου ] ἐν νησοις . ὁ μεν Πωλιτης , ὁ
τε ὁποια ἐπραξαν και ὡς ἐς τους πατερας αὐτων περιεχωρησεν Αἰγυπτου και ἡ Μυσων και των προσοικων ἀρχη . Πτολεμαιον
9999967 Μιλησιοις
ἐπιμιξια . Πυθου ἀνδρος ἐνδοξου θυγατηρ Πιερια ἑορτης οὐσης παρα Μιλησιοις , ἡν Νηληϊδα κλῃζουσιν , ἡκεν ἐς Μιλητον .
Προχοννησον λεγουσιν εἰρησθαι ἀπο της προχοου , ἡν ἐχουσα τοις Μιλησιοις ἀπηντησεν ἡ παρθενος , ὁτε την ἀποικιαν ἐστελλοντο .
9999967 διεκρινεν
δικην ἡδρασε , τις συνηγαγεν το ὑδωρ εἰς θαλασσας και διεκρινεν το φως ἀπο του σκοτους , τις ἐκοσμησεν ἀστροις
τινος ποτε . νυν το διανοητικον ἐκ της κοινης αἰσθησεως διεκρινεν . τουτοις . τῃ τε κοινῃ αἰσθησει και τῃ
9999967 ἐστεφανουν
τουτοις οἱ παρεστωτες παντες των ἐλλογιμων και στρατιωτων τον Ὁμηρον ἐστεφανουν , ὁ δε Πανηδης ἐκρινε νικαν Ἡσιοδον ὡς εἰρηνην
ἀγγελιαν εὐθυς μεταβαλλομενους της ὀργης και στεφανουντας τον ἀπαγγειλαντα . ἐστεφανουν μ ' εὐαγγελια : τους εὐαγγελιζομενους τι ἀγαθον στεφανοις
9999966 φυλακτεον
ϲταλτικοιϲ κολλυριοιϲ ἐνδοθεν το βλεφαρον : την δε ἐξωθεν διαιρεϲιν φυλακτεον ἐν διαϲταϲει κατα παϲαν την θεραπειαν μαλακωτερα τα φαρμακα
ἁπλουϲτερων πυρετων και ἐπι ϲτομαχου ἀνατροπηϲ και ὀξυκρατῳ προϲκλυζομεν . φυλακτεον δε τον ἐγχρονιϲμον και μαλιϲτα ἐπι των εὐπαθη την
9999966 σκολιος
τα μετρα της ζωης . νγʹ Ὁ δ ' αὐ σκολιος Εἰπων περι του εὐγενεστερου των ἱππων , λοιπον τα
Σκοπησον οὐν κατα την ἀντιθεσιν : ἐκεινος ὀρθος , οὑτος σκολιος , ὡς της ἐπιθυμιας ὠν : ἡ γαρ ἐπιθυμια
9999966 ἀφροδισιαζειν
ἀλλας διαθεσεις του σωματος : και γαρ ἐπι πονοις πονηρον ἀφροδισιαζειν , καιτοι διαλυειν πεπιστευται τους πονους : οὐ μην
τξεʹ δοσεις . παραφυλαττεσθω δε ὁ παραλαμβανων μη χολαν μηδε ἀφροδισιαζειν μηδε πινειν οἰνους στυφοντας ἠ πανυ γλυκεις και παντα
9999966 οἰκουμενη
και ἡμισεως : και νησος ἐν μεσῳ τῳ πλῳ τουτῳ οἰκουμενη , ᾑ ὀνομα Αἰθαλια , και ἀλλαι πολλαι ἐρημοι
ἰστε ὁτι οὐ μεγιστη των πολεων οὐσα οὐδε πλειστον χρονον οἰκουμενη πολλων γνωριμωτερα ἐστι και παρα τοις ἀλλοις ἀνθρωποις ,
9999966 κυλινδρος
τον ΚΛ ἀξονα . ἰσος δε ἐστιν ὁ μεν ΓΜ κυλινδρος τῳ ΕΒ κυλινδρῳ , ὁ δε ΛΝ ἀξων τῳ
κυλινδρος προς τον ΕΣ κυλινδρον : ἀλλ ' ὡς ὁ κυλινδρος προς τον κυλινδρον , οὑτως το ΜΝ ὑψος προς
9999966 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999966 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999966 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999966 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999966 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999966 τυπτουσι
ἠ ἐνεργειᾳ : ἐνεργειᾳ μεν , ὡς Αἰασι Αἰασιν , τυπτουσι τυπτουσιν , λεγουσι λεγουσιν , δυναμει δε , οἱον
, ὡς ἐπι ἐνεστωτος παρατατικου μελλοντος και ἀοριστου δευτερου . τυπτουσι : ἐνεστωτων και μελλοντων ὁμοφωνον ἐστι το τριτον προσωπον
9999966 Ἀλεξανδρινου
ῥιζης του ἀγριου σικυου καπνιζομενης , ἠ σιλουρου , μαλιστα Ἀλεξανδρινου , θυμιωμενου μαλακῃ πυρᾳ . ἑνος δε ἀναιρεθεντος μυρμηκος
ϲαρκων # ι : ϲκευαζε , ὡϲ προειρηται . Νιτρου Ἀλεξανδρινου πυρρου # ε , ἁλων κοινων πεφρυγμενων # α
9999966 ὀγδοηκοντα
Μακερινον , Ἠλειοι δ ' ἠγαγον ὀλυμπιαδα ἑκτην προς ταις ὀγδοηκοντα , καθ ' ἡν ἐνικα σταδιον Θεοπομπος Θετταλος .
παν πλατος ὁλοσχερεστερον μοιρων μεν οθʹ γʹʹ ιβʹʹ ἠ ὁλων ὀγδοηκοντα , σταδιων δε τετρακισμυριων . Την μεντοι μεταξυ διαστασιν
9999966 λευκοτερα
ἐπι βουβωσιν οὐ πυῤῥοτερα τα οὐρα ἐστιν , ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον
κρομμυον και σκιλλα και οἰνος , εἰς ὁσον ἀν ᾐ λευκοτερα , ἡττον ἐστι θερμα : τα δ ' ὑποξανθα
9999966 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999966 ἑβδομος
ἐγω δε συν ἐμαυτῳ ἀλλους ἑξ , ὡστε ἐστιν αὐτος ἑβδομος , ἀντιστατας τοις πολεμιοις ποιησομαι ταις ἑπτα πυλαις και
ἑνδεκατος , οὐ κακος . νϚʹ Ἀρεως ὀγδοος , Ἑρμου ἑβδομος , λυπηρος σκληρος . νζʹ Κρονου ιθʹ , χαλεπωτατος
9999966 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999965 κορακας
πονηρα βουλευματα και μαντευματα , μη που θεος ὑμας ἐς κορακας βαλλῃ δια το τῃ πατριδι ἐπαρασθαι και λογους κιβδηλους
ἀπηρτισμενως . ἐπιρρημα χρονικον . ὁλοτελως σεαυτον ] ἀπολεις ἐς κορακας ] ἀττικον : ἠγουν ἀπελθῃς νη τους θεους ]
9999965 λοχου
γιγνεται . χρη οὐν τον λοχαγον , ἁτε πρωτον του λοχου ταττομενον , τον κρατιστον ἐπιλεγεσθαι : ὁ δε αὐτος
λοχαγον κατ ' ἀρετην διαφερειν , τον δε του τεταρτου λοχου λοχαγον δευτερευειν τῃ δυναμει , τον δε του τριτου
9999965 Ὀλυμπον
το ὑδωρ και ὁ ποταμος ὁ Συςτων δε περι τον Ὀλυμπον χειμαρρων και ὁ Συς ἐστι , τοτε οὐν οὑτος
προσεφη Τελαμωνιον υἱον : Αἰαν ἐπει τις νωϊ θεων οἱ Ὀλυμπον ἐχουσι μαντεϊ εἰδομενος κελεται παρα νηυσι μαχεσθαι , οὐδ
9999965 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999965 ἑνικως
. . . ἀφυη : ἰχθυδιον μικρον : εἰρηται δε ἑνικως σπανιως . Ἀριστοφανης : † οὐποτ ' ἀφυας εἰδον
συμφερον . Ἀντρωνας ] πολις Εὐβοιας πληθυντικως λεγομενη . Ὁμηρος ἑνικως ἀγχιαλον τ ' Ἀντρωνα ἰδε Πτελεον λεχεποιην . εἰσι
9999965 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999965 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999965 κεκρυμμενην
' Ἱπποδαμειαν , Οἰνομαον κτανων , ἐν παρθενωσι τοισι σοις κεκρυμμενην . ὠ φιλτατ ' , οὐδεν ἀλλο , φιλτατος
δε οὐδε οὑτος ἀπο τροπου σοι ὁ λογος , ὁς κεκρυμμενην εἰχεν ἐν ἑαυτῳ την ἀληθεστεραν γνωσιν . εἰτα ἐρεις
9999965 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999965 παρεκαλεσεν
και ἐβασανισεν αὐτος ἐφ ' ἑαυτου , ἡμας δε οὐ παρεκαλεσεν , ὀμωμοκως κοινῃ ζητησειν και πραξειν μετ ' ἐμου
δυναμενοι . γυνη πρεσβυτις τους ὀφθαλμους νοσουσα ἰατρον ἐπι μισθῳ παρεκαλεσεν . ὁ δε εἰσιων , ὁποτε αὐτην ἐχρισε ,
9999965 Ἀπολλοφανης
τι οὐ ποιησει , εἰπειν φασιν αὐτον ὁτι ἠν αὐτῳ Ἀπολλοφανης ὁ Πυδναιος ξενος και φιλος , ἐπειδη δε δολοφονηθεις
δε . Ἀρτεμιδωρος δ ' ὁ Ἀριστοφανειος ποτηριον ποιον . Ἀπολλοφανης δε Κρησι : και λεπαστα μ ' ἁδυοινος εὐφρανει
9999965 ἀποφατικως
ἑν τι καθ ' ἑνος κατη - γορων καταφατικως ἠ ἀποφατικως και δια τουτο λεγομενος κατηγορικος , ἠ ὁ σχεσιν
την ἐπιφανειαν ἀρχης ἐπεχει λογον : διο το μεν σημειον ἀποφατικως μονως ἐδιδαξεν , την δε γραμμην και ἀποφατικως και
9999965 ἀκαθαρσιας
και ἐποιησεν ὀψιν ζοφεραν και παντοιων θηριων ἀγριωτεραν και πασης ἀκαθαρσιας ἀκαθαρσιωτεραν : και ἐπεδειξεν τῳ Ἁβρααμ κεφαλας δρακοντων πυρινους
φιλαργυριας , ὁρκου ψευδους , ὀργης και πασης ἀσελγειας και ἀκαθαρσιας και παντα ὁσα ἀν μη βουληται ἀνθρωπος ἑαυτῳ γινεσθαι
9999965 Μιλησιου
] ἀγοραν φησιν εἰναι ἐν Πειραιει καλουμενην Ἱπποδαμειαν ἀπο Ἱπποδαμου Μιλησιου ἀρχιτεκτονος του οἰκοδομησαμενου τοις Ἀθηναιοις τον Πειραια . .
. . : Ἡροδοτος ἐν τηι δευτεραι πολλα Ἑκαταιου του Μιλησιου κατα λεξιν μετηνεγκεν ἐκ της Περιηγησεως βραχεα παραποιησας .
9999965 βελτιστων
τα της ψυχης , διατηρουσαν την ὑγειαν και την των βελτιστων ἐπιτηδευματων ἐπιθυμιαν . φανερον δε εἰναι και δια της
και μετασχων τουτου του μαθηματος οὐκ ἀν ποτε ἀποσταιη των βελτιστων , οὐδε τουτων ἀμελησας αἰσχρον τι και φαυλον προελοιτ
9999965 κοσμουσι
ὑμων τους Ἀθηναιους ἀνενεγκοντες , οὑς αἱ μεν ἀλλαι συγγραφαι κοσμουσι σχεδον ὡς εἰπειν ἁπασαι , μονη δε ἡ κωμῳδια
λυμαινεται πονων ἀτελειαν ἐχουσα , ἀλλα μαλλον τας τεχνας αὑται κοσμουσι προθυμοτερους ποιουσαι τους μετιοντας , ὡσπερ τους μακραν πορευομενους
9999965 νυκτερινην
εἰσβολην της θαλασσης γινονται βιαι κατα τας νεομηνιας ὑπο την νυκτερινην μαλιστα πλημην , ὡστε ἀρχομενης ἠδη της εἰσαγωγης ,
ἐκβαλλω την νυκτερινην θεαν : το φαντασμα : ἀποτροπιαζομαι την νυκτερινην φαντασιαν και την θεαν του ὀνειρου : † ἡντινα
9999965 συνδρομην
ἐξ ἀντιθεσεως εὑρισκομενῳ ῥητῳ τῃ διανοιᾳ . οἱον , κατα συνδρομην πρωτον φημι και αὐτος . ἀλλ ' ἀν μη
προτερον συνεμαχοντο . ταυτης το μεν προτερον μερος ἐλυσε κατα συνδρομην μεν , ὡς και αὐτος ὁμολογει το αἰσχρον ,
9999965 νοσουσι
χωριον του Ἀγριππα ἐνεγκαι ὀλιγα συκα , ἱνα διδωμεν τοις νοσουσι του λαου ; Και ἀπελθων ἠνεγκον αὐτα , και
. γινονται δε τινες θηριωδεις και δια νοσον εἰ μανιαν νοσουσι και μαινονται και δια πηρωσιν . εἰσι γαρ τινες
9999965 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999965 γενοιτο
δευτερου κεφαλαιου . τριτον κεφαλαιον : ζητεισθω πως ἑν πλεγμα γενοιτο ὑπο τουτων , εἰ γε οἱ εἰς του γραμματικου
εἰναι δοξει . Ἀπαγε , ὠ Σολων , ὑμιν ταυτα γενοιτο τα ὠφελιμα και τερπνα , ἐμε δε εἰ τις
9999965 σπουδαιος
κατηγορειται ἡ ποιοτης ὡς ἀρετη και σπουδαιος : ὁ γαρ σπουδαιος οὐχ ὡς ἀπο της σπουδης : ἡ γαρ σπουδη
ὁ σπουδαιος ἀλλ ' οὐχ ὡς ὁ Σαρδαναπαλος , ὁ σπουδαιος ἀρα ἑαυτῳ βουλεται τα ἀγαθα και τα ὀντως ἀγαθα

Back