ἐξεβαλεν . . οἰκαδε την πειραν ἐν τῃ ῥινι της ὀσμης λαβων . βυβλιδιου κολλημα συ δ ' ἀλλα πιθι
δοξετε εἰναι . ἀντι του εἰπειν ⌈ δε Γ ” ὀσμης ⌈ ὀζησει ” “ δεξιοτητος ” εἰπεν ὡς προς
9999966 ἀριθμητικης
και ἡ ἐπαγωγικη πιστις ἀπο των μαθηματων , γεωμετριας ἀστρολογιας ἀριθμητικης . ἀλλα τις ἀναγκη τοιαυτην εἰναι ἐπιστημην , ἡτις
ἑξεις αἱ περι αὐτα , ὡς ἐπι γεωμετριας ἐχει και ἀριθμητικης . ἐπει γαρ ἑτερον ἀριθμος και ἑτερον μεγεθος ,
9999965 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999964 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999964 ἐξαιρετου
προθετικους ἐκαλουν συνδεσμους τας προθεσεις , ἀμεινον ἡγησαμενοι ἀπο της ἐξαιρετου συν - ταξεως την ὀνομασιαν θεσθαι ἠπερ ἀπο της
ἑκαστα και πραπιδων πλουτον και τα ἐοικοτα ἐμφαντικα μαλιστα της ἐξαιρετου και ἀκριβεστερας παρα τους ἀλλους διοργανωσεως ἠν ἐν τε
9999964 ἀπεδειχθησαν
πολλοι προς την κληρουχιαν Ἑλληνες ἀπηντησαν : τελος δε οἰκητορες ἀπεδειχθησαν εἰς μεν την Συρακοσιαν την * ἀδιαιρετον τετρακισμυριοι ,
γαρ τοις ὑμνοις και φορμιγγες , δι ' οὑς και ἀπεδειχθησαν : ἠ οἱ ἀνασσομενοι ὑπο φορμιγγων ὑμνοι : προτερον
9999964 Αἰγυπτιου
δε μεθ ' ὑδρομελιτος εἰς νυκτα , κυαμου το μεγεθος Αἰγυπτιου . ὁμοιως και προς τους ἐμπνευματουμενους στομαχους ἠ στροφουμενους
οἰνῳ γλυκει , ἠ κλυζειν αὐτον ἐν τουτοισι : νιτρου Αἰγυπτιου ὁκοσον ἀστραγαλον ὀϊος , τουτο τριψαι λειον , και
9999964 Αἰγυπτιοις
Ζευς παντος του αἰσθητου κοσμου δημιουργος , οὑτος παρ ' Αἰγυπτιοις Ἀμμων καλειται ἀπο του ἀφανους εἰς το ἐμφανες παντα
Ὠριωνος ἐπιτελλει . Ἱππαρχῳ ἐτησιαι ἀρχονται πνειν . κεʹ . Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ ἀργεστης και καυμα . κϚʹ . ὡρων
9999962 ἀριθμητικην
δ ' ἐν αὑτῃ τας ἀναλογιας πασας , την τε ἀριθμητικην και την ἁρμονικην και την γεωμετρικην , και προσετι
μοναδων κατα γεωμετριαν τους λογους ἐκτιθεμενοις , πη δε κατα ἀριθμητικην τριακονταπεντε † τελων τα † των ἀριθμων συμβολον καταδειχθησεται
9999962 ἀπεδοσαν
δε ζωντας ἐλαβον . τροπαιον δε στησαντες τους νεκρους ὑποσπονδους ἀπεδοσαν . Ἀπεθανε δε και Σιταλκης Ὀδρυσων βασιλευς ὑπο τας
παθωσι , και πεμψαντες πρεσβεις τον τε δασμον ὁν ὠφειλον ἀπεδοσαν και τας μετα βασιλεως συνθηκας ἀνενεωσαντο . βασιλευς δε
9999962 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999962 τριπλασιοι
τριαδων και ἑξης ἀκολουθως . ἐκ δε των πλασθεντων διπλασιων τριπλασιοι , πρωτοι παλιν ἐκ πρωτων και συνεχεις ἐκ συνεχων
το βαθος και την ὑποτεινουσαν . ἐκ μεν γαρ διπλασιων τριπλασιοι τε και ἡμιολιοι φυσονται , ἐκ δε τριπλασιων τετραπλασιοι
9999962 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999962 Λακωνικης
παρα τοις Ἑλλησιν ἐγενετο προειπων περι Κυθηρων της νησου της Λακωνικης . καταμαθων γαρ την φυσιν αὐτης , “ εἰθε
. το ἐθνικον τουτων Χερρονησιος . Χην , πολις της Λακωνικης . ὁ πολιτης Χηνιευς : οὑτω γαρ Μυσων των
9999962 Καλλιμαχος
] παρα την αὐτην ὠνομασθαι την ἠπειρον , καθαπερ και Καλλιμαχος [ . ] , Ζηνοδοτος δε ἐξ αὐτου .
τετυκται . ἐν δε συνδεσμοις ? ? [ , ὡς Καλλιμαχος : Μασσαγεται ] ? ? ? ? [ και
9999962 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999961 τετραπλασιοι
, παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι , και τουτο μεχρις ἀει
οἱ ἐπι πλατος εἰεν τριπλασιοι , παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι
9999961 δοκουσης
ὁ παραφραστης της ἐναντιας ἐγενετο δοξης της και τῳ Ἀριστοτελει δοκουσης . τουτοις οὐν τοις δυο , τῳ τε Μαξιμῳ
των ἀπολογουμενων , το ἀξιοπιστον της κατηγοριας ἐκ της παλαι δοκουσης φιλιας προειληφοτες , οὐδε τουτο λογιζομενοι , ὁτι πολλαι
9999961 τμητικης
ταξιν , θερμοτητα δ ' οὐδεμιαν ἐπιφανη κεκτηται . Μυρικη τμητικης ἐστι και ῥυπτικης δυναμεως ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανως :
, ἐχει δε τι και διαφορητικον . ὁ δε καρπος τμητικης μετεχει δυναμεως . Παπυρος καυθεισα φαρμακον γινεται ξηραντικον ὡς
9999961 Περιπατητικοι
στασιν των Στωικων περι του τοπου λεγεται : οἱ δε Περιπατητικοι φασιν εἰναι τοπον το περας του περιεχοντος , καθο
του Ἀριστοτελους Περιπατητικοι ἐκ Λυκειου , οἱ δε του Ξενοκρατους Περιπατητικοι ἐξ Ἀκαδημιας . ὑστερον δε οἱ μεν του Ἀριστοτελους
9999961 κινδυνευων
αἱρειται γαρ τις ἡδεσθαι ὀψοφαγων και ἀφροδισιαζων ἠπερ τραυματιζομενος και κινδυνευων κατα πολεμον και πολεμιοις μαχομενος . Εἰπων περι τινα
ὡδε . ” Τινα ἐκτεινεν ὡς τυραννος ἀκριτον ὁ νυν κινδυνευων ἀκριτως ; τινα δ ' ἐξεβαλε της πολεως ;
9999961 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999961 ἐξανδραποδισασθαι
και ταυτα προς τοις βωμοις , παιδας δε και γυναικας ἐξανδραποδισασθαι περα , εἰ βουλει , Γαδειρων , τα δε
ἀλλο στρατοπεδον , οὐκ ἐδικαιου ἐντυχων ἀπεστεωσι Ποτειδαιητῃσι μη οὐκ ἐξανδραποδισασθαι σφεας . Οἱ γαρ Ποτειδαιηται , ὡς βασιλευς παρεξεληλακεε
9999961 ταραχωδης
ξυν ὀδυνῃ : οὐκ ἐκοιματο : παρεκρουσε παντα : κοιλιη ταραχωδης : οὐρα λεπτα , οὐκ εὐχροα . Πεμπτῃ ,
ἐθνη . τολμητιας τε γαρ ἠν ἐς τα μαλιστα και ταραχωδης και περα του ἀναγκαιου το φιλοκινδυνον κεκτημενος . ἡνικα
9999961 ἀκριτως
' οὑ κριτηριον ὁ ἀνθρωπος ἐστιν ; οὐ γαρ δη ἀκριτως τουτο λεγοντες πιστευθησονται . ἀλλ ' εἰ μεν ὑπ
την ἀγοραν ὠνια διοικουντες ἀρχοντες . . θελει εἰπειν ὁτι ἀκριτως παντα ποιειτε και ὡς ἐτυχεν . . ποιος φησιν
9999961 ναρδον
ἑτεροι σελινον ἠ καστοριον ἠ δαυκον Κρητικον ἠ ἀσαρον ἠ ναρδον Κελτικην , ἑκαστον ἰδιᾳ ἠ ὁμου , παρακελευονται συν
ἀριστολοχειαν και την ἰριν , ἐπι δε ταυταις και την ναρδον χαλβανης τε δη ῥιζας και πυρεθρον ξηρον , δαυκον
9999960 παραλαμβανεϲθω
κηρον μελι : ἀναλυεται δε ῥοδινῳ και ποιει παραδοξωϲ . παραλαμβανεϲθω δε και πυρια δια ϲπογγων . φλεγμονηϲ δε ποτε
ἡπατοϲ του δακοντοϲ κυνοϲ ἐδοϲαν φαγειν . διαιτα δε τοιαυτη παραλαμβανεϲθω , ἡτιϲ ὁμου μεν ἀμβλυνει και ϲβεννυει την του
9999960 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999960 αἰσθητικου
δε ἐνυπνιον φαντασμα τι φαινεται εἰναι , φανερον ὁτι του αἰσθητικου μεν ἐστι το ἐνυπνιαζειν , τουτου δ ' ᾑ
ἠ τουδε , ἀλλα της ὁλης : εἰτα την του αἰσθητικου φυσιν οὐκετι τῳ σωματι συμπεφυρμενην , ἐποχουμενην δε :
9999960 κολπου
προρρηθεντος Ἀραβιου πορθμου . Μετα δε τα στενα του Ἀραβιου κολπου ἐκδεχεται ἡ Ἐρυθρα θαλασσα , ἡν περιπλεοντι και την
ἀρα μειζον , ὁ λαθρα ἰατο , το δε του κολπου τινα ἀν τροπον κατασταιη διεσκοπουντο : και ἐδοκει αὐτοις
9999960 Καλλιππος
ναυν τους ναυτας . ἐπει δε πληρης ἠν , ἀναβαινει Καλλιππος ὁ Φιλωνος ὁ Αἰξωνευς , και φραζει προς τον
δε ἐστιν ἁπασι . και γαρ οὐδε εἱς ἐστιν ὁ Καλλιππος οὑτος , ἀλλα και των οἰκετων ἑκαστος , πολλοι
9999960 ἀπαρτιζει
οὐ παντως και καταμετρει : το γαρ μετρουν οὐ παντως ἀπαρτιζει . του ἀρα μετρουντος εἰδη δυο το τε μετρουν
. ἐαν δε ἐν ὁσῳ ἡ Σεληνη τον ἰδιον κυκλον ἀπαρτιζει ὁ Ἡλιος μεταβῃ εἰς ἑτερον ζῳδιον θηλυκον Ἀφροδιτης συν
9999960 ἀπαγορευων
ἐς τον ὁμοιον τῳ βασιλει λογον οἰομενου τε , ὡς ἀπαγορευων προς τα δεσμα ψευσεται τι κατα των ἀνδρων „
ἠ προσπορευησθε τῳ θυσιαστηριῳ ” . ταυτα δ ' οὐκ ἀπαγορευων μαλλον ἠ γνωμην ἀποφαινομενος διεξερχεται : τῳ μεν γε
9999960 διετριβεν
τους στρατιωτας πολυ της πολεως , ἐν ᾑ καθηστο και διετριβεν , ἀπεχοντας . ἐδεδιει γαρ , οἰμαι , μη
αὐτῃ : παρεδιδου δε και τα Ἀλινδα , ἐν ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης
9999960 ναυμαχιαν
τις : ἀττα γαρ ὁ Φαλαρις ἠνωχλει τοις Ἀκραγαντινοις . ναυμαχιαν γαρ τοσαυτην και τυραννου ὠμοτητα οὐχι τῳ ἀττα ὀνοματι
προς ἱστοριας τελος εἰδεναι και γιγνωσκειν ὁτι την ἐν Σαλαμινι ναυμαχιαν ἐνικων οἱ Ἑλληνες κυνος ἐπιτελλοντος ; τι δ '
9999960 θαυμαζων
ζηλωτης γεγονεναι των Πυθαγορικων : ἀλλα και αὐτου Πυθαγορου μεμνηται θαυμαζων αὐτον ἐν τωι ὁμωνυμωι συγγραμματι . παντα δε δοκειν
ἐθελει εἰναι . , . . βουλομενῳ ὁ δε ἐφη θαυμαζων , ἐθελησεις τι μοι μαντευσασθαι ; πανυ γε ,
9999960 ἀπαλλασσοντο
Ἀνδρον , τραπομενοι ἐς Καρυστον και δηιωσαντες αὐτων την χωρην ἀπαλλασσοντο ἐς Σαλαμινα . Πρωτα μεν νυν τοισι θεοισι ἐξειλον
γαρ των προτερων και ἠν και ἐδοκεε εἰναι , συγγραψαμενοι ἀπαλλασσοντο ἐς τας Ἀθηνας . Ὡς δε ἀπελθοντες οἱ θεοπροποι
9999960 ἐουσης
, και καλεονται οἱ τοιουτοι ἠλιθιοι : ἁτε γαρ βραδειης ἐουσης της περιοδου , κατα βραχυ τι προσπιπτουσιν αἱ αἰσθησιες
και νεου ἐοντος και γεροντος , και της ὡρης ψυχρης ἐουσης και θερμης , και τεκμηρια παρεξω , και ἀναγκας
9999960 ἀπεδιδοσαν
' ἀποριαι κατα τας συμφωνιας των φαινομενων ἠ νοουμενων ἁς ἀπεδιδοσαν ἠσαν κατα δεκα τροπους , καθ ' οὑς τα
τον δεοντα χρονον ἀπαιτων τον δασμον : ὁσοι δε μη ἀπεδιδοσαν ἐκακουντο τας χωρας . ἐρχεται δε εἰς Τροιαν καθ
9999960 ἐναυμαχησαν
. και τελος ἐκπλευσαντες εἰς Ὠρωπον ἀπαρασκευοι προς τους Πελοποννησιους ἐναυμαχησαν : κακως δε και την μαχην ἐνστησαμενοι και τον
και τριακοντα ἐπι τας των Ἀθηναιων δυο και τριακοντα ἀναγαγομενων ἐναυμαχησαν : και καρτερας γενομενης ναυμαχιας οὐκ ἐλασσον ἐχοντες ἐν
9999960 κλινης
δη τινων φιλων , εἰσελθοντα δε παρακαθεζεσθαι μοι ἐπι της κλινης οὑτωσι κατακειμενῳ . φαναι οὐν προς αὐτον ὁτι ἀσιτοιην
; Σχολαστικος μετα του πατρος καθευδων , ἀνισταμενος ἐπι της κλινης νυκτος ἐτρωγε σταφυλας ὑπερανω κρεμαμενας . του δε πατρος
9999959 ἐνεμοντο
τε Σπαρτην τε πολυτρηρωνα τε Μεσσην , Βρυσειας τ ' ἐνεμοντο και Αὐγειας ἐρατεινας , οἱ τ ' ἀρ '
τους Ἀγαμεμνονος ὑπηκοους καταλεγων το ἐπος ἐποιησεν Ὀρνειας τ ' ἐνεμοντο Ἀραιθυρεην τ ' ἐρατεινην . ταφους δε των Ἀραντος
9999959 ὑπαγορευει
σχηματος ἐστι τον λογον παραδεξασθαι , ἐπει παραθεσιν των λεξεων ὑπαγορευει , καθως προκειται . Ῥητεον οὐν , ὡς ὁτε
ἐχει πρεσβειον , και ἁμα ἡ θεσις των χωριων ἀρχην ὑπαγορευει φυσικην , ἐντευθεν ἀρκτεον . Εἰρηται δ ' ὁτι
9999959 πινετωσαν
κατα τον ὑποδεδειγμενον τροπον . οἱ δε λοιποι μεχρι πληρωσεως πινετωσαν : ἐπι δε των καταξηρων και μεμυκοτων τῃ σαρκι
ἐγχρονιζετωσαν ἐν αὐτῃ . μετα δε το λουτρον εὐθυς μη πινετωσαν οἰνον πλην εὐκρατον . και οὑτως ἐσθιετωσαν , ὡς
9999959 διεκωλυσαν
και Τυρρηνων θαλαττοκρατουντων και πεμπειν εἰς αὐτην ἀποικιαν ἐπιβαλλομενων , διεκωλυσαν αὐτους Καρχηδονιοι , ἁμα μεν εὐλαβουμενοι μη δια την
ἐξαπιναιως προσπεσοι : ὑδωρ δ ' ἐπιγενομενον πολυ και βρονται διεκωλυσαν την ἀναγωγην . ἐπει δε ἀνεσχεν , ἁμα τῃ
9999959 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999959 ἐθελησει
ἰδων τον βασιλεα θρηνουντα οὐ μαλλον τοτε ἠ πρωην θρηνειν ἐθελησει ; . ἐπωνυμῳ ] τουτο φησιν , ὁτι ταχεως
' ἑστιας , ὁποι ποτ ' ἀν ἀφικῃ , κοινωνειν ἐθελησει σοι των εὐσεβων και δικαιων οὐθεις , αὐτοις τ
9999959 ὠφελεια
ἐργαζεσθαι και καταμηχανασθαι , ἐξ ὡν αὐτοις οὐδ ' ἡτισουν ὠφελεια ἀν γιγνοιτο . Εἰ οὐν μητε σωματικαις αἰτιαις ἀναθησομεν
ἀν ἀπατηθειη . . ὠ κοινον ὠφελημα ] ὠ κοινη ὠφελεια γεγονως ὁλου του γενους των ἀνθρωπων , ἀθλιε Προμηθευ
9999959 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999959 ἐβασιλευσεν
τροφου αὐτου υἱοι τεσσαρες ἐπιβουλευσαντες ἀπωλεσαν , ὡν ὁ πρεσβυτερος ἐβασιλευσεν ἐτη δωδεκα . Μεθ ' οὑς Ἀσταρτος ὁ Δελαιασταρτου
ἐσχεν ἀφελομενος Θυμοιτην τον Ὀξυντου : Θυμοιτης γαρ Θησειδων ἐσχατος ἐβασιλευσεν Ἀθηναιων . τα μεν οὐν Κρεσφοντου και των Ἀριστοδημου
9999959 συνδρομης
ἡρωικως δε μαχομενος και πολλοις τραυμασι περιπεσων ἐτελευτησε , τοτε συνδρομης γενομενης περι του πτωματος νεκρων πληθος ἐσωρευθη . ἀναρχιας
συμπτωματων εἰδως , πολλακις ἀνομοιου δοκουσης εἰναι τοις πολλοις της συνδρομης , τοις αὐτοις χρησεται , οἱον ὀπισθοτονικοι τινες λεγονται
9999959 εὐπορως
, ἀφ ' ἡς προς τουτο το γενος των λογων εὐπορως ἑξομεν ; οἰμαι δε και δια τουτ ' ἀξιον
. ὁμως δε δουναι σοι κελευσον σαργανας αὐτην : ταριχους εὐπορως γαρ τυγχανει ἐχουσα και συνεστι σαπερδαις δυσιν , και
9999959 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999959 ἀναθημα
σφισιν ἐφασαν οἱ Μαντινεις , και τουδε ἑνεκα τροπαιον ἐποιησαντο ἀναθημα τῳ Ποσειδωνι . πολεμῳ δε και ἀνθρωπων φονοις παρειναι
' ἀνθεντων δημοσιᾳ Σαμιων : τουτο μεν δη τους το ἀναθημα ἀναθεντας μηνυει , το δ ' ἐφεξης ἐς αὐτον
9999959 κυστεως
κατα μεγεθος ἐξαλλασσεσθαι . ταις μεν γαρ νηπιαις μικροτερα της κυστεως ἐστιν , ταις δε ἐν ἀκμῃ παρθενοις ἰση τῃ
του Κρονου κυριος ἐστιν ἀκοων τε δεξιων και σπληνος και κυστεως και φλεγματος και ὀστεων , ὁ δε του Διος
9999959 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999959 τραπεζης
μετεμορφωθη εἰς λυκον δια το τῳ Διι παραθειναι ἐπι της τραπεζης κρεα ἀνθρωπινα παρ ' αὐτῳ ξενουμενῳ . Ἀργος ὁ
τηι Ἰλιωι πενθος ὀρθωνυμον ἀτιμως ἐν ὑστερωι χρονωι ἑνεκα της τραπεζης , ἐν ἡι συνειστιαθη Παρις μετα του Μενελαου και
9999959 ἐντυγχανει
δε ἐπι την θηραν του Καλυδωνιου καπρου ἐλθων , Εὐρυτῳ ἐντυγχανει και κτεινει τουτον ἀκων . Παλιν οὐν ὁ Πηλευς
ὑποστρεφῃ , ἐπι τα ὑψηλοτερα του κοσμου ἀνατρεχων ἀει κυκλοις ἐντυγχανει μειζονα του χειμερινου τμηματα ὑπερ γης ἐχουσι : και
9999959 δριμειαι
. αἱ δε ῥιζαι των λαχανωδων φυτων κακοχυμοι μεν ὁσαι δριμειαι , καθαπερ ἡ των κρομμυων και πρασων και σκοροδων
και προς τας ἐκκρισεις εὐ ἐχουσιν . σαλπαι αἱ πελαγιαι δριμειαι , εὐστομοι , δυσφθαρτοι , δυσδιαχωρητοι , τροφωδεις ,
9999959 δουσης
ἐν καλῳ παρατυχον σφισι ξυμβαλειν : τοις Ἀργειοις της τυχης δουσης ἐπι συμφεροντι συμβαλειν . αὐτων : των Ἀργειων .
και το σωμα αὐτῃ , ὡς οὐδεν ἀν παθουσης , δουσης δε ἑτερῳ , ὁτι μη θεμις φθονον ἐν τοις
9999959 συνεμαχουν
δισμυριων , ἱππεις δε περι δισχιλιους : τοις δε Τεγεαταις συνεμαχουν οἱ πλειστοι και κρατιστοι των Ἀρκαδων και Ἀχαιοι και
εὐρυαγυια Μυκηνη : ἡ διπλη ὁτι τουτων των πολεων ἑνεκα συνεμαχουν τοις Ἑλλησιν , οὐ δια το ἀποκεκρισθαι ὑπο Ἀλεξανδρου
9999959 Φιλιππους
και καλουσιν ἑκατονταφυλλα : πλειστα δε τα τοιαυτα ἐστι περι Φιλιππους : οὑτοι γαρ λαμβανοντες ἐκ του Παγγαιου φυτευουσιν :
της ὀρειου χιλιους και πεντακοσιους σταδιους , μεχρι πολιν ὑπερβαντες Φιλιππους τα στενα Κορπιλων και Σαπαιων , της Ῥασκουπολιδος ὀντα
9999959 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999958 Ἀνδρου
Τριτωνων και ὀρχουνται . πλει και Διονυσος ἐπι κωμον της Ἀνδρου και καθωρμισται μεν ἡ ναυς ἠδη , Σατυρους δε
ταυτης πελαγους ἰθυναντες τα ἱστια , τα παρα ποδας της Ἀνδρου μετα τινος σφοδροτατου ῥοιζηματος κατελαβομεν . οὐ γαρ ἐποιουμεθα
9999958 ῥωμης
ὁσον ὁ καλαμος διειργει . και ἐκ τουτου περιγινονται της ῥωμης των ὑδρων οἱ βατραχοι τῃ σοφιᾳ . Και ἐκεινο
ἀσθενειας και ξυμφορων ἡ ὑμετερα ἐπιστημη κρεισσων ἐστιν ἑτερας εὐτυχουσης ῥωμης . τους τε Ἀθηναιους ὑμων παλιν αὐ και ταδε
9999958 τελευτησασης
. Ἀθαμας δε ἐκ Νεφελης Ἑλλην και Φρυξον ἐγεννησε . τελευτησασης δε της Νεφελης ἠγαγετο γυναικα Ἰνω , ἡτις Ἑλλῃ
ὡς ἰδιον ἐτρεφε , της Κριθηιδος μετα την κυησιν εὐθεως τελευτησασης . χρονου δε οὐ πολλου διελθοντος και αὐτος ἐτελευτησε
9999958 Αἰγυπτιακοις
τας προκειμενας , ὡστε ἐν ὁλοις πρωτοις νυχθημεροις τ προς Αἰγυπτιακοις ἐτεσι ιθ τας προς τον ἐκκεντρον ἀποκαταστασεις ποιεισθαι υϘ
Οὐλπιανος ἡμας διδασκειν δικαιος . Λυκεας δ ' ἐν τοις Αἰγυπτιακοις προκρινων τα Αἰγυπτιακα δειπνα των Περσικων Αἰγυπτιων ἐπιστρατευσαντων ,
9999958 Μαρδονιος
δε συμπαντων Παυσανιας , ἐπιτροπος ὠν του Λεωνιδου παιδος . Μαρδονιος δε πυθομενος την των πολεμιων δυναμιν προαγειν ἐπι Βοιωτιας
δε οὐ ποιευμενων το λεγειν , αὐτος [ τε ] Μαρδονιος ἐλεγε : Ἐπει τοινυν ὑμεις ἠ ἰστε οὐδεν ἠ
9999958 κολακεια
δε ἡ ἀκροπολις ἐν βραχει κλαγγηδον προκαθιζοντων και πανταχου πηρα κολακεια , πωγων ἀναισχυντια , βακτηρια λιχνεια , συλλογισμος φιλαργυρια
της ῥητορικης ὁρου . ἐστι γαρ ὁλος : ῥητορικη ἐστι κολακεια , πολιτικης μοριου εἰδωλον , ἀντιστροφον ὀψοποιιας ἐν ψυχῃ
9999958 προσηγορευσε
δε τῳ Ἀχαιῳ και Ἐρατοσθενης ἐν Ἀντερινυι τους συας λαρινους προσηγορευσε μεταγαγων και αὐτος ἀπο των λαρινων βοων : οἱ
την Διογενους βακτηριαν συν και τω ποδε ἀριθμων οὑτος τριποδα προσηγορευσε , παντων τραπεζας καλουντων τας παραθεσεις ταυτας . ὁτι
9999958 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999958 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999958 συγγενεια
τοις πολεμιοις σχεδον , ἐξ οὑπερ γεγονεν ὁ πολεμος , συγγενεια ἀρχει μια δια τελους , ἡν ποτε κατεστησαν οἱ
γενησεται και νυν πανταχου γινεται : του , ὁση ἡ συγγενεια ἀνθρωπου προς παν το ἀνθρωπειον γενος : οὐ γαρ
9999958 τμητικην
ὁ και ψυχοτροφον , Ῥωμαϊστι δε βεττονικη , δυναμιν ἐχει τμητικην : πικρα γουν ἐστι και ὑποδριμυς . Κηκις ἡ
και διακρατειν εὐτονως τα ἀκρα . ὀσφραντα δε προσαγεσθω τα τμητικην ἐχοντα δυναμιν , και ἐν ταις ἀνεσεσι σικυαζεσθωσαν ἐνεργως
9999958 παιδικα
μεν αἱρει τους ὀρνιθοθηρας ᾑρημενη . περιαγουσι γουν αὐτην ὡς παιδικα ἠ και νη Δια περιαπτα ἐπι των ὠμων .
. ἀλλῳ τοξον ἐν ἡδονῃ , τῳ δε ἱππος τα παιδικα , ἐμοι δε βιβλια και λογοι . ἀλλ '
9999958 Ἡρακλης
τοις ἀπο Διος : Διονυσος μεν γαρ ἐχαιρε Σατυροις , Ἡρακλης δε Κερκωψιν . ἐστιν δ ' ὁτε και διερεθισθεις
και θυμῳ φερομενος τῃ χιονι ἐμπεσων καταδυομενος περιπταιων ἁλισκεται . Ἡρακλης πλευσας ἐπι Τροιαν αὐτος μεν ἀπεβη πεζομαχησων , τοις
9999958 ἀπολοιτο
ἀντι ἀγαθων και ὁπως αὐτος μεν ἐκκοπειη τους ὀφθαλμους και ἀπολοιτο , συνεκτριβειη δε τουτῳ και ὁ πορφυρογεννητος , οὐκ
τουτεστιν ὁ μη κεκορεσμενος : και νυ κεν ἐνθ ' ἀπολοιτο Ἀρης ἀτος πολεμοιο . ἐστι δε τοιουτον περι του
9999958 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999958 πεπονες
, κιναρα , και μαλλον ὁταν σκληροτερα γενηται , σικυοι πεπονες , μηλοπεπονες δ ' ἡττον . κολοκυνθη τουτων μεν
χυμον ψυχροι και ὑγροι ἱκανως τυγχανοντες και δυσπεπτοι . οἱ πεπονες δε ὡς πεπανσιν λαβοντες πολλῳ γ ' ἀμεινους :
9999958 ἀπαλλαξει
ἐστιν εἰναι αὐτον τινα των σων ἐκγονων ἠ ] ὀντως ἀπαλλαξει ] ἐλευθερωσει κακων ] των γενναν ] κατα την
ἐπι τας βασιλειους θυρας ἐλθοντες αἰτησωνται βασιλεα , ὁστις αὐτους ἀπαλλαξει της ἀνομιας . [ Παρα Περσαις ] ἐαν τινα
9999958 Καλλισθενης
β Περσικων δυο φησι γεγονεναι Ἑλλανικος , ὡσαυτως δε και Καλλισθενης , ἑνα μεν δραστηριον και γενναιον , ἀλλον δε
ἑνδεκα ἑως της φθορας των διανειμαμενων τα ἱερα χρηματα . Καλλισθενης δε την των Ἑλληνικων πραγματων ἱστοριαν γεγραφεν ἐν βυβλοις
9999958 Ἀντιγενης
. . Σηραγγιον Ἀρχιδαμιος πολεμος . Σκεψασθε δε και ὡς Ἀντιγενης πεποιηκεν οὑτοσι . γραψαμενος την μητερα ἡμων ἀξιοι λαβειν
. εἰς δε γελωτα τρεπομενου του πραγματος , ὁ μεν Ἀντιγενης ψυχαγωγουμενος ἐπι τῃ τερατειᾳ παρηγε τον Εὐνουν εἰς τα
9999958 συνετιθετο
. . ἐπραττετο ] οἱονει ἐπραγματευετο αὐτος ὁ Φιλιππος και συνετιθετο . . . ἐκ μεταβολης ] ἐν γαρ τῃ
δε ἐκεινου του ἐργου ἀντεδιδου την Ἑλλαδα αὐτοις και Ἀρταβαζῳ συνετιθετο ὀντι σατραπῃ βασιλεως ἐπι τοις προς θαλασσῃ ἐθνεσιν ,
9999957 εὐκινητοι
: ἀντι του οἱ καχεκται , δια τουτο ὀξεις και εὐκινητοι . οἱ γαρ χολωδες ἐχοντες το παρακειμενον βλαπτονται ὑπο
ἠ τουτο : ὁτι εὐκινητοι εἰσιν οἱ δακτυλοι και ὡς εὐκινητοι τῃ κινησει θαλπονται : ἠ ὁτι τα περατα των
9999957 χρυσειοι
ἀρ ' ὠμοισιν βαλετο ξιφος : ἐν δε οἱ ἡλοι χρυσειοι παμφαινον : ἀταρ περι κουλεον ἠεν ἀργυρεον . Ἀπελλης
ἀρ ' ὠμοισιν βαλετο ξιφος : ἐν δε οἱ ἡλοι χρυσειοι παμφαινον , ἀταρ περι κουλεον ἠεν ἀργυρεον χρυσεοισιν ἀορτηρεσσιν
9999957 Καρχηδονος
' ἑκαστον ἐθνος ἰδειν ἐθελοντα ἀπεφερεν ἡ γραφη πολλακις ἀπο Καρχηδονος ἐπι Ἰβηρας και ἐξ Ἰβηρων ἐπι Σικελιαν ἠ Μακεδονιαν
Ἡφαιστου χωραν , την καταντικρυ κειμενην της Φοινικης της τε Καρχηδονος , ἱνα λεγῃ την Λιβυφοινικων χωραν , μητερα δε
9999957 θαυμασαι
ἐπιγραμμα Ἐργων ὑπομνηματα εἰναι . Ταυτα ἐπιλεγομενῳ μοι μαλιστα ἐπηλθε θαυμασαι Πυρρου τολμαν τε , ἡν μαχομενος αὐτος [ τε
βωλος ἐστι ψηγματος συμπεπηγοτος και ἀπολαμποντος μεστη . διο και θαυμασαι τις ἀν την τε της χωρας φυσιν και την
9999957 δεσποταν
' ἀλλαλως ὁμοφροσυνα , οἰκεταν δε ποτι δεσποτας εὐνοια , δεσποταν δε ποτι θεραποντας καδεμονια : ἐν σωματι δε και
ἐξικεσθαι χαλκοπεδον θεων ἑδραν : ὁ τοι πτεροεις ἐρριψε Παγασος δεσποταν ἐθελοντ ' ἐς οὐρανου σταθμους ἐλθειν μεθ ' ὁμαγυριν
9999957 αἰσχυνθηναι
ἡν ἐποιησε δηπου μακραν το μη γραψαι μεν εὐθυς , αἰσχυνθηναι δε ὑστερον τῳ μη πριν ἐπεσταλκεναι . πασχομεν δε
δε των νυν ἀμφισβητηματα και τα αἰτια της ἀπεχθειας κἀν αἰσχυνθηναι μοι δοκει τις ἀν ἰδων . ἐστι γαρ ὁμοδουλων
9999957 ἀπεκτεινα
, τουτο ὡς ἐνην ἀριστα διεπραξαμην , και τον τυραννον ἀπεκτεινα ἑτερῳ φονῳ , οὐχ ἁπλως οὐδε πληγῃ μιᾳ ,
ἑκατερων διαγωνισαμενων ὑφ ' ἑνα καιρον και τοπον ἐγω πλειους ἀπεκτεινα . δηλον οὐν ὡς κατα την αὐτην περιστασιν ὁ
9999957 κοινωνια
: ἑξις καθ ' ἡν το ἐχον ἀγαθον λεγεται : κοινωνια νομων δικαια : διαθεσις , καθ ' ἡν το
μαλλον κοινωνουντα και φιλουντα , ἠ προς ὁν ἡττων ἡ κοινωνια και ἡ φιλια γινεται . πασαι δε κοινωνιαι ,
9999956 προφερομεθα
, οὐδε παρατεινεται τῃ διεξοδῳ της λεξεως δι ' ἡς προφερομεθα το ἀνθρωπος ἡ συνθεσις του νοηματος : και γαρ
παντες Ἑλληνες κοινῃ χρυσον και το μεν ὀνομα ὁμοιως παντες προφερομεθα , διχοστατουμεν δε περι την δοξαν τουτου , ὁ
9999956 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999956 ἐλλειψεως
τῃ ΒΖ : ὁπερ ἀτοπον . Της δοθεισης ὑπερβολης ἠ ἐλλειψεως τον ἀξονα εὑρειν . ἐστω ὑπερβολη ἠ ἐλλειψις ἡ
και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΒ ἐκβεβλησθω ἐπι τα Ε Ζ της ἐλλειψεως σημεια : ἡ ΕΖ ἀρα διαμετρος ἐστιν της ἐλλειψεως
9999956 ἁρμονικης
τοιουτον οἱον ἐν πρωτοις ὑπο της αἰσθησεως συνορασθαι των της ἁρμονικης πραγματειας μερων : το γαρ πως ἀπαιτουν ἀποδειξιν οὐκ
του μουσικου ἑξις . Τους μεν οὐν ἐμπροσθεν ἡμμενους της ἁρμονικης πραγματειας συμβεβηκεν ὡς ἀληθως ἁρμονικους εἰναι βουλεσθαι μονον ,
9999956 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999956 κατεψηφισαντο
ὁτι το μεν πρωτον ηὐδοκιμει Περικλης και οὐδεμιαν αἰσχραν δικην κατεψηφισαντο αὐτου Ἀθηναιοι , ἡνικα χειρους ἠσαν : ἐπειδη δε
ὡν δ ' ἐδοξαν καταψηφιζεσθαι δυοιν , οὐδε τουτων ἀδικειν κατεψηφισαντο , ἀλλ ' ὡσπερ παιδες διδασκαλον αὐτοις ἠξιωσαν ὑποχωρησαι
9999956 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999956 Ὑδροχοος
πλειονα δυναμιν ἐφεξει ὁ Λεων προς τον Σκορπιον και ὁ Ὑδροχοος προς τον Ταυρον . τα γαρ γειτνιωντα ἑαυτοις κατα
Ἐν δε τῃ ιζῃ Εὐκτημονι ζεφυρον ὡρα πνειν . Καλλιππῳ Ὑδροχοος μεσος ἀνατελλει : ζεφυρος πνει . Ἐν δε τῃ
9999956 κολακευει
γαρ και ἁλιπορφυρος και πυραυγης ἐξαλλαττουσα του κυανη εἰναι . κολακευει δε αὐτον ὁ Χειρων οἱον λεοντα πτωκας ἁρπαζειν και
κυνας προσελθειν και οὑτω θηρᾳ αὐτους . ὁτι τους κυνας κολακευει και πιεζουσα τῳ στοματι πνιγει . ὁτι ἐν σεληνῃ
9999956 θεραπευουσι
, ἱνα μητε φθειρ μητε ἀλλο μυσαρον μηδεν ἐγγινηται σφι θεραπευουσι τους θεους . Ἐσθητα δε φορεουσι οἱ ἱρεες λινεην
κυουσαν βουν , τεκουσαν δε ἀρα αὐτην οἱα δηπου λεχω θεραπευουσι . το δε ἀρτιγενες βρεφος καταθυουσιν ὑποδησαντες κοθορνους .

Back