] ις ? : ἐν βουλῃ δ ' ἐσσετ ' ὀνειαρ : [ ὁ πρεσβυς δ ' ἀναειρε καρη ]
ὀνειαρ : ὀνω ὀναρ , και πλεονασμῳ της ει διφθογγου ὀνειαρ . . . , : ὀξος : ἐπει τεμνει
9999932 σπουδαιαι
καλοκἀγαθια , τῳ ταυτης ἐρωτι κατατηκεται ; οὐχ ὁρατε ὡς σπουδαιαι μεν αὐτου αἱ ὀφρυες , ἀτρεμες δε το ὀμμα
ἑῳ ποιεισθαι : ἱνα πασης ἀνθρωπινης πραξεως αἱ ἁγιαι και σπουδαιαι προηγωνται , χορηγον ἐχουσαι την περι θεου μνημην .
9999931 Αἰσχυλον
, φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . . . ] προς τον Αἰσχυλον ὁ χορος ἀπο των αὐτου . ἐστι δε ἀρχη
καθαπτομενος . ποθεν ; μη μεν οὐν ἐμοιγε κατ ' Αἰσχυλον μητε παρασπιστης μητ ' ἐγγυς εἰη ὁστις μη φιλος
9999931 τεσσαρακοστην
κυουσαις το παθος ὡς ἐπι το πολυ , περι την τεσσαρακοστην ἡμεραν μετα την της κυησεως ἀρχην . Ἐστι δε
των σπαργανων αὐτο δει λυειν . ἐνιοι μεν οὐν περι τεσσαρακοστην ἡμεραν τουτο ποιουσιν , οἱ πολλοι δε περι την
9999930 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999930 πιστευει
ἁμα και ἐπεστρεψε τους ἀκουοντας και την πιστιν προκατελαβε : πιστευει γαρ ἑκαστος των ἀκουοντων ἐννοων , ὁτι οὐκ ἀν
τους λογους και των φιλων οἱ ἐντιμοτατοι και οἱς μαλιστα πιστευει τα τοιαυτα οὐκ ἀπετρεψαν : ἐτι δε και ἡ
9999930 πιστευσαι
της Εὐρωπης πασαν , ἡν οὐδ ' ἀν τωι Ἑρμηι πιστευσαι τις λεγοντι . Ἐρατοσθενη δε τον μεν Εὐημερον Βεργαιον
, ἑλεσθαι σε δει σημερον σωζεσθαι μεθ ' ἡμων και πιστευσαι σεαυτον ἐλπιδι κρειττονι , ᾑ παντες πεπιστευκαμεν , ἠ
9999930 Δημοσθενει
Θουκυδιδῃ λογου χαριν το ζαγκλον και τορνευοντες , παρα δε Δημοσθενει το ἐβοα ὡσπερ ἐξ ἁμαξης , ἠ πως ἀναγνωστεον
των παρ ' ὑμιν εὐδοκιμουντων , „ ὡς και παρα Δημοσθενει , ” και τον μεν γραψαντα τους νομους Σολωνα
9999929 ὀνειδιζεις
τυχοις , εὐχης ἀν ἐφιχθαι δοξαις , ταυθ ' ἡμιν ὀνειδιζεις ; και ὡν χαριν ἀν τοις θεοις ἐχοις ,
Θηβων θαυμαζεις , ἐμε δε εἰ μη εἰμι πολιτης , ὀνειδιζεις ; και Ἡρακλεα μεν ὡς ἀριστον ἀνδρα γεγονοτα ἐπαινουμεν
9999928 Ἀριστειδην
τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε ὁτι ἐταξε φορους τοις τας νησους ἐχουσιν Ἑλλησι
το ἀπιθανον , οἱον εἰ Σωκρατην τις πλαττει πορνοβοσκουντα ἠ Ἀριστειδην ἀδικουντα . Ἑκτον κατα το ἀδυνατον , οἱον εἰ
9999928 μανιην
δυσιν το πρωτον : μετα δε πληϊαδων δυσιν χολωδης ἐς μανιην : κρισις περι ἐνατην ἀνευ ἱδρωτος . Περι ἰσημεριην
ἐκλελοιπεν . Γυναιξιν ὁκοσῃσιν ἐς τους τιτθους αἱμα συστρεφεται , μανιην σημαινει . Γυναικα ἠν θελῃς εἰδεναι εἰ κυει ,
9999928 ἀπορια
Ἡρακλειαν : ἐξ Ἡρακλειας δε οὐτε πεζῃ οὐτε κατα θαλατταν ἀπορια : πολλα γαρ και πλοια ἐστιν ἐν Ἡρακλειᾳ .
πεισωσι τον ἐρωτωμενον ὁμολογησαι , ὁτι ὁ λιθος ὁρᾳ . ἀπορια γαρ ἐστιν ὁταν ἡ διανοια οὐ βουληται ἐμμενειν τῳ
9999927 Καλλικλεους
εἰναι νεον το ἐπιγραμμα το ἐπ ' αὐτῳ φησι : Καλλικλεους δε του Μεγαρεως ποιημα ὁ ἀνδριας ἐστιν . ἀνηρ
, πως παλιν ἠνεσχετο Θρασυμαχου , πως Πωλου , πως Καλλικλεους , πως της γυναικος ἠνειχετο , πως του υἱου
9999927 ὀλοντο
. . . . . ἐνθα δε και τοτ ' ὀλοντο δυωδεκα φωτες ἀριστοι ἀμφι σφοις ὀχεεσσι και ἐγχεσιν .
τειρομενοισι . Μαχη δ ' ἀιδηλος ἐτυχθη ἀθανατων βουλῃσιν : ὀλοντο δε μυρια φυλα αἰζηων ἑκατερθε . Κοτεσσαμενος δ '
9999927 πικριαν
ἐγω βεβαιοτεραν την της πατριδος ἡγουμενος μαρτυριαν ἠ την Τιμαιου πικριαν , θαρσων ἀποφαινομαι , μηδενι τον Δημοχαρους βιον ἐνοχον
, ἐαν τον ἰδιον χυλον ἀπολεσῃ , τουτεστι την ἰδιαν πικριαν , και τας γαστερας ἐμφραττῃ : γλυκαινε δε την
9999927 θαλασσαν
ὁπου ταις δυσιν σιαγοσι ˈ φυσων ὁ Βορεας κυκαι την θαλασσαν οὐ γαρ φερω ἐπι μνημης τα ἰαμβεια ἐπιλαθομενος :
των φωστηρων κατα μηνα συνοδου ἁπαντα κατα τε γην και θαλασσαν ζωογονειται και ἀλλοιουται . χρη οὐν ἐπι πασης καταρχης
9999927 παραγραφικα
. ἐπι τουτοις το δικαστηριον . ΜΕΤα την καταστασιν ὁρικα παραγραφικα οὐκ ἐκπιπτει : ἡξειεν οὐν εὐθυς ἐπι το ἐγκλημα
: και τα τοιαυτα . ΜΕΤΑ Ταυτα θησεις τα ὁρικα παραγραφικα : ἐστι δε αὐτου το μεν ἀπο του προσωπου
9999927 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999925 λαμβανοι
εἰσιν εἰς εὐχυμιαν και εἰς ὑπνον ἀγουσαι τα παιδια . λαμβανοι δ ' ἀν καλως και φοινικων : διουρητικοι γαρ
: τουτον ἀν τις τον τροπον πολιορκων τας πολεις ἀν λαμβανοι μαλιστα μηθεν αὐτος ἀνηκεστον παθων . Ὁστις μη ἀσπαζεται
9999925 ὁμοφωνει
και καθημαι προπαροξυνει συνθετα ὀντα . Τα εἰς ΤΑΙ τριτα ὁμοφωνει τοις εἰς ΜΑΙ πρω - τοις : τυπτομαι τυπτεται
κατωρθωται , και λειπεται το ἐστε ὠλιγωρησθαι , ὁτι μη ὁμοφωνει τῳ κατωρθωμενῳ . ἀλλ ' ὁμοτονειν θελει τα δευτερα
9999925 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999925 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999925 Ἀρχεμαχος
ἐν βʹ Θετταλικων καλεισθαι φησι τους πενεστας και Θετταλικετας . Ἀρχεμαχος δ ' ἐν τῃ τριτῃ Εὐβοικων Βοιωτων , φησιν
Κατα Κτησιφωντος . Ἐοικε το ὀρος της Εὐβοιας εἰναι : Ἀρχεμαχος γουν ἐν γʹ Εὐβοϊκων φησι : Κοτυλος μεν οὐν
9999925 τεσσαρακοστης
περιξ ἁπαντα , και δια τουτο πολλακις και μεχρι της τεσσαρακοστης ἡμερας ἐκτεινονται : και γαρ και μετα το παυσασθαι
εὐωνοτερους εἰναι , και το ψηφισμα ἀκυρον γεγονε . της τεσσαρακοστης : Οὑτος ἐγραψε τεσσαρακοστην εἰσενεγκειν ἀπο της οὐσιας εἰς
9999925 Πελιαν
ἀθλον , ὑφ ' ἡς εἰκος αὐτον σεσωσθαι ἱνα τον Πελιαν φονευσῃ ἐχθρον ὀντα της Ἡρας . ἐτι δε και
ἐν τοις κατα τον Ποντον τοποις ἀπολωλασι . διοπερ τον Πελιαν καιρον ἐχειν ὑπολαμβανοντα τους ἐφεδρους της βασιλειας παντας ἀρδην
9999925 Ἀριστοκλης
Βαθυκλης δε ὁ ἐρωμενος Ἀνακρεοντος , οὑτως και παρα το Ἀριστοκλης Ἀριστυλλος . . . . ἀριπρεπεα : τον ἀγαν
ἠ κροτου τε και ἠχους ξυγκεισθαι . ἐτελευτα δε ὁ Ἀριστοκλης μεσαιπολιος , ἀρτι προσβαινων τῳ γηρασκειν . δʹ .
9999924 πιστεως
μυριας ὁσας ἀγελας ἐγχειρισας αὐτοις . Ὁ δε νεανιας τοσαυτῃ πιστεως ἐχρησατο ὑπερβολῃ , ὡστε των καιρων και των πραγματων
μεμερισμενους συνελθειν εἰς ταυτον ὑπερ της προς ἀλληλους ὁμονοιας και πιστεως και μιαν ἐξ ἁπασων πολιν οἰκησαι , ὑμας δε
9999924 κατεπλαγησαν
και Λιβυῃ λαμπρως ἐφευγον και ἐν Ἰβηριᾳ Πομπηιον τον νεον κατεπλαγησαν . ὁ δε Καισαρ αὐτος ἠν ἀκαταπληκτος και ἐς
φλογα . οἱ δε Λαβικανοι τειχος εὐ κατεσκευασμενον ἐχοντες οὐτε κατεπλαγησαν αὐτου την ἐφοδον οὐτε μαλακον ἐνεδοσαν οὐδεν , ἀλλ
9999924 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999924 φυλακτηριον
ἐν τε πολεμοις και δικαις , ἀπαραβατον νικητικον και μεγιστον φυλακτηριον . Περιστερα , πτηνον ἐστι πασι γνωστον . και
τε δειξαντες την οἰκειαν και τῃ Λακεδαιμονι το μεγιστον ἀποδοντες φυλακτηριον . ἐπαινοιντο δ ' ἀν δικαιως , και ὁτι
9999924 στεφανοι
ἐαρι γαρ τα φυτα ἀνθει , ἀφ ' ὡν οἱ στεφανοι πλεκονται . , ΠΕΡΙΚΛΥΤΟΝ . Ἠγουν περιφημον : τουτεστιν
ἡ δε ἐστι νομιζομενη μεγαλη , ἡν οἱ πολλοι παρεχουσι στεφανοι και εἰκονες και τα τοιαυτα , ὡν ἀξιοι τυγχανειν
9999924 φιλτατοι
καθησθε μεν , “ εἰπε προς ἡμας , ” ὠ φιλτατοι ἑταιροι , και το μελλον ὁρατε , και εἰ
ἐν τῃ νηι συμμιγης , των μεν ὠ παιδες λεγοντων φιλτατοι , ἀρα ἐτι ὑμας οἱ φυντες ὀψομεθα ; των
9999924 Συρακουσων
κατα την προτεραν φιλιαν πεισθεντες . ἀφικομενων οὐν ἐκ μεν Συρακουσων Ἑρμοκρατους και ἀλλων ἐς την Καμαριναν , ἀπο δε
κολπωι , μικρον ὑστερον της [ ἀπο ] Κροτωνος και Συρακουσων κτισεως ἀποικισθεντες ὑπο Εὐανθους : Ἐφορος δ ' οὐκ
9999924 ὑποθες
ἠ δʹ . ἐκβαλλειν . ] Ὀποπανακος ὀβολου κολλυριον ποιησας ὑποθες . ἀκινδυνον ἐστι και πεπειραται ἐπι πολλων . ἀλλο
. Εἰς δε τον λυγγουρον λιθον γλυψον γυπα , και ὑποθες ὀλιγον λιβανον και ἀκροπτερον του πτηνου και φορει .
9999924 ἀνθρακες
θερμινθες , φυγεθλον , χαλαζα , φαγεδαινα , φλυκτιδες , ἀνθρακες , ἐπινυκτιδες , ἐρυσιπελας , ἑρπητες . περι δε
και βατοριζα , και γαλακτος ὀρος . και δρυος καυθεισης ἀνθρακες διαπυροι , και ζεμα ἐρεβινθων , και ὀστρακα διαπυρα
9999924 ἐθελωμεν
ὑπαρχει , ἀν περ , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , ποιειν ἐθελωμεν ἁ δει , ἡ φυσις της ἐκεινου χωρας ,
τους δυο μεσους παραλειποντας μετρειν , μεχρις οὑ ἀν προχωρειν ἐθελωμεν , οὐχ ὡς ἐτυχε δε και εἰκη μετρουντα ,
9999924 πιστευσας
περι τουτων φαντασιας ἁπασας ἀλλαξαμενος και οἱον ἀλλος πανταπασι γενομενος πιστευσας ἑαυτῳ , ὁτι μηδεν ποτε κακον ἑξει : οὑτω
πρωτον ταυτα ἀπραγμονως ἀποδεξῃ μη ἐξετασας εἰ δυνατον , ἀλλα πιστευσας , εὐθυς ἀκολουθως ἀν ἐπαγοι τα λοιπα , ὡς
9999924 ἡλικιωτας
και παιδιαν τινα οὐκ ἀτερπη ἐδοκει ἐχειν και προς τους ἡλικιωτας ἐπιδειξιν , εἰ φαινοιμην θεους τε γλυφων και ἀγαλματια
ἐξευρων γενναιοτατας : ὁ μεν γαρ φησι τους ἑταιρους και ἡλικιωτας συμπαντας μαρτυρας παρεχεται προς χαριν μαρτυρουντας : ἐγω δε
9999923 σπουδαζοντα
Και τους ἐπιτηδειους καιρους δεινως στοχαζομενα τουτοις ἀνυπερθετως κεχρηνται , σπουδαζοντα οὐ τοσουτον τους ἐχθρους χειρι καταγωνισασθαι , ὁσον ἀπαταις
ἡν ἐκεινας ἀνεστησαν ” . Ἀριστοτελης ὁ φιλοσοφος ἰδων νεον σπουδαζοντα περι τας θεας , „ ὁρα „ , εἰπεν
9999923 φυλασσου
θαυμαστως ποιει προς πτερνων ῥαγαδας , ἐπι δ ' ἑλκων φυλασσου : δυσωδες γαρ ἀποτελειται . Ἡ δια χυλου .
βαλῃ . ἠ τῳ νεον θακουντι παγκρατεις ἑδρας ; τουτου φυλασσου μη ποτ ' ἀχθεσθῃ κεαρ . ἡ ση ,
9999923 συγγνωμην
ἀτιμιαν ἐτηρησα τῳ νεῳ το κερδος . πεμπε δη γραμματα συγγνωμην αἰτουντα και τους πολλους των παιδαγωγων ἱεροσυλους ἡγου .
τι των της ψυχης παθων αἰτιον εἰναι λεγῃ , ποιει συγγνωμην , ὡς ἐπι τουτου : δι ' ἐρωτα τον
9999923 χαρακτηρων
οὐτε καινον οὐτε περιττον ἐπετηδευσαν , ἀλλα ἀπο τουτων των χαρακτηρων και παρα τουτους τους κανονας τας ἑαυτων λεξεις κατεσκευασαν
και ἀλλων ἀπογραφεσθαι γραμματων , ὡς αἱ των ἰδιογραφων λεγομενων χαρακτηρων ἐπινοιαι δηλουσι , και τα αὐτα νοηματα δι '
9999923 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999923 ὀσσαν
ποσσιν . ἐνθεν ἀπορνυμεναι κεκαλυμμεναι ἠερι πολλῳ ἐννυχιαι στειχον περικαλλεα ὀσσαν ἱεισαι , ὑμνευσαι Δια τ ' αἰγιοχον και ποτνιαν
ψαυω . τα . Ἀπολλοδωρος μεν ἀπο του δεχεσθαι την ὀσσαν φησιν . οὑτως ἐν τῳ ς της καθολικης Προσῳδιας
9999923 καταγματοϲ
καταταϲεωϲ του κωλου γινομενηϲ κατ ' ἀλληλων φερομεν τα του καταγματοϲ περατα . εἰ δε μη δυνηθειημεν τουτο πραξαι ,
το καταγμα , την ἀρχην του ἐπιδεϲμου χρη κατα του καταγματοϲ ἐπιβαλλεϲθαι , ἐπην δε διϲ ἠ τριϲ ἐπιδηϲῃϲ ,
9999923 Πλουταρχος
ταξεις λελοιπως , και των ἐν Εὐβοιᾳ πραγματων , ἁ Πλουταρχος ὁ τουτου ξενος και φιλος διεπραξατο , ὡς ἐγω
τα δε ἐμπροσθε κεκαρμενα ὡς φησιν ὁ Λυκοφρων οὑτος . Πλουταρχος δε λεγει ὁτι Θησευς ἡβησας εἰς Δελφους ἠλθε και
9999923 Αἰσχινου
Ἱερωνυμος Μεγαλοπολιτης , οὑ μνημονευει Δημοσθενης ἐν τωι κατ ' Αἰσχινου . ὁτι δ ' οὑτος ἠν των μακεδονιζοντων μαλιστα
τολμαν . ὡς ἐν δημοκρατιᾳ δεινα ποιω ] μιμειται του Αἰσχινου τους λογους , το πιθανον αὐτοις εἰς ἀπατην διδους
9999923 θεραπειην
ξυνεπειγωϲι , προϲ τουϲδε χρη την διαιταν και την ἀλλην θεραπειην ἁρμοζεϲθαι . τροφῃϲι τε ὠν τελεωϲ λεπτῃϲι , εὐπεπτοιϲι
ὡρης ἐπι των ὀξεων αἱματος ἀποσταξις ἐξαπινης ξυντονιην και πολλην θεραπειην κατα τας φλεβας δηλοι , και ἐς την ὑστεραιην
9999923 λαμβανουσα
. , . : γαστηρ : ἡ παντα τον βιον λαμβανουσα και μη πληρουμενη . οὑτω Φιλοξενος . . .
, και μη οὐσῃ : τῃ γαρ του πεπονθοτος εὐφροσυνῃ λαμβανουσα την συστασιν , οὐ τῃ αὑτης φυσει , ἱκανως
9999922 παραγραφη
εὐθυδικιαν το ῥητον ἐξεβαλλεν ἠ κρινεσθαι ἐπι τοισδε ἐλεγον , παραγραφη ἀν ἠν : τουτο γαρ παραγραφης ἰδιον το δια
, πως δυναται ἡ μεταληψις παραγραφη λεγεσθαι : ὁτι γαρ παραγραφη και αὑτη κεκληται , δηλον ἀφ ' ὡν Ἑρμογενης
9999922 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999922 ἐνομισθησαν
και ὁ Μνευις , ἀλλα και ὁ Μενδησιος τραγος θεοι ἐνομισθησαν . γʹ . Βιοφις , ἐφ ' οὑ ἐκριθη
ὑπερβαλλουσαν τινα και θειαν δυναμιν , ἐνθεν και τοις πολλοις ἐνομισθησαν θεοι “ . Προδικος δε ὁ Κειος ” ἡλιον
9999922 ἀγαθοτητα
τετταρες ἀπορροιαι γεγονασιν , ἡ γενικη ἐστιν ἀρετη , ἡν ἀγαθοτητα ὠνομασαμεν , αἱ δε τετταρες ἀπορροιαι αἱ ἰσαριθμοι ἀρεται
αὐταπαντα την ἀρχην κατα δυναμιν ἀπομιμουμενα εἰς ἀιδιοτητα τε και ἀγαθοτητα . Πως οὐν το τελεωτατον και το πρωτον ἀγαθον
9999922 ἐστεφανουντο
ἑταιρε , ἐξηγουμενος το χωριον ἐφη , ὁτι και λυγοις ἐστεφανουντο οἱ ἀρχαιοι . Τεναρος δε ἀγροικων εἰναι λεγει στεφανωμα
το ἀπεριττον και ἀπεριεργον : διο και οἱ Διοσκουροι καλαμῳ ἐστεφανουντο . λευκῳ ] περικαλλει και ὡραιῳ . σωφρονος ]
9999922 ἀπροαιρετως
ἐν οἰνῳ αὐστηρῳ ποτιζε ἑως ὑγιασῃς . [ Προς ἐνουρουντας ἀπροαιρετως . ] Ἀλεκτορος λαρυγγια καυσας διδου πιειν νηστει ἐν
διαφερῃ , ἠ μη προς αὐτον ᾐ ὁλως ἡ αἰσθησις ἀπροαιρετως τῃ διαφορᾳ των ὁρωμενων κινηθεισα , τουτο αὐτη ἐπαθε
9999922 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999922 ἠδυνηθησαν
εἰη , εἰ Θηβαιοι μεν εἰς ἐχθραν αὐτοις ἐλθοντες δικην ἠδυνηθησαν λαβειν ὑπογυιον , ἡμεις δ ' ὀντες οἱπερ ἐσμεν
ᾑ χιλιους και ἑπτακοσιους ἀνδρας ἀπεβαλον , οὐκετι την πολιν ἠδυνηθησαν ἐκ της συμφορας ταυτης ἀναλαβειν , ἀλλ ' ἀπεστησαν
9999922 ἐκοσμησαν
φιαλαις , ἁ ἠν ἐπαθλα των ἀγωνων , τον ἑαυτων ἐκοσμησαν οἰκον , των της νικης στεφανων μεταλαβοντες . λαμπει
κατασκευασμασιν ἀνυπερβλητοις , τας δε πολεις ἀναθημασι πολυτελεσι και παντοιοις ἐκοσμησαν . και τα μετα την τελευτην δε γινομενα των
9999922 ποιησαιμι
το ἀπροσδοκητον της θεας και πυνθανομενου , τινος ἑνεκε τουτο ποιησαιμι , ἐφασκον ἐν αὐτῳ την ἐξουσιαν εἰναι της ἐμης
ὁτε ἐνι παραπληρωματικος συνδεσμος , συντασσεται μετα εὐκτικου , οἱον ποιησαιμι ἀν , και μετα παρεληλυθοτος ὁριστικου , ἐποιησα ἀν
9999922 φυλαττουσι
χαρακτηριζεται . ἀλλως τε δη τουτο το ἑν στοιχειον εἰδοπεποιημενον φυλαττουσι , λεγοντες αὐτο εἰναι ὑλικον αἰτιον . ὡστε συμβησεται
Καλως δε εἰρηται , ὁτι τα συνῃρημενα την των ἐντελων φυλαττουσι κλισιν , και οὐχι τα πεπονθοτα την των ἀπαθων
9999922 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999922 λαγχανει
και πολιτειας ἐκ θεων αὐτοις εἰη τα σπερματα . και λαγχανει Ποσειδων Ἀρει την ὑπερ του παιδος και νικᾳ ἐν
μογις εἰς ἀστυ ἀναβαινοντα και τον ὀφθαλμον αὐτον προδιδοντα , λαγχανει αὐτῳ δικην , οὐ μα Δι ' οὐχ ὡσπερ
9999922 κερα
, ἐντανυσας ἑλικος καρτερα νευρα βοος . Δερμα και ὀργυιαια κερα βοος ἐκ βασιληος Ἀμφιτρυωνιαδᾳ κειμεθ ' ἀνα προπυλον τεσσαρακαιδεκαδωρα
φλεξον μενος , κρατηρα τ ' αἰρου και τον ἡδιστον κερα . Οὐτ ' ἀλφιτοισι χαιρομεν : πληρης γαρ ἀρτων
9999922 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999921 παρακολουθημα
του ἀριθμου . Τις οὐν ἡ φυσις αὐτου ; Ἀρα παρακολουθημα και οἱον ἐπιθεωρουμενον ἑκαστῃ οὐσιᾳ , οἱον ἀνθρωπος και
Πλατων την τυχην ἀπεφαινετο αἰτιαν ἐν ἀπροαιρετοις κατα συμβεβηκος και παρακολουθημα και συμπτωμα και προαιρεσεως κατα την προς το τελος
9999921 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999921 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999921 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999921 Νεαρχος
ἀλκιμωτερην Ἰνδοι ἀγουσι . τιγριος δε δορην μεν ἰδειν λεγει Νεαρχος , αὐτην δε τιγριν οὐκ ἰδειν : ἀλλα τους
και τοισιν ἑλεσιν ὑπο δενδρεσι μεγαλοισιν , ὡν την σκιην Νεαρχος λεγει ἐς πεντε πλε - θρα ἐν κυκλῳ ἐξικνεεσθαι
9999921 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999921 σπουδαζων
των ἑαυτου φροντισματων . λεγεται γουν και ἐς ὀρθρον ἀποτειναι σπουδαζων ἀπο ἑσπερας . προσεκειτο μεν οὐν ἁπασι ποιημασι ,
τοτε ταις Μουσαις συνεπαιζον . ἐκεκομψευτο δε και γελαν ἐδοκει σπουδαζων ὁ λογος : καλλους ἠν ἀγων , κριται δ
9999921 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999921 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999921 ἐκλειψει
τῃ πληρωσει της σεληνης τας πλημμυριας γινεσθαι , τῃ δε ἐκλειψει τας ἀμπωτιδας . Τιμοθεος τους ἐμβαλλοντας ποταμους εἰς την
ὁ ἡ ἐκλειψις γεγονεν : ἐαν δε ὀμβρος ἐπιγενηται ἐν ἐκλειψει Ἡλιου ἠ Σεληνης , νοσους θανατηφορους ἐσεσθαι μηνυει .
9999921 εἰδετε
ἀνυδρον Ἀργος πολυυδρον ἐποιησε δια της ἐπιμιξιας του Ποσειδωνος : εἰδετε παρ ' ἀκρας : το εἰδετε ἀντι του ἰδοι
γαρ το καλλος ἐπι σωτηριᾳ ἑαυτων και πατριδος ἐκτησαντο : εἰδετε . ἰδοι τις * ἐνιοι δε φασι ταις δμωαισι
9999921 γιγνωσκοντα
των πολλων και της αὑτου ἀπαιδευσιας , οὐτ ' αὐ γιγνωσκοντα δι ' ἀνανδριαν και δειλιαν ἐκ ταὐτου στοματος οὑπερ
: αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και πλειω γιγνωσκοντα ἠ ὁ Χειρων : προ γαρ δη Παλαμηδους ὡραι
9999921 ἐκλειψεως
των τοσουτων ὡρων παροδον , ὁσων ἐστιν ὁ πας της ἐκλειψεως χρονος , μηδεμιαν πανταπασιν αἰσθητην ποιειν την της ὑπεροχης
ὑποκεισθω και ἀπογειον του ἡλιου και του μεσου χρονου της ἐκλειψεως . και το μεν Δ το του ἡλιου κεντρον
9999921 φανεισαν
μεν „ εἰπε ” μη παραστηναι σοι την φαντασιαν ἠ φανεισαν ἡσυχασθηναι ἠ , εἰ και διηγειτο τις , μακραν
σεληνιακων ἐκλειψεων , ὡς την ἐν μεν Ἀρβηλοις πεμπτης ὡρας φανεισαν , ἐν δε Καρχηδονι δευτερας , ἀναγραφης ἠξιωσθαι ,
9999921 ἀποκλιματι
παρατηρησεως ἐν τῳ δυτικῳ κεντρῳ τυχουσα ἠ ἐν τῳ τουτου ἀποκλιματι μακρας τας ἀποδημιας παρεχει , τοις τε ἀπο ξενης
ἐν τῳ δυτικῳ κεντρῳ τυχουσα ἡ Σεληνη ἠ ἐν τῳ ἀποκλιματι μακρας τας ἀποδημιας παρεχει , τοις δ ' ἀπο
9999921 ἀνενεικατο
ὁ δ ' ἐπειτα , θεοπροπιας Ἑκατοιο θυμῳ πεμπαζων , ἀνενεικατο φωνησεν τε : “ Ὠ πεπον , ἠ μεγα
πριν πολεμου στομα δυμεναι αἱματοεντος . μνησαμενος δ ' ἁδινως ἀνενεικατο φωνησεν τε : ἠ ῥα νυ μοι ποτε και
9999921 θαυμαστην
καθ ' ἑν ἑκαστον πανθ ' ἑτερους ἐασαι λαβειν , θαυμαστην εὐδαιμονιαν και πολλην ἀσφαλειαν ἐχειν ᾠεσθε . ἐκ δε
πολεμειν τῳ θηριῳ . Γλυκυτητα δε και ἐν τῳ Ἀγησιλαῳ θαυμαστην ἐποιησεν εἰπων , ὁποτε γε μην πορευοιτο , συντεταγμενον
9999921 φαιδιμος
‚ : οὑτως , ὡς το ὡς εἰπων πυλεων ἐξεσσυτο φαιδιμος Ἑκτωρ : ἱνα συνδεσμον , ὡς το , ‚
ἀποπνειουσι , παις δ ' ἐπιτερπεται ἐργῳ : ὡς ἀρα φαιδιμος υἱος ἀμειλικτου Ἀχιληος γηθεεν ἀμφι νεκυσσι . Και οὐκ
9999921 δανεια
ἀμοιβης ὡραϊζονται μαλλον ἠ ὁσον ἀλλοι τυχοντες ἁβρυνονται . ποσοι δανεια δωρησαμενοι χαιρουσι πλεον των ἀπειληφοτων ὀφληματα . ποσοι ταις
των περι ταυτα δεινων ἐργασει ἐκ του οἰνου και τα δανεια τα σεαυτου ἀποπλυνεις . το δε ἀρα ἠν οὐ
9999921 μαλακης
' ἀρ ' Εὐρυνομη τε ἰδε τροφος ἐντυον εὐνην ἐσθητος μαλακης δαϊδων ὑπο λαμπομεναων . αὐταρ ἐπει στορεσαν πυκινον λεχος
και ὑποτροποι ἀπτερυονται . Και δ ' ἀν που γερανοι μαλακης προπαροιθε γαληνης ἀσφαλεως τανυσαιεν ἑνα δρομον ἠλιθα πασαι ,
9999921 χιλιαρχος
τουτεστιν ὁ ͵α νηων ἀρχων στρατου φθειροντος πολεις . ὁ χιλιαρχος ὁ χιλιοναυς : τῳ τελειῳ δε ἀριθμῳ ἐχρησατο .
και προυτρεπεν ἐς τους ἐλεγχους ὁ Ἀντωνινος . ὁ δε χιλιαρχος ὁρων ἐς ὁσον κινδυνον ἡκει , δεδιως τε την
9999921 ἀπικοντο
στρατηγος Τιγρανης μαχομενοι τελευτωσι . Ἐτι δε μαχομενων των Περσεων ἀπικοντο Λακεδαιμονιοι και οἱ μετ ' αὐτων και τα λοιπα
ιζʹ . Χρονῳ δε οὐ πολλῳ μετεπειτα ἀνδρες Χιοι ἐμποροι ἀπικοντο ἐς την Φωκαιην : ἀκουσαντες δε των ἐπεων του
9999921 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999921 μνημονευσαι
ἐστι και τα κακα κακα ἐστι . και δια του μνημονευσαι Λιβυης , την θερμοτατην χωραν ἐδηλωσε , δια δε
ἐγω δε ἁπαντα τἀλλα παρεις , οὑ μαλιστα ἐμοι προσηκει μνημονευσαι , τουτο ἐκλεξομαι . δοκει γαρ μοι καλλιστα δη
9999921 ἀτοπου
των ἀκουοντων ἠ ὡς τινες οἰονται . ἠ οὑτως ἐξ ἀτοπου προτασεως : εἰ μεν ἑωρων παραπλησιως ὑμας διακειμενους τουτοις
. και δη και το παρον ἡμιν ὡσαυτως ποιητεον : ἀτοπου γαρ τα νυν ἐμπεπτωκοτος λογου περι νομων , ἀναγκη
9999921 Τοιουτο
ἀν θελειν ἀποκαρτερειν , ἠ ταυτ ' ἀκουων καρτερειν . Τοιουτο των ξενων τι καταχειται σκοτος . Ἐντευθεν εἰς Ὠρωπον
ἠν ἡ τεχνη αὐτοις ἐς δεον οἰκονομησασθαι την ὑλην . Τοιουτο δη τι και το του συγγραφεως ἐργον εἰς καλον
9999921 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999921 πεπιστευκως
μηδενος ἐλαττον ἀν ἐχειν , δηλον ὁτι τῃ κοινῃ φιλιᾳ πεπιστευκως και τῃ προς ἁπαντας εὐνοιᾳ , μη γε ἰσχυρος
του θεοφιλους περιουσιᾳ χρηται Μωυσης , ὡστε αὐτῳ τουτῳ μαλιστα πεπιστευκως θερμοτεροις και μειζοσιν ἠ κατα τας ἑτερων ἡμων ἀκοας
9999921 ἐκοιμηθησαν
εἰτε και ἀσφαλεστερον οὑτως ἡγουμενος . Και τοτε μεν οὑτως ἐκοιμηθησαν . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ καλεσας ὁ Κυρος τους
πεμπων φανερος ἠν τους θεραπευσοντας . Και τοτε μεν οὑτως ἐκοιμηθησαν . ἁμα δε τῃ ἡμερᾳ κηρυξας συνιεναι των μεν
9999921 προειλετο
χρονων . ἐν ᾑ διετριβομεν ἐν Μακεδονιᾳ , τι ἑκατερος προειλετο πραττειν ; ἐγω μεν τοινυν τους αἰχμαλωτους ἀνασωζειν και
τυχῃ τροπον ; οἰμαι γε . τις γαρ μαλλον ἀν προειλετο Ἑλλην ἀληθως οὐσα λεπομενους ὁραν αὐτους ὑφ ' αὑτων
9999920 νευραν
τους οἰστους ; και τριβονται αὐτου αἱ χειρες περι την νευραν και την γλυφιδα , και τοσαυτη αὐτου ἡ μελετη
ὡς ἰδεν Ἀλκμηνιος θαυμαστος ἡρως τευχεσι [ ] λαμπομενον , νευραν ἐπεβασε λιγυκλαγγη κορωνας , χαλκεοκρανον δ ' ἐπειτ '
9999920 θυριδας
δη ἁ μυθολογουσιν θαυμαστα και ἱππον χαλκουν , κοιλον , θυριδας ἐχοντα , καθ ' ἁς ἐγκυψαντα ἰδειν ἐνοντα νεκρον
τειχος κατα τους ἁρμοζοντας τοπους , κορμους κατασκευαζωμεν κατα τας θυριδας περιτρεχοντας και τῳ κριῳ τῳ ἀντισκευασθεντι τουτοις τυπτοντες ἀνωθεν
9999920 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999920 ἀπεφυγεν
ἐπι δε του ἀπολογουμενου ἀπελογησατο , ἀπελυθη ὡς Ἀντιφων , ἀπεφυγεν , ἀπελυσατο τας αἰτιας : κἀκεινος μεν ἀπεφηνεν ὑπαιτιον
ἀλλ ' ὡς ἠδη ποτε και προτερον ἑτερος τοιαυτα γραψας ἀπεφυγεν . Ἐφ ' ᾡ και νυνι μεγα φρονειν ἀκουω
9999920 προσωτατω
λογον ἀπιστεισθαι , ὡς ἀρ ' οἱ σπουδαιοι ἀνδρες και προσωτατω γης οἰκουντες φιλοι εἰσιν ἀλληλοις πριν ἠ γνωριμοι τε
παντων ἐκλεγεσθαι αἰει το βελτιστον : βελτιστον δε ἐστι το προσωτατω του ἀνεπιτηδειου ἀπεχον . Ἰητρικην ὁστις βουλεται ὀρθως ζητεειν
9999920 ἀγαθης
μιαν των ἀσημων , ἀλλ ' ἐξ ἀγαθου μεν πατρος ἀγαθης δε μητρος γεγονυιαν . Σωσθενης ὁ Στειριευς ἠν μοι
και γυναικος περι ζωης , και ἀδελφων περι τεκνων και ἀγαθης τυχης τοπος , και γονευσι περι γονεων και θεμελιων
9999920 παρεμυθειτο
, πολλη , και ἠγανακτουν οἱ στρατιωται τῳ πονῳ : παρεμυθειτο αὐτους Ἀρχιδαμος , ὡς οἱον τε ἠν , και
μη φανερως ὑβρισθωμεν . ” εἰθ ' ὁ μεν πατηρ παρεμυθειτο ⌈ ⌉ τον παιδα , τῳ δε ηὐξετο το

Back