: και εἰς πεντε ἑξης ἡμερας ἐγενετο , οὑ τους ἰατρους τἀναντια ᾐδειν κελευοντας , ὁποτε τις μελλοι πιεσθαι ,
εἰς ἀρρωστιαν βαρυτεραν ἐμπεσων και χαλεπῳ παθει συνεχομενος συνεκαλεσε τους ἰατρους . των μεν οὐν ἀλλων ἑκαστος δυσχερως εἰχε προς
9999987 ἀναγραψομεν
〚 ἀλλα περι μεν τουτων τα κατα μερος μικρον ὑστερον ἀναγραψομεν , περι δε της του ποταμου φυσεως και των
των προπαιδευματων και περι κακωσεως , ἑξης τον περι φυγαδων ἀναγραψομεν τοπον . μεμνηται γαρ πολλαχου των ἀποδιδρασκοντων , καθαπερ
9999987 γραμματιον
μετ ' ἰσου ὑδατος . Ῥητινης , πισσης ξηρας ἀνα γραμματιον ἑν , νιτρου , ἀσφαλτου , θειου ἀπυρου ἀνα
Ι γραφονται , οἱον βιβλιον , θηριον , ἀκατιον , γραμματιον , το γραμμα , γραμματειον δε , ἐν ᾡ
9999986 ἀμετρους
ἐπι το στομα της γαστρος ἐργαζονται καρδιακας διαθεσεις και λειποθυμιας ἀμετρους και συγκοπας , ὡστε τινας παραυτικα ὑφ ' ἑλμινθων
ἐστιν . ἀλλα σωματων ἐχετε δι ' ἡδονας ἀμετρους ἰατρους ἀμετρους , ψυχης δε οὐκ ἐχετε , σοφον δε οὐδεν
9999986 στρατευσαντος
τοις Ἀθηναιοις : τον γαρ Πετην τον πατερα Μενεσθεως του στρατευσαντος εἰς Τροιαν φανερως Αἰγυπτιον ὑπαρξαντα τυχειν ὑστερον Ἀθηνησι πολιτειας
καταλαβοντες τας πυλας διηρπασαν την πολιν . Ὁτι Τομυρις Κυρου στρατευσαντος ἐπ ' αὐτην προσεποιησατο δεδοικεναι τους πολεμιους . ἐφυγε
9999986 κρατουντος
λογος τῳ παθει και ἐν ταὐτῳ μενειν οὐ δυναται : κρατουντος μεν γαρ λογου φρουδος ἡ ἡδονη , νικωσης δε
μονον ἐκ της του παιδος τελευτης ἐμοι λογιστεον την του κρατουντος ἀναιρεσιν , ἀλλα και τροπον ἑτερον . φονεα με
9999986 διαφορητικωτερον
ἐκθλιβομενων γινεται : το μεν γαρ κικινον λεπτομερεστερον τε και διαφορητικωτερον ἐστιν , ὁμοιον μαλιστα τῳ ἐκ της ἐλαιας ἐλαιῳ
και γινεται μαλακτικωτερον : εἰ δε λαβῃ ἐλαιον , γινεται διαφορητικωτερον . Ἡ δι ' ἀσπιδων διαφορητικη χοιραδων και των
9999986 τεταραγμενοις
γενομενος , προσπεσων τοις πολεμιοις κεκμηκοσιν ἐν τῃ διωξει και τεταραγμενοις ἐν τῃ των σκευοφορων ἁρπαγῃ πολλους μεν αὐτων διεφθειρεν
ἱενται ἐπ ' αὐτους . ἀσυντακτοις δ ' ἀνθρωποις και τεταραγμενοις και ὑπο του δρομου συγκεκομμενοις τα πνευματα πολλοι και
9999986 γλυκερον
μεστος δ ' ἀνεκειμην . ὡς δε ἰδον ξανθον , γλυκερον , μεγαν , εὐκυκλον , ἁβρον Δημητρος παιδ '
, ὁσσα βιοφθοριην πεμπει κατα γαιαν ἁπασαν , ἐνδοξον βιοτης γλυκερον τελος ἐσθλον ὀπαζοις . Λευκοθεαν καλεω Καδμηιδα , δαιμονα
9999986 τυγχανοντος
κηρωτης ἀνιεναι μιξει . συμβαινει δ ' ἐνιοτε του φαρμακου τυγχανοντος ἰσχυροτερου συντηκεσθαι τι της σαρκος ὡς ῥυπαρον και ὑγρον
Μεγαλου κολπου του παρα την ἐκτος Γαγγου Ἰν - δικην τυγχανοντος σταδιοι ͵͵α͵βφνʹ . Οἱ δε συμπαντες ἀπο του πεμπτου
9999986 κατεχομενην
σπουδαιας οὐσης της ἑτερας την ἑτεραν την φυσιν χειρονα εἰναι κατεχομενην ὑπο της ἑτερας βιᾳ . Ὁσῳ δη σπευδει προς
οὐκ ἐσηκουον , εὐθυς στρατευει ἐπι Τορωνην την Χαλκιδικην , κατεχομενην ὑπο Ἀθηναιων : και αὐτον ἀνδρες ὀλιγοι ἐπηγοντο ,
9999985 ἀγανακτουσιν
πανυ παλαιας ἐνιας αὐτων . οἱ δε κεκραγασιν ἁπανταχοθεν και ἀγανακτουσιν και την δικην ἐπιβοωνται κἀμε της βραδυτητος αἰτιωνται ,
τουτων τους λογους ἐνεβαλες , και δη λεγω . πανυ ἀγανακτουσιν , ὠ πατερ , και σχετλιαζουσιν και εἰς το
9999985 ἀνεγκλητον
εἰναι την συμβουλιαν . ἀταρ οὐ παντη τον Αἰτωλον ἀφηκεν ἀνεγκλητον ὁ πρεσβυτης ὁ Πυλιος . το δε ἐγκλημα ἐστιν
οὐ μεντοι ὁσα διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν
9999985 ἀπολογεισθαι
ἀναλισκειν . χαλεπον μεν οὐν , ὠ ἀνδρες δικασται , ἀπολογεισθαι προς δοξαν ἡν ἐνιοι ἐχουσι περι της Νικοφημου οὐσιας
θρασειαν τε και ἀνυποιστον δημοκοπων ἀνθρωπων μανιαν , ἀλλ ' ἀπολογεισθαι μεν , ὡς οὐδεν εἰη των γεγονοτων παρα των
9999985 ἀγαπων
προσηνες . και το ἀβιαστον . ἀγαπηνωρ βʹ : ὁ ἀγαπων την ἀνδρειαν . και ὀνομα κυριον . ἀγασασθαι γʹ
ἑκαστος το αὐτου διανοητικον : και ὁ το ἑαυτου διανοητικον ἀγαπων και παντα τροπον αὐτῳ χαριζομενος φιλαυτος εἰκοτως ἀν λεγοιτο
9999985 ἀπολυσασθαι
παραδειγματων σεμνων και κατορθωματων λαμπρων και το καθ ' αὑτον ἀπολυσασθαι και δειξαι ὡς δια το ἐθος ἡ πολις ,
, πολλην ἀναγκην ὁρω κἀμοι περι τουτων εἰπειν και πρωτον ἀπολυσασθαι τας κατ ' ἐμαυτου διαβολας . ὠνειδισται γαρ μοι
9999985 ἰσχυρους
Δια δε του εἰπειν και τους ἐξ ἑκατερου λογους μερους ἰσχυρους , ἐδηλωσεν , ὁτι μη ἐχων ἐξ ἑκατερου μερους
το ἀναιδες του Ζηνος λεγει τουτους , δια το εἰναι ἰσχυρους και μεγαλους . : μουνωπα ] Τον μονοφθαλμον ,
9999985 ἀρχαιοτατους
: Παμφως δε , ὁς Ἀθηναιοις των ὑμνων ἐποιησε τους ἀρχαιοτατους , οὑτος ἀκμαζοντος ἐπι τῳ Λινῳ του πενθους Οἰτολινον
μεν Αἰγυπτιους , οἱ δε Φρυγας φασιν , Ἑλληνων δε ἀρχαιοτατους Ἀθηναιους και τους πριν Πελασγους , νυν δε Ἀρκαδας
9999985 γραμματικον
κατα την ταξιν ἀπο του α ἑως ω , καθαπερ γραμματικον ἀνδρα , ἀλλα προς την χρειαν των ἀγωνων ,
περι της αὑτου πατριδος γραφων , και παρατιθεις Διοδωρον τον γραμματικον συμφωνουντα Πτολεμαιῳ βασιλει . : Σπευσιππος ἐν δευτερῳ Ὁμοιων
9999985 γινομενη
ὀνομασι και ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ἐτι δε ἡ γινομενη ἐκ δυο ὀνοματων την αὐτην ταξιν ἐχει τῃ ἀποτομῃ
, ἀμβλυωπια δε ἀμυδροτηϲ του ὁραν ὑπο τινοϲ ἀδηλου αἰτιαϲ γινομενη . θεραπεια δε ἁρμοζει κοινωϲ μεν ἡ ἐπι των
9999985 συμμετρους
: ὁπερ ἐδει δειξαι . Εὑρειν δυο μεσας δυναμει μονον συμμετρους ῥητον περιεχουσας , ὡστε την μειζονα της ἐλασσονος μειζον
γαρ κυκλους λαβοντες ἀκριβως τετορνευμενους τετραγωνους ταις περιφερειαις , και συμμετρους μεν τῳ μεγεθει πανταχοθεν δε ἰσους και ὁμοιους ,
9999985 παραλαμβανων
λεγομενου οὐχ ἑν τι ὠν , ἀλλα τι μεμερισμενον , παραλαμβανων τε εἰς την ζητησιν την των σωματων φυσιν και
. ἐκ δε του - του ἑτερος παρ ' ἑτερου παραλαμβανων αὐτον εἰχεν ἀντ ' ἀλλου κοσμου των βασιλικων .
9999985 δικαζουσι
, πομπας , ἱερουργιας , εἰς τα τειχη , τοις δικαζουσι , τῃ βουλῃ . νυν δε οὐκ ἐστι τα
! ! το δικη ! [ ] | φησιν ἐκει δικαζουσι ? ? κ ? [ ] | προσλα ?
9999985 Μελητον
Ὀνοματα . Τουσδε Ἀνδρομαχος ἐμηνυσεν : Ἀλκιβιαδην , Νικιαδην , Μελητον , Ἀρχεβιαδην , Ἀρχιππον , Διογενη , Πολυστρατον ,
: ἐντευθεν φασι τον Ἀριστοφανην χαριζομενον τοις περι Ἀνυτον και Μελητον γεγραφεναι το δραμα διαβαλλοντα εἰς ἀθεοτητα τον Σωκρατην .
9999985 ἐλευθεριωτερον
τι ἀντι τινος ὀφειλει , ἡ δε ἀναβολη της κομιδης ἐλευθεριωτερον πως και φιλικωτερον ποιει το συναλλαγμα : διο παρ
μικρολογωτερον , αἱ δε ἐν ἀφθονιᾳ και περιουσιᾳ προς το ἐλευθεριωτερον ἠ ἀκολαστοτερον , κἀπι των ἀλλων ἀναλογον , τον
9999985 κονιορτον
ποιεισθαι τας ἀναστροφας τῃδε κἀκεισε . ὡς δε πλειστον ἐπανεστησε κονιορτον ἐπισκοτων ταις των πολεμιων ὀψεσιν , ὁ μεν ἐλαθε
καπνος ἠ ἀηρ ἠ πυρ γενοιτο , ἀλλα και εἰς κονιορτον ἀναλυθεισα . Παρεστι γουν ὁραν , ὁτι και τα
9999985 Ἡρακλειους
νησος ἐν δεξιᾳ τα Γαδειρα κειμενη τυγχανει , ἐνθα τας Ἡρακλειους στηλας εἰναι συνεστηκεν . Οἱ μεν γαρ κατα Καλπην
. κατα τουτο δε και ὁ κατα τας στηλας τας Ἡρακλειους πορθμος ἐστι , περι οὑ πολλα εἰρηται . ἐξω
9999985 ὠφελεισθαι
ὠφελειν μη ἐπιφερουσα , τι δε των ἐν τῳ βιῳ ὠφελεισθαι παρεχομενη , οἱον ἡ μεν το φρονειν , καθαπερ
οἱ δε φιλοι , ἀν τις ἐπιστηται αὐτοις χρησθαι ὡστε ὠφελεισθαι ἀπ ' αὐτων , τι φησομεν αὐτους εἰναι ;
9999985 ἀκριβεστερον
ἠξιωσαν φευγοντες σωθηναι , ἀλλ ' ἐμειναν ἐχομενοι της πατριδος ἀκριβεστερον ἠ Λακεδαιμονιοι των ἀσπιδων , τουτο δε τον ἐκ
ἀγαθου κατα μερος εἰρησθαι τους λογους . νυν δε διελοντες ἀκριβεστερον ποιησομεν τον λογον . διπλως τοινυν λεγεται το ἀγαθον
9999984 ὀνομαζομενην
την Αἰθιοπιαν ἀλλας τε πλειους και μιαν εὐμεγεθη , την ὀνομαζομενην Μεροην , ἐν ἡι και πολις ἐστιν ἀξιολογος ὁμωνυμος
ἀνειναι τας Νυμφας ταυτας χαριζομενας τῃ Ἀρτεμιδι μεγιστην πηγην την ὀνομαζομενην Ἀρεθουσαν . ταυτην δ ' οὐ μονον κατα τους
9999984 κρατησειν
ἐνομιζεν οὐκ ἐν εὐβουλιᾳ , ἀλλ ' ἀβουλως και μωρως κρατησειν παντων των θεων και του Ποσειδωνος αὐτου , ὁς
, ἐν ᾑ πολυ το κουφον ἠν , ῥᾳδιως αὐτων κρατησειν , ἐπειδη την μετα Μενηνιου δυναμιν ἐν δυσχωριαις παραταξαμενην
9999984 λαμβανομενης
παλιν δυο εὐθειαι εἰσιν αἱ ΚΛ ΛΘ ἐξωθεν της ΛΜ λαμβανομενης , ὁ ἀρα της ΚΛ προς ΛΘ λογος συγκειται
ὡς ἡ ΘΝ προς ΝΞ , της ΖΝ κοινου ὑψους λαμβανομενης οὑτως το ὑπο των ΘΝΖ προς το ὑπο των
9999984 ἐμφορεισθαι
συγγνοντες οὐν τηι αὐτων ἐκστασει , ἐπιτιμησαντες μη πλειονος οἰνου ἐμφορεισθαι , ἀφηκαν : και οἱ χαριν ἐχειν ὁμολογησαντες ,
ὡς μεγαν βασιλεα ἀφικομενον και ξενιζομενον παρ ' αὐτωι πολλα ἐμφορεισθαι . πυθομενου δε του βασιλεως ὁ τι ἀπο τουτων
9999984 ἀμφιπολον
ἀγωνιζομενους θυειν του Ἡρακλεους πρωτον κατα τιμην τουτο πεποιηκοτος . ἀμφιπολον δε λεγει ἠ τον περιπολουμενον δια το ἐν μεσῃ
δ ' ὀιστος και σφαιραν ἐπειτ ' ἐρριψε μετ ' ἀμφιπολον βασιλεια : ἀμφιπολου μεν ἁμαρτε , βαθειῃ δ '
9999984 καταληκτικου
τροχαϊκη , ἀλλα διμετρων δυο μεν ἀκαταληκτων , ἑνος δε καταληκτικου . οἰκοι λεοντες : παροιμια παρα τους ἐν τῃ
Το ιβʹ προσοδιακον διμετρον καταληκτικον ἀπο ἐλασσονος Ἰωνικου και χοριαμβου καταληκτικου . Το ιγʹ τροχαϊκον τριμετρον ἀκαταληκτον , ὁ καλειται
9999984 συμμαχουντων
και Στησιλεω , πολεμαρχουντος δε Καλλιμαχου και Κυναιγειρου και Πλαταιεων συμμαχουντων αὐτοις χιλιων , ἡττωνται και προς Δαρειον ὑποστρεφουσιν ,
τον Μασσυαν κατεχοντι και την Ἰτουραιων ὀρεινην . των δε συμμαχουντων τῳ Βασσῳ ἠν και Ἀλχαιδαμνος , ὁ των Ῥαμβαιων
9999984 καταφρονησεως
ἐγενετο , ἀει αὐτοις της φιλοχρηματιας και της των ἀρχοντων καταφρονησεως και μεχρις αἱματος αὐξηθεισης . ὁ δ ' οὐν
Ἀθηναιοι πυθομενοι την εἰς Βοιωτιαν παροδον του βασιλεως της προϋπαρχουσης καταφρονησεως ἀπεστησαν : ἡ γαρ ὀξυτης του νεανισκου και ἡ
9999984 διδασκομενων
, και μαλλον διδασκει , ἐπειδη τας ἀρχας ἐχει των διδασκομενων , και ἐκεινος δια τουτων δυναται διδασκειν : οὑτοι
ποριζοντων δε τουτο και ἐλεγχομενων ὑπο του ὁρου και των διδασκομενων . ἐγραψαν δε ἀπο συμβεβηκοτος οὑτως : πορισμα ἐστιν
9999984 συνεισενεγκειν
αὐτος περι τα τοιαυτα τῳ λογῳ ἐνδιατριψαιμι , ἠ τι συνεισενεγκειν ἐθελησαιμι των μεχρις ἀκοης την ἡδονην παρεσχηκοτων λογων .
ἐπ ' ἀνθρωποις καμνουσι και ταυτα προσεπισκοπειν , οὐκ ὀλιγα συνεισενεγκειν δυναμενα τῃ τεχνῃ : ἐφ ' αἱς γε μην
9999984 ἀνανδρον
της καταδικης , περιοραν δε καθιερουμενην την χωραν οὐ μονον ἀνανδρον ὑπαρχειν , ἀλλα και κινδυνον ἐπιφερειν * τῃ των
και το σημειον μαρτυρει τοιουτωδες . Πλευραι λεπται ἀσθενη , ἀνανδρον και δειλον σημαινουσι τον ἐχοντα : αἱ δε πανυ
9999984 μελλουσαν
. διοπερ αἱ γυναικες ἀναλογιζομεναι μεν την ἐν τῃ Λιβυῃ μελλουσαν αὑταις ἐσεσθαι δουλειαν , θεωρουσαι δ ' αὑτας ἁμα
τι μωμητον της προλαβουσης δυσκλειας την παρουσαν ἀνακοπτουσης ἠ και μελλουσαν εὐκλειαν , ἀναφεροντων των πολιτων τα ὑστερα καλα προς
9999984 στρατευσαντων
δε τους αὐτους καιρους Καρχηδονιων τριακοντα μυριασιν ἐπι την Σικελιαν στρατευσαντων , Γελων ὁ Συρακουσιων ἀφηγουμενος ἑνι στρατηγηματι και ἀκαρει
] ἐχθες και πρῳην , Ἀθηναιων τηλικαυταις δυναμεσιν ἐπι Συρακουσας στρατευσαντων , οἱ πατερες ἡμων οὐδε τον ἀπαγγελουντα την συμφοραν
9999984 νοεισθαι
οὑτως του ἑτερου τουτων μη ὑπαρχοντος οὐδε το λοιπον δυναται νοεισθαι . και ἀλλως , φασιν οἱ ἀπορητικοι , το
: ἀνευ γαρ της κοιλανσεως της ἐν ῥινι οὐ δυνατον νοεισθαι : ὁμοιως δε και ἐπι των ἀλλων των τοιουτων
9999984 πνευσαντος
μικρον ἀποθεν της γης διελυθησαν : αἱ δε , Ἀπαρκτιου πνευσαντος , ἐξεβρασθησαν εἰς τα τεναγη , και πολλα των
ἐμαυτου ἐν γελωτι συμφοραν . ἐπειτα ἐκ της πολεως δεξιου πνευσαντος ἀνεμου πλεομεν ἐνθεν , και ὀλιγαις ἡμεραις ἐρχομαι εἰς
9999984 ποιησαν
, εἰ δεοι , πασι μαχουμενον . τουτο ἠν το ποιησαν Λακεδαιμονιων τινας ἐν τοις στενοις ἀντιταξασθαι προς τοσαυτας Περσων
κεισθαι παρα σφισιν Ἀθηνας το ἐκκομισθεν ἐξ Ἰλιου και ἁλωναι ποιησαν Ἰλιον . το μεν δη Παλλαδιονκαλειται γαρ οὑτωδηλον ἐστιν
9999984 ποιητικους
ὑπερ τα ἀτομα και ὑπερ τους καθολου λογους τους τε ποιητικους και τους γνωστικους αἱ κυριως ἀρχαι . οὐδε τα
τοις σωμασιν μαλιστα προσεδρευειν τ ' ἀριστους τῳ ποθῳ , ποιητικους , ἰταμους , προθυμους , εὐπορους ἐν τοις ἀποροις
9999984 στρατευομενοι
και μη τον δεινα πυνθανησθε τι πραττει ἀντι του ἱνα στρατευομενοι των ἀγαθων μεταλαμβανητε . και αἱ κατασκευαι μεν ἀπο
Ἑλλαδος πασης ἀνω και κατω φερομενης , πλεοντες ὁμου και στρατευομενοι ᾠκιζον την πολιν , ὡσπερ τινες φρουριον ἠ στρατοπεδον
9999984 ὁρμους
του πελαγους ὡσπερει χειρα προτεινουσα εἰς ὑποδοχην , παντοδαπους δε ὁρμους και λιμενας παρεχομενη κυκλῳ περι πασαν ἑαυτην , ἐτι
μετρια ὀσπρια πανσπερμηδον ἐπεγχευῃσιν ἀλετρις . τῃ ἐνι μεν σικυης ὁρμους βαλον ἐκπλυναντες , ἐν δε μυκην σειρας τε παλαι
9999984 φλεγμαινοντα
, οὐδε προς τα σηπομενα : ἀλλα προς μεν τα φλεγμαινοντα ξυμφερει τα ψυχρα , προς δε τα ἀκαθαρτα και
μαλιϲτα τραυματα κολλαν δυναμεναι . Προϲ δε τα περιωδυνουντα και φλεγμαινοντα τραυματα χρεια των ξηραντικων τε και ἀφλεγμαντων φαρμακων .
9999984 κατασκευαζομεν
, και ἐπανατρεχει εἰς τα της μεταθεσεως της αἰτιας : κατασκευαζομεν δε την πιθανην ἀπολογιαν ἠ τουτο λεγοντες , ὁτι
παιδ ' οὐδ ' εἰδομεν , ἀλλ ' ἁρπαγην αὐτῳ κατασκευαζομεν . ὡν δε μη αἰτιος τροπος , τα γ
9999984 φαινομενην
τῳ ηʹ ἀστρῳ ἀπο ἑῳας φαινομενης ἐπιτολης ἐπι την ἑσπεριαν φαινομενην ἐπιτολην . Παλιν ἐπει το θʹ τῳ μʹ κατα
Καρκινου μοιρας β . και διηχθω ἡ ΔΖΚΝ εὐθεια την φαινομενην μοιραν την της σεληνης περιεχουσα : το μεν ἀρα
9999984 παρακολουθουντων
κατα συμβολικον τροπον , ὁς οὐδεν δυναται των συστατικων ἠ παρακολουθουντων ἐμφαινειν . εἰ δε το ποιουμενον καθα δεδηλωκαμεν ἁτε
φασιν οἱ περι τον Καρυστιον Ἀντιγονον , ὑπο των γνωριμων παρακολουθουντων . Αἰνεσιδημος δε φησι φιλοσοφειν μεν αὐτον κατα τον
9999984 διωθεισθαι
προσερχεσθαι δηλονοτι ἡμιν . κακουμενοι : ὑφ ' ἡμων . διωθεισθαι : ἡμας δηλονοτι . προσαναγκαζειν : ἐλευθερουσθαι δηλονοτι .
ἀποδεχομαι ἐμαυτου οὐδε ὡς . ” Ἀποδιοπομπεισθαι . ἀποπεμπεσθαι και διωθεισθαι τα ἁμαρτηματα , συμπρακτορι χρωμενος τῳ Διϊ . Ἀποκναιειν
9999984 προσταττουσι
αὐτῳ μαλλον ἠ ἐντελλεσθαι : κελευουσι μεν γαρ [ και προσταττουσι ] δεσποται δουλοις , ἐντελλονται δε φιλοι ‖ .
Τους δε περι των συμβολαιων νομους Βοκχοριδος εἰναι φασι . προσταττουσι δε τους μεν ἀσυγγραφα δανεισαμενους , ἀν μη φασκωσιν
9999984 συγγενων
παραλιας : δει γαρ και τας τοιαυτας διαφορας λαμβανειν των συγγενων : γνωριμοι γαρ δια την χρειαν . Ὀρθοτερον δε
; Οὐδαμως δηπουθεν . Προς ἑνα δε τον πρωτον των συγγενων προσαξω και του γενους καθ ' ἑκαστον ὑμας ἐρωτησω
9999984 προγεγενημενης
προ της συλληψεως , οὑτω και ἑπταμηνα νομιζεσθαι οὐκ ὀντα προγεγενημενης της συλληψεως , δυναμενης δε της μητρας εἰς καταμηνια
ἠ του Δαιμονος ἠ και της Ἀναγκης ἠ ἐπι της προγεγενημενης εἰτε συνοδου εἰτε πανσεληνου . δια γαρ τησδε της
9999984 ἀπολις
ἀδιαγωγος ἀδικος ἀνισος ἀκοινωνητος ἀσυμβατος ἀσπονδος πλεονεκτης κακονομωτατος ἀφιλος ἀοικος ἀπολις στασιωδης ἀτακτος ἀσεβης ἀνιερος ἀνιδρυτος ἀστατος ἀνοργιαστος βεβηλος ἐναγης
, ὁτι ἐνδεχεται . ἰδετε με , ἀοικος εἰμι , ἀπολις , ἀκτημων , ἀδουλος : χαμαι κοιμωμαι : οὐ
9999984 ἀναγουσι
δια τουτου τον ἀποπλουν : ὁτε γαρ πλειν μελλουσιν , ἀναγουσι τας ἀγκυρας . ἁνικ ' ἀγκυραν : τον Τριτωνα
. ὁτι κυνος ὀδοντες λυσσωντος κυνος το δηγμα παυουσιν : ἀναγουσι δε και των παιδων τους ὀδοντας και τους ἰκτερικους
9999984 θερμοτατον
καρδιη και αἱ κοιλαι φλεβες κινεονται αἰει , και το θερμοτατον πλειστον ἐν τῃσι φλεψιν : και δια τουτο πνευμα
πιειν : ἠν δε ἀλλως κεφαλην ἀλγεῃ , ἀρτον ὡς θερμοτατον ἐξ οἰνου ἀκρητου ἐσθιειν . Ἠν ἀνθρωπον θερμη ἐχῃ
9999984 Ἀριστοκρατους
πορρωθεν χρησιμον τι ἑαυτῳ προδιοικηται , ὡς ἐν τῳ κατα Ἀριστοκρατους ὁ Δημοσθενης βουλομενος δειξαι ὁτι σφαλερον και κατα της
, ἀλλ ' ἀλογιστι πραττειν Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Ἀριστοκρατους και Πλατων . Ἀλογοι ἐρανισται : μηποτε οἱ μηπω
9999984 Ἰσοκρατους
και εἰς ἀμφοτερους τους χαρακτηρας ἐπικαιρον ἀφετηριον . ἡ δε Ἰσοκρατους λεξις , ὁς μεγιστον ὀνομα ἐν τοις Ἑλλησιν ἐκτησατο
Ἀρκαδιᾳ περι του πολεμου του προς Φιλιππον , μαθητην γενομενον Ἰσοκρατους . οὐχι τας ἰδιας ἀδικουσιν ] αὐτον ποιει το
9999984 Φαιδρον
ἐν ὁλῳ διδασκομενων . οὑτως οὐν διαβαλλομεν τους λεγοντας τον Φαιδρον περι ῥητορικης σκοπον ἐχειν : ἐπ ' ὀλιγον γαρ
πινειν παμπολυν οἰνον . τον μεν οὐν Ἐρυξιμαχον και τον Φαιδρον και ἀλλους τινας ἐφη ὁ Ἀριστοδημος οἰχεσθαι ἀπιοντας ,
9999984 δωρεισθαι
, ἀπανθρωπως . Εὐεργετειν , εὐ ποιειν , χαριζεσθαι , δωρεισθαι , διδοναι χαριν , εἰσφερειν , προσεπεισφερειν . εὐεργεσια
βασιλεα , ἱνα και ἐγω , ἐφη , ἐχω σοι δωρεισθαι και τιμαν . ὁ δε Ξενοφων ἠπορειτο τι ποιησει
9999984 ἀποδοτεον
ἐν οὐδενι κινδυνῳ καθεστηκοτι ; ἀλλα και το δανειον μαλλον ἀποδοτεον τῳ δανεισαντι ἠ ἑταιρῳ χαριστεον , ἀλλ ' οὐδε
δε μερεσιν ἑκαστοις θεον ἠ δαιμονα ἠ και τινα ἡρωα ἀποδοτεον , ἐν δε τῃ της γης διανομῃ πρωτοις ἐξαιρετα
9999984 θεραπευοντων
ἱνα με θεραπευῃ ” . ἰδιον δε των το ὀν θεραπευοντων οἰνοχοων μεν ἠ σιτοποιων ἠ μαγειρων ἐργα ἠ ὁσα
μεν ἀντελεγεν , οἰκειων δε και φιλων ἐγκειμενων και λιπαρως θεραπευοντων ὑπεκρινατο συγκατατιθεσθαι . και δη συνεθεντο : ἡκετω Σινοριξ
9999984 ἀπολυσας
Σολων εἰς τας Ἀθηνας μετενεγκειν , ὁν ὠνομασε σεισαχθειαν , ἀπολυσας τους πολιτας ἁπαντας των ἐπι τοις σωμασι πεπιστευμενων δανειων
γενεσθαι : ὁ μεν ἐτυχε δικην τινα δικασας ὀρθως και ἀπολυσας ἐγκληματος του μεγιστου ἀδικως συκοφαντουμενον ἀνθρωπον , ὁ δε
9999984 ἀναληφθηναι
ἀντιθεσις : και τα τοιαυτα : ἀλλ ' αἰσχρον ἡγησαμην ἀναληφθηναι κατ ' ἀναγκην δο - κειν . ΛΥσεις τῳ
' ἱνα ἀπολογησηται τῳ πατρι . τῳ δε παιδι σκοπος ἀναληφθηναι και μετα την δωρεαν ὑπο του πατρος , ἱνα
9999984 εὐδαιμονειν
πατριδα , κἀν νησιωτης ᾐ , κἀν παρ ' ἀλλοις εὐδαιμονειν δυνηται , και διδομενην ἀθανασιαν οὐ προσησεται , προτιμων
ἐχεγγυον το ἐντιμον ἐν γηρᾳ ἐσεσθαι . Το δ ' εὐδαιμονειν οὐκ ἀνευ του εὐνομειν , το δ ' εὐνομειν
9999984 μεταλαμβανουσι
των ὑγρων : και πρωτον μεν τα πνευματα , ἑτοιμοτερον μεταλαμβανουσι της θερμοτητος , δευτερως δε τα ὑγρα , εἰς
τον φυλακα των ἀτυχουντων , οἱτινες τοις πελας προσιζανοντες οὐ μεταλαμβανουσι της δικης , ἀλλ ' ὑπερορωνται . μενει .
9999984 Περιανδρον
αὐτου καταγνοντα φαναι : χαλεπα τα καλα . Φασι δε Περιανδρον τον Κορινθιον κατ ' ἀρχας μεν εἰναι δημοτικον ,
ἐξουσιᾳ παροινει εἰς το μειρακιον . Ἡ δε παροινια αὑτη Περιανδρον μεν ἐπαυσεν ὑβριζοντα , το δε μειρακιον ἐποιησεν ἐξ
9999984 κατεργασασθαι
εἰπειν ὁρον ῥητορικης ἠναγκαζετο και την της ῥητορικης πασαν κατασκευην κατεργασασθαι : ἀλλως τε και αὐτο τουτο τῳ Μινουκιανῳ ἐγκαλων
πιστευθεις ἀληθευσειν ἁ ἐλεγες ἐπηρας τοσουτους ἀνθρωπους συστρατευεσθαι τε και κατεργασασθαι σοι ἀρχην οὐ τριακοντα μονον ἀξιαν ταλαντων , ὁσα
9999984 ἀπολαμβανομενης
. . ὁτι το ἀπο τησδε τῳ ὑπο δοθεισης και ἀπολαμβανομενης ὑπο καθετου ἑως δοθεντος . . ὁτι συναμφοτερος ἡδε
δυνησονται το περιεχομενον ὀρθογωνιον ὑπο της Κ εὐθειας και της ἀπολαμβανομενης ὑπ ' αὐτων προς τῳ Ζ σημειῳ ὑπερβαλλον εἰδει
9999984 ἑπομενως
μετουσιᾳ κἀν τοις ἀριθμητοις πρωτον τι και δευτερον και τἀλλα ἑπομενως τετακται . Θεανω Εὐβουλῃ χαιρειν . Ἀκουω σε τα
δε και ἀπο του βιου των κορυφαιων ἐν φιλοσοφιᾳ ἀνδρων ἑπομενως ταις Πυθαγορου ὑποθηκαις ποιησασθαι την προτροπην . οἱ γαρ
9999984 ἐπιτεταμενως
λοχια και ἐμμηνα κινει ἀρτεμισια πολλη κατα των ὑποχονδριων . ἐπιτεταμενως δ ' ἀγει , ὡστε και ἐμβρυα ἐκβαλλειν ,
ἐξωμματωται . το γαρ ἐξωμματωσθαι ἐστι το ἀποβεβληκεναι , ἠ ἐπιτεταμενως ὁραν . ἡ γαρ ἐξ ἐπιτασιν δηλοι , ὡς
9999984 καταπλασμασιν
σφοδροτερον θερμαινειν και παχυνειν ἐπαγγελλεται . οὐ δει οὐν οὐτε καταπλασμασιν ἠ ἐπιβροχαις ἐπι τεταρταιου σπουδαζειν κεχρησθαι . ἀρκεσει γαρ
ἐφαπλωτεον , εἰτα ἐριον . ἐντευθεν δε τοις χαλαστικοις χρηστεον καταπλασμασιν , οἱον ἀρτῳ μετα πιμελης προσφατου φυραθεντι ὑειας τεθερμασμενης
9999984 στρατευσαντας
' ὁν δη χρονον λεγουσι τους ἀδελφους της Ἑλενης Διοσκορους στρατευσαντας ἐπι την Ἀφιδναν και την πολιν ἑλοντας ταυτην μεν
ἀναμνησθητε . οἰδα μεν γαρ εἰς Θετταλιαν ποθ ' ἡμας στρατευσαντας ὑπερ των Ὀρεστου πραγματων , ὡς οὐ προὐχωρει ,
9999984 κρατουντων
τουτῳ κατεπηγγειλατο Ζηνων βασι - λευς , εἰ γενοιτο των κρατουντων , την μετα βασιλεα μεγιστην ἀρχην . ἀλλ '
ἐν ἡγεμονεσσιν ἀριστος , φρουρητηρα σιδηρον ἐχων , φυλακας τε κρατουντων πιστιν τ ' ἀλκηεσσαν : ἐπην δ ' εἰς
9999984 κατανευσαι
ἐπαναγκαζων , βιαζομενος ἠ διδασκων . ὁτι ὁ διδασκομενος προσαγεται κατανευσαι τῳ λεγομενῳ , φασι το πειθειν προσβιβαζειν , ὁ
. οὑτως και ἀχρειος . Β : φημι γαρ οὐν κατανευσαι ὑπερμενεα Κρονιωνα . . . . , : Ἰστεον
9999984 ἀναισθητους
πηγην φησιν ὑδατος εἰναι , ἀφ ' ἡς τους πινοντας ἀναισθητους γινεσθαι ταις ψυχαις : εἰναι δε και ἐπι ταυτης
' ἰσασιν ἀκριβως , εἰ και πανυ φησι τις αὐτους ἀναισθητους εἰναι , ὁτι , εἰ γενησεται πολεμος προς ὑμας
9999984 κολαζεσθαι
, ἐκεινον δε μονον ἐφασκον ἐν τῳ των ἀσεβων χωρῳ κολαζεσθαι , βαρβαρων δε Κυρους τε ἀμφοτερους και τον Σκυθην
, ἀντιστατικη εὑρεθησεται , ἐαν λεγωμεν , ὁτι τον λειποτακτην κολαζεσθαι δει , ἀριστευσας τις ἀξιοι τιμασθαι , ἀντιστατικη κατα
9999984 κληρονομους
οὐν γε τῃ συντομιᾳ και ἀληθειᾳ συγκεκοσμημαι : ὡστε τους κληρονομους ἀτερ δικης και φθονου καρπωσασθαι , ἐφ ' ὁσον
και των ἐπωνυμων ἀτιμους εἰναι και αὐτους και γενος και κληρονομους τους τουτων , ἑως ἀν ἀποδωσιν . Ταυτα παντα
9999984 μαχεισθαι
ἀναμειναι . ὁ Τιμοθεος οὐκ ἀνεμενεν ὡς τους μελλοντας προθυμως μαχεισθαι τοις πολεμιοις ἐχων ἁπαντας , τους δε βραδεως ἐξιοντας
δειται των ἐργων , ὡς ναυς μελλουσα και ἀερος κινησει μαχεισθαι και θαλασσῃ πολλῃ και μονην ἐχουσα την ἀπο της
9999984 καταδρομαις
ἐκεινοις ἡμων ἀντεπιτετειχισμενων : δυνατων ὀντων ἡμων ἀντεπιτειχισαι ἐκεινοις . καταδρομαις : ἐφοδοις . αὐτομολιαις : δεχομενοι τους αὐτομολους δουλους
την γνωμην ἐχοντες . ἐνεδραις οὐν ὡς το πολυ και καταδρομαις ἐχρωντο . και ποτε μαχης ἰσχυροτερας γενομενης , βιαζομενων
9999984 προϋπαρχουσαν
των Περσων τον πλουτον και την τρυφην , ἁπασαν την προϋπαρχουσαν εὐδοξιαν κατῃσχυνεν ; ἐπαρθεις γαρ ταις εὐτυχιαις την μεν
πολυχρονιαν νοσον μη θεραπευσαντες προσαπωλεσαν και τον νουν και την προϋπαρχουσαν παιδειαν και την πραξιν . ἐγω δε εἰ και
9999984 ἐλαμβανομεν
και ἐπιστατησαι . . . . . το δε τεκμηριον ἐλαμβανομεν ἐκ των Μητροδωρου Ἰωνικων : ἱστορει γαρ ὁτι Σμυρναιοι
οὑτως γαρ δοξουσι πλειους προτασεις ἐκ τριων ὁρων γινεσθαι . ἐλαμβανομεν δε τας ἀντιστροφας προς την τελειωσιν των ἀτελων συλλογισμων
9999984 ἀναχωρησαι
λιμῳ μηδεν το περας δυναμενοι ἀνυσαι , λυπουμενοι δε ἐβουλοντο ἀναχωρησαι ἀπρακτοι . και ἰδου θυννος διωκομενος παρα μεγιστου ἰχθυος
ἀπαρνησασθαι ἐξαρνησασθαι , ἐξομοσασθαι , ἀναδυναι ἐξαναδυναι , ἀναφυγειν , ἀναχωρησαι , ἀντειπειν , παραιτησασθαι , ἐξαρνος ἀπαρνος . ταυτα
9999984 φροντιστηριον
δε και κοινωνικωτατον σοφια , συγκλειει μεν οὐδεποτε το ἑαυτης φροντιστηριον , ἀναπεπταμενη δε ἀει δεχεται τους ποτιμων διψωντας λογων
. [ . . ] ψυχων σοφων τουτ ' ἐστι φροντιστηριον : ἐνταυθ ' ἐνοικους ' ἀνδρες , οἱ τον
9999984 πεπιστευκασιν
τουτο μεν οὐν παρ ' Αἰγυπτιων ἡκειν εἰς τους Ἑλληνας πεπιστευκασιν , ἀστρονομιαν δε και ἀριθμητικην παρα Φοινικων : νυνι
ἐαν δε ὑπεριδωσι και ἀτιμασαντες ὡς εὐτελη μη γευσωνται , πεπιστευκασιν οἱ ἐπιχωριοι , ὁτι της ἐκεινων ὑπεροψιας ἐστιν αὐτοις
9999984 δικαστηριον
νομιμα το ψηφισμ ' εἰρηται . Δευτερον δ ' ἑτερον δικαστηριον το των ἀκουσιων φονων φανησεται συγχεων , τοὐπι Παλλαδιῳ
οὐκ εἰσαγωγιμον την δικην οὐσαν . ἀλλ ' εἰς ποιον δικαστηριον εἰσελθωμεν , ἀνδρες δικασται , εἰ μη προς ὑμας
9999984 ὁποιοις
σου τας πλευρας ἀποκαθαρει και παυσει δειπνων μαγειρικων , ἐν ὁποιοις δε και αὐτος διαιταται τροποις καταστησει σε , σωθησῃ
. ἠδη δε φυγας ὠν ἐρχεται προς Κυρον , και ὁποιοις μεν λογοις ἐπεισε Κυρον ἀλλῃ γεγραπται , διδωσι δε
9999984 πιστευειν
και λογῳ χρωμενος ἀναιρησει λογον , ἐτι δε ὁμολογων ψευδεσθαι πιστευειν ἑαυτῳ φησι δειν . Ἀξιον δε ζητησαι ποθεν και
ἀπουλωτικῳ ἑτερῳ , μητε σαρκωτικῳ χρησθαι , ἀλλα μονῃ ταυτῃ πιστευειν : ποιει και προς ἀνθρωποδηκτους και κυνοδηκτους και θηριοδηκτους
9999984 ἀπορου
ἠν . και οὐκ ἀσφαλης οὐδε ἀναγκαια ἡ ἐπιδειξις του ἀπορου σχηματος και ματαια ἡ σκεψις διοτι οὐτε ἀλαζων οὐτε
αὐτῳ της διανοιας ἐρωτι της προικος , ὡστε και της ἀπορου το καλλος ἡ πενια συστελλει παρα φιλαργυρῳ κριτῃ :
9999984 παραδιδοσθαι
. κατα δε τας γενεσεις των τεκνων τα μεν βρεφη παραδιδοσθαι τοις ἀνδρασι , και τουτους διατρεφειν αὐτα γαλακτι και
χρη τῳ στρατηγῳ , σκυταλιδα ἐχουσαν σημειον παρα του στρατηγου παραδιδοσθαι τῳ πρωτῳ φυλακι , τουτον δε τῳ ἐχομενῳ και
9999984 ἀπολαμβανομενην
, ἐσται , ὡς ὁλη ἡ διηγμενη προς την ἐκτος ἀπολαμβανομενην μεταξυ της παραλληλου και της τομης , οὑτως τα
την ὑποτεινουσαν ἀχθῃ τις εὐθεια , ἡ ἀχθεισα προς την ἀπολαμβανομενην ὑπο της ἀχθεισης και μιας των περιεχουσων την ὀρθην
9999983 Λεοντινοις
περιπορευομενος ὠχυρου και σιτον παρεκομιζεν : ἐπιμελεστατα δε τας ἐν Λεοντινοις ἀκροπολεις ἐτειχισε και τον ἐκ των πεδιων σιτον εἰς
μεταβολην ἐλεησαντες ἀθωον ἀφηκαν . Διονυσιος οὐκ ἐς μακραν ἐν Λεοντινοις περιστησας αὐτοις την ἑαυτου δυναμιν ἁπαντας κατηκοντισεν . Διονυσιος
9999983 διπλασιοις
[ ἠτοι μεγεθεσιν ἠ βαρεσιν ἠ χρονοις ἠ τισιν ἀλλοις διπλασιοις ἠ τριπλασιοις ἠ τισι τοιουτοις πολλαπλασιοις ἠ ἐπιμοριοις ]
ἐχει προνομιαν : ἀει γαρ ὁ ἀπο μοναδος συντιθεμενος ἐν διπλασιοις ἠ τριπλασιοις ἠ συνολως ἀναλογουσιν ἑβδομος ἀριθμος κυβος τε
9999983 εὐδαιμονουντων
εὐ πιπτουσιν οἱ Διος κυβοι : ἐπι των εἰς παντα εὐδαιμονουντων . οἱ δε , ἐπι των ἀξιως τιμωρουμενων ,
ἀπροσδοκητως ὑπο ἀνθρωπων σωζομενων : και ἐπι των δια τινος εὐδαιμονουντων , ὡσανει ἐλεγεν : ἀνθρωπος τῳ ἀνθρωπῳ θεσει θεος
9999983 στομαχον
ἐχοντας και ἐπι πασης βηχος πυον ἀναπτυοντας και περι τον στομαχον και τας ἐν βαθει διαθεσεις . οὐκ ἀτοπον δε
χλωρα ἐσθιομενα , συμφυτον πετραιον διαμασωμενον , καταπλασσομενα δε ὠφελει στομαχον ἐκκαιομενον , πολυγονον , σερις , σογχος , σελινον
9999983 στιχους
δε ἱστορει τους ῥαψωιδους και στιχωιδους καλεισθαι δια το τους στιχους ῥαβδους λεγεσθαι ὑπο τινων . . . . .
πορος σοι της ὁδου γενησεται : διπλη και εἰσθεσις εἰς στιχους ἰαμβικους τριμετρους ἀκαταληκτους κεʹ . και τις πορος σοι
9999983 καρδιαις
ὑπερ του ἁγιου ὀνοματος σου , οὑ κατεσκηνωσας ἐν ταις καρδιαις ἡμων , και ὑπερ της γνωσεως και πιστεως και
και ἀποκαλυφθησεται δια τους διψυχους , τους διαλογιζομενους ἐν ταις καρδιαις αὐτων εἰ ἀρα ἐστιν ταυτα ἠ οὐκ ἐστιν :
9999983 βουλομενης
το κακον ὡμολογουν και ταυτα της του γηρως φιλοτιμιας παντα βουλομενης εἰδεναι δοκειν . ἀνελογιζομεθα τοινυν τον ἐμπροσθεν χρονον μεχρι
, το δ ' ἐκει ὁρωμενον ἀει μεταφερειν εἰς ἀλλο βουλομενης , το μεν ἀθροον αὐτῃ παν παρειναι οὐκ ἠθελεν

Back