Ἀρεθουσα , Ἀστακος , Τεγεα , Χαλκις , Λαρισσα , Ἡραια , Ἀπολλωνια , ἐν δε τῃ Παρθυηνῃ Σωτειρα ,
Ἀργει τελειται τῃ Ἡρᾳ ἀγων ἱερος Ἑκατομβαια , ὁν και Ἡραια καλουσιν : ἐν γαρ τῃ του ἀγωνος πανηγυρει ἑκατον
9999951 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999949 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999947 Δημητραν
τον ἐπι της ἁλω συνηγμενον καρπον . κολακευει δε την Δημητραν δια το πολλοις ἐτεσι την αὐτην εὐθηνιαν αὐξηθηναι .
ωνος ἐτελουν τινες και Ἀθηνησιν Ἀθηναιοι παρ ' Ἐλευσινα και Δημητραν , ἀλλ ' ὁ γε πατηρ | . .
9999944 συνεγραψατο
ὡς ἀναφορικη ἀντωνυμια λαμβανεται , ὡς ὁταν ἐρωτηθωμεν : τις συνεγραψατο την Ἰλιαδα ; και εἰπωμεν : ὁ Ὁμηρος :
και ἐτελευτησεν ἐν Περπερηνηι τηι κατ ' ἀντικρυ Λεσβου . συνεγραψατο δε πλειστα πεζως τε και ποιητικως . , :
9999944 ὑποχονδρια
εἰκοστῃ , ἡ γαστηρ ἐπηρθη , μαλιστα δε κατα τα ὑποχονδρια : τριτῃ και εἰκοστῃ ἐτελευτησεν . Οἱσι δ '
αὐταρκη καθαρσιν λουειν μεν αὐτους , τῃ δε τριτῃ σικυαστεον ὑποχονδρια τε και μεταφρενα μετ ' ἀμυχων , εἰτα διαστησαντας
9999944 ἀσπιδας
. ῥοθιον : Ἀρριανος : στοιχον ἑνα ὁπλιτων προβεβλημενων τας ἀσπιδας , πολλῳ τῳ ῥοθιῳ και ἁμα ξυγκελευσμῳ παντοιῳ ἐν
Κρητικας , ὡσπερ ἐρεβινθους , δορατιων τε λειψανα κατεαγοτα , ἀσπιδας δε προσκεφαλαια και θωρηκας ἐχομεν , προς ποδων δε
9999944 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999944 ἀναπαιστικα
: το κʹ ” καταπυγοσυνης ἀναπλησει “ διμετρον καταληκτικον . ἀναπαιστικα κωλα διμετρα κʹ , ὡν τελευταιος καταπυγοσυνης ἀναπλησει .
ὑποθεσιν και το μετρον ἐνηλλαξεν αὐθις . και εἰσι κωλα ἀναπαιστικα θʹ ὡν τα μεν ἑπτα διμετρα ἀκαταληκτα , το
9999943 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999943 παθητικη
ὑγρῳ την γενεσιν ἐχει : ὁμοιως δε ταις τριξιν ἡ παθητικη κατασκευη . ὁτε μεν ἐνδειᾳ του τρεφοντος ὑγρου ἀφαιρουμενα
τριτον δε εἰδος παθητικη ποιοτης και παθος : ἐστι δε παθητικη ποιοτης ὡς ἡ ἐν τῃ χιονι ψυχροτης και ἡ
9999942 κρατησειεν
, συντιθεται ταλαντα ἑξηκοντα δωσειν , εἰ δι ' αὐτου κρατησειεν Ἀκροκορινθου . Ἐργινος ὑπισχνειται μετα των ἀδελφων τουτο πραξειν
συσταιη , ἀλλα και ἐφοδους ποιησαιτο ἐπι την ἀλλοτριαν και κρατησειεν οὐ των ἐγγυς μονον ὡστε και μεχρι της νυν
9999942 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999942 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999941 λευκωμα
Τυφλα : γινεται δε ἐκ του ἀργον το λευκον . λευκωμα γαρ νοσος γινεται περι τον ὀφθαλμον , ὁπερ ἀβλεψιαν
λεανθεν ϲυν οἰνῳ και μελιτι . ἐαν δε παιδιῳ ϲμικρῳ λευκωμα γενηται εἰϲ τον ὀφθαλμον , ἡ μητηρ του παιδιου
9999941 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999941 λογια
τον οἰωνοσκοπον Βαλααμ οὐχ ὁρᾳς ; οὑτος εἰσαγεται ” ἀκουων λογια θεου ἐπισταμενος τε ἐπιστημην παρα ὑψιστου ” . ἀλλα
ἑτεραν ἐπ ' ὠμων Καλλιμαχος ἠν οὑτος , ἀπο - λογια δε μια πασι τοις ἀσχημονουσιν ἡ τελευτη του ταυτα
9999941 Συρακοσιοις
ἀποριας κατειχετο του γεγονοτος χαριν : ἀγγελος δε Φημη ταχεια Συρακοσιοις ἐμηνυσε το παραδοξον . παντες οὐν συνετρεχον ἐπι τον
. ὁ δε Διων λαμπρᾳ μαχῃ νικησας οὐδεν ἐμνησικακησε τοις Συρακοσιοις : ἀποστειλαντων γαρ προς αὐτον κηρυκα περι της των
9999941 συμμαχια
ἠ κομμα , ὡς ἐχει το Δημοσθενικον , τις γαρ συμμαχια σου πραξαντος γεγονε τῃ πολει ; τις δε βοηθεια
δε Νικευς ἐδικε πετˈρῳ χερα κυκλωσαις ὑπερ ἁπαντων , και συμμαχια θορυβον παραιθυξε μεγαν : ἐν δ ' ἑσπερον ἐφλεξεν
9999941 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999941 ποιεισθε
, συνιασιν ὀψομενοι τους νεους ἀγωνιζομενους , οὐδεποτε ἐν ὁπλοις ποιεισθε την ἁμιλλαν , ἀλλα γυμνους εἰς το μεσον παραγαγοντες
ὁ Ἀπολλωνιος „ ἐφ ' ἱεροις οὐν ” ἐφη ” ποιεισθε και ταυτας , ὡσπερ τας ἐξοδους τε και τας
9999941 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999941 ἐγγεγραμμενα
ταις πλαξιν του οὐρανου ἀνεγνων αὐτα . τοτε τεθεαμαι τα ἐγγεγραμμενα ἐπ ' αὐτων , ὁτι γενεα γενεας κακιων [
ἐφη και αὐτος εἰληφεναι αὐτον ταυτας οὑτως : ἠν ὀνοματα ἐγγεγραμμενα ταυτα , Σωτηρος Σωσιγενους Βιωνος Ἀπολλωνος : εἰς ἁ
9999941 προεθεμεθα
ταυτι και ἀντιρροπα . ὡστε οὐδε περι αὐτων παντων εἰπειν προεθεμεθα ἀλλα περι μονων ὡν προειρηκειμεν των διαλεκτικων . ὁτι
. Ταυτα δε προς τους τολμωντας κατα του ἐργου λεγειν προεθεμεθα και προς τους ἀστροδωρητον φυσιν κεκτημενους και φιλομαθεις .
9999941 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999941 θαυμαζεις
φαινεται δια παντων . τι δε περι ῥητορικης εἰ στοχαζεται θαυμαζεις ; φαινεται γαρ ὁμοιως διακειμενη τῃ μαντικῃ , πλην
. ἐνταυθα τοινυν ἐστι τῳ Δημοσθενει , οὑ συ τοὐνομα θαυμαζεις μονον , ὡς ἐοικεν , Ἐπεπεισμην δε ὑπερ ἐμαυτου
9999941 κολποι
και ἡ Ἀργεια , μεχρι του Ἰσθμου και αὑτη . κολποι δ ' εἰσιν ἐνταυθα ὁ τε Μεσσηνιακος και ὁ
[ δε ] οἱ λιμενες ἐν τῳ ἐσχατῳ της Αἰγυπτου κολποι της Ἐρυθρας θαλασσης κεινται . Τουτων ἐκ μεν των
9999940 Μελιτης
Θερσανδρον ὁστις ἐστιν εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον ἡσθειης . Μελιτης μεν ἀνηρ , ἡν εἰδες ἐν τοις ἀγροις :
και πληθος ῥητορων οὐχ ἡττον δεκα : και ἡ της Μελιτης σπουδῃ προς την ἀπολογιαν παρεσκευαστο . ἐπει δε ἐπαυσαντο
9999940 ἀξιολογωτατα
δη συνων τῳ πατρι ὁ ποιητης ἐγραψε ταυτα τα ποιηματα ἀξιολογωτατα ὀντα . ἐπανελθων δε εἰς Ῥωμην και ἐπ '
ἁπαντα , ἀριστεια τῳ στρατῳ διεδιδου και των λαφυρων τα ἀξιολογωτατα ἐς Ῥωμην ἐπεμπε . και τον στρατον ἐγυμναζε φιλοπονως
9999940 συντεθεισα
ἡ ὑπο ΗΒΘ μετα της ὑπο ΒΖΓ και του ἡμικυκλιου συντεθεισα , τουτεστιν λειπουσα νυν την ὑπο ΑΖΒ , ποιει
του τριτον εἰναι μερος της οἰκουμενης ἡ Λιβυη ὡστε και συντεθεισα μετα της Εὐρωπης οὐκ ἀν ἐξισαζειν δοξειε τῃ Ἀσιᾳ
9999940 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ
9999940 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999940 προϲ
ϲμυρνηϲ ⋖ β οἰνῳ αὐϲτηρῳ λεαναϲ καταχριε . ποιει και προϲ τα ἐν τῳ γενειῳ . Ἀλλο ποιουν και προϲ
ἐπιουϲηϲ ἡμεραϲ και παλιν λυϲαϲ ἀνανεωϲαϲ ἐπιτιθει . Ἀλλο μαλαγμα προϲ παϲαν κεφαλαλγιαν . ἰου ⋖ δ χαλκου κεκαυ -
9999940 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999940 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999939 κατεκαυθη
ἁψατο νηου Ἀθηναιης ἐπικλησιν Ἀσσησιης , ἁφθεις δε ὁ νηος κατεκαυθη . Και το παραυτικα μεν λογος οὐδεις ἐγενετο ,
οὐτε οἰκειας οὐτε ἀλλοτριας , ὡστε και χρηματα πολλα ἐμπορων κατεκαυθη και ἡ πολις ἐκινδυνευσε πασα διαφθαρηναι , εἰ ἀνεμος
9999939 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999939 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999939 Κρονιδης
Ἀνθεμιων Ἀνθεμιωνος Ἀνθεμιωνιδης Ἀνθεμιδης , ὡς Δευκαλος Δευκαλιδης και Κρονος Κρονιδης . . . . ἀνθ ' ὡν : ἀπο
ἐχει Οὐρανιδῃσι , χαιρων υἱωνων περιωσιον υἱωνοισιν , ὁττι σφεων Κρονιδης μελεων ἐξειλετο γηρας , ἀθανατοι δε καλευνται ἑοι νεποδες
9999939 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999939 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999939 κυανουν
θειον εἰναι τοιουτον και μετεχειν του λαμπρου . το δε κυανουν ἐξ ἰσατιδος και πυρωδους , σχηματων δε περιφερων και
πεπυκνωμενον , τηνικαυτα ἐμπιπτουσης της αὐγης το μεν νεφος φαινεται κυανουν δια την κρασιν , το δε περιφαινομενον τηι αὐγηι
9999939 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999938 χρηστηρια
μειον ἐχειν ἀει των πολεμιων καταφευγουσιν ἐπι τα του θεου χρηστηρια , εἰδοτες ὁτι μονος θεος ἐξ ἀμηχανων εὑρισκει πορους
ἠν ἐτ ' ἐν φαει , ἐπαιρε σαυτον προς θεου χρηστηρια , ὡς μοι συνησθηις , εἰ τι Λοξιας ἀναξ
9999938 τραχυς
και την φωνην διηρθρωμενος , καθαπερ κροταλα . παιπαλη : τραχυς , δυσκαταληπτος : ἐπει παιπαλα καλουμεν τα των χωριων
ὁμοιως δεκτος οὐδε χαριεις ἐδοκουν , ἀλλα τις ὀρειος και τραχυς και ἀπηχης , ὡστε αἱ μεν οἰκιαι των πλουσιων
9999938 μεθη
και συλληψις . καλλαια και καλλη διαφερει . κραιπαλη και μεθη διαφερει . κραιπαλη μεν λεγεται ἡ χθεσινη μεθη ,
ἐμβαλειν : ἐκπολεμησαι δε τῳ πολεμῳ ἐξελειν . κραιπαλη και μεθη διαφερει : μεθη μεν γαρ ἐστιν ἡ της αὐτης
9999938 κρατεροιο
δε ταθεισης τεσσαρα δακτυλα μουνα μεταρσια πασι φαεινει , ἀντιπορου κρατεροιο μετακλινων σθενος αὐλου , ὁττι μεριζομενων τετραζυγα φιλτρα κερασσας
λεοντος , ἡ δε χιμαιρης , ἡ δ ' ὀφιος κρατεροιο δρακοντος . [ προσθε λεων , ὀπιθεν δε δρακων
9999938 Πολυβου
, . , : Προμαθιδας ὁ Ἡρακλεωτης ἐν Ἡμιαμβοις , Πολυβου , του Ἑρμου και Εὐβοιας , της Λαρυμνου ,
ἀλλους . ” την δ ' αὐτ ' Εὐρυμαχος , Πολυβου παϊς , ἀντιον ηὐδα : “ κουρη Ἰκαριοιο ,
9999938 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999938 εὐφροσυνην
γυναικειοισιν ἐπ ' ἐργοις , ἐξ ὡν χρηματα πολλα και εὐφροσυνην πορεν ἐσθλην : δηθακι δ ' αὐθ ' ὑποτασσει
, θαυματι μεν κατεχον τους ὁρωντας , θεσπεσιαν δ ' εὐφροσυνην παρεχομενον , ἀρρητῳ δε τῃ συμμετριᾳ ἀναφαινομενον , ἐξῃρημενον
9999938 κυριωτατα
, τον τε Δια και τον Διονυσον , τους τα κυριωτατα προς το ζην παρεχοντας , τριτον ὑπολαβειν ἑαυτον τιμησεσθαι
] βραχεα σοφωι τυχη παρεμπιπτει , τα δε μεγιστα και κυριωτατα ὁ λογισμος διωικηκε και κατα τον συνεχη χρονον του
9999937 ἀφιησι
ἐκρυψε παντα . Και ἐτηρησε την μουσικην και γνωμῃ Μουσων ἀφιησι φωνην και μιμειται παντα , καθαπερ τοτε ἡ κορη
τις ἐαν ἀγνοῃ τον σκοπον του βιβλιου , ὀκνει και ἀφιησι δια μεσου και ταὐτα πασχει τοις ὁδοιπορουσιν ἐφ '
9999937 κατεκλιθη
, και το μεν διεσεισθη τε ἁπαν και ἐπι θατερα κατεκλιθη , ξυμβεβηκε δε ἀθροον ὁρπηκα μεγιστον των ἐνθενδε κεχαλασμενων
των αὐτων : σμικρα δε κατενοησεν : ἐξ οὑ δε κατεκλιθη , οὐδενος ἐμνησθη , παλιν δε ταχυ παρενοει :
9999937 ἀπαιδευσια
ξενον και ἀμαθη και φλυαρον . 〚 χελιδων δε , ἀπαιδευσια . ἀηδονιον δε νομον , παροσον ἡ ἀηδων τον
πονηρια , μοχθηρια , φαυλοτηςφλαυροτης δε σκληρον , σκαιοτης , ἀπαιδευσια , πανουργια , ἀμαθια , μισολογια , ἀνοια ,
9999937 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999937 ἐποιουμεθα
, εἰ και μη ἐξεφευγομεν , ὁπῃ ποτ ' ἀν ἐποιουμεθα αὐτης την φυγην . εἰρησθω δη νυν ὁτι δια
ἐν τῳ δι ' Ἀλεξανδρειας παραλληλῳ , καθ ' ὁν ἐποιουμεθα τας τηρησεις , την αὐτην ἐγγιστα ποιειν την φαινομενην
9999937 ἐλθουσης
των Τρωων και της Εὐρωπης τοτε πρωτον κατα της Ἀσιας ἐλθουσης , ἐχοντες οἱ τε Τρωες ἀποδοντες την Ἑλενην ἀδεως
θεος ὁ ἐν Δελφοις . ὁμως δε και της μαντειας ἐλθουσης ἠν ἀπορια τοις πολλοις τι ποτ ' εἰη το
9999937 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999937 μοναδες
ἀρα ὁλαι εἰσιν ἰσαι ἀριθμοις ε . Ἀναλυθεντων αἱ ὀκτω μοναδες εἰς πεμπτα : μ ἀρα πεμπτα ἰσα ἐστι ἀριθμοις
και λεπτα κε και δευτερα μϚ , καταλειφθησεται ἡ ΒΔ μοναδες η και λεπτα λδ και ιδ . γινεται δε
9999937 ἀναπαιστικη
δυο τροχαϊκοι τετραμετροι καταληκτικοι . το ἑξης του χορου κωλον ἀναπαιστικη βασις . οἱ δε ἑξης ζʹ τροχαϊκοι τετραμετροι καταληκτικοι
. ὡν τα μεν ιβʹ διμετρα ἀκαταληκτα . το ιγʹ ἀναπαιστικη βασις , ὁ και παρατελευτον ὀνομαζεται . το τελευταιον
9999937 Κυρηνης
Κυρηνην την Ὑψεως και Ἀρισταιον τον Ἀπολλωνος και αὐτης της Κυρηνης υἱον , και ὁσα μεμυθευται περι των ἐτησιων ἀνεμων
Κυρηναιων . ἀνειληφως δε μεθ ' αὑτου τους ἐκ της Κυρηνης φυγαδας και τουτους ἐχων καθηγουμενους της ἐπιβουλης δια την
9999937 ἐξειργασμενα
παλαιοι δηλον . . . . πολλα δε ἐστι και ἐξειργασμενα μαλλον παρα ἑτεροις αὐτων : το γουν Κυλωνειον ἀγος
γλυφικῃ και γραφικῃ τεχνῃ πεποικιλμενα και διαφοροις ἀλλαις πολυτελειαις φιλοτιμως ἐξειργασμενα και ἠσκημενα : παραδεισους τε φυτευει περι αὐτα φυτοις
9999936 φαια
, συνανακραθεις τῳ παρυφισταμενῳ τουτο χρωσῃ . Μετριος μεν ὠν φαια τε και πελιδνα ὑποδεικνυσι χρωματα , μελανα δ '
δε και προς ἑτερον ἐπειγομενης εἰδος χολης . Τα δε φαια και πελιδνα και μελανα δια τε ψυξιν και χυμον
9999936 φυλαττουσα
ἐζητει τουτον . Της δε συνθεμενης δουναι , Ἡρα μανιαν φυλαττουσα προς αὐτον , εἰκασθεισα μιᾳ των Ἀμαζονων περιῃει πασαις
' αὐτῳ δοξαντα καλως ἐχειν ὡσπερ ἐν * τῃσι θυραις φυλαττουσα . ἐλθε λοιπον και ἐπι τας * φθαρτικας ἐνεργειας
9999936 ἀπεκριναντο
τοτε , βλαπτοντος ἠδη του θεου , τῳ στρατηγῳ σφων ἀπεκριναντο ἀναξιως βουλευεσθαι περι αὑτου : αὐτοι γαρ , της
δε και ἐξ ὡν αὐτος οὑτος και Τιμοκρατης και Ἀφοβος ἀπεκριναντο , οὐχ οἱον τ ' ἀποδεδοσθαι την προικα ,
9999936 σατραπης
Τεριτουχμης , ὁς και του πατρος τελευτησαντος ἀντ ' αὐτου σατραπης κατεστη . ἠν δε ὁμοπατρια αὐτωι ἀδελφη Ῥωξανη ,
κυριον . Στρουθης : Λυσιας ἐν τῳ κατα Θρασυβουλου . σατραπης τις βασιλεως ἠν . Στροφαδες νησοι : Δειναρχος Τυρρηνικῳ
9999936 καθαροτητι
πλαγιασμος τῃ ὀρθοτητι σχημα ἐναντιον , οὑτως ἡ περιβολη τῃ καθαροτητι εἰδος ὁλον εἰδει ὁλῳ ἐναντιον . ἐκειθεν δε ἐσται
αὐτου και ὠφεληθησεται δια γυναικων και ἐσται εὐβιοτος και χρησεται καθαροτητι και ἀνθεξεται του οἰκειου δογματος και των ἑπομενων αὐτῳ
9999936 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999936 ἀμεινονι
ἐρυσατο κυδιμα τευχη , ὡν ἑνεκ ' ἀφραδεως μεγ ' ἀμεινονι δηριαασκες . Κεισο , κυον : σε γαρ οὐ
δικαιον ἐπιδιδοιην μη ἀνελομενος , κτημα ἀντι κτηματος ἀμεινον ἐν ἀμεινονι κτησαμενος , δικην ἐν τῃ ψυχῃ πλουτου προτιμησας ἐν
9999936 βραχεια
: ἐπανω δε του Ε και του Ο μικρου ἡ βραχεια : ἐπανω δε των διχρονων ποτε μεν ἡ μακρα
εἰπειν βραχειᾳ συλλαβῃ λογος ὁ καταμετρουμενος καταμετρειται : ἡ γαρ βραχεια και αὐτην καταμετρει την μακραν : * * ἐστι
9999936 βαια
φαιος χιτωνισκος καλος , πιλιδιον ἁπαλον , εὐρυθμος βακτηρια , βαια τραπεζα : τι μακρα δει λεγειν ; ὁλως αὐτην
. Ὁσα δη δεδηγμαι την ἐμαυτου καρδιαν , ἡσθην δε βαια , πανυ δε βαια , τετταρα : ἁ δ
9999936 δυσεντεριη
και ἡ λειεντεριη . Αὑται αἱ νουσοι , ἡ τε δυσεντεριη και ἡ λειεντεριη και διαῤῥοια , παραπλησιαι εἰσι ,
μανιαι , ὀδυναι πλευρου ὀξειαι , ἠ ἐμπυησις , ἠ δυσεντεριη , ἠν ἐρυθρα μαλλον ᾐ τα οἰδηματα . Ἠν
9999936 ἀφαιρεθεν
δε ἡμεραι δεκα γενωνται ἀπο του ἐμετου , κομισασθω το ἀφαιρεθεν σιτιον ἁπαν : τοισι δε πονοισι και τοισι περιπατοισι
τι παντως μερος ἱερουργηθηναι , μερος ἐσπουδασε λαβειν , ὁπερ ἀφαιρεθεν οὐτ ' ἀλγηδονας οὐτε λωβην ἀπεργαζεται : του γαρ
9999936 γονασι
μηρους και τας γαστροκνημιας , σφιγγουσα δε τα προς τοις γονασι και ταις ἰγνυαις τα τε κατα τους ταρσους τε
ἡδειᾳ αὐτων φωνῃ ἠσπαζοντο τον Ξενοκρατην της τιμιας Νικης τοις γονασι προσελθοντα : ἐκ δε τουτου , νικωντα . ἠσπαζοντο
9999936 συνετελεσθη
οἰκουμενην . διοπερ πολεμικη μεν και ἀξια μνημης πραξις οὐδεμια συνετελεσθη κατα τουτους τους χρονους , εἰρηνη δε μια συνετελεσθη
και την ψυχην . ἐπι γαρ τουτου βελη τα μεγιστα συνετελεσθη και μηχαναι παντοιαι πολυ τας παρα τοις ἀλλοις γενομενας
9999936 ἰδιωτικης
οὐκ ἐστι τα χρηματα : οἱον εἰ μεν γαρ ἐξ ἰδιωτικης οἰκιας εἰληφας τα χρηματα , καλως κλοπην ὀνομαζεις το
στοργην ἰσχυραν προς ἑαυτον προηγαγεν . ἐπεμεληθη δε και της ἰδιωτικης των στρατιωτων διαταξεως και πολλα προς την εὐχρηστιαν ἐπινοησαμενος
9999936 ἀκουσιῳ
, το μεν τῳ οὐχ ἑκουσιῳ , το δε τῳ ἀκουσιῳ . εἰποι ἀν οὐν τις και τα ὑπο την
δ ' οἱ κατα Μεμφιν νομοι τον φευγοντα ἐπ ' ἀκουσιῳ , δει δε φευγειν , ἐπι τοις Γυμνοις εἰναι
9999936 καιρῳ
' οἱς ὡς ἀναμαρτητοις βοηθειν ἀξιωσει . Εἰ μεν οὐν καιρῳ τινι και φιλανθρωπιᾳ ταυτα δεδοσθαι δει , κοινην ἀμφοιν
τῃ ἐκεινων φωνῃ συντραφεις ἐπι τα Θουκυδιδου και Πλατωνος ἐν καιρῳ μετιθι , πολλα και τῃ καλῃ κωμῳδιᾳ και τῃ
9999936 μισθου
. . οὐδεν ἀπρατον ] διεβαλλετο γαρ ὡς ἡταιρηκως και μισθου λογους γραφων και δωροδοκων . . . . ὑπηρξατε
, φιλους και συγγενεις διδασκοντων : ὀψε δ ' ἠρξαντο μισθου διδασκειν , και πρωτος ἀνεῳξε γραμματοδιδασκαλειον Σποριος Καρ -
9999936 μαθημασι
δη ὁ τοτε παρειμεν νυν λεγομεν , ὁτι και ἐν μαθημασι πολλοις γυμναζειν δει , σκοπουντας εἰ και τα μεγιστα
, πασιν ἀνθρωποις ἀπο ταυτης της ἡλικιας ἁμα τοις ἀλλοις μαθημασι συμπαραλαμβανειν και την ἰατρικην και κατακουειν τον ταυτης λογον
9999935 ἀγανακτησει
' ἀπειριαν του στρατηγειν : και ἀλλῃ πολλῃ βλασφημιᾳ και ἀγανακτησει χρησαμενοι λυειν τον χαρακα και ἀπαγειν σφας εἰς την
ὑποφορα , τουτο ἐστιν ἡ προτασις : το δε λεγειν ἀγανακτησει τοινυν , εἰ μονος των ἐνταυθοι πολιτευομενων λογων εὐθυνας
9999935 μεγαλοπρεπειᾳ
και τοις καπηλοις εἰκαζει πασι . πως ἀν τις μαλλον μεγαλοπρεπειᾳ παρα καιρον ἐχρησατο ; Φερε δη κἀκεινο σκεψωμεθα ,
ἐπει δε και ταις λοιπαις ἀρεταις ὑπαρχει τουτο και τῃ μεγαλοπρεπειᾳ , ἑν μεν ὁ σκοπος το του καλου ἑνεκα
9999935 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999935 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999935 ἐκελευες
και ψηφολογειον ὡδε και διφρω δυο . κοφινους δε λιθων ἐκελευες ἡμας ἱμαν ἐπι τον κεραμον . χρυσος ὁ Κολοφωνιος
, ᾡ δε τον υἱον ἐδιδους , ἀπο τουτου φευγειν ἐκελευες γραμματα πεμπων πολλοις τοις προτερον ἐναντια τα τελευταια ,
9999935 πεποιημεθα
τῳ λογῳ τα Ἡγησινου ἐπη , ὡσαυτως δε και ἡμεις πεποιημεθα παρ ' αὐτου Καλλιππου διδαχθεντες . Ἀσκρης μεν δη
ἀλληλοις ἐκ των περι ἑκατερου ἐκλελεγμενων , καθ ' ὁν πεποιημεθα την ἐκλογην τροπον , ἠ μη ἐνδεχομενων τῳ αὐτῳ
9999935 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999935 συνετεθη
δαιτος . μυθολογειται δ ' ὁτι διασπασθεις ὑπο των Τιτανων συνετεθη παλιν ὑπο της Ῥεας , αἰνιττομενων των παραδοντων τον
τῳ περινοστειν τας πολεις τροφης ἑνεκεν ἀπελιπεν . ὑστερον δε συνετεθη και συνεταχθη ὑπο πολλων και μαλιστα ὑπο Πεισιστρατου του
9999935 ἐδηλωσαν
δε τινες ἐξαγγελλουσι τοις οἰκειοις την ἐπιβουλην και οὑτοι ἐλθοντες ἐδηλωσαν το πραγμα τοις δικασταις και οὑτως ἀπεχειροτονησαν οἱ δικασται
και τα πραχθεντα ἀκουσαι . οἱ δε μεχρις ἀγορας ἐλθοντες ἐδηλωσαν τοις δημαρχοις τα γενομενα , κἀκεινοι συναγαγοντες ἐκκλησιαν ἐκελευον
9999935 ἐχειρωσατο
Ἰωνιη ἐδεδουλωτο . Ὡς δε τους ἐν τῃ ἠπειρῳ Ἰωνας ἐχειρωσατο Ἁρπαγος , οἱ τας νησους ἐχοντες Ἰωνες καταρρωδησαντες ταυτα
τῳ Φιλιππῳ προς αὐξησιν . εὐθυ γαρ την μεν Πυδναν ἐχειρωσατο , προς δε Ὀλυνθιους συμμαχιαν ἐθετο και Ποτιδαιαν ὡμολογησε
9999935 Ἀριστωνα
φησιν εἰρηκεναι τινας Ξενοφανους αὐτον ἀκηκοεναι . λεγειν τ ' Ἀριστωνα ἐν τῳ περι Ἡρακλειτου και τον ὑδερον αὐτον θεραπευθηναι
' ἑν οὐδ ' ἀπογεγραπται , ἀλλα βουλευσεως τον Ἀλωπεκηθεν Ἀριστωνα διωκει . ναι , φησιν : ἀδικως γαρ μ
9999934 Μεγακλης
τους συνωμοτας του Κυλωνος . . . . . ὁ Μεγακλης και οἱ συναρχοντες . . . . . τους
μαλιστα παντων Ἀθηναιων . Και γαρ ὁ της μητρος πατηρ Μεγακλης και ὁ παππος Ἀλκιβιαδης δις ἐξωστρακισθησαν ἀμφοτεροι , ὡστ
9999934 ἐνεμεινε
το συκα ἐκλεγειν ἀπο των συκων και το συκοφαντειν , ἐνεμεινε δε τῃ τροπῃ . Γοργιαι τε και Φιλιπποι :
, ὁς ἀρετῃ και σοφιᾳ ζησας , τῃ παραλογῳ καταδικῃ ἐνεμεινε , της κλοπιμου σωτηριας τον ἐν ἀδικῳ καταδικῃ προθεμενος
9999934 αἰσχυνην
μεν χωραν ἀνεσωσε τῃ πολει , την δ ' ὑπαρχουσαν αἰσχυνην ἀπηλλαξεν : οὑτος δ ' , ἡν βασιλευς και
, την δε , ὁπως μη φωραθεις ὑπο των ἐναντιων αἰσχυνην ἀνοιας ὀφλησω : τα γαρ τοιαυτα του πολεμου κλεμματα
9999934 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999934 Φρυνης
λογου δηλοι . . . . . ἐν τῳ ὑπερ Φρυνης λογῳ Ὑπ . ὁμολογων ἐραν της γυναικος κτλ .
ἐφ ' ᾡ Πραξιτελην λεγεται φρονησαι μεγα : και ποτε Φρυνης αἰτουσης , ὁ τι οἱ καλλιστον εἰη των ἐργων
9999934 βραχυτητα
. πεποιηται δε ἀπο των μικρων τριχων των . δια βραχυτητα μη δυναμενων καρηναι . ἀκαρες γαρ το ἀτμητον .
ἠτοι δια την ἰδιοτητα της του καμνοντος φυσεως ἠ δια βραχυτητα του δοθεντος φαρμακου : πολλακις δε και κοπρος ἐσφηνωμενη
9999934 ἐγεννησεν
δε ἐπιῤῥηματικως , τουτεστι , την δε ἑτεραν προτερον μεν ἐγεννησεν ἡ νυξ ἡ ἐρεβεννη , ἡν ὁ Προκλος θεον
ἡ μεν οὐχ ὁρᾳ ἁ ἐχει : οὐδε γαρ αὐτη ἐγεννησεν , ἀλλ ' ἐστι και αὑτη εἰδωλον και οἱ
9999934 Θετταλου
Ποθεν τοις Ἑλλησιν ἠδη συναχθεται Πατροκλος οὐπω τουτο παθοντος του Θετταλου ; ἀμφω μεν γαρ συνηθεις και φιλοι , κοινα
και Φειδιππου , των Θετταλου του Ἡρακλεους , ἐπελθοντας ἀπο Θετταλου του ἑαυτων προγονου την χωραν ὀνομασαι . εἰρηται [
9999934 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999934 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης

Back