ἀλωπηξ κατα την ἑαυτης ἀγχινοιαν τας ἐνεδρας και οὑτως ἑαυτην ἡρμοσεν , ἱνα και την χαριν ἀναπληρωσῃ και κινδυνον ἐκφυγῃ
Ω . θ . τετρηνεν δ ' ἀρα παντα και ἡρμοσεν ἀλληλοισιν γομφοισιν δ ' ἀρα την γε και ἁρμονιῃσιν
9999947 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999946 ἀνακτορα
: Τηνερος Ἀπολλωνος υἱος βασιλευς των Θηβων Τηνερου τ ' ἀνακτορα τα του Τηνερου μαντεια και βασιλεια . ὁ δε
τα μουσεια δικαστηρια καθισταναι και πρατηριον ποιειν του δικαιου τα ἀνακτορα των Μουσων και ἀναφυρειν τους μανθανοντας τοις δικαζομενοις ,
9999945 γραμματικη
οὐκουν ἐπει οὐδεν ἐστιν εἰδησις παρα τον εἰδοτα , οὐδε γραμματικη τι παρα τον εἰδοτα γραμματικον , ὡς οὐδε περιπατησις
, συμβαινειν ἀπο ἐμπειριας την γνωσιν , ὡς και ἡ γραμματικη γνωσις ἐστι τινων , ὡν αὐτος παρατιθησιν . Ἀλλοι
9999944 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999943 βραχεν
' ἁλων : ἀδιαντον μεθ ' ἁλων : ὀροβινον ἀλευρον βραχεν οὐρῳ παιδος ἀφθορου και ἀναληφθεν πισσῃ και κηρῳ και
ἐν ὀξει ἑφθην ἠ ὀροβινον ἀλευρον ἐν οὐρῳ ἀφθορου παιδοϲ βραχεν και ἀναληφθεν πιϲϲῃ και κηρῳ ἐν ἐλαιῳ τετηκοϲιν ἠ
9999943 ἐγχειρημα
, οὑτως , ἐκεινως , τουτο γινωσκων ὁτι ἑν καινον ἐγχειρημα , κἀν τολμηρον ᾐ , πολλων παλαιων ἐστι χρησιμωτερον
ἐμαυτου , ὁτι με προς την διανοιαν ταυτην και το ἐγχειρημα χρησιμον σαυτῳ νενομικας . μεχρι νυν μεν γαρ ,
9999942 ἐνηλλαξεν
τους βαρβαρους και προς τους Ἑλληνας ἐσπεισατο , ἀλλ ' ἐνηλλαξεν . ἐκεινων μεν γαρ ἀφειλε πασαν την κατω χωραν
παροιμιακον . εἰτα μεταβας εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν και το μετρον ἐνηλλαξεν . εἰσιν οὐν τα ἑξης δυο κωλα τροχαϊκα ,
9999941 καλαμινθηϲ
θηρια την αὐγην . ὑποϲτρωννυϲθαι δε ϲτιβαδαϲ ἀπο ἀϲφοδελων και καλαμινθηϲ , ἀγνου , γληχωνοϲ , πολιου , κονυζηϲ ,
και τα δραϲτικωτερα , οἱον το ἀφεψημα του ϲεριφου ἠ καλαμινθηϲ ἠ πτερεωϲ ἠ του καρδαμωμου το ϲπερμα ἠ ῥοιαϲ
9999941 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999941 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999941 χαλεπην
ἐτυχθη : οἰκων γαρ φθειρει κτησιν βιοτῳ προϊουσιν , και χαλεπην πενιην γηρως ἐπι λυγρου ὀπαζει . φαυλη και κεροεσσα
και κρισεως ἀρετης , φησιν ὁ Πλατων : την οὐν χαλεπην φημην φυλακτεον εἰς δυναμιν . ἡ γαρ κακη φημη
9999941 Μελισσου
: το δε τελος περας . διο βελτιον οἰητεον Παρμενιδην Μελισσου εἰρηκεναι : ὁ μεν γαρ το ἀπειρον ὁλον φησιν
των τεσσαρων εἰναι τον ἀνθρωπον οὐ κατασκευαζουσι , τον δε Μελισσου λογον ὀρθουσιν ἡγουμενου μεν ἑν εἰναι και αὐτου τουτου
9999940 φοβερωτερα
μικρον ἀναγκαζονται καταφρονειν : οὑτως ἐνιοτε τα πρωτα και ἀρχομενα φοβερωτερα των χρονιζομενων εἰναι δοκει . διο πολλακις ἠδη τινες
ὑπηρετουντας του Παυσανιου και μαλλον το μηδενα ἀπονοστησαι των πεμπομενων φοβερωτερα μηνυσις ἐγενετο τοις μηπω ἀπεσταλμενοις . και ἐπει το
9999940 εἰργαζετο
Ἐρωτι , χαλεπῳ τυραννῳ , τας δυο μοιρας αὐτος σχεδον εἰργαζετο μονος , πλεονεκτων ἐν τοις πονοις ἡδεως , ἱνα
μεν Πολυγνωτος ἐγραφε τα μεγαλα , και ἐν τοις τελειοις εἰργαζετο τα ἀθλα : τα δε του Διονυσιου πλην του
9999940 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999939 Καρχηδονιων
Καρχηδονα . , . . ) Ὑπηρχον γαρ οἱ μετα Καρχηδονιων στρατευσαμενοι Ἰβηρες , Κελτοι , Βαλεαρεις , Λιβυες ,
τῃ ἀποικιᾳ την πολιν διεγραφον , ἐνθα ποτε ἠν ἡ Καρχηδονιων , οὐδεν φροντισαντες , ὁτι Σκιπιων αὐτην , ὁτε
9999939 ἐδωκεν
ἐναντιους . οἱ μεν ἐκομισαν , ὁ δε λαβων συνθημα ἐδωκεν Ἑρμην Φιλιον , ὡς τουτο προς τους ἐνδιδοντας αὐτῳ
χρυσιον εἰχε δουναι , ὁπως πεισῃ την Γαλατειαν . χρυσον ἐδωκεν : ἀντι του εἰχε δουναι τῃ Γαλατειᾳ εἰς το
9999939 ἀθροισθεν
των Περσων ἐνικησεν ὁ Ἀγησιλαος και το πεζον τοτε πλειστον ἀθροισθεν μετα γε τον Ξερξου και προτερον ἐτι ἐπι Σκυθας
στρατηγον ἀπο ἐθνους ἑκαστου , και το μεν ἐκ παντων ἀθροισθεν στρατευμα ἐκτος της πολεως συνειχεν , ἑκαστου των ἐθνων
9999939 ἐδωκαν
ἡμιν ἀρτους πυρινους , αὐτοι δε κεγχρον ἑφθην ἠσθιον . ἐδωκαν δε και οἰνον ἡμιν πιειν , ὑδωρ αὐτοι πινοντες
Λυδοι μεν ἐπασχαλαντες [ συμφοραισι δισχελιοις στατηρας [ ἀμμ ' ἐδωκαν , αἰ κε δυναμεθ ' ἰρ [ ἐς πολιν
9999938 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999938 λαμβανοιτο
ἐν πλειοσι και ἐν ἐλαττοσιν ἐνιαυτοις της αὐτης θεωρεισθαι : λαμβανοιτο δ ' ἀν ἐγγιστα ἀκριβως ἡ τοιαυτη ἀποκαταστασις ,
τον λογον , εἰτε ἀμφω του ὑποκειμενου κατα συμβεβηκος κατηγορουμενα λαμβανοιτο εἰτε το μεν ἑτερον του ὑποκειμενου και ἐν ᾡ
9999937 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999937 αἰσθησεσι
μεν παντελως ἀμοιρα , μονοις δε μετεστι θεοις : ὡς αἰσθησεσι γε και ὁρμαις πολλων ἠδη ζῳων της ἀκριβειας και
ἐφη : της ἀνθρωπινης συγγενη φυσεως φυσιν ἀλλαις ἰδεαις και αἰσθησεσι κεραννυντες ὡσθ ' ἑτερον ζῳον εἰναι φυτευουσι τα ἡμερα
9999937 Αἰθιοπων
. το ἐθνικον Μερμησσιος και Μερμησσευς . Μεροη , πολις Αἰθιοπων . Ἡροδοτος δευτερᾳ . ἀπο Μεροης . ἐστι και
και Φοινικων θεοτευκτων . Τῳ δ ' ὑπο Θρηικιων και Αἰθιοπων κλιμα κειται . Τῳ δ ' ὑποκειθ ' Ἑλλας
9999937 ἐλλεβορου
ἀπο ῥαφανιδων ἐμετοιϲι χρεο : ἠν δε και ἐγκρυψῃϲ ταιϲδε ἐλλεβορου του λευκου ῥιζαν ἐϲ μιαν νυκτα , εὐτονωτατη ἀν
φαρμακων καθαρσεις τας τε ἀλλας και μαλιστα την δι ' ἐλλεβορου του λευκου : ῥηγνυται γαρ αὐτοις ἀγγειον τι των
9999937 θερμαντικα
καθολου εἰπειν ἐν ταις δυναμεσι ταις εἰρημεναις ὁτι στυπτικα και θερμαντικα : τα ἀρωματα γαρ τα τοιαυτα φαρμακωδη . Ταυτα
και συνεχως ἐκτιτρωσκουσαις . τα θειωδη δε νευρων μαλακτικα και θερμαντικα και πονων παρηγορητικα , στομαχον δ ' ἐκθηλυνει και
9999937 συνελαβε
οὐκ ὀν : πλουσιος στρατηγος πενητος ἐχθρου παιδας ὡς προδιδοντας συνελαβε και τα ἑξης . ηʹ . Συγκατασκευαζομενος δε γινεται
: οἱον πλουσιος στρατηγος πενητος ἐχθρου παιδας τρεις ὡς προδιδοντας συνελαβε και τους μεν δυο μη ὁμολογησαντας ἐν ταις βασανοις
9999936 ἠρεσεν
και τουτον προσκαλεισθαι , ἱνα φαγῃ συκα . ἀνασταντος δε ἠρεσεν αὐτους ἀπο της συκης χεσαι ἀνωθεν . βιαζομενος οὐν
ἐτι εἰς την τοιαυτην χρησιν ἐξηυρημενοι . ὡς δ ' ἠρεσεν αὐτοις ὑστερον , και τους ἁλας προσαγουσιν . οἱς
9999936 βουλευτηρια
, βασιλευ : τουτο γαρ , τουτο ἐστιν ὁ τα βουλευτηρια κεκενωκε μαλιστα . ἰσως μεν γαρ τι και ἀλλο
ἁρμονιαν ἀπταιστον : ἀλλα πολιτικης και της περι δημους και βουλευτηρια παρασκευης ἡκεις ἐνδεης ὠν ; συ μεν και πεφωρακας
9999936 σπουδαζει
►τα κατα πασαν θεωρουμενα τεχνην γνωσις του πραγματος περι ὁ σπουδαζει ἐπισκεψις αἰτιων δι ' ἁς προσφερει ἑκαστοις ἁ προσφερει
ἰουσης της νοσου . ἡ γαρ φυσις ἐκ των ἀντικειμενων σπουδαζει ἐπι το συμμετρον ἀγειν του λεπτου και παχεος .
9999936 βουλευτικη
. περι ταυτα δε ἡ ἐπιστημη , ἡ δε φρονησις βουλευτικη και οὐκ ἐστιν ἐπιστημη . ἐπει δε συμπεραινομενος και
. πας γαρ ὁ προαιρουμενος βουλευομενος προαιρειται . διο και βουλευτικη ὀρεξις ἡ προαιρεσις καθ ' αὑτην ἀποδιδοται . πως
9999936 Ἀνδρομαχης
Μολοσσιαν ὀνομαζειν . Διο τον Αἰακιδην ὑπ ' αὐτης ὑπεκτεθηναι Ἀνδρομαχης , προς το , εἰ δια την ἀπαιδιαν Ἑρμιονης
, φησιν ὁ Ἀρισταρχος , προκαταχρησαμενος ὁ ποιητης τῳ της Ἀνδρομαχης προσωπῳ κατα την προς Ἑκτορος κοινολογιαν , ἀπεσχησθαι νυν
9999936 ἐφυλασσεν
ὑφειλατο νομην καλλιστην , και εἱρξας εἰς την σφετεραν αὐλην ἐφυλασσεν . Ὁθεν τον δεσποτην φασι ζητειν παρα τοις ποιμεσι
κατεσχεν την πολιν . Ὁτι Ἀντιοχος βουλομενος κρατησαι Δαμασκου ἡν ἐφυλασσεν Διων , ἐπηγγειλε τῃ στρατιᾳ και τῃ χωρᾳ πασῃ
9999936 γονευσι
γαρ ἐστιν ἑκαστῳ των προς ἀξιαν , οἱον θεοις , γονευσι , συγγενεσι , φιλοις , οἰκειοις , πολιταις .
πατριδι . διαφερει δε τι ; ὁτι ὁ μεν τοις γονευσι μονον γεγενησθαι νομιζων τον της εἱμαρμενης και τον αὐτοματον
9999936 ῥητορικως
δοκει γε σοι ὡς ἐγω λεγω . Ὠ μακαριε , ῥητορικως γαρ με ἐπιχειρεις ἐλεγχειν , ὡσπερ οἱ ἐν τοις
ἰατρος ἰατρικος . και τα ἐπιρρηματα γραμματικως , πολιτικως , ῥητορικως , σοφιστικως , ποιητικως , μουσικως , ἀστρονομικως ,
9999936 σκολοπας
δε ἐπιτεθεντες βελοτρωτοις ἐξαγουσι τας ἀκιδας των βελων , και σκολοπας και ἀκανθας και ὁσα τοιαυτα ἀποβαλλει . συν κηρῳ
μηδεμια φειδω τοις ἐθελουσι τεμνειν εἰς χαρακωματα και σταυρους και σκολοπας ταφροις και , ὁποτε δεοι , κλιμακων και πυργων
9999935 εὑρεθεισης
ἐξ ἐκεινου καλειται του χρονου Καπιτωλινος ὁ λοφος ἐπι της εὑρεθεισης ἐν αὐτῳ κεφαλης : καπιτα γαρ οἱ Ῥωμαιοι καλουσι
και το μερος της ὡροσκοπουσης προγινωσκειν , ἐξ αὐτης της εὑρεθεισης μοιρας καταληπτος ἐσται , καθως και ἐν τῃ προτερᾳ
9999935 διηνεγκεν
φθαρτου . τῃ μεν οὐν πρωτῃ διαφορᾳ τα ζωα ταυτῃ διηνεγκεν , ὁτι τοις μεν ἁπασαι της ψυχης ὑπαρχουσιν αἱ
ποδας αἰνετος , ἠδ ' Ἀμαρυνθος . και οὑς ὀνομαστι διηνεγκεν . . . , ὡς καταλεξῃ : . .
9999935 παρεθεμεθα
ἐν τῃ ἀγραφῳ , ὡστε δια πολλας αἰτιας , ἁς παρεθεμεθα , μονη παρα τας ἀλλας ταυτην ἐκληρωσατο την προσηγοριαν
συκοφαντα : και ταυτα μεν ἀπο της των ἀρχαιων παρασκευης παρεθεμεθα : δεικτεον δε και ἐν πλασματι του νομοθετου την
9999935 μεγαλοπρεπη
της Λητους μυθος . ποιει τε ἡδονην και ἀστεϊσμος . μεγαλοπρεπη δε ποιησεις την διηγησιν ὑψηλῃ φρασει και διῃρμενῃ και
οὑτος χρηματα τῃ Λακεδαιμονι , ἀπεπεμψαν αὐτον οἰκαδε προπομπην δοντες μεγαλοπρεπη . ἐκ δε τουτου ἠδη μεν ἐτη ἐγεγονει ἀμφι
9999935 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999935 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999935 Ὀλυμπιονικην
των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και αὐτη παιδα Ὀλυμπιων ἀγωνιστην
, ἠγουν την συνηθειαν , τιμα και τον ἀνδρα τον Ὀλυμπιονικην , τον εὑροντα ἀρετην , ἀντι του εὐφημιαν ἑνεκα
9999935 διεφυλαξεν
προσανεχοντας ὁς ἐμοι τε και τοις προγονοις ἡμων την βασιλειαν διεφυλαξεν , οὐ μονον ἀπολυω της ἐκ των προσαπεσταλμενων ὑπο
, βασιλει πεμψον αὐτην : και γαρ αὑτη με σοι διεφυλαξεν ὡς ἀδελφου γυναικα παραλαβουσα . “ ” οὐδεν ἐστιν
9999935 Σικελιωτης
μεν γαρ ἐστιν ὁ ἐξ αὐτης της Σικελιας ὠν , Σικελιωτης δε ὁ Σικελος μεν μη ὠν , την δε
ἐπι των τριων χρονων . Σικελος ὁ Σικελιας οἰκητηρ . Σικελιωτης δε ὁ ἐξ ἀλλοδαπης εἰς Σικελιαν ἀποικος ἐλθων .
9999934 δεκατῳ
ἐστι παντων , και ὁτι οὐ δει ἐπιορκειν . . δεκατῳ δ ' ἐπιμισγεται . δια τουτου παλιν δηλοι το
ἠν , ἁρπασαντων Κιῤῥαιων την Πελαγοντος του Φωκεως Μεγιστω . δεκατῳ δε ἐτει ἑαλω και ἡ Κιῤῥα . Δουρις δε
9999934 διεφθειρετο
ἐγεινετο εἰς τα σωματα προσθεσις , κἀν ? ? ? διεφθειρετο ῥαιδιως ? ? ? τα σωματα . * ὁθεν
ἠ γαρ ἐξημβλουτο τα ἐμβρυα , ἠ κατα τους τοκους διεφθειρετο ἐστιν ἁ και τας φερουσας συνδιαλυμηνα - μενα .
9999934 τριπλασιονι
ηʹ ιϚʹ λβʹ ξδʹ . ἀπο μοναδος ζʹ ἀριθμοι ἐν τριπλασιονι λογῳ προσαυξηθεντες ποιουσι τετραγωνον και κυβον τον ψκθʹ ,
τα τριγωνα εὑρεθησονται ἐν τετραπλασιονι , εἰ δε ἐκειναι ἐν τριπλασιονι , ταυτα ἐν ἑξαπλασιονι και καθεξης ὁμοιως . Ἀντιστρεφει
9999934 ἐδειτο
ἡ παρεισοδος γενοιτο τοις ὑγροις . εἰ δε και φυσικης ἐδειτο σκεπης , αὐταρκες ἠν μονας τας εὐρυχωριας ὑμενι διαπεφραχθαι
τον Καισαρα . Λεπιδος δ ' αὐτοις ἀπιουσιν ἠπειλει και ἐδειτο και των σημειων εἰχετο και οὐ μεθησειν ἐλεγε ,
9999934 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999934 κρινοιτο
γινεται δε και δια κακιαν : ὡς ἀν εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας : προειληπται γαρ ἡ κρισις : ὁτι καταψηφιουνται
: γινεται δε και δια κακιαν , ὡς εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας , προειληπται γαρ κρισις , ὁτι καταψηφιουνται αὐτου
9999934 ὠμοσεν
των ἐλευθερων σωματων ἀπεχεσθαι προσεταξεν . Ἀτιλιος ἁλους ὑπο Καρχηδονιων ὠμοσεν αὐτοις , ἠν ἀφεθῃ , πεισαι ἀν την συγκλητον
της πραξεως τρεις μηνας . ὁ μεν δη Τισσαφερνης ἁ ὠμοσεν εὐθυς ἐψευσατο : ἀντι γαρ του εἰρηνην πραττειν στρατευμα
9999934 συγγραμμα
το ἐντελως μαθειν ἡμας τας πεντε φωνας τελος λαβειν το συγγραμμα , ἀλλ ' ἐπειδη προς εἰσαγομενους ἐποιειτο τον λογον
γεγραφασιν . . ἐνιοι μεν οὐν Πυθαγοραν μηδε ἑν καταλιπειν συγγραμμα φασι το δε φερομενον ὡς Πυθαγορου Λυσιδος ἐστι του
9999934 δριμει
: εἰ δ ' ἀναπλασαι θελοι τις αὐτο , ὀξει δριμει φυρατεον και οὑτως ἀναπλαστεον και ξηραντεον ἐν ἡλιῳ .
ζωῳ χαριζεται : τῳ γαρ λεπτομερει της οὐσιας και τῳ δριμει της ποιοτητος , ῥιπτομενη εἰς τας των ἐντερων ἑλικας
9999934 ἀπηνες
αὐτῳ , οἱα και Παρθενοπαιῳ καλουμενῳ , ἀλλα ὠμον και ἀπηνες και χαλεπον , ἐτι δε και γοργον ὀμμα ἐχων
, ἐριῳ δε μαλακῳ λεπτῳ σκεπειν : ἐπει γαρ ἐστιν ἀπηνες το ξυλον , το ἐριον περιτιθεμενον αὐτῳ ὡς μαλαγμα
9999934 κατεληφθη
ἀλλ ' οὑτος ὑγιες οὐδεν ὡν φησιν λεγει , ἐπει κατεληφθη σου λαθραι πωλων τα σα . ἐγω ; κακως
ἐπ ' ἐκεινου μενει του ϲχηματοϲ , ἐφ ' οὑ κατεληφθη , οἱον ἱϲταμενοϲ ἠ καθημενοϲ ἠ μυων ἠ ἐμβλεπων
9999934 μετοπισθε
, χαιρετε δ ' ὑμεις πασαι . ἐμειο δε και μετοπισθε μνησασθ ' , ὁπποτε κεν τις ἐπιχθονιων ἀνθρωπων ἐνθαδ
' ἀνευθεν ἀοσσητηρ μεγ ' ἀμεινων νηυσιν ἐπι γλαφυρῃσιν ἐγω μετοπισθε λελειμμην , ὁς τοι γουνατ ' ἐλυσα : σε
9999934 ἀναγκαζομεθα
των ὀδυνων ἠ τας μαλακιας των πασχοντων , οὑς θεραπευειν ἀναγκαζομεθα , μηδε βραχυτατης ὀδυνης ἀνασχεσθαι δυναμενους , τα ναρκωτικα
, οὐκ ἐπιτρεποντες δε ἀλλοις ἁ μη ἐπισταμεθα πραττειν , ἀναγκαζομεθα ἁμαρτανειν αὐτοι πραττοντες . διο παντα ἀνθρωπον χρη φευγειν
9999934 ληφθεισης
γαρ ἐν πρωτῳ σχηματι το τοιουτον συναγομενον της μειζονος ἀποφατικης ληφθεισης : ἡ δε τοιαυτη ἀποφασις προς ἑαυτην ἀντιστρεφει .
εἰπειν προτερον ὁτι ἐσται λευκον . ἐντευθεν κατασκευην λαμβανει της ληφθεισης ὑποθεσεως ὁτι τῃ ἀληθειᾳ των λογων ἡ των πραγματων
9999933 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999933 θεμελιοι
τοιχοι , και εἰ τοιχοι , θεμελιοι , και εἰ θεμελιοι , ὀρυγη . και εἰ ὁ Μηδικος Ἀθηναιοις ἐπενηνεκται
λιθων ἐπηκολουθησε τμησεως , ἠ μαλλον εἰπειν προηγησατο , ὁτι θεμελιοι γεγονασιν , εἰ δε τουτο , και λιθοι τετμηνται
9999933 θερμαντικη
. ἁπασης μεν οὐν πιμελης δυναμις ἐστιν ὑγραντικη τε και θερμαντικη των ἀνθρωπινων σωματων : αἱ δε καθ ' ἑκαστην
σπερμα πλατυ , φυλλωδες , ὁ καλειται μαγυδαρις : ῥιζα θερμαντικη , φυσωδης , ἐρευγικη , ἀναξηραντικη , δυσπεπτος ,
9999933 λογιστικη
λογον ἐχειν δυ ' αὐτας εἰναι . Τι δε ; λογιστικη και μετρητικη ἡ κατα τεκτονικην και κατ ' ἐμπορικην
: ὀρεκτικον δε οὐκ ἀνευ φαντασιας : αὑτη δε ἠ λογιστικη ἠ αἰσθητικη , ὡς κἀν τοις περι φαντασιας ἐλεγετο
9999933 βλαπτουσα
δια των ἀρτηριων ἐπι παν το σωμα ἡπλωμενη , αἰσθητως βλαπτουσα την ἐνεργειαν . Ἡ δε οὐσια του πυρετου ἐστιν
ἐκ του παραυτικα τα νεα των σωμα - των φαινοιτο βλαπτουσα , λεληθοτως γουν κατα βραχυ της βλαβης αὐξανομενης ,
9999933 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999933 κρατιστῳ
των βαρυτερων ἀθλων , εἰ ὁ στεφανος ἐδιδοτο μη τῳ κρατιστῳ , ἀλλα τῳ διαπραξαμενῳ ; οὐδεις ἀν ποτ '
ἡ τοτε ἠν του Οὐολουσκων ἐθνους ἐπιφανεστατη τε κἀν τῳ κρατιστῳ μαλιστα τοπῳ κειμενη . στρατοπεδευσας δε πλησιον της πολεως
9999933 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999933 ἀρχαιοτατη
ἀνομοιον ἐκ της δεδοκιμασμενης λαμβανεται συνηθειας , δεδοκιμασμενη δε και ἀρχαιοτατη ἐστιν ἡ Ὁμηρου ποιησις : ποιημα γαρ οὐδεν πρεσβυτερον
του βαρβαρου ψαλτηριου , το σεμνον ἐμφαινουσα του μελους , ἀρχαιοτατη τυγχανουσα , ὑποδειγμα Τερπανδρῳ μαλιστα γινεται προς ἁρμονιαν την
9999933 βουλοιτο
πολλα ; εἰ μη ἀρα και τας στιγμας μοναδας εἰναι βουλοιτο και τετραχως αὐτων ὁρωμενων ἐκ πασων αὐτων ἀριθμους πλεκοι
ὁ σκοπος , ἀλλα μεταχωρειν δυναμενος : τις ἀν οὐν βουλοιτο εἰκῃ πλειονα ἐκβαλλειν βελη ; και γαρ το λεγομενον
9999932 ἰδιωτικως
λεγομενους κολλικας . φασι δε κολλαβους και τα της μουσικης ἰδιωτικως λεγομενα καβαλια . Θ . ἐπαινω : Οὐ βουλομαι
διακεκοσμηκως . ὁ γαρ ἰδων ταυτα μη φαυλως μηδ ' ἰδιωτικως , οὐδεις οὑτως ἀθεος ἀνθρωπων ποτε πεφυκεν , ὁς
9999932 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999932 τεταρταιῳ
τῃ ἡμερῃ ταυτῃ , μακροτερον ξυμπιπτει . Ὁκοταν δε πυρεσσοντι τεταρταιῳ ἡ γλωσσα ἐκτεταραγμενα διαλεγηται , και ἡ κοιλιη χολωδεα
τεταρταιῳ . λεγει δε οὑτωϲ : ” πρωτον μεν τῳ τεταρταιῳ πυρετῳ διϲ ωὑτοϲ ἀνθρωποϲ οὐτε ἁλιϲκεται οὐτε ἑαλωκε που
9999932 μειρακιωδες
γαρ σχηματιουμεν , φιλοτιμεισθαι δοξομεν , φιλοτιμια δε ἐν ἐπιστολῃ μειρακιωδες . κυκλον δε ἀποτορνευειν ἐν μεν ταις βραχυτεραις των
οὐν οὐκ ἐπιτηδειωςφρονιμωτατος δ ' ἀνθρωπων γενομενος διεβαλλεν αὐτο ὡς μειρακιωδες , ἱνα ὑπερεωρακως αὐτου μαλλον ἠ ἀπολειπομενος φαινοιτοτα δε
9999932 ἑκουσιῳ
την ἀνθρωπινην ἐπιμελητικην διχα διαιρωμεθα , τῳ βιαιῳ τε και ἑκουσιῳ ; Πανυ μεν οὐν . Και την μεν γε
, ἐλεου μαλλον ἠ μισους τυγχανοιεν ἀν : ὁσοι δε ἑκουσιῳ γνωμῃ το ὀν ἐξετραποντο , ὑπερβαλλοντες και τον αὐτης
9999932 ἐνεπλησεν
, οἰμαι , ἀνατειλας ἡλιος τον ζοφον του ἀερος φωτος ἐνεπλησεν , οὑτως και ἀρετη ἀνατειλασα ἐν ψυχῃ την ἀχλυν
τας ἀφ ' ἑαυτου προσβαλον κηρας ἀσης και ἀδημονιας αὐτον ἐνεπλησεν ἠ πιανθεν ἀμετρως ἀπολαυσει ἡδονων ἀμβλυτερας τας εἰς το
9999932 ἀμφορευς
διωτον σταμνιον . ἠ το ἑκατερωθεν αἰρομενον † ἀμφαιρευς και ἀμφορευς κατα συγκοπην , πλεονασμῳ του ο . . .
ω οὐδις και ἐν συνθεσει ἀμφουδις . . . . ἀμφορευς : το ἑκατερωθεν διωτον σταμνιον . ἠ το ἑκατερωθεν
9999931 ἐλαχες
' ἀνθος ἐχει καθαρον . Ὠνθρωπ ' , εἰ γνωμης ἐλαχες μερος ὡσπερ ἀνοιης και σωφρων οὑτως ὡσπερ ἀφρων ἐγενου
ἀνδρι φερειν κρεσσονες : οἰκοθεν ματευε . ποτιφορον δε κοσμον ἐλαχες γλυκυ τι γαρυεμεν . παλαιαισι δ ' ἐν ἀρεταις
9999931 κρυσταλλοειδους
κερατοειδους και ἐπιπεφυκοτος . και ὑγρων τριων , ὑελοειδους , κρυσταλλοειδους και ὠοειδους ὡς ἠδη ἐπιπεφυκοτος νευρωδους ἠ νευρων ὀπτικων
αὐτα κατα θατερον μερος το ἐνδον το οἱον ἡμισφαιριον του κρυσταλλοειδους ἀσφαλειας ἑνεκα και κυκλος εἱς ὁ προειρημενος ὁ μεγιστος
9999931 συστροφη
σημαινει δε και το ἐκπορθησαι . ἑλη γʹ : ἡ συστροφη . ὁ δρυμος . και εἰλει : συνεκλεισεν .
και οἱ στροβιλοι κωνου ἐπεχουσι δικην . στροβιλος ἐστιν ἡ συστροφη . στροβιλους οὐν εἰπε καθ ' ὁ και ἀλλαχου
9999931 ἐβασιλευσε
Ναβουχοδονοσορος την Τυρον ἐπ ' ἐτη τρισκαιδεκα . Μετα τουτον ἐβασιλευσε Βααλ ἐτη δεκα . Μετα τουτον δικασται κατεσταθησαν και
καλουμενης ἀπο του Σικελου τουτου , ὁς και ἐν αὐτηι ἐβασιλευσε . και Μενιππος δε ταὐτα φησιν . Θουκυδιδης δε
9999931 Πελοποννησιων
διηγουμενον πραγματα ἀρκουντως εἰπειν ὁ πολεμος οὑτος : ὁ των Πελοποννησιων ʃ λειπει το τοινυν : και ὁ πολεμος τοινυν
μυριασι δε ἑξ στρατιας των πολεμιων εἰσβεβληκοτων , και τουτων Πελοποννησιων , οὐδε γαρ τουτο φαυλον εἰς προσθηκην , ἀνθρωπων
9999931 ἐθηκαν
: “ τῃ δε παρ ' ἀμβροσιην δμωαι και νεκταρ ἐθηκαν . ” ὁτε δε την θειαν : “ ἀμβροσιην
ἐν αἱς συλλεξουσι τα χρηματα . συναγαγοντες οὐν λιθους ἀνδρομηκεις ἐθηκαν εἰς την ἀγοραν και ἐκλιποντες την Σεριφον ᾠχοντο .
9999931 ἐτολμησαν
ἀπεκρινεσθε αὐτοις ἀναγιγνωσκοντες και ἐπι ξενια αὐτους ἐκαλειτε , οὐκ ἐτολμησαν παρελθειν , οὐδ ' εἰπειν ὁτι καταψευδεσθε ἡμων ,
της των Ἑλληνων σωτηριας την τε πατριδα την ἑαυτων ἐκλιπειν ἐτολμησαν και μαχομενοι και ναυμαχουντες τους βαρβαρους ἐνικησαν , ἡμεις
9999931 ἐμελησεν
κατηγορησαι : εἰ δ ' ἐλεγχθησονται ψευδομενοι , οὐδεν αὐτοις ἐμελησεν . Ὡσπερ οὐν , εἰ ἀληθη ἠν ταυτα ἁ
ὁ βασιλευς : ἑτεροις δε ἐν ταις τηλικαυταις των Ἀφροδιτης ἐμελησεν . ὁ δε τοσουτον ἀπεσχε του ζητειν , εἰ
9999931 ἀντιδικῳ
γαρ κἀνταυθα λυσαι την ἀντιθεσιν ἐθηκε προηγουμενως ὡς παραινων τῳ ἀντιδικῳ και κατεσοφισατο και λυειν ἐδοξε μετα του και ὀνειδιζειν
νοημα ἐνον ἀπο του ἰδιου προσωπου εἰπειν , περιεθηκε τῳ ἀντιδικῳ . Και Ὀδυσσευς παρ ' Ὁμηρῳ βουλομενος τοις Ἀχαιοις
9999931 ἀπελογειτο
ἐπι σφισι της αἰτιας . ἐπειδη δ ' οὐδεις οὐκετι ἀπελογειτο , ἀνεδωκαν οἱ δημαρχοι την ψηφον ταις φυλαις τιμημα
ταραχης εἰς την αὐλην , ὁ βασιλευς μεταπεμψαμενος τον ἀδελφον ἀπελογειτο μετα δακρυων , μη πιστευειν τῳ την βασιλειαν ἐπιχειρουντι
9999931 διηνεγκαν
ὠτων αὐτοις ὁ λεγομενος Ἡρακλειος δεσμος . μετα δε τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι
ταις ὁδοιποριαις παρα σταδια διακοσια ἐστιν ὁτε τοις ἑκατον σταδιοις διηνεγκαν ἀλληλων ἀνθρωποι τῳ ταχει , ἀμφοτεροι και νεοι ὀντες
9999931 Ἀριστωνι
το παραυτικα . Ὁ δε παις ηὐξετο , και τῳ Ἀριστωνι το εἰρημενον μετεμελε : παιδα γαρ τον Δημαρητον ἐς
το εἰδος καλλιστην ὑπο Ἑλενης γενεσθαι , ταυτην ἀγαγομενῳ τῳ Ἀριστωνι ἐγενετο υἱος Δημαρατος ἐν μονοις μησιν ἑπτα : και
9999931 ἐλαττονι
μεσος τῳ ἐσχατῳ ὑπαρχῃ , ἀναγκη και τον μειζονα τῳ ἐλαττονι ὑπαρχειν . ἀλλ ' ὁσον ἐπι τουτῳ και της
την μεν μειζονα τῃ μειζονι , την δε ἐλαττονα τῃ ἐλαττονι : ἡ μεν ἀρα του ΑΔ κυκλου μειζων περιφερεια
9999931 διαιρετικῃ
ἐλαττονα κατα γενος ἐστι τα ζητουμενα , ἠδη δεικνυσι τῃ διαιρετικῃ μεθοδῳ χρωμενος . τι δε τουτων ἑκαστον δηλοι ,
την των ζητουμενων τοις ἀλλοις ζητημασιν εὑρεσιν , οἱον τυχον διαιρετικῃ ἠ ἀναλυτικῃ το εἰναι εὑρισκουσαις και τι εἰναι ,
9999931 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999931 συλλογιστικη
καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη προτασις ἁπλως πασα ἡ κοινη καταφασις ἠ ἀποφασις τινος
λαμβανοιτο τα ἐναντια ἀλληλοις ἠ τα ἀντικειμενα : οὐδε γαρ συλλογιστικη ἡ των τοιουτων ἐκλογη , ὡς αὐτικα δη μαλα
9999931 ἐλυπησεν
ἐτι τοιουτον , ἀλλ ' ἐχων ἁς εἰπον ὑπερβολας οὐκ ἐλυπησεν , ἀλλ ' ἀποχρην ἡγησατο ὁμοιαν την ἑαυτου πολιτειαν
Ἰασων δε λαβων Γλαυκην την Κρεοντος οὐ μικρως την Μηδειαν ἐλυπησεν , ἡ φαρμακοις Γλαυκην ἀνελουσα και Κρεοντα και τους
9999930 ἐμαρτυρησεν
αὐτου . οὐδ ' ἀν εἱς ἐτι δηπου τουτ ' ἐμαρτυρησεν , εἰ μη τις και παρην διατιθεμενῳ τῳ πατρι
ὀν το μαντευεσθαι , ὁπερ και των ποιητων ἠδη τις ἐμαρτυρησεν , ἀλλα κἀν ἀποκρινηται το ἐρωτηθεν , εἰκαζει τα
9999930 γρα
κοπις , σαφως ἐκτιθεται Μολπις ἐν τῃ Λακεδαιμονιων πολιτειᾳ , γρα - φων οὑτως : Ποιουσι δε και τας καλουμενας
. . , . ποιησειας και γραψειας και ποιησειαν και γρα - ψειαν : Ἀττικοι μαλλον , οἱ Ἰωνες δε
9999930 ἐγνωρισεν
ὁρᾳ τα λειψανα του παιδιου και πενθει την τροφην και ἐγνωρισεν ὠν του δειπνου πατηρ : γνωρισας μαινεται και σπαται
ἡμιν πολλακις και ἀλλα το της ψυχης σου φιλοπονον ἀριδηλως ἐγνωρισεν , ἀνδρων ἀριστε και φιλομαθεστατε , οὐχ ἡττον δε
9999930 ἐρεξεν
χολῳ ὁπποτε κεινων μνησομαι ὡς μ ' ἀσυφηλον ἐν Ἀργειοισιν ἐρεξεν Ἀτρεϊδης ὡς εἰ τιν ' ἀτιμητον μεταναστην . ἀλλ
ἐσχατα φιλον . οἱον δ ' αὐ και τοδ ' ἐρεξεν οὐκ ἀνηρ μα Δια , ἀλλ ' ἀγαθος κυων
9999930 χαλεπης
και εἰς φιλιαν μετατρεπει . ῥυεται δε ἀπο πασης ἀναγκης χαλεπης και κεραυνου και κινδυνου και πασης ζαλης και περιστασεως
γε αὐτος αἰτιος ἐγενομην καταλειφθηναι , ὁτε δηχθεις ἐτυχεν ὑπο χαλεπης και ἀνιατου ἐχιδνης . οὐκ ἀν οὐν ᾠμην οὐδε
9999930 ἑβδομην
πουλλα , κατ ' ἀρχας πτυεντα ἀνθηρα , και ἀμφι ἑβδομην ἠ ὀγδοην ἐπι τα πεπονα . Κοιλιη ἑστηκει μεχρις
ὡν ἐστι προσθηκη ; Παλιν δ ' ὁ την ἱεραν ἑβδομην βεβηλον ἀποφηνας το γ ' ἐπ ' αὐτον ἡκον
9999930 τετρακισχιλιοι
, ἀνδρες φημι και γυναικες και παιδες , ἐγγυς που τετρακισχιλιοι : ἐληφθησαν δε και αἰχμαλωτοι ὀλιγῳ πλειους πεντακισμυριων ,
δε , ὡς μεν οἱ πολλοι , το μιλιον ὀκτασταδιον τετρακισχιλιοι ἀν εἰεν σταδιοι και ἐπ ' αὐτοις διακοσιοι ὀγδοηκοντα

Back