γ ' ἡ Δικη ς ' , ἐπει οὐτ ' ἠθελησας οὐτ ' ἐγω ' κοινωσαμην . Ἀλλ ' ἐν
ὁς τηλικοσδ ' ὠν κἀπι τερμ ' ἡκων βιου οὐκ ἠθελησας οὐδ ' ἐτολμησας θανειν του σου προ παιδος ,
9999980 τετελευτηκοτας
αὐτον εὐνοιαν . Ἀλεξανδρος δε μετα την νικην θαψας τους τετελευτηκοτας ἐπεβαλε τοις Ἀρβηλοις και πολλην μεν εὑρεν ἀφθονιαν της
τους δισμυριους . μετα δε την μαχην ὁ βασιλευς τους τετελευτηκοτας ἐθαψε μεγαλοπρεπως , σπευδων δια ταυτης της τιμης τους
9999980 μηχανης
ἐπειδη το σωμα κοσμει . ΕΦΗΡΜΟΣΕ δε , ἐπειδη μετα μηχανης . . ΠΑΝΤΑ ΔΕ ΟΙ ΧΡΟΙ . Το παν
ναρθηκι πεπληρωμενην . . ναρθηκα μεστον . θηρωμαι ] μετα μηχανης λαμβανω . πυρος ] του τοις ἀνθρωποις ἀει ἐσομενου
9999980 τεταμενη
λουτρα τα μεν τετελεσμενα , τα δε ἀνιοντα , στοα τεταμενη τε εἰς μηκος και εἰς ὡραν ἀνθουσα τοσουτον ἐχουσα
δε ἀπορραγεν τουτο ὀφρυς ἠν ὡρας εἱνεκα ὑπερ της θυρας τεταμενη λιθου του στιλβοντος ἐγκειμενου τῳ μη τοιουτῳ : ὁν
9999978 ἀναισθησια
ἀνωνυμος δια το μη γινεσθαι ἐλλειποντας τινας , λεγεσθω δε ἀναισθησια . Ἐπει δε ὁ ἐλευθεριος περι δοσιν και ληψιν
: σχεδον γαρ ἐξω της ἀνθρωπινης φυσεως ἐστιν ἡ τοιαυτη ἀναισθησια . καιτοι και τα ἀλογα ζῳα διακρινει τα βρωματα
9999978 δραπετου
των Χιων τα ἐπικηρυχθεντα χρηματα και θαψας το σωμα του δραπετου εἰς την ἰδιαν ἐχωρησε . και οἱ Χιοι παλιν
το Ϛʹ περι τετραποδων , το ζʹ περι ἀηδιας ἠ δραπετου , το ηʹ περι κλεμματος ἠ ἀποβολης , το
9999978 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999978 Θετιδος
ὁ Ζευς ἐβοηθει τοις Ἑλλησι , πριν ἱκετευθηναι ὑπο της Θετιδος : και ὁτι το ἡμιστιχιον ὁ Ζηνοδοτος μετηνεγκεν ἐπι
Τελαμων , ἐκ Ψαμαθης δε της Νηρηιδος Φωκος Πηλεως και Θετιδος Ἀχιλευς Ἀχιλεως και Δηιδαμειας της Λυκομηδους θυγατρος Πυρρος ὁ
9999978 ἀπεικοτως
λωποδυται φευγουσι τα μεσα * * * του ὀργανου οὐκ ἀπεικοτως και ἀπιστουνται , εἰ μη και την γλωτταν ἀπολλυουσιν
πληγεις ' ἀμφοτεραις χερσι κρατει πολεμου . και ταυτα οὐκ ἀπεικοτως παρυμνησεν οὐδ ' ἐξηρεν οὑτως ὡς ποιητης . ἐκεινα
9999978 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999978 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999978 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999977 τυραννιδος
την πολιν ἐλευθεροι , τιμην αὑτῳ και γενει ἀϊδιον ἀντι τυραννιδος ἐφη - μερου και ἀδικου κτωμενος . τριτον δε
κατεχομενον , μετα ταυτα ἐκεινος ἐτυραννησεν ἀφεθεις : καταλυθεισης της τυραννιδος κρινεται συνειδοτος ὁ στρατηγος : ἐνταυθα γαρ ἐν τῃ
9999977 Νικομαχον
πραξεις και λογους , Νικομαχεια δε , διοτι προς τινα Νικομαχον ἐκπεφωνηται , εἰτε τον υἱον αὐτου του Ἀριστοτελους ,
θυγατερα ἐπι τοις διδυμοις παισιν Ἀντικλειαν γενεσθαι , της δε Νικομαχον τε εἰναι και Γοργασον , πατρος δε Μαχαονος του
9999977 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999977 ἐγχειριδιον
πολιτειας . ‖ Τι ἐστι : Το [ γαρ ] ἐγχειριδιον σου [ , και τα ἑξης ] ‖ ;
. εἰ γαρ ἐγω ἐν ἀγορᾳ πληθουσῃ λαβων ὑπο μαλης ἐγχειριδιον λεγοιμι προς σε ὁτι ” Ὠ Πωλε , ἐμοι
9999977 παραληγοιτο
, Ξενοφωντος Ξενοφων : προστιθησιν ὁ τεχνικος εἰ μη διφθογγῳ παραληγοιτο : λεγει γαρ πλακουντος δε πλακου και Σιμουντος Σιμου
Τα εἰς ΛΗ μετ ' ἐπιπλοκης συμφωνου , εἰ μη παραληγοιτο Ο , ἐν προσηγορικοις βαρυνεται : ζαγκλη αἰγλη σιγλη
9999977 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999977 ἀπεδειξαμεν
και ἑτερον ψυχρον ἑλκει , ὁπερ ψευδος ἐστιν , ὡς ἀπεδειξαμεν . Και αὑται μοι ἀναγκαι προηγμεναι . Ἀποδειξας ἀνωτερω
. λαʹ . Ἡμεις δε το παραλελειμμενον ὑπο του Θεοδοσιου ἀπεδειξαμεν ἀστρονομικωτατα τουτον τον τροπον . Ἀνατελλετω γαρ ὁ ἡλιος
9999977 λαβομενη
μη τι ἀρα δεινον αὑτην ἐργασηται . Καλλιροη δε ἠρεμιας λαβομενη , χαμαι καθεσθεισα και κονιν της κεφαλης καταχεασα ,
. “ Ταυτα ἀκουσας Χαιρεας ἀνεθορε : Καλλιροη δε αὐτου λαβομενη ” που σπευδεις “ εἰπε ” πριν βουλευσασθαι περι
9999977 ἀποδεικτικοι
δυνανται δεικνυναι ὁτι οὐκ ἐστιν ἡ ἀποδειξις : εἰ δε ἀποδεικτικοι εἰσιν , αὐτοι οὑτοι την ὑποστασιν της ἀποδειξεως ἐκ
ψυχης λαμβανε τας διαφορας των συλλογισμων . οἱ μεν γαρ ἀποδεικτικοι ἐπιστημονικοι εἰσιν δι ' ἀληθων ἀποδειξεων ἐπιστημονικως ὁδευοντες :
9999977 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999976 μελισσαν
του ἰου μελι προϊεναι . το δε σημειον ὁτι ἰον μελισσαν εἰπε το μελι δια το ἀφιεσθαι ὑπ ' αὐτων
αὐταις οὑτω διαφθερεις . . . και παντα τα την μελισσαν φθειροντα ἀποσοβει και ἀναιρει . προς παντας δε τους
9999976 παρεσκευασαν
θεοι τε και τυχη το της γνωμης ἀνοσιον κατιδοντες φωραθηναι παρεσκευασαν , ἀπο δε ἀγνοιας ὁτι συνεργον την ἐρημιαν της
ἐντος του πλεγματος περιβαλοντες ἱερεια προς την ἐπιθυμιαν , οὑτω παρεσκευασαν χειροηθη και πρᾳον τον ἀγριον , ὡστε μηθεν των
9999976 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999976 ἀναισθητως
σαιμεν γελωτος , ἀλλ ' οὐδε τους ἀλλους λαθοιμεν οὑτως ἀναισθητως ἐχοντες : εἰ δ ' ὁμολογησαιμεν , τι δ
: τους δε λεληθε και αὐτο τουτο , οὑτω πανταπασιν ἀναισθητως ἐχουσι και τοσουτον εἰσι πορρω των ἱερων . οὐκουν
9999976 συνεστησατο
τῃ ἑπταχορδῳ λυρᾳ την ὀγδοην Πυθαγορας προσθεις την δια πασων συνεστησατο ἁρμονιαν . Πως οἱ ἀριθμητικοι των φθογγων λογοι εὑρεθησαν
προτεραν και πρεσβυτεραν ψυχην σωματος ὡς δεσποτιν και ἀρξουσαν ἀρξομενου συνεστησατο ἐκ τωνδε τε και τοιῳδε τροπῳ . της ἀμεριστου
9999976 παρακολουθουν
, ῥυθμος ἀξιωματικος , μεταβολη μεγαλοπρεπης , το πασι τουτοις παρακολουθουν πρεπον : αἰτια δε και ἐνταυθα ἡ τε των
. εἰ οὐν φαινεται τῳ λογῳ το ἰδιον του ποσου παρακολουθουν , ποσον ἀν και ὁ λογος εἰη . ἀλλα
9999976 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999976 παραινω
των εἰρημενων ἀπρεπη λιαν ἡγουμαι και φευκτα , και πασι παραινω μηδ ' ὁλως τουτοις προσεχειν τον νουν . τουτου
δεδηγμενοις παιδων νεογνων ἐν δομοις ἰδειν θαλος . και νυν παραινω πασι τοις νεωτεροις μη προς το γηρας ἀναβολας ποιουμενους
9999976 ἀμελησας
ἀλλων ὀλιγον φροντιζειν , κἀν διαρραγωσιν ἐπαινουντες . ἠν δε ἀμελησας ἐκεινων ἡδυνῃς περα του μετριου την ἱστοριαν μυθοις και
του στερητικου α ἀσπαλιευς . ἀφροντιστησας : ἀμεριμνησας , ἠ ἀμελησας , ἀπο του ἀφροντινω μετα του στερητικου α :
9999976 χρυσας
φησι χαλκουν φοινικα , Ναξιων ἀναθημα , και καρυωτας φιαλας χρυσας . Ἀναξανδριδης δε φιαλας Ἀρεος καλει τα ποτηρια ταυτα
, ἠ νη Δια ἑτερων τοιουτων , ἠ κατασκευασματα , χρυσας ποιησας χλαμυδας ἠτοι πορφυρας , ἠ δι ' ἐλεφαντος
9999976 πεντασυλλαβου
και κρητικου . το γʹ ὁμοιον διμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παιωνος πεντασυλλαβου , διτροχαιου και συλλαβης . το δʹ ὁμοιον τῳ
διαλελυμενων χοριαμβων , του αʹ ἑξασυλλαβου , του δε δευτερου πεντασυλλαβου . το ιβʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιγʹ
9999976 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999976 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999975 φευγουσι
ἱερειαν Ἰφιγενειαν ἐπεμψε , μεθ ' ἡς και του ἀγαλματος φευγουσι . χειμασθεντες δε ἐξωκειλαν περι τα της Σελευκειας νυν
ἐξιοντες , μαλιστα δε προς τα τραχεα των χωριων , φευγουσι γαρ τα λεια . και χαιρουσι δε των φυτων
9999975 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999975 ἀρκουσης
μεγα . Πολυαρκεος : της πολλας ἐχουσης ἀρκυς ἠ πολλα ἀρκουσης , ὁ ἐστι ῥωννυουσα , πολυδικτυου . Χαραδραις :
και βραχυπεψιαις γινεσθαι . Της τοινυν θρεπτικης δυναμεως ὑλης μεν ἀρκουσης ἀπορουσης , τα κρειττω δε ταυτης προσλαμβανομενης τα χειρω
9999975 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999975 τραχηλου
νοσος ἐκ πληθους αἱματος και στεγνωσις και ἐκπυρωσις και του τραχηλου και ὀστεων ἀλγησις και ἀγρυπνια ὑπερβαλλουσα και ἐπιθυμια πολλη
οἱ παιδες , και ὁποτε ἠ πνιγεσθαι συμβαινοι , του τραχηλου ταθεντος ἐξαιφνης ἠ του στομαχου κατασταντος εἰς ἀποριας ,
9999975 ἐπαρμα
τουτεστι προσφατον , βορβορυγμος γενομενος λυει το οἰδημα και το ἐπαρμα τῃ ὑποχαλασει διαφορουμενων των πνευματων των ἀνευ φλεγμονης :
ἐμφυσημα κακον : πουλυ διψος : κωματωδης : ὑποχονδριου δεξιου ἐπαρμα ξυν ὀδυνῃ : ἀκρεα παντοθεν ὑποψυχρα : σμικρα παρελεγεν
9999975 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999975 παρασκευαζουσα
ἐστι : περι γαρ την ὀργην το μεσον αἱρουμενη και παρασκευαζουσα τον ἐχοντα , ἐφ ' οἱς μεν δει ὀργιζεσθαι
ἑορτης ἠρεσκεν , οὐκ ἀν ἐκοπιασε δηπου τα αὐτα ταυτα παρασκευαζουσα ἡ βασιλεια καθαπερ ἐν τοις Χουσιν : εὐωχουνται μεν
9999975 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999975 βουλευτηριου
οἱ Ἀννιβου φιλοι , προυθηκε νυκτος λαθων γραμματα προ του βουλευτηριου , ὁτι παντας ὁ Ἀννιβας τους βουλευτας παρακαλοιη τῃ
ἐμελλον ἐγχειρησειν , ἱδρυσαν αὐτους ἐν ὁπλοις μεταξυ του τε βουλευτηριου και του θεατρου ἐν τῳ Πομπηιου περιπατῳ . Ἠν
9999975 ἀπερισκεπτως
ἡδυ . ἐπειτα οὐχ ὡς ἐτυχεν ἀξιοι ταυτα τιθεναι οὐδε ἀπερισκεπτως συναρμοττειν θατερα τοις ἑτεροις , ἀλλα διακρινουσα τα ποια
ἀλλ ' υἱωνους αὐτου γραφοντα τους παιδας . πανταπασι γαρ ἀπερισκεπτως και ῥᾳθυμως οἱ συγγραφεις περι αὐτων ταυτην ἐξενηνοχασι την
9999975 παραλλαξ
στεφανη καλειται . κατειληπται δ ' ἡλοις σιδηροις και ξυλινοις παραλλαξ ἑκατεροις , και πλοκανον ἐν μεσῳ πεπλεκται , ὡς
δρωντες ἁν ἡδωμεθα οὐκ ἀντιτισειν αὐθις ἁν λυπωμεθα . Ἑρπει παραλλαξ ταυτα . Προσθεν οὑτος ἠν αἰθων ὑβριστης , νυν
9999975 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999975 μακαριζειν
μακαριζειν τους ἀχρηματους , ἐνηλλαξε , και ἀντι του εἰπειν μακαριζειν λαμπειν εἰπεν . . ταυτα μοι διπλη μεριμν '
και ζητωμεν , εἰ οὐ δει ζωντας ἀλλα μετα τελευτην μακαριζειν : ταχα γαρ ἀν ἐξ ἐκεινης θεωρηθειη και το
9999975 ἀνες
. ἐπειτ ' ἀκουσον , του ταχους δε τουδ ' ἀνες : εἰς μεν γαρ ἀλλο παν ἁμαρτανειν χρεων ,
προσηκοντα τῃ ἀρχῃ πραττε , ἐμε δε τον καιρον τουτον ἀνες τῳ Ἡλιῳ , δει γαρ με την εἰθισμενην εὐχην
9999975 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999975 σπληνικοις
ἑλενιου ἰσα , και ἡμεις οὑτως . Ἀντιδοτος ἡπατικοις , σπληνικοις , ἰκτερικοις , προς θωρακος πονους , ὑποχονδρια διῳδηκοτα
α # βαλλουσιν . Το δια σπυραθων κειται ἐν τοις σπληνικοις . Ἰπωτηριον ὑδρωπικοις , σπληνικοις , ἰσχιαδικοις , ἀρθριτικοις
9999975 πληθυντικως
ἡνικα γαρ δευτερῳ προστασσεται , ἑνικως μεν γινεται λεγε , πληθυντικως δε λεγετε . οὐ μην ἐν τῳ λεγετω ταὐτον
το σημαινομενον ὑπαρχον , ἀμφοτερως ἐχρησαντο , ἑνικως φημι και πληθυντικως , και ἀει μετα της προθεσεως , οἱον ὑπο
9999975 μισθωσασθαι
ναυσθλωσομαι : οὐ νεως ἐπιβησομαι . κυριως δε το ναυν μισθωσασθαι . ὡς εἰς ναυν . του μυθοποιου . φερεται
. μισθοφορων ] μισθον δεχομενος ἐκ της πολεως ὑπερ του μισθωσασθαι ξενους και διαδουναι αὐτοις χρηματα . . . .
9999975 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999975 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999975 εὑρισκομενης
ἀνισου τε και ἀνωμαλου και της ἀκριβους ὁμοιοτητος οὐδε παμπαν εὑρισκομενης , οὐπω λεγω κατα τα προσωπα , ἀλλα κατα
ἐστι , και της διαιρεσεως των κεφαλαιων φανερως ἐκ τουτων εὑρισκομενης : εἰ γαρ το πολιτικον ζητημα περι προσωπα και
9999975 μαχομενα
μερος αὐτο εἰναι των ἐναντιων δεκτικον . εἰ οὐν τα μαχομενα περι ἑν ὑποκειμενον μαχονται , ὡς φησιν ὁ Πλωτινος
κατακλινομενοι χειμεριον . Και ὠτα κρουων ὀνος χειμεριον : και μαχομενα προβατα και ὀρνιθες περι σιτου παρα το ἐθος :
9999975 στυπτηριας
ὀπτων λεκιθων , κηρου τυρρηνικου ἀνα δραχ . δ . στυπτηριας σχιστης δραχ . β . οἰσυπου ὑγρου , πομφολυγος
γρ . Ϛʹ σμυρνης τρωγλιτιδος . . γρ . Ϛʹ στυπτηριας . . . . . γρ . Ϛʹ ὀμφακιου
9999975 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999975 ὑπεμεινεν
ὑπεχειν , ὡστ ' εἰ και μηδεις ἀλλος τοιονδε ἀγωνα ὑπεμεινεν εἰσελθειν , ἐγω μονος οὐ παραιτουμαι , ἀλλα συγχωρω
: ὁρμηθη δ ' Ἀκαμαντος : ὁ δ ' οὐχ ὑπεμεινεν ἐρωην Πηνελεωο ἀνακτος : ὁ δ ' οὐτασεν Ἰλιονηα
9999975 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999975 ἀτελεια
κοινην των ἀνθρωπων ἐπι συστασει της οἰκουμενης δηπουθεν εἰσφοραν : ἀτελεια δε τισιν ὑστερον κατα το της γνωμης ἐπινενοηται δοξαν
φυσει μεν παν πραγμα κρινομενον τελειον ἐστιν , ἡ δε ἀτελεια αὐτου περι το ἐχειν ὀνομα ἐστι : δια τουτο
9999975 κρατησας
αὐτοις κατα κρατος , αὐτους νικησας και των ἐλεφαντων ἑξηκοντα κρατησας , εἰς Ῥωμην ἀπεστειλε . και θαυμα Ῥωμαιοι ἐσχον
ἀγωνισται ; Οὐδαμως , ἀλλα εἱς ἐξ ἁπαντων , ὁ κρατησας αὐτων . Εἰτα , ὠ Σολων , ἐπι τῳ
9999975 μειζονες
της ΚΛ . και ἐπει αἱ μεν ΘΖΗ της ΘΗ μειζονες εἰσιν , αἱ δε ΓΘΚ της ΓΚ , συναμφοτεροι
δυειν ὀρθων : αἱ ἀρα ὑπο ΑΒΔ , ΑΒΗ οὐ μειζονες εἰσι τριων ὀρθων . ἡ ἀρα ὑπο ΔΒΗ οὐκ
9999975 ἐβασιλευσαν
και κατ ' Ἀσιαν ἁπασαν , νειμαμενοι κατα χωρας , ἐβασιλευσαν . ἐκεινων δε προς ἀλληλους διαφερομενων , πολεμοις τε
ἀφαιρω λʹ , λοιπα ιʹ Σεβηρου και Ἀντωνινου . και ἐβασιλευσαν κεʹ , γινεται λεʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω λʹ
9999975 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999975 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999974 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999974 νυκτερινης
τριγωνου ἠ ἑξαγωνου και ὑπαρχουσιν ἀμφω κεκακωμενοι , και μαλιστα νυκτερινης οὐσης της ἐναλλαγης , βλαβησεται αὐτος τε και ὁ
γην ἡμισφαιριῳ , πολυ κρειττον το διαθεμα , ἐπι δε νυκτερινης γενεσεως τους μεν γεννηθεντας ἀφ ' ἑαυτων ποριζοντας ποιει
9999974 πεπληρωμενα
γινεται , ἠν οἱ το σωμα και ἡ κεφαλη φλεγματος πεπληρωμενα ᾐ , και τουτο μη ὑποκαθαιρηται μητε κατα τας
. Γ εἰσιασιν οἱ ὑποκριται ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους
9999974 ἐκπεπληγμενοι
ἐνοχους . και ἡμεις ἐπειδη ταχιστα ἐπυθομεθα το γεγονος , ἐκπεπληγμενοι τῳ πραγματι προσῃμεν τουτῳ τῳ ἀρχιτεκτονι της ὁλης ἐπιβουλης
ἀναρσιοι πολεμιοι , ἀπο του συνηρμοσθαι τοις ἠθεσιν . ἀνεῳ ἐκπεπληγμενοι , και οἱον ἀνωϊοι , ἀφωνοι δι ' ἐκπληξιν
9999974 δοσαν
. . . ἀλλ ' οὐ πως ἁμα παντα θεοι δοσαν ἀνθρωποισιν : ὁ ἀστερισκος και ὁ ὀβελος , ὁτι
δ ' ὑστατιον καταλεξω ; κηδε ' ἐπει μοι πολλα δοσαν θεοι Οὐρανιωνες . νυν δ ' ὀνομα πρωτον μυθησομαι
9999974 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999974 εὐπορησας
μετα σου ἐν ταις παραταξεσι γενομενος , ὁτε εὐτυχουν στρατιωτων εὐπορησας προς το καλως ἐργασασθαι ἠ συνηθειᾳ ἠ εὐχερειᾳ ,
εἰς αὑτον ἀνελαβε , δια δε μιας ἀνοσιου πραξεως χρηματων εὐπορησας και των ἀλλοτριως διακειμενων προς αὐτον καθαραν ποιησας την
9999974 ἀλωπεκιαν
ῥινην . Δωριων δ ' ἐν τῳ περι ἰχθυων τον ἀλωπεκιαν μιαν ἐχειν φησι λοφιαν προς τῳ οὐραιῳ , ἐπι
συμβαιη την κεφαλην φλεγματος αὐτην ὑποδραμοντος ἀπορρυηναι τας τριχας , ἀλωπεκιαν τουτο καλουμεν . ἰαται δε ὁμως αὐτο το ἐκεινης
9999974 πεντακισχιλιας
ἠν μεταθεσις , ἀντι μεν δισχιλιων και πεντακοσιων δραχμων τας πεντακισχιλιας , ἀντι δε των δυο τελων τοις ὀκτω δοθηναι
και του Ὑπανιος τον ἀριθμον ἐννεα , πολεις τε σχειν πεντακισχιλιας , ὡν μηδεμιαν εἰναι Κω της Μεροπιδος ἐλαττω :
9999974 δεσποινης
: ὠ κακως φρονων πιθου : τι μαινηι ; τληθι δεσποινης ἐμης κτησει δ ' ἀνακτος δωμαθ ' ἑν πεισθεις
ἀδιαλειπτον παραμονην των οἰκετων ἐσημανεν , ἡν εἰχον μετα της δεσποινης : ἀντι του μετα ταυτα : Ἰδαια ματερ :
9999974 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999974 ἀποδεικτικης
και πως γινεται : εἰρηται δ ' ἁμα και περι ἀποδεικτικης ἐπιστημης : ταυτης γαρ ἐργον ἀποδειξις . Περι δε
και τῃ ἀποδειξει συναγεται , την δυναμιν της συλλογιστικης και ἀποδεικτικης ἐπιστημης ἐπεγνωμεν , και αὐθις ἐκ των κατ '
9999974 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999974 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999974 ἀναληφθεν
ἰον ξυστον ἠ σανδαραχην ἠ συριγγιακον κολλυριον ἀντι κομμεως ἀμμωνιακῳ ἀναληφθεν . ἀφαιρουνται δ ' οἱ ἡλοι πλειονι χρονῳ ,
' ἁλων : ὀροβινον ἀλευρον βραχεν οὐρῳ παιδος ἀφθορου και ἀναληφθεν πισσῃ και κηρῳ και ἐλαιῳ τετηκοσιν : αἰρινον ἀλευρον
9999974 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999974 νοσουσαν
πυρι ἐθαλπετο . Ἐδοξε τις ἀδελφην ἐχων πλουσιαν ἁμα και νοσουσαν προ της οἰκιας της ἀδελφης συκην πεφυκεναι και ἀπ
κατακρουσον , και οὑτω προσχωσον . ἐν δε τῳ ἀνθειν νοσουσαν θεραπευ - σεις , τρυγιαν οἰνου παλαιου καταχεων των
9999974 Λεοντινοι
των ἀει τοις αὐτοις ἐγκειμενων . Οἱ γαρ ἐν Σικελιᾳ Λεοντινοι περι τους ποτους ἐσχολαζον . Φαλαρις δ ' αὐτους
ἐς Θηβην τε και ἐς Δια . ἰδιᾳ δε ἀνδρες Λεοντινοι και οὐκ ἀπο του κοινου Δια ἀνεστησαν : μεγεθος
9999974 εὐγενεια
διδωσιν , οὐχ ὁ πλουτος . οὐκ ἐστιν ἐν κακοισιν εὐγενεια , παρ ' ἀγαθοισι δ ' ἀνδρων . κακον
ἀνθρωπινῳ την γην ἐμιανε . τι δη τουτον ὠνησεν ἡ εὐγενεια την ἐν τῃ ψυχῃ δυσγενειαν ἐπιδειξαμενον ; ἡν και
9999974 μαθηματικως
ὁτι δει τον χωρογραφειν ἐπιχειρουντα πολλα των φυσικως τε και μαθηματικως λεγομενων ὑποθεσθαι , και προς την ἐκεινων ὑπονοιαν τε
εἰναι φασιν ἰδεας , οἱ δε τα μαθηματικα , οὐ μαθηματικως δε : οὐ γαρ τεμνεσθαι οὐτε μεγεθος παν εἰς
9999974 ἐνεργητικων
μονη ἐστιν των παθητικων ἡ συνταξις : των γε μην ἐνεργητικων ἐστιν και γενικη , οὐ συνουσης της ὑπο προθεσεως
μαι και την παραληγουσαν συστελλοντα προς την παραληγουσαν των πληθυντικων ἐνεργητικων παθητικα γινεται , τιθημι τιθεμαι , διδωμι διδομαι ,
9999974 παρεσκευασμενα
πλασαι οἱον βουλεται , εἰ μη ἐξ ὡν γε πλαττοιτο παρεσκευασμενα εἰη ὡς πειθεσθαι τῃ του χειροτεχνου γνωμῃ : οὐδε
του καθαρου και ποτιμου ὑδατος ῥυσιν , ὑπολαμβανουσιν εἰς ἀγγεια παρεσκευασμενα ὁσον ἀν δεῃ , και πορθμευουσιν εἰς την πολιν
9999974 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999974 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999974 δοκεουσι
ὡσπερ αἱ φλεβες , οὑτοι δια φρενων ἐς μεσεντεριον μοι δοκεουσι τεινειν , ἐν δε τουτεοισιν ἐξελιπον , αὐθις δ
μεθ ' ἱδρωτων : σπασμωδεες δε και τραχηλου και μεταφρενου δοκεουσι ψυξιες , ἀταρ και ὁλου του σωματος , ἐν
9999974 δραστηριος
τε και παρασκευασαμενων , οὑς ἠγε Λευκιος Μαμιλιος , ἀνηρ δραστηριος , ἐχων την μεγιστην ἐν τῃ πολει τοτε ἀρχην
πραγματα μεν συνιδειν ἱκανος , ἐξικεσθαι δε προς τα συνεωραμενα δραστηριος , οἰκτιρμων τε το ἠθος και χρηστος , και
9999974 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .
9999974 ἐϲθιομενη
του λεπτου γληχωνοϲ ἀφεψημα καππαρεωϲ φλοιοϲ κολοκυνθιδοϲ ἀποβρεγμα πινομενον λινοζωϲτιϲ ἐϲθιομενη και το ἀφεψημα πινομενον λαθυριδεϲ μετ ' ὀξυμελιτοϲ πινομεναι
. Ἀφακη ϲτυπτικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲπερ ὁ φακοϲ , ἐϲθιομενη δε δυϲπεπτοτερα του φακου ἐϲτιν , ἰϲχυροτερον δε ξηραινει
9999974 εὐεργεσιων
' οὐ θερισαι λεγεται : ὁ γαρ σταχυν ἁδροτερον των εὐεργεσιων και πληρη πεποιηκως ἑτερος ἠν , ὁς εὐτρεπισαμενος και
των φιλων ἀμοιβαις ἀπορια ἐστιν . ἐπει γαρ ἀπο μεγαλων εὐεργεσιων μικραι ὠφελειαι γινονται τοις εὐεργετουμενοις και ἀπο μικρων μεγαλαι
9999974 διαιρεθεισης
οὐσαν την στιγμην και οἱον λανθανουσαν ὑστερον ἀναφαινεσθαι το και διαιρεθεισης γραμμης δυο σημεια γιγνεσθαι ποιειται : οὐ γαρ δη
και τεταρτου Νισου , και της Ἀττικης εἰς τετταρα μερη διαιρεθεισης , ὁ Νισος την Μεγαριδα λαχοι και κτισαι την
9999974 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999974 ἀναδιδαξαι
τῳ προτερῳ . διεσκευασται δε ἐπι μερους ὡς ἀν δη ἀναδιδαξαι μεν αὐτο του ποιητου προθυμηθεντος , οὐκετι δε τουτο
ἐμοι δε ἑτεραν δος χαριν , ἠτοι εἰπειν μοι και ἀναδιδαξαι με τις ὁ μελλων λυσαι σε : τουτο γαρ
9999974 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις

Back