Ἑλλησποντον και Βοσπορον τον αὐτον καλει , ἀπο μεν της Ἑλλης Ἑλλησποντον , ἀπο δε της Ἰους βοος γενομενης Βοσπορον
αὐτον Ἀθαμαντα ἐστεφανωμενον ὡσπερ ἱερειον δικας ἀπαιτουμενον περι Φρυξου και Ἑλλης των ⌈ αὐτου [ αὑτου ] παιδων . ὁ
9999985 παθουσης
δε ἠδη και το σωμα αὐτῃ , ὡς οὐδεν ἀν παθουσης , δουσης δε ἑτερῳ , ὁτι μη θεμις φθονον
των ἀρχων . ταχιστα μεν οὐν ἀπωλειαι γινονται της καρδιας παθουσης , ἐφεξης δε του ἐγκεφαλου , βραδυ δε του
9999984 ματερα
' ἐκ χρυσεοπηνητων φαρεων μαστον ὑπερτελλοντ ' ἐσιδων σφαγιον ἐθετο ματερα , πατρωιων παθεων ἀμοιβαν . γυναικες , ἠ που
ἀγκαλεσωμαι , τρισσα φερουσα † ταδε σωματα † συγγονα , ματερα και τεκνα , χαρματ ' Ἐρινυος ; ἁ δομον
9999983 συγχωρησαντος
ὑπο δορυ πωλουμενους ἐκ των λαφυρων , ἠ του στρατηγου συγχωρησαντος ἁμα ταις ἀλλαις ὠφελειαις και τους δορυαλωτους τοις λαβουσιν
ἁπλοτητος της των βαρβαρων ἐστι σημεια , του τε μη συγχωρησαντος μεν την ἀποβασιν την εἰς την νησον , δωρα
9999983 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999983 κτητικον
ποταμων : Ἑλλανικος : Φιλικος ὀνομα κυριον : το γαρ κτητικον ὀξυνεται , και βραχυ ἐχει το ι : το
και Καπιννητης ] , ὡς Αἰγινατης και Αἰγινητης . το κτητικον Καπιννατιος . Καππαδοκια , χωρα τῃ Κιλικιᾳ προσχωρος ,
9999983 τυγχανοντων
προνοιᾳ , ὡς πανταχου ἀρετην κρατειν και μετατιθεμενων και διορθωσεως τυγχανοντων των ἡμαρτημενων , οἱον ἐν ἑνι σωματι ὑγιειας δοθεισης
ἐκ μεταφορας των τοξοτων , των οὐχ ὁπως του σκοπου τυγχανοντων , ἀλλ ' οὐδ ' ἐγγυς βαλλοντων . Οὑτος
9999983 μαχεσασθαι
στεγης και της ἀνεχουσης τον κεραμον : τουτον τον ἀνδρα μαχεσασθαι την μαχην την ἐντος Ἀλτεως προς Λακεδαιμονιους Ἠλειων .
παλλων δ ' ὀξεα δουρα κατα στρατον ᾠχετο παντῃ ὀτρυνων μαχεσασθαι , ἐγειρε δε φυλοπιν αἰνην . οἱ δ '
9999983 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999983 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999983 ἀσθενεστερας
Τρωες , οὐ μην ὁσονπερ οἰεται . γυναικας μεν ἀνδρων ἀσθενεστερας εἰναι φημι , εἰναι δε παρα την παιδευσιν των
και θερος ἐπι το ἐλαττον : μαλλον γαρ ἐλαττους και ἀσθενεστερας ἐπαινετεον . ἐαρ δε και μετοπωρον ἐπι το μαλλον
9999982 παθητικης
κινησιν δοξαν προσαγορευειν , ἐξ ἀμφοιν τε της τε ἀλογου παθητικης κινησεως , ἡν αἰσθησιν προσαγορευει ἀλλ ' οὐ κινησιν
γαρ ὁμολογον ἐστιν , ὁτι ἡ ἐνεργητικη διαθεσις προτερα της παθητικης : τοτε γαρ πεπονθεν , ὁτε και ἀναδεδεκται την
9999981 ἑλκους
ὀγκος φυμα καλειται . τουτο το φυμα εἰωθε δι ' ἑλκους κρινεσθαι . εἰ οὐν γενηται ἑλκος , ἀγαθον :
ἐπι κεφαλης , ἠτοι ῥαφας κεχαλασμενας βουλομενοι συναγαγειν , ἠ ἑλκους ἐκπεπταμενα χειλη , και ποτε και προσστειλαι και κολλησαι
9999981 μεγασθενης
τ ' Οἰδιπου σκια : μελαιν ' Ἐρινυς , ἠ μεγασθενης τις εἰ . ἠε . ἠε . δυσθεατα πηματα
τ ' Οἰδιπου σκια : μελαιν ' Ἐρινυς , ἠ μεγασθενης τις εἰ . συ τοι νιν οἰσθα διαπερων ,
9999981 καταληκτικης
δε βουλει , περιοδος καταληκτικη ἐξ ἰαμβικης συζυγιας και τροχαϊκης καταληκτικης . το βʹ χοριαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον ἐκ χοριαμβου και
το αʹ περιοδικον καταληκτικον , ἐξ ἰαμβικης συζυγιας και τροχαικης καταληκτικης : το βʹ ἰαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον : το γʹ
9999981 ἀποφατικου
του ἐναντιου , το μεν καθολου καταφατικον ὑπο του καθολου ἀποφατικου , ὁ ἐστι και αὐτο ἐν δυο σχημασι ,
και δια πλειστων συλλογισμων : ἀλλα και δια του καθολου ἀποφατικου , ὁ και αὐτο ἐν δυο τε σχημασι και
9999981 ἐναρμονιων
δαιμονιως μηχανωμενος κερασματα τινων μελων διατονικων τε και χρωματικων και ἐναρμονιων , δι ' ὡν ῥᾳδιως εἰς τα ἐναντια περιετρεπε
τεσσαρων ἠ των ὁμοιων . γενει δε τα διατονικα των ἐναρμονιων ἠ χρωματικων , ἠ τα χρωματικα ἠ ἐναρμονια των
9999981 συγχωρησαντων
την Ὀργαδα την ἱεραν : ὁρισται δ ' ἐγενοντο , συγχωρησαντων Μεγαρεων , Λακρατειδης ὁ ἱεροφαντης και ὁ δαιδουχος Ἱεροκλειδης
, ὁπως ἐπιτρεψωσιν αὐτῳ Αἰσωπειον μυθον εἰπειν . των δε συγχωρησαντων αὐτῳ ἀρξαμενος ἐλεγε : ” Δημητρα και χελιδων και
9999981 ὑπακουστεον
προκατελαβον ἰασομενοι . . . . της τριμηνου ] προθεσμιας ὑπακουστεον . . δοξαν ] ἀντι του δοκησιν , ὑποληψιν
δε φιλτατοις : γραφεται και ἀμφω τεκνα : ἀνωρμησεν : ὑπακουστεον το ἐλεγομεν : οἱ Θηβαιοι : ἐν δε τοις
9999981 ἀκμαζειν
τους συν αὐτῳ , εἰ οἱ ἀλλοι τουτον τον χρονον ἀκμαζειν τε μαλλον ἑαυτων ἐδοκουν και προσκτασθαι τι , αὐτοι
λελεχθαι τα μηλα δια την ἀκμην : το γαρ ἀγαν ἀκμαζειν και τεθηλεναι φλοιειν ὑπο των ποιητων λεγεσθαι . ἐπει
9999981 Ἑλληνικων
ἰδιοξενοις του Φαιστυλου τραφηναι γραμματα και μουσικην και χρησιν ὁπλων Ἑλληνικων ἐκδιδασκομενους μεχρις ἡβης . ἐπει δε ἀφικοντο προς τους
: ἐνθα δη ἐπελαμβανε τους Ἀρκαδας ἐκ θεων δικη των Ἑλληνικων , οἱ ἐν Χαιρωνειᾳ Φιλιππου και Μακεδονων ἐναντια ἀγωνιζομενους
9999981 λογισμον
και τις σκληρος και δυσκαταμαχητος . ὑπευθυνους δε τους μηδεπω λογισμον παρεχομενους μηδε εὐθυνας της ἀρχης ἡς ἐπιστευθησαν . ΓΘ
μεν παθη καταρχειν , ὁρον δε και περας εἰναι τον λογισμον . Ἀκουειν γουν παρεστι : δυο γαρ αὑται φυσει
9999981 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999981 δωδεκατος
εἰς τμηματα ιβʹ ἁ καλειται ζῳδια , ὁτι πρωτος ὁ δωδεκατος ἀριθμος δεχεται τους θειους εʹ λογους τους μουσικους ,
δεκατος ποιητικος , παραινεσεις γεγραφως : ἑνδεκατος ἀνδριαντοποιος Φωκαευς : δωδεκατος ἐπιγραμματων ποιητης λιγυρος : τρισκαιδεκατος Μαγνης , Μιθραδατικα γεγραφως
9999981 κρητικον
Ἠλειων . Γ εἰτα ἐν ἐκθεσει τρισυλλαβοι βʹ κατα ποδα κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον
Το δε παιωνικον εἰδη μεν ἐχει τρια , το τε κρητικον και το βακχειακον και το παλιμβακχειακον : ὁ και
9999981 ἀναγκασθεντες
δυνατοι φερειν την ὑμετεραν ἀρχην ἠ οἱτινες ὑπο των πολεμιων ἀναγκασθεντες ἀπεστησαν , ξυγγνωμην ἐχω : νησον δε οἱτινες ἐχοντες
ἐς Ὠρωπον . Ἀθηναιοι δε κατα ταχος και ἀξυγκροτητοις πληρωμασιν ἀναγκασθεντες χρησασθαι , οἱα πολεως τε στασιαζουσης και περι του
9999981 προϊουσης
το δε ὑπερθετικον , οὑτω και της αὐξησεως κατα συγκρισιν προϊουσης και αὐτης δυο τροποι : και ἡ μεν πηλικοτης
ἐπιλαμβανει , κατ ' ἀρχας μεν της νουσου σφοδρα , προϊουσης δε βληχροτερον και ἀλλοτε και ἀλλοτε ἐπιλαμβανει , και
9999981 ἀσυλλογιστος
ἑξεις διαθεσεις : ἠ γαρ ψευδη προτασιν ληψομεθα , ἠ ἀσυλλογιστος ὁ λογος ἐσται . εἰ γαρ λαβωμεν μειζονα ὑγιειαν
μερικη γινεται ἡ μειζων προτασις : μερικης δε αὐτης γινομενης ἀσυλλογιστος ἡ συζυγια , ὡστε εἰκοτως συνηγαγε και το παντι
9999981 ἐγχειρουντων
. Ἀνιπτοις χερσιν : ἐπι των βεβηλοις χερσι τοις ἱεροις ἐγχειρουντων . Ἀειδε τα Τελληνος : ἐπι των σκωπτικων :
ἐν Ἱμερᾳ συντεθεισης κατ ' ἐμου ἐπιβουλης δικαιοτερος ὠν των ἐγχειρουντων περιεγενομην . οὐ γαρ δηπου φαυλος ἀν κριτης των
9999981 εὐδαιμονεστερος
, ἱνα , καθ ' ὁσον αὐτῳ δυναμις , εὐδαιμονων εὐδαιμονεστερος ᾐ . ὁ δε γενναιος τυραννος οὐ μακαριων εἰναι
λυποιτο λυπας ἀρα τοιουτου ὀντος του βιου , οὐκ ἐσται εὐδαιμονεστερος ὁ του κοσμιου ἠ του ἀκολαστου ; ὁ μεν
9999981 συμβολης
αὐτων ἐνεδρας πολυπραγμονησαι . Χρη , ἐαν οἱ τοποι της συμβολης γυμνοι εἰσι και ἀναπεπταμενοι και οὐκ ἐστι εὐκολως την
το πληθος ὡν ἐπιφερονται ἀλογων : και ἐν καιρῳ δε συμβολης ταξις πεζικη συντεταγμενη , ὡς ἐναντια αὐτοιςκαι ἐπι των
9999981 ἀποστρεφεσθαι
ὁρωμενη , ἠρυθρια δε μαλλον ἐπαινουμενη , ὡστε την ἀγοραν ἀποστρεφεσθαι , συνειναι δε τῃ μητρι και σεμνως οἰκουρειν .
προστιθεασι το ι , ἱνα ἐν ταὐτῳ και χαρακτηρα μεταδιωξωσιν ἀποστρεφεσθαι την ὀξειαν τασιν και βραχυτεραν την συλλαβην ἀπεργασωνται .
9999981 κινησαι
μεγαλην ἀνα χειρα λαμπονται , και οἱ μελεων διακεκριται ἀλλων κινησαι χειμωνας , ὁτ ' ἠελιῳ συνιωσιν . Ἀλλα τα
ἀπολογειται . περιεισι δε καθαπερ οἱ ἀρρωστοι , εὐλαβουμενος τι κινησαι των καθισταμενων , πριν πηξιν λαβειν . ὀρεξιν ἁπασαν
9999981 διδαχθηναι
⌈ ἀν σε δηλονοτι ⌈ τον ἀδικον λογον , ἠγουν διδαχθηναι ἐσπευσα . εἰ ] εἰς . μελλεις ] ὁτι
και Δημοκριτον παρ ' αὐτοις ἐτη διατριψαι πεντε και πολλα διδαχθηναι των κατα την ἀστρολογιαν . τον τε Οἰνοπιδην ὁμοιως
9999981 ἀποριαις
συναχθομενον , ἠν τι κακον , και συνεπικουρειν προθυμουμενον ταις ἀποριαις αὐτων , και φοβουμενον μη τι σφαλωσι , και
. το μεν γαρ ἐγκωμιαστικον , συν τῳ ταις αὐταις ἀποριαις ὑπαγεσθαι , ἐτι και ἀμεθοδον ἐστιν . ἐπει γαρ
9999981 λειοτατου
ἑτερον και τας βρογχοκηλας , ἐχει δε οὑτως . Ἁλος λειοτατου και χνοωδεστατου , ψιμμυθιου , ἀνα λιτραν α ,
του γαλακτοϲ ϲκευαϲθεντι δια μελικρατου , εἰτα μιξαντεϲ αὐτῳ ἐπιθυμου λειοτατου ⋖ γ . ἐρρεθη δε ἡ ϲκευαϲια του ὀρου
9999981 βουλευομενοι
ἀλληλους , εἰ τις ἀδικως τιμαται . πολλακις δε και βουλευομενοι ἁ μεν ἀν ἐπιθυμωμεν πραττειν , ταυτα ἐπαινουμεν ,
ψευσασθαι . . Ἑβδομοι δε εἰσιν οἱ ὑπερ των κοινων βουλευομενοι ὁμου τῳ βασιλεϊ , ἠ κατα τας πολιας ὁσαι
9999981 ἀπορησει
ἐρρωμενον , ἡτταται δε ὑπο της ἐπιθυμιας και μοιχευει , ἀπορησει τις πως ὁ ἀκρατης ὑπολαμβανων ὀρθως , ἠτοι γινωσκων
οἰκετων κελευσῃς πριαμενον τι σοι ἐξ ἀγορας ἐνεγκειν , οὐδεις ἀπορησει , ἀλλα πας εἰδως φανειται ὁποι χρη ἐλθοντα λαβειν
9999981 λαμπροτατον
: σκοταιον μεν γαρ και δυομενον και νυκτιφορον ἀφροσυνη , λαμπροτατον δε και περιαυγεστατον και ἀνατελλον ὡς ἀληθως φρονησις .
ἡ ὀθονη και ἐξ οὐδενος των ἀποθνῃσκοντων γινεται και ἐτι λαμπροτατον και φωτοειδεστατον ἐχει μη ἀμελως καθαρθεισα χρωμα . δια
9999980 ἀποστροφος
και ὁ κατ ' ἐπεμβασιν Ἀρης και ἡ Σεληνη Αἰγοκερῳ ἀποστροφος : μετεωρος ἡ ἡμερα . ἠν δε και εἰς
ἀναδεχονται , ἐπαν ὁ γαμοστολος ἐκκεντρος τυχῃ ἠ του δαιμονος ἀποστροφος : ποταπαις δε , ἡ των ζῳδιων και ἀστερων
9999980 ὑπαρχουσαν
μητε σπουδαζοντας : οὐ γαρ ἐτι ῥαιδιον εἰναι διυγιαναι την ὑπαρχουσαν φιλιαν , ὁταν ἁπαξ παρεμπεσηι το ψευδος εἰς τα
σχηματι ἐπι της μιξεως ἐνδεχομενου και ὑπαρχοντος συλλογιστικοι οἱ την ὑπαρχουσαν ἀποφατικην ἐχοντες , ἀσυλλογιστοι δ ' οἱ την ὑπαρχουσαν
9999980 συγγενειαν
, ἀλληγοριας δε και μυθους ἐπινοησαντες και τοις κοσμικοις παθημασι συγγενειαν πλασαμενοι μυστηρια κατεστησαν , και πολυν αὐτοις ἐπηγον τυφον
Ἡρακλεους φιλον τον ὀνομαζομενον Φολον . οὑτος γαρ δια την συγγενειαν θαπτων τους πεπτωκοτας Κενταυρους , και βελος ἐκ τινος
9999980 κελης
] δημοσιον τεθριππον : / [ Ἱερωνος ] Συρακοσιου [ κελης ] . / [ οη Παρμενειδης ] [ Ποσειδωνιατ
, μη δυναμενα κινεισθαι και κελλειν : ἐνθεν και ὁ κελης και το κελλωνιον . ἠτοι δυσκινητα , μη δυναμενα
9999980 ἀναστατοι
ἐπαναληψις : το δε Μινω Ἀττικον ἀνεστησαν : ἀντι του ἀναστατοι ἐγενοντο οἱ παρα θαλασσαν ἀνθρωποι κτἑ . : πανταχου
Στυμφαλιδος λιμνης το πληθος των ἐπιπολασαντων ὀρνιθων ἐν αὐτῃ ; ἀναστατοι δε κατα την Λιβυην πολεις τινες ἐγενοντο πληθους λεοντων
9999980 ἐγραφον
ὁθεν οἱ ἀρχαιοι μη ἐχοντες το Ψ την ψαλιδα πσαλιδα ἐγραφον και ἐλεγον , ἀλλως δε τε και πολλα ἀλλα
τουδε το μεμνησθαι της χαριτος . Ἑκατερον εἰκοτως ἐποιουν : ἐγραφον τε και του γραφειν ἀφισταμην : το μεν γαρ
9999980 νικητου
ἐστι προοιμιον θειναι του ὑμνου του νυν την πατριδα του νικητου μεγιστην οὐσαν . ἐπει ἐν ἑλλαδι ναιων και οἰκων
Ὁμηρον και Κρατερον ἱστορουσι κυριον ὀνομα . Ἀρριανος δε ἐπι νικητου την λεξιν τιθησιν , οἱον ὁ δεινα κρατερος του
9999980 Κυρηναιον
σου πολυμαθιας , ὡς κατ ' οὐδεν ἐμιμησω Θεομανδρον τον Κυρηναιον , ὁν φησι Θεοφραστος ἐν τῳ περι Εὐδαιμονιας περιιοντα
ἱστορειν Ἀρκεσιλαον τον Πιταναιον ἐν οἱς ἐφασκε προς Λακυδην τον Κυρηναιον . Ἀρχυτας Ταραντινος τα ἀλλα και μηχανικος ὠν ἐποιησεν
9999980 συλληφθηναι
λεχθεντα , πιστευειν δε οὐ προσεποιουντο . κελευει δε αὐτον συλληφθηναι ὁ Περεννιος , οἱα τε μεμηνοτα και ψευδη λεγοντα
, ὡς ἀν ἀπατησωσι τους πολιορκουμενους πανταχοθεν ὑποπτευσαντας την πολιν συλληφθηναι . Ὁτι και ἐαν τις ὡς κοινολογησομενος δοιη λογον
9999980 παραγγελιας
. Παρατηρητεον οὐν ἐπι πασης γενεσεως τας προγεγραμμενας ἐν ἀρχῃ παραγγελιας και τας φασεις και τας μοιρας , ἱνα μη
Δειναρχος ἐν τῃ Κατα Πολυευκτου ἀποφασει : και τας ἰδιᾳ παραγγελιας γεγενημενας και τας δεησεις . . . . δωρων
9999980 Καλλιστρατου
ἐπ ' ἀρχοντος Εὐκλειδου : τους δε Βαβυλωνιους ἐδιδαξε δια Καλλιστρατου Ἀριστοφανης ἐτεσι προ του Εὐκλειδου κδʹ ἐπι Εὐκλεους .
ἐπειδη χαλεπως ἐφερον οἱ Ἑλληνες το των φορων ὀνομα , Καλλιστρατου οὑτω καλεσαντος , ὡς φησι Θεοπομπος ἐν ιʹ Φιλιππικων
9999980 ἀμφιβολους
το ἀψευδως ἐρωταν ἐκ του λαμβανειν προτασεις κυριας και μη ἀμφιβολους , ἐν οἱς δε αὐθις ἀποκρινομενου , παλιν ἐργον
, ὀστωδεις , κατω νενευκοτας , αἰγοφθαλμους , ὀξυγενειους , ἀμφιβολους , ἀβεβαιους , γελωτοποιους , ὑπομωρους , ὁ δε
9999980 τραχειαν
ἐκμελη , ἀμελη , ἀναγωγον , ἀπειθη , δυσκαμπη , τραχειαν , διεσπασμενην , ἀηδη , λυπηραν , βραγχωδη ,
. διο και Ἡσιοδος εἰκοτως την προς ἀρετην φερουσαν ὁδον τραχειαν προσειπεν . την του κατορθωσαι ἐπιτυχιαν . κεκρυμμενον .
9999980 συμπερασματα
δι ' ἡς οὐ χαλεπως πολλα και ἀτοπα συναγειν δυναται συμπερασματα , ὁμοιον ὡς εἰ και τον αὐτοανθρωπον και το
ἀναγκαιου : ταὐτα δε συναγονται ἐν ταυταις ταις συζυγιαις τα συμπερασματα , ἁ συνηγοντο και ἐν πρωτῳ σχηματι ἐπι της
9999980 μικροτατον
το ἐξωτερω προϲ τῳ του καμνοντοϲ ἀντιχειρι τηϲ ἀρτηριαϲ μεροϲ μικροτατον αὐτον φαινεϲθαι , μυουροϲ καλειται καθ ' ὁμοιοτητα τηϲ
και ποσου . τον δη του φενακιζεσθαι χρονον ὡς εἰς μικροτατον συναγοντες σωφρονειν ἐμοιγε δοκειτε . εἰ μεν δη τι
9999980 Δημοσθενους
λεξιν , πασαν δε την Πλατωνος , πασαν δε την Δημοσθενους : ἀμηχανον γαρ εὑρειν τουτων ἑτερους ἐπεισοδιοις τε πλειοσι
Μαρσυας ἐν εʹ των περι Ἀλεξανδρου ἱστορει λεγων Μαργιτην ὑπο Δημοσθενους καλεισθαι τον Ἀλεξανδρον . ἐκαλουν δε τους ἀνοητους οὑτω
9999980 ἀποστερησαι
ἐπιχειρημασι χρησῃ προς το παρασχειν την δωρεαν , και μη ἀποστερησαι τον καμοντα και ἐπιδειξαμενον την εὐνοιαν , ἱνα και
συ μεν της παρα τουτωνι τιμης και φιλανθρωπιας ἐμ ' ἀποστερησαι βουλομενος τροπαια και μαχας και παλαι ' ἐργ '
9999980 ὑγροτητος
ἐπιτρεψειεν ἐκπεσειν τῳ μηρῳ κἀπειτα ἐμβληθειη , μενουσης μεν της ὑγροτητος , αὐθις ὡσαυτως ἐκπεσειται : ξηρανθεισης δε την κατα
την ἀρχην και καταμαραινον τῳ ὑπερισχυειν . οὐτε γαρ ἀνευ ὑγροτητος οὐδεν καυστον οὐτε ταυτης ἐνυπαρχουσης ἐαν μη ἐχῃ δυναμιν
9999980 ἀπελθοντα
εἰ δεοιτο της Ῥωμαιων φιλιας και συμμαχιας , ἐξ Ἰταλιας ἀπελθοντα πρεσβευειν , παροντα δε μητε φιλον ἡγεισθαι μητε συμμαχον
' Εὐβουλου του Ἀταρνειτου τον ποιητην Περσινον ἀμελουμενον εἰς Μιτυληνην ἀπελθοντα θαυμαζοντι γραψαι διοτι τας Φωκαϊδας , ἁς ἐχων ἠλθεν
9999980 προαστεια
πεδια , τα μεν προς την Ῥωμην συναπτοντα και τα προαστεια αὐτης , τα δε προς την θαλατταν : τα
περιουσιᾳ του καλλους γεγοητευμενος . θαλαττα δε και ποταμοι και προαστεια ἀλληλων τε και της πολεως ἀξια , ὡσπερ οὐ
9999980 Φιλοκρατους
τῳ μεν λογῳ προσβιασαμενου Δημοσθενους , το δε ψηφισμα γραψαντος Φιλοκρατους . Ὁ δε ἠν ὑπολοιπον αὐτοις , Κερσοβλεπτην και
, ἐπονειδιστον ὀνομα , προς δε και τῃ ποιοτητι του Φιλοκρατους την διαφθοραν της γνωμης πιστουμενος . ἐμε μεν φαυλον
9999980 Ἑλληνικας
ἐχοντων πολεμον , ἐξαπεστειλεν αὐτοις συμμαχους στρατιωτας δισχιλιους και πανοπλιας Ἑλληνικας πεντακοσιας . οἱ δ ' Ἰλλυριοι τας μεν πανοπλιας
δογμα . Οἱ μεν γαρ ἀπεφηναντο ἀναμειναι την πολιν τας Ἑλληνικας πρεσβειας , Δημοσθενης δε οὐ λογῳ μονον ἐκωλυσε περιμειναι
9999980 σημαντικαι
ἐπιχειρημα τοιουτον ἀν εἰη : εἰ αἱ καθ ' ἑαυτας σημαντικαι οὐσαι φωναι , καθαπερ το υς , ὁταν ὀνοματων
των εἰρημενων σχεσις φυσει ἐστι . Ἰστεον γαρ ὁτι αἱ σημαντικαι φωναι και τα ὀνοματα εἰωθασι χωριζειν τα πραγματα ἀπ
9999980 ἐνδεικνυσθαι
των θεων . Το δε κατα ἑνδεκα μερη τι βουλεται ἐνδεικνυσθαι ; Ῥητεον οὐν ὡς ὁτι την δωδεκαδα ταυτην διειλε
του ἰσχυροτερου τους ἀσθενεστερους , οἱον μοι δοκεις και τοτε ἐνδεικνυσθαι , ὡς αἱ μεγαλαι πολεις ἐπι τας σμικρας κατα
9999980 παραλαμβανομενα
ὁρισμον αὐτου παραλαμβανονται , τα δε εἰς τον ὁρισμον τινος παραλαμβανομενα προτερα ὑπαρχουσι , πολλῳ ἀρα μαλλον τα μερη του
τον αὐτον ἀρα τροπον και τα μορια τα ἀντι τουτων παραλαμβανομενα ὑφεξει αἰτιαν της ὑποστολης των ἀρθρων . . προσωπων
9999980 ἑνδεκατον
αὐτο τῃ αὐτου τελειοτητι και ἐνεργειᾳ . Ἐστι μεν τουτο ἑνδεκατον ἐν τῃ των προβληματων ἐκθεσει , δεκατον δε νυν
τε των του Αὐγεου βοσκηματων και τον της ὑδρας , ἑνδεκατον ἐπεταξεν ἀθλον παρ ' Ἑσπεριδων χρυσεα μηλα κομιζειν .
9999980 παραληγουσης
ὑπερσυντελικον ἠιειν , δια του η και ι οὐσης της παραληγουσης , και ἐν συνθεσει ἀπηιειν , οἱον : ἀπηιειν
σ προσελαβεν κλητικῃ ἀκολουθιᾳ , ἀλλα το ε ἐφυλαξεν της παραληγουσης του ἐνεργητικου παρακειμενου : μεμελετηκα , μεμελετημαι , μελετημα
9999980 Ποντικην
Ἀχιλλευς ὁπλιζεται . Ἀχιλλευς νησον οἰκει εὐθυ Ἰστρου κατα την Ποντικην θαλατταν , Ἀχιλλεως ναος , και βωμοι Ἀχιλλεως :
μεν ἐδοθη Θρᾳκη και τα συνοριζοντα των ἐθνων παρα την Ποντικην θαλασσαν , ἡ δε Μακεδονια και τα πλησιοχωρα των
9999980 κατοικιδιων
και τουϲ ἐν νεφροιϲ λιθουϲ θρυπτει . το δε των κατοικιδιων ὀρνιθων αἱμορραγιαϲ μηνιγγων ἐπεχει . το δε των ἀρνων
και ταυτα τα γενη των ὀρνιθων ταις προειρημεναις ἐπι των κατοικιδιων ὀρνιθων ἰασεσιν . Οἱ περδικες θερμοτατοι φυσει τυγχανουσι προς
9999980 μητοι
Ἀντισθενους . δει γαρ και ἑαυτου τον πατερα προτιμησαι , μητοι δη τον λυτρωσαμενον Ἀντισθενην ἠ τινα ἀλλον , οἱον
ὁτι των καθ ' ἑκαστα οὐκ ἐγχωρει γιγνεσθαι ἐπιστημην , μητοι γε δη ἀμεινω και τελειοτεραν της των καθολου .
9999980 ἀναπαυσασθαι
: δειν γαρ ἐφασκον οἱ ναυται και ὑδρευσασθαι και αὐτους ἀναπαυσασθαι , μελλοντας εἰς μακρον ἐμπεσεισθαι πλουν . Κατηγετο δε
φαγειν τε και πιειν και ἀφροδισιασαι , ἡδεως δ ' ἀναπαυσασθαι τε και κοιμηθηναι , περιμειναντας και ἀνασχομενους , ἑως
9999980 ἀνακαθαιρειν
: αὑτη κολλαν τραυματα μεγαλα δυναται και τα ῥυπαρα ἑλκη ἀνακαθαιρειν και τα παχυτερα των ἑλκων ἰασθαι και προστελλειν κολπους
: διο και ὁϲα ταϲ μεγιϲταϲ ἐϲχαραϲ ἐχει μετα μελιτοϲ ἀνακαθαιρειν δυναται . ἐϲτι δε και πινομενη των καθαιροντων .
9999980 μακρολογειν
των ἀλλων ἡλικιων φυλαττοι την νοσον . Και τι δει μακρολογειν ; νυν γαρ ὑμιν αἱρεσις ἠ μισουμενοις διατελειν ἠ
παρων ] ἱκανος οὐτε ὁ καιρος ? ] ἁρμοττων τῳ μακρολογειν ] , οὐτε ῥαιδι - ον ] ἑνα ὀντα
9999980 κυριους
οὐκ εὐσεβες ἐξοισειν τελος ὑπολαμβανοντες , ἐαν Ἀρικηνους ἠ Ἀρδεατας κυριους ἀποδειξωσι της ἀμφισβητησιμου γης ὀμωμοκοτες ὡν ἀν εὑρωσιν αὐτην
ἀμφισβητησιμος ἡ τιμησις γιγνηται , τους προς ἀνδρων εἰναι τιμωντας κυριους , ἐαν δε ἀδυνατωσιν αὐτοι , τοις νομοφυλαξιν τελευτωντας
9999980 Ἀριστομαχος
Λασιος : Χαλκων : Τρικορωνος : Ἀλκαθους ὁ Πορθαονος : Ἀριστομαχος : Κροκαλος . τουτῳ τῳ ἀριθμῳ των ἀπολομενων μνηστηρων
Λασιος , Χαλκων , Τρικορωνος , Ἀλκαθους ὁ Πορθαονος , Ἀριστομαχος , Κροκαλος . τουτωι των ἀριθμωι των ἀπολομενων μνηστηρων
9999980 ἀμφιβολον
την των δικαστων ἐκκαλουμενον δοκιμασιαν : οὐδεις δε ὁ ἀπολογειται ἀμφιβολον κατασκευαζει : τι οὐν ἐρουμεν ; ὁτι ἐνταυθα οὐχ
ἠξιου τον πλουν και προπεμψαι τινας ἐς πειραν ὡς προς ἀμφιβολον ἀνδρα . ὁ δε εἰπων αἱρεισθαι παρασπονδουμενος ἀποθανειν μαλλον
9999980 βεβαιους
ὁτι συνθεμενοι περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε
' ἠσαν τῳ τυραννῳ βεβαιοι , διαβαλων τουτους ὡς οὐ βεβαιους , οἱ μεν ὡς ἐπ ' ἀληθεσι ταις αἰτιαις
9999980 εὐδαιμονεστατος
μεγιστον τε ἁμα και ὑγιεινοτατον βιον . Πομπιλιος Νουμας ὁ εὐδαιμονεστατος των Ῥωμαιων βασιλεων και μαλιστα περι την θεραπειαν των
παιδειας μετεσχεν , και τινα ἐργα ἐπραξε , και ὡς εὐδαιμονεστατος ἀνθρωπων ἐγενετο , τουτο δε ἀλλο τι βουλεται τῳ
9999980 εὐδαιμονιας
ἑτερων κλητον Ἀθηνηθεν ἐλθοντα νεων ἀρχην κτησασθαι μακαριστον , πηλικης εὐδαιμονιας το Ἀθηναιους εἰναι τους μεταπεμπομενους ; ἐγω δε ἡσθην
τι ἁπαντες ἀνθρωποι . αἱ δε ἀπαρχαι εἰσι νηες γεμουσαι εὐδαιμονιας , και ὁ τι ἀν ἡ φυσις ἀριστον τεκῃ
9999980 βασιλευσαντι
ἐν τῃ Ἑβραιων . ὁ μεν δη ἐν Ἁλικαρνασσῳ Μαυσωλῳ βασιλευσαντι Ἁλικαρνασσεων πεποιηται , μεγεθος δε οὑτω δη τι ἐστι
παιδες ἐκ της προτερης γυναικος , Γωβρυεω θυγατρος , και βασιλευσαντι ἐξ Ἀτοσσης της Κυρου ἑτεροι τεσσερες : των μεν
9999980 μαθηματικων
. , . διοπερ ὁ Ἀ . ἐν τωι Περι μαθηματικων λεγει δει . . . ἀδυνατον . δει γαρ
λιαν εὐχερης ὠν περι μεν του ἀριθμου παντος και των μαθηματικων το μηθεν συμβαλλεσθαι ἀλληλοις τα προτερα τοις ὑστερον :
9999980 δογματικων
φασκοντες , οἱ δε εἰναι , ὡς οἱ πολλοι των δογματικων : ἡμεις δε μη μαλλον εἰναι αὐτην ἠ μη
. ἐστιν οὐν και δια τουτων ἐλεγχειν ἰσως την των δογματικων ἐν ταις αἰτιολογιαις προπετειαν . Ἐπει δε ἑκαστῳ χρωμενοι
9999980 κατασχουσης
των παντων εὐροιας και πλουτου και της λοιπης αὐτους χορηγιας κατασχουσης . τουτο δε δηλον ἐκ της ἐτι και νυν
αἱ φυλετικαι ψηφοφορουσιν ἐκκλησιαι . αὑτη λυσις ἐγενετο της τοτε κατασχουσης ταραχης την πολιν . Και μετ ' οὐ πολυ
9999980 Ἑλληνικος
ἐκ κραιπαλης . τουτ ' ἐσθ ' , ὁρᾳς , Ἑλληνικος ποτος , μετριοισι χρωμενους ποτηριοις λαλειν τι και ληρειν
πονων και κοπων πικρων * και πενθους * ὁ ληστης Ἑλληνικος γελασει στρατος ἐπαγαλλομενος τῳ θανατῳ του πεπτωκοτος Ἑκτορος .
9999980 γιγνωσκουσιν
μη κατα ζητησιν την ἡμετερην ἀπεσταλμενους . ὁτι δε οὐ γιγνωσκουσιν ἡμεας , οὐκ ἐν θωματι ποιεομαι : οὑτω γαρ
ἀρξωνται του ῥοφηματος . Τοδε γε μην και φυλασσουσι και γιγνωσκουσιν , ὁτι μεγαλην την βλαβην φερει , ἠν ,
9999980 δοκιμαζεσθαι
πριν διδαξαι τον τροπον , ὁν προσηκειν ἡγουμαι το παρον δοκιμαζεσθαι πραγμα . τας τεχνας οἱ καλως ἐξεταζοντες προς τους
μυριας ἀποδειξεις τουτων παραστησομεν . ἀναγκαιον δε ἐστι παντας καρπους δοκιμαζεσθαι προφητου . προφητης , εἰπε μοι , βαπτεται ;
9999980 ἐπιτυγχανειν
και ὑπερ αὐτον και ἐνδοτερως : το δε κατορθουν τῳ ἐπιτυγχανειν του σκοπου : μοναχως δε ἐστιν ἐπιτυγχανειν του σκοπου
ἀλληλων παραταξεις ὁρωντας , ἐπισημαινεσθαι την στυγνοτεραν μαλλον τῃ ὀψει ἐπιτυγχανειν ἐν ταις μαχαις ἠπερ την ἐν ὁπλοις λαμπουσαν ,
9999980 Ἑλικην
ὀνομα , Διομηδους γυνη . . . . αἰγας : Ἑλικην τε και Αἰγας : πολις , Αἰγαιος . .
, την μεν Ἀχαϊκην ” οἱ δε τοι „ εἰς Ἑλικην τε και Αἰγας δωρ ' ἀναγουσι . ” ὁταν
9999980 παθητικην
τα δε ποιητικα και παθητικα λεγονται κατα δυναμιν ποιητικην και παθητικην , οἱον το θερμαινον προς το θερμαινομενον , ὁτι
οἱ δε μονομαχοι ἀπαρασκευαστοι . το μεν γαρ δια το παθητικην ἐχειν ἐμφασιν ὑφ ' ἑτερον πιπτει , το δε
9999980 ἐνετεον
ξηρου . τα δε δι ' ἐλαιου ἐνεματα προ τροφης ἐνετεον , και μαλιστα το δι ' ἀσφαλτου : εἰ
βαθει τα των ἐρεθισμων και της φλεγμονης τυχοι ὀντα , ἐνετεον σιτωδεις χυλους μετα στυμματων ἡψημενους ὡσπερ τους ἀνευ νομης
9999980 ἀκολουθουντος
εἰναι φησιν , ὁσα και μονουμενα , ἠτοι μηδενος ἀλλου ἀκολουθουντος αὐτοις ἠ ἐκ της αἱρεσεως αὐτων ἀποβαινοντος , εἰσι
κινουμεν , ἐνταυθα δε ὡς βουλης οὐσης μονης και οὐδενος ἀκολουθουντος κακου παρα των δικαστων την ἐξετασιν ποιουμεθα , κἀκει
9999980 Θεαιτητος
ἐννοουμενος ἁμα τῳ μετα ὑλης θεωρηθηναι Σωκρατης ἐστιν εὐθυς ἠ Θεαιτητος ἠ Διων ἠ ἀλλος τις , των καθ '
Οὐδεν . Ἀλλ ' οὐ προτερον γε , οἰμαι , Θεαιτητος ἐν ἐμοι δοξασθησεται , πριν ἀν ἡ σιμοτης αὑτη
9999980 παραθαλασσια
ὡρας ἐν ἑωυτῃ ἀξιας θωματος . Πρωτα μεν γαρ τα παραθαλασσια [ των καρπων ] ὀργᾳ ἀμασθαι τε και τρυγασθαι
Ταυτα μεν νυν της χωρης ταυτης περι λεγεται , τα παραθαλασσια δ ' ὠν αὐτης Μεγαβαζος Περσεων κατηκοα ἐποιεε .
9999980 συναπτουσης
ἐν εἱρκταις ἀποθνῃσκουσιν , και μαλιστα ἀλλοτριωθεντων των ἀγαθοποιων . συναπτουσης δε Ἀρει σφαγησονται . Φυλακτεον δε και ταυτα .
ποιεισθαι της Σεληνης ληγουσης και προς τους ἀγαθοποιους σχηματιζομενης ἠ συναπτουσης . παραφυλαττεσθαι δε ἱνα μητε ἐν Κριῳ μητε ἐν
9999980 συλλογιζεσθαι
το ἀγαθον κακον , ἐκ του κατα τας ἀληθεις πειραται συλλογιζεσθαι το κατα τας ψευδεις : ἐπει γαρ ἐστι των
οὐδε συλλογιζονται ἀρα τον ὁρισμον . τουτο γαρ ἠν το συλλογιζεσθαι , το κειμενων τινων ἑτερον τι των κειμενων ἐξ
9999980 μαθηματικοις
ἀστοχον τι λεγοιμεν περι του θειου Πλατωνος φησαντες αὐτον τοις μαθηματικοις σωμασι την φαντασιαν ἡμων τοπον ποιειν , ὡσπερ τοις
, ἠ τον ὁρισμον ἀποκρινομεθα ἐσχατον , ὡς ἐν τοις μαθηματικοις , οἱον δια τι αἱδε ἰσαι ; ὁτι ἐν
9999980 παραλαμβανουσι
ἀποθνησκειν : μισθος γαρ ἐστιν ἡ δοξα μειζων ἀργυριου . παραλαμβανουσι γαρ οἱ Σπαρτιαται παρα των πατερων οὐχ ὡσπερ οἱ
οἱ παλαιοι ] ὡς ὑλην και ἑτεροτητα την δυαδα [ παραλαμβανουσι . ] ‖ ‖ Ἡ ἐν τῳ φαυλῳ κακια
9999980 ἀσθενεστερους
ὀντων , διοτι χωρις αἰτιας χρωμενοι πολλῃ κακιᾳ προπηλακιζουσι τους ἀσθενεστερους . ἠν δε και ἐν τοις εἰρημενοις γενεσιν ἡ
το δεξιον κερας ταξας των ἱππεων και των ἐλεφαντων τους ἀσθενεστερους ἀπεδειξεν ἡγεμονα των παντων Φιλιππον : τουτῳ δε διεκελευσατο
9999980 ἐγκωμιαζειν
οἱ τε μη εἰδοτες ἐφ ' οἱς ἐγκωμιαστεον ἐστιν οὐδε ἐγκωμιαζειν δυνανται : οἱ δε γε ῥητορες οὐκ ἰσασιν ἐφ
ὀντος αὐξειν και την του δρασαντος προαιρεσιν διαβαλλειν ἠ τοὐναντιον ἐγκωμιαζειν , ματαιον και σφοδρα ἀλογον : το δε μετα
9999980 εὐδοκιμειν
ἀν πλεονακις ἐξεταζῃ τις αὐτα , ἀναγκη τους τουτων αἰτιους εὐδοκιμειν . οὐ μην ἀλλα μοι δοκουσιν αὐτοι φανερον καθισταναι
, ἱπποσυνῃ και τοις ἀλλοις . παρα παντων δια το εὐδοκιμειν . της του Ἀδραστου θυγατρος Ἀργειας , ἡν Πολυνεικης
9999979 παραγγειλας
, και τουτοις [ ἐπεστησεν ἀρχοντα ] Ξενοκλεα Σπαρτιατην , παραγγειλας [ ὁταν γενωνται ] βαδιζοντες κατ ' αὐτους [
, τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας , τουτοις
9999979 Ἀρισταρχον
τρισιν καλιδιοις , οἰκημ ' ἐχων ἑκαστος . Ἠδη γαρ Ἀρισταρχον στρατηγουντ ' ἀχθομαι . Ἀταρ ἠγαγες καινον τι φιτυ
Νικοδημῳ θανατον κατασκευασθεντα , ὁν ἰστε παντες , ἐξεβαλε τον Ἀρισταρχον ἐπι ταις αἰσχισταις αἰτιαις ; και τοιουτῳ φιλῳ Δημοσθενει

Back