κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐπικρατουϲαν ἐν ἑκαϲτῳ διαθεϲιν . Ἰϲατιϲ ἀγρια ἐχει τι δριμυ ϲαφεϲ ἠδη
τα εὐωδη ϲπερματα . καταπλαττειν δε και το ἠτρον τουτων ἑκαϲτῳ : ἀγαθον δε και το Πολυαρχου ἐπιθεμα . αἱ
9999857 ἰσχυσεν
ὠν ἀδικειν με , καταψευδομενος κἀμου και της βουλης , ἰσχυσεν ἀν το ψευδος της ἀληθειας μαλλον , ⌈ εἰ
δει λδʹ ἐτος . ὑφαιρουμενων δυοδεκαδων δυο ὑπολειπονται ιʹ : ἰσχυσεν ἡ παραδοσις ἡ ἀπο Σεληνης ἐπι Ἀρεα δια το
9999856 σκοπην
του σαλου , δεον ἐξ ἀρχης πριν ἐκπλευσαι ἀναβαντα ἐπι σκοπην τινα σκεψασθαι εἰ ἐπιφορον ἐστι και οὐριον το πνευμα
' ἀμεμφη πασι τριπτυχους κορας ἰσκων παρεξειν , Κυνθιαν ὁσοι σκοπην μιμνοντες ἠλασκουσιν Ἰνωπου πελας , Αἰγυπτιον Τριτωνος ἑλκοντες ποτον
9999854 μικροτητα
γνωριμα ἐθνη : τἀλλα δε οὐκ ἀξιον ὀνομαζειν δια την μικροτητα και την ἀδοξιαν : ὑπεναντιως δε τα νυν ἐνιοι
ὑδατων διεφθειρετο , κἀν ἐρημωθηναι την χωραν . και την μικροτητα δ ' αὐτων εἰναι χαλεπην και την ὑπερβολην του
9999853 ὀγδοηκοστης
Νικιου εἰρηνη ἐπι ἀρχοντος Ἀριστωνος ἐγενετο τῳ τεταρτῳ ἐτει της ὀγδοηκοστης ἐνατης ὀλυμπιαδος : ἐν δε ταυτῃ οὐχ ὁτι ἐννακισχιλια
ἐτη βραχυ λειποντα των πεντακισχιλιων 〚 μεχρι της ἑκατοστης και ὀγδοηκοστης ὀλυμπιαδος , καθ ' ἡν ἡμεις μεν παρεβαλομεν εἰς
9999851 διϲ
διουρητικα ἐκκαθαιροντα το αἱμα . καλλιϲτη δε ἡ χρηϲιϲ αὐτων διϲ ἑψηθεντων : ἀποτιθεται γαρ οὑτωϲ ἐϲθιομενα την δριμυτητα την
ῥεον ὀψει το αἱμα : κνηϲαμενων γαρ αὐτων ἁπαξ και διϲ ἐκρηγνυται . δηξιϲ δε ϲτομαχου και τρομοϲ του κατω
9999851 Ἀρτεμιδωρου
! ! ! | δ ' αὐτου γεγονασιν Διογενης | Ἀρτεμιδωρου | Σελευκευς Τιγριος , | ὁ την | Δι
. . . | δ ' αὐτου γεγονασιν Διογενης | Ἀρτεμιδωρου | Σελευκευς Τιγριος ὁ την | . . .
9999850 σκοπελοι
γενικης ἡ αἰτιατικη Ἀττικως . σημειωσαι παρομοιον τῳ δυο μεν σκοπελοι , ὁ μεν οὐρανον . ʃ ἡ ἱστορια της
θαλασσα σημαινει και τα περι την θαλασσαν , λιμενες και σκοπελοι και ὑποδρομαι και αἰγιαλοι και πλοια και αὐτο το
9999850 ἀπηγγειλαν
ἀνελαμβανον : ὀλιγοι δε των διανηξαμενων ἀνοπλοι φυγοντες εἰς Ῥωμην ἀπηγγειλαν παντας ἀπολωλεναι . τηλικουτων δ ' ἀτυχηματων ἠγγελμενων τοις
διεκπεπλευκοτος ᾐσθοντο τινες των Κορινθιων τον δρασμον , και ταχεως ἀπηγγειλαν τῳ Διονυσιῳ . του δε τους στρατιωτας τε καλουντος
9999850 οἰνομελι
δηλονοτι χρησασθαι λεπτυνουσι σιτιοις , και μεταδεδωκοτες ἠ μελικρατον ἠ οἰνομελι κελευσομεν ἐμειν . ἀναφερεται γαρ πρωτον μεν τα δοθεντα
λεπτος , διουρητικος : τους δε γλυκεις οἰνους και το οἰνομελι παραιτητεον . ἡ κοιτη δε μη πανυ ἁπαλη ἐστω
9999850 ἀπηγαγεν
. Βαγοραζος δε τον νεκρον του πατρος και της μητρος ἀπηγαγεν εἰς Περσας . ἑπτακαιδεκα δε νοθους υἱους ἐσχεν ὁ
Σιμμα καταδεηθεις αὑτωι δουναι την παρθενον εἰς γαμον ἐννομον , ἀπηγαγεν αὐτην εἰς Νινον , και γημας ἐγεννησε δυο παιδας
9999850 ὀχυροτητα
ἐτι δε την χωραν ἐχουσαν πολλους τοπους ἀπροσιτους δια την ὀχυροτητα , κατελεξεν ἐξ ἁπαντων των ὑπ ' αὐτον ἐθνων
προτερημασιν ἐπαρθεντες προσεκειντο μεν τηι πολιορκιαι , δια δε την ὀχυροτητα των τειχων οὐδεν ἠδυναντο βλαψαι τους ἐν τηι πολει
9999850 δειγμα
και μονους ὀντας εἰς ἐλπιδα τοις πραγμασι . καιτοι τοσουτον δειγμα σωφροσυνης και καρτεριας τις πωποτε ἐξηνεγκε των ἐν τοις
ἐπιδειξωμεν ἑαυτοις και τῳ λογῳ κοσμησωμεν . ἑν μεν οὐν δειγμα αὐτης ἐκεινο ἐστω , οὑ και προτερον ἐμνημονευσαμεν ,
9999849 ἐγραφεν
οὐ γαρ ἀμεινω μεν ἐν ταις ὑπο των σων κομιζομεναις ἐγραφεν , οὐ τοιαυτα δε ἐν ταις ὑπο των αὑτου
ὑπο τουτων οἱς νυν ὑπηρετων τους κατ ' ἐμου λογους ἐγραφεν , ἐπειδη δ ' ἁ κατηγορει τοτε των ἀλλων
9999849 δακρυου
χρηϲιν πυριαν δαψιλεϲτερον . διαλυϲιϲ γαρ ἐϲται τηϲ ἐνταϲεωϲ του δακρυου . ἐπειτα τῳ ψιλῳ λευκῳ του ὠου ἐγχυματιζειν προθερμανθεντι
ἀντι δρακοντιου ἀποβρωϲιμον . ἀντι ἐλελιϲφακου καλαμινθη . ἀντι ἐλαιαϲ δακρυου ὑποκιϲτιδοϲ χυλοϲ . ἀντι ἑρπυλλου ποταμογειτων . ἀντι εὐζωμου
9999848 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999847 Ἀρτεμιν
. Παρθενιον δε φησιν αὐτον ὠνομασθαι Καλλισθενης δια το την Ἀρτεμιν ἐν αὐτῳ λουεσθαι . ἐνιοι δε δια το στασιμον
γην θαλασσαν . ἐμνωντο δε Ἐφιαλτης μεν Ἡραν Ὠτος δε Ἀρτεμιν . ἐδησαν δε και Ἀρην . τουτον μεν οὐν
9999847 ἀπηγγειλεν
τελευταιος διαπλευσας αὐτοις ἀπο των ἐκ της ἠπειρου Λακεδαιμονιων ἀνηρ ἀπηγγειλεν ὁτι [ οἱ ] Λακεδαιμονιοι κελευουσιν ὑμας αὐτους περι
τε οἰκειοι αὐτων οὐθ ' ὑβριζονται , ὡσπερ Χαιρεας διαβαλλων ἀπηγγειλεν , οὐτε κακον ἐχουσιν οὐδεν , ἀλλ ' ἐπι
9999847 σκοποι
ἡ ὁλη , και τινες οἱ ὑπ ' αὐτην μερικοι σκοποι και ποσαχως και εἰς τινα διαιρουμενοι , ποθεν τε
των Ἀλπεων . ἐνθα ὑπαντωμενοι τῳ Μαξιμινῳ οἱ προφυλακες και σκοποι του στρατου ἠγγειλαν κενην ἀνθρωπων εἰναι την πολιν πανδημει
9999846 εὑρισκεν
ἑωρα : ἐζητει δε θανατου τροπους πολλους , ἀλλ ' εὑρισκεν οὐδενα , πολλων των φρουρουντων ὀντων . Ὁ δε
και μονοχορδα και τριγωνα και τα παραπλησια , και συμφωνον εὑρισκεν ἐν ἁπασι και ἀπαραλλακτον την δι ' ἀριθμου καταληψιν
9999846 φυσημα
ὀξυωπεστατον . συ - ριγμον μεν οὐν ἀφηκε μεγιστον και φυσημα , ὡς ἐκπληξαι τε παντας και ἐκταραξαι . ἐλεγετο
. φρυαγμα ἱππου , χρεμετισμος , φριμαγμος , πνευμα , φυσημα , ἀσθμα , γαυριαμα , αὐχημα . και φρυαττεσθαι
9999846 ὀξυτητα
δεινην . μακραν . των δορατων . * * την ὀξυτητα ἠ τα ἐγχη . εὐφραινει . * την αὐτου
μηπω διεφθαρμενον ᾐ , και τοτε μεν ἀντι της πικροτητος ὀξυτητα ἐσχεν το μελαν χρωμα , ἀπολεπτυνθεντος μαλλον του πικρου
9999846 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999846 μαθοιεν
συλλαβειν τινας των ἀνα το πεδιον ἀνθρωπων , ὁπως σαφεστερον μαθοιεν το ὀν . οἱ μεν δη ταχθεντες τουτο ἐπραττον
ἐδηλου , ἐλπιζων τους ἐκει στρατιωτας , εἰ ποτε και μαθοιεν , ὁμογνωμονας ἐσεσθαι τῃ τε Ῥωμαιων εὐχῃ και τῃ
9999845 ἐπηγγειλαντο
λεγοντες δεικνυναι τα ὁμωνυμα συνωνυμα : οὐδε γαρ ἐδειξαν ὁ ἐπηγγειλαντο , ἐπειδη ἡ συνωνυμος κατηγορια και κοινῃ μετεχεται ὑπο
ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους οὑς ἐχουσι περι του δημου
9999845 βεβαιουν
τοὐναντιον ἐχθρον . οὐ γαρ τα ῥηματα τας οἰκειοτητας ἐφη βεβαιουν , μαλα σεμνως ὀνομαζων , ἀλλα το ταὐτα συμφερειν
ἐγενετο δοξαν ἀποισεσθαι βασιλευς , ἀλλ ' οὑτως ἀν μαλιστα βεβαιουν την του τοιουτος εἰναι προσηγοριαν , εἰ την παρ
9999845 παρελιπε
ἑκηβολως εἰς αὐτην , ὡς ἐν τῳ ἐπιταφιῳ δηλουται . παρελιπε δε την χρησιν των λαχανων και ἰχθυων και των
δια την αὐτου την ταυτην ἀσωτιαν και κιναιδιαν τοὐνομα αὐτου παρελιπε Δημοσθενης ἐν τῳ περι ἀτελειων . ὁ δ '
9999845 ἐπηνεγκεν
γαρ οὐ ; εἰτα ἐκ του κατα τον τειχισμον ὀνοματος ἐπηνεγκεν : οὐ λιθοις ἐτειχισα την πολιν , οὐδε πλινθοις
περισσος ὁ ἀν συνδεσμος : εἰ γαρ ἐνετετακτο κυριως , ἐπηνεγκεν ἀν ἀπολυσαιμεθα . . . . . πολλα γαρ
9999844 ἐκαλειτο
και ἑον ἠτοι τον ἰδιον ἀνδρα . ὁτι Ἀκεσσαια προτερον ἐκαλειτο ἀπο Ἀκεσσαιου τα νυν Ἐκβατανα καλουμενα . . οἱτε
: Ἀσσυριαν εἰπε [ την Συριαν ] την Καππαδοκιαν . ἐκαλειτο δε παλαι Συρια : διο τον Ἁλυν ποταμον μεταξυ
9999844 ἐπικρατησῃ
, μεγεθει τε μεγιστον και πολυτελειᾳ ἐκπρεπεστατον , και ὁπως ἐπικρατησῃ ἐπικαλεισθαι ἀπο Ἡφαιστιωνος , και τοις συμβολαιοις καθ '
το θερμον : ὁταν οὐν το ἐν τῳ ὑδατι ψυχρον ἐπικρατησῃ του ἐν τῳ ἀερι θερμου , γινεται ἐξ ἀερος
9999844 λαμβανετε
οὑς δακρυσειεν ἀν τις ἰδων ὡσπερ ἀνευ νομεως ἀγελην , λαμβανετε κατα νουν , ὡς ἐν παισι μεν ὀξυς ,
ὑμιν δοκωσι μαλιστα συνισχυριειν τε ὑμας και συγκοσμησειν , τουτους λαμβανετε . μαρτυρει δε μοι και τοδε προς το ἀγαθον
9999843 ἐπηγγειλατο
διεδραμεν , ὁτι ὁ μεν ἐφη ἀνῃρηκεναι , ὁ δε ἐπηγγειλατο τον μοιχον κομιειν . και ὁτι καθαπερ τι τερας
ὁτι συνειδως ὡς οὐχ οἱος τ ' ἠν διαπραξασθαι ὁπερ ἐπηγγειλατο , τον θανατον προὐκρινε . φησι γουν και οὑτος
9999843 ἑωρακεν
ἐλαφρον ἐστιν : ὁταν ἀτρεμα διαπορευηται , πηδᾳβαδιζοντα δε οὐδεις ἑωρακεν οὐδ ' ὀψεταιτιθεις εἰς το ἐπεκεινα των ἐμπροσθεν ποδων
ΑΡ [ ] ΝΟΠΑΡΑ ? [ ! ] ? [ ἑωρακεν ] [ ] Ω [ ! ] αὐταρκε !
9999843 σεμιδαλις
σκληρυνομενα ἐν τῃ ἑψησει ἠ ὀπτησει ἠ τηγανῳ , και σεμιδαλις χωρις μελιτος δια λιπαρων ζωμων ἐσκευασμενη , και ἰτρια
τοιαυτη : ” ἐαν ψυχη προσφερῃ δωρον ἠ θυσιαν , σεμιδαλις ἐσται το δωρον , ” εἰτ ' ἐπιφερει :
9999843 ἐξεδεξαντο
εἱμαρτο ἁλωναι : ἡ διπλη ὁτι ἐκ τουτου οἱ νεωτεροι ἐξεδεξαντο λευγαλεον τον διυγρον : ἐστι δε κατα κοινωνιαν στοιχειων
, πυρ και δικελλας αἰτων . τινες ἐκ του Τυφωνος ἐξεδεξαντο ἑνος των γιγαντων : τυφων : τεραστιος δαιμων .
9999843 ἀπηντησεν
τουτο βουκολος και ἰδιωτης ἐτυχεν ὠν , οὐδεν ἀν πραγμα ἀπηντησεν ἐκ του τοιουτου ὀνειρατος . νυν δε ἐπειδη τυραννος
την ἀντιθεσιν οὐκ ἐπηγαγε την μεταληψιν , ἀλλ ' ὁρικως ἀπηντησεν : εἰπων γαρ , τι λοιπον ἠ συγγνωμην αὐτῳ
9999843 καθαροτητι
πλαγιασμος τῃ ὀρθοτητι σχημα ἐναντιον , οὑτως ἡ περιβολη τῃ καθαροτητι εἰδος ὁλον εἰδει ὁλῳ ἐναντιον . ἐκειθεν δε ἐσται
αὐτου και ὠφεληθησεται δια γυναικων και ἐσται εὐβιοτος και χρησεται καθαροτητι και ἀνθεξεται του οἰκειου δογματος και των ἑπομενων αὐτῳ
9999843 τραγημα
οἱ παρα Τιμοθεῳ . θαττον πλεκειν κελευε πορκων πυκνοτερους . τραγημα , μυρτιδες , πλακους , ἀμυγδαλα . ἐγω δε
ἐδει . το δε περιαγομενον ποτηριον οὐ μειζον κοτυλιαιου , τραγημα δε θερμος μεν ἠ κυαμος συνεχως , ποτε δε
9999842 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999842 ἀνδροφονοιο
Ἑκτορος : ἠλθε δ ' Ἀμαζων , Ἀρηος θυγατηρ μεγαλητορος ἀνδροφονοιο . Ὀτρηρης [ ] θυγατηρ ἐυειδης Πενθεσιλεια ? .
ὀπος ἐκλυον αὐδησαντος ἐχθρης ἐκ κεφαλης : ἀλλ ' Ἑκτορος ἀνδροφονοιο Τρωσι κελευοντος περιαγνυται , οἱ δ ' ἀλαλητῳ παν
9999841 ποιησῃ
ἐρχομενον αἱμα βουβωνοι αὐτην και εἰς ὑψος ἐπαιρει , ἱνα ποιησῃ κιρσον , ἀλλ ' εἰς μονην ἡπατιτιν . και
δια Θουλης ἐκτεινει πλεον ἠ δει το μηκος , ἱνα ποιησῃ πλεον ἠ διπλασιον του λεχθεντος πλατους . φησι δ
9999841 ἀνεπεισε
ὀν και ἀνθος και φαρμακον και μυρον . ταυτα Ἀγχισην ἀνεπεισε , ταυτα Ἀρην ἀπεδυσε , ταυτα Ἀδωνιν ἐλθειν ἀνεμνησε
μικρον μετα τουτ ' ἐπος εἰπον : μνεα μ ' ἀνεπεισε γεροντα και οὐκ ἐθελοντ ' ἀναβηναι και σπανις ,
9999841 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999841 γινωσκουσα
σχολην ] βραδυτητα . ἀξυνημων ] ἠγουν μη συνιεισα και γινωσκουσα τα λεγομενα . δεχηι ] ἠγουν νοεις . λογον
ἀγνοουσα , οὐδεις ἐσται ταυτῃ προσεχων , εἰ δε ὡς γινωσκουσα , τῳ περιττῳ και τῳ ἀδυνατῳ ἐκβληθησεται τοιαυτα φαμεν
9999841 ἀποβρεγμα
κατεχειν και το διαλυομενον ὑγρον καταπινειν διδου δε καταρροφειν και ἀποβρεγμα μηλων κυδωνιων ἠ ἀπιων ἠ ὀμφακιου χυλον ἠ ὑδροροϲατον
χαμαιπιτυοϲ κενταυριου μαλιϲτα του λεπτου γληχωνοϲ ἀφεψημα καππαρεωϲ φλοιοϲ κολοκυνθιδοϲ ἀποβρεγμα πινομενον λινοζωϲτιϲ ἐϲθιομενη και το ἀφεψημα πινομενον λαθυριδεϲ μετ
9999841 ἀλογια
μετ ' ἀφροσυνης και της ἀλλης κακιας ἑπομενας πολλη που ἀλογια τῳ νῳ μειγνυναι τον βουλομενον ὁτι καλλιστην ἰδοντα και
οὐτε ἐν τοις χειροσι : τοις μεν γαρ οὐκ ἐστιν ἀλογια , τοις δ ' οὐκ ἐστι λογος . τουτων
9999841 ἐνεδειξατο
ὁτι δε και αἱ μαθηματικαι ἐπιστημαι ἐξ ἐμπειριας ἠρξαντο , ἐνεδειξατο δια των ἱερεων των ἐν Αἰγυπτῳ . ἐν γαρ
ἀγωνα , ὡς δηλοι τα εἰρημενα . θαυμασιαν δε ἰσχυν ἐνεδειξατο και ἐν τοισδε : τας γαρ διανοιας τας πριν
9999841 Ἀμφιλοχου
, και χραν τοις δεομενοις και θεσπιζειν , παρ ' Ἀμφιλοχου του ἐν Κιλικιᾳ το ἐνδοσιμον λαβωνκαι γαρ ἐκεινος ,
ἐστι παλαιον . λεγεται δε Καλχας ὁ μαντις μετ ' Ἀμφιλοχου του Ἀμφιαραου κατα την ἐκ Τροιας ἐπανοδον πεζῃ δευρο
9999841 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999841 πλουτωι
, τροπωι γενναιοτητα , πονωι ἐγκρατειαν , φοβωι εὐσεβειαν , πλουτωι φιλιαν , λογωι πειθω , σιγηι κοσμον , γνωμηι
δ ' ἐνδον πασιν ἀνθρωποις ἰσοι , πλην εἰ τι πλουτωι : τουτο δ ' ἰσχυει μεγα . Μενελαε ,
9999840 σφοδροτητα
την κεφαλην ἠ , εἰπερ ἀδυνατον εἰη τουτο δια την σφοδροτητα της φυσικης δυσκρασιας , προνοεισθαι γουν αὐτης δια παντος
φλεγμαινον εἰη τι μοριον , ἀλλα προαιρῃ κἀνταυθα την μεν σφοδροτητα του πυρετου παυσασθαι , πλειονων δ ' ἡμερων δεησεσθαι
9999840 δακρυει
και ἐμετοι και διαρροιαι και ἀγρυπνιαι και ἀποσιτιαι , και δακρυει και πτυει ὑφαιμον . οὐ μην ἰσον ἐπ '
προ του βιῳ της ὡρας του νεου διαμαρτων ἀπεπνιγη και δακρυει ὁτι μη αὐτῳ προτερον ἐχαρισατο . Οὐκουν γελοιον εἰ
9999840 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999840 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999840 ὀψια
των ὁμογενων ἐνια τα μεν εἰναι πρωϊα , τα δε ὀψια καθαπερ συκαι τε τινες και ἀμπελοι και μηλεαι και
: ἀγαθα . ἠ ἀκροδρυα . ἑσπερος βʹ : ἡ ὀψια . και ὁ ἀστηρ της Ἀφροδιτης ἀνατελλων . ἐσσευοντο
9999840 Συρακοσιου
μεν ἐπι της προτερον οὐσης ξυμμαχιας ἀνανεωσει , του δε Συρακοσιου καθαψαμενου ἀναγκη και περι της ἀρχης εἰπειν ὡς εἰκοτως
βασιλεας πολλους κεκολακευκεν , ᾡ ἀν ξυγγενηται , πλην του Συρακοσιου Διονυσιου . οὑτος δε ἠ παντων εὐτυχεστατος ἐστιν ἠ
9999840 ἑκατερῳ
ἠσαν τα μερη : στροφικον και ἀντιστροφικον λογια , ἑκατερον ἑκατερῳ ἰσαριθμους ἐχον τους στιχους , και μετρων δε των
' ἠδη πορευσομαι , τας ἀριστα δοκουσας ἐχειν παρ ' ἑκατερῳ των ἀνδρων λεξεις προχειρισαμενος και ἀντιπαραθεις αὐταις τας Δημοσθενους
9999839 ἐκαθευδεν
ἀγελης κατεφρονει : νυν ἐγελα , νυν ἐκλαεν : εἰτα ἐκαθευδεν , εἰτα ἀνεπηδα : ὠχρια το προσωπον , ἐρυθηματι
ἐποιει μηδενος τοιουτου γεγονοτος ; ἠ δηλον ὁτι ἐντετυλιγμενος ἀν ἐκαθευδεν ; οὐκουν πρωτον μεν οὐκ ἀν ἐγενετο Ἡρακλης ἐν
9999839 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999839 σκοπης
ποιεισθαι την ἐπιθεσιν . διο και τους Ἀργοναυτας ἀπο της σκοπης καταμαθοντας το πυρ , και νομισαντας συντετελεσθαι την ἀναιρεσιν
' εἰ γε δει μηδεν ὑποστειλαμενον τἀληθες διηγησασθαιοἰκω γαρ ἐπι σκοπης , ὡς ὁρᾳς πολλους αὐτων πολλακις ἠδη ἐθεασαμην περι
9999839 τυχοιεν
συνετοι δοκουντες εἰναι μονοι , και κατα τοπον τινα εἰ τυχοιεν ὀντες : διοπερ ὡς ἀτα - ξιαν τινα μονον
του ταυτα ἠσαν και πραττειν και ὁραν και καταδυντες ὁπῃ τυχοιεν ἑαυτους διεσωζον δεδιοτες , μη φανεντες ἑλκοιντο . πολυ
9999839 ὀγδοηκοστην
σοφιστευσαι δε τεσσαρακοντα ἐτη και ἀκμαζειν κατα την τεταρτην και ὀγδοηκοστην Ὀλυμπιαδα . . . . . . . ,
ἐκ γυναικων πολιτιδων . ἐδιδαχθη ἐπι Πυθοδωρου ἀρχοντος κατα την ὀγδοηκοστην ἑβδομην ὀλυμπιαδα . πρωτος Εὐφοριων , δευτερος Σοφοκλης ,
9999838 ὡροσκοπου
. ἀλλα τουτους μεν ἰσχυειν ὁλοκληρους ὁταν ὠσιν ἐπι του ὡροσκοπου , ἀφεστωτες δ ' ἀπ ' αὐτου κατα την
κυριος μη εὑ - ρεθῃ , τελευταιον παντων τον του ὡροσκοπου λαμβανομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ ὡς φησιν : παντως δ
9999838 ὠνομασεν
παραλαβουσα δε ἡ συνηθεια την φωνην το δεδολωμενον νομισμα κιβδηλον ὠνομασεν , ἐναλλαξασα τα στοιχεια προς το εὐγλωττοτερον . 〛
ὁμοιως κατα βαθος τετραδακτυλιαιοις : τουτους δε τους σωληνισμους καπετους ὠνομασεν Ἱπποκρατης . ἐτι μεσον το ξυλον ἐκκοπην ἐχει τετραγωνον
9999838 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999838 βραχυτητα
. πεποιηται δε ἀπο των μικρων τριχων των . δια βραχυτητα μη δυναμενων καρηναι . ἀκαρες γαρ το ἀτμητον .
ἠτοι δια την ἰδιοτητα της του καμνοντος φυσεως ἠ δια βραχυτητα του δοθεντος φαρμακου : πολλακις δε και κοπρος ἐσφηνωμενη
9999838 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999838 ἀπεστρεψεν
ἐνην και κατα τον Ξενοφωντα τους τουτων ὁτι πορρωτατω ὀχετους ἀπεστρεψεν , οὐδαμη καταισχυνασα το του ὁλου ζῳου καλλος .
μονον των ἐγκληματων ἐρρυσατο Ἡρωδην , ἀλλα και την ὀργην ἀπεστρεψεν ἐπι τους κατηγορους . Ὁ μεν οὐν Ἀραψ ἠδη
9999838 ἐφθειρεν
τουτο , κρυφα Πηλεως εἰς το πυρ ἐγκρυβουσα της νυκτος ἐφθειρεν ὁ ἠν αὐτῳ θνητον πατρῳον , μεθ ' ἡμεραν
του ταγματος της εὐχης , ὡς συγγενης αὐτης , ὑπονοθευσας ἐφθειρεν αὐτην και ἐγκυον ἐποιησε : και φοβηθεις τον Νυκτεα
9999838 ἐκφατο
ἀγχιαλου Τενεδοιο . Και τις ἁλος κατα βενθος ἐσω νεος ἐκφατο μυθον : Ἠνυσαν Ἀργειοι κρατεροφρονες ἀσπετον ἐργον πολλα μαλ
ἐπι δε σφισιν ἠλυθε κουρη φραζομενοις . Πηλευς δε παροιτατος ἐκφατο μυθον : “ Ἠδη νυν κελομαι νυκτωρ ἐτι νη
9999838 ἀπεφηνεν
τους ἐν αὐτῃ συνοικισας εἰς το τειχος μιαν των πολεων ἀπεφηνεν ὡν διεταξε μετα την Μιθριδατου καταλυσιν . Οἱ μεν
ὁταν δε συντελεσῃ τας θεραπειας , τοτε ὑγιη τον ἀνθρωπον ἀπεφηνεν . Κεφ . στʹ . [ Τι ἐστιν ἰατρικη
9999838 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999838 ἐνθουσιᾳ
, μικτην ἐχοντες δυναμιν : τῃ μεν γαρ ὁ προφητης ἐνθουσιᾳ πυνθανομενος , τῃ δε ὁ πατηρ θεσπιζει λογου και
ἀπεμαξατο τας περι των μελλοντων ἀψευδεστατας δια των ὀνειρων μαντειας ἐνθουσιᾳ , τοτε δε κἀν ταις ἐγρηγορσεσιν : ὁταν γαρ
9999838 φαιδροι
λουτροις , τα δε νομων και παιδειας ὀρθης ῥευμασι , φαιδροι και γεγηθοτες προς ἀνειμενην διαιταν ἐτρεποντο , μηδε οἰκαδε
δια της πολεως ἐρχεται , οἱ δε ταυτα αὐτῳ καταπραξαντες φαιδροι φαιδρον ὁρωσιν . Οἰμαι τοινυν τους αὐτους ἀνθρωπους ἀφ
9999837 ἀγνωμοσυνην
ταν τῃ γε ἀλλῃ δικαιον παρακινδυνευσαι , κἀν εἰς τοσαυτην ἀγνωμοσυνην ἐμπεσειν δεῃ . δεινον γαρ Λακεδαιμονιους περιιδειν ἠ Θηβαιους
ἡ ῥητορικη τους ἠτοι δι ' ἀγνοιαν ἠ δι ' ἀγνωμοσυνην ἀγανακτουντας τοις δεδικασμενοις και προς θορυβους ἠ στασεις τα
9999837 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999837 συμβουλῃ
ἐπακουσαι αὐτων της συμβουλευτικης ἰδεας ἐστιν : κυριωτατον γαρ ἐν συμβουλῃ κεφαλαιον το συμφερον . και διδασκαλιαν ποιουμενος μη περι
' αὐτων σκευωρουμενον αὐτοις ὑπεδηλωσε . φυγῃ γουν , τῃ συμβουλῃ τουτου , ἐχρησαντο αὐτῳ ἐποχουμενοι και τον πλουν διαπεραιουμενοι
9999837 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999837 Κορινθου
δεκα μεν ἐτη διετελουν εὐτυχουντες , αὐθις δε του της Κορινθου βασιλεως Κρεοντος την θυγατερα Γλαυκην Ἰασονι ἐγγυωντος , παραπεμψαμενος
και ἀλλας ἑταιρας αὐτῃ συγκαταλεγει δια τουτων : την ἐκ Κορινθου Λαιδ ' οἰσθα ; πως γαρ οὐ ; την
9999837 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999837 ἐκρυψεν
] ὀντως . ὀχθος ] ταφος . . κεκευθεν ] ἐκρυψεν . . Ἀϊδωνευς δ ' ἀνιει Δαρειον οἰον ἀνακτα
τεως οὑτω μενω . Δυο σχολαστικοι δειλοι , ὁ μεν ἐκρυψεν εἰς φρεαρ αὑτον , ὁ δε εἰς καλαμωνα .
9999837 ὀλιγοτητα
ὁμου , ἱνα μη διαρκεσειαν αὐτοις οἱ Ῥωμαιοι δια την ὀλιγοτητα . ὡν ἠδη νυκτος οὐσης ὁ Μασσανασσης παρα τινων
τε ἀνδρας ὑπεξιοντας λαθραιως τους τε ὀντας ἀσθενως δι ' ὀλιγοτητα μαχομενους και γνους ἐκ τουτων τον τε δρασμον των
9999837 πνευμονα
' ἑωυτου ἐς την ὑπερωην και την φαρυγγα και τον πνευμονα και ἐς την ἀλλην κοιλιην , γινωσκουσιν οἱ ἀνθρωποι
γεγοναϲιν αἰτιοι , εἰϲ ἐντερον ἠ νεφρουϲ ἠ πλευρον ἠ πνευμονα ἠ τι των κυριων μεταϲταϲηϲ τηϲ ὑληϲ . βελτιον
9999837 ϲμικροι
. ἀκρεα ψυχρα : ὀνυχεϲ πελιδνοι , γρυποι : ϲφυγμοι ϲμικροι , πυκνοτατοι , ἐκλειποντεϲ , εὐτε ἀγχου τουτεου ὀλεθροϲ
των παντων ξυνταϲιϲ , δυϲκινηϲιη , ξυνολκαι μελεων , ϲφυγμοι ϲμικροι , ἀϲθενεεϲ , ἀτακτοι . ἐλυϲε κοτε ταδε παντα
9999837 Πρωταγοραν
, τοσουτον ἐξαρκει προς την ἀποδειξιν ἡν ἐμε δει και Πρωταγοραν ἀποδειξαι περι ὡν ἠρεσθ ' ἡμας . ἠρεσθε δε
Εἰπε μοι , ἐφην ἐγω , ὠ Ἱπποκρατες , παρα Πρωταγοραν νυν ἐπιχειρεις ἰεναι , ἀργυριον τελων ἐκεινῳ μισθον ὑπερ
9999837 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999837 συνεταξε
ὡς τελεωτεραν προβας , την δε φρονησιν σοφιᾳ και νῳ συνεταξε δια την συγγενειαν και το κοινωνειν την φρονησιν τῳ
και πεμψας ἀγγελον τοις ἐν τῳ χαρακι ταυτα ἐμηνυσε και συνεταξε τῃ ὑστεραιᾳ ἐπιθεσθαι τοις πολεμιοις . οἱ μεν δη
9999837 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999837 ἡγεμονια
, πλουτος , εὐδοξια , τιμαι παρα τοις πληθεσιν : ἡγεμονια παλιν , ὑγεια , εὐαισθησια , καλλος , ἰσχυς
ταλαντων ἀπεκομισε της Μηδιας εἰς Ἐκβατανα . ἡ μεν οὐν ἡγεμονια των Ἀσσυριων ἀπο Νινου διαμεινασα τριακοντα μεν γενεας ,
9999837 Καππαδοκιαν
μεν Ἀμισσου την πολιορκιαν και τους ὑπο Κασανδρου πεμφθεντας εἰς Καππαδοκιαν ἐκβαλῃ παντας , προς δε τουτοις ὁπως παραγενομενος εἰς
' ἑνος τελους ἀπελιπε , τους δε ἱππεας προυπεμψεν ἐς Καππαδοκιαν , οἱ Ἀριοβαρζανην τε ἀφνω κατεκανον ὡς ἐπιβουλευοντα Κασσιῳ
9999837 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999837 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999836 ἐδοκουν
ἐλαττον ἐχαιρε συνων ἐνιοις αὐτων , μονοις ἐξισταμενος ὁποσοι ἀν ἐδοκουν αὐτῳ ὑπερ την της θεραπειας ἐλπιδα διαμαρτανειν . και
την ἐπιβουλην την ἐξ ἐκεινων ἐκκλιναι πειρωμενη . ὡς δε ἐδοκουν του τιμωρησασθαι τον λυμεωνα ἡκειν δευρο , ἐνταυθα ἡ
9999836 ὀχημα
ἐχουσης ἀποροι τα μεν ὑπερβαινειν , ἐνθεν δε ἐκβαινειν , ὀχημα αὐτῳ τουτο και εὐποριαν ἐδοσαν : ὁθεν δη μηκος
Ζεφυρος αὐτον νενικηκεν : και του τραγῳδοποιου λεγοντος αὐρα θεων ὀχημα τιμιωτατον , ὑπο βραχειας αὐρας νικηθεις ἀπωλεσε τον ἐρωμενον
9999836 θανατοιο
, εἰς ὁτε κεν μιν μοιρ ' ὀλοη καθελῃσι τανηλεγεος θανατοιο , μη τις μοι κατα δημον Ἀχαιϊαδων νεμεσησῃ ,
δεξηται στυγερης τ ' ἐνοπης κωκυτον ἀκουσῃ , οὐ τηλου θανατοιο ταχ ' ἐσσεται , ἀλλα οἱ ἀτην και μορον
9999836 συνεβαλλετο
ἐλεγε τα περ ὀπωπεε , ὁ δε ἐννωσας τα λεγομενα συνεβαλλετο τον Ὀρεστην κατα το θεοπροπιον τουτον εἰναι , τῃδε
ποιησωμεθα της εἰς τα πολιτικα ἀγαθα ὠφελειας αὐτου , ἡν συνεβαλλετο τοις ἀνθρωποις . Το δη μετα τουτο μηκεθ '
9999836 πορισμα
του κατ . . . κειται , ὁτι δια το πορισμα του ηʹ του Ϛʹ και του κʹ του Ϛʹ
τετταρας γωνιας εἰναι τετρασιν ὀρθαις ἰσας . ἐστιν οὐν το πορισμα θεωρημα δια ἀλλου προβληματος ἠ θεωρηματος ἀποδειξεως ἀπραγματευτως ἀναφαινομενον
9999836 ὁμολογια
. και τα πραγματα ὁμοφροσυνη , ὁμονοια , ὁμογνωμοσυνη , ὁμολογια , συμφωνια ὁμοφωνια , ἀνακρασις , συνδεσμος . ταυτα
προς ἑαυτο , ἡ δε γνωσις οἱον συγκαταθεσις ἐστι και ὁμολογια του ἑκαστον εἰναι ὁ ἐστιν . Ἐπισυνακτεον δε τῳ
9999836 ἀπορρωξ
ἀγοι ; Ταυτης οὐν της πρεσβυτιδος και τουτου του γενους ἀπορρωξ ἐστιν ὁ Κλεοκρατης , ὡς ἐστι μαλλον παντων ἠ
το Ὁμηρικον Κωκυτος θ ' ὁς δη Στυγος ὑδατος ἐστιν ἀπορρωξ ἡν ὁ Ζευς ἐποιησεν ὁρκον εἰναι δεινον ἐν τοις
9999836 ἐνεδεχετο
Πισσουθνην : στρατηγος του βασιλεως , περι την Ἰωνιαν διατριβων ἐνεδεχετο : ἐν ἑαυτῳ ἐδεχετο . το πλειστον της γνωμης
ἐπλεονασεν , ἁπερ ἐκ των τηρησεων εὐκατανοητα γινεσθαι πανταπασιν οὐκ ἐνεδεχετο . παλιν ὑποκεισθω το μεγιστον ἀποστημα του του Ἑρμου
9999836 ὀστρακοδερμα
δε και ἐκδυεσθαι των ἐνυδρων μονα λεγεται το γηρας . ὀστρακοδερμα δε κατωνομασται τα τε των ὀστρεων και πορφυρων και
μονον οὐκ ἐχειν χολην . ἐτι τα μαλακοδερμα φησι και ὀστρακοδερμα και σελαχωδη και ἐντομα πλειω χρονον ὀχευειν . δελφινα

Back