ῥειν , οὐκετι πονον ποιεει . Τῳ ὑπο της ὀδυνης ἐχομενῳ φαρμακον θερμον φυσει χλιαρον ποιησαντα , διεντα νετωπῳ ,
ἐς την κοιλιην ὑδατος ῥυεντος , λυσις . Ὑπο διαῤῥοιης ἐχομενῳ μακρης ἀπο ταὐτοματου ἐμετος ἐπιγινομενος λυει την διαῤῥοιαν .
9999986 ἀρχομενῳ
ἐπιπολῃϲι του ϲκηνεοϲ φανταζεται , ὡϲ ἰδειν τε εὐθυϲ και ἀρχομενῳ ἀρηξαι : ἀλλα τοιϲι ϲπλαγχνοιϲι ἐμφωλευϲαν ὁκωϲ ἀϊδηλον πυρ
γνωμη περι ὡν βουλευεσθε , ἡδ ' ἐστιν . Παντος ἀρχομενῳ σπουδαιου και λογου και ἐργου ἀπο των θεων ὑπολαμβανω
9999984 λεγομενῳ
οἰνον φραζων . Ἠ και τοὐναντιον ἐχει τουτο τῳ νυνδη λεγομενῳ ; πιοντα τον ἀνθρωπον αὐτον αὑτου ποιει πρωτον ἱλεων
κρανιου ὀστα , ἀνωθεν ὑπο τῳ δερματι , τῳ περικρανιῳ λεγομενῳ ὑμενι , ἐκπεφυκοτι μεν δια των ῥαφων , ἐκ
9999983 θαυμαστικον
. 〛 φευ φευ : Ἐστι μεν και σχετλιαστικον και θαυμαστικον , νυν δε θαυμαστικον . 〚 περιπετεσθε : Ἀντι
ὁμοιον καταληκτικον . οἱον το ] προαναφωνησις . οἱον ] θαυμαστικον , δεινον , μεγα τι , χαλεπον . ἐραν
9999983 μαινομενῳ
πολιτειᾳ τους πονηρους μη παραιτεισθαι . . , . ἐπισφαλες μαινομενῳ δουναι μαχαιραν και μοχθηρῳ δυναμιν . . . .
ὁστις βαλλειν ἐπισκοπωτατος : ταυτα γαρ και Καμβυσῃ ὑπηρχε τῳ μαινομενῳ και Ξερξῃ τῳ ἀλαζονι : ἀλλ ' ὁστις την
9999982 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999982 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999981 χαρακτηριζεται
, εἰπων δε το ζῳῳ εἰναι ἐσημανε καθ ' ὁ χαρακτηριζεται , τουτ ' ἐστι το εἰδος : το γαρ
τῳ θεῳ , δηλον ἐντευθεν : οἱς γαρ το θειον χαρακτηριζεται , τουτοις και ὁ τελειος φιλοσοφος χαρακτηριζεται : και
9999981 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999981 Αἰγυπτιον
ὁτε ἠκουσε του Μεμνονος ὁ σεβαστος Ἀδριανος . Μεμνονα πυνθανομαν Αἰγυπτιον , ἀλιω αὐγαι αἰθομενον , φωνην Θηβαικω ' πυ
” και ὁ μεν ἀπηλθεν : ἐγω δε προς τον Αἰγυπτιον εἰσελθων τυπτων τε αὐτον πυξ κατα των προσωπων και
9999981 ἀκολουθουντες
: ἀπομεχωρισμενην : ἀπο του αἰρω το καταβαλλω . παρομαρτουντες ἀκολουθουντες : ἀπο του ὀμαρτω . πεπιλημενοι , συνεσφυγμενη :
] ἀντι του ταις ταξεσι δε της ἀρχης της παλαιας ἀκολουθουντες και νυν ἡμεις εἰς χαριν ἐπωνυμιαν , ἀντι του
9999981 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999981 ἐνδεχομενως
τῳ Β ἐνδεχεται , παντων ἀρα των μερων αὐτου κεχωρισται ἐνδεχομενως : ἑν δε των μερων του Β το Γ
ἐπει δε λεγεται ἐνδεχομενον και ὁ ὑπαρχει μεν ἠδη , ἐνδεχομενως δ ' ὑπαρχει και οὐκ ἀναγκαιως , λεγεται δε
9999980 ἀκαθαρτον
ὁ μεν γαρ λογος τροφη διανοιας ἐστι : τουτον δε ἀκαθαρτον ἡ πονηρια ποιει των ἀνθρωπων . Ἀνδοκυδου Πυθαγορειου .
το αἱμα . τουτο οὐν ἀναδιδοται εἰς παν το σωμα ἀκαθαρτον ὀν , και λοιπον καινοτομειται το της φυσεως νομιμον
9999980 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999980 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999980 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999980 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999980 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999980 ἐκλυσεως
θηριων δακετων αἰτιαις ἠ συμπτωσεων ναυαγιων καθυγρων τοπων σεληνιασμου πηρωσεως ἐκλυσεως . Αἰγοκερως ὑπο Λεοντος , Κρονος ὑπο Ἡλιου :
της εὐνης παλιν ἀνισταμενων , του νυκτερινου καρου και της ἐκλυσεως και της νωχελιας αὐτους ἀπηλλασσε δια τινων ἰδιοτροπων ᾀσματων
9999980 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999980 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999980 δεδοικαμεν
προς δε ταυτην ἀντεπεσεν ἀντιθεσις ἀπο του δυνατου κεφαλαιου ἀλλα δεδοικαμεν βασιλεα . ταυτην ἐλυσεν ὁμογενως ἐκ του αὐτου κεφαλαιου
μη τι συμβῃ τοιουτον οἱον και ἐπι των προγονων , δεδοικαμεν , οἱς ἐν τῳ θεατρῳ συγκαθημενοις ἐφειστηκεσαν οἱ τοξοται
9999980 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999980 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999980 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999980 γινωσκομεν
ἑκαστον γνωριζομεν , ταυτα ἐκεινου ἀρχη ἐκ δε των ὁρισμων γινωσκομεν ἑκαστον των ὀντων , οἱ ὁρισμοι ἀρα ἀρχαι .
ἠ βραδεως . και φησιν ἐκ τεσσαρων τινων σημειων τουτο γινωσκομεν , ἀπο τε της ὀδυνης και της βηχος και
9999980 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999980 ἀριστευς
δυσμενων νεοτης κεκινητο , φθασας ὁ πλουσιος οὐκ οἰδα πως ἀριστευς ἐπανηρχετο : εἰτα δους ὑποψιαν τῃ νικῃ , σαφως
ἀνενεγκων φονου κρινεται : μικτα δε , οἱον τραυματιας τις ἀριστευς παρεχωρησε της δωρεας ἀτρωτῳ ἀριστει , και ὁ μεν
9999980 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999980 στρατευματι
τῃ ἐπιγιγνομενῃ ἡμερᾳ ἐξηταζοντο και ἐλαθον αὐτους παντι ἠδη τῳ στρατευματι ἐκ της Κατανης σχοντες κατα τον Λεοντα καλουμενον ,
' αὐ Κυρος ταυτα ἰδων περιισταται τον λοφον τῳ παροντι στρατευματι , και προς Χρυσανταν πεμψας ἐκελευε φυλακην του ὀρους
9999980 Εὐριπιδειον
Ϛʹ δακτυλικον πενθημιμερες . το ζʹ ἐγκωμιολογικον . το ηʹ Εὐριπιδειον . το θʹ ἀναπαιστικον Ἀριστοφανειον ἡμισυ ἀκροτελευτιον . το
πενθημιμερων . Το βʹ δακτυλικον τριμετρον ἀκαταληκτον . Το γʹ Εὐριπιδειον ἠ ληκυθιον . Το δʹ ἀναπαιστικον τριμετρον βραχυκαταληκτον .
9999979 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999979 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999979 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999979 νης
ψοφου ἀνοιγεσθαι . της δε κατα του τεγους δεχομε - νης τον μοιχον , χλευαζοντας τους γειτονας ἐπι των μηδεν
και οἱ του ἐργου ἐπισταται , ὡς ὁ Δημοσθε - νης ἑαυτον τειχοποιον καλει . ἐρεις δε ταφρον ἠλασαντο ,
9999979 Κρητικοις
Ἐλυμνιατης . Ἐλυρος , πολις Κρητης , ὡς Ξενιων ἐν Κρητικοις . ὁ πολιτης Ἐλυριος . Ἐλωρος , πολις Σικελιας
ἐναντια ἡγησαμενον ἀνεθεσαν οἱ Αἰτωλοι . ἐστι δε ἐν τοις Κρητικοις ὀρεσι και κατ ' ἐμε ἐτι Ἐλυρος πολις :
9999979 ἐξαναστας
ἀνεπαυετο . μυος δε δια της χαιτης αὐτου διαδραμοντος ταραχθεις ἐξαναστας φοβερον ἀπεβλεπεν . ἀλωπεκος δε καταγελωσης εἰπεν : ”
. λεοντος κοιμωμενου μυς τῳ σωματι ἐπεδραμεν : ὁ δε ἐξαναστας και συλλαβων αὐτον οἱος τε ἠν καταθοινησασθαι . του
9999979 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999979 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999979 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999979 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999979 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999979 Ἀγαμεμνονος
αὐτην δια το ἰσως την κορην μετα την κοιτην του Ἀγαμεμνονος καθαρμου χαριν ἑωθεν εἰς την θαλασσαν ἀπεληλυθεναι παλιν ἐξελθειν
δ ' ἀλλων ἁ μοι ἐστι . , παρ ' Ἀγαμεμνονος ἐξαιρετον : Ι . ἠιε συν τε Μενοιτιαδῃ και
9999979 φαμενη
ἐφωρασεν , του λεοντος αὐτην ἀξιουντος εἰσελθειν προς αὐτον , φαμενη μη δυνασθαι εἰσιεναι : ὁρωσα ἰχνη μεν εἰσιοντων ,
παντοιην ἀρετην , ἐπει ἐξοχος ἠεν Ἀχαιων . ” ὡς φαμενη κατεβαιν ' ὑπερωϊα σιγαλοεντα , οὐκ οἰη , ἁμα
9999979 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999979 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999979 ἀπαγγελλειν
διεφθαρη ἡ ναυς , παρειναι τους οἰκετας τους ἑαυτου και ἀπαγγελλειν ἑαυτῳ , και ὁτι ἡ ναυς κενη διεφθαρη παραπλεουσα
ἀπηγγειλε , τινα δε ἠν ταυτα ; πρωτον του μεν ἀπαγγελλειν τι περι των πρεσβευομενων ἠ περι των ἐν τῃ
9999979 σημαινομενῳ
ὁρισμου , λεγω δη το αἰτιον , ὀνομασομεν και τινι σημαινομενῳ συνταξομεν ; καθ ' ἑαυτο και τουτο χωριζοντες ,
καθ ' ἡν διαφερειν φησι τοις τονοις τοὐνομα και τῳ σημαινομενῳ . σημειον και τεκμηριον διαφερει . Ἀντιφων ἐν τῃ
9999978 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999978 ἀποδειξις
ἀποδειξις . και δη προδηλος μεν προδηλου οὐ δυναται τυγχανειν ἀποδειξις , ἐπει το προδηλον οὐ χρῃζει ἀποδειξεως , ἀλλ
εἰ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : εἰ οὐκ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : ἠτοι δε ἐστιν ἀποδειξις ἠ
9999978 γιγνωσκεσθαι
ἀγνοειν του παιδος : ἱκανος γαρ και ἀπο μονου τουτου γιγνωσκεσθαι . Λεγεσθω , ἠν δ ' ἐγω , οὑτινος
ὁμοιῳ : κοινη γαρ και τουτων αὑτη ἡ δοξα το γιγνωσκεσθαι τῳ ὁμοιῳ το ὁμοιον . δια τουτο δε τον
9999978 ἀπαλλαγησεσθαι
ποαν τῃ ὑδρᾳ παραπλησιον : ἐκεινης γαρ καταπλασαμενον των ἑλκων ἀπαλλαγησεσθαι . Εὑρε δε τον ποταμον και την πυθοχρηστον ποαν
αὐτην τοισι Ἀχαιοισι , μελλοντα γε δη των παρεοντων κακων ἀπαλλαγησεσθαι . Οὐ μεν οὐδε ἡ βασιληιη ἐς Ἀλεξανδρον περιηϊε
9999978 Σαλαμινιον
δε ὁ ἱστορικος Κυμαιον . οὐκ ὠκνησαν δε τινες και Σαλαμινιον αὐτον εἰπειν ἀπο Κυπρου , τινες δε Ἀργειον ,
σοφισταις διελεγετο και καρτερικωτερον ἐν τῳ παγῳ διενυκτερευε και τον Σαλαμινιον κελευσθεις ἀγειν γεννικωτερον ἐδοξεν ἀντιβηναι και “ ἐν ταις
9999978 ἰδιωτικον
Μειδιου πεποιηκε : φασκοντος γαρ του Μειδιου ὑβριν εἰναι και ἰδιωτικον , ἀλλ ' οὐ δημοσιον ἀδικημα περι την ἑορτην
γιγνεται τουτο λαβειν , ἠ οὐχι του διακρινειν , ποτερον ἰδιωτικον ἐστιν ἠ ἱερατικον το εὑρισκομενον : εἰτα ἐπισυναπτεις δευτερον
9999978 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999978 ὁρμητηριον
κεφαλαιωδη και περι των Ῥωμαιων των κατασχοντων αὐτην και κατεσκευασμενων ὁρμητηριον προς την συμπασαν ἡγεμονιαν , προσειληφθω και ταυτα ,
των ἐν Ἰωνιᾳ : λειπει ἡ ἀπο . ὁρμωμενοι : ὁρμητηριον ἐχοντες . ἐλπιδα δ ' εἰναι : ἐφασκε δηλονοτι
9999978 παρεγενετο
συνταξιν ἀποφερεται το βασιλευς : φαμεν γαρ ὁ βασιλεως οἰκετης παρεγενετο , των ἀλλων προσηγορικων ἀπαραδεκτων ὀντων . Και μηποτε
ἠν ἐκ Δηϊανειρας αὐτῳ παις πρεσβυτερος , Ἰολην γημαι , παρεγενετο εἰς Οἰτην ὀρος , ἐνθα πυραν ἐνησεν , ἡς
9999978 ἐπαξιως
ὁ μεν Νεστωρ ἁπαντα και λεγει και πραττει της εὐχης ἐπαξιως : ὁ δε γενναιος Ἀχιλλευς , ὁ την μελιαν
πρωτος ἐκτισας τῳ ἀνδρι τα χαριστηρια ; ἀρετην δε ἀμειβεσθαι ἐπαξιως μονης βασιλειας και φιλοσοφιας ἐστιν . ἐλευθερα γαρ παρα
9999978 λεγετωσαν
εἱς ἐστιν ὁ βοηθων ἐτι . ἐπει κατα γε τουτο λεγετωσαν μηδεν εἰναι χαλεπον μηδε το τους ὀρφανους βλαπτειν τους
δε ταρασσονται δια την ὁμοφωνιαν , μηδε το ὁς ἀρθρον λεγετωσαν ὑποτακτικον , ὁτι και συναρθρον ἀντωνυμιαν σημαινει , και
9999978 ἱκανωτατον
μεν οὐ νυν ἐχω πρωτον ἐπαινειν , ὡς φρονησαι τε ἱκανωτατον προ πολλου τα μελλοντα και γνωμας τας καλλιστας τε
, τον ? δε ? Θεοδωρον ἐν τοις μαθημασι εἰναι ἱκανωτατον ? . ἐπει οὐν [ ] ὁ τοιουτος ἐπαινει
9999978 ἀναστρεψας
, προς ταχος ἐμαυτον ἀπορρυψας ἀπειμι κοσμιως μαλα ἐσχηματισμενος , ἀναστρεψας το τριβωνιον ὡς ἐπι του καθαρωτερου γενοιτο ἡ ἀναβολη
ἀπηγαγε την δυναμιν . ὡς δε νυξ ἐπηλθε , συντονως ἀναστρεψας ἐπι τας Σαρδεις ἠγαγε και προσπεσων τοις τειχεσιν ἀφυλακτοις
9999978 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999978 ἐπιγενοιτο
ἐμβαλλειν . Ταυτα εὐ χρη εἰδεναι : και γαρ εἰ ἐπιγενοιτο σπασμος ἐμβαλλοντι , ἐλπιδες μεν οὐ πολλαι σωτηριης :
και χρονῳ γεγυμνασμενον , μη οἱ διωκοντι τον Πομπηιον κατοπιν ἐπιγενοιτο , τονδε μεν αὐτος ἐγνω προκαθελειν ἐς Ἰβηριαν ἐλασας
9999978 στερητικου
των δυο εε εἰς η τρηρος , μετα του α στερητικου ἀτρηρος και τροπῃ του α εἰς ο ὀτρηρος .
: παρα το χω , το χεω , μετα του στερητικου α ἀχος , το μη διαχεομενον . . .
9999978 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999978 καθεστωσαν
ἐξεβαλλε και παλιν Νικαιαν και Μαγνησιαν ἐδιδου , προσδοκαν την καθεστωσαν νυν δεκαδαρχιαν ἐσεσθαι παρ ' αὐτοις ; ἠ τον
μοι κεφαλαιον του λογου τουτο ἐστιν , την νυν ὀρχησιν καθεστωσαν ἐπαινεσαι και δειξαι ὁσα ἐν αὑτῃ τερπνα και χρησιμα
9999978 ἀλεξιφαρμακον
ἐοικεναι . Τουτον δε φασι τριβομενον μετα σκοροδου και πινομενον ἀλεξιφαρμακον των ὑπο σκορπιου δηγματων γινεσθαι . Και μετα ῥοδινου
ἀπο ξιφων , εἰτε και ἀπο ἑτερων τινων αἰτιων , ἀλεξιφαρμακον γινεται . Και στειραις δε γυναιξι περιδεσμουμενος εὐτοκιαν παρεχει
9999978 Ἡρακλειδου
ἐπι δε ἡ Σωπολιδος του Ἑρμοδωρου , ἐπι δε ἡ Ἡρακλειδου του Ἀντιοχου , ἐπι ταυτῃ δε ἡ Δημητριου του
, κυρια δε τινων . εἰ τις οὐν τον του Ἡρακλειδου υἱον πατρωνυμικως βουλοιτο σημηναι , ὁμωνυμως ἀν παλιν [
9999978 ὀλιγαρχικον
αὐτης ἐστι δημοκρατικον , ἀλλο δε ἀριστοκρατικον , τριτον δε ὀλιγαρχικον , τεταρτον βασιλικον , πεμπτον τυραννικον . δημοκρατικον μεν
ποιμενα λαων : ἐμφανισκειν γαρ βοσκηματα τους ἀλλους ὀντας , ὀλιγαρχικον ὀντα . τοις κυαμοις πολεμειν ὡς ἀρχηγοις γεγονοσι του
9999978 Τυρρηνικον
δ ' εἰσιν ἐν μεν τῃ παραλιᾳ τῃ κατα το Τυρρηνικον πελαγος μεχρι της Λιγυστικης συχναι , μεγισται δε Σαρδω
γοʹʹ Σαλερνον μʹ μʹ ∠ ʹʹ Λουκανων ὁμοιως παρα το Τυρρηνικον πελαγος Σιλαρου ποταμου ἐκβολαι μʹ ιβʹʹ μʹ δʹʹ Παιστον
9999978 χαλκοις
κλιμακα ἠ το ὑδωρ ἠ το ἐλαιον θερμον ἐν ἀγγειοις χαλκοις , περιβληθεντος σχοινιου τροχιλῳ ἀνω κατα το ἀκρον της
, οἱ δε ἐν τῃ της οἰκιας αὐλῃ ὑπο τοις χαλκοις ἀνδριασιν . ἐστι δε οὐδεν τουτων ἀληθες , εἰ
9999978 τηλεως
προκενωσας την κοιλιαν κλυστηρι ἐκκοπρωτικῳ , ἐπειτα ἐγχυματιζειν την μητραν τηλεως και μαλαχης ἀφεψηματι τριτον κοτυλης μετα ῥοδινου ὀλιγου .
, κλυζειν αὐτικα την κοιλιαν δι ' ἀφεψηματος ἰσχαδος , τηλεως , ἀριστολοχιας και των ὁμοιων . και εἰ μεν
9999978 συμπρεσβεις
τα γε δη καταγελαστα παντελως , ἐφ ' οἱς οἱ συμπρεσβεις ἐνεκαλυψαντο , ὡς ἐξενισε τους πρεσβεις τους Φιλιππου ,
. Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , καλει μοι τους συμπρεσβεις και την μαρτυριαν αὐτων λεγε . Ἐπειδη τοινυν ,
9999978 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999978 χαρακτηρος
και παραλλαξιν , οὐπω δε συστροφην τινα και συστασιν του χαρακτηρος ἐν τῳ το προελθειν ἐστη και περιεγραφη : τουτο
της αὐτης φυσεως και οὐδεμιαν ἐχομεν ἐπιτηδειοτητα προς ζηλον ἑτερου χαρακτηρος : εἰ δε πλησιασομεν τοις τεσσαρακοντα , παλιν το
9999978 ἐπεστησεν
λοφον τινα κατειλημμενους , και καθολου πολυν φοβον τοις Κορκυραιοις ἐπεστησεν . Ἀθηναιοι δε και παλαι μεν ἀπεσταλκεισαν Τιμοθεον τον
ἀλοχος ἰσχυρα Διος ; τον πανθ ' ὁρωντα φυλακ ' ἐπεστησεν βοϊ . ποιον πανοπτην οἰοβουκολον λεγεις ; Ἀργον ,
9999978 παραβολη
. μεθεπουσιν : συρουσιν , Ὡς δ ' ὁτε : παραβολη . νηπιαχα : μωρα . οὐρεσιφοιτον : ἐν ὀρει
ἀνειλον . ὡς δ ' ὁτε δουρατα μακρα : ἡ παραβολη προς παντα ἁρμοδιος και ὑγιης . ξυλοις γαρ εἰκαζει
9999978 ἀφανισθηναι
λιμενος : ἐτι δε λεγοντος αὐτου καταρραγηναι γνοφον και τελος ἀφανισθηναι την ναυν . Τουτοις δε ἐπιγενομενος Πυθαγορας , Μνησαρχου
* κατα συγκοπην * . ἐπειδη γαρ ἐν πυρι ἐμελλεν ἀφανισθηναι την Τροιαν ἐξ αἰτιας του Ἀλεξανδρου , ἐπρεπε κατακαυθηναι
9999978 διεφθαρμενην
: ἐπιθυμιᾳ δε την πανταχῃ διαρρεουσαν και ὑπο τρυφης ἀκολαστου διεφθαρμενην , ταπεινα και γυναικεια φρονουσαν , δειλιᾳ συνοικον και
, ἐκπεμφθεις δε στρατηγος εἰς Σικελιαν , κατελαβε την ἐπαρχιαν διεφθαρμενην , ἀνεκτησατο δε την νησον χρησαμενος τοις καλλιστοις ἐπιτηδευμασιν
9999978 πλινθιου
αʹ λαμπρον , ἐπι ποδος ἀκρου αʹ , ἐπι του πλινθιου αʹ , ἐπι της του διφρου οὑ καθηται ἑκατερας
ὁπου δ ' ἀγκυλη μια . Ἑνεκα της πλοκης του πλινθιου βροχου καιρια προσλαμβανεται κεκρικοποιημενη , τουτεστιν ἀρχην οὐκ ἐχουσα
9999978 συντιθεμενα
ὁμοιως και το χαριστος . Ἰστεον ὁτι τα παρα πολις συντιθεμενα του ἁπλου φυλαττει την κλισιν , Νικοπολεως Ἀμφιπολεως :
ἐστιν , οὑ ἐν ἀρχῃ τα φυλλα λαχανευεται εἰς ἁλμαιας συντιθεμενα . ἐστι δε πλατεα , τραχεα τοις περιξ ,
9999978 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999978 φερομενη
μετ ' οὐ πολυν τινα τον χρονον ἐπι τα χειρω φερομενη των ἀξιολογωτερων τινα τῃ τεχνῃ μετεκαλειτο ἀνθρωπον , κἀκεινος
αἰτιος ἐσται . ἐαν ἐπι της ἀποκυησεως εὑρεθῃ ἡ Σεληνη φερομενη προς τους κακοποιους χωρις των ἀγαθοποιων κακως το τικτομενον
9999978 Ἀριστομαχου
βασιλευοντος ἐν Ἠλιδι , τηνικαυτα ὁ Δωριεων στολος συν τοις Ἀριστομαχου παισιν ἠθροιζετο ἐπι καθοδῳ τῃ ἐς Πελοποννησον . γινεται
Ἀριστοδαμιδα του Μεροπος του Θεστιου του Κισσου του Τημενου του Ἀριστομαχου του Κλεοδαιου του Ὑλλου του Ἡρακλεους . ἐνιοι δε
9999978 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999978 ἐξαμαρτανειν
παντων οἰομαι των εἰρημενων χρησιμωτατον ἐσεσθαι και του μη πολλα ἐξαμαρτανειν τους παραληψομενους την ἀρχην αἰτιωτατον , μη δια βιου
οἰνον ἠ δι ' ὀργην ἠ τιν ' ἀλλην αἰτιαν ἐξαμαρτανειν ἐπιχειρουντας αὐτοι παροξυνουσιν , οὐδεμι ' ἐστιν ἐλπις σωτηριας
9999978 παρεστωτα
: ἀλλα με οὐχ ἑωρας καιτοι πλησιον μαλα τῃ κορῃ παρεστωτα . Σοι μεν οὐν ἐκεινην ἐδωκα : και ἠδη
ἀποτεμειν , καιτοι μυριων ἀγωνισμα τιθεμενων τουτο , πριν ἠ παρεστωτα οἱ κυνα ἀποκτειναι , ὑπ ' αὐτου τραφεντα και
9999978 θεραπευσομεν
φαυλως ἐχειν δοκει περι θεων , οὐ δια τοιαυτης ἀπολογιας θεραπευσομεν ; Ταξις δε μοι γενησεται των λογων ἡ των
και τοις καρποις γινομενων την μεν χειρουργιαν ἀπαγορευειν χρη . θεραπευσομεν δ ' αὐτο κατα τροπους δισσους : ἠ γαρ
9999978 ὑποπτευσας
ἐφ ' ὡν δε το ψυχρον ἐφοβηθην δουναι ἠ φλεγμονην ὑποπτευσας εἰναι κυριου μοριου ἠ δια το την δυναμιν ἀσθενειν
Σωκρατει τῳ Ἀθηναιῳ περι της πορειας . και ὁ Σωκρατης ὑποπτευσας μη τι προς της πολεως ὑπαιτιον εἰη Κυρῳ φιλον
9999977 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999977 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999977 ἀκρατως
ἐξειργασμενος . δικαιου δε της γνωμης φανεισης και δεχθεισης , ἀκρατως οἱ πολλοι μετετιθεντο , μεχρι Κατων ἠδη σαφως ἀνακαλυπτων
, ἐκπαλαι . ἐπνιγομην τα σπλαγχνα : ἠγουν ἐφλεγομην και ἀκρατως εἰχον , ὡστε συνταραξαι παντα , ἁπερ οὑτος εἰπεν
9999977 κατεμειναν
' Ἀγαμεμνονος τινες δια νοσον την περι τας πυγας ἐνταυθα κατεμειναν . Πτωματα ἐλαιων : Λυσιας ἐν τῳ κατα Νικιδου
θεου το ἀτρεπτον εἰναι : ἀλλ ' οἱ μεν τραπεντες κατεμειναν ἀχρι παντελους φθορας , οἱ δ ' ὁσον μονον
9999977 θαυμαστων
σεαυτου προς αὐτον συγγενειαν ἀνενεωσω και των ταπεινοτερων τουτων , θαυμαστων δε τοις ἀλλοις κατεφρονησας , φιλοτιμιας και πλουτου και
ἱεραν χθονα ] την θειαν Ἀττικην . ζαθεων ] λιαν θαυμαστων ἠ ταχυτατων . κελαδηματα ] ἠχους . κελαδοντα ]
9999977 ἐπιστευετο
ἐλασσον ἐχων ἀπειμι . τοιαυτης ὑπογενομενης ἀλλοτριοτητος πρωτον μεν Ἡφαιστιων ἐπιστευετο λεγων ὁτι συνθεμενος προς αὐτον ὁ Καλλισθενης προσκυνησαι ψευσαιτο
πως γαρ , εἰπερ μουσικη περι της των παθων ἐπανορθωσεως ἐπιστευετο , τον μεν Ἀγαμεμνονα ἡ Κλυταιμνηστρα ἐπι της ἰδιας
9999977 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999977 ἐρχομενη
της Ἀρτεμιδος . συγκυνηγος δε ἐχρηματιζε τῃ Ἀρτεμιδι ἐν ὀρεσιν ἐρχομενη ἀει . ἐρασθεισα δε ὑπο τινος βοσκου και φθαρεισα
δε καθιστανται . ἐαν μεν οὐν εἰς σχημα ἀπο σχηματος ἐρχομενη ἠ ὑπο φθοροποιου θεωρηθησεται ἡ Σεληνη ἠ ἐν ὁριοις
9999977 ὀργισθηναι
πριν αἱματος μου την ψυχην ἐξαφρισαι , ἀντι του πριν ὀργισθηναι με αὐτηι . δα : γη Δωρικως ὁθεν και
παθητικοι τουτων λεγομεθα , οἱον καθ ' ἁς ἐσμεν δυνατοι ὀργισθηναι ἠ λυπηθηναι ἠ ἐλεησαι . ἑξεις δε οἱ τροποι
9999977 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999977 ἐνεργητικος
. Ἐαν τυπωμεντυπητετυπωσιν . Ἑνικα . Ἐαν τυπτωμαι : ὁ ἐνεργητικος ἐνεστως των ὑποτακτικων προσθεσει της μαι παθητικος γινεται ,
: ἡ φωνη ἀοριστου ἠ παρακειμενου , οὐδεποτε δε παρακειμενος ἐνεργητικος ἀοριστῳ εἰς α ληγοντι συνεπεσεν , εἰ μη οὑτος

Back