ἡμων τινα γενεσθαι παρακλησιν , ὑφ ' ἡς ἰσως μεν ἐσῃ βελτιων , παντως δε οὐ χειρων . πασιν ἀνθρωποις
μη συ κομιζειν ἐβουληθης τοτε παρων , εἰ μη λαβων ἐσῃ νυν γε , προδοσιας , εὐ ἰσθι , προς
9999834 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999831 ἐοικε
καθηγεμονα των πραξεων ἐχοντες την ἀρετην . Πασαις γουν ὡς ἐοικε ταις ἀρεταις κοινον ὑπαρχειν το τε κρινειν , και
, μεθιεμεν . Ἀκουετον δη : δει γαρ , ὡς ἐοικε , με λεγειν ἁ κρυπτειν ἠν παρεσκευασμενος . Ἐγω
9999823 Λευκιππης
: οὐ παρελιπε δε οὐδε ὁσα ἰδιᾳ προ των της Λευκιππης θυρων διελεχθησαν προς ἀλληλους περι αὐτης . και ὁ
την ναυαγιαν , την Αἰγυπτον , τους βουκολους , της Λευκιππης την ἀπαγωγην , την παρα τῳ βωμῳ πλαστην γαστερα
9999821 θερμαϲιαϲ
' ἐκεινου μαλιϲτα του τοπου , ἐν ᾡ τηϲ πολληϲ θερμαϲιαϲ αἰϲθηϲιϲ γιγνεται . ἀλλαϲϲεϲθω δε το φαρμακον , πριν
/ φευγει [ ] ϲυγκυψαϲ : τηϲ ἐκ των πληγων θερμαϲιαϲ : ἀλλα δητ ' εἰϲ του ϲτρατηγου κωμαϲω του
9999818 εὐφροσυνῃ
ἑορταις ἐπιδοσιν ἐχουσιν αἱ τραπεζαι : ὡστε πρωτον ταυτῃ τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα ὁσῳ ἀν
ἐχουσιν αἱ τραπεζαι αὐτων ἐπιδοσιν : ὡστε ταυτῃ πρωτον τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα δ '
9999816 μαχωμεθα
φραζωμεσθα τι λωιον ἀμμι γενηται , ἠ ἐτι που στυγεροισι μαχωμεθα δυσμενεεσσιν , ἠ ἠδη φευγωμεν ἀπ ' ἀστεος ὀλλυμενοιο
: τον δ ' ἐμε φασι γεινασθαι : νυν αὐτε μαχωμεθα φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . Ὡς φατ ' ἀπειλησας ,
9999815 Διωνι
οὐκ ἐνδεχεται την ἐν Θεωνι ἀναπνοην εἰναι , την ἐν Διωνι δε μη εἰναι : ἐνδεχεται δε του μεν φθαρεντος
ὁ μη εἰδως τον Διωνα οὐδε τα συμβεβηκοτα αὐτῳ ὡς Διωνι δυναται νοειν , οὑτως ἐπει οὐκ ἰσμεν την οὐσιαν
9999815 ὑδρομελιτοϲ
' ἐκεινων εἰρημενα . εἰϲι δε εὐβοηθητοι μαλιϲτα ὠφελουμενοι ὑπο ὑδρομελιτοϲ ϲυνεχωϲ αὐτο πινοντεϲ μιγνυμενων αὐτῳ πηγανου φυλλων . Γυψοϲ
ἀνιϲου ϲπερμα ἀριϲτολοχιαϲ ἀφεψημα βραθυοϲ λειοτατου ⋖ α μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἐπι δε των ἀπυρετων μετ ' οἰνου βαλϲαμου
9999815 φορειῳ
αὐθις βασανισων . μετα τρεις ἡμερας την Ἐπιχαριν ἐκομιζετο ἐν φορειῳ , ἡ δε λυσαμενη την ζωνην ἀπεβροχισεν ἑαυτην ἐν
ἀτερπεα δαιτα φεροντες . ” Φειδων ὀνομα κυριον . φερτρῳ φορειῳ : “ κειμενον ἐν φερτρῳ . ” φηγος ἡ
9999815 Τριτωνιδα
οὐνομα Τριτων ἐστιν : ἐκδιδοι δε οὑτος ἐς λιμνην μεγαλην Τριτωνιδα ” . το ἐθνικον Φιλαιος , της νησου δε
Περσευς ἐν τῃ παραδοσει , λαβων ἐρριψεν αὐτον εἰς την Τριτωνιδα λιμνην , και οὑτως ἐλθων ἐπι τας Γοργονας ὑπνωκυιας
9999814 λεπιδα
ἑως συστραφῃ τε και εὐχρους γενηται : κἀπειτα ἐπιβαλων την λεπιδα , παλιν ἑψε ἑως ἀμολυντου , και ἐπιβαλλε τον
, και οἰνανθην την ἀγριην , και χρυσοκολλην , και λεπιδα , και λωτου πρισματα , και κροκον , και
9999813 νικησῃ
γαρ τυραννειν θελῃς , πολεμηθησεται ἡ χωρα : ἐαν δε νικησῃ σε οὑτος , τι . λειπει δε το τι
. ἀριστος δε ἀντι του ἀριστη : ὁταν πονησας τις νικησῃ , ἐχει την εὐφροσυνην ἀριστην ἰατρον . ἠ οὑτως
9999812 μαρτυρησῃ
τελεον : ἐαν δε ὁ του Διος ἠ της Ἀφροδιτης μαρτυρησῃ , τιμωμενον και εὐσχημον ἐσται το του τερατος ἰδιον
ξυλοσχιστας , ὑπουργους . κἀν μεν ὁ του Κρονου αὐτῳ μαρτυρησῃ ναυτικους , ἀντλητας , ὑπονομευτας , ζωγραφους , θηριοτροφους
9999811 αἰσθητηριῳ
μετα βαρυτητος και στερροτητος . και προς τουτοις τῳ κυριως αἰσθητηριῳ το αἰσθητον ἐν χρῳ ἐπιθεμενον κατεχει ἀναισθητον , καιπερ
και κατ ' αὐτας διατιθεμενου ἐμφαινεσθαι συμφημι και ἐν τῳ αἰσθητηριῳ τα φαντασματα , ἀλλ ' οὐχ ὡς αἰσθητικῳ οὐδε
9999810 χρυσεα
οἱ δε ὀλιγα δι ' ὀλιγων . οἱον ἐδοξε τις χρυσεα ὀμματα ἐχειν . ἐτυφλωθη δια το μη ἰδιον ὀμματων
. χρυσεα τοι κεινων μεν ἐπι χροϊ τευχεα φωτων , χρυσεα δ ' ἱππειοισιν ἐπι στοματεσσι χαλινα , χρυσῳ δ
9999810 Αἰγυπτιακα
δικαιος . Λυκεας δ ' ἐν τοις Αἰγυπτιακοις προκρινων τα Αἰγυπτιακα δειπνα των Περσικων Αἰγυπτιων ἐπιστρατευσαντων , φησιν , ἐπι
και την των ἀπλανων σφαιραν μεταλαμβανομενοις ϠϘγσιν , ἁ ἐστιν Αἰγυπτιακα ϠϘγ και νυχθημερα σνε # νδ μϚ να ἐγγιστα
9999807 ἀπηνῃ
. Γεγραπται ὁ ἐπινικιος τῳ αὐτῳ Ψαυμιϊ νικησαντι κελητι , ἀπηνῃ , τετρωρῳ την πβʹ Ὀλυμπιαδα . ἐπει δε οὑτος
ἐνικησε την πβʹ : ὡστε την παʹ Ὀλυμπιαδα ἐνικησε τῃ ἀπηνῃ ὁ Ψαυμις . ἱκων δ ' Οἰνομαου : ἀπο
9999807 μηλεα
Τα δ ' ἀργα των εἰργασμενων πρωϊβλαστοτερα καθαπερ ἀμπελος , μηλεα , ἐλαα , συκη , τα ἀλλα , δια
δρυς , τα δ ' ἐπιπολαιορριζα , καθαπερ ἐλαα ῥοια μηλεα κυπαριττος . ἐτι δε αἱ μεν εὐθειαι και ὁμαλεις
9999806 ὁμωνυμῳ
, τοσουτον τῃ τελευτῃ ὀνηθεις , ὁσον εἰς ἀνθος τῃ ὁμωνυμῳ μνημῃ της βλαστης μεταβληθεις . Αὐτοῤῥιζος ὁ ναρκισσος φυτευεται
ἀλλα και αὐτου Πυθαγορου μεμνηται , θαυμαζων αὐτον ἐν τῳ ὁμωνυμῳ συγγραμματι . παντα δε δοκειν παρα τουτου λαβειν και
9999806 ἐσεσθε
κινδυνων και δαπανης , ἠ καλην και δικαιαν προφασιν εἰληφοτες ἐσεσθε του πολεμου . το γαρ μη των ἀλλοτριων ἐπιθυμειν
. νικησαντες μεν γαρ ἁπαντων τουτων ὑμεις ὡσπερ προσθεν κυριοι ἐσεσθε : εἰ δ ' ἡττηθησεσθε , εὐ ἰστε ὁτι
9999804 ἐφορᾳ
οἱ θειοι ἀνδρες και αἰσθησεις : ἠελιος ὁς παντ ' ἐφορᾳ και ὁ δε μ ' ἐς φρενας ἠλθε και
; και μηποτ ' εἰκοτως : νυνι μεν γαρ ἑκαστα ἐφορᾳ και παντων οἱα γνησιος πατηρ ἐπιτροπευει και , εἰ
9999804 μικραϲ
, γαλακτι ἀντι ὠου ἐγχυματιζουϲιν , ἐλαθον δε αὑτουϲ ἀντι μικραϲ παραμυθιαϲ χρονιαϲ διαθεϲεωϲ τῳ παϲχοντι προξενοι γιγνομενοι . το
Ἡ παροξιϲ κερατιον ἑν ἡμιϲυ . Ὁ κυαθοϲ ἐχει μναϲ μικραϲ ἠτοι μυϲτρα μικρα δυο . το γαρ μυϲτρον ἐχει
9999804 κινησῃ
τῃ καρδιᾳ προοραν το μελλον . ὡσπερ γαρ ὁταν τι κινησῃ το ὑδωρ ἠ τον ἀερα , τουθ ' ἑτερον
δ ' ὁτ ' ἀφ ' ὑψηλης κορυφης ὀρεος μεγαλοιο κινησῃ πυκινον νεφος . τοιγαρουν και ὁταν λεγῃ ὡς δ
9999804 Σικελικα
ἠ ἐφ ' ὁ τι , καταγελαστος ἐγω του πλου Σικελικα μεν πελαγη και Τυρρηνους κολπους ἀναμετρων , οὐκ εἰδως
και πεντε κλινας Σικελικας . λεγ ' ἀλλο τι . Σικελικα προσκεφαλαια πεντε . τριποδες οὑτοι πεντε σοι . και
9999801 εὐχωμεθα
Σωσια : σπονδη : καλως . ἐγχει . θεοις Ὀλυμπιοις εὐχωμεθα Ὀλυμπιαισι πασι πασαις : λαμβανε την γλωτταν ἐν τουτῳ
των ὀντων τε νυν ἀγαθων ὀνησιν πασι . ταυτ ' εὐχωμεθα . και παρα Σιμωνιδῃ δε φησιν ἑτερος : ὑν
9999801 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999801 γαληνῃ
ἐν εὐδιᾳ πλανωμενον , ἰδιου χειμωνος γεμον και βαπτιζομενον ἐν γαληνῃ . θαυμασαντες ἠλθομεν πλησιον . ἐδοξα τον της ἀθλιας
νησους ἠ πετρας ἐκτρεπεται : και τα μεν εὐδιᾳ και γαληνῃ σφριγᾳ , τα δε κλυδωνι και κυματωσει : ταις
9999800 δηλαδη
τοις ἱπποις χρωνται . Ἀμειψαντες ] Οἱ της Θηρας ἀποικοι δηλαδη . Κεινος ὀρνις ] * Ἐπειδη ὀρνις ἐστιν ἡ
μαχης ταὐτο δηλουσα τῃ ὑστερον ἐπινοηθεισῃ ἠχῃ της σαλπιγγος , δηλαδη το καταρχεσθαι της μαχης : ἀλλως : ἐπει δ
9999800 ἐνεπλησθη
ἐπι Σαρδις . Ταυτα ἐπιλεγομενῳ Κροισῳ το προαστειον παν ὀφιων ἐνεπλησθη . Φανεντων δε αὐτων οἱ ἱπποι , μετιεντες τας
τε ἐπραξαν οἱ τοτε Καδμειοι και ὁ μετα ταυτα χρονος ἐνεπλησθη του παραδειγματος . ὀρθως ἀρα ὁ Θηβαιος Ἐπαμεινωνδας μετα
9999799 βελτιστῳ
εἰς δε την Ἀκαδημειαν ἠ εἰς το Λυκειον ἐλθοντα τῳ βελτιστῳ τουτῳ Διαλογῳ συμπεριπατειν ἠρεμα διαλεγομενους , των ἐπαινων και
δυναμενους ἀποδεδοται , ὡστε τον χειριστον των αὐτων τυγχανειν τῳ βελτιστῳ : οὑτως , ὠ ἀνδρες , ταυτην την ὑβριν
9999799 κολοφωνα
' ἀκουων . τουτους τους στιχους , ἀγαθε διδασκαλε , κολοφωνα των περι της μουσικης λογων πεποιημαι , ἐπει φθασας
λεγεται γαρ ἐν τηι συνηθειαι [ ] [ ] τον κολοφωνα ? [ ] ἐπεθηκεν ἠ κατα ? [ ]
9999798 Φραστωρ
μαρτυρειν κατα τον νομον . καλει μοι Φραστορα Αἰγιλιεα . Φραστωρ Αἰγιλιευς μαρτυρει , ἐπειδη ᾐσθετο Νεαιρας θυγατερα ἐγγυησαντα αὑτῳ
τἀκολουθ ' αὐτων ἐτι μαλλον . ὡς γαρ εἰσηγεν ὁ Φραστωρ εἰς τους φρατερας τον παιδα ἐν τῃ ἀσθενειᾳ ὠν
9999797 αἰσχυνεσθε
' ὑμων τινες ἐνθαδε ποιουσιν ; κἀκει παλιν εἰτα οὐκ αἰσχυνεσθε , εἰ μηδ ' ἁ παθοιτ ' ἀν ,
δια το ἀπαρασκευοι ἐγχειρειν . ὑποστικτεον οὐν εἰς το μη αἰσχυνεσθε ὁ μεμφονται : οἱ Κορινθιοι μεμφονται πολιν : την
9999795 ἑκκαιδεκατῃ
αὐτοις της πατριδος ὑφ ' Ἡρακλεους . Γενεᾳ δ ' ἑκκαιδεκατῃ μετα τον Τρωικον πολεμον Ἀλβανοι συνοικιζουσιν ἀμφω τα χωρια
κοινον ὀνομα πολλων ἐθνων . λεγονται και Λευκοσυροι . Στραβων ἑκκαιδεκατῃ „ δοκει δε ἀπο Βαβυλωνιας των Συρων το ὀνομα
9999795 μακραϲ
οἱον Κλεοβουλοϲ : παιων τεταρτοϲ ἐκ τριων βραχειων % και μακραϲ – πενταχρονοϲ , οἱον Ἐπιγενηϲ : ἰωνικοϲ ἀπο μειζονοϲ
ἑξαχρονοϲ , οἱον Ἀλεξανδροϲ : διιαμβοϲ ἐκ βραχειαϲ ˘ και μακραϲ – και βραχειαϲ ˘ και μακραϲ – ἑξα -
9999794 φυλακη
των πατρικιων τον ἀνδρα καταγεσθαι ξενικαις δυναμεσιν , ἱνα ἡ φυλακη καταλυθειῃ νυν τε και εἰς τον λοιπον χρονον των
τον πορον . και γαρ και Μαζαιος , ὁτῳ ἡ φυλακη του ποταμου ἐκ Δαρειου ἐπετετραπτο , ἱππεας μεν ἐχων
9999793 Πατηρ
τροφην τε και παιδευσιν , ᾑ χρησαμενος τοσοσδε ἐγενετο . Πατηρ μεν οὐν ἠν αὐτῳ Γαϊος Ὀκταουϊος , ἀνηρ των
Υἱου τῳ αἰτιῳ : το αἰτιον φυσει μειζον : ὁ Πατηρ ἀρα μειζων του Υἱου φυσει . ἐνταυθα παρα το
9999793 δημιουργῳ
λεγοι ἀν ὀρθως . οὐ γαρ μονον σκοπος ὁμοιωθηναι τῳ δημιουργῳ θεῳ , ἀλλα και προς κανονα , την ἀριστην
: ἡ γαρ γνωσις ἐν ἡμιν ἐστι και ἐν τῳ δημιουργῳ , ὁπερ προ πολλων ἐστι και ἐπι τοις πολλοις
9999792 ἐρωτικῳ
και τοτε πρωτον ἐμαθον ὁτι μηδεν ἐριζει προς ἡδονην φιληματι ἐρωτικῳ . Ἐπειδη δε του δειπνου καιρος ἠν , παλιν
ὠ Γλαυκων , λεγειν ἁ λεγεις : ἀνδρι δ ' ἐρωτικῳ οὐ πρεπει ἀμνημονειν ὁτι παντες οἱ ἐν ὡρᾳ τον
9999791 διωρυγα
πλευσαντες εἰς Ἑρμουπολιν της Αἰγυπτου και Σχεδιαν , ἐμβαλοντες εἰς διωρυγα του ποταμου την ὑπο Μενελαου γενομενην Ἀλεξανδρειαν μεν παρηλθον
Νειλου , κατεστρατοπεδευσεν οὐ μακραν πολεως Πηλουσιου . ἐπιχειρησας δε διωρυγα τινα παλαιαν ἀνακαθαιρειν και του ποταμου λαβρως ἐκραγεντος και
9999790 ἐλυπησε
αἱρεισθαι μαλλον ἠ κερδος αἰσχρον : ἡ μεν γαρ ἁπαξ ἐλυπησε , το δε δια παντος . ἀτυχουντι μη ἐπιγελαν
και την ψυχην ἀγαθου και το καλλος διαφεροντος . τουτον ἐλυπησε τι Φαλαρις τον Μελανιππον : δικαζομενῳ γαρ αὐτῳ προς
9999790 εὐκλεα
και ἀριθμησιος : οὐ γαρ μονον σεο και τον βιον εὐκλεα και ἐπι πολλα χρησιμον ἐς ἀνθρωπινην μοιρην ἐπιτελεσει ,
γηραι κεκμηωτα , καλῳ δ ' ἐβαρυνετο φορτῳ . φερτερον εὐκλεα μοιραν ἐπ ' ἀκλειῃ βιοτοιο εὑρεμεναι , ἀγαθον δε
9999788 ἱστορηκε
τωι λιμενι διαναυμαχουντα του Θησεως ἐκπλεοντος . ὡς δε Φιλοχορος ἱστορηκε , τον ἀγωνα του Μινω συντελουντος , ἐπιδοξος ὠν
. Ἀριστων δ ' ὁ Χιος και Θεοφραστου τινα δοξαν ἱστορηκε περι των ῥητορων . ἐρωτηθεντα γαρ , ὁποιος τις
9999788 ἠναγκασε
στρατευσας οὐν εἰς την Παιονιαν και παραταξει τους βαρβαρους νικησας ἠναγκασε το ἐθνος πειθαρχειν τοις Μακεδοσιν . ὑπολειπομενων δε πολεμιων
συγκλεισας , και την τροφην παρελομενος ἐπι τινας ἡμερας , ἠναγκασε το ζῳον δια την ἐνδειαν ἀναλωσαι το σωμα της
9999787 κτισμα
τε Καρησος τε Ῥοδιος τε . ” ἡ δε Δαρδανος κτισμα ἀρχαιον , οὑτω δ ' εὐκαταφρονητον ὡστε πολλακις οἱ
, δοκω ἐγω τον Τυριον εἰναι Ἡρακλεα , ὁτι Φοινικων κτισμα ἡ Ταρτησσος και τῳ Φοινικων νομῳ ὁ τε νεως
9999787 ἀπαλλαγησῃ
ἐργαστηριον μετα μαχης α πεφαρμακευσαι . σεαυτῳ βοηθει β οὐκ ἀπαλλαγησῃ της γυναικος ἑως θανατου γ λησεται σου ὁ δρασμος
ἐκκοπηναι και καλως η ἀπολυθησεται ὁ συνεχομενος μετα κοπου θ ἀπαλλαγησῃ της φιλης ταχεως ι γενησῃ ἐπισκοπος , πλην βραδεως
9999787 ἀκρωτηριῳ
ἐκπλευσαι , ὁποτε ἐκειθεν ἀραιμι , ἀλλ ' ὑφορμισασθαι τῳ ἀκρωτηριῳ , τας ναυς γαρ τας λῃστρικας ἐν περιβολῃ ἑσταναι
νησος αὑτη της παραλιας χωρας σφοδρα , τῳ δε ἑτερῳ ἀκρωτηριῳ καθηκει ἐπι τον Ναρωνα ποταμον . Ἀπο δε της
9999787 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,
9999787 ἐξεβληθη
περισσον ἠν ἐνταυθα το ἀσβεστον [ πορον ] : διο ἐξεβληθη παρ ' ἐμου : ὁμοιον γαρ χρη το κωλον
ω ῥηματα παντως διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐξεβληθη το υ : οὐ γαρ ἠδυνατο τριφθογγος εἰναι ,
9999785 γλυκυτητι
και τουτων αἱ μεν ὀνομαζομεναι περσαιαι καρπον διαφορον ἐχουσι τηι γλυκυτητι , μετενεχθεντος ἐξ Αἰθιοπιας ὑπο Περσων του φυτου καθ
τε και ὀξυτητος ὡς προσηκουσων τῃ τε ἀφελειᾳ και τῃ γλυκυτητι . Ὁ δε περι ἡδονης οὑτος και γλυκυτητος ἡμιν
9999785 Θεμιστοκλεα
ἐτι και νυν κεκτημενον , χρυσῳ στεφανῳ μελλετε στεφανουν . Θεμιστοκλεα δε και τους ἐν Μαραθωνι τελευτησαντας και τους ἐν
ἐοικεν , ἀν μεν Δημοσθενη , ἠ Μιλτιαδην , ἠ Θεμιστοκλεα , ἠ τον ὁμωνυμον ὑποκρινωμαι , τοτε μεν πολυ
9999785 χαλασῃ
οὑ το μεν ὑδωρ βλεπεται , ἡλικον δε ἀν τις χαλασῃ σχοινιον , οὐκ ἐφαπτεται του ὑδατος , ἀλλ '
παυεσθαι , και διαλιπων αὐθις ποιεειν ταὐτα ἐστ ' ἀν χαλασῃ ἡ περιωδυνιη : και ἠν ἡ κοιλιη μη ὑποχωρεῃ
9999783 ἐξειλε
ἀγαθους ἐνεποιησεν : ὁταν δε μελλῃ κακως πραξειν πολις , ἐξειλε τους ἀνδρας τους ἀγαθους ἐκ ταυτης της πολεως ὁ
Σπαρτην και Τεγεαν και Πατρας της Ἀχαϊας , και φρουρια ἐξειλε πλειστα και ἐρυμνοτατα και κατεστησε πασαν την Πελοπος φορου
9999783 κοιλιαϲ
ἐπιγινομεναιϲ βλαβαιϲ τῳ ϲωματι , ἐν τῳ περι των τηϲ κοιλιαϲ παθων τοπῳ μετα ταυτα δηλωθηϲεται : νυνι δε ἀναγκαιον
κηρωτη καθ ' ἑκαϲτην δευτερον νεαροποιειϲθω . ἐπεχομενηϲ δε τηϲ κοιλιαϲ και ἡ μαϲτιχη μετα των ἀμυγδαλων και του μελιτοϲ
9999782 Παλλαδα
ὁ πολεμικος ἀπο της Ἐνυους , τινες δε ὡσπερ την Παλλαδα δια φονον του Παλλαντος οὑτω και τον Ἐνυαλιον δια
[ [ ] ! ! [ ! ] αν : Παλλαδα δ [ [ μητιοεσσαν ] ἀρηγονα [ [ ]
9999782 ἠμελησε
την Ἀριστοκλεους γλωτταν . νοσωδης δε ἐκ μειρακιου γενομενος οὐκ ἠμελησε του πονειν . την μεν οὐν ἰδεαν της νοσου
μεν ῥηθεντων ὑπ ' αὐτου προς ὁμονοιαν [ ἐντολων ] ἠμελησε , τοὐναντιον δ ' ἐκεινους προτρεψαμενος εἰς ἀλλοτριοτητα συναπεστη
9999782 κορη
' ἀχησεται ὡς οἰνοπληγες και μεθυσταδες γαμων μοναστραβης ὀχος νεοφθιτος κορη χρονου πολλου νοστον προμαθοντες ὁδιος οἰωνος ὁμοπαιδα κασιν Κασανδρας
λειου εἰϲ ὀθονιον ἐγχριϲαντα . ὁταν δε ἠδη προκαθαιρηται ἡ κορη , ὑπαλειφειν τοιϲ προϲ ταϲ παλαιαϲ διαθεϲειϲ κολλυριοιϲ ,
9999782 μοριῳ
, μετ ' αὐτην ἡ φρονησις ὡς ἐν τῳ τιμιωτερῳ μοριῳ της ψυχης τῳ λογῳ ἐποχουμενη , μετ ' αὐτην
οὐ παντος δε ὡσπερ ἐφην , ἀλλ ' οὐδε παντι μοριῳ : οὐ γαρ τῳ τυχοντι : ψοφουμεν γαρ και
9999782 ἑξακισχιλια
πεντηκοντα και ἑκατον : ἐτεα δε δυο και τεσσαρακοντα και ἑξακισχιλια : ἐν δε τουτοισι τρις το παν εἰς ἐλευθεριην
ἡ πολις εἰς τον προς βασιλεα πολεμον . ὁτι γαρ ἑξακισχιλια ταλαντα ἠν το τιμημα της Ἀττικης , και λυθεντος
9999782 γυμναστικῃ
την δε ἰατρικην . της δε πολιτικης ἀντιστροφον μεν τῃ γυμναστικῃ την νομοθετικην , ἀντιστροφον δε τῃ ἰατρικῃ την δικαιοσυνην
ὡσπερ λεγω , ἡ ὀψοποιητικη κολακεια ὑποκειται : τῃ δε γυμναστικῃ κατα τον αὐτον τροπον ἡ κομμωτικη , κακουργος και
9999781 ἐκτισθη
τῃ πολει της Κιλικιας . Ἡ δε αὐτη πολις Ῥωσος ἐκτισθη ὑπο Κιλικος του υἱου Ἀγηνορος . Ὁ δε Σελευκος
ἐστιν ἁ χωρια . παντα δε ταυτα ὑστερον των Τρωικων ἐκτισθη . Δυνατωτερας δε γιγνομενης της Ἑλλαδος και των χρηματων
9999781 Ἀμφιονι
! ! ] ? [ ] δε μηνιν τινα φερων Ἀμφιονι ? [ ] ! ον αἰκως ? ἐξεφυλλασεν γενος
λυρᾳ . δοκω μοι τον Ἑρμην ἐρωτι κατειλημμενον δουναι τῳ Ἀμφιονι ἀμφω τα δωρα . και ἡ χλαμυς , ἡν
9999780 πλαγιῳ
διαπλεοντες γαρ ἀπο Σικυωνος εἰς Κιρραν κατα μεσον τον πορον πλαγιῳ περιπεσοντες τῳ Ἰαπυγι ἀνετραπησαν . Εὐ ἐποιησαν . ἡμεις
προς ἐμε πλαγιοι , κἀγω πορευσομαι προς ὑμας ἐν θυμῳ πλαγιῳ : ἐνθεν τοι και του πλειω λεγειν ἀφεμενος τῳ
9999779 ἀπηνεα
ἠϋτ ' ἐπεγγελοωσα παρισταται : ὡδε κε φαιης μυθεισθαι μυραιναν ἀπηνεα κερτομεουσαν : τι πτωσσεις δολομητα ; τιν ' ἐλπεαι
δη τοι , γαιηοχε κυανοχαιτα , τονδε φερω Διι μυθον ἀπηνεα τε κρατερον τε , ἠ τι μεταστρεψεις ; ταυτα
9999779 ἀπελθῃ
δεομενου Νικιου ἀνενεωσαντο : ἐφοβειτο γαρ μη παντα ἀτελη ἐχων ἀπελθῃ και διαβληθῃ , ὁπερ και ἐγενετο , αἰτιος δοκων
ἀν τις αἰσθηται της διαφορας , εὐθυς συναρπασθεις και ἡττηθεις ἀπελθῃ . ἀλλα το μεγα τουτο , ἀπολιπειν ἑκαστῳ την
9999779 κεδριᾳ
. Τελλιναι ταριχηραι καυθειϲαι καυϲτικην ἐργαζονται τεφραν , ἡτιϲ μιγνυμενη κεδριᾳ των τριχων των βλεφαριτιδων ἐκ ῥιζηϲ ἐκτιλθειϲων ἐνϲταζομενη κωλυει
και ὀφρυων και γενειων λιποτριχιας συν κηκιδιοις και χαλκανθῳ και κεδριᾳ και λυχνου θρυαλλισι . καθ ' ἑαυτο δε το
9999779 ἑκκαιδεκα
δ ' ἡμιμεδιμνος τεσσαρες και εἰκοσιν , ὁ δε τριτευς ἑκκαιδεκα , ἑκτευς δ ' ὀκτω , ἡμιεκτον τετταρες .
. Φησαντος δε του Ἐφορου διοτι την χερρονησον κατοικει ταυτην ἑκκαιδεκα γενη , τρια μεν Ἑλληνικα τα δε λοιπα βαρβαρα
9999779 Καλλιᾳ
εἰδος ἑκαστου , οἱον Καλλιας και το τι ἠν εἰναι Καλλιᾳ : καθ ' αὑτο γαρ ὑπαρχει τῳ Καλλιᾳ ὁ
ταλαντα τους πρεσβεις ἀξιουν τους Ὠρειτας μη ὑμιν , ἀλλα Καλλιᾳ διδοναι . Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , ἀφελων
9999778 σαρκωδες
λιαν μακραι φλυαρων και ματαιολογων . Προσωπον το παν ἀνθρωπου σαρκωδες μεν ὀν εὐπαθους και ἡβωντος ἀνδρος , ἀσαρκον δε
πολλαι , ῥηγνυται αὐτεῃ κατα το αἰδοιον αἱμα πουλυ και σαρκωδες : και ἠν μεν μετριαζῃ , σωζεται : ἠν
9999777 διηνεγκε
ποτερον Θεμιστοκλης δια συνουσιαν τινος των σοφων ἠ φυσει τοσουτον διηνεγκε των πολιτων , ὡστε προς ἐκεινον ἀποβλεπειν την πολιν
, ὡν ἠν ἐπιφανεστατος Διοκλης . τοσουτο γαρ των ἀλλων διηνεγκε συνεσει και δοξῃ , ὡστε της νομοθεσιας ὑπο παντων
9999776 Μελανα
ἐπι τον Μελανα ποταμον ἐρχεται . διαβας δε και τον Μελανα ἐς Σηστον ἀφικνειται ἐν εἰκοσι ταις πασαις ἡμεραις ἀπο
ἡ Θρᾳκια καλουμενη , ποιουσα την τε Προποντιδα και τον Μελανα κολπον και τον Ἑλλησποντον : ἀκρα γαρ ἐκκειται προς
9999776 Λευκωνα
παραλαβων τον Ἁβροκομην και την Ἀνθιαν και οἰκετας δυο , Λευκωνα και Ῥοδην , ἠγαγεν εἰς την Τυρον . Περιβλεπτος
μετα Ἀνθιαν Ἁβροκομης ὁ δυστυχης . Ἀκουσαντες οἱ περι τον Λευκωνα εὐθυς μεν ἀχανεις ἐγενοντο , ἀνενεγκοντες δε κατα μικρον
9999776 φαλαγξ
και ἐπαγωγη και δεξια παραγωγη και εὐωνυμος παραγωγη και πλαγια φαλαγξ και ὀρθια φαλαγξ ἠ λοξη φαλαγξ και παρεμβολη και
λεγουσι . φαλαγξ το ἐκ πλειονων λεξεων ὁπλιτινον πληθος . φαλαγξ και τα των δακτυλων ἀρθρα , εἰσι δε και
9999773 ἐμβαλῃ
ἐκ των συρρεοντων ἐς αὐτην ὑδατων τικτεται . οὐκουν ἐαν ἐμβαλῃ τις βατραχους ἐς αὐτην , σιωπωσιν , ἀλλαχου φθεγγομενοι
ἀνηρ την γλωτταν αὑτου τῳ της γυναικος ⌈ ἐμβαλλῃ [ ἐμβαλῃ / ] στοματι . ἐστι δε και ὁ λαφυγμος
9999773 ἀγρῳ
τοσσον ἑλεν μενος ὡς τε λεοντα ὁν ῥα τε ποιμην ἀγρῳ ἐπ ' εἰροποκοις ὀϊεσσι χραυσῃ μεν τ ' αὐλης
ἐμφορηθητε . λειπει ἡ ὡς . πλανωμενοις : ἐν τῳ ἀγρῳ δηλονοτι . κορωνις : εἰσιασι γαρ οἱ ὑποκριται .
9999773 Κορακα
. και τας καλουμενας τεχνας γραψαι τολμησαντες ] Τισιαν και Κορακα λεγει τους Συρακουσιους , και Γοργιαν και Θρασυμαχον ,
δειξαι πρωτον το συμβουλευτικον των ἀλλων . λεγεται γαρ και Κορακα , ὁστις τα της ῥητορικης ἐργα εἰς φως προηγαγε
9999773 λευκοϲ
λευκοϲ και αὐϲτηροϲ ἡκιϲτα ὡϲ οἰνοϲ θερμαινει , ὁ δε λευκοϲ ἁμα και αὐϲτηροϲ και παχυϲ και νεοϲ αἰϲθητωϲ ψυχει
ἐξω φοραϲ και ταυταϲ ϲυνεκβαλλοντεϲ . πταρμον δε κινει ἐλλεβοροϲ λευκοϲ ϲτρουθιον πεπερι καϲτοριον κυκλαμινον εὐφορβιον νιτρον ἡ πταρμικη ποα
9999772 θυγατηρ
ὑστερον Μνησιμαχην Λυσιππου του Κριωεως θυγατερα . και γιγνεται αὐτῳ θυγατηρ ὀνομα Κλειτομαχη , ἡν ἐβουληθη μεν ἐκεινος ἀγαμῳ τῳ
Λευκιππου εἰναι του Περιηρους , ἡς και Ἀπολλωνος Ἀσκληπιος και θυγατηρ Ἐριωπις : [ . . . ] δ '
9999772 ἀπηγγελλε
γαμον τολμησῃ τι θανατωδες , ἀλλας αὐτῳ της ἀντιρρησεως αἰτιας ἀπηγγελλε . Πενητες ἐσμεν , ὠ παι , και δεομεθα
ἀτιμως . Ὁ δ ' ἐπανελθων και τι πλεον ἀκηκοως ἀπηγγελλε Καισαρι , ὡς οὐδε τοὐνομα αὐτου διαφεροιτο περι τας
9999772 ἐγιγνωσκε
βουλη δηλησεται , οἱ ' ἀγορευεις . ταυτ ' οὐν ἐγιγνωσκε και ἐκεινος , ὁτι κακον ἐν θαλαττῃ τριηρεις ὁπλιταις
ἐρασταις . Εἰτε οὐν σπουδαιος ἠν ὁ Ἀγαμεμνων , ὀρθως ἐγιγνωσκε περι αὐτης , εἰτε τοις πολλοις ὁμοιος , οὐ
9999772 θεασασθε
' ὁτι ἐγω εἰμι ἰδετε , τουτεστι την ἐμην ὑπαρξιν θεασασθε . ἀνθρωπου γαρ ἐξαρκει λογισμῳ μεχρι του καταμαθειν ὁτι
τουτ ' ἐκειν ' : ἰω ξυνοικοι , ταδε τερα θεασασθε . Τον ἀλεκτρυονα μου ξυναρπασασα φρουδη Γλυκη . Νυμφαι
9999771 ἀπαγωγῃ
το ἐνδεχομενως τινι . και τουτο δεικνυμεν τῃ εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγῃ : εἰ γαρ ψευδος το ἐνδεχεται τινι , ἀληθες
εἰ δεοι τοις σωμασιν . Ἡ Λυσις τῃ εἰς ἀτοπον ἀπαγωγῃ , ὁτι ἀτοπον και οὐδεν ἐκ τουτου ὀφελος ἡμιν
9999770 Δαρειῳ
Σκυθεων ῥησις . Ὁ μεν δη κηρυξ οἰχωκεε ἀγγελεων ταυτα Δαρειῳ , οἱ δε Σκυθεων βασιλεες ἀκουσαντες της δουλοσυνης το
Βαβυλωνιοι γεγονασι . Ζωπυρου δε οὐδεις ἀγαθουργιην Περσεων ὑπερεβαλετο παρα Δαρειῳ κριτῃ , οὐτε των ὑστερον γενομενων οὐτε των προτερον
9999770 ἐζηλωσεν
τοὐναντιον ἐποιησεν : την γαρ φανεραν ἁπασι και τετριμμενην λεξιν ἐζηλωσεν ἐγγιστα νομιζων εἰναι του πεισαι τον ἰδιωτην το κοινον
ἀγελας κεκτημενος οὐ μονον την τρυφην των κατα Σικελιαν Ἰταλικων ἐζηλωσεν , ἀλλα και το κατα τους οἰκετας πληθος και
9999770 αἰωνι
, ἑξαδος τμηθεισης ἰσοτητι προς αἰωνος και χρονου δηλωσιν : αἰωνι μεν γαρ τας προ ἡλιου τρεις ἀνατεθεικε , χρονῳ
των αὐτῃ ὁμοιοτερων ἀναγκαιον αὐτην της ποιησεως ἀρχεσθαι , ἐν αἰωνι ποιουσαν και οὐκ ἐν χρονῳ τα αἰωνια και ἀιδια
9999769 Αἰθιοπια
ὁτ ' Αἰθιοπες μεν ᾠκουν ἐνταυθα , γενος Ἰνδικον , Αἰθιοπια δ ' οὐπω ἠν , ἀλλ ' ὑπερ Μεροην
Μεροη Αἰθιοπια ὑπο Αἰγυπτον ἡ ἐντος τουτων παντων και νοτιωτατη Αἰθιοπια : Ὁμου αἱ της Λιβυης ἐπαρχιαι ιβ πινακες δ
9999769 θαλαϲϲηϲ
τοιϲ ξηραντικοιϲ ψιλωθροιϲ . Ἀμμοϲ ἡ ἐν τοιϲ αἰγιαλοιϲ τηϲ θαλαϲϲηϲ ἱκανωϲ ξηραινει : πυρωθειϲα γουν ὑπο ἡλιου ἐξικμαζει τα
. προϲηνεϲ μηλου και ἀλφιτου ὀϲμη οἱ τε ἐκ τηϲ θαλαϲϲηϲ καινοι ϲπογγοι . γενομενηϲ δε ὁρμηϲ ἐπι το πταρηναι
9999768 ἐλπιδα
ῥᾳδιως παρα των ἀδικουντων χρηματα λαμβανουσι . καιτοι τινα χρη ἐλπιδα ἐχειν σωτηριας , ὁποταν ἐν χρημασιν ᾐ και σωθηναι
πιστευσαντα . Καισαρα δη αὐτον ἀποδεικνυει , φθασας αὐτου την ἐλπιδα και την ἐπιθυμιαν τῃ της ἐξουσιας κοινωνιᾳ . ἐπιστελλει
9999768 διψωδειϲ
ῥινων ϲταξειϲ , καυματα ἐν θωρακι , γλωϲϲαι καταπεφρυγμεναι , διψωδειϲ , ἀϲηροι , ἀγρυπνοι , ϲπαϲμοι βιαιοι και ἀλλα
περιεχομενοι κατα τουϲ χιτωναϲ αὐτηϲ . Οὐ μονον ἡ κοιλια διψωδειϲ τε και ἀδιψουϲ ἐργαζεται και ψυχρου και θερμου ποματοϲ
9999768 Θετταλια
ἐν δε τῳ θʹ Φι - λιππικῳ φησιν ” ἀλλα Θετταλια πως ἐχει ; οὐχι τας πολεις και “ τας
γιγνωσκειν ὡς ἐστιν κατα γε την Ἑλλαδα χωραν κρατιστη ἡ Θετταλια . Το δε μεγεθος τρια των ὀνοματων ἐπιδεχεται :
9999768 δυοκαιδεκα
Σεληνης ἀνωμαλους δρομους των τε λοιπων ἀστερων δυναμεις και κυκλον δυοκαιδεκα ζῳδιων ἐν ἀποκρυφοις ταυτα ἐχειν και τοις ἀπαιδευτοις ἠ
ἐπανω της χειρος , ὁς Ῥοπαλον καλειται , τους παντας δυοκαιδεκα φερει τοδε το ζῳδιον . Τους δε Διδυμους διεισιν
9999768 ἐθαυμασα
' οἱ παροντες ἡμιν οὐκ εἰχον μη πηδαν ἀναγινωσκομενης . ἐθαυμασα οὐν ὁτι ταυτῃ την προτεραν καθελειν ἐπιχειρησας τῳ φαναι
' ἀμφοιν μιαν ἐνηνοχεναι πληγην . ὡς δε τον λογον ἐθαυμασα , και δοκιμασαι την ἀληθειαν ἐγνωκα , σωζεσθαι τον
9999768 Καρμανιᾳ
. ἀλλα ἐκεινα ἠδη Ἀριστοβουλῳ ἑπομενος ξυγγραφω , θυσαι ἐν Καρμανιᾳ Ἀλεξανδρον χαριστηρια της κατ ' Ἰνδων νικης και ὑπερ
. ρα ∠ ʹ λγ ἀπο δε μεσημβριας τῃ Ἐρημῳ Καρμανιᾳ κατα την ἐπιζευγνυουσαν τα ἐκκειμενα περατα , δια της
9999768 Μακεδονιᾳ
Ἀνδροτιων ἑκτῳ Ἀτθιδος . Γρηστωνια , χωρα Θρᾳκης προς τῃ Μακεδονιᾳ , Θουκυδιδης δευτερᾳ . ἀπο Γραστου τινος . το
δουλων και ὑπηκοων , και της Θρᾳκης τα πολλα τῃ Μακεδονιᾳ προσεθηκεν , και των ἐπι θαλαττῃ χωριων τα ἐπικαιροτατα
9999767 ἀφαιρεθῃ
αὐτῳ ἰσα και τῳ γʹ ἐαν δε ἀπο ἰσων ἰσα ἀφαιρεθῃ . το δε ἐπι τελει του θεωρηματος ἐκ δη
εἰσι δυναμει μονον συμμετροι . ἐαν δε ἀπο ῥητης ῥητη ἀφαιρεθῃ δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ , ἡ λοιπη
9999767 ἐφοβησε
, τι φεβεσθε , ἐοικοτες οὐτιδανοισι ψηρεσιν οὑς τ ' ἐφοβησε μολων κατεναντια κιρκος ; Ἀλλ ' ἀγε θεσθ '
και πρωτος ἀνθρωπων ἐναυμαχησεν ἐκ γης . πολλας μεν οὐν ἐφοβησε ναυς , μιας δε Φοινισσης κατα της τροπιδος χειρα
9999767 τιμιωτατη
τε ἀλλης ψυχης και του νου . και γαρ εἰ τιμιωτατη δυναμις της ψυχης ὁ νους , ἀλλ ' οὐ
ξυμφορης τερμα . Δου . σοφιη ἀθαμβος ἀξιη παντων [ τιμιωτατη οὐσα ] . Δου . μουνοι θεοφιλεες , ὁσοις
9999767 φοβηθεισα
, αὐτος γαρ ταυτα λεγει , ματην φασκων γεγονεναι , φοβηθεισα γαρ δηλαδη , μη πως ἐπιλαθηται της τεχνης ,
ἡ δε Λουκρητια δια το παραδοξον ἐκπλαγης γενομενη , και φοβηθεισα μηποτε ταις ἀληθειαις δοξῃ δια την μοιχειαν ἀνῃρησθαι ,
9999766 ἡμιση
διαμετροι δε εἰσι των παραλληλογραμμων αἱ ΝΑ , ΞΑ : ἡμιση γαρ τουτων τα τριγωνα . ὡστε , ἐαν ἡ
δε και αὐτων των καθ ' αὑτους των ἀνομοιων τα ἡμιση τους ἀπο μοναδος εὐτακτους τριγωνους ποιησει . ἑκαστη δε
9999766 Παλλαδιῳ
κελευουσιν την διωξιν εἰναι : ὡστ ' εἰ διομει ἐπι Παλλαδιῳ αὐτος και ἡ γυνη και τα παιδια και καταρασεσθε
. . . Κλειτοδημος δε φησιν , Ἀγαμεμνονος συν τῳ Παλλαδιῳ προσενεχθεντος Ἀθηναις , Δημοφωντα ἁρπασαι το Παλλαδιον , και

Back