οὐκ ἀν , ” ἐφη , “ τριωβολου ταυτ ' ἐπριω ; ” ὁμολογησαντος δε , “ οὐκετι τοινυν ,
. τοδι : Τουτο . . εἰληφας : Ἀντι του ἐπριω . . . ἐχοντ ' : Φορουντα . τριβωνιον
9999953 στρατευμασι
Ξερξης ἐξηρτησε την θαλασσαν ναυσι και κατεσπειρε την ὁλην γην στρατευμασι και ἐσκεπασε τοις ὁπλοις τον ἀερα και ἐπληρωσε την
ἑτερα κωλων ιζʹ . + εἰωθασιν οἱ περιλειφθεντες ἐν τοις στρατευμασι κομιζειν εἰς τους οἰκους των ἀπολωλοτων ὁσαπερ ἐτι ζωντες
9999950 παρειλετο
ναυσιν ἀργυριου ταλαντα ἑξακοσια ἀπεσταλμενα εἰς Μακεδονιαν προς τους βασιλεις παρειλετο , φασκων ἑαυτῳ χρειαν ἐχειν προς τας των ξενων
τα ῥηματα κατηγορουντα του ἐπιθετικου εὐλογως την του ἀρθρου συνταξιν παρειλετο . Ἡ αὐτη συνταξις και ἐν προσηγορικοις και [
9999950 παραγγελμασι
οὐδε την ῥητορικην ὑποληπτεον ἐχειν τεχνικην ὑποστασιν , ἐπι τοιουτοις παραγγελμασι σαλευουσαν . ἀμελει γε τοι και οἱ περι Κριτολαον
μεντοι μη παυσηται πλεοναζων , ἀπειθῃ δε και τοις σοις παραγγελμασι και τοις ἐμοις λογοις , μη ἀγνοησῃς ὁτι και
9999950 δημιουργοις
νομισμα δε ἑνεκα ἀλλαγης της καθ ' ἡμεραν , ἡν δημιουργοις τε ἀλλαττεσθαι σχεδον ἀναγκαιον , και πασιν ὁποσων χρεια
σιδηρον δε και χαλκον τοις τε γεωργοις και τοις ἀλλοις δημιουργοις . ἁτε οὐν συγγενεις ὀντες παντες το μεν πολυ
9999949 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999949 γιγνωσκεις
, ἠδη διελθε μοι ταυτα τε και ὁσα του Πρωτεσιλεω γιγνωσκεις : και γαρ ἀν χαριζοιο τοις ἡρωσιν , εἰ
διανοουμαι ; οὐ τουτο λεγεις ; Ναι . Οὐκουν εἰ γιγνωσκεις ἐμου φθεγγομενου , δηλωμα σοι γιγνεται παρ ' ἐμου
9999949 μελαινα
ἐθεντο . τουτῳ δε ἡ μεν χροα παρα τους ἑτερους μελαινα : ὀλιγην δε ἐχει την οὐραν , των ἀλλων
σημαντικη καθ ' ὡν ἀν μαλιστα ποιηται την προσνευσιν . μελαινα δε ἠ χλωρα και παχεια θεωρουμενη χειμωνων και ὀμβρων
9999949 Εὐρωπαιων
ταυτα τοις ἐπι της Ἀσιας κατοικουσιν , ἀλλοτρια δε των Εὐρωπαιων . οὐ γαρ ἀπο πολεως ἠ δημου κατα τουτον
. και των μεν Ἀσιανων οὑτως : των δ ' Εὐρωπαιων Θρᾳκης μεν και Χερρονησου Λυσιμαχος : Ἀντιπατρος δε ἐπι
9999948 δημιουργους
ἐφη . Φαμεν δε γε το μισθον ἀρνυμενους ὠφελεισθαι τους δημιουργους ἀπο του προσχρησθαι τῃ μισθωτικῃ τεχνῃ γιγνεσθαι αὐτοις .
, Ἀλωπεκησι δ ' ἑτερον χωριον , χωρις δε οἰκετας δημιουργους της σκυτοτομικης τεχνης ἐννεα ἠ δεκα , ὡν ἑκαστος
9999948 μελισσης
. γεροντα Θασιον τον τε γης ἀπ ' Ἀτθιδος ἑσμον μελισσης της ἀκραχολου γλυκυν συγκυρκανησας ἐν σκυφῳ χυτης λιθου ,
ἀεκοντα κορεσκοις . ναι μην ῥητινη τε και ἱερα ἐργα μελισσης ῥιζα τε χαλβανοεσσα και ὠεα θιβρα χελυνης ἀλθαινει τοτε
9999948 δαιμονια
ἡ πολις νομιζει θεους οὐ νομιζων , ἑτερα δε καινα δαιμονια εἰσηγουμενος : ἀδικει δε και τους νεους διαφθειρων .
Σωκρατης νομιζει θεους , οὐ νομιζων , ἑτερα δε καινα δαιμονια ἐπεισφερων : Σωκρατης μεν γαρ νομιζει Ὀλυμπιον τον Δια
9999948 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999947 δημιουργος
πυρετου . και παλιν ἐαν εἰπω ὁτι ῥητορικη ἐστι πειθους δημιουργος , οὐκ ἀντιστρεφει : εἰ τι μεν γαρ ῥητορικη
ἐστιν την φυσιν , ἡνπερ θεος τοιωσδε ποιησας παλαι ὡς δημιουργος ἐκτισε , προς συστασιν τρεψαι φυσιν , μη οὐσαν
9999947 ἐγενομεθα
οἱ δ ' ἡμας ἐκελευον εἰσιεναι . ἐπειδη δε ἐνδον ἐγενομεθα , ἐμε μεν ἐκβαλλουσιν ἐκ της οἰκιας , τουτονι
ἡμεις ἀρα , οἱ φθονῳ ἐμετρηθημεν και οὐκ ἐλασσονες φθονου ἐγενομεθα , ἀλλα την ἀρετην των παροντων ἐχομεν αἰτιασθαι και
9999947 τειχισας
ἱερον ᾠκησαν μεχρι Ἀλεξανδρου . Λυσιμαχος δε την νυν πολιν τειχισας , ἀηδως των ἀνθρωπων μεθισταμενων , τηρησας καταρρακτην ὀμβρον
. Κονων δε τῃ περι Κνιδον ναυμαχιᾳ νικησας Λακεδαιμονιους και τειχισας τον Πειραια ἑκατομβην τῳ ὀντι θυσας και οὐ ψευδωνυμως
9999947 ἀμφιπολοι
ἐλαεν δε δι ' ἀστεος : αἱ δε δη ἀλλαι ἀμφιπολοι , πειρινθος ἐφαπτομεναι μετοπισθεν , τρωχων εὐρειαν κατ '
Ναυσικαα , θυγατηρ μεγαλητορος Ἀλκινοοιο , παρ δε δυ ' ἀμφιπολοι , Χαριτων ἀπο καλλος ἐχουσαι , σταθμοιϊν ἑκατερθε :
9999947 ἀπαγγειλαι
τ ' Ἀχαιοιϲ παιδι τ ' Ἀτρεοϲ φιλωι [ ἀψ ἀπαγγειλαι ] ? τα τηνει καὐτοϲ ἀϲκηθηϲ ! [ ]
ἐγω δε προσδραμων ἐπυθομην ὁ τι πραττων Ὀνηγησιος τυγχανοι : ἀπαγγειλαι γαρ αὐτῳ με βουλεσθαι τι παρα του παρα Ῥωμαιων
9999947 φιλομαθης
ἀναπειθουσα ἑαυτης , ὁ δε μανθανων την διδασκουσαν , ὁποτε φιλομαθης εἰη . πολλακις δε τις των μεσας ἐπιστημας ὑφηγουμενων
το παραπαν ἐξιεναι . Συγγιγνωσκε μοι , ὠ ἀριστε . φιλομαθης γαρ εἰμι : τα μεν οὐν χωρια και τα
9999947 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999947 Ἀργειοι
και δωρα , ἁ παρα θεων φασιν ἐχειν , εἰσιν Ἀργειοι , καθαπερ βαρβαρων Φρυξιν Αἰγυπτιοι . λεγεται οὐν ὡς
ὁταν τις καλῃ παρειναι οὑτως ἀπεπεμπεν . ἀφικοντο δε οἱ Ἀργειοι μετα των Παραλων , οἱ τοτε ἐταχθησαν ἐν τῃ
9999947 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999946 κρυπτουσι
ἁπαλωτεροι γινεσθαι κατακρυπτομενοι τῳ κονιορτῳ δι ' ὁ και Μεγαρεις κρυπτουσι . Θαυμαζεται δ ' εἰ ξηρος ὠν τρεφει :
ὁτι , ὡς αἱ θινες ἀλλαι ἐπ ' ἀλλαις ἐπιφορουμεναι κρυπτουσι τας προτερας , οὑτως ἐν τῳ βιῳ τα προτερα
9999946 δαιμονιοι
συγγενικων . Ξ ἀντισπαστικα ἡμιολια βʹ και ἑν μονομετρον . δαιμονιοι ] ἀθλιοι . δαιμονιοι ] δυστυχεις . θΞ ἀντιφονων
. και εἰπερ αἱ δυναμεις αἱ ἐν τῳ παντι αἱ δαιμονιοι ἠ αἱ θειαι ἐχουσι μερη του κοσμου περικειμενα αὐταις
9999946 κατεπλαγησαν
και Λιβυῃ λαμπρως ἐφευγον και ἐν Ἰβηριᾳ Πομπηιον τον νεον κατεπλαγησαν . ὁ δε Καισαρ αὐτος ἠν ἀκαταπληκτος και ἐς
φλογα . οἱ δε Λαβικανοι τειχος εὐ κατεσκευασμενον ἐχοντες οὐτε κατεπλαγησαν αὐτου την ἐφοδον οὐτε μαλακον ἐνεδοσαν οὐδεν , ἀλλ
9999946 ἐστρατευοντο
γαρ ἐφερον ἐς ἀπιστιαν ὀνειδιζομενοι , εἰ και πολεμιῳ Ῥωμαιων ἐστρατευοντο : ἀλλ ' αὐτο δη τουτο και μαλιστα ὑπεδακνεν
ἡ συναφεια , μεγεθους αἰτιον γινεται μαλλον , οἱον ὁτι ἐστρατευοντο Ἑλληνες τε και Καρες και Λυκιοι και Παμφυλοι και
9999946 αἰσθητης
οὐκ ἐκ μητρος „ : οὐ γαρ ἐξ ὑλης της αἰσθητης συνισταμενης ἀει και λυομενης , ἡν μητερα και τροφον
και το φαινεσθαι . Και περι μεν της λεγομενης οὐσιας αἰσθητης και γενους ἑνος ταυτῃ . Εἰδη δ ' αὐτου
9999946 καταγελᾳς
Ἀφ ' ὑψηλου μου καταγελᾳς : οἱον , πανυ μου καταγελᾳς . Ἐπι των ἀφ ' ὑψους διαλεγομενων . Ἀχνυμενη
νομιζεις το δικαιον εἰναι . ἀρκει γαρ ὁτι των ἀλλων καταγελᾳς ἐρωτων μεν και ἐλεγχων παντας , αὐτος δ '
9999946 ὀνειδιζεις
τυχοις , εὐχης ἀν ἐφιχθαι δοξαις , ταυθ ' ἡμιν ὀνειδιζεις ; και ὡν χαριν ἀν τοις θεοις ἐχοις ,
Θηβων θαυμαζεις , ἐμε δε εἰ μη εἰμι πολιτης , ὀνειδιζεις ; και Ἡρακλεα μεν ὡς ἀριστον ἀνδρα γεγονοτα ἐπαινουμεν
9999946 μελλοντοϲ
. ἐαν τυφθωμεν ἐαν τυφθητε ἐαν τυφθωϲι Μεϲου ἀοριϲτου και μελλοντοϲ αʹ Ἑν . ἐαν τυψωμαι τυψῃ τυψηται Δυ .
Δυ . τυψαϲθον τυψαϲθων Πληθ . τυψαϲθε τυψαϲθωϲαν Ἀοριϲτου και μελλοντοϲ βʹ Ἑν . τυπηθι τυπητω Δυ . τυπητον τυπητων
9999945 ἀπικοντο
στρατηγος Τιγρανης μαχομενοι τελευτωσι . Ἐτι δε μαχομενων των Περσεων ἀπικοντο Λακεδαιμονιοι και οἱ μετ ' αὐτων και τα λοιπα
ιζʹ . Χρονῳ δε οὐ πολλῳ μετεπειτα ἀνδρες Χιοι ἐμποροι ἀπικοντο ἐς την Φωκαιην : ἀκουσαντες δε των ἐπεων του
9999945 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999945 διακοσιοι
ναυσιν . και ἐκ Χερρονησου ἐς Αὐλαιου τειχος πεντηκοντα και διακοσιοι . ἐνθενδε ἐς Θυνιαδα ἀκτην εἰκοσιν και ἑκατον .
μηκος , πεντακοσιοι ἑξηκοντα : εἰτ ' ἐπι την Μηθυμναν διακοσιοι δεκα . Μιτυληνη δε κειται μεταξυ Μηθυμνης και της
9999945 τριμετρα
, τα δε διμετρα καταληκτικα και ἀκαταληκτα , τα δε τριμετρα , ὡν τελευταιον : μικτος αὐονα βροτοις . κωλα
ἰαμβικα . εἰσιν οὐν τα του παροντος χορου κωλα ἀντισπαστικα τριμετρα βραχυκαταληκτα δʹ , το δε εʹ διμετρον βραχυκαταληκτον ἠτοι
9999944 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999944 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999944 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999944 ἀφικοντο
. τι οὐν ἐνταυθα δρωσιν αἱ πολεις ; ἐλευθερι ' ἀφικοντο θυσουσαι ποτε , ὁτε των φορων ἐγενοντ ' ἐλευθεραι
. . ἀλλ ' ὁτε δη το τεταρτον ἐπι κρουνους ἀφικοντο και τοτε δη χρυσεια πατηρ ἐτιταινε ταλαντα . σημειουνται
9999944 θερμοτατα
ἐϲθητοϲ , ἐδαφεοϲ , ὑγρου : χειρεϲ ψυχραι , θεναρα θερμοτατα : ὀνυχεϲ πελιδνοι : ἀναπνοη πυκινη : νοτιϲ περι
φρικην ξυντρεχει και διαϊσσει δια παντος του σωματος ἐς τα θερμοτατα . Αὑται μεν οὐν αἱ ἀλαι : καθαλλομενου δε
9999944 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999944 ἀκριδας
παρειμι . ἀνασχου δε μου μικρον ἀκουσαι . ἀνηρ τις ἀκριδας συλλεγων και ἀποκτιννυς , εἱλε και τεττιγα . ἐπει
ὀρνεον ἐστιν εὐπεπτον και ἀκορεστον και πανουργον [ και τας ἀκριδας χανδον λαφυσσον . ] . . „ , ,
9999944 Ἀκραγαντινοι
και οἰκοδομουντας πολυτελως και ὁμοιως δειπνουντας εἰπεν ὁτι ἀρα οἱ Ἀκραγαντινοι οἰκοδομουσι μεν ὡς ἀει βιωσομενοι , δειπνουσι δε ὡς
ἱππεις δε πλειω των πεντηκοντα . εἰθ ' οἱ μεν Ἀκραγαντινοι δυσφορουντες ἐπι τοις ἐλαττωμασιν ἐν αἰτιαις εἰχον τον Ξενοδοκον
9999944 διεβαλλοντο
οἱ Χαονες . Γερητοθεοδωρους ] Γερητος και Θεοδωρος εἰς μαλακιαν διεβαλλοντο . ἐν Καμαρινῃ κἀν Γελᾳ κἀν Καταγελᾳ : Καμαρινα
ἐδωκεν ἡμιν * ληϊστορα : κλεπτην ἐνιπτον δε ἀντι του διεβαλλοντο , ἐλοιδορουντο τῳ Προμηθει ὁτι μη ἀει αὐτους νεους
9999943 ἀπαγγελιας
και τα δημηγορικα . τον αὐτον δε τροπον και τας ἀπαγγελιας συναψομεν τῳ προοιμιῳ ἠ παρα τα μερη πιστας και
μεν ἱστοριαν παραδιδωσι , το δε ὑπτιον και ἀνειμενον της ἀπαγγελιας σοι οὐκ ἐπιτηδειον . . Π . ἰδ .
9999943 ἐπεμελειτο
και τους βιους ταττων ἀνομοθετητον ἑαυτῳ τον βιον κατεσκευαζεν . ἐπεμελειτο δε και της ὀψεως , την τε τριχα την
ἀλλα συνεσπειραμενην ἐχων την των συν ἑαυτῳ ἑξακοσιων ἱππεων ταξιν ἐπεμελειτο ὁ τι ποιησει βασιλευς . και γαρ ᾐδει αὐτον
9999943 σφοδροτης
νου ἠ τις ἐπιτευξις ἠν ἡ ἀληθης μαντεια , ἠ σφοδροτης και ἐπιτασις ἐνεργειας ἠ παθους ἠ ὀξυτης και φορα
' ἀνοια μανιας , ὁ δε λογος φρονουντος , ἡ σφοδροτης δε θηρος , ὁ δε πονος ἀδαμαντος , ἡ
9999943 ἀμφισβητουντες
ὁποσον ἐς Δηιοπην ἐχει του λογου . Ἑλληνων οἱ μαλιστα ἀμφισβητουντες Ἀθηναιοις ἐς ἀρχαιοτητα και δωρα , ἁ παρα θεων
. ἐπι δε τουτων ἀποσταντες Θασιοι ἀπο Ἀθηναιων , μεταλλων ἀμφισβητουντες , ἐκπολιορκηθεντες ὑπο των Ἀθηναιων ἠναγκασθησαν παλιν ὑπ '
9999943 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999943 ἀπαγγελλουσι
παρα την ὀπα . Τους ἐν λογοις οὐν αὐτην τετιμηκοτας ἀπαγγελλουσι , τῃ δε Οὐρανιᾳ τους ἀστρονομησαντας : δια γαρ
ἠ ἐπι της δημοκρατιας . εἰ οὐν οὑτοι ἀληθη ταυτα ἀπαγγελλουσι και τα ὑμετερα οὑτως ὡς φασιν ἐχει , πολλη
9999943 μαχομενη
καταλελειπται ἀρα μια προτασις ἡ λεγουσα οὐ πας ἀνθρωπος ἀντιφατικως μαχομενη : και γαρ ἐπι παντος χρονου και ἐπι πασης
ἀλογος κατα την εἰρημενην , ἀλλα πῃ μετεχουσα λογου και μαχομενη προς τον λογον . διο και τον του ἐγκρατους
9999943 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999943 Ἀλκινοος
θ ' , ὁσον ἠθελε θυμος , τοισιν δ ' Ἀλκινοος ἀγορησατο και μετεειπε : “ κεκλυτε , Φαιηκων ἡγητορες
' ἠγερθεν ὁμηγερεες τ ' ἐγενοντο , τοισιν δ ' Ἀλκινοος ἀγορησατο και μετεειπε : “ κεκλυτε , Φαιηκων ἡγητορες
9999943 κινδυνευομεν
τους νομους . Ἐχ ' ἡσυχῃ , ὠ Ἱππια : κινδυνευομεν γαρ τοι , ἐν τῃ αὐτῃ ἐμπεπτωκοτες ἀποριᾳ περι
Κλεινιας . Και ἐγω ἀναμνησθεις εἰπον ὁτι Ναι μα Δια κινδυνευομεν γε το μεγιστον των ἀγαθων παραλιπειν . Τι τουτο
9999943 διεστησεν
, ὁτι πολυς ἀηρ ἀθροισθεις ἀθροως ἀνω διεξιων ἐξεμοχλευσεν και διεστησεν το στομα . ταυτῃ γαρ εὐδιεξοδος ἐστιν . ὡσπερ
ἡμεις ἐρωτωμεν τους παιδας . ποτερα περι μετρων : καλως διεστησεν . οὐ γαρ εἰ τι μετρον ἐστιν , ἠδη
9999943 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999943 τειχισαι
εὐβατου τε γαρ οὐσης ἐτι και εὐεπιδρομου τοις σοφισταις , τειχισαι τε Ἀριστοτελη και περιφραξασθαι πανταχοθεν και ἀποκλεισαι τας ἐπιβουλας
. Δημοσθενης δε στρατευσας ἐπι Πυλον ἐπεβαλετο τουτο το χωριον τειχισαι κατα της Πελοποννησου : ἐστι γαρ ὀχυρον τε διαφεροντως
9999943 ἀνδρεσσι
, και ἀμφιπολοισι κελευε ἐργον ἐποιχεσθαι : τοξον δ ' ἀνδρεσσι μελησει πασι , μαλιστα δ ' ἐμοι : του
τον στημονα . ἀντι του νησεις . πολεμος δ ' ἀνδρεσσι μελησει : Παρα το Ὁμηρικον [ . Ζ ,
9999943 μελαγχολικοι
ἑαυτων κακιας , και μαλιστ ' ἐαν ὠσι χολωδεις και μελαγχολικοι , τους δε φλεγματικους λεπτυναι , ἐαν σοι παχεις
τριταιος . μγʹ . Οἱ μελαγχολικοι ἐπιληπτοι και οἱ ἐπιληπτοι μελαγχολικοι εἰωθασι γιγνεσθαι ὡς ἐπι το πουλυ . τουτεων δε
9999943 κρατουντι
γινεται , μεγιστε βασιλευ , και ἐλπιδες ἐπι θεῳ καλαι κρατουντι σοι της ἀρχης εὐσεβως . Ὡς δε συνηκουσαν παντες
ὁλοις πελαγεσι , ταυτα ὁρων , ταυτα θεωμενος , τῳ κρατουντι ὑπηκουσα , και προς τον καιρον ἡρμοσαμην τοις ὁλοις
9999943 Ἑλλανικου
ἐχρησατο , ἐνταυθα μεν τῃ Φερεκυδους , ὑστερον δε τῃ Ἑλλανικου : νεωτερον παρος : τον Πολυνεικην . ὁ μεν
. . , : περι δε Θεοπομπου και Ἐφορου και Ἑλλανικου και Φιλιστου και των ὁμοιων τουτοις περιττον ἐδοξεν εἰναι
9999943 καταλαμβανῃ
, ἐς δε τεταρταιον καταστησεσθαι , ἠν διαλειπῃ τε και καταλαμβανῃ πεπλανημενον τροπον , και ταυτα ποιεων τῳ φθινοπωρῳ προσπελασῃ
διεγειρωνται , και τα μηλα ἐρυθραινηται , και τις ὁρμη καταλαμβανῃ τους πεπονθοτας προς ἀφροδισια , τοτε σατυριασιν καλουσιν ,
9999943 μακαρεσσιν
προχεοντο , χερσι δε και μυθοισιν ἐδεικανοωντο ἑκαστον , εὐχομεναι μακαρεσσιν ἀπημονα νοστον ὀπασσαι . ὡς δε και Ὑψιπυλη ἠρησατο
: βιοτοιο μεν ὁς κ ' ἐπιδευης / στρωφαται , μακαρεσσιν ἐπι ψογον αἰνον ἰαπτει / ἀχνυμενος , σφετερην δ
9999943 πιστευσας
περι τουτων φαντασιας ἁπασας ἀλλαξαμενος και οἱον ἀλλος πανταπασι γενομενος πιστευσας ἑαυτῳ , ὁτι μηδεν ποτε κακον ἑξει : οὑτω
πρωτον ταυτα ἀπραγμονως ἀποδεξῃ μη ἐξετασας εἰ δυνατον , ἀλλα πιστευσας , εὐθυς ἀκολουθως ἀν ἐπαγοι τα λοιπα , ὡς
9999943 ὑποδημασι
ἀληθειαις μαλλον ἁρμοσει ἐπι Ἑρμου : ἰδιον γαρ αὐτου τοιουτοις ὑποδημασι κεχρησθαι . και ἡ του δορατος ἀναληψις προς οὐδεν
πολυσχιδη σανδαλια του θερους , του δε χειμωνος ἐν γυναικειοις ὑποδημασι διετελουν περιπατουντες κομας τε ἐτρεφον και πλοκαμιδας ἐχειν ἠσκουν
9999943 παρελαβεν
ὡς ἐτελευτα καταλιποντος παιδας Ἀγις τε πρεσβυτερος ἠν ἡλικιᾳ και παρελαβεν ἀντι Ἀγησιλαου την ἀρχην . ἐγενετο δε Ἀρχιδαμῳ και
της ἐκεινων ἰσοτητος . δια τουτο και ὁ στοιχειωτης ἀμφω παρελαβεν ἐπι των ἐπιζευγνυμενων το τε ἰσας εἰναι και παραλληλους
9999943 Πελληνην
ἐγενοντο , ἐδεηθησαν αὐτου και τους ἀχρειους συνεκπεμψαι εἰς την Πελληνην . κἀκεινους μεν ἐκει κατελιπον , ἀγορασαντες δε και
οἱ νικωντες λευκης φυλλοις ἐστεφοντο . οἱ του Πρωτεσιλαου εἰς Πελληνην ἀπερριφησαν πλησιον πεδιου Καναστρου Φιλοκτητης δε ἐξωσθη εἰς Ἰταλιαν
9999942 ἐγιγνοντο
αἱ ψυχαι ἡμων ἐκει ; οὐ γαρ ἀν που παλιν ἐγιγνοντο μη οὐσαι , και τουτο ἱκανον τεκμηριον του ταυτ
θεων βωμους αἱματι μιαινειν , ἀλλα Ὀρφικοι τινες λεγομενοι βιοι ἐγιγνοντο ἡμων τοις τοτε , ἀψυχων μεν ἐχομενοι παντων ,
9999942 κομισας
ὀν ἐμπλησας πετραις ἀπλωτον ἐποιησε , και τας βοας Εὐρυσθει κομισας δεδωκεν . ὁ δε αὐτας κατεθυσεν Ἡρᾳ . τελεσθεντων
Ῥωξανη ἀπηραν εἰς Μακεδονιαν : το δε σωμα του Ἀλεξανδρου κομισας ὁ Πτολεμαιος ἐκηδευσεν ἐν τῃ Ἀλεξανδρειᾳ ὁπου νυν ἐτι
9999942 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999942 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999942 καταπλασματι
ῥοδινῳ βεβρεγμενῳ . εἰτ ' ἐξωθεν ὁλη ἡ κεφαλη καταπλασσεσθω καταπλασματι παρηγορικῳ , ὡς τῳ δια μελιλωτου ἠ λινοσπερμου ἀλευρου
φιλοπονως ὡστε εὐαφες γενεσθαι : και μαλαξας παραπτομενος ῥοδινῳ χρω καταπλασματι ἐπιρριπτων και ἐξωθεν φυλακης χαριν φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης
9999942 δριμυτητος
Τἀναντια δ ' αὐ ὡδε ὁσα και εἰς ξηροτητα μετα δριμυτητος ὁ χολωδης αἱματικου πεπλεονεκτηκε χυμου και ταις μεν πεψεσι
ὠ Παφλαγων ] προς τον Κλεωνα . Γ ἐσκοροδισας ] δριμυτητος ἐνεπλησας . τον δακτυλιον ] την σφραγιδα , της
9999942 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999942 Κλεαρχον
ἁρπαζειν , ὑβριζειν , τιτρωσκειν . ἀγανακτουντες οἱ πολιται παρεκαλεσαν Κλεαρχον βοηθειν : ὁ δε οὐκ ἀλλως ἐφη δυνατον εἰναι
οὐδεν ἡττον ἐτρωσεν αὐτον . Τισσαφερνης οὐκ ὠμοσε τοις περι Κλεαρχον ; τι δε ; ὁ βασιλευς οὐχι και τους
9999942 πλανης
θαλασσαν , ὡς κατ ' Ἐλευσινα γιγνεται , της τε πλανης ἐστη , και την ζητουμενην κομιζεται : μισθους δε
ὁ καθ ' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης . . . . : ὁ δε δωδεκατος αὐτωι
9999942 ἐπενοησε
: Σατυρος δε φησιν ὁτι και την καμπυλην βακτηριαν αὐτος ἐπενοησε . . : Σατυρος δε φησιν αὐτον εἰπειν ,
εὐτυχησε : φυσει δε χρησαμενος ἀγαθῃ συμπαθειας λιθων και βοτανων ἐπενοησε , τους δε καιρους και τους τοπους ἐν οἱς
9999942 ἀσφαλεως
ἑκαθεν τε βαλειν σχεδοθεν τε δαμασσαι : ἀμφω δ ' ἀσφαλεως γαιης ἐπι θηρ τε και ἀνηρ μαρνανται , σκυλακες
. Και δ ' ἀν που γερανοι μαλακης προπαροιθε γαληνης ἀσφαλεως τανυσαιεν ἑνα δρομον ἠλιθα πασαι , οὐδε παλιρροθιοι κεν
9999942 διεβαινεν
ἐν τοις ὑποκειμενοις μενουσης , του αἰσθητηριου μη θιγοντος , διεβαινεν ἡ ταυτης αἰσθησις προς ἡμας . ἀλλα γαρ κἀν
ἐχθρας και ὁθεν ἠσαν οἱ Σηστον καταλαβοντες , εἰς Σηστον διεβαινεν , ἡν εἰχε Κοτυς . καιτοι μη νομιζετε μητ
9999942 κερα
, ἐντανυσας ἑλικος καρτερα νευρα βοος . Δερμα και ὀργυιαια κερα βοος ἐκ βασιληος Ἀμφιτρυωνιαδᾳ κειμεθ ' ἀνα προπυλον τεσσαρακαιδεκαδωρα
φλεξον μενος , κρατηρα τ ' αἰρου και τον ἡδιστον κερα . Οὐτ ' ἀλφιτοισι χαιρομεν : πληρης γαρ ἀρτων
9999942 μυστηριοις
φυλαξασθαι ] ἐξελθειν εἰς Χαιρωνειαν . . . . τοις μυστηριοις ] μυστηρια δει νοειν τα Κορης και Δημητρος .
την θεον θυσιαις τ ' ἐπιφανεσταταις και τοις ἐν Ἐλευσινι μυστηριοις , ἁ δια την ὑπερβολην της ἀρχαιοτητος και ἁγνειας
9999942 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999942 ἀπαιτουσης
, ἀποι - κιαν . ταυτα μεν οὐν της ὑποθεσεως ἀπαιτουσης ἀναγκαιον τε και δικαιον ἐδοξεν εἰναι μοι προς τους
γην , ἀλλ ' εἰτε αὐην εἰτε νοτεραν της ὡρας ἀπαιτουσης δειν ἀροτριαν και μη προφασιζεσθαι την ποιοτητα της γης
9999942 Σελευκεια
. . . . . . ξθ ∠ ʹ λε Σελευκεια προς Βηλῳ . . . . . . .
πολεως της Τρωϊκης , ἱερευς ἱερειτης , Μαρωνεια Μαρωνειτης και Σελευκεια Σελευκειτης ' . . . α . το α
9999942 Ποσειδωνιος
, τοσουτον εἰποντες μονον ὁτι των Παρθυαιων συνεδριον φησιν εἰναι Ποσειδωνιος διττον , το μεν συγγενων το δε σοφων και
πολιους : ἐκπινεται γαρ ἡ οἰκεια της τριχος ὑγροτης . Ποσειδωνιος δε φησιν : ἐν Συριᾳ ἐν τοις βασιλικοις συμποσιοις
9999941 Αἰγυπτιος
τα ἱερα „ . ” ποια ; ” εἰπεν ὁ Αἰγυπτιος „ ὁρω γαρ οὐδεν ἐνθαδε . „ ὁ δε
πολυμαθιας . , . . Παμπρεπιος ἠν δε ὁ Παμπρεπιος Αἰγυπτιος . ποιητικος δε ὠν και προς ποιησιν εὐφυης ἀφικετο
9999941 σπλαγχνοισιν
θεμιστ ' ἐπιβηναι τωνδε μελαθρων . . . Οὐχ ὁστις σπλαγχνοισιν ἐπιφρονα θηκατο βουλην ἠδη και προς Ὀλυμπον ἀποσκεδασας τοδε
δ ' ὁ τα παντα φιλαιτατος ἀνερι τηνῳ παιδος ὑπο σπλαγχνοισιν ἐχει ποθον . οἰδεν Ἀριστις , ἐσθλος ἀνηρ ,
9999941 σκληρου
δοκει μοι τεκμηριῳ την ἁπαλοτητα ἀποφαινειν , ὁτι οὐκ ἐπι σκληρου βαινει , ἀλλ ' ἐπι μαλθακου . τῳ αὐτῳ
ἁπασων την ἐφευρεσιν , και την ἐκ του ἀπεριττου και σκληρου βιου ἐκεινου ἐπι το θηλυπρεπεστερον και βλακωδεστερον μεταῤῥυθμησιν .
9999941 λογισμου
των ἀνθρωπων γινομενα παθη , δι ' ὡν ἐξισταμεθα του λογισμου : ταυτα δ ' ἐστιν ἐρως ὀργη μεθη φιλοτιμια
. θυμομαντις : οὐ Φυσει μαντις , ἀλλ ' ὑπο λογισμου κρινων και ὑπο ἐνθυμησεως . ἀλλα μην εὐνους :
9999941 ἀνεβοησεν
θαλασσης παρετασσετο : γενομενος δε κατα ἀλσος βαθυ και συσκιον ἀνεβοησεν ἐξανιστασθαι τους ἐγκαθημενους . οἱ πολεμιοι φοβηθεντες ἐνεδραν μεγαλην
Φιλωτεραν ἀποκτεινας ὡρμησεν ἐπ ' αὐτην ὡπλισμενος . ἡ δε ἀνεβοησεν : ὁ μητροφοντης ἐπι φονῳ πρασσει φονον . τουτο
9999941 ταλαιπωριης
και ἐρχονται ἀνω προς την ἰκμαδα , ἁτε ὑπο της ταλαιπωριης ξηρανθεισαι μαλλον του καιρου : το δε ἡπαρ ἰκμαλεον
αἱ δεκατεσσαρες ἡμεραι παρελθωσιν . Αὑτη ἡ νουσος γινεται ἀπο ταλαιπωριης και χολης μελαινης . Ὁκοταν τα κοιλα φλεβια τα
9999941 εὑρουσα
βιον . εἰς μελιπηκτα και τραγηματ ' ἐξωκειλεν , ἐπιδορπισματων εὑρουσα πληθος , παντοδαπας θηρωμενη . ἁπαντ ' ἀφανιζει γηρας
: Ἡ Ἑστια θυγατηρ ἠν Κρονου , καταρχας την οἰκιαν εὑρουσα , ἡν ἐντος των οἰκων ἐγραφον , ἱνα τουτους
9999941 Αἰγινητου
δε του Γελωνος το ἁρμα ἀνακειται Φιλων , τεχνη του Αἰγινητου Γλαυκιου . τουτῳ τῳ Φιλωνι Σιμωνιδης ὁ Λεωπρεπους ἐλεγειον
ἀνδριας του Θεαγενους ἐστιν ἐν τῃ Ἀλτει , τεχνη του Αἰγινητου Γλαυκιου . πλησιον δε ἁρμα τε ἐστι χαλκουν και
9999941 παρειληφε
ῥηματος βιαζεται τους χρονους οὐτε μετατιθησιν , ἀλλ ' οἱας παρειληφε τῃ φυσει τας συλλαβας τας τε μακρας και τας
Ὀλυμπιων παρεστησαν αἱ Μοιραι και ὁ Χρονος τοις τοποις . παρειληφε δε τας Μοιρας και τον Χρονον ὁτι εὐμοιρος τε
9999941 Στραβων
. Ἀζωρος : πολις Πελαγονιας της λεγομενης Τριπολιτιδος , ὡς Στραβων , ὑπο τινος ἐκτισμενη Ἀζωρου : λεγεται και πληθυντικως
ι τουτους φησι . Μακρωνες , οἱ νυν Σαννοι . Στραβων δωδεκατῃ . και Ἑκαταιος Ἀσιᾳ και Ἀπολλωνιος δευτερῳ .
9999941 συμμαχοι
, ὡς Ἀπολλοδωρος ἐν Χρονικων τεταρτῳ . : Αἰδουσιοι , συμμαχοι Ῥωμαιων προς τῃ Κελτικῃ Γαλατιᾳ . Ἀπολλοδωρος ἐν Χρονικων
μεν γαρ εἰσιν οἱ τοις πολεμουμενοις βοηθουντες και συλλαμβανομενοι , συμμαχοι δε οἱ των πολεμουντων . Ὁμηρος δι ' ὁλης
9999941 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999941 ἀμφιλαφης
χαιτην . ἀλλα Νοτος κοτεων , μεθεπων σφριγοωσαν ἀπειλην , ἀμφιλαφης ἑκατερθεν ἀκοστησαντα χαλεπτων , μοχθον ἐχων ἀτελεστον ἀμοχθητων ἀπο
ὀπωπα παρεζομενων ὑπο δισκον , και διδυμη Φαεθοντα νεοσσυτον ἡνιοχευει ἀμφιλαφης ἑκατερθεν ὁμου τροχαουσα γαληνη και φλογα χερσιν ἀειρεν :
9999941 σποδου
ἰω , παι , δακρυα φερεις φιλαι ματρι των ὀλωλοτων σποδου τε πληθος ὀλιγον ἀντι σωματων εὐδοκιμων δη ποτ '
ὀλιγου πυρος , εἰτα ἐπιχειται αὐτῃ ὑδωρ θερμον διηθημενον δια σποδου κληματινης , και ἀνακινειται ἡ πισσα . ὁταν οὐν
9999941 τετρα
] τα ? [ τοιαυτα , δις , τρις , τετρα ] - κις : ὀλιγακις ? [ , πολλακις
ΑΒ της ΒΓ μηκει διπλασιων . λεγω , ὁτι δυναμει τετρα - πλασιων ἐστιν ἡ ΑΒ της ΓΒ . ἀναγεγραφθω
9999941 Σικελικος
οἰκει τις ὡς ἐοικεν ἐν τῳ χασματι λιβανωτοπωλης ἠ μαγειρος Σικελικος . [ παραπλησιαν ὀσμην λεγεις ἀμφοιν γλυκυς . ]
, και τουτο ἀρα τις μυθολογων κομψος ἀνηρ , ἰσως Σικελικος τις ἠ Ἰταλικος τις , παραγων τῳ ὀνοματι δια
9999941 Παρμενιδης
των ὁλων ἀρχην , περι ἡς οὐτ ' αὐτος οὐτε Παρμενιδης οὐτε Πυθαγορας ἐπετρεπον ἑαυτοις λογους καταβαλλεσθαι πλειονας , τας
. . . τουτους οἱ μεν θαλασσης παιδας φασι , Παρμενιδης δ ' ἐκ των Ἀκταιωνος κυνων γενεσθαι μεταμορφωθεντων ὑπο

Back