παραλληλογραμμων τα αὐτα δεδεικται . Ἐαν μιας των ἀντικειμενων εὐθεια ἐπιψαυουσα συμπιπτῃ τῃ διαμετρῳ , και ἀπο της ἁφης καταχθῃ
ἡ ΝΟ τῃ ΟΗ . Ἐαν μιας των ἀντικειμενων εὐθεια ἐπιψαυουσα συμπιπτῃ τῃ διαμετρῳ , και δια της ἁφης και
9999981 συγχωρησαντος
ὑπο δορυ πωλουμενους ἐκ των λαφυρων , ἠ του στρατηγου συγχωρησαντος ἁμα ταις ἀλλαις ὠφελειαις και τους δορυαλωτους τοις λαβουσιν
ἁπλοτητος της των βαρβαρων ἐστι σημεια , του τε μη συγχωρησαντος μεν την ἀποβασιν την εἰς την νησον , δωρα
9999980 συγχωρησαντων
την Ὀργαδα την ἱεραν : ὁρισται δ ' ἐγενοντο , συγχωρησαντων Μεγαρεων , Λακρατειδης ὁ ἱεροφαντης και ὁ δαιδουχος Ἱεροκλειδης
, ὁπως ἐπιτρεψωσιν αὐτῳ Αἰσωπειον μυθον εἰπειν . των δε συγχωρησαντων αὐτῳ ἀρξαμενος ἐλεγε : ” Δημητρα και χελιδων και
9999979 συγγενειαν
, ἀλληγοριας δε και μυθους ἐπινοησαντες και τοις κοσμικοις παθημασι συγγενειαν πλασαμενοι μυστηρια κατεστησαν , και πολυν αὐτοις ἐπηγον τυφον
Ἡρακλεους φιλον τον ὀνομαζομενον Φολον . οὑτος γαρ δια την συγγενειαν θαπτων τους πεπτωκοτας Κενταυρους , και βελος ἐκ τινος
9999978 ἐπιτυγχανειν
και ὑπερ αὐτον και ἐνδοτερως : το δε κατορθουν τῳ ἐπιτυγχανειν του σκοπου : μοναχως δε ἐστιν ἐπιτυγχανειν του σκοπου
ἀλληλων παραταξεις ὁρωντας , ἐπισημαινεσθαι την στυγνοτεραν μαλλον τῃ ὀψει ἐπιτυγχανειν ἐν ταις μαχαις ἠπερ την ἐν ὁπλοις λαμπουσαν ,
9999978 ἐπικρατησαι
θεων νομισθεντων συνδραμειν εἰς Κρητην . γενομενης δε παραταξεως μεγαλης ἐπικρατησαι τους περι τον Διονυσον και παντας ἀνελειν τους Τιτανας
ἀλληλους , το δε τελευταιον πολλων πεσοντων παρ ' ἀμφοτεροις ἐπικρατησαι τους παρ ' Εὐμενει τεταγμενους δια τας των ἀργυρασπιδων
9999978 διαφορητικοις
καππαρεως και τοις τοιουτοις : ἐξωθεν δε μαλακτικοις φαρμακοις και διαφορητικοις : οἱον τῃ κωφῃ , τῃ κιτρινῃ : πολλην
και περιπατοις και ταις ἀλλαις κινησεσιν , ἐτι δε χρισμασι διαφορητικοις ταχεως ἐκκενωσαι του πληθους , εἰ μη ἀρα σοι
9999978 κωλυομενοι
ὑπισχνουμενος και παρεσκευασε πολλους ἀκινδυνα κερδη διωκοντας , ὡν οὐδε κωλυομενοι ὑπο του δεους ἀποστησεσθαι ἐμελλον , ἐμπλησαι πολεμου λῃστρικου
, ἀλλα τοις θυμοις προπιπτοντες ἐξεπηδων ἐκ της πολεως : κωλυομενοι δ ' ὑπο των πρεσβυτερων προϊεναι μακροτερον ἀπο της
9999978 βουλευομενοι
ἀλληλους , εἰ τις ἀδικως τιμαται . πολλακις δε και βουλευομενοι ἁ μεν ἀν ἐπιθυμωμεν πραττειν , ταυτα ἐπαινουμεν ,
ψευσασθαι . . Ἑβδομοι δε εἰσιν οἱ ὑπερ των κοινων βουλευομενοι ὁμου τῳ βασιλεϊ , ἠ κατα τας πολιας ὁσαι
9999978 ἐμπιπλασθαι
Οὐδετερον ἀρα διαφερει τι τοις θεοις , οὐτε το ἡμας ἐμπιπλασθαι ὑλικων σωματων , οὐτε εἰ τινες ὑλικοι σωματων ἀτμοι
. ἐλινυειν οὐ ξυμφερει , ἀλλα γυμναζεσθαι μεν , μη ἐμπιπλασθαι δε , τους νεους ἐλλεβοριζειν , ἰγνυην ταμνειν ,
9999978 γυναικειου
ὀντας ἠναγκασαν . ὁ γουν μοσχος οὐκ ἐξ ἁπαντος του γυναικειου κοσμου κατασκευαζεται , ἀλλ ' ἐκ των ἐνωτιων |
ὡσπερ ἐπι των ὀφθαλμων , ἐπιχεομενον ἠρεμα χλιαρον μετα γαλακτος γυναικειου , ὡσαυτως μετα τινος των ἀνωδυνων κολλουριων . και
9999977 ἀναπαυσασθαι
: δειν γαρ ἐφασκον οἱ ναυται και ὑδρευσασθαι και αὐτους ἀναπαυσασθαι , μελλοντας εἰς μακρον ἐμπεσεισθαι πλουν . Κατηγετο δε
φαγειν τε και πιειν και ἀφροδισιασαι , ἡδεως δ ' ἀναπαυσασθαι τε και κοιμηθηναι , περιμειναντας και ἀνασχομενους , ἑως
9999977 ἀπελευθερος
, γε ? [ ἠ ταχ ' ὁποταν ἀπιηις [ ἀπελευθερος ὠν ολ ! [ ἀλλα μη παραπλακ [ ἐπιθ
ἐκ των ἀναγραφων εὑρησει ὡν ἀνεγραψεν Χρυσερως ὁ νομεγκλατωρ , ἀπελευθερος γενομενος Μ . Αὐρηλιου Οὐηρου , ὁς ἀπο κτισεως
9999977 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999977 ὑπαρχουσαν
μητε σπουδαζοντας : οὐ γαρ ἐτι ῥαιδιον εἰναι διυγιαναι την ὑπαρχουσαν φιλιαν , ὁταν ἁπαξ παρεμπεσηι το ψευδος εἰς τα
σχηματι ἐπι της μιξεως ἐνδεχομενου και ὑπαρχοντος συλλογιστικοι οἱ την ὑπαρχουσαν ἀποφατικην ἐχοντες , ἀσυλλογιστοι δ ' οἱ την ὑπαρχουσαν
9999977 μυριους
το στομα το κατα το Βυζαντιον , ὁτι ἐστι περι μυριους σταδιους και ὀκτακισχιλιους , ποιοιη δε τρισμυριων το ἀπο
μετ ' ᾠδης της αὑτων ἐπι την ναυμαχιαν ἡκον . μυριους δ ' ἀν τις ἐχοι λεγειν πολεμους τῃ των
9999977 γυναικειους
παιδων δ ' ἐζυγη ξυναγονει . και τρις γοναισι τους γυναικειους πονους ἐκαρτερησα : ἀρουραν οὐκ ἐμεμψατο του μη ἐξενεγκειν
τους στημονι ὁμοιους ὑπ ' ἰσχνοτητος . Φερεκρατης δε τους γυναικειους πλοκαμους πλοκαδας καλει . τας μεντοι συνεστραμμενας μετα ῥυπου
9999977 συγχωρουντος
συνεχεστερον και ἀπαιτουντος την συμβιον , και του πατρος μη συγχωρουντος μεν , αἰσχυνομενου δε την αἰτιαν εἰπειν , εἰς
αὐτον , μηδενος αὐτῳ συγχωρουντος : ἀλλως : οὐδενος αὐτῳ συγχωρουντος ζην οὑτος βιαζεται ἀδικως τουτου τυχειν βουλομενος , του
9999977 αἰτησασθαι
, ἐπι τινος εὐημεριας συγχωρησαντος αὐτωι του βασιλεως ὁ θελει αἰτησασθαι , ἠιτησατο ἐν ὀρθηι τηι τιαραι εἰς Σαρδεις εἰσελασαι
του καυματος Ἀρισταιου δεηθηναι , του υἱου του Ἀπολλωνος , αἰτησασθαι αὐτους παρα του πατρος : τον δε αἰτησαντα λαβειν
9999977 στενοτερα
ὁσον διπηχεις : τα δε φυλλα χαμελαιᾳ ὁμοια , πλην στενοτερα και λιπαρωτερα , ὑπογλισχρα ἐν τῳ διαμασασθαι και κολλωδη
διελειν κατοπτευοντων ἡμων το καταγμα . ὁταν δε τα περατα στενοτερα ὀντα εἰστρεπηται και το καταγμα σκεπηται , εἰωθα προς
9999977 ἀποστροφος
και ὁ κατ ' ἐπεμβασιν Ἀρης και ἡ Σεληνη Αἰγοκερῳ ἀποστροφος : μετεωρος ἡ ἡμερα . ἠν δε και εἰς
ἀναδεχονται , ἐπαν ὁ γαμοστολος ἐκκεντρος τυχῃ ἠ του δαιμονος ἀποστροφος : ποταπαις δε , ἡ των ζῳδιων και ἀστερων
9999977 θηλειαις
οὐδεμιᾳ προς το καλον και γενναιον συνεργημα . ταις δε θηλειαις εἰ και τα ποηματα κατα το συνεχον ἐποηθη ,
ὑπερ τον Τιγρητα και το Βακτριων φυλον οὑτως ἐπιμαινεσθαι ταις θηλειαις φασιν : γυναικες μεν γαρ τουτων ἑκαστῳ πολλαι :
9999977 ἀπελθοντα
εἰ δεοιτο της Ῥωμαιων φιλιας και συμμαχιας , ἐξ Ἰταλιας ἀπελθοντα πρεσβευειν , παροντα δε μητε φιλον ἡγεισθαι μητε συμμαχον
' Εὐβουλου του Ἀταρνειτου τον ποιητην Περσινον ἀμελουμενον εἰς Μιτυληνην ἀπελθοντα θαυμαζοντι γραψαι διοτι τας Φωκαϊδας , ἁς ἐχων ἠλθεν
9999976 κομιζεσθαι
ὀρων , οἱ δε ἀπο της του ὠκεανου φασιν ὀχθης κομιζεσθαι , λευκον ὑπερφυως ὀντα και μεστον ἐνδοθεν πνευματος ,
ποτε δακτυλιδιον δακτυλον : καλως δ ' ἐχει ἀνυπερθετως αὐτο κομιζεσθαι κατα περιστροφην , ἁμα της χειρος καταντλουμενης χλιαρῳ ὑδατι
9999976 ἐνυπνιου
ἐχουσι λογον . προς δε τους πυνθανομενους περι ὀνειρου και ἐνυπνιου διαφορας ἐπιμελως προειπον ὁτι ἑτερον ἐστι του ὀνειρου το
Σμερδιος οὐνομα ἐτυψε ἡ ἀληθειη των τε λογων και του ἐνυπνιου : ὁς ἐδοκεε ἐν τῳ ὑπνῳ ἀπαγγειλαι τινα οἱ
9999976 μαθηματικοις
ἀστοχον τι λεγοιμεν περι του θειου Πλατωνος φησαντες αὐτον τοις μαθηματικοις σωμασι την φαντασιαν ἡμων τοπον ποιειν , ὡσπερ τοις
, ἠ τον ὁρισμον ἀποκρινομεθα ἐσχατον , ὡς ἐν τοις μαθηματικοις , οἱον δια τι αἱδε ἰσαι ; ὁτι ἐν
9999976 ἑλκους
ὀγκος φυμα καλειται . τουτο το φυμα εἰωθε δι ' ἑλκους κρινεσθαι . εἰ οὐν γενηται ἑλκος , ἀγαθον :
ἐπι κεφαλης , ἠτοι ῥαφας κεχαλασμενας βουλομενοι συναγαγειν , ἠ ἑλκους ἐκπεπταμενα χειλη , και ποτε και προσστειλαι και κολλησαι
9999976 παραλαμβανομενα
ὁρισμον αὐτου παραλαμβανονται , τα δε εἰς τον ὁρισμον τινος παραλαμβανομενα προτερα ὑπαρχουσι , πολλῳ ἀρα μαλλον τα μερη του
τον αὐτον ἀρα τροπον και τα μορια τα ἀντι τουτων παραλαμβανομενα ὑφεξει αἰτιαν της ὑποστολης των ἀρθρων . . προσωπων
9999976 ἐπιφανεια
ἐχει δυο διαστασεις , μηκος και πλατος , ἡ δε ἐπιφανεια δυο ἐχουσα διαστασεις περατουται ὑπο της γραμμης , ἡτις
παν φθαρειη το ὀστουν , μονη δ ' ἡ ἐνδοθεν ἐπιφανεια , το μεν ἐκκοπτειν ἀνεπιτηδειον : οὐτε γαρ ὁλον
9999976 ἰατροις
ἐκεινους οὑς ἐτυγχανον ἑωρακως , ἐν οἱς τραυματα πονον πολλοις ἰατροις παρασχοντα συνεβη . Ἠν οὐν δεινης ἠλιθιοτητος τους ἐπ
φυρουντες , εἰτα τροχισκους ἀναπλαττοντες ὡς Λημνιαν σφραγιδα παρεχουσι τοις ἰατροις . οἱ δ ' ἀποτυγχανοντες ὡς ψευσαμενων περι αὐτην
9999976 κατοικιδιων
και τουϲ ἐν νεφροιϲ λιθουϲ θρυπτει . το δε των κατοικιδιων ὀρνιθων αἱμορραγιαϲ μηνιγγων ἐπεχει . το δε των ἀρνων
και ταυτα τα γενη των ὀρνιθων ταις προειρημεναις ἐπι των κατοικιδιων ὀρνιθων ἰασεσιν . Οἱ περδικες θερμοτατοι φυσει τυγχανουσι προς
9999976 μιμησασθαι
την φωνης τινος των ἀλογων ζῳων μιμησιν , οὐ του μιμησασθαι χαριν γινομενην ἀλλ ' ἀτακτως και ἀσκοπως . ἐπει
ᾡ αὐτῳ παραινει ὁτι ” Ὀφειλεις , ὠ Νικοκλεις , μιμησασθαι τας πραξεις τας του πατρος , ἁς νυν διηλθομεν
9999976 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999976 ἐπολεμησαν
την χωραν ἐλθοντες , τοις δε ξυνδιασωσοντες , ἐπι Συρακουσας ἐπολεμησαν , οὐ κατα δικην τι μαλλον οὐδε κατα ξυγγενειαν
ἐθνων τε ἐκρατησαν ἀπο Μακεδονιας μεχρι Εὐφρατου : και ὁσους ἐπολεμησαν , ἐς συμμαχιαν αὑτοις ἐπεισαν και βεβαιοτατοις ἐχρησαντο .
9999976 τουτεστι
, γινονται Ϡ : και το ἡμισυ της βασεως , τουτεστι τα ιε , ἐφ ' ἑαυτα , γινονται σκϚ
δε την αὐτην ἐν ἑκατερῳ των τονων δυναμιν ἐχειν , τουτεστι την της μεσης , ἀκολουθησουσιν αἱ των λοιπων ἁπαντων
9999976 ἐπικρατουσαν
ἀρτον ἠ κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐπικρατουσαν ἑκαστῳ διαθεσιν . ὀστρακοις των ὀνομαζομενων ἰδιων ὀστρεων κεκαυμενοις
κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐν ἑκαστῳ ἐπικρατουσαν διαθεσιν . ἡ δ ' ἀγρια προς μεν τας
9999975 τραχειαν
ἐκμελη , ἀμελη , ἀναγωγον , ἀπειθη , δυσκαμπη , τραχειαν , διεσπασμενην , ἀηδη , λυπηραν , βραγχωδη ,
. διο και Ἡσιοδος εἰκοτως την προς ἀρετην φερουσαν ὁδον τραχειαν προσειπεν . την του κατορθωσαι ἐπιτυχιαν . κεκρυμμενον .
9999975 δωδεκατος
εἰς τμηματα ιβʹ ἁ καλειται ζῳδια , ὁτι πρωτος ὁ δωδεκατος ἀριθμος δεχεται τους θειους εʹ λογους τους μουσικους ,
δεκατος ποιητικος , παραινεσεις γεγραφως : ἑνδεκατος ἀνδριαντοποιος Φωκαευς : δωδεκατος ἐπιγραμματων ποιητης λιγυρος : τρισκαιδεκατος Μαγνης , Μιθραδατικα γεγραφως
9999975 Νικατορος
ἀνθρωπους συντροφιας , τα δε πωλευθεντα : Σελευκου τε του Νικατορος κτημα ᾀδει Ἰνδον ἐλεφαντα , και μεντοι και διαβιωναι
] ἡ προς Ῥαγαις και αὐτη Ῥαγεια , το του Νικατορος κτισμα : ὁ ἐκεινος μεν Εὐρωπον ὠνομασε , Παρθοι
9999975 κατασχουσης
των παντων εὐροιας και πλουτου και της λοιπης αὐτους χορηγιας κατασχουσης . τουτο δε δηλον ἐκ της ἐτι και νυν
αἱ φυλετικαι ψηφοφορουσιν ἐκκλησιαι . αὑτη λυσις ἐγενετο της τοτε κατασχουσης ταραχης την πολιν . Και μετ ' οὐ πολυ
9999975 ἀναμνησθεντες
ὁπως μηδεις φονος ἐν τῃ πολει γενησεται : ἀλλ ' ἀναμνησθεντες των καιρων , παρ ' οὑς εὐ πεπονθοτες εὐ
βουλης ἠ τον Ἀρειον παγον προσβλεπετε , της Ἀριστογειτονος κρισεως ἀναμνησθεντες ἐγκαλυψασθε : οὐ γαρ ἐχω πρᾳοτερον προσφθεγμα τοις ἐξημαρτηκοσιν
9999975 μουσαν
' ἐκ παντα τετυκται . μηδε τινα τολμαν ἀιδειν ἀδοκιμον μουσαν μη κριναντων των νομοφυλακων , μηδ ' ἀν ἡδιων
αἰτιαι γενομεναι . ἠ οὑτως : οὐ μελπῃ τοιαυτην ἐχων μουσαν , ἐν ᾑ χαριτες εἰσι χοροποιοι , τουτεστι ποιητικαι
9999975 ἀφεστηκοτων
του Λεοντος κατα διαμετρον ἐξ Ὑδροχοου , Ἡλιου και Σεληνης ἀφεστηκοτων της πρωτης του Λεοντος μοιρας δεκα , βαλλετω ὁ
ᾑρηκεναι . χρονῳ δε ὑστερον ἐπλευσε και ἐς Αἰγυπτον , ἀφεστηκοτων ἀπο βασιλεως των Αἰγυπτιων βοηθησων : και ἐστιν Ἀγησιλαῳ
9999975 ποιμενες
Ἰωνικοις και ἀττιγοι . Οἱ δε τα προβατα νεμοντες , ποιμενες καλουνται , και προβατεις , και μηλαται : το
τ , τοι βουται και τοι ποιμενες ἀντι του οἱ ποιμενες . Την ἐκεινος ἀντωνυμιαν τηνος λεγουσιν , ἀφαιρουντες το
9999975 καταπλασσομενα
[ Προς φλεγμονην ἐρυσιπελατος . ] Ἀγχουσης φυλλα συν ἀλφιτοις καταπλασσομενα , ἠ ἀνδραχνης φυλλα συν ἀλφιτοις καταπλασσομενα , ἠ
, γαλα γυναικειον μετα κωνειου χυλου ἠ κωνειου τα φυλλα καταπλασσομενα , ἁλμη πυριωμενη . τους δε χονδριωντας παυει ἁλμη
9999975 τριπλασιων
Ϛʹ προς τα γʹ και ὁμοιως ἐπ ' ἀπειρον . τριπλασιων δε λογων πρωτος και πυθμην ὁ των γʹ προς
, ἐκ μεν των διπλασιων ἡμιολιοι , ἐκ δε των τριπλασιων οἱ ἐπιτριτοι , ἐκ δε των τετραπλασιων ἐπιτεταρτοι ,
9999975 ἀποδιδομεν
ἀποδιδομεν , οἱον ὡς ἐπι της σεληνιακης ἐκλειψεως το εἰδος ἀποδιδομεν λεγοντες ὁτι ἀντιφραξις ὑπο γης γινομενη : το δε
τι ἐστιν , οὑτως λεγομεν : οὐ γαρ οὐσιαν μονον ἀποδιδομεν λεγοντες ἀνθρωπον , οὐτε δε λεγομεν συμβεβηκος μονον ποιον
9999975 ἁρμονικον
Των δε της μουσικης μερων κυριωτατον ἐστι και πρωτον το ἁρμονικον , των γαρ πρωτων μουσικης πεφυκε θεωρητικη . πρωτα
, ἐφη , το μη δυνασθαι συμπληρωσαι . προς δε ἁρμονικον τινα , κηπουρον ὀντα προτερον , ἀμφισβητουντ ' αὐτωι
9999975 βουληθηναι
μοι . σκεψασθε κοινη και τοδε . τινος ἑνεκα προσηκε βουληθηναι ταυτα πραττειν , εἰ μαλιστα παντων ἐδυναμην ; οὐδεις
διο και βουλομενον την ἐπιπλοκην νομιμον ποιησασθαι βιασασθαι μεν μη βουληθηναι , πεισαι δ ' οὐδαμως ἐλπιζειν δια την σωφροσυνην
9999975 κοπος
ὁπως ἐν τῳ μερει ὀρχησωνται . . οὐτε τα γονατα κοπος : Ἀντι του οὐδε τα γονατα μου ἐλαβε καματηρος
ταυτα παντα ἐγενετο ἡ παραπληγια : ὁπου γαρ ἠν ὁ κοπος , ἐκει και ὁ πονος . ἐνθεν σκληροταται ἠσαν
9999975 ἐκβληθηναι
περι γης δικαις τους μεν νεμομενους την γην και δεδιοτας ἐκβληθηναι μενειν λεγει : οὐδε γαρ οἱ κεραυνωθεντες μετατιθενται ,
προπεμψαντων [ ] : ὡστε εἰ τινας ἐδει ? [ ἐκβληθηναι - ] ἀπο Ἀλεξανδρειας [ ! ! ! ]
9999975 ἀπαγγελλοντων
, ὑπερ του μη γνωσιμαχουντων μηδ ' | ἀλλα ἀλλων ἀπαγγελλοντων στασιν ἐν τῳ πληθει γενεσθαι , χαλεπωτεραι δε μετα
της ἐλπιδος , ἀλλα των ἐπι κατασκοπην ἐκπεμφθεντων τοις Ἰνδοις ἀπαγγελλοντων το πληθος των παρα τοις πολεμιοις ἐλεφαντων , ἁπαντες
9999975 ἀμφιβολον
την των δικαστων ἐκκαλουμενον δοκιμασιαν : οὐδεις δε ὁ ἀπολογειται ἀμφιβολον κατασκευαζει : τι οὐν ἐρουμεν ; ὁτι ἐνταυθα οὐχ
ἠξιου τον πλουν και προπεμψαι τινας ἐς πειραν ὡς προς ἀμφιβολον ἀνδρα . ὁ δε εἰπων αἱρεισθαι παρασπονδουμενος ἀποθανειν μαλλον
9999975 ἑλκομενης
εἰς τα κενωματα των ἀπενεχθεντων κατα τα πλαγια των ἀγγειων ἑλκομενης της τροφης και καταχωριζομενης ” . ἀλλ ' οὐδε
τον τοπον ἐνιοτε λαμβανειν ἀνακλωμενης της ἡμετερας ὀψεως ἀπο της ἑλκομενης ὑγροτητος ὑπ ' αὐτου προς τον ἡλιον . δια
9999975 βλαστανειν
μαλιστα και την ἐξω και την ἐν τοις γυροις και βλαστανειν ὁλως οὐδεν . Φυτευουσι δε την μετοπωρινην φυτειαν μετα
ὁκοσα μη καλως καθαρθεντα ἐς το δεον ἀει προτερον ἀρξεται βλαστανειν , ταυτα ὑπερσαρκεει μαλιστα : ὁκοσα δ ' ἀν
9999975 χωρησας
, διεγνω δρασαι τι ἠ παθειν γενναιον , δια ξιφους χωρησας και φονου : μη προχωρουσης γαρ της λανθανουσης ἐπιβουλης
διαγραφων αὐτοις τους ὀψωνιασμους . ἐπι τουτον δη τον γραμματεα χωρησας δια του περιεστηκοτος ὀχλου και ἀναβας ὡς ἀνοπλος ὑπ
9999975 τραχηλους
κατα μικρον ἑλκουσαι τους ἁλοντας ἐσθιουσι . συνεχως δε τους τραχηλους κινουσιν , ὡς οἱ των ἀνδρων διαδεχομενοι τε και
ὑαινας και λυκους , περισκεπειν αὐτων τους λαιμους και τους τραχηλους ὡσπερ θωραξι σεσιδηρωμενοις και καθηλωμενοις κεντροις δυο δακτυλους ἀπ
9999975 ἀνανδρους
ἀστραβιζουσας χθονα , παρ ' Αἰθιοψιν ἀστυγειτονουμενας . και τας ἀνανδρους κρεοβορους [ δ ' ] Ἀμαζονας , εἰ τοξοτευχεις
κρειττοσι ; και ἰδιᾳ αὐ οἱ ἀνδρειον και δυνατοι τους ἀνανδρους και ἀδυνατους οὐκ οἰσθα ὁτι καταδουλωσαμενοι καρπουνται ; Ἀλλ
9999975 ἐποιησαν
ἐπειτα ἐλθοντες οἰκεωμεν ἐπ ' ἡμεων αὐτων . Ἐπειθοντο και ἐποιησαν ταυτα οἱ νεηνισκοι . Ἐπειτε δε ἀπολαχοντες των κτηματων
Ὑπο δε την ἐκτυπωσιν των λιθων της ᾠοθεσιας , στεφανον ἐποιησαν οἱ τεχνιται παγκαρπον , ἐν ὑπεροχῃ προδηλως ἐχοντα βοτρυων
9999975 ἀναισθητου
χειρον . ἐνθεν ἡ λογικη της ἀλογου και πασης της ἀναισθητου φυσεως τιμιωτερα , ταυτης δε ὡς ἑνοειδεστερα μαλλον ἡ
ἐμανθανον . Μηδεποτε μηδεις Μεγαρεων γενοιτο σοφωτερος : ἐπι του ἀναισθητου . Χαριεντιζομενοι δε τουτο ἐλεγον . Μηδε μελι ,
9999975 εὐπορησαντες
κατα την ἰδιαν οἰκιαν : οὑς ὑστερον ἐνιοτε παιδων παιδες εὐπορησαντες και των τε συμβολαιων και των ἐγκληματων ἀπολυσαντες μεγαλοπρεπους
μεν δανειζωνται και οἰωνται δια την δοξαν πιστευεσθαι δειν , εὐπορησαντες δε μη ἀποδιδωσιν , ἀλλ ' ἀποστερωσιν . Ὁσων
9999975 συμμαχος
ἐμε γουν ἐχειροτονησε βοηθον οὐ προσδοκηθεντα : και γαρ εἰμι συμμαχος ταις ἀδικουμεναις μετα μεγαλης χειρος , ἡν οὐ θεμις
φυγας , οὑτως και αὐτομολος , ὁ δε σπουδαιος βεβαιοτατος συμμαχος . τοσαυτα εἰς γε το παρον ἀρκουντως περι των
9999975 ἀπελαυνειν
. ὁ δε Κεραμβος ὑπο μεγαλαυχιας ἐκ νεοτητος οἱα θεοβλαβης ἀπελαυνειν μεν ἐκ της Ὀθρυος εἰς το πεδιον οὐκ ἐγινωσκεν
ἐποιουν , νυν [ οἰδα και ] οἱ παλιν αὐτους ἀπελαυνειν προῃρημενοι κακως ποιειν ὑμας ἐπιχειρουσι : και ὁσῳ σπουδαιοι
9999975 ἀνασκευαζειν
βοηθηματων , τηνικαυτα και τοις ἐπι πλεον λεπτυνειν δυναμενοις και ἀνασκευαζειν την ὁλην διαθεσιν κεχρησθαι και μαλιστα τῳ ἐχοντι τον
ἡ φιλοσοφια : δει γαρ μη μονον τα των ἐναντιων ἀνασκευαζειν ἀλλα και τα οἰκεια κατασκευαζειν . δεικνυμεν δε ὁτι
9999975 ἀποδειξασθαι
νικη μεν ἐγενετο οὐδετερων σαφης , Ἀριστομενην δε ἐργα φασιν ἀποδειξασθαι πλεον τι ἠ ἀνδρα ἑνα εἰκος ἠν , ὡστε
δε τἀλλα οὐδεν ἀνεπιεικες ἐργον ἀποδειξαμενῳ ἠ οὐδε ἐγγενομενον αὐτῳ ἀποδειξασθαι , ὁτι ὁμου μεν ἐς την βασιλειαν παρελθειν ,
9999975 ἐπισκοποι
, ὠ λιπαρας ἀοιδιμοι βασιλειαι Χαριτες Ἐρχομενου , παλαιγονων Μινυαν ἐπισκοποι , κλυτ ' , ἐπει εὐχομαι : συν γαρ
τι καθοραν , οὐκ ἀν ἀλογιστως γελῳ , ἀλλ ' ἐπισκοποι ἀν ποτερον ἐκ φανοτερου βιου ἡκουσα ὑπο ἀηθειας ἐσκοτωται
9999975 ἁμαρτανειν
εἰ τε δια φιλονεικιαν εἰ τε δι ' ἀναισθησιαν , ἁμαρτανειν αὐτον οἰομενος , θατερον οὐκετι διδωμι , το περι
παρα του Μουσηγετου δωρον λαβε , ὁτι το ἀξιουν μη ἁμαρτανειν τους φαυλους μανικον : ἀδυνατου γαρ ἐφιεται . το
9999975 ἐγχειρουντων
. Ἀνιπτοις χερσιν : ἐπι των βεβηλοις χερσι τοις ἱεροις ἐγχειρουντων . Ἀειδε τα Τελληνος : ἐπι των σκωπτικων :
ἐν Ἱμερᾳ συντεθεισης κατ ' ἐμου ἐπιβουλης δικαιοτερος ὠν των ἐγχειρουντων περιεγενομην . οὐ γαρ δηπου φαυλος ἀν κριτης των
9999975 μυθησασθαι
. και Ὁμηρος ” Ζευς με πατηρ προεηκε τεϊν ταδε μυθησασθαι ” . Ἀσιανον , μαλλον ἐπιχωριαζον τοις ἐπι Σικελιας
συβωτης ἀγχι παραστας πανθ ' ὁσα οἱ φιλος υἱος ἀνωγει μυθησασθαι . αὐταρ ἐπει δη πασαν ἐφημοσυνην ἀπεειπε , βη
9999975 γεγεννησθαι
ἐν Ἐφεσῳ φησιν εἰναι Ὀρτυγιαν , ἐφ ' ἡς ἐδοκει γεγεννησθαι ἡ Ἀρτεμις : ὁ μεν γαρ Ἀπολλων ἐν Δηλῳ
μιγησεσθαι . τουτο ἀκουσας , και νομιζων ἐξ ὡν ἐλεγετο γεγεννησθαι , Κορινθον μεν ἀπελιπεν , ἐφ ' ἁρματος δε
9999975 καταχρηστικως
τρεις ἑνικαι , τρεις δυϊκαι , και τρεις πληθυντικαι : καταχρηστικως δε πολλαι , περι ὡν ἑκαστης διδαξω σε ἀκριβεστατα
: παρα τον ἀρην , ἐξ οὑ παρωνυμον ἀριστευς . καταχρηστικως δε και ἐπι παντος προσηκοντος , , . .
9999975 παραλαμβανουσι
ἀποθνησκειν : μισθος γαρ ἐστιν ἡ δοξα μειζων ἀργυριου . παραλαμβανουσι γαρ οἱ Σπαρτιαται παρα των πατερων οὐχ ὡσπερ οἱ
οἱ παλαιοι ] ὡς ὑλην και ἑτεροτητα την δυαδα [ παραλαμβανουσι . ] ‖ ‖ Ἡ ἐν τῳ φαυλῳ κακια
9999975 ἰσχυροτεροις
τα κατασκευαστικα του αὐτου και ἀνασκευαστικα λαμβανει , εἰτα τοις ἰσχυροτεροις αὐτων προστεθεις εὑρισκει το ἀληθες . ἱνα γουν ὁ
. Ὁτι πλεονεξιᾳ τις προσεχων και τους ἀσθενεις ἀδικων , ἰσχυροτεροις ἐμπεσων ποτε , και μη ἐλπιζων , ἐκτισει ἁ
9999975 χαλινοις
και τα ζυγα . πεισιχαλινα δε πως τα ἁρματα ; χαλινοις γαρ οὐ χρωνται προς την καταζευξιν . ἠτοι οὐν
κορυφιστηρες , τα προμετωπιδια κυριως . νυν δε λεγει τοις χαλινοις ἱν ' ᾐ τους ἱππους θυμου πληρεις περι τους
9999975 συναπτουσης
ἐν εἱρκταις ἀποθνῃσκουσιν , και μαλιστα ἀλλοτριωθεντων των ἀγαθοποιων . συναπτουσης δε Ἀρει σφαγησονται . Φυλακτεον δε και ταυτα .
ποιεισθαι της Σεληνης ληγουσης και προς τους ἀγαθοποιους σχηματιζομενης ἠ συναπτουσης . παραφυλαττεσθαι δε ἱνα μητε ἐν Κριῳ μητε ἐν
9999975 ὑπερσυντελικος
εἰς ζω ληγοντα βαρυτονα ῥηματα , ὡν ὁ παρακειμενος και ὑπερσυντελικος δια του κ ἐκφερονται , φραζοντων ἐν δυσι σσ
παρακειμενην ἐχων την πληρωσιν , ὡς το τετυφα , ὁ ὑπερσυντελικος , ὁστις ὑπερ τον παρακειμενον συντετελεσται , ὡς το
9999975 ἀρχαιρεσιων
προθυμιας ἐπιψηφισαντος αὐτοι μεν οἱ δεκα ἀνδρες προειπον τον των ἀρχαιρεσιων καιρον , μετῃεσαν δε την ἀρχην οἱ ἐντιμοτατοι τε
τῳ χαρακι , ἐλαμβανον . Ἐπειδη δε καθηκεν ὁ των ἀρχαιρεσιων καιρος , ὁ μεν Αἰμιλιος ἐμεινεν ἐπι στρατοπεδου δι
9999975 δοκιμαζεσθαι
πριν διδαξαι τον τροπον , ὁν προσηκειν ἡγουμαι το παρον δοκιμαζεσθαι πραγμα . τας τεχνας οἱ καλως ἐξεταζοντες προς τους
μυριας ἀποδειξεις τουτων παραστησομεν . ἀναγκαιον δε ἐστι παντας καρπους δοκιμαζεσθαι προφητου . προφητης , εἰπε μοι , βαπτεται ;
9999975 ἐπανοδου
ναυς ἁπασαι περιχυθεισαι κατεπληξαντο , και της ἐπι την πολιν ἐπανοδου διακλεισασαι φυγειν προς την γην ἐβιασαντο . ἐπικειμενων δε
. ἠ δει τοις πεπολιτευμενοις ἁπασιν αὐθις ἐπ ' αὐτον ἐπανοδου ; ἀρ ' οὐ φιλοτιμια λαμπρα ; ἠδη γαρ
9999975 προαστεια
πεδια , τα μεν προς την Ῥωμην συναπτοντα και τα προαστεια αὐτης , τα δε προς την θαλατταν : τα
περιουσιᾳ του καλλους γεγοητευμενος . θαλαττα δε και ποταμοι και προαστεια ἀλληλων τε και της πολεως ἀξια , ὡσπερ οὐ
9999975 ἐλευθερους
τοσους και τοσους ἀγομενους ὑπο ζυγον χρονον οὐκ ὀλιγον ἀφηκας ἐλευθερους . και νυν τοινυν ὁπως οὑτοσι Λεοντιος μη λαβῃ
. ὁ δε αὐτοις ἐσφορας τε ἐπεβαλε και Ξανθιων τους ἐλευθερους ἀπεδιδου τῃ πολει και το ναυτικον το Λυκιων ἁμα
9999975 καθαροτης
ἐννοιαν ἠ κατα λεξιν ἠ τι ἑτερον , ὡσπερ ἡ καθαροτης τῃ ἀφελειᾳ κατα τε ἀλλα τινα και κατα το
Πανυ μεν οὐν . Πως οὐν ἀν λευκου και τις καθαροτης ἡμιν εἰη ; ποτερα το μεγιστον τε και πλειστον
9999975 παραγγειλας
, και τουτοις [ ἐπεστησεν ἀρχοντα ] Ξενοκλεα Σπαρτιατην , παραγγειλας [ ὁταν γενωνται ] βαδιζοντες κατ ' αὐτους [
, τοτε μεν ἀναχωρησας μικρον ἀπο της πολεως κατεστρατοπεδευσεν : παραγγειλας δε δειπνοποιεισθαι , καταλιπων των ἱππεων τινας , τουτοις
9999975 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999975 προσλαβουσα
ἐμπαθες , οὐδ ' ὡς ἐν μετουσιᾳ ἑξεως ἠ δυναμεως προσλαβουσα ἐπικτητον το ἀτρεπτον . Ὁποτε δη οὐν ἐπι του
λειωθεν μετα ῥοδινου . και ῥοδινη κηρωτη ποιει καλως , προσλαβουσα χυλον ἀνθραχνης και ὀμφακος ἰσον : εἰ δε και
9999975 ἰουσαν
“ οἱ δ ' ὡς οὐν εἰδον Ἑλενην ἐπι πυργον ἰουσαν ” και “ ὑπερβησομαι ἡν περι πυργος ὑψηλος :
, χειρος δε ἑ χειρι μεμαρπως Αἰσονιδης ἐκομιζε δια κληιδας ἰουσαν . ἐνθα δ ' ἀοιδῃσιν μειλισσετο θελγε τε Κηρας
9999975 τρισμυριους
περι τετρακισχιλιους και ἐννακοσιους , του δ ' ἰσημερινου ὡς τρισμυριους τριακοσιους . , : . . . του γαρ
των μεν ἱππεων διαβιβαζει περαν του ποταμου του Πιναρου ἐς τρισμυριους μαλιστα τον ἀριθμον και μετα τουτων των ψιλων ἐς
9999975 ἀκμαζειν
τους συν αὐτῳ , εἰ οἱ ἀλλοι τουτον τον χρονον ἀκμαζειν τε μαλλον ἑαυτων ἐδοκουν και προσκτασθαι τι , αὐτοι
λελεχθαι τα μηλα δια την ἀκμην : το γαρ ἀγαν ἀκμαζειν και τεθηλεναι φλοιειν ὑπο των ποιητων λεγεσθαι . ἐπει
9999974 εὐβουλος
ἐστιν , ὁταν δε περι αὐτων ὡς δει βουλευηται , εὐβουλος ἐστιν , ὁταν δε ὁσα ἐταξε προς το τελος
– – – – ] ἀγον , πατηρ δ ' εὐβουλος ἡρως παντα σαμαινεν Πριαμῳ βασιλει παιδεσσι τε μυθον Ἀχαιων
9999974 ἀμεταβολον
του κανονος : οὐδε γαρ τα ἐχοντα προ του η ἀμεταβολον και προ του ἀμεταβολου φωνηεν , μη το ι
και τα ἐν αὐτῳ γεννασθαι . μονην δε την γην ἀμεταβολον εἰναι φησι , νομιζων αἰτιαν την των σχηματων διαφοραν
9999974 πλαγιος
. ἐπειτα δυο οἱ κανονες ἰσομετροι πανυ : τουτους δε πλαγιος διαμετρου συνδει κανων . τριτον δ ' ἑλικτῳ βοστρυχῳ
τῃ λεξει , νυν και ἐν Ὀδυσσειᾳ . σημαινει δε πλαγιος ὁρμησας , ἀπο του λεχριος , κατα κοινωνιαν των
9999974 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999974 ἐμφυλιους
ἐτη δυο , και των ὀχλων εἰς ταραχας και φονους ἐμφυλιους τρεπομενων , ἐποιησαντο συνωμοσιαν οἱ μεγιστοι των ἡγεμονων δωδεκα
περι μεν ἀνθρωπους γινομενου του συμπτωματος πολεμους ἐμποιει και στασεις ἐμφυλιους και αἰχμαλωσιας και ἐπαναστασεις και χολους ἡγεμονων τους τε
9999974 διδαχθηναι
⌈ ἀν σε δηλονοτι ⌈ τον ἀδικον λογον , ἠγουν διδαχθηναι ἐσπευσα . εἰ ] εἰς . μελλεις ] ὁτι
και Δημοκριτον παρ ' αὐτοις ἐτη διατριψαι πεντε και πολλα διδαχθηναι των κατα την ἀστρολογιαν . τον τε Οἰνοπιδην ὁμοιως
9999974 κινησομεν
βιαζεσθαι . ἐπι μεν οὐν των ἀκουσιων οὐτε γνωμης αἰτησιν κινησομεν οὐτε ἀντιθεσιν ἐξωθεν οὐδεμιαν ὡν ἐφαμεν ἐν τοις ὁρικοις
σπανει τροφης ἠ χρηματων . και ἀπο τουτων οὐν ἐλεον κινησομεν λογου χαριν . και ὁ τεως συν πασι τρυφων
9999974 προὐκαλειτο
ἐπιβουλος ἐστιν , ὡστε και την διαιταν ταυτην ἐπιτρεπειν με προὐκαλειτο , οὐχ ὁπως ἀπαλλαγῃ προς με , ἀλλ '
ἠ ' κεινον ὁλως εἰ τινα των παντων εἰπειν ἐχει προὐκαλειτο ; καιτοι πως οὐκ ἐναντιον περιφανως λεγειν μεν ὡς
9999974 Δημοσθενους
λεξιν , πασαν δε την Πλατωνος , πασαν δε την Δημοσθενους : ἀμηχανον γαρ εὑρειν τουτων ἑτερους ἐπεισοδιοις τε πλειοσι
Μαρσυας ἐν εʹ των περι Ἀλεξανδρου ἱστορει λεγων Μαργιτην ὑπο Δημοσθενους καλεισθαι τον Ἀλεξανδρον . ἐκαλουν δε τους ἀνοητους οὑτω
9999974 μυστικων
βασιλεως δυναστου ἀστρονομιας χρηματισμων , θεων ἐπιφανειας , μαντειας , μυστικων ἠ ἀποκρυφων πραγματων κοινωνιας . ιʹ πραξεως δοξης προκοπης
και εὐγαμος ἐσται και ἀλλοτριων κυριος και ἀπο παλαιων ἠ μυστικων ὠφεληθησεται και πολλα δραμειται ἐν διαφοροις τοποις και ἐπι
9999974 κρατησαντος
ἐξελθειν εἰς προαστεια , οὐκ ἀπ ' ἐμου του ἐθους κρατησαντος ἐρωτηθεις οὐ μη προσδεηθω ἐπαγαγειν ἀποδειξιν , ὡς ἐγνωσμενου
προς Μιλησιους ἐπι συμμαχιᾳ , ἐκωλυσεν : ὁπερ , Κυρου κρατησαντος , ἐσωσε την πολιν . Κλυτος δε φησιν ,
9999974 καταγελαστοι
μη ; το μεν πρωτον ὀξεως ἀποπηδωσιν , τελευτωντες δε καταγελαστοι γιγνονται , τα ὠτα ἐπι των ὠμων ἐχοντες και
των μεν ἀληθων λεγοντες οὐδε ἑν , μη και προς καταγελαστοι γενοιντο τοιαυτα και τοσαυτα παθοντες ὑπο ποιμενων , κατηγορουντες
9999974 ἡδιων
. Της παρρησιας ὡσπερ ὡρας , ἐν καιρῳ ἡ χαρις ἡδιων . Ἐστιν ὡσπερ τριβωνα ῥυπαρον ἀμπεχομενον εὐεκτειν , οὑτωσι
, τροφην ἀξιολογον διδωσι τῳ σωματι . Γλυκυτερος δε και ἡδιων ἐστι και λιπαρωτερος ὁ ἐν τοις ὀστεοις εὑρισκομενος μυελος

Back