ῥεεθροις τελεσας κασιγνητος σεθεν : ἀλλ ' ὑπαειδε καλλινικον ὠιδαν ἐμωι χορωι . ὠ φεγγος , ὠ τεθριππον ἡλιου σελας
μειγνυμενας φονωι † . φανερα θυματα νερτερων , συμφοραι μεν ἐμωι βιωι , λευσιμοι δε καταφθοραι δεσποιναι . τινα φυγαν
9999703 αἰσθητικῳ
ἐξωθεν ἡλιου ἀκτινος μη εἰσβαλλουσης , αὐταρκες το ἐν ὑποκειμενῳ αἰσθητικῳ τῳ της μητρος ὀγκῳ την δημιουργιαν συντελεισθαι . Ἀλλ
το αἰσθανομενον , μεγεθος ἐχει : οὐ μεντοι το γε αἰσθητικῳ εἰναι οὐδ ' ἡ αἰσθησις μεγεθος ἐστιν , ἀλλα
9999701 κλυστηρι
αὐτου ἐλαιου ἐνεματισομεν ὁσον οὐγκιας ἑξ , προκενωσαντες αὐτους ἐκκοπρωτικῳ κλυστηρι , ἐν ᾡ ἀφηψηται πηγανον και κυμινον : εἰτα
ἐν χηνος στεατι τριψας και ῥητινην , ἐς τα αἰδοια κλυστηρι ἐνειναι . Ἠν ὑπο ῥοου ὑδατωδεος το ἠτρον ἀλγεῃ
9999699 τυγχανετω
πινειν διδου , εἰτα το δευτερον ὀξους μετα δη τουτο τυγχανετω , και ὁ τριτος παλιν οἰνου πινεσθω ὑπ '
κακουργοι , γραμμασι , φανεις δε ὡν τον χρηστον εἰκος τυγχανετω . Οἱ πρεσβεις οἱ παρ ' ὑμων χρυσουν μεν
9999689 θελω
ἐαν δε τουτο δρᾳς , κυλοιδιαν ἀναγκη . Ἐπει ' θελω ' γω σωφρονως ὡσπερ κορη καθησθαι , λυπουσα μηδεν
δωμα βεβαλοι , οὐδ ? ? ' ἐσιδην φαεεσσι [ θελω νεκυν ] , οὐδε γοασαι γυμναισιν χαιταισιν , [
9999687 σφαιρᾳ
τῃ ΑΒΓ σφαιρᾳ στερεον πολυεδρον προς το ἐν τῃ ΔΕΖ σφαιρᾳ στερεον πολυεδρον : ἐναλλαξ [ ἀρα ] ὡς ἡ
, ἡς κεντρον το Α , και γεγραφθω ἐν τῃ σφαιρᾳ περι κεντρον το Α κυκλος ὁ ΒΓ , και
9999686 Εὐριπιδη
: εἰ οὐν ἐροιτο τις τον Εὐριπιδην : ” Ὠ Εὐριπιδη , των τι σοφων συνουσιᾳ φῃς σοφους εἰναι τους
ὑβρει , και καταισχυνθῃ ὁ φιλοσοφος και διαπαιχθῃ . εὐγε Εὐριπιδη , χρυσωσαι σου ἐδει το στομα ὁτε ἐλεγες [
9999685 φυλακη
των πατρικιων τον ἀνδρα καταγεσθαι ξενικαις δυναμεσιν , ἱνα ἡ φυλακη καταλυθειῃ νυν τε και εἰς τον λοιπον χρονον των
τον πορον . και γαρ και Μαζαιος , ὁτῳ ἡ φυλακη του ποταμου ἐκ Δαρειου ἐπετετραπτο , ἱππεας μεν ἐχων
9999684 ἐταραχθη
οἰκιας και ἀπολυειν ἐλευθερον . Και ταχα ἀν ἑτερος ὠν ἐταραχθη δημον ὁρων τοσουτον μαινομενον και θορυβουμενην πολιν μεγιστην ,
τῳ βασιλει ἁπαντα τα γενομενα . ὁ δε Κροισος ἀκουσας ἐταραχθη και ἐβουλευσατο προς ὑποδειγμα των ἀλλων την Σαμον κατασκαψαι
9999683 πιθανη
. Συριανου . Ἐφ ' ἁπασι τοις κεφαλαιοις ἐμπιπτει ἡ πιθανη ἀπολογια περι ἡς ἀπορουσι τινες ὁτου χαριν οὑτως ὠνομασται
αἰτιᾳ , δι ' ἡς και αὐτος ἐγκληθησῃ . Ἡ πιθανη ἀπολογια ἀντιστρεφουσα ἐστι προς τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
9999683 Δημητρι
εὑρειν την μυησιν την συντελουμενην κατ ' ἐνιαυτον ἐν Ἐλευσινι Δημητρι και Κορηι . Ἀνδρων [ . ] μεν οὐν
περι : Σολων ἐπλευσεν ἐπι Κωλιαδος , ἐνθα αἱ γυναικες Δημητρι ἑορτην ἐτελουν ἐπ ' αὐτῃ τῃ θαλασσῃ . αὐτομολον
9999679 εἱνεκα
και ἡ μεν κατεκαη πασα , Σκυλης δε οὐδεν τουτου εἱνεκα ἡσσον ἐπετελεσε την τελετην . Σκυθαι δε του βακχευειν
ὁτι δοιης ἀν , ἐπει τοι και την ἀρχην πειρας εἱνεκα ᾐτουν , ὁπως εἰδειην εἰ και τα τοιαυτα δωσεις
9999679 ἐκτισθη
τῃ πολει της Κιλικιας . Ἡ δε αὐτη πολις Ῥωσος ἐκτισθη ὑπο Κιλικος του υἱου Ἀγηνορος . Ὁ δε Σελευκος
ἐστιν ἁ χωρια . παντα δε ταυτα ὑστερον των Τρωικων ἐκτισθη . Δυνατωτερας δε γιγνομενης της Ἑλλαδος και των χρηματων
9999677 μαρτυρησῃ
τελεον : ἐαν δε ὁ του Διος ἠ της Ἀφροδιτης μαρτυρησῃ , τιμωμενον και εὐσχημον ἐσται το του τερατος ἰδιον
ξυλοσχιστας , ὑπουργους . κἀν μεν ὁ του Κρονου αὐτῳ μαρτυρησῃ ναυτικους , ἀντλητας , ὑπονομευτας , ζωγραφους , θηριοτροφους
9999675 δωδεκατῃ
τους νομους ἐπεχειροτονησατε , οὐσης ἑνδεκατῃ του ἑκατομβαιωνος μηνος , δωδεκατῃ τον νομον εἰσηνεγκεν , εὐθυς τῃ ὑστεραιᾳ , και
ἐν Λιμναις Διονυσου , ᾡ τα ἀρχαιοτερα Διονυσια [ τῃ δωδεκατῃ ] ποιειται ἐν μηνι Ἀνθεστηριωνι , ὡσπερ και οἱ
9999674 ἀκριβη
σχετλιον τοις μεν τα Φιλιππου πραγμαθ ' ᾑρημενοις θεραπευειν οὑτως ἀκριβη την παρ ' ἐκεινου προς ἑκατερ ' αἰσθησιν ὑπαρχειν
ὠν και τα της ἡγεμονιας συνδιοικων . ἀλλα καιτοι βασανον ἀκριβη λαβων ἐκ μακρων χρονων της ἐν τε λογοις και
9999673 ξηροτηϲ
ἠπερ τηϲ ξηροτητοϲ οὑτοι οὐ φαλακρουνται . εἰ δε ἡ ξηροτηϲ ἐπικρατει ὀλιγον , οὑτοι φαλακρουνται . Ψυχρου και ὑγρου
, φλεβεϲ ἐν κροταφοιϲ ἐπηρμεναι , ἀνορεξια ἀναπνοη θερμη γλωϲϲηϲ ξηροτηϲ , ψυχρου ὑδατοϲ μαλλον δε ἀεροϲ ἐπιθυμια , βηξ
9999670 ἐμποριῳ
και ἀδικον , ὠ ἀνδρες δικασται , δανειζεσθαι ἐν τῳ ἐμποριῳ ναυτικα χρηματα και ταυτ ' ἀποστερειν και μη ἀποδιδοναι
αἰτιωμενος τους χρηστας ἐπιθυμουντας της νεως διαβεβληκεναι αὑτον ἐν τῳ ἐμποριῳ , ἱνα κατασχωσι την ναυν εἰς ἀποριαν καταστησαντες του
9999669 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999667 δωδεκα
πλειους φαμεν εἰναι των τετταρων και ἡμιολιους , ἐαν δε δωδεκα , ἐλαττους και ἡμισεις , και οὐδε ἀνεκτον ἀλλως
ἀντωνυμιαν ἀναφορικην δηλουσαν το ταυτῃ , οἱον “ τῃ και δωδεκα παιδες ἐνι μεγαροισιν λιποντο , ” ῥημα δε προστακτικον
9999666 Ἀτρειδαο
γαρ και ἐμευ , οὐχ ὡς ἡ Ἀτρειδεω και ἡ Ἀτρειδαο ἠ καλοιο . . Καθως προκειται οὐν , ἀναφερομεναι
κατα την παραληγουσαν , οὐδεποτε δε ἐν ἀμφοτεροις βραχυνονται , Ἀτρειδαο Ἀτρειδεω , Πριαμοιο , και ἐτι ἐπ ' ἀντωνυμιων
9999666 ἐθεσθε
αὐτος ζων ἐκεινος ἐποιησατο , ἀλλα τους νομους οὑς ὑμεις ἐθεσθε βεβαιωσατε μοι : κατα τουτους γαρ ἀμφισβητω , ὁσιωτατην
κατα γαρ τους νομους οἱ συγγενεις ἀμφισβητουσιν , οὑς ὑμεις ἐθεσθε . Προς δε τουτοις , ὠ ἀνδρες , εἰ
9999664 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999664 ἐλυπησε
αἱρεισθαι μαλλον ἠ κερδος αἰσχρον : ἡ μεν γαρ ἁπαξ ἐλυπησε , το δε δια παντος . ἀτυχουντι μη ἐπιγελαν
και την ψυχην ἀγαθου και το καλλος διαφεροντος . τουτον ἐλυπησε τι Φαλαρις τον Μελανιππον : δικαζομενῳ γαρ αὐτῳ προς
9999664 γνωσεσθε
ἐγνωκως ποιειν ἐφενακιζεν ὑμας , ἀπο της διαβασεως ἡν ἐποιησατο γνωσεσθε : ἐκ γαρ Ἀβυδου της τον ἁπαντα χρονον ὑμιν
- τον ἐμοι τῃ συγγενειᾳ προσηκοντες ἐτυγχανον . Τῳ δε γνωσεσθε τουθ ' , ὁτι ἐμοι μεν ἀγχιστευειν , τοις
9999663 Καρχηδονα
των Συρακοσιων αὐθις ἀνορθωσαντες διεχειμαζον . και ἐπεμψαν μεν ἐς Καρχηδονα τριηρη περι φιλιας , εἰ δυναιντο τι ὠφελεισθαι ,
ἀποικισμος αὐτης γεγονεν ὑστερον ἐτεσιν ἑκατον ἑξηκοντα της κατα την Καρχηδονα κτισεως . Ἀλλαι δ ' ὑπαρχουσι νησοι κατ '
9999663 λαβεσθε
ἀγνοων ὁτι μεταγενεστερων Ἰωνων ἐστι τα τοιαυτα , πιθεσθε , λαβεσθε . Σ : σμερδαλεω δε λεοντε δυ ' ἐν
μεταπεμπου νυν ταυτα σπουδῃ και μυρον , εὑρημα Μεγαλλου . λαβεσθε : και γαρ ἐσθ ' ὁμου . ἐπειθ '
9999663 ἐλθε
μεγαλῃ λεγουσα : Ἀδαμ Ἀδαμ , που εἰ ; ἀναστα ἐλθε προς με , και δειξω σοι μεγα μυστηριον .
. Αἰας δε πρωτος προκαλεσσατο μακρα βιβασθων : δαιμονιε σχεδον ἐλθε : τι ἠ δειδισσεαι αὐτως Ἀργειους ; οὐ τοι
9999659 Φαιδωνι
προηγειται δε , ὡς ἐχει το του Πλατωνος ἐν τῳ Φαιδωνι : „ ἠν γαρ δη ἀττα τοιαδε , „
τῳ εἰς ἀκρον φιλοσοφιας ἐληλακοτι : ὁθεν και ἐν τῳ Φαιδωνι το ἐσχατον των ἀπο του σωματος συμβαινοντων ἡμιν κακων
9999658 ἑφθημιμερη
τα μεν ξδʹ ἀναπαιστικα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη και μονομετρα . ἑξης δε μεταβας εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν
ἀντισπαστικα Ϛʹ , ἐπιμεμιγμενα διιαμβοις , δισπονδειοις και ἐπιτριτοις , ἑφθημιμερη , πλην του πρωτου . ἐπι ταις ἀποθεσεσι παραγραφος
9999658 σαρκωδες
λιαν μακραι φλυαρων και ματαιολογων . Προσωπον το παν ἀνθρωπου σαρκωδες μεν ὀν εὐπαθους και ἡβωντος ἀνδρος , ἀσαρκον δε
πολλαι , ῥηγνυται αὐτεῃ κατα το αἰδοιον αἱμα πουλυ και σαρκωδες : και ἠν μεν μετριαζῃ , σωζεται : ἠν
9999657 φυλαξι
της παρεμβολης αὐτον , και ταυτης γιγνεται κυριος συν τοις φυλαξι τετρακιςχιλιοις και πεντακοσιοις ἀνδρασιν : οἱ δε πεσοντες ἠσαν
ὡς οἰκειῳ δει τῳ δικαιῳ κεχρησθαι τοις οὑτω καλως τραφεισιν φυλαξι : και δια τουτο οὐδε δικαστηρια εἰναι αὐτοις .
9999657 Λακωνικῃ
, ἰδε κρηνην Ὑπερειαν . εἰναι δε φασι και ἐν Λακωνικῃ Ὑπερειαν κρηνην . ἐκ δε Μεσσανας Ἀμυθαν : ἐκ
χωραν ἐχουσιν Ἐρετριεις . Καρυστος δε ἐστι και ἐν τῃ Λακωνικῃ τοπος της Αἰγυος προς Ἀρκαδιαν , ἀφ ' οὑ
9999657 Μενεσθεα
ἀμφισβητησαντος δε Εὐβουλιδου του κληρου του Ἁγνιου κατα γενος , Μενεσθεα μη ἀμφισβητησαι του κληρου , μηδ ' Εὐκτημονα τον
τε ἐν Θεσπρωτοις ἐχομενου και Ἀθηναιων οὐχ ὁμονοουντων ἀλλα ἐς Μενεσθεα ῥεποντων μαλλον ταις εὐνοιαις . οὐ μην οὐδε ἀγωνος
9999657 ἑνδεκατῃ
ἐν τοισι πυρετοισι τῃ ἑβδομῃ ἠ τῃ ἐνατῃ ἠ τῃ ἑνδεκατῃ ἠ τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἰκτεροι ἐπιγινονται , ἀγαθον , ἠν
νησος . Μασιον , ὀρος ὑπερ της Νισιβιος . Στραβων ἑνδεκατῃ . οἱ οἰκουντες Μασηνοι , ἠ ὡς Παριον Παριανος
9999656 δημῳ
καταναγκασει τον νεον , αὐτος ἐκ των ἐναντιων ἐφανη τῳ δημῳ πολεμιος , αὐτος ἁπαντων ἡμων τας ἐλπιδας παρετρεψε ,
' Ἀθηναιων ὑποδεχεσθαι μηδ ' ἐκπεμπειν , ὁμως συνεπραττον τῳ δημῳ την καθοδον και το πολλακις ἀνεγνωσμενον παρ ' ὑμιν
9999656 φαραγγα
τῳ αὐχενι , παρα τον βροχον εἰρηται , ὁν και φαραγγα καλουσι . και ἡ μεν συνηθεια βρογχον καλει :
προς ἀνατολας μακραν , και ἰδον τοπον ἀλλον μεγαν , φαραγγα ὑδατος , ἐν ᾡ και δενδρα χροα ἀρωματων ὁμοιων
9999655 σωτηριᾳ
των ἐγκληματων . ὁ δε βασιλευς περιχαρης γενομενος ἐπι τῃ σωτηριᾳ τἀνδρος μεγαλαις αὐτον δωρεαις ἐτιμησε : γυναικα γαρ αὐτῳ
. „ ὁ μυθος προς ἀνδρα δια θησαυρων εὑρεσιν ἐπι σωτηριᾳ κινδυνευσαντα . κολοιος ἰδων περιστερας ἐν τινι περιστεροτροφειῳ καλως
9999655 ἑνδεκα
, και ἠλπιζον πασας τας ναυς ἀποληψεσθαι . των δε ἑνδεκα μεν τινες αἱπερ ἡγουντο ὑπεκφευγουσι το κερας των Πελοποννησιων
ἐπεπλει αὐτων Ἀντισθενης Σπαρτιατης . ξυνεπεμψαν δε οἱ Λακεδαιμονιοι και ἑνδεκα ἀνδρας Σπαρτιατων ξυμβουλους Ἀστυοχῳ , ὡν εἱς ἠν Λιχας
9999652 ἀπεπεμψε
μεν λοιπους των Νομαδων ὡς ὑποπτους ὁ Καισαρ ἐς Λιβυην ἀπεπεμψε , Πασιου δε πελασαντος αὐτῳ συν καταφρονησει και μερος
δειπνοποιεισθαι . της δ ' ἡμερας διελθουσης τον μεν κηρυκα ἀπεπεμψε , δους εἰς την αὐριον την ἀναιρεσιν , αὐτος
9999652 σοφωτατε
Ταυτα δρασομεν : συ δ ' ἡμιν , ὠ θεων σοφωτατε , ἁττα χρη ποειν ἐφεστως φραζε δημιουργικως : τἀλλα
φωσιν , αὐτα ταυτα εἰναι νομιμα ; Εἰεν , ὠ σοφωτατε Καλλικλεις : οὑτω λεγεις ; Πανυ μεν οὐν .
9999652 Σικελικη
ὁ Ἀττικος κεραμος . πρωτον μεν ἡ των κοτταβων εὑρεσις Σικελικη ἐστιν παιδια , ταυτην πρωτων εὑροντων Σικελων , ὡς
τουτων ἑκαστη κατα λογον ἐπιγραφονται , Ῥωμαϊκων Κελτικη τε και Σικελικη και Ἰβηρικη και Ἀννιβαϊκη και Καρχηδονιακη και Μακεδονικη και
9999651 ταχεωϲ
του ὀπου ϲταγονεϲ δ ἠ ε ϲυν ἀλφιτῳ φυραθειϲαι και ταχεωϲ καταπινομεναι : και γαρ καταϲχεθειϲαι ἐν τῳ ϲτοματι ἐπι
πεψεωϲ ϲυμπτωμα του φλεβωδουϲ γενουϲ ὑπαρχον : ὁταν δε και ταχεωϲ διεξερχηται , ὁ καλουμενοϲ διαβητηϲ γιγνεται . ἀλλα τουτο
9999651 Πατηρ
τροφην τε και παιδευσιν , ᾑ χρησαμενος τοσοσδε ἐγενετο . Πατηρ μεν οὐν ἠν αὐτῳ Γαϊος Ὀκταουϊος , ἀνηρ των
Υἱου τῳ αἰτιῳ : το αἰτιον φυσει μειζον : ὁ Πατηρ ἀρα μειζων του Υἱου φυσει . ἐνταυθα παρα το
9999651 ἐργωι
ἀνθρωπων , μη [ λογωι ] μονον ? ἀλλ ' ἐργωι : τουτο γαρ [ ] ἀληθινως [ ] ἐστι
το στερεσθαι πατριδος ; ἠ κακον μεγα ; μεγιστον : ἐργωι δ ' ἐστι μειζον ἠ λογωι . τις ὁ
9999649 ἐδημιουργησε
γενος το αἰσθησεων ἐστιν , ᾡ κρατηρας οἰκειους ἡ φυσις ἐδημιουργησε . κρατηρες δε ὁρασεως μεν ὀφθαλμοι , ἀκοης δε
ζωτικην οὐσαν τας ἁπλας και ἀπαθεις σφαιρας ἀπ ' αὐτης ἐδημιουργησε , το δε ἐσχατον αὐτης εἰς τα γεννητα και
9999648 ἁπαξ
εἰναι . ὁταν οὐν πανηγυριζωσι τῃ σεληνῃ , θυουσιν αὐτῃ ἁπαξ του ἐτους ὑς , ἀλλοτε δε οὐτε ἐκεινῃ οὐτε
τουτο δε πιλου γενος εἰναι λεγουσιν . πολλα δε ἐστιν ἁπαξ λεγομενα παρα τῳ ποιητῃ . . ἀλλα μαλα Τρωες
9999647 πτερυξ
και την τουτου καταλυσιν . προβλημα και σταυροισι κροωτη ≣ πτερυξ : πτερυγα εἰπε του τειχους την περιστασιν της οἰκοδομης
ἡ ἐν σταυροις και σταβαροις τοις πεπηγμενοις ἐκειθε της ταφρου πτερυξ και το παραπετασμα το δικην κροσσιων ἐπεχον ἐν τῃ
9999646 δηλωσῃ
ὑπομνησιν αὐτοις γραφει , ἠ ἱνα και ἐκ του τοπου δηλωσῃ σοι και την κακοηθειαν του νοσηματος . Αἰνος δε
μετα του ἀρθρου εἰπεν οἱον γνωσις των ὀντων , ἱνα δηλωσῃ ὁτι παντων των ὀντων γνωσις ἐστιν ἡ φιλοσοφια και
9999646 ἐγχειρῃ
τῳ θειῳ παρεδωκε δικαστηριῳ . φησι γαρ : ὁς ἀν ἐγχειρῃ τι πραττειν μεθ ' ὑπερηφανιας , ” τον θεον
μηδεν ὀργῃ προ λογισμου χαριζομενη , βεβαιοτερον ὁπως και σταθερωτερον ἐγχειρῃ τοις πρακτεοις . εὐθυς οὐν πεμπετω κηρυκας τους προκαλεσομενους
9999646 ὁρισμῳ
ἐν ἰδιοις μετασχηματισμοις διαφορους χρονους δηλουν : προστιθησι δε τῳ ὁρισμῳ και φησι μετ ' ἐνεργειας και παθους ἠ οὐδετερου
εἰς καταφασιν και ἀποφασιν : οὐδεποτε γαρ ὁμωνυμος φωνη ἐν ὁρισμῳ τινος ἠ ὑπογραφῃ λαμβανομενη , οἱον οὐδεις ὁριζομενος ἠ
9999646 χαλβανη
Αἰγυπτια μαστιχη , ῥοδινον ἐλαιον , σμυρνα , στυραξ , χαλβανη , χονδρος , βουτυρον , οἰσυπος , στεαρ ὑειον
. ὀσφραινομενα δε διεγειρει τας πνιγομενας ἀσφαλτον , καστοριον , χαλβανη , πισσα ὑγρα , κεδρια , ἐλλυχνια ἁπτομενα και
9999644 ῥητινῃ
, εἰτα τον κηρον τηξας ἐπ ' ἀνθρακων ἁμα τῃ ῥητινῃ ἐμπασσε εἰς αὐτον την σανδαρακην και την σανδυκα λεια
, ἀμμωνιακον μετα μελιτος μαλαχθεν και ἐπιτεθεν , ἰξος συν ῥητινῃ και κηρωτῃ , ἰτεας φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει
9999644 ἀφειλε
Ἑλληνας ἐσπεισατο , ἀλλ ' ἐνηλλαξεν . ἐκεινων μεν γαρ ἀφειλε πασαν την κατω χωραν και την ἐντος ὡν εἰπον
πολεως διακοσια ταλαντα τελουσης προς ἐτος αὐτῳ , τα πεντηκοντα ἀφειλε : προς ὁν διαβληθεις ὡς την πολιν ἐγχειριζων Πτολεμαιῳ
9999643 ἀκρεα
τα περι τα χειλη μορια , πτερα και τἀλλα τα ἀκρεα : ἐντερα τε και μητρα και οὐρα των σαρκων
οἱ πετραιοι των ἰχθυων και [ οἱ ] κρεων τα ἀκρεα και οἱ ἁπαλοι ὀρνιθες . ὁταν δε τῃ αὐξησει
9999643 ἠρωτησε
ἐοικε τρωγων σικυον , ὡς ἐφανη μελιτωδης ὁ χυμος , ἠρωτησε την διακονουσαν , ὁποθεν πριαιτο : της δε κηπον
πολις , ἀλλα μολις . ἐν Πελλῃ προς φρεαρ προσελθων ἠρωτησε εἰ ποτιμον . εἰποντων δε των ἱμωντων , ἠσαν
9999642 διεξοδῳ
δε ὑγροτερα ἐστι των διαχωρηματων ἠ ὡστε ἐκτυπουσθαι ἐν τῃ διεξοδῳ , ταυτα δε παντα κακιω . Τοισι δε συχνα
γε και την της ψυχης κινησιν την ἐν αὐτῃ ἐν διεξοδῳ οὐσαν ἀιδιῳ ; Ἠ ὁτι το προ ταυτης ἐστιν
9999642 Μακεδονι
τοὐνομα του βαλλοντος ἐγκεχαραγμενον : ὁθενπερ και Φιλιππῳ ἐφωραθη τῳ Μακεδονι πολιορκουντι Μεθωνην ὁ βαλων ἐκ του τειχους τοξοτης .
ἀποστειλαντος Ἀλεξανδρου ἠρετο τους κομισαντας : τι δε ἐδοκει τῳ Μακεδονι τοσων ὀντων Ἀθηναιων και τοσων ἐμε δωρησασθαι μονον χρυσιῳ
9999641 Παρθενιῳ
της Μυσιας Τευθραντι . το δ ' ἀπολειφθεν ἐν τῳ Παρθενιῳ βρεφος ὑπο της Αὐγης βουκολοι τινες Κορυθου του βασιλεως
. Ἁρπυς : ὁ Ἐρως : ἡ χρησις παρα τῳ Παρθενιῳ ἐν Κριναγορᾳ : ἀμφοτεροις ἐπιβας Ἁρπυς ἐληϊσατο . εἰρηται
9999640 ἑπτακαιδεκατῃ
ναυς ἐσβαν ἀπεκομισθη ἐπ ' οἰκου . του δε Δηλιου ἑπτακαιδεκατῃ ἡμερᾳ ληφθεντος μετα την μαχην και του ἀπο των
. . : Και Ἀπολλοδωρος δε ἐν τῃ περι Θεων ἑπτακαιδεκατῃ περι του των Ἡσυχιδων γενους και της ἱερειας φησι
9999640 ὠφελησε
οἱ δε ἐπιλογοι ἐχουσιν ὁσα ζων ὁ πενης την πολιν ὠφελησε , διασκευην του παθους , ἠθοποιϊαν , καταδρομην του
πειραν και το θαυμαστον , ὁτι και ἐπι θερμων ῥευματων ὠφελησε προσενεχθεν και ἐκωλυσε παλιν γενεσθαι ῥευματισμον δευτερον . μετριας
9999640 εὐνῃ
δ ' ὠρινε θεαων . Ἡρη μεν παρακοιτις ἀγαλλομενη Διος εὐνῃ ἱστατο θαμβησασα και ἠθελε ληιζεσθαι : πασαων δ '
μεν δη μαλα παγχυ , Μελανθιε , νυκτα φυλαξεις , εὐνῃ ἐνι μαλακῃ καταλεγμενος , ὡς σε ἐοικεν : οὐδε
9999639 ἀπρεπη
ἐν . στυγερον : μισητον . ἀεικεα : κακον , ἀπρεπη . Ἀδευκεϊ : πικρῳ , ἀπρεπει . Ὑποδμηθεντες :
παραδειγμα κατα νουν ἐδεισας , μη ποτε σοι την ἐρωμενην ἀπρεπη καταστησῃ . της γαρ αὐτης ὑπαρχει δυναμεως γυναικα δυσειδη
9999638 κοσμῳ
ἡμων τον νουν ἡλιον , ὁς ἐν ἀνθρωπῳ τῳ βραχει κοσμῳ μη ἀνατειλας και το ἰδιον φεγγος ἐκλαμψας , πολυ
το ἀστρον ὁραται δυνον ἐλασσων ἡμισους ἐνιαυτου . Ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ αβγδʹ , ζῳδιακος δε ὁ αεγζʹ ,
9999636 ἐξεθεμεθα
και Καππαδοκια , Μεσοποταμια , Συρια , Ἐρυθρα θαλασσα . ἐξεθεμεθα δε τα κατα μερος δια το χρησιμευειν το τοιουτον
των αὐτων ὁρων και δι ' ἀδυνατου . ἐπει οὐν ἐξεθεμεθα την δι ' ἀδυνατου , δεικτεον ἡμιν το αὐτο
9999635 αἰσχρῳ
μην ὀνειροπολουντες ἐκ κληρου διαδοχην , μητ ' ἀλλῳ τῳ αἰσχρῳ και κιβδηλῳ τε και καπηλῳ και ἡκιστα ἐλευθερῳ ἁλισκομενοι
και καθ ' ἡσυχιαν , αὐτος δηλονοτι οὐδεποτε εἰξας τῳ αἰσχρῳ ὀνειδει ἀλογως κινδυνευσειν . ξυμβησεσθαι : ἠτοι κατα γνωμην
9999635 Ἀκαδημειᾳ
πρεσβευοντος αὐτου προς Φιλιππον ὑπερ Ἀθηναιων σχολαρχης ἐγενετο της ἐν Ἀκαδημειᾳ σχολης Ξενοκρατης . ἀλλα και ἐν τῃ σχολῃ νομοθετειν
; δοκεις , Σωκρατης εἰ ἐπεθυμει ἐν Λυκειῳ ἠ ἐν Ἀκαδημειᾳ σχολαζειν και διαλεγεσθαι καθ ' ἡμεραν τοις νεοις ,
9999633 δοκεω
πασιν ἰχθυεσσιν ἐμπρεπης ἐν μυττωτῳ . βους δε πιανθεις , δοκεω , και μεσων νυκτων ἡδυς κἠμερης : τοιαυτας ὑποθηκας
κληρος ἐμος , χαιρω δε και αὐτος θυμῳ , ἐπει δοκεω νικησεμεν Ἑκτορα διον . ἀλλ ' ἀγετ ' ὀφρ
9999633 οἰεσθε
Διογενες , περι τουτων ἀποκρινασθαι σοι . τι δε ἐφην οἰεσθε ὑμεις οἱ Κυζικηνοι κακον εἰναι ; νοσον , πενιαν
: ὁ δε και ταυτας λαβων κατεχρησατο . τινα γαρ οἰεσθε , ὠ ἀνδρες δικασται , φιλοτιμον μεν ὀντα ,
9999632 ἑπτακαιδεκα
ἰαμβικου πενθημιμερους . το ιηʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες . τα λοιπα ἑπτακαιδεκα οὑτως : το αʹ Φαλαικιον το βʹ ἐκ χοριαμβου
ἀπολοιμεθα : ὑπαρχει γαρ νυν ἡμιν οὐδεν των ἐπιτηδειων . ἑπτακαιδεκα γαρ σταθμων των ἐγγυτατω οὐδε δευρο ἰοντες ἐκ της
9999632 σταθμῳ
ἱερεα λεγοντος ἠνωχλησθαι παρ ' ἐμου και παλιν ἐν τῳ σταθμῳ προς το κοινον το ὑμετερον : ἁ δε και
' ἐσσι και οὐκ ἀποφωλια εἰδως . ” ἀποστησωνται ἀποκομισωνται σταθμῳ : “ δειδω μη το χθιζον ἀποστησωνται Ἀχαιοι χρειος
9999631 σεληνῃ
ἀπο του των συνεσχηματισμενων ἀστερων τῳ τε ἡλιῳ και τῃ σεληνῃ και τῳ ὡροσκοπῳ προσωπου προς ἀρρε - νογονιαν ἠ
περι αὐτην συμβαινον καταμαθοιμεν . Δυο κυκλοι νοουνται ἐν τῃ σεληνῃ , εἱς μεν , ᾡ διακρινεται το σκιερον αὐτης
9999630 αἰσθητηριῳ
μετα βαρυτητος και στερροτητος . και προς τουτοις τῳ κυριως αἰσθητηριῳ το αἰσθητον ἐν χρῳ ἐπιθεμενον κατεχει ἀναισθητον , καιπερ
και κατ ' αὐτας διατιθεμενου ἐμφαινεσθαι συμφημι και ἐν τῳ αἰσθητηριῳ τα φαντασματα , ἀλλ ' οὐχ ὡς αἰσθητικῳ οὐδε
9999630 δεδηλωκε
δε τουτοις μετην της πολιτειας οἱς εἰη Ζευς ἑρκειος , δεδηλωκε και Ὑπερειδης ἐν τῳ ὑπερ δημοποιητου , εἰ γνησιος
δημου πολιτης γεγενημενος . ὁν δε τροπον γινονται τινες δημοποιητοι δεδηλωκε Δημοσθενης ἐν τῳ κατα Νεαιρας , εἰ γνησιος .
9999630 ἀψευδες
και ἐκτεινας αὐτοχειρι τον φιλον : κἀγω το Φοιβου θειον ἀψευδες στομα ἠλπιζον εἰναι , μαντικῃ βρυον τεχνῃ , ὡς
φιλοσοφον . ἀλλ ' ὠ Εὐριπιδη , χρυσουν σου το ἀψευδες στομα , ὁτε ἐλεγες πολλαι μεν ὀργαι κυματων θαλασσιων
9999630 εὐσεβειᾳ
Ῥηνειαν , ὁτι οἰκισας αὐτην ὁ Μινως ἀνεθηκε τῳ Ἀπολλωνι εὐσεβειᾳ , το δ ' εὐσεβες δικαιον . του δε
οὐ την τεταγμενην κατα την ἐνεργειαν , ἀλλα την τῃ εὐσεβειᾳ ἐναντιαν ἑξιν . Το δε κατ ' ἀσεβειαν πεπραγμενον
9999629 μικρῳ
μεταγαγωμεν ἀκριβει τῃ σταθμῃ : πλην ὁσον ἐκεινη μεν ἐν μικρῳ πινακιῳ ἐγεγραπτο , αὑτη δε κολοσσιαια το μεγεθος ἐστι
οὐ γαρ ὡσπερ ὁροις τακτοις ἐνεμειναν , οὐδ ' ἐν μικρῳ τα σφετερ ' αὐτων ἠγαγον , οὐδ ' ὡμολογησαν
9999628 Ἑκατῃ
μεν δη , φησιν , δια τουτο τρυχῃ ὁτι τῃ Ἑκατῃ οὐκ ἐτελεσας θυσιαν . το δε ἑξης : συ
και αὐτην ἐξ ἀφρου γεννηθηναι . Ἀπολλοδωρος δε φησιν τῃ Ἑκατῃ θυεσθαι τριγλην δια την του ὀνοματος οἰκειοτητα : τριμορφος
9999628 μοριῳ
, μετ ' αὐτην ἡ φρονησις ὡς ἐν τῳ τιμιωτερῳ μοριῳ της ψυχης τῳ λογῳ ἐποχουμενη , μετ ' αὐτην
οὐ παντος δε ὡσπερ ἐφην , ἀλλ ' οὐδε παντι μοριῳ : οὐ γαρ τῳ τυχοντι : ψοφουμεν γαρ και
9999627 ἐδηλωσα
Δημητρος , παρ ' ᾡ συμβηναι οἱ και την τελευτην ἐδηλωσα ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ . του δε της Δημητρος
: και Ἡφαιστος την μητερα ἐστιν ἀπολυων των δεσμων . ἐδηλωσα δε και ταυτα , ὁποια λεγεται , προτερον ἐτι
9999627 Νεστωρ
Ἠως , ὠρνυτ ' ἀρ ' ἐξ εὐνηφι Γερηνιος ἱπποτα Νεστωρ , ἐκ δ ' ἐλθων κατ ' ἀρ '
ἐστιν ἀλλος μεν τις μογεων ἀποκινησασκε τραπεζης πλειον ἐον , Νεστωρ δ ' ὁ γερων ἀμογητι ἀειρεν , ὡς παντος
9999627 νουϲοϲ
γαρ το πλεον θνῃϲκουϲιν . ἠν δε κοτε ἐπαναφερῃ ἡ νουϲοϲ , και τι ἐϲ ἀγαθον τραπηται , αἱμορραγιη λαβρωϲ
νουϲοϲ , εὐτε ἐπι προφαϲει ϲμικρῃ ὁ πονοϲ και ἡ νουϲοϲ ἐξηφθη . ἐϲτι δε ἁπαντων μεν ξυλληβδην των νευρων
9999626 βαθη
ταλαντιαιους εἰς ῥοδα μισθους διεδωκε , και κατεστρωθη ἐπι πηχυαια βαθη τα ἐδαφη των ἀνδρωνων ἐμπεπετασμενων δικτυων τοις ἑλιξιν .
δολιχον : μακρον . πορον : πορειαν . βαθιστα : βαθη . Μετ ' οἰδμασιν : ἐν οἰδμασιν . Δηθυνειν
9999626 εὐωδη
οὑτως : και τοτε περιπατησεις κἀπονιψει κατα τροπον τας χειρας εὐωδη λαβων [ την ] γην . και Φιλοξενος δ
. Και τοτε περιπατησεις κἀπονιψει κατα τροπον τας χειρας , εὐωδη λαβων την γην . Τις δ ' ἐγχελειον ἀν
9999624 Παλλαδιῳ
κελευουσιν την διωξιν εἰναι : ὡστ ' εἰ διομει ἐπι Παλλαδιῳ αὐτος και ἡ γυνη και τα παιδια και καταρασεσθε
. . . Κλειτοδημος δε φησιν , Ἀγαμεμνονος συν τῳ Παλλαδιῳ προσενεχθεντος Ἀθηναις , Δημοφωντα ἁρπασαι το Παλλαδιον , και
9999624 μαθησῃ
εὐκρατον , εὐοφθαλμον , εὐσαρκον , στρογγυλοπροσωπον . Ἀκριβεστερον δε μαθησῃ περι των αὐτων οὐ μονον τους ἀστερας σκοπων ἀλλα
, ὁ ἐστιν οἱ στρομβοι , και παρ ' αὐτων μαθησῃ , ποιᾳ ἀν χρησαιο γυναικι : ἀπελθων ἐκεινος ἠκροασατο
9999624 φορειῳ
αὐθις βασανισων . μετα τρεις ἡμερας την Ἐπιχαριν ἐκομιζετο ἐν φορειῳ , ἡ δε λυσαμενη την ζωνην ἀπεβροχισεν ἑαυτην ἐν
ἀτερπεα δαιτα φεροντες . ” Φειδων ὀνομα κυριον . φερτρῳ φορειῳ : “ κειμενον ἐν φερτρῳ . ” φηγος ἡ
9999624 Ἀληθη
φοβουνται , ὁταν φοβωνται , οὐδε αἰσχρα θαρρη θαρρουσιν ; Ἀληθη , ἐφη . Εἰ δε μη αἰσχρα , ἀρ
οὑτως το ἑν πολλα εἰη ἀλλ ' οὐχ ἑν . Ἀληθη . Δει δε γε μη πολλα ἀλλ ' ἑν
9999623 μαχαιρᾳ
και μη λιαν μεγας , ὀπταν ὀρθῃ κεντησαντα δεμας νεοθηγι μαχαιρᾳ . και πολλῳ τυρῳ και ἐλαιῳ τουτον ἀλειφε :
ἡ συμμαχια . Μεγα φρονει μαλλον ἠ Πηλευς ἐπι τῃ μαχαιρᾳ : ἐπι των ἐπι τοις τιμιοις μεγαλαυχουντων : παροσον
9999621 φυλαξ
προς την φρονησιν , παντων οὑτος ἀνθρωπων γιγνεται σωτηρ και φυλαξ , ἀνπερ ᾐ τοιουτος . του γαρ παντων ἀρχοντος
. ἐχορηγει Ξενοκλης Ἀφιδναιος . τα του δραματος προσωπα : φυλαξ , χορος , ἀγγελος , Κλυταιμηστρα , Ταλθυβιος κηρυξ
9999620 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999620 Μακεδονιᾳ
Ἀνδροτιων ἑκτῳ Ἀτθιδος . Γρηστωνια , χωρα Θρᾳκης προς τῃ Μακεδονιᾳ , Θουκυδιδης δευτερᾳ . ἀπο Γραστου τινος . το
δουλων και ὑπηκοων , και της Θρᾳκης τα πολλα τῃ Μακεδονιᾳ προσεθηκεν , και των ἐπι θαλαττῃ χωριων τα ἐπικαιροτατα
9999620 Σαλαμινι
τα δευτερα ἐκδεξαμενους ἐγκωμιαζων , τους ἐπ ' Ἀρτεμισιῳ και Σαλαμινι ναυμαχησαντας , και τους γε εἰς Κυπρον και Παμφυλιαν
ἁ προσηκει πραττειν εἰδεναι . ἐκεινοι Θεμιστοκλεα τον την ἐν Σαλαμινι ναυμαχιαν στρατηγουντα και Μιλτιαδην τον ἡγουμενον Μαραθωνι και πολλους
9999620 κολλυριοιϲ
βλεφαρον ϲτυπτηριᾳ ϲχιϲτῃ μετ ' ὀξουϲ δριμεοϲ και τοιϲ θερμοτεροιϲ κολλυριοιϲ ἠ τῳ δια ϲανδυκοϲ . μη καθιϲταμενου δε ἀναρραπτειν
το λειψανον του παθουϲ κολλυριοιϲ και τῃ λοιπῃ ἐπιμελειᾳ . κολλυριοιϲ δε ἁπαλοιϲ χρηϲτεον ἐπι τουτων , τοιϲ ἀδηκτοιϲ λεγομενοιϲ
9999619 Καρμανιᾳ
. ἀλλα ἐκεινα ἠδη Ἀριστοβουλῳ ἑπομενος ξυγγραφω , θυσαι ἐν Καρμανιᾳ Ἀλεξανδρον χαριστηρια της κατ ' Ἰνδων νικης και ὑπερ
. ρα ∠ ʹ λγ ἀπο δε μεσημβριας τῃ Ἐρημῳ Καρμανιᾳ κατα την ἐπιζευγνυουσαν τα ἐκκειμενα περατα , δια της
9999619 κωνῳ
] το ΑΕΒΖΓΗΔΘ πολυγωνον , κορυφη δε ἡ αὐτη τῳ κωνῳ , μειζων ἐστι του κωνου του βασιν ἐχοντος τον
δεδεικται προ δυοιν το μεν ὑπο του ΑΒΔ γινομενον ἰσον κωνῳ οὑ ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν τῃ ὑπο της
9999618 ὑγροτηϲ
φλεγματοϲ ἐχει το ϲπερμα . Μηλα . τοιϲ μηλοιϲ ἁπαϲιν ὑγροτηϲ ἐμφερεται περιττωματικη και ψυχρα : ἀλλα τα μεν ἐκλυτα
μεν το παθοϲ ἐϲτιν , αἰτια δε αὐτου περιττωματικη τιϲ ὑγροτηϲ ἐϲτιν . θεραπευειν οὐν δει αὐτην φλεβοτομουνταϲ ἀπ '
9999618 θυγατηρ
ὑστερον Μνησιμαχην Λυσιππου του Κριωεως θυγατερα . και γιγνεται αὐτῳ θυγατηρ ὀνομα Κλειτομαχη , ἡν ἐβουληθη μεν ἐκεινος ἀγαμῳ τῳ
Λευκιππου εἰναι του Περιηρους , ἡς και Ἀπολλωνος Ἀσκληπιος και θυγατηρ Ἐριωπις : [ . . . ] δ '
9999618 Ἀμφιονι
! ! ] ? [ ] δε μηνιν τινα φερων Ἀμφιονι ? [ ] ! ον αἰκως ? ἐξεφυλλασεν γενος
λυρᾳ . δοκω μοι τον Ἑρμην ἐρωτι κατειλημμενον δουναι τῳ Ἀμφιονι ἀμφω τα δωρα . και ἡ χλαμυς , ἡν
9999617 νεκταρ
βρωμα : “ τῃ δε παρ ' ἀμβροσιην δμωαι και νεκταρ ἐθηκαν . ” ὁτε δε την θειαν : “
ἐκ του κερω , ὁθεν κερασεν , οἱον κερασσε δε νεκταρ . . ἀντι του ἐπεχεεν : οὐ γαρ ὑδατι
9999617 φαρταριᾳ
ἐγγισει . Εἰτα ἐπιμεριζει ὁ Κρονος ἐν τῃ του Ἑρμου φαρταριᾳ ἐτος α μηνας ι ἡμερας η ὡρας ιγ ἐγγιστα
ἡ δοξα αὐτου . Εἰτα ἐπιμεριζει ὁ Ἑρμης ἐν τῃ φαρταριᾳ της Σεληνης ἐτος ἑν μηνας γ ἡμερας ιβ ὡρας

Back