της ναρκης της θαλασσιας γινομενον . ] . , : ἐμβληθεν γαρ ἐν αὐταις το πυρ φθειρει και λεπτυνει τον
Το οὐν ζῳον τουτο ἠ ἐν πυρι ἠ ἐν καμινῳ ἐμβληθεν πασαν φλογα σβεννυσι . και εἰ τις την καρδιαν
9999977 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999976 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999975 κοινως
τοις φιλοσοφοις ὁ λογος : αἱ γαρ ἰδιως και αἱ κοινως εἰς διαιρεσιν των γενων οὐ χρησιμευουσιν : οὐδεις γαρ
ἐναρθρῳ και σημαντικῃ μιᾳ και ἁπλῃ . λεγεσθω γαρ νυν κοινως ὀνοματα παντα τα τοιαυτα , ὡς ζῳον , ἀριθμος
9999974 προσαγορευομενη
ἀπηλλακται δε του ξηραινειν και στυφειν . ἡ λυκαψος δε προσαγορευομενη ῥιζαν ἐχει στυπτικωτεραν ταυτης . της δ ' ὀνοχειλου
κατ ' ἀντικρυ νησος ἐστι πελαγια κατα τον ὠκεανον ἡ προσαγορευομενη Βασιλεια . εἰς ταυτην ὁ κλυδων ἐκβαλλει δαψιλες το
9999974 δωδεκατημοριον
ῥητον τοιουτον τι δει νοειν οἱον ἐν τοις διαστηματικοις το δωδεκατημοριον του τονου και εἰ τι τοιουτον ἀλλο ἐν ταις
και ὁσα τουτοις παραπλησια δηλοι . Το δε Καρκινου πρωτον δωδεκατημοριον σημαινει περι ἀρχης ἠ ἀρχιερωσυνης ἠ ἱερουργιας , το
9999974 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999973 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999973 τελευτωσαν
ὁμως ἐτεσιν ἀντεσχε πολεμῳ τοσῳδε και λιμῳ , τοτε ἀρδην τελευτωσαν ἐς πανωλεθριαν ἐσχατην , λεγεται μεν δακρυσαι και φανερος
μηκος δ ' ἐκτεταμενα ὁσον τριακοσιων σταδιων και ποιουντα ῥαχιν τελευτωσαν πως ἐπι τα στενα . ἐν μεσῳ δ '
9999973 γεννηθεν
: κατα μεν γαρ το μενειν αὐτο βουλεται εἰναι το γεννηθεν ὁπερ το γεννησαν , ὡσπερ κατα την προοδον αὐτο
γεννησαν , ὡσπερ κατα την προοδον αὐτο ὁπερ ἐστι το γεννηθεν μετα το γεννησαν : κατα μεντοι την ἐπιστροφην ὀρεγεται
9999973 Πλουταρχος
ταξεις λελοιπως , και των ἐν Εὐβοιᾳ πραγματων , ἁ Πλουταρχος ὁ τουτου ξενος και φιλος διεπραξατο , ὡς ἐγω
τα δε ἐμπροσθε κεκαρμενα ὡς φησιν ὁ Λυκοφρων οὑτος . Πλουταρχος δε λεγει ὁτι Θησευς ἡβησας εἰς Δελφους ἠλθε και
9999973 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999972 λαμβανουσης
. ἐν δε τοις ὑστερον χρονοις της πολεως πολλην ἐπιδοσιν λαμβανουσης δια τε τας ἀπο της θαλαττης ἐργασιας και δια
ἀκεραιοι διηγωνιζοντο . τελος δε της μεν ἐνδον δυναμεως ἀφαιρεσιν λαμβανουσης , των δε πολεμιων ἀει πλειονων εἰς την πολιν
9999972 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999972 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999972 Φοινικων
μεν το μελος και τουτον τον ἐπινικον κατα την των Φοινικων ἐμποριαν , ἀντι του λαβων παρα σου μισθον ,
βιβλοι Περι Ἀσσυριων δυο . Μετα δε τους Χαλδαιους τα Φοινικων οὑτως ἐχει . γεγονασι παρ ' αὐτοις ἀνδρες τρεις
9999972 αἰσθητου
ὑπεμνησαμεν . μη ὀντος οὐν ἐν τῃ φυσει των πραγματων αἰσθητου τινος ἀφ ' οὑ ἡ νοησις ἐσται του σωματος
την αἰσθησιν παθους , ἀφ ' οὑ δε καθαπερ του αἰσθητου , προς ὁ και ὁμοιοτητα τινα σῳζει . τουτο
9999971 βλεπουσαν
δ ' ἰατρου τους συμφωνηθεντας μισθους αὐτην ἀπαιτουντος ὡς καθαρως βλεπουσαν ἠδη και τους μαρτυρας παραγαγοντος : ” μαλλον μεν
ἱστου θοἰματιον καθελομενην ἡμιεργον ἀμφιεσασθαι , εἰς τε το κατοπτρον βλεπουσαν προς την παρ ' αὐτης ἐμφασιν εἰς αὐτο γιγνομενην
9999971 ἀσης
ἐπυνθανετο την αἰτιαν . ἀποκριναμενων δε , ὡς ὀνειρους ἰδοντες ἀσης και ἀδημονιας πεπληρωνται , μηδενος ὀντος του διακρινουντος ,
: ἐμετος ὀρθρου ὁμοιως , και την ἐπιουσαν ἡμερην ἀνευ ἀσης : της δε κεφαλης μετα τον ἱδρωτα ἐληξαν αἱ
9999971 ἀφαιρει
χειρι ἐπιμελως , ἀχρις ἀν οὑ ὑποστῃ ἡ λεπις , ἀφαιρει τα ἐφεστωτα , ἀποχεας τε το ὑδωρ ἐπιχει ὀμβριου
ἐᾳ την συνεσιν ἀνθρωποις ἐνεργειν : ἀλλα και τον ὑπνον ἀφαιρει , και κλονον παρεχει τῃ ψυχῃ , και τρομον
9999971 Φιλοκρατης
μεταπεμψαμενου την ἑαυτου γυναικα : και παρα Δημοσθενει : εἰ Φιλοκρατης πεφηνε πυροπωλων ἠ ξυληγων , το χρυσιον ἐπι των
ὡς αὐτο ἐδειξε το ἐργον . Νικᾳ γαρ ἑτερον Ψηφισμα Φιλοκρατης ἐν ᾡ κελευει ἑλεσθαι δεκα πρεσβεις , οἱτινες ἀφικομενοι
9999971 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999971 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999971 νευουσαν
: και θεσει δοθεντος κυκλου , ἐναρμοσαι εὐθειαν μεγεθει δεδομενην νευουσαν ἐπι δοθεν . τουτων δε ἐν μεν τῳ πρωτῳ
διωρυχων δυσεφοδωτατη γεγονεν . ἐτειχισε δε και την προς ἀνατολας νευουσαν πλευραν της Αἰγυπτου προς τας ἀπο της Συριας και
9999971 τελευτησαντι
πολεως και φυλακα , και τιμας δοτεον και ζωντι και τελευτησαντι , ταφων τε και των ἀλλων μνημειων μεγιστα γερα
οἰκειοτατων ἐπιβουλευθεις ἀπωλετο . ζωντι μεν Δαρειῳ τοιαυτα ξυνηνεχθη , τελευτησαντι δε ταφη τε ἡ βασιλικη και των παιδων ὁποια
9999971 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999971 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999971 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999971 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999970 γεωμετρικης
λεγομενα προ - βληματα [ ἐστιν ὁτι ] γινεται της γεωμετρικης ἐξουσιας ἀφαιρουμενα , οἱα ἐστιν και τα ἑνι διαστηματι
και καλλος , ἐφεξης ἐκ των στοιχειων των γραμμων της γεωμετρικης οὐσιας φανεισης , ἐν ᾑ ὡσαυτως το ὀν και
9999970 κακοτητι
' εἰ και θεσπεσιῃ πολιν οὐκ ἀλαπαξεις , ἠ ἀνδρων κακοτητι και ἀφραδιῃ πολεμοιο . Τον δ ' ἀπαμειβομενος προσεφη
οὑ παθητικον το ἀχομαι : „ νυν δ ' ἀχομαι κακοτητι „ . παραγωγον ἀχαλλω και πλεονασμῳ του σ ἀσχαλλω
9999970 ἀπωλεια
βλαβεισιν , οἰδημα ὁλου του σωματος και καταρρηξις και συντομος ἀπωλεια . Τα οὐν ἁρμοζοντα τουτοις βοηθηματα παρενεκτεον ἐκ των
και των σκευαριων ἡψαμην . . Ἀλλως . ἀντι του ἀπωλεια . μεταφερεται δε ἀπο του σιτου . ὁταν γαρ
9999970 τρισαριστεως
δε ἀντιληψει του πραγματος ὡμολογημενου και τελειου ὀντος και του τρισαριστεως μοιχου φανερως ἑαλωκοτος ζητειται , εἰ τον τρισαριστεα φονευειν
εἰναι ὡς εἰς βαθος ὠλισθησε κακου τῃ ἑταιριᾳ ὁ του τρισαριστεως υἱος : και το ἑκοντι εἰς τουτο γεγονοτα τον
9999970 ἐσπουδακοτων
τινος , οὐκ αὐτος μονον , ἀλλα και των ἡγεμονων ἐσπουδακοτων , ἰσως μεν ὑμιν , ἰσως δε κἀμοι χαριζεσθαι
μεν ἐπιπληττειν ἐνιους οὐδεν ἰσως ἀτοπον , εἰ πρωτον μεν ἐσπουδακοτων των ἀλλων περι πλουτον ἐγω πενης αἱρουμαι βιουν ,
9999970 δοθεν
, ] δεδεικται ἐν τῳ δʹ βιβλιῳ Γεωμετριας περι το δοθεν τριγωνον κυκλον περιγραψαι . ὡστε δυνατον ἐστι τῳ βουλομενῳ
ἑτερου δοθεντι μειζον ἐστιν ἠ ἐν λογῳ . ἐπει γαρ δοθεν ἐστιν ἑκατερον των ΑΒ , ΓΔ , λογος ἀρα
9999970 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999970 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999970 ἀνατολικωτερα
ἡ τε Βαγρανδαυηνη και ὑπ ' αὐτην Γορδυηνη , ἡς ἀνατολικωτερα ἡ Κωταια , και ὑπ ' αὐτην Μαρδοι .
πυλων εἰς Θαψακον , ὡστε τῃ ὑπεροχῃ ἐγινετ ' ἀν ἀνατολικωτερα ἡ Βαβυλων της Θαψακου , ᾑ ὑπερεχει ἡ ἐκ
9999970 κατελαβοντο
ἐχοντας ὡς θεραπαινιδας δωρα τῃ κορῃ κομιζουσας . ἐπει δε κατελαβοντο την οἰκιαν , οἱ μεν τας μαχαιρας ἐσπασαντο ,
. Ὡς Ἀθηναιοι διαπλευσαντες εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων κατελαβοντο τους περι το Ὀλυμπιον τοπους . Ὡς Ἀθηναιοι τας
9999970 αἰσθητικων
, ὡστε και τας κρειττους ἀποτυπουται ἐνεργειας ᾑ ὑπο των αἰσθητικων κινειται εἰδων . πως οὐν και μη παροντων των
ἐπιστημαι οὑτως ἐχωσι προς ἀλληλας , το μεν ὁτι των αἰσθητικων εἰδεναι , το δε διοτι των μαθηματικων : οὑτοι
9999970 βλαβερας
ἀντι του : ἐαν μαχησησθε , παντως ἀπολεισθε : τας βλαβερας καταρας : ὡς ὀντως οὐκετι ἀναιμακτον μενει : οὐκ
μαλιστα δ ' εἰναι κατανοησαι τας τε ματαιους και τας βλαβερας και τας περιεργους και τας ὑβριστικας των ἐπιθυμιων παρα
9999970 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999970 ἐπλευσεν
δε ταυτα παρα τε Χιων και Μιτυληναιων συμμαχων ἀθροισας ναυς ἐπλευσεν ἐπι Ῥοδον . Καρχηδονιοι δε βραδεως ἑαυτους ἐκ της
θεους χρη ἠ το αὐτοματον αἰτιασθαι ; μετα δε ταυτα ἐπλευσεν ὡς τον Κιτιων βασιλεα , και προδιδους ληφθεις ὑπ
9999970 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999970 εὑρισκομεν
τοις ὑπο του Ἱππαρχου τετηρημενοις τε και ἀναγεγραμμενοις οὐδεν ἡττον εὑρισκομεν την εἰς τα ἑπομενα του δια μεσων παραχωρησιν αὐτων
τον αὐτον χρονον ἀποτελουμενας ἐκλειπτικας φαντασιας και μαλιστα τας σεληνιακας εὑρισκομεν οὐκ ἐν ταις αὐταις ὡραις , τουτεστιν ταις το
9999970 μεσουρανηματι
ἐλαττονα γινεται : εἰ δε ἐν τῳ ὡροσκοπῳ ἠ τῳ μεσουρανηματι γενοιτο , τα ἐναντιωματα ἡττονα ἐσται . Ἀρης Ἡλιῳ
Ἡλιον : ἐαν τοινυν εὑρῃς τον μεν Ἡλιον ἐν τῳ μεσουρανηματι ἠ ἐν τῳ ιαʹ , την δε Ἀφροδιτην ἑσπεριαν
9999970 ἀπηντησαν
δια τον πλουτον ὡς οὐδεν πεισονται , ἐπι την μαρτυριαν ἀπηντησαν : ἀν δε γε μη ὠσιν , αἰτειν χρη
ὡς ἡδεως και ῥᾳδιως Δεκελειαν ἐπετειχισαν ἡμιν και εἰς Σικελιαν ἀπηντησαν και πανταχου πριν κληθηναι παρησαν . περι μεν γαρ
9999970 αὐλητικην
και φαρμακα : τεταρτον δε φαμεν εἰναι ἀγαθον , οἱον αὐλητικην και ὑποκριτικην και τα τοιαυτα . ἀγαθου ἀρα τετταρα
ὑμνοι . Ὀλυμπος δε μαθητης γεγονε Μαρσυου , περι την αὐλητικην ἀριστος , και αὐτος δυστυχησας δια μουσικην . καθαπερ
9999970 ἀπειχοντο
. οἱ μεν γαρ δια τας προϋπαρχουσας ἐχθρας οὐδεμιας ἐπηρειας ἀπειχοντο κατα των μισουμενων , ἐχοντες ἐξουσιαν διατιθεναι παν το
ἐχειν . Εἰ μεν γαρ των αὐτων νεκρων σωματων και ἀπειχοντο της ἁφης και ἡπτοντο , ἠν ἀν τουτο προς
9999970 ἐφροντισεν
ἀλληλων πλεον ἐχωσι , χρη μιμεισθαι . Ἡσιοδος μεν γαρ ἐφροντισεν ἡδονης δι ' ὀνοματων λειοτητος και συνθεσεως ἐμμελους .
οὐ . . . βδεω ] διοτι οὐκ ἠν μυριστικον ἐφροντισεν ] νυν οὐκ ᾐσθετο οὐδ ' ἐνοησε ἀγροικον ]
9999970 ἀμφισβητουμεν
Λυκειῳ ; ἡμεις οὐν της μεν μιας συνολως μοιρας οὐκ ἀμφισβητουμεν οὐδε κελευομεν σε πραγματα ἐχειν , ὁπως ἀν ἐξηγησαιο
δ ' οἰμαι ταχιστ ' ἀν ὑμας μαθειν περι ὡν ἀμφισβητουμεν , ἐντευθεν ἀρξομαι διδασκειν . Δεινιας γαρ ὁ του
9999970 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999970 φοβηθεντες
τα παροντα , οἱ δε πολλοι και δημοτικοι τοτε μεν φοβηθεντες ἐπεισθησαν τοις συμβουλευουσι : και πεμψαντες προς Μιλωνα τον
συγγενων φιλιας . ὁτε πρωτον καμηλος ὠφθη , οἱ ἀνθρωποι φοβηθεντες και το μεγεθος καταπλαγεντες ἐφευγον . ὡς δε χρονου
9999970 παρακολουθημα
του ἀριθμου . Τις οὐν ἡ φυσις αὐτου ; Ἀρα παρακολουθημα και οἱον ἐπιθεωρουμενον ἑκαστῃ οὐσιᾳ , οἱον ἀνθρωπος και
Πλατων την τυχην ἀπεφαινετο αἰτιαν ἐν ἀπροαιρετοις κατα συμβεβηκος και παρακολουθημα και συμπτωμα και προαιρεσεως κατα την προς το τελος
9999969 ἐμπιπτουσαν
διαιρεσιν και τεχνην ἑτερα διαιρεσις ὡς προς την ὑλην την ἐμπιπτουσαν : ἡ γαρ τεχνη διδασκαλος ὡς προς την ὑλην
σκαιον ῥιον ὠθει . και τῳ μεν κυλινδων την ἀνωθεν ἐμπιπτουσαν φοραν του ἀνεμου ἐμφαινει , τῳ δε ὠθει την
9999969 ἐπιστευσε
οὐν ὁτι με οἱς μεν ἐπραξεν ἐτιμησεν , οἱς δε ἐπιστευσε μολις ἐλυπησεν . ἀλλα και αὐτος μεντοι τον ἀνδρα
Κυριος ἐδωκε μοι χαριν ἐν ὀφθαλμοις του μεταβολου , και ἐπιστευσε μοι τον οἰκον αὐτου . Και εὐλογησεν αὐτον Κυριος
9999969 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999969 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999969 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999969 κρατερως
αὐτον ἐπιοντα κεραϊζειν . ὡς δε οἱ Μηθυμναν οἰκουντες μαλα κρατερως ἀντειχον και ἐν πολλῃ ἀμηχανιᾳ ἠν δια το μη
. των ὑπερ ἐνθαδ ' ἐγω γουναζομαι οὐ παρεοντων ἑσταμεναι κρατερως : μηδε τρωπασθε φοβον δε : ἡ διπλη προς
9999969 κουρεως
και εἰς φρονημα Ἰφικρατην τον στρατηγον , δειξας αὐτῳ του κουρεως Μειδιου ἀλεκτρυονας ἀντιον των Καλλιου πτερυξαμενους . και αὐτον
ὑποδηματα δε και εἰς γναφειον [ ἱματια ] και εἰς κουρεως κατα μηνα οὐκ ἠν αὐτῳ οὐδε κατ ' ἐνιαυτον
9999969 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999968 ἀμεινονα
' ἐμειο πιθεσθε ἐνι φρεσιν : οὐ γαρ ὀιω ἀλλον ἀμεινονα μητιν ἐνι Τρωεσσι φρασασθαι . Αἰθ ' ὀφελον και
, εἰναι τε αὐτῳ παιδας : και Ὀνηγησιῳ τραπεζης κοινωνουντα ἀμεινονα του προτερου τον παροντα βιον ἡγεισθαι . τους μεν
9999968 κολοσσος
Φαιδρῳ . Παρα το Κυψελιδων ἀναθημα σφυρηλατος ἐν Ὀλυμπιᾳ ἐσταθη κολοσσος , ἀλλ ' οὐ των Κυψελιδων . Κυψελου δε
δε συνταξις οὑτως ἐχει : κολοσσοβαμων δε σταθεις ἠγουν ἀνδριαντογλυφος κολοσσος γαρ ὁ ἀνδριας σταθεις δε που ; ἐν ταις
9999968 λαμβανοι
εἰσιν εἰς εὐχυμιαν και εἰς ὑπνον ἀγουσαι τα παιδια . λαμβανοι δ ' ἀν καλως και φοινικων : διουρητικοι γαρ
: τουτον ἀν τις τον τροπον πολιορκων τας πολεις ἀν λαμβανοι μαλιστα μηθεν αὐτος ἀνηκεστον παθων . Ὁστις μη ἀσπαζεται
9999968 ἀπιστια
, ὁτι ἀτοπωτατον των παντων ἡ περι τους εὐ ποιουντας ἀπιστια : ἡ δε του φευγοντος θεσις , ὁτι δεινοτατον
ἀγευστος : ἀπειρος . ἀγη : χαρα . θαυμα . ἀπιστια . ζηλος . ἐνιοι ἱερεια . παρ ' Ἡροδοτῳ
9999968 ἐξαρχος
θεατων . ἀρχελας : ἀρχων του λαου , ἡγεμων , ἐξαρχος , δημαγωγος . ἐπαιξε δε τῳ ὀνοματι . φησι
Σκυρον ἠ Λημνον ἀποδημειν . Ἀρχη , ἀρχων ἀρχειν , ἐξαρχος , ἀρχηγος , ἀρχικος . ἐξαρχων ἐξαρχειν , συναρχων
9999968 ἐπαγγελιαν
ὡς οἱον τε μαλιστ ' ἀπεδεξασθε , την τ ' ἐπαγγελιαν την ἐμην και το συμβαν ἀπο της τυχης ,
ὁμαλα γινεται τοις ἐκλεκτοις αὐτου , ἱνα ἀποδοι αὐτοις την ἐπαγγελιαν , ἡν ἐπηγγειλατο , μετα πολλης δοξης και χαρας
9999968 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999968 ἐστησεν
τους ἐσχατους ἀφικομενη κινδυνους , κρατησασα μεν των ἐπιοντων τροπαιον ἐστησεν , τους δε μηπω δεδουλωμενους διεκωλυσεν δουλωθηναι , τους
[ και ] δια του πολεμου τοιουτο οἱον αὐτο ἐξιουσα ἐστησεν ἡ ψυχη και πολυν χρονον τους βαρβαρους ἐξηπατησεν :
9999968 Καλλικλεους
εἰναι νεον το ἐπιγραμμα το ἐπ ' αὐτῳ φησι : Καλλικλεους δε του Μεγαρεως ποιημα ὁ ἀνδριας ἐστιν . ἀνηρ
, πως παλιν ἠνεσχετο Θρασυμαχου , πως Πωλου , πως Καλλικλεους , πως της γυναικος ἠνειχετο , πως του υἱου
9999968 εὐπρεπους
και στρατιας κατηναγκασμενης , και στρατηγιας ἀκουσιου , και φυγης εὐπρεπους . Ταυτα τοινυν φημι τας περιστασεις διαφευγειν ἐκεινον τον
τοιαυτην . Τισιφονη μια των Ἐρινυων εἰς ἐπιθυμιαν ἐμπεσουσα παιδος εὐπρεπους , Κιθαιρωνος τοὐνομα , και μη στεγουσα την ἐπιτασιν
9999968 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999968 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999968 κτητικαι
ϲυ ἱ , αἱ δε παραγωγοι , ὡϲ παϲαι αἱ κτητικαι , αἱ και διπροϲωποι καλουνται . παραγον - ται
ἡ ἐγκλινομενη γενικη πρωτοτυπος κτητικην συνταξιν ἀνεδεξατο , εἰπερ αἱ κτητικαι των ἀντωνυμιων ἐγκλισιν ἀνεδεχοντο : κἀν οὑτω γαρ κατεκρατησεν
9999968 πληθουσης
διελεγετο τοις προσιουσιν , ὁποσα ἠρωτων , και οὑτως ἀγορας πληθουσης ἀφικνειται γραμματευς κελευων ἐπι θυρας ἠδη εἰναι „ μη
αἱ χειροτονουσιν . ἐν ἀλλαις δε των πολεων οὐτε προ πληθουσης ἀγορας νεον φαινεσθαι οὐτε μετα δειλην ὀψιαν καλον ,
9999968 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999968 Ἀρνης
πολυσταφυλον τ ' Ἀρνην ἐχον ” . και Λυκοφρων „ Ἀρνης παλαιας γεννα , Τεμμικων προμοι „ . δευτερα πολις
και Λευκιππος , Ἀφαρεως δε και Ἀρηνης της Οἰβαλου ἠ Ἀρνης της Αἰολου Λιγγευς και Ἰδας , Λευκιππου και Φιλοδικης
9999968 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999968 ἀποπροθεν
νουσοισι τυπῃσι τε μουνον ὀλεθρος ἀντιαει , και δη τις ἀποπροθεν ἀμμε χαλεπτει , ὡς ὁγε , χαλκειος περ ἐων
δε σφεων εἰσιν ἑλισσομενων ἐνιαυτοι , μακρα δε σηματα κειται ἀποπροθεν εἰς ἑν ἰοντων , οὐδ ' ἐτι θαρσαλεος κεινων
9999968 διακοσιοι
ναυσιν . και ἐκ Χερρονησου ἐς Αὐλαιου τειχος πεντηκοντα και διακοσιοι . ἐνθενδε ἐς Θυνιαδα ἀκτην εἰκοσιν και ἑκατον .
μηκος , πεντακοσιοι ἑξηκοντα : εἰτ ' ἐπι την Μηθυμναν διακοσιοι δεκα . Μιτυληνη δε κειται μεταξυ Μηθυμνης και της
9999968 ἐπιθετικα
ὑποδηματοραφος και ἱπποτροφος . Τα εἰς ΧΟΣ δισυλλαβα μη ὀντα ἐπιθετικα βαρυνεται : κολχος βρογχος μοσχος κοχλος τροχος βροχος .
αἰεν ἐφ ' Ἑκτορι , πανυ εὐλογως , ἐπει τα ἐπιθετικα μετα κυριων ἐκφερομενα συν ἀρθρῳ παραλαμβανεται : τοιουτον γαρ
9999968 ἀκαταστατησει
πολυφιλος , ὀξυς , μισοπονηρος , ἀσελγης , εὐμεταβλητος , ἀκαταστατησει δε κατα γυναικα και ὑστερον εὐνοηθησεται ὑπ ' αὐτης
πιστευθησεται και ὑπο ὀχλου δοξαν ληψεται και νομοις ὑπηρετησει , ἀκαταστατησει δε ἐν τοις κατα γυναικα και ἐπι τοις τεκνοις
9999968 ἀγορευων
δε , ὡσπερ Ὁμηρος ἐφη τον δεινον λεγειν , ἀσφαλεως ἀγορευων ἐδιωκε τους τοιουτους συλλογους διδους μεν τῳ βουλομενῳ παρρησιασασθαι
ἀφαρ ἡρωεσσι δ ' ὀνειρου φασματα πασιν ἐειπεν , ἐπιδρομαδην ἀγορευων . Οἱ δε θοως ἠγερθεν , ἐπ ' ᾐονα
9999968 χωρουσης
φευγειν ὁρμησαντες εἰς το πεδιον ὑπο της Ῥωμαϊκης φαλαγγος ὁμοσε χωρουσης ἀπεθνησκον , οἱ δε πλειους αὐτων ὠθουμενοι τε ὑπ
πεπονθα παθος . αἰσθομενος γαρ τα περι ταυτης θρυλλουμενα μη χωρουσης μου της διανοιας ἐπιμελες μεν ἐθεμην ἐκκλιναι τους ταυτα
9999968 ἀδελφοις
την οἰκιαν και των ὀντων ἁπαντων μετεδωκα , οὐχ ὡς ἀδελφοις οὐσιν , νομιζων δ ' ἀναγκαιον εἰναι μοι ,
αὐξηθηναι τον Ἐρωτα . ἐσται δε αὑτη φυσις τοισδε τοις ἀδελφοις : ἀλληλοις αἰτιοι της αὐξης ἀμφω γενησονται . ὁρωντες
9999968 φευγουσαν
ἐπλεο κιρρος , Τυνδαρεην ? μεθεπεις , ἀλλ ' οὐ φευγουσαν , ἀκοιτιν . ὀψεαι και μετα ? ? ταυτα
μη διαλειπειν αὐτην ὁτε μεν διωκουσαν τον ἡλιον ὁτε δε φευγουσαν , εἰτα ἐν τῳ ζῳδιακῳ μετερχομενην ζῳδια και ταχεως
9999968 ἀφροδισιοις
, ἐπει παντες χαιρουσι πως και ὀψοις και οἰνοις και ἀφροδισιοις , ἀλλ ' ὁ ἀκολαστος οὐχ ὡς δει .
πασχει δε και ἀνηρ τοιουτῳ παθει , ὁταν μη κεχρηται ἀφροδισιοις ἐπι πολυν χρονον . Κισσα λεγεται , ὁταν ἐν
9999968 ἐθελουσαν
ὑπερ μεγα τειχος ὀρουσας Ἀλκαθοῳ στονοεντα φερειν ἠμελλεν ὀλεθρον ἁρπαξας ἐθελουσαν ἐυφρονα Τριτογενειαν ἡ τ ' ἐρυμα πτολιος τε και
τους ἐρωντας το ἀναλγητον , ὁπου και Μελανιππῳ τοτε ἐθελοντι ἐθελουσαν ἀγεσθαι Κομαιθω οὐτε παρα των ἑαυτου γονεων οὐτε παρα
9999968 Κορωνιδος
ἑαυτου οἰδεν . γνωμαν : την προγνωσιν την περι της Κορωνιδος . πεπιθων : ἀντι του πεισθεις ὑπο του κοινωνου
] * Οὑτω λεγε τουτο : Το λημα της καλλιπεπλου Κορωνιδος , ἠτοι ἡ Κορωνις , ἐσχε και ἐλαβε τοιαυτην
9999968 Σελινουντιοι
εἰς την πολιν ἐμπιπτοντων , ἐξεωσθησαν ἐκ των στενωπων οἱ Σελινουντιοι . διο και της πολεως καταλαμβανομενης παρα μεν τοις
ἀμφισβητησιμου , ποταμου την χωραν των διαφερομενων πολεων ὁριζοντος . Σελινουντιοι δε διαβαντες το ῥειθρον το μεν πρωτον της παραποταμιας
9999968 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999968 κατεστησεν
την συμφοραν λυσιτελησαι . οὐ γαρ την ὀρφανιαν μονον ἀδηλον κατεστησεν , ἀντι του πατρος αὐτοις γενομενη , ἀλλα και
ὁ και τηνδε την πολιν ἀκουσαν ἐν πολεμῳ τοις Ἑλλησι κατεστησεν . μετα δε τουτο γενομενου πολεμου , συνεβαλον μεν
9999968 κεκλιμενα
: καθολου τα εἰς ω ὑποτακτικα ἀπο των εἰς ω κεκλιμενα εἰς ῃς το δευτερον ποιει , πλην της δευτερας
ἐστι , καθαπερ προειρηται : τα δε προς δυσμας μερη κεκλιμενα της Ἀραβιας διειληπται πεδιοις ἁμμωδεσιν ἀεριοις το μεγεθος ,
9999968 ἀναιρεθεισης
φερειν νομιζω : σωτηριαν σοι τῳδε τ ' : το ἀναιρεθεισης της Ἑλενης , φησιν ἡ Ἠλεκτρα , ἐνεδρευσαι και
χειρ δε μερος ἐστιν του ἀνθρωπου , και της χειρος ἀναιρεθεισης συναπολλυται και ὁλος ὁ ἀνθρωπος : οὐκετι γαρ ὁλος
9999968 ἐμετοι
ἰσχυρας ἀνατροπας του στομαχου : ὡσπερ γαρ ἐν τοις εἰλεοις ἐμετοι μετα σφοδρας γιγνονται συντονιας , ὡς και κοπρον ἐμειν
δε δει συνεργασασθαι , ὡς ἀργοτεροι γε τοις κατακειμενοις οἱ ἐμετοι γινονται , ἀθρουν τε εἰσπνευσας ἐπικυπτετω , οὐ παριοντος
9999968 χαλεπωτερος
ἀποκεχωρισται : Ἡσιοδος ἐν Θεογονιᾳ : ἀλλος ἐξ ἀλλου δεχεται χαλεπωτερος ἀθλος : εἰναετες δε θεων ἀπαμειρεται αἰεν ἐοντων ,
: ἐπει και ὁλως ἀν διειργασμενην λαβῃ την γην , χαλεπωτερος : μανης γαρ οὐσης , ἐσικνειται μαλλον : ἀπαθεστεραι
9999968 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999968 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999968 προειλετο
χρονων . ἐν ᾑ διετριβομεν ἐν Μακεδονιᾳ , τι ἑκατερος προειλετο πραττειν ; ἐγω μεν τοινυν τους αἰχμαλωτους ἀνασωζειν και
τυχῃ τροπον ; οἰμαι γε . τις γαρ μαλλον ἀν προειλετο Ἑλλην ἀληθως οὐσα λεπομενους ὁραν αὐτους ὑφ ' αὑτων
9999968 ὁμολογοι
, του δε ιη ὁ γ και ὁ Ϛ . ὁμολογοι οὐν εἰσιν αὐτων αἱ πλευραι : ἡμιολιον γαρ λογον
και ἰσας ἑξουσι τας γωνιας , ὑφ ' ἁς αἱ ὁμολογοι πλευραι ὑποτεινουσιν , την μεν ὑπο ΑΒΓ τῃ ὑπο

Back