, οὑτω και συ , Διων , την κατα σαυτον ἐλα . δοκει δ ' ἐκ διαθεσεως αὐτα εἰρηκεναι .
: Ἀρχη ἀνδρα δεικνυσι . και ἡ : κατα σαυτον ἐλα . και ἡ , γνωθι σαυτον . Χρη μη
9999961 ἐλανθανεν
νυκτωρ ὡς θυσομενοι τῳ θεῳ . τουτων δε τον Ζηνωνα ἐλανθανεν οὐδεν : ἀλλ ' ἐπειδη καιρος ἠν βαθειας ἑσπερας
οὑτως πεφυκει . προτερον δε ἰσως ὑμας ἐτι παις ὠν ἐλανθανεν : ἐπειτα προϊων ἐκδηλοτερος ἐγενετο . πολυ γαρ μαλλον
9999952 γραμματικη
οὐκουν ἐπει οὐδεν ἐστιν εἰδησις παρα τον εἰδοτα , οὐδε γραμματικη τι παρα τον εἰδοτα γραμματικον , ὡς οὐδε περιπατησις
, συμβαινειν ἀπο ἐμπειριας την γνωσιν , ὡς και ἡ γραμματικη γνωσις ἐστι τινων , ὡν αὐτος παρατιθησιν . Ἀλλοι
9999950 βουλευτηρια
, βασιλευ : τουτο γαρ , τουτο ἐστιν ὁ τα βουλευτηρια κεκενωκε μαλιστα . ἰσως μεν γαρ τι και ἀλλο
ἁρμονιαν ἀπταιστον : ἀλλα πολιτικης και της περι δημους και βουλευτηρια παρασκευης ἡκεις ἐνδεης ὠν ; συ μεν και πεφωρακας
9999950 γονευσι
γαρ ἐστιν ἑκαστῳ των προς ἀξιαν , οἱον θεοις , γονευσι , συγγενεσι , φιλοις , οἰκειοις , πολιταις .
πατριδι . διαφερει δε τι ; ὁτι ὁ μεν τοις γονευσι μονον γεγενησθαι νομιζων τον της εἱμαρμενης και τον αὐτοματον
9999950 ἐλυπησεν
ἐτι τοιουτον , ἀλλ ' ἐχων ἁς εἰπον ὑπερβολας οὐκ ἐλυπησεν , ἀλλ ' ἀποχρην ἡγησατο ὁμοιαν την ἑαυτου πολιτειαν
Ἰασων δε λαβων Γλαυκην την Κρεοντος οὐ μικρως την Μηδειαν ἐλυπησεν , ἡ φαρμακοις Γλαυκην ἀνελουσα και Κρεοντα και τους
9999949 ἐλαττονι
μεσος τῳ ἐσχατῳ ὑπαρχῃ , ἀναγκη και τον μειζονα τῳ ἐλαττονι ὑπαρχειν . ἀλλ ' ὁσον ἐπι τουτῳ και της
την μεν μειζονα τῃ μειζονι , την δε ἐλαττονα τῃ ἐλαττονι : ἡ μεν ἀρα του ΑΔ κυκλου μειζων περιφερεια
9999949 σπουδαζει
►τα κατα πασαν θεωρουμενα τεχνην γνωσις του πραγματος περι ὁ σπουδαζει ἐπισκεψις αἰτιων δι ' ἁς προσφερει ἑκαστοις ἁ προσφερει
ἰουσης της νοσου . ἡ γαρ φυσις ἐκ των ἀντικειμενων σπουδαζει ἐπι το συμμετρον ἀγειν του λεπτου και παχεος .
9999948 ἀπεδυσατο
ὁτι προσταξαντος αὐτου ἐν τοις ὁπλοις συνεχειν ἑαυτον ὁ δε ἀπεδυσατο : ἠλπισε γαρ δια της κολακειας και ὑποδρομης χειρωσασθαι
ἠλθεν αὐχμου και τριβωνος και ἐς τα του Ἀπολλωνιου ἠθη ἀπεδυσατο . Ἐπιπληξαι δε λεγεται περι Διονυσιων Ἀθηναιοις , ἁ
9999948 εἰλικρινως
ἐπικρατειαν προηγεισθαι της κατ ' εἰλικρινειαν . ἱνα γαρ τι εἰλικρινως κινηθῃ , τουτεστιν ὁλον δι ' ὁλου , προτερον
μεταξυ που κυλινδειται του τε μη ὀντος και του ὀντος εἰλικρινως . Ηὑρηκαμεν . Προωμολογησαμεν δε γε , εἰ τι
9999947 λογιστικη
λογον ἐχειν δυ ' αὐτας εἰναι . Τι δε ; λογιστικη και μετρητικη ἡ κατα τεκτονικην και κατ ' ἐμπορικην
: ὀρεκτικον δε οὐκ ἀνευ φαντασιας : αὑτη δε ἠ λογιστικη ἠ αἰσθητικη , ὡς κἀν τοις περι φαντασιας ἐλεγετο
9999947 ἀγημα
ἐκπληξις : πηγη . θραυσις . κλαυσις . ἀπωλεια . ἀγημα : το προιον του βασιλεως ταγμα ἐλεφαντων και ἱππων
δε τους καλουμενους ἑταιρους ἐννακοσιους και το Πευκεστου και Ἀντιγενους ἀγημα , τριακοσιους ἐχον ἱππεις μιᾳ περιειλημμενους εἰλῃ , ἐπ
9999947 ἀποκατεστησε
τοις Ἀκραγαντινοις μετα των ἀλλων των διαμειναντων παρα τοις Καρχηδονιοις ἀποκατεστησε τον ταυρον , ὁς και τωνδε των ἱστοριων γραφομενων
ὀλιγαρχιαν ἐν τῃ πολει , τῳ μεν δημῳ την ἐλευθεριαν ἀποκατεστησε , παρα δε των ἁψαμενων της ὀλιγαρχιας χρηματων πληθος
9999947 τεσσαρεσκαιδεκατην
, τοιαυτα οὐρει , οἱα κἀγω εἰδον . Περι δε τεσσαρεσκαιδεκατην ἐουσῃ , παλμοι δι ' ὁλου του σωματος :
: ἠν δ ' ἑβδομαιος ἐων πυρετηνῃ , ἐς την τεσσαρεσκαιδεκατην ἠ ἑπτακαιδεκατην : ἠν δε τῃ ἑνδεκατῃ ἀρξηται πυρεταινειν
9999946 Ὀλυμπιονικην
των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και αὐτη παιδα Ὀλυμπιων ἀγωνιστην
, ἠγουν την συνηθειαν , τιμα και τον ἀνδρα τον Ὀλυμπιονικην , τον εὑροντα ἀρετην , ἀντι του εὐφημιαν ἑνεκα
9999946 κυρια
Φρυγιος . το Τυχιος Φρυγιος Πλυτιος Κλυτιος Σκυφιος παροξυνονται ὡς κυρια . μυριος ὁ ὡρισμενος ἀριθμος , μυριος ὁ ἀοριστος
, οἱον Ἡρακλειδης και Ἀσκληπιαδης ἐστι μεν σχηματι πατρωνυμικα , κυρια δε τινων . εἰ τις οὐν τον του Ἡρακλειδου
9999946 ἀγορησατο
και προσθεν ἀριστη φαινετο βουλη : ὁ σφιν ἐϋ φρονεων ἀγορησατο και μετεειπεν : ἰσχεσθ ' , Ἀργειοι , μη
ἠγερθεν ὁμηγερεες τ ' ἐγενοντο , τοισιν δ ' Ἀλκινοος ἀγορησατο και μετεειπε : “ κεκλυτε , Φαιηκων ἡγητορες ἠδε
9999946 ἀπεφηναντο
ἡ ψυχη εἰναι και γνωστικον οὑτως , ἐνιοι ἐξ ἀμφοιν ἀπεφηναντο την ψυχην ἀριθμον κινουνθ ' ἑαυτον . διαφερονται δε
οἱ μεν εὑρηκεναι το ἀληθες ἐφασαν , οἱ δ ' ἀπεφηναντο μη δυνατον εἰναι τουτο καταληφθηναι , οἱ δε ἐτι
9999946 ἐμελησεν
κατηγορησαι : εἰ δ ' ἐλεγχθησονται ψευδομενοι , οὐδεν αὐτοις ἐμελησεν . Ὡσπερ οὐν , εἰ ἀληθη ἠν ταυτα ἁ
ὁ βασιλευς : ἑτεροις δε ἐν ταις τηλικαυταις των Ἀφροδιτης ἐμελησεν . ὁ δε τοσουτον ἀπεσχε του ζητειν , εἰ
9999946 ἐνεδυσατο
μεγεθος δε τουτο λεγει ἠ δια την ποικιλην ἐσθητα ἡν ἐνεδυσατο . Ἀλλως . ἐπαιξε το γενικον εἰπων , εἰτα
- ] , ἑτερος ? [ δε αὐτην - ] ἐνεδυσατο : [ ἐγω γαρ ] τοι Μαννιχαιος ? ?
9999945 λαμβανοιτο
ἐν πλειοσι και ἐν ἐλαττοσιν ἐνιαυτοις της αὐτης θεωρεισθαι : λαμβανοιτο δ ' ἀν ἐγγιστα ἀκριβως ἡ τοιαυτη ἀποκαταστασις ,
τον λογον , εἰτε ἀμφω του ὑποκειμενου κατα συμβεβηκος κατηγορουμενα λαμβανοιτο εἰτε το μεν ἑτερον του ὑποκειμενου και ἐν ᾡ
9999945 ἐνηλλαξεν
τους βαρβαρους και προς τους Ἑλληνας ἐσπεισατο , ἀλλ ' ἐνηλλαξεν . ἐκεινων μεν γαρ ἀφειλε πασαν την κατω χωραν
παροιμιακον . εἰτα μεταβας εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν και το μετρον ἐνηλλαξεν . εἰσιν οὐν τα ἑξης δυο κωλα τροχαϊκα ,
9999944 τεσσαρες
ὁλως το κακον και το ἀγαθον . οὑτοι δε οἱ τεσσαρες τροποι εἰς δυο ἀναφερονται τους καθολικωτατους , και τουτων
εὐνης . ἀμφιπολοι δ ' ἀρα τειος ἐνι μεγαροισι πενοντο τεσσαρες , αἱ οἱ δωμα κατα δρηστειραι ἐασι . γινονται
9999944 ἐγχειρημα
, οὑτως , ἐκεινως , τουτο γινωσκων ὁτι ἑν καινον ἐγχειρημα , κἀν τολμηρον ᾐ , πολλων παλαιων ἐστι χρησιμωτερον
ἐμαυτου , ὁτι με προς την διανοιαν ταυτην και το ἐγχειρημα χρησιμον σαυτῳ νενομικας . μεχρι νυν μεν γαρ ,
9999944 φαλακροι
αἱ τριχες : οἱ δε εὐνουχοι δια τουτο οὐ γινονται φαλακροι , ὁτι σφεων οὐ γινεται κινησις ἰσχυρη , οὐδε
των ἀγγειων ἀκαθαρσιη , ἡ ἐγκεφαλου ἀναλυσις : διο και φαλακροι , ἡ των ὀργανων κατατριψις . Συνεπερανθη το πρωτον
9999944 ἐθαυμασαν
, προσαγορευεται τυχη . ὁρωσι παντες πρωτον , εἰτ ' ἐθαυμασαν , ἐπειτ ' ἐπεθεωρησαν , εἰτ ' εἰς ἐλπιδα
ἡ διπλη ὁτι ] σαφως νυν το ἐθηησαντο ἀντι του ἐθαυμασαν : ἐπιφερει γουν ἰδοντες . . δεινος τ '
9999944 δυσετο
πληροι φωτος ἀνατελλων , ὡς ἐκ των ἐναντιων εἰρηται το δυσετο τ ' ἠελιος σκιοωντο τε πασαι ἀγυιαι . και
! ! ] ης και μαλλον ? ? ἀρειονα ? δυσετο μορφην ? ! ! [ ! ! ! !
9999944 Καρχηδονιων
Καρχηδονα . , . . ) Ὑπηρχον γαρ οἱ μετα Καρχηδονιων στρατευσαμενοι Ἰβηρες , Κελτοι , Βαλεαρεις , Λιβυες ,
τῃ ἀποικιᾳ την πολιν διεγραφον , ἐνθα ποτε ἠν ἡ Καρχηδονιων , οὐδεν φροντισαντες , ὁτι Σκιπιων αὐτην , ὁτε
9999944 ἀπελογειτο
ἐπι σφισι της αἰτιας . ἐπειδη δ ' οὐδεις οὐκετι ἀπελογειτο , ἀνεδωκαν οἱ δημαρχοι την ψηφον ταις φυλαις τιμημα
ταραχης εἰς την αὐλην , ὁ βασιλευς μεταπεμψαμενος τον ἀδελφον ἀπελογειτο μετα δακρυων , μη πιστευειν τῳ την βασιλειαν ἐπιχειρουντι
9999944 θερμαντικα
καθολου εἰπειν ἐν ταις δυναμεσι ταις εἰρημεναις ὁτι στυπτικα και θερμαντικα : τα ἀρωματα γαρ τα τοιαυτα φαρμακωδη . Ταυτα
και συνεχως ἐκτιτρωσκουσαις . τα θειωδη δε νευρων μαλακτικα και θερμαντικα και πονων παρηγορητικα , στομαχον δ ' ἐκθηλυνει και
9999944 αἰσθησεσι
μεν παντελως ἀμοιρα , μονοις δε μετεστι θεοις : ὡς αἰσθησεσι γε και ὁρμαις πολλων ἠδη ζῳων της ἀκριβειας και
ἐφη : της ἀνθρωπινης συγγενη φυσεως φυσιν ἀλλαις ἰδεαις και αἰσθησεσι κεραννυντες ὡσθ ' ἑτερον ζῳον εἰναι φυτευουσι τα ἡμερα
9999944 ἐνεπλησεν
, οἰμαι , ἀνατειλας ἡλιος τον ζοφον του ἀερος φωτος ἐνεπλησεν , οὑτως και ἀρετη ἀνατειλασα ἐν ψυχῃ την ἀχλυν
τας ἀφ ' ἑαυτου προσβαλον κηρας ἀσης και ἀδημονιας αὐτον ἐνεπλησεν ἠ πιανθεν ἀμετρως ἀπολαυσει ἡδονων ἀμβλυτερας τας εἰς το
9999944 τριμερη
: και παλιν τουτων ἁ μεν διμερη , ἁ δε τριμερη , ὡς τα και την ἐπῳδον προσλαμβανοντα : και
. τρεις οὐν καιρους , ὠ ψυχη , τουτεστι τον τριμερη χρονον συμπαντα ἐμφανης αἰει γινου θεῳ , μη το
9999944 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999943 ἀπηλλαγην
πεσουσα των παντων πονων ] ὡν ἐχω και μελλω παθειν ἀπηλλαγην ] † ἠλευθερωθην εἰσαπαξ ] † ἠγουν μιαν θανειν
ὡς ἀν εἰς την γην καταπεσουσα και ἐκ τουτου φονευθεισα ἀπηλλαγην των πολλων πονων ; κρεισσον γαρ και βελτιον ἁπαξ
9999943 τετολμηκεν
οὐκ ἐνουσης γενεσθαι διομολογιας , οὑτως ἀλογως πραγμα τηλικουτον ψευσασθαι τετολμηκεν . Οὐ μονον δε τουτο πεποιηκεν , ἀλλα και
ἀδιαπαυστους ἀνεξομαι . ὁ δε παντων δεινοτατον ἠδη και ἀφορητοτατον τετολμηκεν , ὑπερ οὑ και γνωμην βουλομενη λαβειν τι μοι
9999943 διηνεγκεν
φθαρτου . τῃ μεν οὐν πρωτῃ διαφορᾳ τα ζωα ταυτῃ διηνεγκεν , ὁτι τοις μεν ἁπασαι της ψυχης ὑπαρχουσιν αἱ
ποδας αἰνετος , ἠδ ' Ἀμαρυνθος . και οὑς ὀνομαστι διηνεγκεν . . . , ὡς καταλεξῃ : . .
9999943 Αἰθιοπων
. το ἐθνικον Μερμησσιος και Μερμησσευς . Μεροη , πολις Αἰθιοπων . Ἡροδοτος δευτερᾳ . ἀπο Μεροης . ἐστι και
και Φοινικων θεοτευκτων . Τῳ δ ' ὑπο Θρηικιων και Αἰθιοπων κλιμα κειται . Τῳ δ ' ὑποκειθ ' Ἑλλας
9999943 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999943 συνεβουλευσε
εἰς τοὐναντιον . Ὁτι Δαρειος μελλων νυκτωρ τοις πολεμιοις ἐπιθεσθαι συνεβουλευσε το τιαροδεσμιον , ὁ της κεφαλης ὀπιθεν ἀποσφιγγει την
οὐτε την κατηγοριαν Φιλιππου , ἀλλα της πολεως το συμφερον συνεβουλευσε , καλως ἀν τον λογον εἰποιμεν εἰδους εἰναι συμβουλευτικου
9999943 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999943 μαρναντο
μεταστρεφθεις , ἐπει ἱκετο ἐθνος ἑταιρων . Ὡς οἱ μεν μαρναντο δεμας πυρος αἰθομενοιο : Νεστορα δ ' ἐκ πολεμοιο
ἀν ' ὁμιλον ἀλεξεμεναι φονον αἰπυν . Ὡς οἱ μεν μαρναντο δεμας πυρος , οὐδε κε φαιης οὐτε ποτ '
9999942 ὑδατι
διδους ἐπι ἡμερας δεκα , το δε λοιπον διηθων ἐν ὑδατι ἐπι εἰκοσιν ἡμερας , και λουειν δις της ἡμερης
, και ξυμμισγων και αὐτο καθ ' ἑαυτο ἀφεψων ἐν ὑδατι ἠ ἐν οἰνῳ ὡς ἀν βουλῃ , διδου πινειν
9999942 διαιρετικῃ
ἐλαττονα κατα γενος ἐστι τα ζητουμενα , ἠδη δεικνυσι τῃ διαιρετικῃ μεθοδῳ χρωμενος . τι δε τουτων ἑκαστον δηλοι ,
την των ζητουμενων τοις ἀλλοις ζητημασιν εὑρεσιν , οἱον τυχον διαιρετικῃ ἠ ἀναλυτικῃ το εἰναι εὑρισκουσαις και τι εἰναι ,
9999942 βουλευμα
ἡ γνωμη , καθαπερ το τοιουτο , σοφον γαρ ἑν βουλευμα τας πολλας χερας νικᾳ , συν ὀχλῳ δ '
ἀν ἀσπιδος κυτει καλως ὁμιλησειας οὐτ ' ἀλλων ὑπερ νεανικον βουλευμα βουλευσαιο τι ἀλλ ' ἐμοι πιθου : παυσαι ματαιζων
9999942 συλλογιστικη
καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη προτασις ἁπλως πασα ἡ κοινη καταφασις ἠ ἀποφασις τινος
λαμβανοιτο τα ἐναντια ἀλληλοις ἠ τα ἀντικειμενα : οὐδε γαρ συλλογιστικη ἡ των τοιουτων ἐκλογη , ὡς αὐτικα δη μαλα
9999942 πελια
τους βουβωνας και τα σκελεα και τας ἰγνυας : και πελια γινεται , και ὀλιγον ποτε χρονον ῥᾳων δοκεει εἰναι
ἀχροιαι ὁλου του ϲωματοϲ , ὑπνοι βαρειϲ , τα οὐρα πελια και μολιϲ ἐκπορευομενα , οἰδηματα περι τα αἰδοια γινονται
9999941 συστροφη
σημαινει δε και το ἐκπορθησαι . ἑλη γʹ : ἡ συστροφη . ὁ δρυμος . και εἰλει : συνεκλεισεν .
και οἱ στροβιλοι κωνου ἐπεχουσι δικην . στροβιλος ἐστιν ἡ συστροφη . στροβιλους οὐν εἰπε καθ ' ὁ και ἀλλαχου
9999941 ὑμενωδες
του θυρεοειδους . τουτο δη πιμελωδες μεν ἐστιν ἁμα και ὑμενωδες την οὐσιαν , πρωτον δε και κυριωτατον ὑπαρχει της
προσφερομενη , δρυος το ὑπο τον φλοιον του πρεμνου το ὑμενωδες ἠ το κελυφος της βαλανου ἀποζεννυμενα και το ζεμα
9999941 ἐμνημονευσεν
σκιλλα , ἡν ἐνιοι μυηφονον „ . ἐπει δε ἀρου ἐμνημονευσεν ὁ Νικανδρος , προσαποδοτεον ὁτι και Φαινιας ἐν τῳ
σχολην Στρατων Ἀρκεσιλαου Λαμψακηνος , οὑ και ἐν ταις διαθηκαις ἐμνημονευσεν : ἀνηρ ἐλλογιμωτατος και φυσικος ἐπικληθεις ἀπο του περι
9999941 γενναιῳ
βασιλευς „ προσευξομενοι μεν τοις θεοις , ξυνεσομενοι δε ἀνδρι γενναιῳ . „ ἐντευθεν ἀνεφυ λογος , ὡς ἐνθυμιος μεν
διεσωσεν : Ἀλανος δε τις των ἐπι μισθῳ συνοντων τῳ γενναιῳ Ἰσαακιῳ , Ἀραβατης το ὀνομα , την ὁρμην ὁτι
9999941 Δημοκλης
κατα γνωμην ἐστιν ἠ τοὐναντιον ἁ γεγραφασι ; και ὁ Δημοκλης εὐ γε νη τους θεους ἐπιτετιμηκας , ἐφη ,
μεν ὀντα βαρυνεται , Ἡρακλεης , συναιρεθεντα δε περισπαται , Δημοκλης , Ἀγαθοκλης : ἐπιθετα δε ὀντα ὀξυνεται , εἰ
9999941 ἐμαρτυρησεν
αὐτου . οὐδ ' ἀν εἱς ἐτι δηπου τουτ ' ἐμαρτυρησεν , εἰ μη τις και παρην διατιθεμενῳ τῳ πατρι
ὀν το μαντευεσθαι , ὁπερ και των ποιητων ἠδη τις ἐμαρτυρησεν , ἀλλα κἀν ἀποκρινηται το ἐρωτηθεν , εἰκαζει τα
9999941 ἀποδεχομεθα
σκοπον αἱρησω - μεθα μαλλον του χειρονος . οὑτως οὐκ ἀποδεχομεθα τους λεγοντας σκοπον ἐχειν ἐν Γοργιᾳ την ἐν Πωλῳ
πολλοις εἰωθοτα θρυλεισθαι . εἰπερ τοινυν , φασι , φιλοσοφιαν ἀποδεχομεθα σωφρονιζουσαν τον ἀνθρωπινον βιον και τα ψυχικα παθη καταστελλουσαν
9999941 θεμελιοι
τοιχοι , και εἰ τοιχοι , θεμελιοι , και εἰ θεμελιοι , ὀρυγη . και εἰ ὁ Μηδικος Ἀθηναιοις ἐπενηνεκται
λιθων ἐπηκολουθησε τμησεως , ἠ μαλλον εἰπειν προηγησατο , ὁτι θεμελιοι γεγονασιν , εἰ δε τουτο , και λιθοι τετμηνται
9999941 κατελιπε
, των δε Ἀντιπατριστων λεγομενων , των δε Παναιτιαστων . κατελιπε δε και Θεοφραστος εἰς την τοιαυτην συνοδον χρηματα ,
Ἀριαραθης βασιλευει καθ ' ἑαυτον , και μεταλλασσων τον βιον κατελιπε την βασιλειαν Ἀριαραθῃ τῳ υἱῳ , νηπιῳ παντελως ὀντι
9999941 Καρχηδονιοις
Καρχηδονα τοις Ἀκραγαντινοις μετα των ἀλλων των διαμειναντων παρα τοις Καρχηδονιοις ἀποκατεστησε τον ταυρον , ὁς και τωνδε των ἱστοριων
αἰχμαλωτους ναυς , και ἀνελκυσαντες αὐτας ἐθεραπευον , ὡστε τοις Καρχηδονιοις μη μονον ἀκουστον , ἀλλα και θεωρητον ποιησαι το
9999941 ῥητορικως
δοκει γε σοι ὡς ἐγω λεγω . Ὠ μακαριε , ῥητορικως γαρ με ἐπιχειρεις ἐλεγχειν , ὡσπερ οἱ ἐν τοις
ἰατρος ἰατρικος . και τα ἐπιρρηματα γραμματικως , πολιτικως , ῥητορικως , σοφιστικως , ποιητικως , μουσικως , ἀστρονομικως ,
9999941 ἐπλευσε
δακρυοεσσαν Ἰλιωι πευκαν ; ἐνθεν ὀλομενον σκαφος συναρμοσας ὁ Πριαμιδας ἐπλευσε βαρβαρωι πλαται ταν ἐμαν ἐφ ' ἑστιαν [ ἐπι
εὐθυς ἐπι Σαμου : ἐκειθεν δε λαβων των νεων εἰκοσιν ἐπλευσε της Καριας εἰς τον Κεραμικον κολπον . ἐκειθεν δε
9999940 ἀπηνες
αὐτῳ , οἱα και Παρθενοπαιῳ καλουμενῳ , ἀλλα ὠμον και ἀπηνες και χαλεπον , ἐτι δε και γοργον ὀμμα ἐχων
, ἐριῳ δε μαλακῳ λεπτῳ σκεπειν : ἐπει γαρ ἐστιν ἀπηνες το ξυλον , το ἐριον περιτιθεμενον αὐτῳ ὡς μαλαγμα
9999940 ποιησῃς
: και ἠν μεν ἐπιξυων την ῥωγμην ἐξελῃς και ἀφανεα ποιησῃς , φλασις μεν γεγενηται του ὀστεου ἠ μαλλον ἠ
και προξενησῃς και δωσῃς διπλας ὁδους , ἀντι του μη ποιησῃς ἀπελθειν με κενον και παλιν ἐλθειν προς σε .
9999940 τετμησθωσαν
αἱ του ΑΒΓ τριγωνου πλευραι αἱ ΑΒ , ΑΓ ἀναλογον τετμησθωσαν , ὡς ἡ ΒΔ προς την ΔΑ , οὑτως
ἀνεσταμενη πυραμις μειζον ἐστιν ἠ το ἡμισυ του κωνου . τετμησθωσαν αἱ ΕΖ , ΖΗ , ΗΘ , ΘΕ περιφερειαι
9999940 συνηθη
. οἱ δε Δωριεις , ἁπερ τοις Ἀττικοις ἐπι δοτικην συνηθη , ταυτα ἐπι γενικην μεταγουσι , μεμφομαι σου λεγοντες
ὀλιγων ὁμου και σπουδαιων προς ἐκεινας ῥηματων ἐπιλαθομενοι , ταυτα συνηθη τοις ἐρα - σταις . τουτων οὐδεν ἐγω ποιησαι
9999940 ἐλαχες
' ἀνθος ἐχει καθαρον . Ὠνθρωπ ' , εἰ γνωμης ἐλαχες μερος ὡσπερ ἀνοιης και σωφρων οὑτως ὡσπερ ἀφρων ἐγενου
ἀνδρι φερειν κρεσσονες : οἰκοθεν ματευε . ποτιφορον δε κοσμον ἐλαχες γλυκυ τι γαρυεμεν . παλαιαισι δ ' ἐν ἀρεταις
9999940 διηνεγκαν
ὠτων αὐτοις ὁ λεγομενος Ἡρακλειος δεσμος . μετα δε τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι
ταις ὁδοιποριαις παρα σταδια διακοσια ἐστιν ὁτε τοις ἑκατον σταδιοις διηνεγκαν ἀλληλων ἀνθρωποι τῳ ταχει , ἀμφοτεροι και νεοι ὀντες
9999940 ἐλυσατο
αὐτοι λεγουσι Ἀβδηριται , λεγοντες ἐμοιγε οὐδαμως πιστα , πρωτον ἐλυσατο την ζωνην φευγων ἐξ Ἀθηνεων ὀπισω , ὡς ἐν
: πενητος θυγατηρ και πλουσιου υἱος ἐγενοντο ὑπο λῃσταις : ἐλυσατο ἀμφοτερους ὁ πλουσιος : μετα ταυτα ἐβιασατο ὁ του
9999940 γνωμονες
ἑτεροσκιοι τυγχανουσιν ὀντες : οὐδεποτε γαρ κατ ' αὐτους οἱ γνωμονες ἐν ταις μεσημβριαις οὐτε ἀσκιοι γινονται οὐτε τας σκιας
παραδειγματα δε τα Πλατωνος και Δημοσθενους : οὑτοι γαρ ἀριστοι γνωμονες των τοιουτων . Ὁτι ἐν τοις ἀδοξοις και φερουσιν
9999940 μυρια
των ἐντος του Ταυρου προς ἀνισχοντα ἡλιον , εἰςενεγκαι δε μυρια ταλαντα και ὁμηρους εἰκοσι παραδουναι , τον τε Ἀννιβαν
τα ἀλλα πλην αὐτο , ὡστε το ὀν ἀναμφισβητητως αὐ μυρια ἐπι μυριοις οὐκ ἐστι , και τἀλλα δη καθ
9999940 σοφωτατοι
. . : ᾠδη και στροφη κωλων ιβʹ . ὠ σοφωτατοι θεαται : τουτο . . . καταληκτικων , ὡν
ἐστι , και ἐλεγχος ἐστιν ἀκριβης . . Το μαρτυρες σοφωτατοι ἀντι του : το γαρ συνεχως λεχθεν λεγεται και
9999940 βουλευτικη
. περι ταυτα δε ἡ ἐπιστημη , ἡ δε φρονησις βουλευτικη και οὐκ ἐστιν ἐπιστημη . ἐπει δε συμπεραινομενος και
. πας γαρ ὁ προαιρουμενος βουλευομενος προαιρειται . διο και βουλευτικη ὀρεξις ἡ προαιρεσις καθ ' αὑτην ἀποδιδοται . πως
9999939 κρινοιτο
γινεται δε και δια κακιαν : ὡς ἀν εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας : προειληπται γαρ ἡ κρισις : ὁτι καταψηφιουνται
: γινεται δε και δια κακιαν , ὡς εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας , προειληπται γαρ κρισις , ὁτι καταψηφιουνται αὐτου
9999939 ἠρεσεν
και τουτον προσκαλεισθαι , ἱνα φαγῃ συκα . ἀνασταντος δε ἠρεσεν αὐτους ἀπο της συκης χεσαι ἀνωθεν . βιαζομενος οὐν
ἐτι εἰς την τοιαυτην χρησιν ἐξηυρημενοι . ὡς δ ' ἠρεσεν αὐτοις ὑστερον , και τους ἁλας προσαγουσιν . οἱς
9999939 ἀπορῃ
σημαινει το βοηθειν , ἡ βοηθουσα ἑαυτην : ὁποταν γαρ ἀπορῃ τροφης , τους ἑαυτης ποδας ἐκλειχουσα τον καιρον διανυει
ἀγοραν ἰδειν εὐοψον εὐπορουντι μεν ἡδιστον , ἀν δ ' ἀπορῃ τις ἀθλιωτατον . ὁ γουν Κορυδος ἀκλητος , ὡς
9999939 ἐψηφισαντο
γνωμην ἐσχον παραδουναι Ῥωμαιοις την ἡγεμονιαν ἐφ ' οἱς προτερον ἐψηφισαντο . και παρησαν ἀπο πασης πολεως οἱ προχειρισθεντες συν
ἐξεδωκε τοις δικασταις , οἱ παθοντες ἀφεσιν αὐτῳ του ἐγκληματος ἐψηφισαντο . ἀφεθεις Ἀπολλοδωρος οὐκ ἐς μακραν την τυραννιδα κατεσχε
9999939 Ἀριστωνι
το παραυτικα . Ὁ δε παις ηὐξετο , και τῳ Ἀριστωνι το εἰρημενον μετεμελε : παιδα γαρ τον Δημαρητον ἐς
το εἰδος καλλιστην ὑπο Ἑλενης γενεσθαι , ταυτην ἀγαγομενῳ τῳ Ἀριστωνι ἐγενετο υἱος Δημαρατος ἐν μονοις μησιν ἑπτα : και
9999939 ἀναγκαζομεθα
των ὀδυνων ἠ τας μαλακιας των πασχοντων , οὑς θεραπευειν ἀναγκαζομεθα , μηδε βραχυτατης ὀδυνης ἀνασχεσθαι δυναμενους , τα ναρκωτικα
, οὐκ ἐπιτρεποντες δε ἀλλοις ἁ μη ἐπισταμεθα πραττειν , ἀναγκαζομεθα ἁμαρτανειν αὐτοι πραττοντες . διο παντα ἀνθρωπον χρη φευγειν
9999939 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999939 βραχεν
' ἁλων : ἀδιαντον μεθ ' ἁλων : ὀροβινον ἀλευρον βραχεν οὐρῳ παιδος ἀφθορου και ἀναληφθεν πισσῃ και κηρῳ και
ἐν ὀξει ἑφθην ἠ ὀροβινον ἀλευρον ἐν οὐρῳ ἀφθορου παιδοϲ βραχεν και ἀναληφθεν πιϲϲῃ και κηρῳ ἐν ἐλαιῳ τετηκοϲιν ἠ
9999939 πιονες
Ἡβας γαμῳ : σκορπιοι τε ποικιλοι σαυροι τε , γλαυκοι πιονες . Νουμηνιος ἐν Ἁλιευτικῳ : ὑκην ἠ καλλιχθυν ,
ἐχει . Φυσις μεν αὐτεῃσι σπογγωδης , ἀραιαι μεν και πιονες , και ἐστιν οὐτε σαρκια ἰκελα τῳ ἀλλῳ σωματι
9999939 γινομεθα
ἐκινηθημεν ἐξειπειν μετα πονου , ἐξ ἀγαπης των ἀποκαλυφθεντων ἡμιν γινομεθα ὑμιν κοινωνοι . Οἱς ἐντυχοντες και ἀκουσαντες μετα σπουδης
δε κιθαρισται . οὑτω δη και τα δικαια πραττοντες δικαιοι γινομεθα και τα σωφρονα σωφρονες και τα ἀνδρεια ἀνδρειοι .
9999938 ἐδειτο
ἡ παρεισοδος γενοιτο τοις ὑγροις . εἰ δε και φυσικης ἐδειτο σκεπης , αὐταρκες ἠν μονας τας εὐρυχωριας ὑμενι διαπεφραχθαι
τον Καισαρα . Λεπιδος δ ' αὐτοις ἀπιουσιν ἠπειλει και ἐδειτο και των σημειων εἰχετο και οὐ μεθησειν ἐλεγε ,
9999938 παρεσκευαζε
ἠλευθερου ὁπλα τε και τοξα τους ἐν ἀστει παντας ἐργαζεσθαι παρεσκευαζε και συμμαχους και ὡς τινας συνελεγεν Κλαυδιον τε Μαρκελλον
εἰς τους πιθους ἐφερε τον οἰνον : ἡ δε τροφην παρεσκευαζε τοις τρυγωσι και ἐνεχει ποτον αὐτοις πρεσβυτερον οἰνον και
9999938 ἐπεταξε
' ἐπιβουλην . πιστευσας δε τοις γεγραμμενοις τον μεν Ἱππολυτον ἐπεταξε φευγειν , αὐτος δε τῳ Ποσειδωνι ἀρας ἐθετο ,
Ἀλεξανδρος δε σατραπην μεν Συριᾳ τῃ κοιλῃ Μενωνα τον Κερδιμμα ἐπεταξε δους αὐτῳ εἰς φυλακην της χωρας τους των ξυμμαχων
9999938 αἰσθανομεθα
τα ἀλλα ὁσα ζῳου παθη εἰρηται . Ἀλλα πως ἡμεις αἰσθανομεθα ; Ἠ , ὁτι οὐκ ἀπηλλαγημεν του τοιουτου ζῳου
ἐν αὐτῳ διαφορας , τουτο ἀνωθεν ἀναλαβοντες ἀκριβεστερον ἐπισκεψομεθα . αἰσθανομεθα τοινυν οὐ μονον το λευκον του μελανος διαφερον ,
9999938 μεγαλοπρεπη
της Λητους μυθος . ποιει τε ἡδονην και ἀστεϊσμος . μεγαλοπρεπη δε ποιησεις την διηγησιν ὑψηλῃ φρασει και διῃρμενῃ και
οὑτος χρηματα τῃ Λακεδαιμονι , ἀπεπεμψαν αὐτον οἰκαδε προπομπην δοντες μεγαλοπρεπη . ἐκ δε τουτου ἠδη μεν ἐτη ἐγεγονει ἀμφι
9999938 ἐρασθεισαν
τον ὀνον τον ἀγαπηθεντα νυν γενομενον ἀνθρωπον ὑπερτρυφαν και την ἐρασθεισαν ὑπεροραν : και δειπνω συν αὐτῃ και πολυ ἐκ
, Ἀργυραν δε εἰναι μεν των ἐν θαλασσῃ νυμφων , ἐρασθεισαν δε αὐτην Σελεμνου φοιταν τε ὡς αὐτον φασιν ἐκ
9999938 θερμαντικη
. ἁπασης μεν οὐν πιμελης δυναμις ἐστιν ὑγραντικη τε και θερμαντικη των ἀνθρωπινων σωματων : αἱ δε καθ ' ἑκαστην
σπερμα πλατυ , φυλλωδες , ὁ καλειται μαγυδαρις : ῥιζα θερμαντικη , φυσωδης , ἐρευγικη , ἀναξηραντικη , δυσπεπτος ,
9999938 πεποιησθω
ΓΘΔ , και ὁ ἡλιος προ μεσου ἡμερας την τροπην πεποιησθω . Λεγω , ὁτι μεσου ἡμερας ἐσται ἐν τῳ
ἰσημερια . Ὁ γαρ ἡλιος ἐν τινι ἡμερᾳ ἀνατολην μεν πεποιησθω κατα το Θ , δυσιν δε κατα το Κ
9999938 Εὐρυλοχου
τους ἐν ταις Κρηναις Ἀκαρνανας φυλαττοντας και τους μετ ' Εὐρυλοχου Πελοποννησιους ἐς την πολιν : την ἑαυτων δηλονοτι .
. ὑστερον δε και αὐτη ἀπεδημησεν εἰς Θεσσαλιαν , ἐνθα Εὐρυλοχου τινος ἠ Ἀριστονικου ἠρασθη , παρ ' ᾡ και
9999937 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999937 Εὐβουλιδης
Ἀνδροκυδης δε ὁ Πυθαγορικος ὁ περι των συμβολων γραψας και Εὐβουλιδης και Νεανθης , οἱ τα κατα τον ἀνδρα ἀναγραψαντες
ἀνεψιου γαρ Ἁγνιου παις ἐστιν : ὁ γαρ πατηρ αὐτου Εὐβουλιδης ἀνεψιος ἠν Ἁγνιᾳ , οὑ ἐστιν ὁ κληρος .
9999937 τετρακισχιλιοι
, ἀνδρες φημι και γυναικες και παιδες , ἐγγυς που τετρακισχιλιοι : ἐληφθησαν δε και αἰχμαλωτοι ὀλιγῳ πλειους πεντακισμυριων ,
δε , ὡς μεν οἱ πολλοι , το μιλιον ὀκτασταδιον τετρακισχιλιοι ἀν εἰεν σταδιοι και ἐπ ' αὐτοις διακοσιοι ὀγδοηκοντα
9999937 παρεθεμεθα
ἐν τῃ ἀγραφῳ , ὡστε δια πολλας αἰτιας , ἁς παρεθεμεθα , μονη παρα τας ἀλλας ταυτην ἐκληρωσατο την προσηγοριαν
συκοφαντα : και ταυτα μεν ἀπο της των ἀρχαιων παρασκευης παρεθεμεθα : δεικτεον δε και ἐν πλασματι του νομοθετου την
9999937 διφρυγες
ψιμυθιου , ἠ Λημνιαν σφραγιδα , ἠ σινωπιδα , ἠ διφρυγες . Εἰ δε στενοχωρια γενοιτο βιαιοτερα , ναρδινη ἐστω
κρητικου ἠτοι ἀγριου δαυκου . δακρυον ἀρωματικον ἠτοι ἐφορβιον . διφρυγες ἠτοι συρικα την κολοφωνιαν . δαμασωνιον ἠτοι χαμαικισσον ἠ
9999937 ἐντεροιϲ
μη ϲφοδρα πολλη δοθειη , την δε παρακειμενην ἐν τοιϲ ἐντεροιϲ κοιλιᾳ τε και ϲτομαχῳ χολην ἀγουϲα . ἁρμοζει δε
. Ἁλατια ὑπακτικα κενουντα το παρακειμενον ἐν τῃ γαϲτρι και ἐντεροιϲ φλεγμα και τουϲ λοιπουϲ χυμουϲ : καθαιρει μετριωϲ και
9999937 Πατροκλης
της Ἰνδικης ἐπι την Ὑρκανιαν : ὁτι δε δυνατον , Πατροκλης εἰρηκε . : Φησι δε και εὐπλουν εἰναι και
Ἰνδικης δυνατον , ὡς φησιν ὁ των τοπων ἡγησαμενος τουτων Πατροκλης . : Οὐχ ὁμολογουσι δ ' ὁτι περιεπλευσαν τινες
9999937 φλυαρια
αὐτου ἁδος , ἡ εὐφροσυνη : και ἐστι λεσχη ἡ φλυαρια , και κατα συνθεσιν γινεται ἀδολεσχος , ὁ ἐν
ὁτι ἀλλως ἑνεκα λογου ἐλεγετο , ἠν δε παιδια και φλυαρια ὡς ἀληθως ; ἐπιθυμω δ ' ἐγωγ ' ἐπισκεψασθαι
9999937 κρατιστῳ
των βαρυτερων ἀθλων , εἰ ὁ στεφανος ἐδιδοτο μη τῳ κρατιστῳ , ἀλλα τῳ διαπραξαμενῳ ; οὐδεις ἀν ποτ '
ἡ τοτε ἠν του Οὐολουσκων ἐθνους ἐπιφανεστατη τε κἀν τῳ κρατιστῳ μαλιστα τοπῳ κειμενη . στρατοπεδευσας δε πλησιον της πολεως
9999937 θετο
, διπλην . , . περι δε τρυφαλειαν ἀειρας κρατι θετο βριαρηνὁτι ἀναλαβων την ἀσπιδα μετα ταυτα ἐπι πασι την
' Ἀφροδιτης , τον παρος οὐκ ἐποθησεν , ἐνι κραδιῃ θετο πασῃ . πειθεο και συ , φιλη , μη
9999937 διεξοδοι
ϲυϲταϲεϲι καρπων ἡτε εἰϲ το ϲωμα προϲθεϲιϲ παχεια αἱ τε διεξοδοι βραδυτεραι και μαλιϲθ ' ὁταν ἐχωϲιν ἐν ἑαυτοιϲ χυμον
τελος εἰναι τον δηλουμενον νουν , οὑ χαριν αἱ μακραι διεξοδοι τε και ῥησεις ὑπο λογιων ἀνδρων εἰωθασι γινεσθαι .
9999937 ἀνθεα
λελειμμενος ἐρχεαι οἰων , ἀλλα πολυ πρωτος νεμεαι τερεν ' ἀνθεα ποιης μακρα βιβας , πρωτος δε ῥοας ποταμων ἀφικανεις
Πλατων οὐ γραψε , δυω ἐγενοντο Πλατωνες : Σωκρατικων ὀαρων ἀνθεα παντα φερω . ἀλλα νοθον μ ' ἐτελεσσε Παναιτιος

Back