Ἐτι τα πολυσυλλαβα παρωνυμα : εὐπατριδης ἑπταποδης . το δε ἐθελοντης ἀπο του ἐθελοντος , και ἑκοντης ἀπο του ἑκοντος
ὑπερ ὡν ἐδοξας ἠδικησθαι δικας λαμβανε . δωσω δ ' ἐθελοντης ἐγω : δουλον ἀπο ταυτης ἀναγραφε της ἡμερας ,
9999983 πλακουντα
; ἐμοι μεν μετα το πλουτειν δευτερον . παρετεθη τριπους πλακουντα χρηστον , ὠ πολυτιμητοι θεοι , ἐχων ἐν ἀργυρῳ
ὀφεις και ἀλλα τινα ἑρπετα , κατεχουσι † τινες † πλακουντα και ῥιπτουσιν ἐπι το ἐκφυγειν . και μετα την
9999983 κοινοτης
των ἀρχων ποιοτης , ἀναφαινεται τις αὑτη του παθους ἑτερα κοινοτης , ἡν ἐκεινοι παρηκαν : εἰ δ ' ἡ
ὀντος και εὐμισητου , του ἀνεπαχθως ποιησαι μεθοδοι τρεις : κοινοτης λογου , ἀναγκης προσποιησις , προσωπου ὑπαλλαγη . Τουτων
9999982 συλλογιστικον
ἀσυλλογιστον ἀρκει το ποτε μη συναγειν , προς δε το συλλογιστικον οὐκ ἀρκει το ποτε συναγειν ἀλλα μονον το ἀει
φησιν , ἀναγκαιως το τι ἐστι και ὁ ὁρισμος κατα συλλογιστικον οὑτω σχημα συναγεσθαι , ὡς μειζων δια μεσου συναπτομενος
9999981 ἐθελοις
σκευαστον ὁλον γενος . Τιθημι , ἐφη . Ἠ και ἐθελοις ἀν αὐτο φαναι , ἠν δ ' ἐγω ,
. Ἐχε δη προς Διος : ἀρ ' οὐκ ἀν ἐθελοις περι ἑκαστον τρια νοειν ; Πως λεγεις ; Ἑν
9999981 σωφρονισμον
Σπαρτης νικης γνωρισματα . Κρισαιον δε κολπον , και Κορινθιων σωφρονισμον , και καρτεριας ἐπι της ἑσπερας και καθ '
χρησμοις : ἁτε γαρ παιδευτικος ὠν και προς νουθεσιαν και σωφρονισμον ἑτοιμοτατος των οἱων τε νουθετεισθαι και σωφρονιζεσθαι παντα της
9999981 φιλονεικος
την θηραν ὁ Ἐρως αὐτῳ , και , ἁτε δη φιλονεικος θεος , ἀντιταττομενον ἰδων και βεβουλευμενον , ὡς ᾠετο
τουτο . ἀνδρων : ἀνθρωπων . Δυσμαχος : ἀπιστος , φιλονεικος , δυστυχης , δυσπειθης κατα του διηγεισθαι . ἀτρεκεεσσι
9999980 ἀσπαραγον
δυναμιν ἐχουσι λεπτυντικην τε και ἐκφρακτικην : διο και τον ἀσπαραγον του ἀσφοδελου τοις ἰκτεριωσι διδοασι τινες ὡς μεγιστον ἰαμα
τε και ἑφθην , σισαρον , ἀνδραχνην , ἀρνογλωσσον , ἀσπαραγον | ἀγριον : των δε ἀπο ταμειου ἐλαιας κολυμβαδας
9999980 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999980 διαιρετικην
διαιρεσεως μεμνηται ἐν τῳ Σοφιστῃ τῳ διαλογῳ λεγων την δε διαιρετικην μεθοδον οὐδεν ἐγκαυχησεται φυγον : και γαρ οὐδεν ἐκφευγει
συγγραμμα εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους . ἰστεον ὁτι εἰς την διαιρετικην χρησιμευει οὑτως : ὡσπερ ἐν τοις ἐξω ἐστι το
9999980 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999980 κομισαντος
ἀρχην ἀπ ' ἐκεινου αὐθις Λυκαονες ὠνομασθησαν , Οἰνωτρου δε κομισαντος αὐτους εἰς Ἰταλιαν Οἰνωτροι χρονον τινα ἐκληθησαν . μαρτυρει
δε περι Σωκρατους και ὁσα ἐντυχων τῳ συγγραμματι εἰποι , κομισαντος Εὐριπιδου καθα φησιν Ἀριστων , ἐν τῳ περι Σωκρατους
9999980 ἐπαναβεβηκος
και συστατικαι και διαιρετικαι , διοτι ἐχουσι τι προ αὐτων ἐπαναβεβηκος : αἱ μεν γαρ ἐναντιαι διαιρετικαι του ζῳου ,
. και την μεν οὐσιαν φασι γενικωτατον γενος , καθο ἐπαναβεβηκος τι αὐτης οὐκ ἐστιν ἑτερον γενος , εἰδικωτατον δε
9999980 μελαινης
, ὡς προειρηται . ἠμαρ ] ἡμεραν . μελαγχιμου ] μελαινης . μυριας πολλης . βραβευς ] ἡγεμων . στυφλους
θεαμασιν ζωσαν γραφην ἐφαινε , χρωμα δ ' ὀμμασιν λευκον μελαινης ἐργον ἀντηυγει σκιας . ἀλλη δ ' ἐγυμνου καλλιχειρας
9999980 δωδεκατον
ἐτεσι του βιου : δευτερον , ἑκτον , ἐννατον , δωδεκατον , συν τουτοις της εἰκοσαδος πρωτιστον , δευτερον σαρανταδος
δε μη , ὑδωρ θερμον καταχειν . Ὀφθαλμων , σποδιου δωδεκατον , κροκου πεμπτον , πυρηνος ἑν , ψιμυθιου ἑν
9999980 τετραπλασιων
δε τριπλασιων τετραπλασιοι ἀποσῳζοντες την αὐτων εὐταξιαν , και ἐκ τετραπλασιων πενταπλασιοι και ἀει οἱ ἑπομενοι λογοι ἐκ των ἡγουμενων
ἐαν ὠσι δυο ἀριθμοι ὡν ὁ μειζων του ἐλασσονος ἐστι τετραπλασιων παρα μοναδα , ὁ ὑπ ' αὐτων προσλαβων τον
9999980 θαυμαστος
ῥᾳστα ἐπι το ἀκροτατον ἀναβησῃ και εὐδαιμονησεις και γαμησεις και θαυμαστος πασι δοξεις , ἐγω σοι φρασω : ἱκανον γαρ
εἰκοτως , και δοκων και ῥητωρ ἀριστος εἰναι και ἀνηρ θαυμαστος , κατεβη μαλα σεμνως . ἀναστας δ ' ἐγω
9999980 κινδυνευοντων
' ὁμοιον πεισομεθα ὡσπερ ἀν εἰ τινες σωματων ἐν νηι κινδυνευοντων ἀγωνιωντες και φοβουμενοι περι αὐτων , εἰθ ' ἑτεραν
συναγαγειν ἐπεταξεν . ἀοπλος ἠν ὁ βιος : ὁπλα των κινδυνευοντων προὐβαλετο . ἱππων χρησιν οὐκ ἠπιστατο : μεριζει πρωτη
9999980 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999980 νοσουντα
Πανι , κτημα δε τερπνον πασιν ἀνθρωποις , ὁ και νοσουντα ἰασεται , και λυπουμενον παραμυθησεται , τον ἐρασθεντα ἀναμνησει
μαλιστα εἰ παραληφθειη οὐκ ἀπο του ὑγιαινοντος τοπου ἐπι τα νοσουντα , τοτε γαρ ἐπισυρεται , ἀλλ ' ἀπο του
9999980 μακαριον
κατασκευαζει δε το θειον εἰναι την εὐδαιμονιαν και ἀριστον και μακαριον ἐκ του ἀθλον εἰναι της ἀρετης . δια σπουδης
ὠ Δαματερ : Ὁτι ἁπλως και ἀσυνηθως κατεχρησατο ἀντι του μακαριον : εἰ μη ἀρα παιζει , οἱον νεκρου βιον
9999980 φυλακτικον
την ἀντιπαλον ἀλλοτριοτητα : το μεν οὐν ὁμοιον ἐστι και φυλακτικον του παραπλησιου , το δ ' ἀνομοιον και φθαρτικον
οἰκειον και ἀλλοτριον θαυμαστον και τῳ συνανθρωπιζον οἰκουρον εἰναι και φυλακτικον του των εὐ δρωντων βιου παντων περιττοτατον : ὡν
9999980 διδαχθεις
τον πατερα των ὁλων ἀνειθην ὑπ ' αὐτου δυναμωθεις και διδαχθεις του παντος την φυσιν και την μεγιστην θεαν ,
Ἀττικης ἀφικομενου τον τε καρπον λαμβανει τον ἡμερον και οἰκισαι διδαχθεις πολιν Ἀροην ὠνομασεν ἐπι τῃ ἐργασιᾳ της γης .
9999980 θαυμασαντος
εἰ ῥιγοι ἐφη : ” οὐ ” . του δε θαυμασαντος ἀντηρωτησεν ὁ Σκυθης εἰ ἐκεινος το μετωπον ῥιγοι :
, ὁς ὑπερκυψας το Ταϋγετον ἀπο του Εὐρωτα πιεται : θαυμασαντος δ ' ἐκεινου και φησαντος : πως δ '
9999979 μεταλλα
κρεων , ὡς Αἰσχυλος . Γ ὠνησομαι μεταλλα : ὠνησομαι μεταλλα ἀργυριου και χρυσιου , ὡστε προσοδους ἐχειν την πολιν
διατροφην τῃ πολει αὐξοι ἀν , ἀλλα πολυανθρωπιας περι τα μεταλλα ἁθροιζομενης και ἀπ ' ἀγορας της ἐκει και ἀπ
9999979 καθαρτηριον
ὁλως λαβειν φαρμακον ὑπηλατον . μετα δε το ληφθηναι το καθαρτηριον συμφερει της πτισανης ἐπιρροφειν , ὡς φησιν Ἱπποκρατης :
νιτρου και λιβανωτου βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν
9999979 μηνιδος
του ἐνατου ἐτους ἠρξατο , ἐπει τα προ της Ἀχιλλεως μηνιδος ἠν ἀτονωτερα και πραξεις οὐκ ἐχοντα λαμπρας οὐδ '
θεους συναπτειν αὐτας δυναται . Και δη και αἱ της μηνιδος ἐξιλασεις ἐσονται σαφεις , ἐαν την μηνιν των θεων
9999979 δοξαντα
ἐμερισω τῃ μεν το πρακτεον σκοπων , τῃ δε τα δοξαντα νυκτωρ ἀγων εἰς περας ; οὐ δεξια σοι προσεστι
. Οἰδα , ἐφη , κἀμαυτον οὐ προ πολλου θεωρησαι δοξαντα ὑπο μεν ἡλιου ἀλειφεσθαι , λουεσθαι δ ' ὑπο
9999979 τραχειαι
και της ἀκμης συνεργα : οἱον ἐννοιαι μεν και λεξεις τραχειαι γενοιντ ' ἀν και ἀκμαιαι , κωλα δε τραχεα
ζῳον εἰσι και αὑται διαφορον : αἱ μεν γαρ αὐτων τραχειαι πεφυκασιν , αἱ δε λειαι πανυ : και τας
9999979 κολον
φησι αὐτοις πεπονθεναι το ἡπαρ και την κυστιν και το κολον : ἀνατμηθεντων γαρ αὐτων διεφθαρμενα πως εὑρισκεται ταυτα τα
κοιλια , πυλωρος , δωδεκαδακτυλον , λεπτον , τυφλον , κολον , νηστις , ἀρχον και ἀπευθυσμενον . ἐκ τουτων
9999979 κηρυκος
ἀνεστη : δει γαρ αὐτον ὑποστησασθαι καθημενον , του δε κηρυκος παλαιστας καλεσαντος ἀνισταμενον . . οἰοισιν μ ' ἱπποισι
ἀρα , ὡς λογος , Ἀλεξανδρος Ἀχιλλεα , ὁτι Ὁμηρου κηρυκος ἐς την ἐπειτα μνημην ἐτυχε . και μεντοι και
9999979 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999979 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999979 φιλοτης
προς τῳ γηρᾳ δυστυχουντων . Ἰσχυρον ἡ ἀληθεια . Ἰσοτης φιλοτης . Ἰχθυν νηχεσθαι διδασκεις : ὡς το : Ἀετον
, φιλοβαρβιτον , ἡδυν , ἀλυπον . οὐ ποτε σου φιλοτης γηρασεται οὐδε θανειται , ἐς τ ' ἀν ὑδωρ
9999979 τετραπλευρου
ΘΖΒ , ἡ δε ὑπο ΒΑΕ ἰση ἐστιν τῃ ἐκτος τετραπλευρου τῃ ὑπο ΒΖΗ : και ἡ ὑπο ΘΖΒ ἀρα
. ἠχθω ἀπο του Α σημειου ἐπι το του ΜΓΥΟ τετραπλευρου ἐπιπεδον καθετος ἡ ΑΨ και συμβαλλετω τῳ ἐπιπεδῳ κατα
9999979 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999979 ἀκολουθουντων
ἐμπτωσεως , και ἀναπληρωσεων και μονων , και παραλλαξεων , ἀκολουθουντων παντων ἀλληλοις , τῳ γαρ μεγιστῳ διαφορῳ των ἀποστηματων
την ἀναφοραν . ἠ οὑτως . αἱρεσις ἐστι συστημα δογματων ἀκολουθουντων ἀλληλοις τε και τοις φαινομενοις ἠ νομιζομενων ἀκολουθειν .
9999979 ἀφαιρεθεντων
δ ' ἀν ἐπικνισθῃ τεταρταια πεττεται : τουτων δ ' ἀφαιρεθεντων παλιν ἀλλα φυεται και ἀλλα και ἐκ του αὐτου
αὐ παντων ἐπιγνωμονας εἰναι και ἐπιμελητας των νομοφυλακων , πεντε ἀφαιρεθεντων των πρεσβυτερων , τους ἑξης δωδεκα . Περι δε
9999978 Κρατης
μελιτι κεχρισμενοι . ” Ἀριστοφανης δ ' ὁ γραμματικος και Κρατης τα ἐξ ἀφρυκτων κριθων οὑτω φασιν ὀνο - μαζεσθαι
αὐτος γεγονως ἐκ του οὐρανιου αἱματος ἁμα τῃ Ἀφροδιτῃ . Κρατης δ ' ὁ Ἀρκας εἰπων : πομπιλος , ὁν
9999978 ἀναλαμβανει
ὑμιν και ταυτῃ , της πρωην ἁψαμενος διηγησεως . εἰτα ἀναλαμβανει τα προειρημενα και οἱονει ἀναγνωρισμον ποιειται της Αἰγυπτου ,
λοιπον συνεχεται , και το λειπομενον της φυσικης δυναμεως αὐθις ἀναλαμβανει και ἀναζωπυρει , και ἑτεραν αὐθις ἀποθησαυριζει της γης
9999978 ἀποθεν
ἐστι νησος Εὐβοιας . . . . ἀπῳδον : το ἀποθεν της ᾠδης . και ἀπῳδως ἐπιρρημα . το α
οὐσα του συνηρμοσθαι ὁ βουλεται , της ἀπο προθεσεως το ἀποθεν δηλουσης . οὑτως Μεθοδιος , . , , .
9999978 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999978 Ἀργειφοντης
ἁλων , οὑτω και παρα το ἀργοφοντης ἀργεφοντης , και Ἀργειφοντης πλεονασμῳ του ι ὁμοιως και το ἀνδροφοντης ἀνδρεφοντης και
α , προειρηται . Φ : Λητω δε προσεειπε διακτορος Ἀργειφοντης : . Φ : Λητω : Τυραννιων περισπᾳ ,
9999978 στρατιωτικου
ιηʹ . οὐκ ἀξιουντες δε προτερον εἰ μη τους ἀπο στρατιωτικου γενους , ὑστερον δε ἐπιλειψαντων και του ἐθους διαλυθεντος
του “ εὐδιας ” . και γυλιου στρατιωτικου : πλεγματος στρατιωτικου σκευοφορου ἐπιμηκους εἰς ὀξυ ληγοντος προς το μη καταγνυσθαι
9999978 πυριαν
δηξεωϲ του ϲτομαχου ἐκπνευματωϲεων ὀξει ἀφεψηϲαντεϲ κυμινον και γληχωνα ϲπογγοιϲ πυριαν τον ϲτομαχον , ἐνιοτε δε και ϲτυπτηριαν ἐπιπαϲϲομεν τῳ
δε του σωματος , ἐπι πλεον , ἐαν ἀνεχωνται , πυριαν δια σπογγων , και καταπλασμασι χρηστεον ἀλευρῳ τε καθαρῳ
9999978 γεγραφθαι
τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον ἀρχηθεν τον ἀξιουντα κτεινειν τους μοιχους .
και προκαταστασις γενησεται της διηγησεως , ὁτι μητε ἐκεινον ἐχρην γεγραφθαι τον νομον τον περι των χρηματων και ὁτι τουτον
9999978 καταπλαττομενη
ἰϲχυρωϲ τε ἁμα και ἀδηκτωϲ . τραυματα οὐν τα μεγιϲτα καταπλαττομενη κολλᾳ , κἀν νευρα ἐπιτεμνομενα τυχῃ , και ταϲ
' ὀλιγον . ἐξωθεν οὐν δια τε μαρϲιππων πυριουμενη και καταπλαττομενη ξηραινειν πεφυκεν . Κεδροϲ ἡ τε θαμνωδηϲ ὁμοια ταιϲ
9999978 βοης
μεν πραχθεν βεβαιως οὐκ εἰδως , ὑπο δε της παντοθεν βοης ταραττομενος . Οἱ μεν γαρ ἐφασαν την συγκλητον ὑπο
πολεμου ἐπελθοντος τοις Ἀθηναιοις ἐχρησεν αὐτοις ὁ θεος , μετα βοης ἐπιθεσθαι τοις πολεμιοις : οἱ δε τουτο ποιησαντες ἐνικησαν
9999978 περιεποιησατο
συμπεριφοραις κεχαρισμεναις τοις ὑποτεταγμενοις χρωμενος μεγαλην εὐνοιαν ἐν τοις στρατιωταις περιεποιησατο . παντες γαρ της εὐεργεσιας χαριν ἀποδιδοντες ἐν ταις
στρατιωτικους μισθους και μεταδιδους τοις πενησι της εὐποριας δυναμιν ἀξιολογον περιεποιησατο . ἐκτραπεις δε εἰς ὠμοτητα και πλεονεξιαν εἰσεπραττετο τους
9999978 τραχεις
την ἐαρινην ἰσημεριαν , συνεχεις ἐσονται χαλαζαι . οἱ δε τραχεις τοποι μαλλον οἰσουσι καρπον . ὁ δε ἐνιαυτος ἐσται
ἀναπεπταμενοις τοποις , ἀλλα και εἰς ὑψηλους και δασεις και τραχεις , ἐφ ' ᾡ συν ἐλασιᾳ τουτους διαβαινειν ,
9999978 τελευτησαι
αὐτον ἐπιγαμιαν ἐποιησατο . ἀλλ ' ἐπει συνεβη τον Λουκιον τελευτησαι , μενοντων τῃ Λουκιλλῃ των της βασιλειας συμβολων Πομπηιανῳ
κελευειν τους παιδας βολβιτοις καταπλαττειν : οὑτω δη κατατεινομενον δευτεραιον τελευτησαι και ταφηναι ἐν τῃ ἀγορᾳ . Νεανθης δ '
9999978 κολποις
σης . “ Σφραγισασα δε την ἐπιστολην ἀπεκρυψεν ἐν τοις κολποις και ὁτε ἐδει λοιπον ἀναγεσθαι και ταις τριηρεσι παντας
θεριζουσι και περι την ἁλω τας διατριβας ἐπεποιητο και τοις κολποις της γης την ἑαυτου τροφην ἐθησαυριζεν , οἱα προμηθεστερος
9999978 κομιζοντων
ἐκλεγομενος των σωματων τα χρησιμωτατα , οὐκ ὀλιγα δε των κομιζοντων τους ἐκ της νησου καρπους κατηγαγεν εἰς την πατριδα
εἰτα ἐπουλωθεντα , ἀπετυφλωσε τα στοματα των εἰς την μητραν κομιζοντων το αἱμα ἀγγειων , αἱτινες και ἀνιατοι εἰσιν :
9999978 Ὀλυνθιων
Κερκυραιον λεγοντα ὑπερ ἑαυτου , ταυτα αὐτος ὁ Δημοσθενης ὑπερ Ὀλυνθιων λεγει , συνιστας μη ἀν ἐτι την του Φιλιππου
καταπληξαμενος τους πολεμιους προσεταξεν ὑποταγηναι Λακεδαιμονιοις . ἐγγραφεντων δε των Ὀλυνθιων εἰς την των Σπαρτιατων συμμαχιαν , πολλαι και των
9999978 πεπλανημαι
, και εἰπεν : Αὑτη μεν ἐστιν ἡ πολις , πεπλανημαι δε την ὁδον . Και παλιν ὑπεστρεψεν εἰς την
ἐστι βλεπειν , . , . , . Ἀλαλημαι : πεπλανημαι : ἀλλ ' αὐτως ἀλαλημαι ἀν ' εὐρυπυλες Ἀϊδος
9999978 ἀμυντηριον
δακνοντα την ψυχην ἐπεστρεψεν αὐτην μηδενος ὀλιγωρειν , ὀργη τε ἀμυντηριον ὁπλον [ ἡ ] μεγαλα πολλους ὠφελησε , και
: εἰς πονον των ὀδοντων . ἀρκος ὀδοντων : ὡς ἀμυντηριον , ἀποσοβησιν . ἀλγος : γραφεται ἑρκος . Ναι
9999978 Λακωνικος
. οὐδε γαρ ἐκεινος , οὑ νυν ἐμνησθην , ὁ Λακωνικος τιμηθεις ὑπο του χρησμου εἰ τον Πυθιον αὐτος ἀντεκοσμησεν
Εὐβοιᾳ και Σαλαμινι ναυμαχησαντες , οὐδε σφας καταλογος συμμαχων ἐχει Λακωνικος ἠ Ἀττικος . ὑστερησαν δε και ἐργου του Πλαταιασι
9999978 γραφομενα
† ὑειος καρα και χρυσειος σταυρος δια της ει διφθογγου γραφομενα , . , . + . . . Ἀμβροσιην
αὐτον οἰμωγων τε ἀφορμαι και δακρυων , ὡν ἐπι τα γραφομενα ῥει τα πλειω . Καλως σοι τεθρηνηται τἀμα κακα
9999978 χαλκος
μεταφορας της στηλης : στηλη δε ἐστιν ἠ λιθος ἠ χαλκος ἐν ἐπιμηκει τετραγωνῳ σχηματι , ἐν ᾑ ἐγγεγραπται ἡ
γυναιξιν ἐσχατον : ἐνθα δε οἱ κειμηλια κειτο ἀνακτος , χαλκος τε χρυσος τε πολυκμητος τε σιδηρος . ἐνθα δε
9999978 φυλακων
της θηρας ὡς οἱ πολεμιοις νυκτωρ ἐφισταμενοι και εἰ των φυλακων κρατησαιεν ἐπ ' αὐτην ἰοντες εὐθαρσως την ἀκροπολιν και
, και ἐκελευον σφας δεχεσθαι . Βαρυνομενοι δε ὑπο των φυλακων και ἐρωτωμενοι τινες εἰεν , ἐφασαν ὁτι κατα προσταξιν
9999978 ἀναφερομενη
ἐστιν ἡ χρηστη ὑλη ἀπο του στομαχου εἰς τον ἐγκεφαλον ἀναφερομενη και ἡ μαλλον ὑγροτερα και μετριως θερμοτερα ἐστι .
δακνωδης θερμασια , ὡς δι ' ἠθμου τινος ἠ κοσκινου ἀναφερομενη . διαγνους οὐν τους ὑπο αἱματος κινουμενους πυρετους εὐθυς
9999978 ῥητορειαν
ἠν οὐτε τιμωριας ὑπευθυνος . ἀτοπον οὐν την σωσασαν ὑμας ῥητορειαν μηδεν πλεον κερδαναι της ἡσυχιας . τις δε οἰδε
οὐδε κατα την Ἱππιου γενεολογιαν , οὐδε κατα την Γοργιου ῥητορειαν , οὐδε κατα την Θρασυμαχου ἀδικιαν , οὐδε κατ
9999978 ἀριστολοχιαν
σμυρναν ξηραν ἐπιπασσε και μη βρεχε ἠ ἀλοην ξηραν ἠ ἀριστολοχιαν τριψας μεθ ' ὑδατος , ἠ λιβανωτον και σμυρνην
χαλβανην , εἰτα κινων σπαθῃ προσβαλε την μαννην και την ἀριστολοχιαν και ἑψε , ἑως ἀν συστραφῃ . ἀρας δε
9999978 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999978 ἀναγιγνωσκειν
ἀρετας συνηγεν , και προς αὐτον εἰποντος ” ὡρα σοι ἀναγιγνωσκειν τον προς Λεπτινην „ „ σοι μεν οὐν ”
. ταυτας τας ἐπιστολας εὑροντες [ συναγαγοντες ] ἐκκλησιαν φανερως ἀναγιγνωσκειν ἠξιουν . αἱ μεν ἀλλαι γυναικων ἠσαν ἱκετειαι και
9999978 προαιρετικην
πιθανον γε εἰναι δοκει ἰσοταχεις εἰναι τους πλανητας κατα την προαιρετικην πορειαν , ἀλλα και ὠκυτεραν εἰναι την των ὑψηλοτερων
' αὐτου δια την ἐμπεριοχην , κινειται δε και ἑτεραν προαιρετικην , καθ ' ἡν [ και ] ἀλλοτε ἀλλα
9999978 φειδωλιας
, ἀτιμον ⌈ , μωρον . ὡν . . . φειδωλιας ] ἁπερ ⌈ ποιουσιν ἐκεινοι [ ἐκεινοι ποιουσι ]
, νουνεχεις ὀντας . νουν ] φρονησιν . ὑπο της φειδωλιας ] ⌈ ἀντι του εἰπειν [ παρ ' ὑπονοιαν
9999978 κινδυνευοντες
τα θηρια ἐκτεινον , ὡς μητε ζητουντες πονειν μητε αὐ κινδυνευοντες , ἁτε ἀσθενη και δεδουλωμενα : ὁμοιως δε ἀφῃρουντο
τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ ; και μην οὑτοι μεν οὐδεν οὐδενι κινδυνευοντες ἰδιας ἐχθρας ἑνεκα ταυτα ποιουσιν , ἡμεις δε παντας
9999978 θερμοτητος
εἰς το τικτειν λιθους και πηγνυσθαι ἑτοιμως ὑπο της ἐμφυτου θερμοτητος . προς την παχυτητα οὐν δει ἐνιστασθαι μαλλον δια
ἀρτηρια δια σκληροτητα . και χρεια μεν ἠ πλεονεξια ἑπεται θερμοτητος , ἠ δαπανη του ψυχικου συναυξεται πνευματος , οὐχ
9999978 νομιζομενην
και την Δωριδα , μητροπολιν δε των ἐν Πελοποννησῳ Δρυοπων νομιζομενην . της δ ' Οἰταιας και ὁ Ἀκυφας ἐστι
ἡ των Θηβαιων πολις , τοτ ' εἰς την ἀπορθητον νομιζομενην εἰναι Λακεδαιμονιων χωραν εἰσεβαλον , κατ ' ἐκεινους τους
9999978 φιλοτησιαν
, και οἰνον ἐγχεοντων ἐς τας προβοσκιδας οἱ δε την φιλοτησιαν οὐκ ἀναινονται . Τον ἰχθυν τον ἐλλοπα ἱερον ἰχθυν
Πλατωνα τον των ῥητορων πατερα και διδασκαλον ἀναγκαιον ἠν ὡσπερ φιλοτησιαν προλαβοντα ἀντιπληρωσασθαι . δεχοιτο δε γενναιως , ὁτι και
9999978 κουφοτητος
λεαινομενα και συνεκπυρουμενα και παλιν ἀντικαοντα φερομενα δ ' ὑπο κουφοτητος ἀνω προς τας της κεφαλης αἰσθησεις και τεμνοντα δριμεα
ἠ προς τον μετεωροτερον και καθαρωτερον ἀνερχεσθαι τοπον , ἁτε κουφοτητος μετεχουσας , τι πλεον ἡμιν ; ὡν γαρ μητ
9999978 πρακτικης
γυμναζεσθαι και καταχρηστικως ἐκφερεται ἐπι πασης παιδειας λογικης τε και πρακτικης : και γυμναζομαι τις εἰπων οὐ τουτο ἁπλως ἐρει
ἀγαθον και κακον : της δε θεωρητικης διανοιας και μη πρακτικης ἐργον ἐστιν ἡ ἀληθεια και το ψευδος . και
9999978 δανεισασθαι
ἐν τῳ προς Λεπτινην : ” λεγονται οἱ τριακοντα χρηματα δανεισασθαι παρα Λακεδαιμονιων ἐπι τους ἐν Πειραιει . ” εἰθ
παλαιας ἐκεινης εὐδαιμονιας Ἀλκιβιαδης και το λεγονται χρηματα οἱ τριακοντα δανεισασθαι και ὁσα τοιαυτα . Ἀλλα σχηματα μεν ταυτα λαμπροτητος
9999978 ἀκροπολεως
των πολιορκουντων ἀπεκτεινον και κατετραυματιζον , συνεργον ἐχοντες την της ἀκροπολεως ὀχυροτητα : ὡς δ ' ἡ μεν των ἀναγκαιων
τοις δε πιστοτεροις ἐν τῳ μικροτερῳ τροχῳ και προς της ἀκροπολεως μαλλον ὀντι διετετακτο ἡ φρουρα , τοις δε παντων
9999978 μνημονικον
ἀνεγιγνωσκον , πλειστα δε ἐς μνημην ἀνελεγοντο : το τοι μνημονικον ἑκατοντουτης γενομενος και ὑπερ τον Σιμωνιδην ἐρρωτο , και
τουτο των ἐν τῳ λογῳ μερων ταττομεν . ἐστι δε μνημονικον ποιειν ἐν κεφαλαιῳ ἠ διαλογιζομενον ἠ ἀπολογιζομενον περι των
9999978 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999977 μαχομενην
φιλονεικων , την περι ὑμας ὀψεται δοξαν μετα ἀληθειας αὐτῳ μαχομενην και νικηθηναι μηδαμου δυναμενην : εἰ δε ἀκων μεν
μη ἁρμοττει ἠ ὁ κατηγορουμενος , την δε ἀποφασιν ἁτε μαχομενην τῃ καταφασει ψευδεσθαι μεν ἐφ ' ὡν ἐκεινη ἀληθης
9999977 τεταρτημοριον
δε ὁ ΖΕΗ , και ἐστω το μετα τον αἰγοκερω τεταρτημοριον το ΓΕ . Λεγω , ὁτι , ὁταν ὁ
κεντρον της σεληνης ἀει ἐλαβεν ἀπεχον του ἀπογειου του ἀκριβους τεταρτημοριον ἐγγιστα , τουτεστιν περι Ϙε μοιρας , ἱνα λαβῃ
9999977 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999977 γεγενημενης
ὁρους αὐτων , νυνι δ ' ἐρημου της πλειστης χωρας γεγενημενης και των κατοικιων και μαλιστα των πολεων ἠφανισμενων ,
ποσον ἰατρικης ψαυσασιν . Της των ῥαφων διαστασεως ἐκ ῥευματισμου γεγενημενης , τα πρωτα ἐργα γινεσθω ὁσα εἰρηται ἐπι των
9999977 βεβαιοις
της τε δυναμεως ἐνδεα πραξαι της τε γνωμης μηδε τοις βεβαιοις πιστευσαι των τε δεινων μηδεποτε οἰεσθαι ἀπολυθησεσθαι . και
γραφη # εσθαι τε [ ἀκολουθον ] ? τοις [ βεβαιοις ] της ? διανοητικης ? ? [ ] ?
9999977 ἀκρατης
ἀκρασια καταγινεται , ὁ ἁπλως , ἠτοι ὁ κυριως , ἀκρατης τις ἐστιν ; οὐδεις γαρ ἐχει πασας τας ἀκρασιας
ὑπο της αἰσχρας ἐπιθυμιας ἡττωμενος . Ὀπισθεν εἰπεν ὁτι ὁ ἀκρατης οὐκ ἐπιστημην ἐχει ἀλλα δοξαν . εἰ γαρ εἰχεν
9999977 ἀνδρικως
ἐξειραντες ] ἐκβαλοντες . σκεψομεσθα : ἐπιγνωσομεθα , πολυπραγμονησομεν . ἀνδρικως δε ἀντι του ἀνεπικωλυτως , ἁτε της γλωσσης προεξῃρημενης
ὑγιη τα μελη . ἐπιδεξιον κατα παν μελος και βλεποντα ἀνδρικως . ὁρωντ ' ἀλκαν : βλεποντα ἀνδρικως . Αἰαντειον
9999977 μετωνομασαν
. εὐθυ δε βασιλεα κατεστησαν τον Φιλιππου υἱον Ἀρριδαιον και μετωνομασαν Φιλιππον , ἐπιμελητην δε της βασιλειας Περδικκαν , ᾡ
„ δεξαμενοι τον οἰωνον οἱ Τυρρηνοι τουτον ἁλουσαν την πολιν μετωνομασαν . ἡ δε οὑτω λαμπρα και ἐπιφανης πολις νυν
9999977 Ταυρομενιτης
μασσαι ὠνομασται . . , , . : Τιμαιος ὁ Ταυρομενιτης τους ἐμβαλλοντας ποταμους εἰς την Ἀτλαντικην δια της Κελτικης
τους περιπατους ἐν τοις ἰχθυσι . Τιμαιος δ ' ὁ Ταυρομενιτης και Ἀριστοτελη τον φιλοσοφον ὀψοφαγον φησι γεγονεναι . και
9999977 τραχειαν
ἐκμελη , ἀμελη , ἀναγωγον , ἀπειθη , δυσκαμπη , τραχειαν , διεσπασμενην , ἀηδη , λυπηραν , βραγχωδη ,
. διο και Ἡσιοδος εἰκοτως την προς ἀρετην φερουσαν ὁδον τραχειαν προσειπεν . την του κατορθωσαι ἐπιτυχιαν . κεκρυμμενον .
9999977 ἀνακως
ἐχειν λεγουσιν : και Ἀνακας ἐντευθεν τους Διοσκουρους , ὁτι ἀνακως αὐτοις ἐχρησαντο δια την Ἑλενην τας Ἀφιδνας ἐκπορθουντες .
. Σχοινους λαβων ἀνειρε τα κρεα . Και τας θυρας ἀνακως ἐχειν . παιδες γεροντες μειρακια παλλακια . αὐτη δ
9999977 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999977 κομιζομενοι
το πλειστον της χωρας ἐλαιαις καταφυτον , ἐξ ἡς παμπληθη κομιζομενοι καρπον ἐπωλουν εἰς Καρχηδονα : οὐπω γαρ κατ '
τινες των ὀγκων οἱον προσηρτημενοι εὑρισκονται και εὐμετακινητοι και ῥᾳδιως κομιζομενοι , τινες δε προσφυεις και δυσμετακινητοι και προσοχης δεομενοι
9999977 ἐπικρατουσαν
ἀρτον ἠ κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐπικρατουσαν ἑκαστῳ διαθεσιν . ὀστρακοις των ὀνομαζομενων ἰδιων ὀστρεων κεκαυμενοις
κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐν ἑκαστῳ ἐπικρατουσαν διαθεσιν . ἡ δ ' ἀγρια προς μεν τας
9999977 ἐναρμονιος
χρωματος διαιρεσιν : τετταρων δ ' οὐσων παρυπατων ἡ μεν ἐναρμονιος ἰδιος ἐστι της ἁρμονιας , αἱ δε τρεις κοιναι
ἡμας ἐφηφθαι των ὀξυτερων συστηματων . αἱ δε μετα ταυτην ἐναρμονιος χρωματικη τε και διατονος δι ' ἁς προειπομεν αἰτιας
9999977 παρεδιδοσαν
της γε μουσικης κατειληφοτες ὡς ἀναγκαιοτατον αὐτην μαθημα τοις ἐκγονοις παρεδιδοσαν . και τουτου μαρτυς ὁ της ἀρχαιας κωμῳδιας ποιητης
ἀοριστον δυαδα των ὀντων ἀρχας εἰναι λεγοντες και τελεσιουργους αὐτας παρεδιδοσαν , ἐκ μεν του ἑνος τἀγαθον ἐφηκειν τοις πασιν
9999977 συλλαμβανων
προσωπα , και ἀποτεινομενος τις ἐρει προς τινα ὑμας , συλλαμβανων παλιν και το παρον προσωπον και τα ἀποντα .
αἰλουρος τουτο γνους ἡκεν ἐνταυθα και καθ ' ἑκαστον αὐτων συλλαμβανων κατησθιεν . οἱ δε καθ ' ἑκαστην ἑαυτους ἀναλισκομενους
9999977 βραχειαν
δι ' αὐτης της Σεληνης . εὑρεθεισα γαρ ἐν τροπικῳ βραχειαν την ὁδον της φυγης και βραδεως ὁδευσαντα και οὐ
και στυψιν . ὁ καρπος δε και ὁ φλοιος οὐ βραχειαν στυψιν προσειληφασι μετα του λεπτομερους και ῥυπτικου . και
9999977 Ἡροδοτος
ὁ ταυτης ἐν βιῳ ἐφευρετης ; Κλειω δ ' ἱστοριας Ἡροδοτος , Θαλεια κωμῳδιας Μενανδρος , Μελπομενη τραγῳδιας Εὐριπιδης ,
εἰρηκεν : και την κυνην ἐχειν με κυρβασιαν ἐρεις : Ἡροδοτος δε και κιταριν . το δε των ἐφηβων φορημα
9999977 νομικαι
γαρ κοινωνειν δοκει . Ἰστεον δε , ὁτι πασαι αἱ νομικαι μονοειδεις εἰσιν , ὡσπερ αἱ τε ἀντιθετικαι και ἡ
ἁπλως τα γεγραμμενα : καιτοι οὐ παντων νομιμων . Ὁμως νομικαι καλουνται τῳ τον νομον κυριωτατον και τιμιωτατον ἐν τοις
9999977 τετραφαρμακον
δε τραυματι μηδεν των λιπαινοντων φαρμακων προσφερειν , οἱον το τετραφαρμακον ἐστιν : ἀκριβως γαρ δειται ξηραινεσθαι . μη οὐσης
ὑδατι θερμῳ ποτιμῳ ἠ ὑδρελαιῳ , αὐτῳ δε τῳ ἑλκει τετραφαρμακον ἐπιτιθεντα , ἠ το Μακεδονικον ἠ την του Ἀζανιτου
9999977 διχοθεν
και Ζελφας , διεξοδικης ἑρμηνειας , ἱνα το λογικον αὐτῳ διχοθεν συνερανιζηται προς τελειωσιν , ἐκ τε της κατα διανοιαν
ὁσαι βαθειαι διαφυσεις . κατεθεωντο δε και τας πολεις ἐρυμνοτατας διχοθεν , ἐκ τε τοπικης περι την θεσιν εὐκαιριας και
9999977 ἀγνοουμενης
ἡ προκοπη τουτου δοξῃ γεγονεναι κατα τους ὑστερον χρονους , ἀγνοουμενης της κατα την νεοτητα περι τα καλλιστα των ἐπιτηδευματων
συνεβη την Ἰταλιαν πασαν φιλοσοφων ἀνδρων ἐμπλησθηναι και , προτερον ἀγνοουμενης αὐτης , ὑστερον δια Πυθαγοραν Μεγαλην Ἑλλαδα κληθηναι ,
9999977 ἀνανδριαν
ἐνιοις ὑμων ἀν μοι δοκει , ἐξ ὡν αἰσχυνην και ἀνανδριαν και παντα τα αἰσχιστ ' ὠφληκοτες ἀν ἠμεν δημοσιᾳ
' ὑπατοι περιεωρων τα γινομενα μεχρι πολλου , δι ' ἀνανδριαν μεν ἠ μαλακιαν οὐδεμιανἀμφοτεροι γαρ εὐψυχοι τε και φιλοπολεμοι

Back