ῥητωρ ἐλεγε τους φιλοσοφιας μεν ἀμελουντας , περι δε τα ἐγκυκλια μαθηματα γινομενους ὁμοιους εἰναι τοις μνηστηρσιν , οἱ Πηνελοπην
: ὡσπερ γαρ οἰκιας ἀρχαι πυλωνες , και ἀρετης τα ἐγκυκλια προπαιδευματα . τελειος δ ' ἀριθμος ὁ δωδεκα ,
9999959 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999952 Ὀλυμπιονικην
των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και αὐτη παιδα Ὀλυμπιων ἀγωνιστην
, ἠγουν την συνηθειαν , τιμα και τον ἀνδρα τον Ὀλυμπιονικην , τον εὑροντα ἀρετην , ἀντι του εὐφημιαν ἑνεκα
9999950 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999949 ῥητορικως
δοκει γε σοι ὡς ἐγω λεγω . Ὠ μακαριε , ῥητορικως γαρ με ἐπιχειρεις ἐλεγχειν , ὡσπερ οἱ ἐν τοις
ἰατρος ἰατρικος . και τα ἐπιρρηματα γραμματικως , πολιτικως , ῥητορικως , σοφιστικως , ποιητικως , μουσικως , ἀστρονομικως ,
9999949 κατελιπε
, των δε Ἀντιπατριστων λεγομενων , των δε Παναιτιαστων . κατελιπε δε και Θεοφραστος εἰς την τοιαυτην συνοδον χρηματα ,
Ἀριαραθης βασιλευει καθ ' ἑαυτον , και μεταλλασσων τον βιον κατελιπε την βασιλειαν Ἀριαραθῃ τῳ υἱῳ , νηπιῳ παντελως ὀντι
9999947 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999947 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999946 ναρδοσταχυος
και προλειωσας ἐν θυιᾳ ἱκανως μετ ' οἰνου ὀλιγου , ναρδοσταχυος γραμματα β . φυλλου ἠ κασιας γραμμα α .
στʹ . κασσιας , κινναμωμου ἀνα γο . στʹ . ναρδοσταχυος , σμυρνης ἀνα γο . δʹ . κροκου ἑξαγια
9999945 πελια
τους βουβωνας και τα σκελεα και τας ἰγνυας : και πελια γινεται , και ὀλιγον ποτε χρονον ῥᾳων δοκεει εἰναι
ἀχροιαι ὁλου του ϲωματοϲ , ὑπνοι βαρειϲ , τα οὐρα πελια και μολιϲ ἐκπορευομενα , οἰδηματα περι τα αἰδοια γινονται
9999945 διεξοδοι
ϲυϲταϲεϲι καρπων ἡτε εἰϲ το ϲωμα προϲθεϲιϲ παχεια αἱ τε διεξοδοι βραδυτεραι και μαλιϲθ ' ὁταν ἐχωϲιν ἐν ἑαυτοιϲ χυμον
τελος εἰναι τον δηλουμενον νουν , οὑ χαριν αἱ μακραι διεξοδοι τε και ῥησεις ὑπο λογιων ἀνδρων εἰωθασι γινεσθαι .
9999944 ἀπηνες
αὐτῳ , οἱα και Παρθενοπαιῳ καλουμενῳ , ἀλλα ὠμον και ἀπηνες και χαλεπον , ἐτι δε και γοργον ὀμμα ἐχων
, ἐριῳ δε μαλακῳ λεπτῳ σκεπειν : ἐπει γαρ ἐστιν ἀπηνες το ξυλον , το ἐριον περιτιθεμενον αὐτῳ ὡς μαλαγμα
9999944 θυγατερες
ταις νηστειαις εὐφροσυνας . οὐχ ὁρᾳς ὁτι και πεντε Σαλπααδ θυγατερες , ἁς ἀλληγορουντες αἰσθησεις εἰναι φαμεν , ἐκ του
] Ἀριστοδημου παιδες ἁτε ὀντες και αὐτοι διδυμοι λαμβανουσι , θυγατερες δε ἠσαν Θερσανδρου του Ἀγαμηδιδα , βασιλευοντος μεν Κλεωναιων
9999943 τελευτησω
γιγνεται ἡ ἐν Περσαις βασιλεια : ὁταν δ ' ἐγω τελευτησω , δηλον ὁτι Κυρου , ἐαν ζῃ . και
ὁ βιος ταχεως ἐπιλειψῃ , ἀντι του , ἐαν μη τελευτησω , ἀλλα ζω , συν τῳ ταχει τεθριππῳ παραγεγονως
9999943 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999942 Αἰθιοπων
. το ἐθνικον Μερμησσιος και Μερμησσευς . Μεροη , πολις Αἰθιοπων . Ἡροδοτος δευτερᾳ . ἀπο Μεροης . ἐστι και
και Φοινικων θεοτευκτων . Τῳ δ ' ὑπο Θρηικιων και Αἰθιοπων κλιμα κειται . Τῳ δ ' ὑποκειθ ' Ἑλλας
9999942 ἰδιωτικως
λεγομενους κολλικας . φασι δε κολλαβους και τα της μουσικης ἰδιωτικως λεγομενα καβαλια . Θ . ἐπαινω : Οὐ βουλομαι
διακεκοσμηκως . ὁ γαρ ἰδων ταυτα μη φαυλως μηδ ' ἰδιωτικως , οὐδεις οὑτως ἀθεος ἀνθρωπων ποτε πεφυκεν , ὁς
9999942 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999941 παρεθεμεθα
ἐν τῃ ἀγραφῳ , ὡστε δια πολλας αἰτιας , ἁς παρεθεμεθα , μονη παρα τας ἀλλας ταυτην ἐκληρωσατο την προσηγοριαν
συκοφαντα : και ταυτα μεν ἀπο της των ἀρχαιων παρασκευης παρεθεμεθα : δεικτεον δε και ἐν πλασματι του νομοθετου την
9999941 θυγατρασι
παντα τον χρονον διατριβην ἀφθαρτον ἐν τῃ θαλασσῃ συν ταις θυγατρασι του Νηρεως ταις θαλασσιαις . * δη . *
αὑται νομον θεμεναι σφισι αὐτῃσι ὁρκους ἐπηλασαν και παρεδοσαν τῃσι θυγατρασι μη κοτε ὁμοσιτησα τοισι ἀνδρασι μηδε οὐνοματι βωσαι τον
9999941 κυκλικως
κατακεχρηται τῳ στιχῳ . . η . . δ οὐ κυκλικως το δεκτῃ ὀνομαστικως δ ' ἀκουει ὁ κυκλικος το
ὁτι οἱ μεν τραγικοι τετραγωνως ἱσταντο , οἱ δε διθυραμβοποιοι κυκλικως . ᾀσματοκαμπτας ] τους ποιουντας ᾀσματα σκολια , τους
9999941 ἀπελογειτο
ἐπι σφισι της αἰτιας . ἐπειδη δ ' οὐδεις οὐκετι ἀπελογειτο , ἀνεδωκαν οἱ δημαρχοι την ψηφον ταις φυλαις τιμημα
ταραχης εἰς την αὐλην , ὁ βασιλευς μεταπεμψαμενος τον ἀδελφον ἀπελογειτο μετα δακρυων , μη πιστευειν τῳ την βασιλειαν ἐπιχειρουντι
9999940 γνωμονες
ἑτεροσκιοι τυγχανουσιν ὀντες : οὐδεποτε γαρ κατ ' αὐτους οἱ γνωμονες ἐν ταις μεσημβριαις οὐτε ἀσκιοι γινονται οὐτε τας σκιας
παραδειγματα δε τα Πλατωνος και Δημοσθενους : οὑτοι γαρ ἀριστοι γνωμονες των τοιουτων . Ὁτι ἐν τοις ἀδοξοις και φερουσιν
9999940 ἀποθανῃ
δηλονοτι ὁ καμνων , ταις ἰδιαις χερσιν , ἑως οὑ ἀποθανῃ εἰς τας χειρας αὐτου μαλασσομενος , θεραπευθησεται παντως ἀπο
. , : Πανηβοι Λιβυες , ὁταν αὐτοις ὁ βασιλευς ἀποθανῃ , το μεν σωμα κατορυττουσι , την δε κεφαλην
9999940 ἀπατεωνα
ἐποιησε και δια τουτο Δαρειος ὑπερ αὐτου φλαυρως ἐλεγεν , ἀπατεωνα λεγων και ἀνθρωπον κακιστον . . . . [
. ] . πλευμονα τε αὐτον ἐκαλει και ἀγραμματον και ἀπατεωνα και πορνην [ . . ] . . .
9999940 μηχανημα
οὐν ἀλλοις πλασμα τε ὁ λογος ἐδοκει και παρακρουσις και μηχανημα και δειν ἀπιστειν , ὁ δε ἐκ κιβωτιου τινος
και το της σαμβυκης : Ῥωμαικον δ ' ἐστι το μηχανημα . ὁτι ἡ μαγαδις παρα μεν Ἀνακρεοντι κιθαρα ἐστι
9999940 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999940 τεσσαρες
ὁλως το κακον και το ἀγαθον . οὑτοι δε οἱ τεσσαρες τροποι εἰς δυο ἀναφερονται τους καθολικωτατους , και τουτων
εὐνης . ἀμφιπολοι δ ' ἀρα τειος ἐνι μεγαροισι πενοντο τεσσαρες , αἱ οἱ δωμα κατα δρηστειραι ἐασι . γινονται
9999940 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999940 Ἀνδρομαχης
Μολοσσιαν ὀνομαζειν . Διο τον Αἰακιδην ὑπ ' αὐτης ὑπεκτεθηναι Ἀνδρομαχης , προς το , εἰ δια την ἀπαιδιαν Ἑρμιονης
, φησιν ὁ Ἀρισταρχος , προκαταχρησαμενος ὁ ποιητης τῳ της Ἀνδρομαχης προσωπῳ κατα την προς Ἑκτορος κοινολογιαν , ἀπεσχησθαι νυν
9999940 εἰργαζετο
Ἐρωτι , χαλεπῳ τυραννῳ , τας δυο μοιρας αὐτος σχεδον εἰργαζετο μονος , πλεονεκτων ἐν τοις πονοις ἡδεως , ἱνα
μεν Πολυγνωτος ἐγραφε τα μεγαλα , και ἐν τοις τελειοις εἰργαζετο τα ἀθλα : τα δε του Διονυσιου πλην του
9999939 λαμβανοιτο
ἐν πλειοσι και ἐν ἐλαττοσιν ἐνιαυτοις της αὐτης θεωρεισθαι : λαμβανοιτο δ ' ἀν ἐγγιστα ἀκριβως ἡ τοιαυτη ἀποκαταστασις ,
τον λογον , εἰτε ἀμφω του ὑποκειμενου κατα συμβεβηκος κατηγορουμενα λαμβανοιτο εἰτε το μεν ἑτερον του ὑποκειμενου και ἐν ᾡ
9999939 Ἀνθεστηρια
ὀψον θοἰματιον ἀπωλεσα . θυραζε , Καρες : οὐκετ ' Ἀνθεστηρια . ἀνδρος γεροντος αἱ γναθοι βακτηρια . ἀηδονες λεσχαισιν
' Ἀθηναιοις ἀγομενη Ἀνθεστηριωνος δωδεκατῃ . Φησι δε Ἀπολλοδωρος , Ἀνθεστηρια καλεισθαι κοινως την ὁλην ἑορτην Διονυσῳ ἀγομενην , κατα
9999939 παμπληθη
μεν ἐκπωματα , οὐκ ὀλιγον δε ἱματισμον , ἀλλην τε παμπληθη γαζαν , διαβαντας ἱκανον τοπον ἐπι την Ἐρυθραν τριταιους
τα βοσκηματα των Ἀκαρνανων σχεδον παντα ἠν , και ἐλαβε παμπληθη και βουκολια και ἱπποφορβια και ἀλλα παντοδαπα βοσκηματα και
9999939 μακαριοτητα
το βεβαιον ἐχουσιν , οὐκ ἀποβαλειται ὁ εὐδαιμων την προσουσαν μακαριοτητα δια τυχης μετακλισιν . ἀει γαρ ἠ μαλιστα παντων
. Ὡν ἡ σοφια παρασκευαζεται εἰς την του ὁλου βιου μακαριοτητα πολυ μεγιστον ἐστιν ἡ της φιλιας κτησις . Ἡ
9999939 συνελαβε
οὐκ ὀν : πλουσιος στρατηγος πενητος ἐχθρου παιδας ὡς προδιδοντας συνελαβε και τα ἑξης . ηʹ . Συγκατασκευαζομενος δε γινεται
: οἱον πλουσιος στρατηγος πενητος ἐχθρου παιδας τρεις ὡς προδιδοντας συνελαβε και τους μεν δυο μη ὁμολογησαντας ἐν ταις βασανοις
9999939 μειρακιωδες
γαρ σχηματιουμεν , φιλοτιμεισθαι δοξομεν , φιλοτιμια δε ἐν ἐπιστολῃ μειρακιωδες . κυκλον δε ἀποτορνευειν ἐν μεν ταις βραχυτεραις των
οὐν οὐκ ἐπιτηδειωςφρονιμωτατος δ ' ἀνθρωπων γενομενος διεβαλλεν αὐτο ὡς μειρακιωδες , ἱνα ὑπερεωρακως αὐτου μαλλον ἠ ἀπολειπομενος φαινοιτοτα δε
9999939 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999939 εἰσαγγελια
μη μεταλαβῃ το εʹ μερος των ψηφων . ἀλλη δε εἰσαγγελια ἐστι κατα των διαιτητων : εἰ γαρ τις ὑπο
προς Χαριδημον γενομενην και καταψηφισθεις , πεντε ταλαντοις ἐζημιωθη . εἰσαγγελια δε ἐστι κατηγορια δια τα ἀδικως ἠ κακως πεπραγμενα
9999938 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999938 ὑγια
ἱππῳ ξυμβαλων Παλαμηδης τε αὐτον ἐλεγξειε τῳ Τηλεμαχῳ οὐ φησιν ὑγια εἰναι , προθυμοτατα γαρ δη τον Ὀδυσσεα ἐς Αὐλιδα
ἐπιτεγγοντες το χωριον ἀνατρεφοντες τε το ὁλον σωμα δια ταχεων ὑγια τουτον τον ἀνθρωπον ἀπεφηναμεν : ὁθεν οὐδε τον ἐπι
9999938 ἐγχειρημα
, οὑτως , ἐκεινως , τουτο γινωσκων ὁτι ἑν καινον ἐγχειρημα , κἀν τολμηρον ᾐ , πολλων παλαιων ἐστι χρησιμωτερον
ἐμαυτου , ὁτι με προς την διανοιαν ταυτην και το ἐγχειρημα χρησιμον σαυτῳ νενομικας . μεχρι νυν μεν γαρ ,
9999937 βουλοιτο
πολλα ; εἰ μη ἀρα και τας στιγμας μοναδας εἰναι βουλοιτο και τετραχως αὐτων ὁρωμενων ἐκ πασων αὐτων ἀριθμους πλεκοι
ὁ σκοπος , ἀλλα μεταχωρειν δυναμενος : τις ἀν οὐν βουλοιτο εἰκῃ πλειονα ἐκβαλλειν βελη ; και γαρ το λεγομενον
9999937 Μελισσου
: το δε τελος περας . διο βελτιον οἰητεον Παρμενιδην Μελισσου εἰρηκεναι : ὁ μεν γαρ το ἀπειρον ὁλον φησιν
των τεσσαρων εἰναι τον ἀνθρωπον οὐ κατασκευαζουσι , τον δε Μελισσου λογον ὀρθουσιν ἡγουμενου μεν ἑν εἰναι και αὐτου τουτου
9999937 τεταρταιῳ
τῃ ἡμερῃ ταυτῃ , μακροτερον ξυμπιπτει . Ὁκοταν δε πυρεσσοντι τεταρταιῳ ἡ γλωσσα ἐκτεταραγμενα διαλεγηται , και ἡ κοιλιη χολωδεα
τεταρταιῳ . λεγει δε οὑτωϲ : ” πρωτον μεν τῳ τεταρταιῳ πυρετῳ διϲ ωὑτοϲ ἀνθρωποϲ οὐτε ἁλιϲκεται οὐτε ἑαλωκε που
9999937 ἐπηλυδες
ὁσοι τε την πολιν οἰκουμεν και ὁσοι ἐξ ἀλλοδαπης ἠσαν ἐπηλυδες , ἀξια πασα και ἡλικια , και θρηνωδεις χορους
' αὐξομενον καρπον λωβησηι ἀρουρης . Ἐστωσαν δ ' ὁμοτιμοι ἐπηλυδες ἐν πολιηταις : παντες γαρ πενιης πειρωμεθα της πολυπλαγκτου
9999937 βραχεν
' ἁλων : ἀδιαντον μεθ ' ἁλων : ὀροβινον ἀλευρον βραχεν οὐρῳ παιδος ἀφθορου και ἀναληφθεν πισσῃ και κηρῳ και
ἐν ὀξει ἑφθην ἠ ὀροβινον ἀλευρον ἐν οὐρῳ ἀφθορου παιδοϲ βραχεν και ἀναληφθεν πιϲϲῃ και κηρῳ ἐν ἐλαιῳ τετηκοϲιν ἠ
9999937 ἀγημα
ἐκπληξις : πηγη . θραυσις . κλαυσις . ἀπωλεια . ἀγημα : το προιον του βασιλεως ταγμα ἐλεφαντων και ἱππων
δε τους καλουμενους ἑταιρους ἐννακοσιους και το Πευκεστου και Ἀντιγενους ἀγημα , τριακοσιους ἐχον ἱππεις μιᾳ περιειλημμενους εἰλῃ , ἐπ
9999937 κατεληφθη
ἀλλ ' οὑτος ὑγιες οὐδεν ὡν φησιν λεγει , ἐπει κατεληφθη σου λαθραι πωλων τα σα . ἐγω ; κακως
ἐπ ' ἐκεινου μενει του ϲχηματοϲ , ἐφ ' οὑ κατεληφθη , οἱον ἱϲταμενοϲ ἠ καθημενοϲ ἠ μυων ἠ ἐμβλεπων
9999937 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999937 συγγραμμα
το ἐντελως μαθειν ἡμας τας πεντε φωνας τελος λαβειν το συγγραμμα , ἀλλ ' ἐπειδη προς εἰσαγομενους ἐποιειτο τον λογον
γεγραφασιν . . ἐνιοι μεν οὐν Πυθαγοραν μηδε ἑν καταλιπειν συγγραμμα φασι το δε φερομενον ὡς Πυθαγορου Λυσιδος ἐστι του
9999937 θερμαντικα
καθολου εἰπειν ἐν ταις δυναμεσι ταις εἰρημεναις ὁτι στυπτικα και θερμαντικα : τα ἀρωματα γαρ τα τοιαυτα φαρμακωδη . Ταυτα
και συνεχως ἐκτιτρωσκουσαις . τα θειωδη δε νευρων μαλακτικα και θερμαντικα και πονων παρηγορητικα , στομαχον δ ' ἐκθηλυνει και
9999937 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999937 ἐδωκεν
ἐναντιους . οἱ μεν ἐκομισαν , ὁ δε λαβων συνθημα ἐδωκεν Ἑρμην Φιλιον , ὡς τουτο προς τους ἐνδιδοντας αὐτῳ
χρυσιον εἰχε δουναι , ὁπως πεισῃ την Γαλατειαν . χρυσον ἐδωκεν : ἀντι του εἰχε δουναι τῃ Γαλατειᾳ εἰς το
9999936 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999936 ἀρνογλωσσου
του σελινου και ἠρυγγιου και της πενταφυλλου ῥιζης και του ἀρνογλωσσου της ῥιζης και των φυλλων και ἐτι μαλλον του
δενδρον , ἀναγαλλιδες , ἀνεμωναι πασαι , ἀριστολοχια μακρα , ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον ,
9999936 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999936 ἐνετειλατο
και Ἰσαακ και Ἰακωβ . Και εἰπων αὐτοις ταυτα , ἐνετειλατο αὐτοις λεγων : Θαψατε με εἰς Χεβρων . Και
ὑπερ ἡμας πορευομενος . μελλον ἐντειλεν : το μελλον ἐσεσθαι ἐνετειλατο , φησιν , ὁ Ἡλιος , ἱνα πρωτοι θυσωσι
9999936 παλλακιδα
οὐσης : ἐλευθεραν μεν οὐ δει γημαι , ἀλλα δουλην παλλακιδα μαλλον δει : και γαρ ὁ Ζυγος μοιχειαν ἐπιφερει
ἐπι σημειοις φαρμακων ὁ ἀριστευς ἐτελευτα μητρυιαν ἐχων και αἰχμαλωτον παλλακιδα και ἀντεγκαλουσιν ἀλληλαις : ἐνταυθα μονη ἡ βουλησις και
9999936 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999936 μιγνυμενη
δε ἡττον ἰαται τα παρισθμια και ἀντιαδας και γαργαρεωνα φλεγμαινοντα μιγνυμενη τῳ χυλῳ του ὀμφακος και καρυων λεμματων και κρανων
λυομενη . Τελλιναι ταριχηραι καυθειϲαι καυϲτικην ἐργαζονται τεφραν , ἡτιϲ μιγνυμενη κεδριᾳ των τριχων των βλεφαριτιδων ἐκ ῥιζηϲ ἐκτιλθειϲων ἐνϲταζομενη
9999936 γινομεθα
ἐκινηθημεν ἐξειπειν μετα πονου , ἐξ ἀγαπης των ἀποκαλυφθεντων ἡμιν γινομεθα ὑμιν κοινωνοι . Οἱς ἐντυχοντες και ἀκουσαντες μετα σπουδης
δε κιθαρισται . οὑτω δη και τα δικαια πραττοντες δικαιοι γινομεθα και τα σωφρονα σωφρονες και τα ἀνδρεια ἀνδρειοι .
9999936 αἰσθησεσι
μεν παντελως ἀμοιρα , μονοις δε μετεστι θεοις : ὡς αἰσθησεσι γε και ὁρμαις πολλων ἠδη ζῳων της ἀκριβειας και
ἐφη : της ἀνθρωπινης συγγενη φυσεως φυσιν ἀλλαις ἰδεαις και αἰσθησεσι κεραννυντες ὡσθ ' ἑτερον ζῳον εἰναι φυτευουσι τα ἡμερα
9999936 κρινοιτο
γινεται δε και δια κακιαν : ὡς ἀν εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας : προειληπται γαρ ἡ κρισις : ὁτι καταψηφιουνται
: γινεται δε και δια κακιαν , ὡς εἰ Πολυτιων κρινοιτο προαγωγειας , προειληπται γαρ κρισις , ὁτι καταψηφιουνται αὐτου
9999936 Σικελιωτης
μεν γαρ ἐστιν ὁ ἐξ αὐτης της Σικελιας ὠν , Σικελιωτης δε ὁ Σικελος μεν μη ὠν , την δε
ἐπι των τριων χρονων . Σικελος ὁ Σικελιας οἰκητηρ . Σικελιωτης δε ὁ ἐξ ἀλλοδαπης εἰς Σικελιαν ἀποικος ἐλθων .
9999936 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999936 βουλευτηρια
, βασιλευ : τουτο γαρ , τουτο ἐστιν ὁ τα βουλευτηρια κεκενωκε μαλιστα . ἰσως μεν γαρ τι και ἀλλο
ἁρμονιαν ἀπταιστον : ἀλλα πολιτικης και της περι δημους και βουλευτηρια παρασκευης ἡκεις ἐνδεης ὠν ; συ μεν και πεφωρακας
9999935 νεανικως
ἀνθρωπον . Τι οὐν προς τα ἀληθη και τα ὁμολογουμενα νεανικως ἀντιμαχεσθε , οἱ τα ἀφανη και τα ἀτοπα μαλα
κατα του ὑγιεινου : προσπιπτουσαι γαρ αἱ ἀγκυλαι τῳ χρωτι νεανικως τεινουσι τα πασχοντα , αἱ δ ' ἀρχαι ἀφισταμεναι
9999935 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999935 πελειαδα
στηρισθηναι αὐτας , ἀν διελθῃ αὐτων ἡ ναυς . προεηκε πελειαδα : ὁτι δια πελειαδος ἐπειρασαν οἱ Ἀργοναυται τας Συμπληγαδας
δυσευνητους δια τον φοβον του δρακοντος . παντροφον δε την πελειαδα φησιν , ὁτι παντα τα ὀρνεα ἁπαξ του ἐτους
9999935 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999935 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999935 αὐλια
και [ προς ] τοις μυροπωλιοις φιληδει , τα δε αὐλια ἐρημα , αἰγες δε ἐκειναι [ αἱ προτερον ]
και ἐνεργαζεται καρον μονον προσθιγουσα : παρεισι γουν ἐς τα αὐλια πολλακις , και ὁταν ἐντυχῃ τινι καθευδοντι προσελθουσα ἡσυχαζει
9999935 σκολοπας
δε ἐπιτεθεντες βελοτρωτοις ἐξαγουσι τας ἀκιδας των βελων , και σκολοπας και ἀκανθας και ὁσα τοιαυτα ἀποβαλλει . συν κηρῳ
μηδεμια φειδω τοις ἐθελουσι τεμνειν εἰς χαρακωματα και σταυρους και σκολοπας ταφροις και , ὁποτε δεοι , κλιμακων και πυργων
9999935 Πελοποννησιων
διηγουμενον πραγματα ἀρκουντως εἰπειν ὁ πολεμος οὑτος : ὁ των Πελοποννησιων ʃ λειπει το τοινυν : και ὁ πολεμος τοινυν
μυριασι δε ἑξ στρατιας των πολεμιων εἰσβεβληκοτων , και τουτων Πελοποννησιων , οὐδε γαρ τουτο φαυλον εἰς προσθηκην , ἀνθρωπων
9999935 κυδωνια
ὁλοκληροι . . . . . . κʹ και μηλα κυδωνια . . . . . κʹ ῥοδων ξηρων .
ταϲ ἐν τοιϲ πλοιοιϲ ἠ μηλα δεοι ἀν ὀϲφραινεϲθαι τα κυδωνια ἠ τον θυμον ἠ τον γληχωνα . δει δε
9999935 φιλημα
του φιληματος ὡσπερ σωματος και ἐφυλαττον ἀκριβως ὡς θησαυρον το φιλημα τηρων ἡδονης , ὁ πρωτον ἐστι γλυκυ . και
το γηρας προς το μη διωκειν ἐμε μετα το ἑν φιλημα . Δυσθηρατος δ ' εἰμι και ἱερακι και ἀετῳ
9999934 ἀμερες
πρωτων σωματων , ἀπαθη μεν ἐφυλαξεν αὐτα , το δε ἀμερες αὐτων παρειλετο , ὡς δια τουτο ὑπο του Ἀριστοτελους
ἐχει το ἀμερες και το ἀνυποστατον : το γαρ νυν ἀμερες λεγομενον ἁμα λεγομενον και νοουμενον παρεληλυθε και οὐκ ἐστι
9999934 φανεισα
ἐκ της Ταναγρας , ἐκελευσε κατ ' ὀναρ ἡ Δημητηρ φανεισα αὐτοις ἀκολουθησαι τῳ γινομενῳ ἠχῳ , και ὁπου ἀν
, οὐδ ' ἠν γενηται . Ῥαφη δε ἐν ἑλκει φανεισα , ὀστεου ψιλωθεντος , πανταχου της κεφαλης του ἑλκεος
9999934 ἀφειλατο
Τελεστην παιδα την ἡλικιαν , οὑ την κατα γενος βασιλειαν ἀφειλατο θειος ὠν και ἐπιτροπος Ἀγημων , ὁς ἠρξεν ἐτη
ἀληθους , ἀνηψε τῃ Διομηδους ψυχῃ φως και την ἀχλυν ἀφειλατο , ἠγουν την ἀγνωσιαν , ἡς παρουσης οὐχ ὁρᾳ
9999934 βλαπτουσα
δια των ἀρτηριων ἐπι παν το σωμα ἡπλωμενη , αἰσθητως βλαπτουσα την ἐνεργειαν . Ἡ δε οὐσια του πυρετου ἐστιν
ἐκ του παραυτικα τα νεα των σωμα - των φαινοιτο βλαπτουσα , λεληθοτως γουν κατα βραχυ της βλαβης αὐξανομενης ,
9999934 εὐβουλια
εὐβουλια και εὐστοχια . ὁτι δε οὐκ ἐστιν ἡ ἀγχινοια εὐβουλια , δηλον ἐκ του ὁρου της ἀγχινοιας . ἀγχινοια
ἐστιν ἀλλ ' ὁ θεωρητικος . ὀρθως οὐν ἀν ὁριζοιτο εὐβουλια μεν ἑξις στοχαστικη κατα τον λογισμον του ἀριστου ἀνθρωπῳ
9999934 ἀπειριᾳ
και το τοιουτον οἱον εἰ ἐστι τινα αὐτου ἐν τῃ ἀπειριᾳ φθαρτικα . ἀλλ ' εἰ τουτο ἐστιν ἀδηλον αὐτῳ
δυναστειαν ἠ τῳ μαχομενοι κρατειν . βαρβαρους δε οὑς νυν ἀπειριᾳ δεδιτε μαθειν χρη , ἐξ ὡν τε προηγωνισθε τοις
9999934 κρατιστῳ
των βαρυτερων ἀθλων , εἰ ὁ στεφανος ἐδιδοτο μη τῳ κρατιστῳ , ἀλλα τῳ διαπραξαμενῳ ; οὐδεις ἀν ποτ '
ἡ τοτε ἠν του Οὐολουσκων ἐθνους ἐπιφανεστατη τε κἀν τῳ κρατιστῳ μαλιστα τοπῳ κειμενη . στρατοπεδευσας δε πλησιον της πολεως
9999934 συμβουλευτικῳ
μαρτυς Δημοσθενης , ἐν οἱς μεν ἐγυμνασατο , πανυ εὐδοκιμωντῳ συμβουλευτικῳ φημι και δικανικῳ , ἐν δε τῳ πανηγυρικῳ του
ὁ Δημοσθενης ἡμιν κατα τον πολιτικον λογον ἐν τε τῳ συμβουλευτικῳ και δικανικῳ και ὁ Πλατων ἐν τῳ πεζῳ πανηγυρικῳ
9999934 εὐφορια
και ἰϲχυροτεροϲ ἐν ταιϲ ἐπαναϲταϲεϲι , και το παντων ἀϲφαλεϲτερον εὐφορια αὐτοιϲ παρακολουθοιη , αὑτη μεν ἡ ἀριϲτη κριϲιϲ ἐϲτιν
' ὁποταν ὠσι πεψεις τινες ἡγησαμεναι , και λοιπη τις εὐφορια περι τον καμνοντα , αἰφνης δ ' ἐπιστῃ ῥιγος
9999934 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999934 ἐδειτο
ἡ παρεισοδος γενοιτο τοις ὑγροις . εἰ δε και φυσικης ἐδειτο σκεπης , αὐταρκες ἠν μονας τας εὐρυχωριας ὑμενι διαπεφραχθαι
τον Καισαρα . Λεπιδος δ ' αὐτοις ἀπιουσιν ἠπειλει και ἐδειτο και των σημειων εἰχετο και οὐ μεθησειν ἐλεγε ,
9999934 ἀρσενικα
: οἱον , ναυπηγος : κλινοπηγος . Τα εἰς ις ἀρσενικα τε και θηλυκα ἐν τῃ συνθεσει ἀποβαλλει το σ
ἀπο των εἰς η θηλυκων εἰς ης γινομενα βαρυτονα [ ἀρσενικα ] μη ἐχοντα οὐδετερον εἰς ες εἰς την ου
9999934 θυγατερ
, ἀλλ ' ὁ Πρωτομαχος , και παιδας ποιησαμενος και θυγατερ ' ἐκδους : ὁς και τετελευτηκως ὁμως μαρτυρει τοις
ὑπερβιον [ ] ἰσχυν παμμαχιαν ἀνα φαινων . Ὠ ποταμου θυγατερ διναντος Αἰγιν ' ἠπιοφρον , ἠ τοι μεγαλαν [
9999934 ἠρεσεν
και τουτον προσκαλεισθαι , ἱνα φαγῃ συκα . ἀνασταντος δε ἠρεσεν αὐτους ἀπο της συκης χεσαι ἀνωθεν . βιαζομενος οὐν
ἐτι εἰς την τοιαυτην χρησιν ἐξηυρημενοι . ὡς δ ' ἠρεσεν αὐτοις ὑστερον , και τους ἁλας προσαγουσιν . οἱς
9999934 ἀναλωσῃ
καιρος μεταλλαξῃ την φυσιν και † εἰς ἀλλας χρειας μοχθηρας ἀναλωσῃ , παλιν την Τυχην μεμψῃ . „ ὁ λογος
ὁσον δει και ὁποιον δει και κατα τους ἀλλους διορισμους ἀναλωσῃ , ὁπερ ἠδη ἀρετης . μεσοτης τις ἀρα ἠδη
9999934 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999934 δριμει
: εἰ δ ' ἀναπλασαι θελοι τις αὐτο , ὀξει δριμει φυρατεον και οὑτως ἀναπλαστεον και ξηραντεον ἐν ἡλιῳ .
ζωῳ χαριζεται : τῳ γαρ λεπτομερει της οὐσιας και τῳ δριμει της ποιοτητος , ῥιπτομενη εἰς τας των ἐντερων ἑλικας
9999934 Ὑδροχοου
ἐν ὡρᾳ μιᾳ και δυσι μερεσιν ὡρας . Του δε Ὑδροχοου δυνοντος συγκαταδυνει μεν αὐτῳ ὁ ζῳδιακος ἀπο Αἰγοκερω μοιρας
. Οἱ δε ἐν ἀκρᾳ τῃ δεξιᾳ χειρι κειμενοι του Ὑδροχοου δ ἀστερες Καλπις καλουνται . Οἱ δε ἀπο των
9999934 ἀπεδεξατο
κινδυνον ἐκτριβομαι : και ὁ βασιλευς τουτο ἀσμενισαμενος της προαιρεσεως ἀπεδεξατο , και δωρεαις ἁδραις και βασιλικως ταυταις τουτον φιλοτιμησαμενος
κινδυνων τοις ἀραμενοις τους ἀγωνας αὐτος ὁ πατηρ των ὁλων ἀπεδεξατο και τους ἀνελοντας δικασας παρ ' αὑτῳ καθαρους εἰναι
9999934 Ἀγαθοκλει
ἡ Ἀρσινοη , ἀποτυγχανουσα δε † ἐπι τῳ βουλευσαι λεγουσιν Ἀγαθοκλει θανατον . λεγουσι δε και ὡς Λυσιμαχος αἰσθοιτο ὑστερον
τον Γετην ὑπερ αὐτου πραξαντος . ὡς δε ἐπανηλθεν , Ἀγαθοκλει Λυσανδραν γυναικα ἠγαγετο , Πτολεμαιου τε του Λαγου και
9999934 μελανι
οἱς ἐκελευσεν ὁ θειοτατος Ἱπποκρατης , ἠ πεπλιῳ ἠ τῳ μελανι ἑλλεβορῳ , ποτε μεν εἰς πτισανης χυλον ξηριον ποιουντα
δει την κοιλιην , ἠ μελανι ἐλλεβορῳ ἠ πεπλιῳ , μελανι μεν δαυκον ἠ σεσελι ἠ κυμινον ἠ ἀννησον ἠ
9999934 χαρακωμα
σιτον ἠ ὑπνον αἱρουμενῳ την στρατιαν ἐσηγαγεν ἐς τοδε το χαρακωμα . και ἠν αὐτῳ τουτο στρατοπεδον τε ὁμου και
ὁλην ἐν σκοτῳ , φευγων ἐς ἐρημον το Νωβελιωνος ποτε χαρακωμα . και μεθ ' ἡμεραν ἐς αὐτο συγκλεισθεις ,
9999934 ἡγεμονα
ἐπιτροπευων και ζηλουν ἐν τῳ μερει πειρωμενος τον του ξυμπαντος ἡγεμονα . ὁ δε ἀγαθος δεσποτης ἀγαμενος της ὑπουργιας προσω
ὁπως καταξουσι τον δημον εἰς την πατριδα , ἐπειδη προσειληφεσαν ἡγεμονα της τοτε γνωμης ἀνδρων ἀριστοκρατικων τον ἐπιφανεστατον : οἱ
9999933 ἀπεφηναντο
ἡ ψυχη εἰναι και γνωστικον οὑτως , ἐνιοι ἐξ ἀμφοιν ἀπεφηναντο την ψυχην ἀριθμον κινουνθ ' ἑαυτον . διαφερονται δε
οἱ μεν εὑρηκεναι το ἀληθες ἐφασαν , οἱ δ ' ἀπεφηναντο μη δυνατον εἰναι τουτο καταληφθηναι , οἱ δε ἐτι

Back