πιθανωταθ ' : ἡ βουλη δ ' ἁπας ' ἀκροωμενη ἐγενεθ ' ὑπ ' αὐτου ψευδατραφαξυος πλεα , κἀβλεψε ναπυ
ἡνικα γε τους νεωτερους δειπνειν χρεων . Ἠ λοιδορια τις ἐγενεθ ' ὑμιν ; πωμαλα : οὐδ ' εἰπον οὐδεν
9999946 συμπτωμασι
μην το πλεον οἱ χυμοι και συνεπιδεικνυνται τοις ἐξ αὐτων συμπτωμασι τας ἐν ταις μιξεσι πλεονεξιας . οὐ δει δε
εἰναι πειρᾳ κατειληφεναι : και ὁτι ἐπι μεν τοισδε τοις συμπτωμασι χρη τηρειν , ἐπι δε τοισδ ' οὐκ ἐτι
9999941 Θεσσαλονικης
ὁδος . ἐπωνομασε δε την πολιν ἀπο της ἑαυτου γυναικος Θεσσαλονικης , Φιλιππου δε του Ἀμυντου θυγατρος , καθελων τα
ἑνος των ἐν Πιεριᾳ βασιλευσαντων . : Ἀλτος , χωριον Θεσσαλονικης , ὡς Θεαγενης ἐν Μακεδονιᾳ . : Βαλλα ,
9999941 ἱστορια
' οὐκ ἀπερισκεπτως και ῥᾳθυμως λεκτεον . ἡ δ ' ἱστορια τι ; φθοραι των κατα γην οὐκ ἀθροων ἁπαντων
παλιν ἐξηρχοντο προς τας βασεις αὐτων . και ἡ μεν ἱστορια τοιαυτη , ἡ δε συνταξις οὑτως ἐχει : κολοσσοβαμων
9999940 πλαγιοι
οὐσιαν του πραγματος ἀλλ ' ἐκ πλαγιου : ὁθεν και πλαγιοι λεγονται , ὡς ἐκ πλαγιου σημαινουσαι την οὐσιαν του
Εἰλομενοι : κρυπτομενοι . πτωσσουσιν : κεινται . Δοχμιοι : πλαγιοι . ἀναφρισσουσι : ὁπλιζονται , ὀρθουσιν , ἀνορθουσιν .
9999940 συμπτωμα
ἐαν δε ἐν τροπικῳ , κατα τινας καιρους ἐσται το συμπτωμα του ἐπιμερισμου ἐκεινου . Ὡσαυτως δει ἐπισκοπειν και ἐν
περι οὑ ἡ ζητησις , οἱον τριγωνον ἠ τετραγωνον , συμπτωμα δε το καθ ' αὑτο συμβεβηκος , ἰσον ἀνισον
9999940 ἐγεγενητο
ἀδοκητοτατον ἠν , ὁ στρατος ὁ πλειων ὁδε Γαϊου Καισαρος ἐγεγενητο , και δαιμονιως αὐτον εὐνοιας και σπουδης ἐχοντα ἐς
το πραγμα ἠδη περιβοητον τοις ἐπαλληλοις των πρωτων ἀνδρων φονοις ἐγεγενητο , ὡς δια παντος στοματος δυσκαθαρτα ἀγη συνηχεισθαι ,
9999940 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999940 συμπιπτουσα
και τῃ ΔΖ δια του Γ παραλληλος ἠχθω ἡ ΓΗ συμπιπτουσα τῃ ΒΑ κατα το Η , και προσεκβεβλησθω ἡ
τῃ τομῃ , ὡσπερ και ἡ δια του Θ ἀπεδειχθη συμπιπτουσα τῃ τομῃ κατα τα Μ , Ν σημεια :
9999939 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999938 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999938 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999938 εὐπορωτερα
μενων ἐφυλαττε τον πορον : ὁσα δε ἀλλα του ποταμου εὐπορωτερα , ἐπι ταυτα φρουρας διαπεμψας και ἡγεμονας ἐπιστησας ἑκαστοις
ὑμας ὑπολαμβανειν δει , ὁτι και τα Φιλιππου πραγματα γεγονεν εὐπορωτερα ἐκ της εἰρηνης πολλῳ και κατασκευαις ὁπλων και χωραις
9999937 φρονημα
τον Ἰστρον , οὑ βασιλευς τα ὁπλα δειξας ἐστορεσε το φρονημα των Σκυθων , οὐκ ἐπεστελλον , οὐ γαρ ἠν
. ἀντι του προτερον . οὑς ἡμεις ἐκδοτικους λεγομεν . φρονημα . ἐπιτηδες ὁ κηδεστης ὑπερ τας ἀλλας γυναικας γυναικιζεται
9999937 κυριωτερα
παντα και ἀφετα καθ ' ἑαυτα ὑπαρχει : και το κυριωτερα ποιειν τα σωματα προς το εἰδοποιειν τα ἑαυτων πρωτα
της σοφιας , καθοσον ἀρχη ἐστι πραξεως και δια τουτο κυριωτερα της σοφιας , ἡτις μονον θεωρητικη ἐστιν . ἡ
9999936 μεριδι
εἰδωλολατρειας : και ἀπηλλοτριωθησαν Θεου , γενομενοι οὐ τεκνα ἐν μεριδι φοβουμενων Κυριον : ὑμεις δε ἐαν πορευεσθε ἐν ἁγιασμῳ
ἐκ της Αἰτνης , χρυσον μεν και ἀργυρον ἐν οὐδενος μεριδι ἐποιησαντο , οἱ δε ἐφευγον ὁ μεν ἀραμενος μητερα
9999936 ἐγεγενηντο
χωρας ἐκ παντων οὑτοι μαλιστ ' αὐτῳ δι ' ἀπεχθειας ἐγεγενηντο : Λαμπων μεν ἀσεβειας της εἰς Τιβεριον Καισαρα δικην
ἀπροσδοκητως τετελευτηκοτας , οἱς ὁμοδιαιτοι και ὁμοτραπεζοι μεχρι της ἑσπερας ἐγεγενηντο , βαρυτατῳ πενθει κατασχεθεντες οἰμωγης παντα ἐνεπλησαν , ὡστε
9999936 ὠνομασμενη
ἐστι , Δωρικη πολις , μετα ταυτα Κασανδρεια δ ' ὠνομασμενη . Ἐν τῃ μεσογειῳ δ ' Ἀντιγονεια λεγομενη :
ἀλεκτρυονας θεωρους ' ἀσμενοι . Ἀλλ ' οἱα νυμφη βασιλις ὠνομασμενη μυροις Μεγαλλιοισι σωμ ' ἀλειφεται . Οὐκουν λαβων τον
9999936 Θεσσαλονικην
Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την Θεσσαλονικην την ὁμοπατριον ἀδελφην του μεγαλου Ἀλεξανδρου . ἡτις Θεσσαλονικη
, ὡς ἀν γνωριμωτερον εἰη το ἀμυδρως πως παραδηλουμενον ; Θεσσαλονικην γαρ , ὁποια τυγχανει , τῳ λογῳ διαγραψαι καθ
9999936 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999935 σοφωτεροι
ἀλλ ' ἠπισταντο ἁ ἐγω οὐκ ἠπισταμην και μου ταυτῃ σοφωτεροι ἠσαν . ἀλλ ' , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι ,
ῥητορες αὐ των ῥητορων πρᾳοτερον ἐπταικοτες , και ταυτῃ γε σοφωτεροι του Παλαμηδους ὀντες , τοσουτον , εἰ μη τι
9999935 Φρυνης
λογου δηλοι . . . . . ἐν τῳ ὑπερ Φρυνης λογῳ Ὑπ . ὁμολογων ἐραν της γυναικος κτλ .
ἐφ ' ᾡ Πραξιτελην λεγεται φρονησαι μεγα : και ποτε Φρυνης αἰτουσης , ὁ τι οἱ καλλιστον εἰη των ἐργων
9999934 μετεωρῳ
μεν αὐτους οὐκ ἀσφαλες ἐμαυτῳ ἡγουμην δεισας μη ἀπογνοντες ἐμβαλωσι μετεωρῳ τῃ νηι και ἀπολωμεθα που του πελαγους , ὡς
χαριτες . τῳ κορακι το θηραμα τυρος ἠν και ἐν μετεωρῳ φερων ἐκαθητο . ἰδουσα δε ἀλωπηξ ἀπατῃ περιενοστει τον
9999934 ἀκουσμα
. ἀκουσεσθε δε Ἀριστοφανης . , . . , . ἀκουσμα : οὐκ ἀκροαμα φασι τινες λεγειν τους Ἀττικους .
ἀνηκουστειν , ἀνηκουστον ὡς Ξενοφων , ἀνηκοως , ἀνηκουστια , ἀκουσμα : Αἰσχινης δ ' ὁ ῥητωρ και ἀκροαμα εἰπεν
9999934 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999934 Λακεδαιμονιοι
σε ἐπιτρεψειν μοι μη ἀποδυεσθαι , και οὐχι ἀναγκασειν καθαπερ Λακεδαιμονιοι : συ δε μοι δοκεις προς τον Σκιρωνα μαλλον
μελετωμεν , ἀλλα καλοις ' ὑποπινοντες ἐν ὑμνοις . και Λακεδαιμονιοι δ ' , ὡς φησιν Ἡροδοτος ἐν τῃ ἑκτῃ
9999934 ποιησομεθα
ἑκαστην αὐτων , λεγω δη των Ἐμπειρικων και Μεθοδικων , ποιησομεθα . ἐστι δε ἰδια των Ἐμπειρικων ταυτα : ἡ
ἀριθμων ἠ αἰσθητως δι ' ἀκοης ἀναληπτεον . ὁρους τοινυν ποιησομεθα τουτο θεωρειν πειρωμενοι προσλαμβανομενον μεν θ͵σιϚ : μεση δε
9999934 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999934 ἀπειχετο
ὁ δ ' εἰδως οὐκ ἐπιστρεφεται . ἐκεινος μεν οὐν ἀπειχετο μου και στενων , ἐγω δε ᾐσχυνομην ἀν προδοτης
πασι φιλος και τιμιος ἐστιν . οὐδε γαρ της σκηνης ἀπειχετο της ἀρχαιας οὐδε του θεατρου ὡς πανταπασι βεβηλων και
9999934 παρεχωρησε
Σωπατρου . Τριτη ἡ ἀντινομια των νομικων ἐστι στασεων : παρεχωρησε γαρ τῳ συλλογισμῳ δι ' ἁς εἰπομεν αἰτιας :
δε ἐπουσιωδεσι τοις τα ἰσα φερουσι του ἰδιου τοπου οὐ παρεχωρησε . Μαθοντες οὐν περι της ταξεως του ἰδιου ,
9999934 γεγενητο
δ ' Ὀρφευς οὐδενα φαινεται μεμιμημενος : οὐδεις γαρ πω γεγενητο , εἰ μη οἱ των αὐλῳδικων ποιηται : τουτοις
ὑπο μηχανης ἐξηλλετο . ὡς δ ' ἑτοιμα αὐτῳ παντα γεγενητο , πρωτα μεν τρισχιλιους αἰχμαλωτους Κυζικηνους ἐπι νεων τῃ
9999934 συλλογισμοι
ἀλληλων , και ὁσα τα μεσα , τοσουτοι και οἱ συλλογισμοι . και το αὐτο μεν προβλημα δια πλειονων ὁρων
γαρ αὐτο δια πλειονων δεικνυσι μεσων : διο πλειους οἱ συλλογισμοι . οἱον το Ε δια τε των Α ,
9999933 μεσουρανημα
τοπος του θεματος της γυναικος ἐμπεσῃ εἰς το του ἀνδρος μεσουρανημα εἰδεναι χρη ἐν αὐτῳ τῳ ἐτει την παιδοποιιαν ποιησασθαι
ἐπι τας Ϛ ὡρας καιρικας ἐπειδη προς το ὑπερ γην μεσουρανημα ἐστιν ἡ των ρμη μζ χρονων ἀποχη , ποιει
9999933 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999933 παρεγενηθη
Λυδιαν και Φρυγιαν , ἐτι δε Καππαδοκιας τα συνοριζοντα , παρεγενηθη προς τους ὁρους της Κιλικιας και την προς ταις
δε ὁ Διονυσιου κηδεστης ἐκ τε Πελοποννησου και της Ἰταλιας παρεγενηθη ναυς μακρας ἀγων τριακοντα παρα των συμμαχων και ναυαρχον
9999933 κτητικης
καθως φησι Τρυφων , την αὐτην ἐχει ἀκολουθιαν , ἐκ κτητικης συντεθεισα και πρωτοτυπου . την γαρ ἀπαραδεκτον του ἀρθρου
τῃ ἁμος . τῃ μεντοι διαιρεσει ἡ πρωτοτυπος διαλλασσει της κτητικης , οὐκετι το αὐτο ἀναδεχομενης . Ἀλκμαν : ὁσαι
9999933 ἀποτελευτᾳ
των εὐπλοουντων και εὐτυχουντων . Και το ἀμεινον εἰς τοὐναντιον ἀποτελευτᾳ . Κατ ' αἰγας ἀγριας : ὁμοια τῃ ,
δυσπνοιας ἀπεργαζεται , αἱς ἐπιταθεισαις , εἰς ὀρθοπνοιαν το παθος ἀποτελευτᾳ , ἀπο του σχηματος του πασχοντος την ἐπωνυμιαν του
9999933 ἐξηγεν
ἐθελοντας πεντακισχιλιους μαλιστ ' ἀνδρας : και οὐ πολυ ἐπισχων ἐξηγεν ἐκ της πολεως . τουθ ' ὑποπτευσαντες ἐμενον οἱ
ἐπειδη παρεσκευασατο την τ ' οἰκειαν και την συμμαχικην δυναμιν ἐξηγεν ἐπι τους πολεμιους και διαβας τον Ἀνιητα ποταμον οὐ
9999933 Πρωταγορου
ἐοικεν . δια του ἐοικεν ὁ Θεαιτητος φαινεται ἀγαπων το Πρωταγορου δογμα και μενων τῃ ἐξ ἀρχης ἑαυτου ἀποκρισει .
το ἑαυτου ἀμεινον γοργιαζειν πολλα τε κατα την Ἱππιου και Πρωταγορου ἠχω φθεγγεται . ζηλωται δε ἐγενοντο ἀλλοι μεν ἀλλων
9999933 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999932 βουλευμασι
χρηστον στρατηγον , ἀλλα μαλιστα μεν ἡκιστα κινδυνευειν και τοις βουλευμασι μαλλον ἠ ταις χερσι πολεμειν , ὡσπερ και Λακεδαιμονιοις
λαβροσσυτος και ταχεια και ἀγαν ὁρμητικη , δαμασθεισα μηδεσι και βουλευμασι της Ἡρας , ἐπικοτοις και ὀργιλοις και μανικοις .
9999932 Σικελικου
ταυτῃ προς ὀρθας ἀπο της ἑσπερας δια στηλων και του Σικελικου πορθμου μεχρι της Ῥοδιας και του Ἰσσικου κολπου ,
πολλων και ἑκουσιων πειραν λαβειν , ἁτε πολλακις δια του Σικελικου πελαγους κομισθεντα . φερε δη προς αὐτης της ἐν
9999932 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999931 συλλαβουσα
γευσεως ὀργανων , και δια των ἁφης ἁπαν σωμα , συλλαβουσα ἐγκυμων τε γινεται και εὐθυς ὠδινει και τικτει κακων
: και προσηυξατο Κυριῳ μετα νηστειας δωδεκα ἡμερας : και συλλαβουσα ἐτεκε με . Σφοδρα γαρ ὁ πατηρ ἡμων ἠγαπα
9999931 ἐξειργασμενα
παλαιοι δηλον . . . . πολλα δε ἐστι και ἐξειργασμενα μαλλον παρα ἑτεροις αὐτων : το γουν Κυλωνειον ἀγος
γλυφικῃ και γραφικῃ τεχνῃ πεποικιλμενα και διαφοροις ἀλλαις πολυτελειαις φιλοτιμως ἐξειργασμενα και ἠσκημενα : παραδεισους τε φυτευει περι αὐτα φυτοις
9999931 κολλουρια
ἐκτυλωθῃ , ἰῳ ἑφθῳ μετα μελιτοϲ καθαρωτατου ὀκταπλαϲιου ἀνακαθαιρε ποιων κολλουρια : μετα δε το ἐκτυλωθηναι ϲαρκωτικοιϲ δει χρηϲθαι .
και κροκομαγμα μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἠ ἐλατηριον τερμινθινῃ ἀναλαβων κολλουρια ποιει και ἐντιθει , ἠ ϲιλφιου ῥιζηϲ χυλῳ ἐγχυματιζε
9999931 εὐσχημοσυνην
ἐπεγνωσθαι προκειται . Τοιουτεων οὐν ἐοντων των προς εὐδοξιην και εὐσχημοσυνην των ἐν τῃ σοφιῃ και ἰητρικῃ και ἐν τῃσιν
μεν τικτειν και τοις ἐριοις την σκεπην ἁμα και την εὐσχημοσυνην περιποιειν , τωι δε γαλακτι και τωι τυρωι τροφας
9999931 ῥημασι
ἐπαινει , σφοδρα εὐ φασκων τοις τε ὀνομασι και τοις ῥημασι τον λογον ἀποτετορνευσθαι και οὐκ ἀγεννως εἰρησθαι το ἐπιον
ὡσπερ ὑπο βροντης ἐλαυνομενα : τουτεστι μεγαληγορων και ὑπερογκοις χρωμενος ῥημασι , γεμουσι ψοφου . ἠτοι δε την φωνην σκωπτει
9999931 ἐπουσιωδες
. ἑκατερον δε τουτων διττον ἐστιν : και γαρ το ἐπουσιωδες διττον ἐστιν : ἠ γαρ μιᾳ φυσει ἁρμοζει ἠ
. εἰ δε μιᾳ φυσει ἁρμοζει , γινεται το ἰδιον ἐπουσιωδες , ὡς ὁταν εἰπωμεν του μεν ἀνθρωπου ἰδιον εἰναι
9999931 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999931 δαιμονες
τινες οἱ καλουμενοι το πρωτον ἐπιζητει , ποτερον θεοι ἠ δαιμονες ἠ τουτων ἀπορροιαι και ποτερον δαιμων εἱς , ἀλλοτε
, ἡ δε τον των ἑαυτης πολιτων , οἱς προγονοι δαιμονες , οὐχ ὑστερον . ἠν μεν οὐν δη σοι
9999931 ὑπηκουεν
ξυλῳ παιοντες ἀναστηναι τον ἀθλιον ἐκελευον , ὡς δε οὐδεν ὑπηκουεν ταις πληγαις , λαβοντες αὐτον οἱ μεν των ὠτων
Βασσῳ ποτε ἐνυβρισε : και καλων ὑστερον , ἐπειδη βραδεως ὑπηκουεν , ἀγειν αὐτον ἐκελευεν ἑλκοντας . θορυβου δε ἀσχημονος
9999931 ἐξεγενετο
ὀντων δε την πατριδα σημαινει , ἡς ἐξεφυ τις και ἐξεγενετο , ὡσπερ και του ὀμφαλου . ἐαν οὐν τι
σε περι ὡν ἐβουλομην , ἐπειδη μονῳ προς μονον οὐκ ἐξεγενετο . καιρον δ ' ἐχει παντη λεγεσθαι τα καλα
9999931 ἀνειλετο
ὁμολογησαντα μη ἀποδωσειν . λαχων δε παρα μεν του διαιτητου ἀνειλετο το γραμματειον , προὐκαλεσατο δ ' αὐτον ἐπιτρεψαι Λυσιθειδῃ
της γης ὑπο των χειρων ἀρσιν , το δε “ ἀνειλετο ” δια την ἀναδοχην και εἰσποιησιν . ἐξεθηκα ]
9999931 συνεστησε
ψυχαγωγησοιτο , τουτῳ δη θεος ἐπιβουλευσας αὐτῳ την ἡπατος ἰδεαν συνεστησε και ἐθηκεν εἰς την ἐκεινου κατοικησιν , πυκνον και
αὐτικα παραλυει της ἀρχης , ἀλλο δε περι αὑτον ἑταιρικον συνεστησε . και ὁ μεν Ἀβλαβιος τα περι Βιθυνιαν χωρια
9999931 τιμιωτερα
και καλλος μετα ὑγιειας λαμβανον , τοσουτῳ ὁσῳπερ ψυχη σωματος τιμιωτερα ; Πανταπασιν μεν οὐν , ἐφη . Οὐκουν ὁ
μεν ἀν τις οὐκ εἰναι τουτων ὑπερβολην , ἐνεστι δε τιμιωτερα : ὡσπερ γαρ ἀφθονου πηγης χρυσιου σοι ναματα χορηγουσης
9999931 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999931 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999931 κινηθεισης
του της διανοιας διαφερει , ὁτι το μεν της λεξεως κινηθεισης της λεξεως της συσχουσης το σχημα ἀπολλυται , οἱον
ἡμεις γαρ ἐνσταντος του πολεμου και καταρραγεισης της μαχης και κινηθεισης ἡμιν προς τους ἐχθρους φιλονεικιας ἀλλον μεν οὐδενα των
9999931 βεβαιοι
ἑαυτου ξυνωμοτας ἀπεσιωπησεν , οἱ δ ' ἠσαν τῳ τυραννῳ βεβαιοι , διαβαλων τουτους ὡς οὐ βεβαιους , οἱ μεν
Λακεδαιμονιοι , ἡμων ἡ ἐλπις , δεδιαμεν , μη οὐ βεβαιοι ἠτε εἰ τις μεθαρμοσας οὑτως ἐρει ἡμεις τε ,
9999930 κτητικην
ἠ ὁτι τα ἐπιμεριζομενα , μερη ὀντα ὁλου ἀθροισματος , κτητικην συνταξιν ἀπῃτει , δι ' ἀλλης δε πτωσεως οὐκ
. γαρ πρωτω γαρ και δαιτος ἀκουαζεσθον ἐμειο συνηρπασται εἰς κτητικην συνταξιν : ἀμεινον γαρ τῳ ῥηματι συντασσειν Ὁμηρικωτερον λειπουσης
9999930 μελλετε
λοιπον οὐν της φυλακης ὁ καιρος : ἐγρεσθε , τι μελλετε . ἑπταπορον δε την Πλειαδα , ὁτι ἐξ ἑπτα
κεκτημενων . κοπιαν : Ἐν πλησμονῃ γενομενοι των ἀγαθων ἀπειρηκεναι μελλετε . 〚 Μουσα λοχμαια : Ἡ στροφη και ᾠδη
9999930 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999930 Ἀφροδιτης
μετεωρῳ μεν ᾠκισται , θεας δε αὐτοθι ἀξια το μεν Ἀφροδιτης ἐστιν ἱερον , το δε Ἀσκληπιου και ἀγαλμα ὀρθον
την Νικοπολιν και το Ζεφυριον , ἀκρα ναϊσκον ἐχουσα Ἀρσινοης Ἀφροδιτης : το δε παλαιον και Θωνιν τινα πολιν ἐνταυθα
9999930 μονογενες
. ἐκ παραγωγης . Παν εἰς ΟΝ ὑπερ τρεις συλλαβας μονογενες κυριον ἠ προσηγορικον ἠ ὑποκοριστικον προπαροξυνεται : Περγαντιον Αἰαντιον
πρεσγυς πρεσγυος . Ἰστεον δε ὁτι το πρεσβυς οἱ τεχνικοι μονογενες λεγουσιν εἰναι , και ὁτι ἐπειδη μονογενες ἐστιν ὠφειλε
9999930 Βρεττανικης
Ἰερνης . οὑτος δε Πυθεᾳ πιστευων κατα τα ἀρκτικωτερα της Βρεττανικης την οἰκησιν ταυτην τιθησι , και φησιν εἰναι την
Ἰερνης οὐδεν ἐχουσι λεγειν , ἡ προς ἀρκτον προκειται της Βρεττανικης πλησιον , ἀγριων τελεως ἀνθρωπων και κακως οἰκουντων δια
9999930 Πελοπος
κλεος , ἠγουν του Ἱερωνος , παρα τῃ ἀποικιᾳ του Πελοπος του Λυδου , ἠγουν ἡν ἀποικισθεις ὁ Πελοψ της
των αὐλων ἐν Λυδιᾳ γινονται , ἠ ὁτι τους μετα Πελοπος ἐλθοντας πρωτους αὐλητας οἱ Ἑλληνες ἐμιμησαντο . γλυκυ δε
9999930 γινωσκοι
ὀντα , οἰησεται και ἐπιστασθαι μη ἐπισταμενος : εἰ δε γινωσκοι την φυσιν αὐτου , γινωσκοι ἀν ὁτι μηδε ἐπισταται
ὀφθαλμων ἑλον , ἡ πριν ἐπηεν , ὀφρ ' εὐ γινωσκοι ἠμεν θεον , ἠδε και ἀνδρα . Παλιν αὐ
9999930 κινδυνευοντι
ὑμιν ἐλπις δε δικαια : οὐ μικρα γαρ ἐστι τῳ κινδυνευοντι ῥοπη προς σωτηριαν ἡ των ἀκουοντων βουλησις ταττομενη μετα
; ἀντι δε του χιτωνος , ὁν ἐδωκε τῳ πολιτῃ κινδυνευοντι , την θυγατερα ἀποδυσας , ἐπιδουναι αὐτῳ την πολιν
9999930 ἐναλλαγης
των χρονων ἐναλλαγη . Εἰ βουλει ποιησαι την σχηματογραφιαν της ἐναλλαγης του ἐτους μετα και των ταυτῃ ἐγγραφομενων και ἐργασασθαι
ζῳδιου ἐνθα κατηντησεν ὁ χρονος δʹ Και του ὡροσκοπου της ἐναλλαγης ὁτε τυχοι εἰναι τις των κατα πηξιν οἰκων εʹ
9999930 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999930 κληθεισαν
ὁς και την της Νεαιρας θυγατερα Στρυμβηλην την ὑστερον Φανω κληθεισαν ὡς ἰδιαν θυγατερα ἐξεδοτο Φραστορι τῳ Αἰγιαλει , ὡς
Δαρδανον τῳ κατακλυσμῳ φασιν ἐκ Σαμοθρᾳκης εἰς την ὑστερον Τροιαν κληθεισαν διανηξαμενον σωθηναι . Δεει δε τους ἐκ του ὑδατος
9999930 σιγαν
ἀει παρα Ῥωμαιοις ὁ κωλυων δυνατωτερος , ἐκελευε τον γραμματεα σιγαν . και τοτε μεν αὐτῳ πολλα μεμψαμενος ὁ Γρακχος
ἀφεμενων ἡμων της σιγης : ὁ ἐστι και ἀφισταμενων του σιγαν , τουτεστι και παρρησιαζομενων και φθεγγομενων τι , δια
9999930 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999930 σπουδαιοτατα
Ταρβελλοι τον κολπον , παρ ' οἱς ἐστι τα χρυσεια σπουδαιοτατα παντων : ἐν γαρ βοθροις ὀρυχθεισιν ἐπι μικρον εὑρισκονται
και ταπεινοτερα αἱρεισθαι , καταλιποντα ἀλλοις τα μεγιστα τε και σπουδαιοτατα , ἠ μη δυνασθαι αὐτον , ὁπερ εἰπον ,
9999930 ὑπηκουσα
οἱου του Πλωτινου μεγαλου εἰ και παλαι διαβεβοημενα ὁλοσχερεστερον γνωναι ὑπηκουσα και νυν ἡκω ἀποδιδους σοι τα ἐπηγγελμενα ἐν τρισιν
γην πλεῃ . ὁ δε ἀπεκρινατο ὁτι μολις ἀν σου ὑπηκουσα , εἰ παρα την θαλασσαν ἐμελλες πεζευειν και μη
9999930 ἀμοιβης
οἱ διαδεξαμενοι τους ἐμπροσθεν παραγενομενους ἐπικουρους , ἠτοι οἱ ἐξ ἀμοιβης και ἐναλλαξεως παραγεγονοτες συμμαχησαι τοις Τρωσιν ἀντι των προτερον
την βασιλειαν ἐπετροπευον οἱ καλουμενοι σενατωρες ἐπι ἐνιαυτον ὁλον ἐξ ἀμοιβης , δι ' ἡμερων πεντε της ἐπιτροπειας ἀντ '
9999930 ποσοτητι
: ἀντι του “ ἐπλανησε με ὁ μετρητης μετρων τῃ ποσοτητι δυο χοινικας ” . οὐ τουτ ' ἐρωτω :
ἀλληλους , ὁταν δε ἐπι ἑτερον τινα ἀριθμον περισσον τῃ ποσοτητι διφορουμενον , δευτερους λεγε εἰναι προς ἀλληλους και συνθετους
9999930 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999930 φυλακης
τον βασιλεα και την μητερα την Ῥωξανην προαγαγων ἐκ της φυλακης ἀποδῳ τοις Μακεδοσι και το συνολον ἐαν μη πειθαρχῃ
τα ἰδια , ἀλλ ' ὡς τα ἰδια ἑξοντων δια φυλακης . ἀντιπροκαλουμεθα τε ὑμας , εἰ βουλεσθε τα δικαια
9999930 Ἀναξαγορου
τους ἀρχαιους ὁσον διαφερουσι . των γαρ προτερων [ περι Ἀναξαγορου λεγεται ] πολλη ἀμαθια κατα τον σον λογον .
ἀκουσας μεν ποτε ἐκ βιβλιου τινος , ὡς ἐφη , Ἀναξαγορου ἀναγιγνωσκοντος , και λεγοντος ὡς ἀρα νους ἐστιν ὁ
9999930 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999930 φιλια
πολιτευομενοις λυσιτελησει : λεγομεν οὐν ἀρξαμενοι . Ὁτι μεν ἡ φιλια μοριον ἐστιν οὐ της ὁλης δικαιοσυνης , της ὡς
φιλτρον ἀπωσαμενου παλιν ἀνενεωσω το νοσημα ; ἡ γαρ τοιαυτη φιλια λυσεως ἀρχην δεξαμενη μολις προς ἑαυτην ἀναστρεφει . Εἰ
9999929 ἠριγενεια
δη τοτε κοιμηθημεν ἐπι ῥηγμινι θαλασσης . ἠμος δ ' ἠριγενεια φανη ῥοδοδακτυλος Ἠως , και τοτε δη παρα θινα
δ ' ἀποβριξαντες ἐμειναμεν Ἠω διαν . ἠμος δ ' ἠριγενεια φανη ῥοδοδακτυλος Ἠως , νησον θαυμαζοντες ἐδινεομεσθα κατ '
9999929 ἀτυχημασι
μηδεν ἀδικησαντας δια τας ἐχθρας μη περιιδητε ἀδικως τοις μεγιστοις ἀτυχημασι περιπεσοντας . Μαρτυρων μεν οὐκ ἀποριαν μοι ἐσεσθαι δοκω
ὁ κακος κακος ἐστιν , ὁ δε ἀγαθος ἀγαθος κἀν ἀτυχημασι περιτυχῃ . ταυτα δε φησι θαυμαζουσα την Πολυξενην :
9999929 Ὀλυμπιου
κιθαρας μεσον Ἀσκληπιου και της Ὑγιειας δεικνυσινἀναθημα τουτ ' ἠν Ὀλυμπιου του πατρος . Ὀλυμπιου δια χρονου παλιν οἰκαδε εἰσελθον
πολιν εἰς το λοιπον . ἑτερωθι δε ἐτι λαμπροτερον Προς Ὀλυμπιου Διος σε χρυσεα κλυτομαντι Πυθοι λισσομαι Χαριτεσσι τε και
9999929 ἐρωμενῳ
οἱ συνοντες και χαιρουσι τῃ ὁμιλιᾳ αὐτων . Τῳ δε ἐρωμενῳ ὁ ἐραστης και εἰς συνουσιαν και ὁμιλιαν ἀηδης :
ὁτι ὁμολογησειας , εἰ τι συνιης σαυτου , κορυβαντιαν αὐτους ἐρωμενῳ τοιουτῳ ἐπιμεμηνοτας . Οἰει γαρ τοιουτον οἱος εἰμι ὁρασθαι
9999929 μαψιδιως
ὀϊς και πιονας αἰγας , εἰλαπιναζουσιν πινουσι τε αἰθοπα οἰνον μαψιδιως : τα δε πολλα κατανεται . οὐ γαρ ἐπ
: τις νυ σε τοιαδ ' ἐρεξε φιλον τεκος Οὐρανιωνων μαψιδιως , ὡς εἰ τι κακον ῥεζουσαν ἐνωπῃ ; Τον
9999929 ἐστρατευετο
, ποθον ἐχων της πατριδος , ἐξ ἡς συν Ἀλεξανδρῳ ἐστρατευετο , κἀκει του βιου το λειπον διανυσαι , γηραιος
αὐτον . ἐλεγετο δε ὁ στολος εἰναι εἰς Πισιδας . ἐστρατευετο μεν δη οὑτως ἐξαπατηθειςοὐχ ὑπο Προξενου : οὐ γαρ
9999929 βουλημα
τρεις ἐνεγκασα το ἰσον ᾐτει χρυσιον . θαυμασας δη το βουλημα της γυναικος ὁ Ταρκυνιος τους οἰωνοσκοπους μετεπεμψατο και διηγησαμενος
ἀντιστησομεν τῳ κλυδωνι ; ἐμοι μεν τουτο δοκει και τουτο βουλημα του παροντος λογου καμνουσῃ βοηθησαι τῃ πολει , και
9999929 κτημασι
και των τοιουτων : σημαινει δε και βλαβην ἐν τοις κτημασι και τῳ πλουτῳ και τοις ἀγροις και τοις ὑδασι
σχεθειν . χαλκῳ δε μαρμαιροντες ἀλληλων χροα σφαζοιεν ἀμφι † κτημασι βασιλικοις † και τουτο τοὐπος ἐστιν ἀνδρος ἐμφρονος ,
9999929 Φοινικην
Εὐρωπης ἁρπαγην γεγονεναι , Με - λαου τε εἰς την Φοινικην ἀφιξιν και τα περι Εἰραμον , ὁστις Σολομωνι τῳ
θαυμασειεν . προ μεν γαρ του λαβειν αὐτον Αἰγυπτον και Φοινικην ἐψηφισασθε , ἀν ἐκεινος τι νεωτεριζῃ , παρακαλειν ὁμοιως
9999929 ἁλμης
ἐγνων ἰσως : ἐπειτα τουτο ζημιοις με ; μηδαμως : ἁλμης δ ' ἐχρην τι παραφερειν ποτηριον . οἰσθ '
ἐναλιγκιον αἰγιαληι καρκινῳ ὁς μνια λεπτα ῥοθον τ ' ἐπιβοσκεται ἁλμης . ἀλλοι δε ῥοικοισιν ἰσηρεες ἀντα παγουροις γυια βαρυνονται
9999929 λειποθυμια
πανταχου δει την αἰτιαν λογιζεϲθαι , δι ' ἡν ἡ λειποθυμια γινεται , και προϲ ταυτην : ἐνιϲταϲθαι , ποτε
γαρ ἐπι τε χολεραις και διαῤῥοιαις και δυσεντεριαις . Ἡ λειποθυμια οὐδεν ἑτερον ἐστιν ἠ ἀθροα διαφορησις του ζωτικου τονου
9999929 κυριευσει
ἀφ ' ὑμων , και πασα πραξις πονηρων ἀνθρωπων οὐ κυριευσει ὑμων : και παντα ἀγριον θηρα καταδουλωσεσθε , ἐχοντες
μηδεποτε πιστευσῃς ἀπορρητα , ἀει γαρ ὁπλιζεται , πως σου κυριευσει . καθ ' ἡμεραν και εἰς την αὐριον ἀποταμιευου
9999929 σμαραγδου
ποιησας χλαμυδας ἠτοι πορφυρας , ἠ δι ' ἐλεφαντος ἠ σμαραγδου ζῳδια εὐνουν νομιζει τον θεον καθισταναι , πεπλανητ '
νημασι συνυφαινετο . λιθοι δ ' ἐπι των ἀκρωμιων ἐνηρμοζοντο σμαραγδου πολυτελους δυο τιμαλφεστατοι , | οἱς τα ὀνοματα των
9999929 ἐπηκολουθουν
οὐδενι κοσμωι φευγοντων προς τους ἐπι των λοφων στρατοπεδευοντας , ἐπηκολουθουν ἀλληλοις παρακελευομενοι μηδενα ζωγρειν , και πλειους ἀνειλον των
πεπυκασμενος , ἐχων ἀμπελινον χρυσουν στεφανον μεσολευκοις μιτραις διειλημμενον . ἐπηκολουθουν δ ' αὐτῳ παιδες ἐν χιτωσι πορφυροις , λιβανωτον
9999928 λαμπροτητα
διαλογοις κατα πευσιν και ἀποκρισιν συνεχη συγκειμενα ἐναντιως ἐχει προς λαμπροτητα , ὁνπερ τροπον και τα ἐν σφοδροτητι κομματικα .
Κορινθιοις . κατα πολυ . ἐκ νικων και ἀνδραγαθιων . λαμπροτητα . * παρεσχον . ἁς ἐχετε . . Αἰτιωνται
9999928 ἀπειληφθωσαν
Δ , Η , Λ γωνιων στερεαν γωνιαν συστησασθαι . ἀπειληφθωσαν ἰσαι αἱ περιεχουσαι αὐτας εὐθειαι , και ἐπεζευχθωσαν αἱ
, ἀπο δε του λοξου κυκλου του ΔΖΕ ἰσαι περιφερειαι ἀπειληφθωσαν αἱ ΚΘ , ΘΗ ἑξης ἐπι τα αὐτα μερη
9999928 χρυσεαν
ἀνθρωποισιν [ - ] [ ] ἀνθεα [ ] [ χρυσεαν ] δοξαν πολυφαντον ἐν αἰωνι [ - ] [
πεσεισθαι . ὁθεν και Εὐριπιδην , μαθητην ὀντα αὐτου , χρυσεαν βωλον εἰπειν τον ἡλιον ἐν τωι Φαεθοντι [ .
9999928 εἰσελθουσα
ὁ δε ὑπεδειξεν αὐτῃ την ἑαυτου καλυβην . ἡ δε εἰσελθουσα ἐκρυπτετο ἐν τῃ γωνιᾳ . των δε κυνηγων ἐλθοντων
βουλομενοι ῥυσασθαι εἰς μειζους περιπιπτουσιν . κυων εἰς τι μαγειρειον εἰσελθουσα του μαγειρου ἀσχολουμενου καρδιαν ἁρπασασα ἐφυγεν . ὁ δε

Back