μεγαλεπιβολος ὠν και δοξης ὀρεγομενος αἰωνιου , συνεβουλευε τοις τε Ἀρκασι και τοις ἀλλοις συμμαχοις οἰκισαι την Μεσσηνην , πολλα
την μαντικην τεχνην ὑπο του Πανος : οὑτος γαρ τοις Ἀρκασι θεμιστευει πασιν ἐπιμελως . εἰτα ἐρχεται ἐπι το μαντειον
9999959 ἀπεδειξεν
οὐσια δε ὡς πατηρ ἠ σιμος . Ἀρ ' οὐν ἀπεδειξεν αὐτος περι του την ἀντιφασιν μη συναληθευειν ; τουτο
κεκομισμενον ναυτικα και τετρακισχιλιας δραχμας και τουτων τα γραμματ ' ἀπεδειξεν . ἐν γαρ τῃ διοικισει , ὁτ ' ἐκ
9999955 ἐπυνθανετο
, τουτῳ καταβας ἀνηγαγε χρυσουν πελεκη , κεἰ οὑτος ἐστιν ἐπυνθανετο τουτου . Ὁ δε πενης ἐφησε μη εἰναι τουτον
δε δελφακος παρ ' ὁλην την ὁδον κεκραγοτος ἀλωπηξ ἀκουσασα ἐπυνθανετο αὐτου την αἰτιαν , δι ' ἡν των λοιπων
9999952 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999950 μισθου
. . οὐδεν ἀπρατον ] διεβαλλετο γαρ ὡς ἡταιρηκως και μισθου λογους γραφων και δωροδοκων . . . . ὑπηρξατε
, φιλους και συγγενεις διδασκοντων : ὀψε δ ' ἠρξαντο μισθου διδασκειν , και πρωτος ἀνεῳξε γραμματοδιδασκαλειον Σποριος Καρ -
9999950 μαθημασι
δη ὁ τοτε παρειμεν νυν λεγομεν , ὁτι και ἐν μαθημασι πολλοις γυμναζειν δει , σκοπουντας εἰ και τα μεγιστα
, πασιν ἀνθρωποις ἀπο ταυτης της ἡλικιας ἁμα τοις ἀλλοις μαθημασι συμπαραλαμβανειν και την ἰατρικην και κατακουειν τον ταυτης λογον
9999950 ἐλθουσης
των Τρωων και της Εὐρωπης τοτε πρωτον κατα της Ἀσιας ἐλθουσης , ἐχοντες οἱ τε Τρωες ἀποδοντες την Ἑλενην ἀδεως
θεος ὁ ἐν Δελφοις . ὁμως δε και της μαντειας ἐλθουσης ἠν ἀπορια τοις πολλοις τι ποτ ' εἰη το
9999950 γονασι
μηρους και τας γαστροκνημιας , σφιγγουσα δε τα προς τοις γονασι και ταις ἰγνυαις τα τε κατα τους ταρσους τε
ἡδειᾳ αὐτων φωνῃ ἠσπαζοντο τον Ξενοκρατην της τιμιας Νικης τοις γονασι προσελθοντα : ἐκ δε τουτου , νικωντα . ἠσπαζοντο
9999950 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999949 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999949 ἐρυσαντο
οὐδε συνεργος της των ἀλλων Λημνιων ἀσελγειας . ἐς Οἰνοιην ἐρυσαντο : εἰληφε την ἱστοριαν παρα Θεολυτου . Σικινος δε
παρ ' Ἀριστοφανει . . . . ὠπτησαν δε περιφραδεως ἐρυσαντο τε παντα : σημειουνται τινες ὁτι Ἡσιοδος ἐποιησεν ὠπτησαν
9999949 κατεθηκε
δε ὁ Κυλληνιος του δεξιου ὠτος ἀποκρεμασας περι ἑσπεραν χθες κατεθηκε φερων ἐς τον Κεραμεικον . Ἁπαντα ἀκηκοας , ἁπαντα
' αὐτ ' ὀστεα λευκα βοος δολιῃ ἐπι τεχνῃ εὐθετισας κατεθηκε , καλυψας ἀργετι δημῳ . δη τοτε μιν προσεειπε
9999949 ἐπηνεγκεν
γαρ οὐ ; εἰτα ἐκ του κατα τον τειχισμον ὀνοματος ἐπηνεγκεν : οὐ λιθοις ἐτειχισα την πολιν , οὐδε πλινθοις
περισσος ὁ ἀν συνδεσμος : εἰ γαρ ἐνετετακτο κυριως , ἐπηνεγκεν ἀν ἀπολυσαιμεθα . . . . . πολλα γαρ
9999949 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999949 Φρυνης
λογου δηλοι . . . . . ἐν τῳ ὑπερ Φρυνης λογῳ Ὑπ . ὁμολογων ἐραν της γυναικος κτλ .
ἐφ ' ᾡ Πραξιτελην λεγεται φρονησαι μεγα : και ποτε Φρυνης αἰτουσης , ὁ τι οἱ καλλιστον εἰη των ἐργων
9999949 μεσσα
τον Ὀρφικον , ὁς ἐστιν οὑτος Ζευς ἀρχη , Ζευς μεσσα , Διος δ ' ἐκ παντα τετυκται : Ζευς
Ἀχιλληος , την δ ' Ἑκτορος ἱπποδαμοιο , ἑλκε δε μεσσα λαβων : ῥεπε δ ' Ἑκτορος αἰσιμον ἠμαρ ,
9999949 σμυρνης
, ὀπιου ⋖ δ , λιβανου # α # , σμυρνης # α , καστοριου # δ . ἀναλαμβανε οἰνῳ
. . . . ⎪ ⎬ ἀνα δρ . δʹ σμυρνης . . . . . ⎪ πηγανου φυλλων .
9999948 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999948 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999948 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999948 πρακτικα
παραπεπτωκοτος ὁ κληρος του δαιμονος και τα σωματικα και τα πρακτικα μεριζει . ὁμοιως και ἡ τυχη ἀμφοτερα μεριει του
Ἡλιος ἠ και Σεληνη ἠ και ἀμφοτεροι μαλιστα περι τα πρακτικα κεντρα τυχοντες και κατα τροπον ὑπο παντων των ἀστερων
9999948 κἀπειδαν
λυζοντων ὁ της ἐπειξεως : ὁ δ ' αὐτος , κἀπειδαν δευτερα ἐκβαλλειν ἠ ἐμβρυον ἐναποτεθνηκος δεοι . μη ἀσυνεργητος
μητε ἁλμυροισι : και θυμιησθω το αἰδοιον τοισι κακωδεσι : κἀπειδαν ἀρξηται περιπατειν , την σφενδονην φορειτω . Ἠν δε
9999948 ἀγονα
ἀνεχουσαν , ταυτα ἐστι γονιμα : ὁσα δε μη , ἀγονα . ἐκ τουτων πιστευτεον το κιτριον λεγειν τον Θεοφραστον
οὐκ ἐστι λογος , ὡστ ' εἰκοτως συμφωνιας οὐκ οὐσης ἀγονα τα ὀκταμηνα . διγονοι . . . . .
9999947 μικροτητα
γνωριμα ἐθνη : τἀλλα δε οὐκ ἀξιον ὀνομαζειν δια την μικροτητα και την ἀδοξιαν : ὑπεναντιως δε τα νυν ἐνιοι
ὑδατων διεφθειρετο , κἀν ἐρημωθηναι την χωραν . και την μικροτητα δ ' αὐτων εἰναι χαλεπην και την ὑπερβολην του
9999947 φυγασι
φησιν Ζωπυρον ἱστορειν 〛 τους γαρ Ἀθηναιους καθοδον δεδωκεναι τοις φυγασι πλην των Πεισιστρατιδων μετα την ἡτταν την ἐν Σικελιαι
μεν ὑποσχεσεσι δωρων , τους δε δεησεσι πεισαντος συμπραξαι τοις φυγασι την καθοδον . και γινεται κοινη των συναγομενων εἰς
9999947 Φοινικης
δε τῃ πολει ἐκεινῃ τοτε μεγιστον στρατοπεδον , ὁ της Φοινικης προησπιζεν : ὑστερον δε μετηνεχθη , ὡς ἐν τοις
της Ποντικης [ θαλαττης μεχρι ] Κιλικιας και [ ] Φοινικης , και το [ ] μηκος [ αὐτης εἰναι
9999947 ἡμισεια
ΑΒΓ . δια τα αὐτα δη και ἡ ὑπο ΒΑΔ ἡμισεια ἐστιν ὀρθης . ὁλη ἀρα ἡ ὑπο ΔΑΓ γωνια
τεσσαρων , το δε ἀπο της τετραποδος , ἡτις τετραπους ἡμισεια ἐστι της ὀκταποδος , το οὐν ἀπο της τετραποδος
9999947 νοσουσα
οὐχ ἑκουσῃ ταυτα πασχουσῃ . Και ἡ μεν ἐθεραπευετο ὡς νοσουσα παρα τῳ πορνοβοσκῳ : ὁ δε Ἁβροκομης ἀπο της
' ἑαυτων τον ἐλεγχον ἐπισπωμενοι . γυνη πρεσβυς τους ὀφθαλμους νοσουσα ἰατρον τινα ἐπι μισθῳ παρεκαλεσεν στοιχησασα αὐτον ἐνωπιον μαρτυρων
9999947 ἐνεθηκεν
τοις δε ἀνθρωποις δικαιοσυνην συμφυτον ἐνεσπειρε , και το κοινωνικον ἐνεθηκεν αὐτων τῃ φυσει . Διοπερ οἱ ἀδικοι τοις ἀλογοις
. . . . . . . . . κρυψας ἐνεθηκεν φαρμακοεν λυσεις . ἀταρ οὐτι γε Καρκινος αἰθων οὐτε
9999947 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999947 κρατησειεν
, συντιθεται ταλαντα ἑξηκοντα δωσειν , εἰ δι ' αὐτου κρατησειεν Ἀκροκορινθου . Ἐργινος ὑπισχνειται μετα των ἀδελφων τουτο πραξειν
συσταιη , ἀλλα και ἐφοδους ποιησαιτο ἐπι την ἀλλοτριαν και κρατησειεν οὐ των ἐγγυς μονον ὡστε και μεχρι της νυν
9999946 ὑπεμνησεν
. λεγουσι ] δ ' οἱ μεν ὁτι ? [ ὑπεμνησεν ] | αὐτον ? [ ὡν ] | περι
και τον ἑαυτου διανυοντος δρομον , οὐδε εἱς των θεων ὑπεμνησεν ὡστε και αὐτῳ του κοσμου μεριδα φυλαχθηναι . οὐδεπω
9999946 τριηρεσι
τους δε ἡττημενους νικησαντας . Διοτιμος πλοια σιτηγα παραπεμπων δεκα τριηρεσι , καταληφθεις περι την Χιον ὑπο Λακεδαιμονιων ἐχοντων εἰκοσι
Ῥοδον . Κοντος δε ἀφικομενος ἐς Ἰμβρον συν ταις δεκα τριηρεσι λογους προσφερει Κριτοβουλῳ τῳ ταυτης ἐπαρχοντι περι ἐνδοσεως της
9999946 ἐδιδουν
πλουσιωτατος . ὁμως δε τουτων εἰ με προσγελασειε τις , ἐδιδουν στεναξας ὁποσον αἰτησειε με . γογγρον μεν , ὡσπερ
τε ἠσαν , ἀλλ ' ἐγω τα μεν ἀγωγιμα προικα ἐδιδουν , αὐτος δε ὀπισω παρ ' ὑμας ἱεμην ,
9999946 ἐμελλεν
Σικελου θυννου τεμαχος τμηθεν , ὁτ ' ἐν βικοισι ταριχευεσθαι ἐμελλεν . σαπερδῃ δ ' ἐνεπω κλαιειν μακρα , Ποντικῳ
τῃ Θεογονιᾳ ὁτι ἑν γενος ἐστι φιλονεικιας , και ὡδε ἐμελλεν εἰπειν ὁτι δυο εἰσι : και εἰπεν το οὐκ
9999946 ἀπελογησατο
- λογησομενον . ὁ δε Παυσανιας ἐλθων εἰς την Σπαρτην ἀπελογησατο , και ἀπατησας τους Λακεδαιμονιους , ἀπολυθεις της αἰτιας
ἐβουλευετο μετα των φιλων οὐκετι περι Μιθριδατου , λαμπρως γαρ ἀπελογησατο , ἀλλα εἰ χρη διαδικασιαν προθειναι περι της γυναικος
9999946 ἠριστευσεν
δοξαζων δε δια το ἀναγορευθηναι ἀπο Τεγεας . προσυπακουστεον το ἠριστευσεν . ὑπο δε τουτου του Ἐχεμου τον Ὑλλον φασι
; τοιγαρουν ἐμεινεν , και την ἐμβολην ἐδεξατο , και ἠριστευσεν : Ἀθηναιοι δε ᾠοντο αὐτου καταψηφιζεσθαι . Και γαρ
9999946 ἐθηκεν
ἠ παρελασσεν τον Δημοσθενη καλλους ἑρμηνειας ἑνεκεν , ἠ ἀμφηριστον ἐθηκεν . νυν δε περι μεν την ἐκλογην ἐστιν ὁτε
καιτοι δηλον ὁτι ἁ ἐνομιζεν καλα εἰναι , ταυτα νομιμα ἐθηκεν και τοις αὑτου πολιταις . οὐ γαρ που ,
9999946 ἐπικρατησῃ
, μεγεθει τε μεγιστον και πολυτελειᾳ ἐκπρεπεστατον , και ὁπως ἐπικρατησῃ ἐπικαλεισθαι ἀπο Ἡφαιστιωνος , και τοις συμβολαιοις καθ '
το θερμον : ὁταν οὐν το ἐν τῳ ὑδατι ψυχρον ἐπικρατησῃ του ἐν τῳ ἀερι θερμου , γινεται ἐξ ἀερος
9999946 ὁποσοιουν
των τον αὐτον λογον ἐχοντων αὐτοις . Ἐστωσαν οἱ δοθεντες ὁποσοιουν ἀριθμοι οἱ Α , Β , Γ : δει
ἐκτεθεντων . Ὁπερ ἐδει δειξαι . Ἐαν ὠσιν ἀπο μοναδος ὁποσοιουν ἀριθμοι ἐν ἰσῃ ὑπεροχῃ , ὁ συμπας πολυπλασιασθεις ἐπι
9999946 ἀπαλλαγης
ἁπασας ἐκκεκοφθαι , τας δ ' ἐναντιας παρεισεληλυθεναι φροντιδας περι ἀπαλλαγης ἀνηνυτων βασανων , ὑφ ' ὡν γυμναζομενος μεθ '
οἰνομελιτι κλυστεον τον κολπον , και τουτοις ἐπιμενητεον μεχρι τελειας ἀπαλλαγης . Εἰ δε περι το στομιον της ὑστερας συσταιη
9999946 ναμασι
δε ἐν θαλαττῃ , πολλους δε ἐν πηγαις τε και ναμασι , πολλους δε περι γην , εἰναι δε και
δε τριακοντα δραχμαις ἐτι και δυο μισγε ὁλκας ἐξ ἀνθους ναμασι πηγος ἁλος . και † Ζακορισου Μουσαις ἰσαριθμον ὀπισμα
9999946 ὑπηντησεν
Ῥωξανακης της πολεως , ἐνθα Σακαις το βασιλειον ἠν , ὑπηντησεν αὐτῳ Ζαριναια , και θεασαμενη συν πολλῃ χαρᾳ ἐδεξιουτο
την Ἰταλιαν ὀχλος ἐναντια τοις στρατιωταις φρονων κατα την ὡρισμενην ὑπηντησεν , ἀρξαμενος τε της ἐμφυλιου κινησεως , ἁμα τε
9999946 ἐγεννησεν
δε ἐπιῤῥηματικως , τουτεστι , την δε ἑτεραν προτερον μεν ἐγεννησεν ἡ νυξ ἡ ἐρεβεννη , ἡν ὁ Προκλος θεον
ἡ μεν οὐχ ὁρᾳ ἁ ἐχει : οὐδε γαρ αὐτη ἐγεννησεν , ἀλλ ' ἐστι και αὑτη εἰδωλον και οἱ
9999946 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999946 Αἰσχυλου
] [ ] ντι [ ] Σατυρου βιων ἀναγραφης Ϛʹ Αἰσχυλου Σοφοκλεους Εὐριπιδου [ ] ! [ ] [ και
οὐκ ἀληθης διανοια . το δ ' ἑξης ἐκ Νιοβης Αἰσχυλου . 〛 ἠν ' ἰδου : Ἠνι ἰδου ἐκ
9999946 ἐφθονησεν
δε εἰδεν Ἀθηνα , μυσαχθεισα την εὐεργεσιαν ἐπεσχε τε και ἐφθονησεν . Ἀμφιαραῳ δε φευγοντι παρα ποταμον Ἰσμηνον , πριν
' ὁπως οὑτος ληψεται παρεσκευασε ; και της μεν ἐργασιας ἐφθονησεν , ἡς οὐδεν αἰσχρον ἠν μεταδουναι : την δε
9999945 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999945 ὀχυροτητα
ἐτι δε την χωραν ἐχουσαν πολλους τοπους ἀπροσιτους δια την ὀχυροτητα , κατελεξεν ἐξ ἁπαντων των ὑπ ' αὐτον ἐθνων
προτερημασιν ἐπαρθεντες προσεκειντο μεν τηι πολιορκιαι , δια δε την ὀχυροτητα των τειχων οὐδεν ἠδυναντο βλαψαι τους ἐν τηι πολει
9999944 νοσημασι
! α κρημνισαι ἑαυτον . νοσουσι δε οἱ ἱπποι πλειοσι νοσημασι , ποδαγρᾳ και ἰλεῳ και τετανῳ και ἐμπυησεσι και
και τοις ἀνευ πυρετου ὀξεως νοσουσι και τοις ἐν χρονιοις νοσημασι δεομενοις χολαγωγου φαρμακου , οἱον μαινομενοις , ἑτεροκρανικοις ,
9999944 εἰωθασι
ἐπι σφισι περιαργυρα , οἱς ἐτι νυν ἐς τας πομπας εἰωθασι χρησθαι . σαλπιγκτων τε ἀπειρον ἠν πληθος , παρα
τῳ μη πλειονα ζημιαν ὑπομενειν ἀρξας ἐπηρειας . Ὀρυγματα γης εἰωθασι τινες εὐ μαλα βαθυνειν ἠ φλεβας πηγαζουσας ἀναστελλοντες ἠ
9999944 ἐφονευσεν
ὁ δεινα : ἐδει οὐν μαλλον εἰπειν , εἰ οὑτος ἐφονευσεν . Ἐαν δε ᾐ φανερον , ἐπισκεπτεον , εἰ
των ὀνειρων ἐστιν ὁ Ἑρμης : ἠ ἐπειδη τον Ἀργον ἐφονευσεν , οὑτος δε ὁ Ἀργος ἐν ὁλῳ τῳ σωματι
9999944 ἀμαθης
ἐς τα ξυμποσια των θεων φοιτωσι , και ὁ Ἀρης ἀμαθης περ ὠν και ἐχθρος οὐπω τον Ἡφαιστον ἐπ '
συστατικας διαφορας του ὁρου ἀποδεδωκα σοι . ἐμπειριαν . ὁ ἀμαθης σοφιστης πλημμελει και περι τας ἐρωτησεις και περι τας
9999944 στρατιωτικα
Ἀθηναιοι , χρηματα , ἐστιν ὁσα οὐδενι των ἀλλων ἀνθρωπων στρατιωτικα , και παλιν ἐν τῳ Κατα Μειδιου ἀλλ '
και το δοθεν ἀνελαβε χρυσιον , και τα σημεια τα στρατιωτικα , ἁπερ ἠσαν ἐν τῃ προτερᾳ μαχῃ παρα των
9999944 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999944 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999944 ποταμοιο
ἐφεσταοτας σκοπελοισιν , τον δ ' αὐτου παρα χειλος ἑλισσομενου ποταμοιο . Αἰσονιδης δ ' , ὁτε δη πρυμνησια δησαν
εἰργουσι ψυχαι εἰδωλα καμοντων , οὐδε με πω μισγεσθαι ὑπερ ποταμοιο ἐωσιν , ἀλλ ' αὐτως ἀλαλημαι ἀν ' εὐρυπυλες
9999944 ἠδικηκεν
τους παιδας ἀστραγαλοις . ὁς μονους αὑτου σοφωτερους οὑς οὐκ ἠδικηκεν δοκει , ὁς οὐτε παθειν δεδιεν οὐτε ποιειν ὀκνει
χορηγον ὀνθ ' ὑμετερον ἱερομηνιας οὐσης πανθ ' ὁς ' ἠδικηκεν ὑβρισας φαινεται , δημοσιας ὀργης και τιμωριας δικαιος ἐστι
9999944 παρεσκευαζετο
περι αὐτον στρατιας ἐπανελθων εἰς Μεμφιν τα προς την πολιορκιαν παρεσκευαζετο . Ὁ δε της πρωτης μεριδος ἀφηγουμενος Λακρατης ὁ
λοφου ὀντος μεταξυ οὐκ ἐθεωρουν ἀλληλους , ἐτασσε τε και παρεσκευαζετο ὡς ἐς μαχην . τῳ δε Ἱπποκρατει ὀντι περι
9999943 παρεχωρησε
Σωπατρου . Τριτη ἡ ἀντινομια των νομικων ἐστι στασεων : παρεχωρησε γαρ τῳ συλλογισμῳ δι ' ἁς εἰπομεν αἰτιας :
δε ἐπουσιωδεσι τοις τα ἰσα φερουσι του ἰδιου τοπου οὐ παρεχωρησε . Μαθοντες οὐν περι της ταξεως του ἰδιου ,
9999943 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ
9999943 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999943 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999943 οἰνανθης
σαμψυχου , ῥευματιζομενῳ δ ' ἠ πυρουμενῳ τα δι ' οἰνανθης , τα δια στυπτηριας , τα δι ' ὀμφακιου
προς την φερομενην κοιλιαν τουτῳ . Ἀκακιας , μαστιχης , οἰνανθης ἰσα : κατ ' ἰδιαν ἑκαστον λειωσας και μιξας
9999943 ἀπηγαγεν
. Βαγοραζος δε τον νεκρον του πατρος και της μητρος ἀπηγαγεν εἰς Περσας . ἑπτακαιδεκα δε νοθους υἱους ἐσχεν ὁ
Σιμμα καταδεηθεις αὑτωι δουναι την παρθενον εἰς γαμον ἐννομον , ἀπηγαγεν αὐτην εἰς Νινον , και γημας ἐγεννησε δυο παιδας
9999943 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999943 ὑδατωδης
δε ὁσα γεωδεστερα και ἐν γεωδεστεροις και οὑ μεμικται τις ὑδατωδης δυναμις , ταυτ ' ἀποξηραινομενα και παλαιουμενα μεχρι τινος
μελανος και αὐστηρου , και οἱ εὐωδεις κεφαλαλγεις : ὁ ὑδατωδης γουν οὐτε κεφαλης οὐτε νευρων ἁπτεται , ὁ δ
9999943 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999943 Τισσαφερνης
προθυμος ἠν ὁ Φαρναβαζος ἀποστησαι αὐτων , ὡσπερ και ὁ Τισσαφερνης τας ἐν τῃ ἑαυτου ἀρχῃ : ἠλπιζε γαρ ὁ
ἐπι θαλατταν την στρατιαν , ὡς εἰς Ἐφεσον πλευσουμενος . Τισσαφερνης δε αἰσθομενος τουτο το ἐπιχειρημα , στρατιαν τε συνελεγε
9999943 κρατεροιο
δε ταθεισης τεσσαρα δακτυλα μουνα μεταρσια πασι φαεινει , ἀντιπορου κρατεροιο μετακλινων σθενος αὐλου , ὁττι μεριζομενων τετραζυγα φιλτρα κερασσας
λεοντος , ἡ δε χιμαιρης , ἡ δ ' ὀφιος κρατεροιο δρακοντος . [ προσθε λεων , ὀπιθεν δε δρακων
9999942 ἀμεινονι
ἐρυσατο κυδιμα τευχη , ὡν ἑνεκ ' ἀφραδεως μεγ ' ἀμεινονι δηριαασκες . Κεισο , κυον : σε γαρ οὐ
δικαιον ἐπιδιδοιην μη ἀνελομενος , κτημα ἀντι κτηματος ἀμεινον ἐν ἀμεινονι κτησαμενος , δικην ἐν τῃ ψυχῃ πλουτου προτιμησας ἐν
9999942 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999942 Εὐκλειδης
Ἀριστιππος ὁ Κυρηναιος , Ἠλιακης Φαιδων ὁ Ἠλειος , Μεγαρικης Εὐκλειδης Μεγαρευς , Κυνικης Ἀντισθενης Ἀθηναιος , Ἐρετρικης Μενεδημος Ἐρετριευς
συμποδιζων προαιρεσει , ὁ δε βελτιστῃ ὠφελων , ὡς ὁ Εὐκλειδης δια των ψευδαριων πειραται και γυμναζει : και οὐ
9999942 ἀσπιδας
. ῥοθιον : Ἀρριανος : στοιχον ἑνα ὁπλιτων προβεβλημενων τας ἀσπιδας , πολλῳ τῳ ῥοθιῳ και ἁμα ξυγκελευσμῳ παντοιῳ ἐν
Κρητικας , ὡσπερ ἐρεβινθους , δορατιων τε λειψανα κατεαγοτα , ἀσπιδας δε προσκεφαλαια και θωρηκας ἐχομεν , προς ποδων δε
9999942 ἐλλειπτικως
ἐρχομενος δηλονοτι προς των ἐχθρων και παρα των ἐχθρωντουτο δε ἐλλειπτικως ἐστιντι ποιει ; στειχει και ἀνερχεται προς τας ἀναβασεις
ὠλεσας την στρατιαν των Περσων των μεγαλαυχων και πολυανδρων . ἐλλειπτικως δε το και : και το ἀστυ των Σουσων
9999942 κυβερνητου
, ὡσπερ και κυβερνητου μεν ἀρετη , ἀν τα του κυβερνητου ποιῃ και ἀρχῃ των ναυτων , των δε γε
δη . . . : περι του Ἀριστωνος του Κορινθιου κυβερνητου και της συμβουλης αὐτου και οἱ Συρακοσιοι : σημειωσαι
9999942 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999942 διπλασιῳ
διελουσι το μεγεθος μεσην ποιει το δια πασων ἐν τῳ διπλασιῳ λογῳ , ἀντιπεπονθοτως ἐν ταις κινησεσι διπλασιαν ἐχουσαν τασιν
τα αὐτα διαφοραν προς διαφοραν αὐτῃ τῃ ἐλαττονι διαφερειν ἐν διπλασιῳ λογῳ ἐκτιθεμενων των ὀρων , ἐν δε τριπλασιῳ διαφοραν
9999942 Αἰθιοπιαν
διαφεροντως . οἱον ὁ ἡλιος καιει μεν τα περι την Αἰθιοπιαν μερη , θαλπει δε τα προς ἡμας , καταυγαζει
τον παλαι προτετελευτηκοτα . Ὁτι Καμβυσης μελλων στρατευειν ἐπ ' Αἰθιοπιαν ἐπεμψε μερος της δυναμεως ἐπ ' Ἀμμωνιους , προσταξας
9999942 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999942 συμπασα
ἐθνικον Ἱεραπυτνιος . Ἰερασα , χωριον Λιβυης . ἡ δε συμπασα γη ἐκεινη ἐλεγετο Κυρηνη . Ἱεραφη , ὡς Ἀναφη
μη πολλοι ἀλλ ' εἱς γιγνηται , και οὑτω δη συμπασα ἡ πολις μια φυηται ἀλλα μη πολλαι . Ἐστι
9999942 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999942 πισσης
μηδενι τροπῳ ἐρεθιζων : ἠ θειον ἀπυρον ἠ λιβανωτον μετα πισσης ὑγρας εἰς σπληνιον ἐπιτιθει . Ἐφ ' ὡν δε
ὑδατος οὐγγιας θ , και ἑνωσας χρω . Κηρου , πισσης , κολοφωνιας , στεατος ταυρειου , ἀσβεστου ἰσα τηξας
9999942 φροντιδι
κακον . ὀντα * πορσυνεται . παρεσκευασται ἐρημωθεισα μετανοιᾳ συνδησει φροντιδι : λογιζομενη οἱον ἐβουλευσατο ἐργον την ἀνδρομαχην κτανειν :
μητε γυναικος μητε ξυγγενεων μητε οὐσιης μητε τινος ὁλως ἐν φροντιδι ἐοντος , ἡμερην δε και εὐφρονην προς ἑωυτῳ καθεστεωτος
9999942 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999942 βοηθημασι
ἡγεμονιαν μισος ἡ του στρατηγου συνεσις και ἀρετη τοις ἐνδεχομενοις βοηθημασι διωρθωσαντο , και παρα μεν τοις εὐεργετηθεισι τιμων ἰσοθεων
ἐπι την του πασχοντος νεφρου ἰασιν , και τοπικοις χρησαι βοηθημασι . τουτου εἱς κανων . Ἑτερος ὁ λεγων ,
9999942 θαυμαστικως
, ᾡ τα πολεως πραγματα ἐφορμει , μη καταπλαγεις τους θαυμαστικως ἐχοντας αὐτου , και πολλας μεν ἐμφωλευουσας νοσους εὑρησεις
Γης . βουπαις οὐπω πολλος Τιτυον μεγαν : το μεγαν θαυμαστικως εἰρηται , ὁτι βουπαις ὠν μεγαν ἐτοξευσεν . και
9999942 κρατημα
ἀγονται κατω , και προσδεονται κλιμακιῳ τινι της κλιμακος προς κρατημα . τουτων γενομενων , ὡς εἰρηται , στρεφεται ὁ
ἀρχαι ἀγονται κατω και ἀποδιδονται κατω κλιμακιῳ ἀκινητῳ προς το κρατημα γινεσθαι και ἀνατασιν εὐθυπορον . δυναται δε και κατω
9999942 ἀπειληφεν
γενεσις τε και εὑρεσις των συλλογισμων . Ἐπει δε περας ἀπειληφεν ἡμιν το περι εὐποριας των προτασεων σκεμμα , ἐντευθεν
: και ἰδου το ἡττον θερμον την του ἐναντιου προσηγοριαν ἀπειληφεν . Μεμνησθαι δε δει και του εἰρημενου ἐν τῃ
9999942 σεμνοτητα
το δε ἀναστρεψαι και το παρακολουθουν προθεσιν εἰναι του προσωπου σεμνοτητα μετα γλυκυτητος εἰργασατο , ὡσπερ ἀν ἡ σωφρονεστατη παρθενος
, ἐξ ἰσου γιγνομενοι στερξομεν ; εἰ δ ' ἐπωνυμιας σεμνοτητα σκοπουσιν , ἠ προς δοξαν ὀνοματος τα τοιαυτα κρινουσιν
9999941 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999941 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999941 ἐξεθηκεν
μυστηρια ἀνεφηνεν ἐν Ἐλευσινι και τας του πατρος Μουσαιου ποιησεις ἐξεθηκεν ἐτη ΧΗΔ βασιλευοντος Ἀθηνων Ἐρεχθεως του Πανδιονος . .
Σωτηρος μητερα . τουτον δε τον Πτολεμαιον οὐδεν οἱ προσηκοντα ἐξεθηκεν ἀρα ὁ Λαγος ἐπ ' ἀσπιδος χαλκης . διαρρει
9999941 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999941 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999941 χρυσης
προκαταρχειν του χορου των Μουσων . ὁ δε νους : χρυσης κιθαρα , και του Ἀπολλωνος κτημα και των μελανοπλοκαμων
γαρ ὀφελος οὐδεν οἰκιας χρυσης , οὐ μαλλον ἠ χυτρας χρυσης ἠ της πλατανου της ἐν Περσαις . πολεως δε
9999941 ὡροσκοπουσαν
κλιμασιν ἐπι των ἠδη τελειωθεντων ἀνθρωπων , ἐξακριβουντες δε την ὡροσκοπουσαν μοιραν κατα την του θειου Πτολεμαιου μεθοδον σχεδον ἐπι
πευσεως ἠτοι του πραγματος προειπειν δυνησομεθα ἐπαν ἀκριβως λαβωμεν την ὡροσκοπουσαν μοιραν ἐξ ὑδροσκοπιου ἠ ἀστρολαβου ἠ ἀλλου τινος ὡροσκοπιου
9999941 ὑπειληφεν
θυγατριδους αὐτῳ μη συμφρονει μηδε τους αὐτους ἐχθρους και φιλους ὑπειληφεν , ἀλλα μισει μεν οὑς αὐτος στεργει , φιλει
πανθ ' ἑξειν καλως ἐλπιζω . και γαρ εἰ τις ὑπειληφεν εὐτυχη τον Ἀλεξανδρον τῳ παντα κατορθουν , ἐκεινο λογισασθω
9999941 μειρακιῳ
ἐγενετο : τῃ γραιῃ τῃ Βησσιακῃ περι ἐνατην : τῳ μειρακιῳ τῳ σπληνωδει τῳ της παιδισκης , κοιλιης ὑγρανθεισης ,
. Ἰσαιος δε ὁ σοφιστης ὁ Ἀσσυριος τον μεν ἐν μειρακιῳ χρονον ἡδοναις ἐδεδωκει , γαστρος τε γαρ και φιλοποσιας
9999941 δραχμην
τοὐργον αὐτο : των μεν γαρ χρηματων ἐκεινοις τοις χρονοις δραχμην οὐ κατεθηκαν ὑμιν , νομῳ δ ' ἑνι πλειστους
: ὡς του Λυσιστρατου ⌈ οὐν Γ ἁμα αὐτῳ εἰληφοτος δραχμην ὑπερ του δικαστικου μισθου και ἐμπεπιστευμενου κερματισαι αὐτην ὡστε
9999941 γεγραμμενη
τουτεῳ τῳ τροπῳ της ὀλισθησιος κἀκεινη ἡ κατατασις ἡ προσθεν γεγραμμενη , ὡς χρη κατατεινειν τα ὀστεα του βραχιονος κατεηγοτα
μεν του ἐνδιαθετου ἐστιν , ἡ περι ἐνθυμηματων και ἐπιχειρηματων γεγραμμενη , ἡ διδασκουσα πως δει ἐνθυμεισθαι και λογιζεσθαι :

Back