βασιλευοντος , ἀφικομενοις εἰς τον Λυκου κηπον ἡ μητηρ αὐτων Ἀντιοπη ὑδρευομενη διψωσι τον γαυλον προσσχουσα πιειν ἐδωκεν και μονωθεισα
, ὡς αὐτος λεγεις . μαλλον σεαυτον ἠσκησας σεβειν : Ἀντιοπη : οὐχ ἑλξετ ' αὐτον δμωες : οὐ διωκετε
9999871 κτισμα
τε Καρησος τε Ῥοδιος τε . ” ἡ δε Δαρδανος κτισμα ἀρχαιον , οὑτω δ ' εὐκαταφρονητον ὡστε πολλακις οἱ
, δοκω ἐγω τον Τυριον εἰναι Ἡρακλεα , ὁτι Φοινικων κτισμα ἡ Ταρτησσος και τῳ Φοινικων νομῳ ὁ τε νεως
9999827 Ἀφροδιτῃ
καλειται δε ῥυγχος και τοπος τις περι Αἰτωλιαν . ὁτι Ἀφροδιτῃ ὑς θυεται και μαλιστα παρ ' Ἀργειοις παρ '
Κρονῳ Ϛ , Ϛ , Ἑρμῃ Ϛ , ιβ , Ἀφροδιτῃ η , κ , Διι ε , κε ,
9999825 ἐνεπλησθη
ἐπι Σαρδις . Ταυτα ἐπιλεγομενῳ Κροισῳ το προαστειον παν ὀφιων ἐνεπλησθη . Φανεντων δε αὐτων οἱ ἱπποι , μετιεντες τας
τε ἐπραξαν οἱ τοτε Καδμειοι και ὁ μετα ταυτα χρονος ἐνεπλησθη του παραδειγματος . ὀρθως ἀρα ὁ Θηβαιος Ἐπαμεινωνδας μετα
9999824 δυοκαιδεκα
Σεληνης ἀνωμαλους δρομους των τε λοιπων ἀστερων δυναμεις και κυκλον δυοκαιδεκα ζῳδιων ἐν ἀποκρυφοις ταυτα ἐχειν και τοις ἀπαιδευτοις ἠ
ἐπανω της χειρος , ὁς Ῥοπαλον καλειται , τους παντας δυοκαιδεκα φερει τοδε το ζῳδιον . Τους δε Διδυμους διεισιν
9999822 ἐζηλωσεν
τοὐναντιον ἐποιησεν : την γαρ φανεραν ἁπασι και τετριμμενην λεξιν ἐζηλωσεν ἐγγιστα νομιζων εἰναι του πεισαι τον ἰδιωτην το κοινον
ἀγελας κεκτημενος οὐ μονον την τρυφην των κατα Σικελιαν Ἰταλικων ἐζηλωσεν , ἀλλα και το κατα τους οἰκετας πληθος και
9999819 γλυκυτητι
και τουτων αἱ μεν ὀνομαζομεναι περσαιαι καρπον διαφορον ἐχουσι τηι γλυκυτητι , μετενεχθεντος ἐξ Αἰθιοπιας ὑπο Περσων του φυτου καθ
τε και ὀξυτητος ὡς προσηκουσων τῃ τε ἀφελειᾳ και τῃ γλυκυτητι . Ὁ δε περι ἡδονης οὑτος και γλυκυτητος ἡμιν
9999816 ἐξεβληθη
περισσον ἠν ἐνταυθα το ἀσβεστον [ πορον ] : διο ἐξεβληθη παρ ' ἐμου : ὁμοιον γαρ χρη το κωλον
ω ῥηματα παντως διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐξεβληθη το υ : οὐ γαρ ἠδυνατο τριφθογγος εἰναι ,
9999815 λευκοϲ
λευκοϲ και αὐϲτηροϲ ἡκιϲτα ὡϲ οἰνοϲ θερμαινει , ὁ δε λευκοϲ ἁμα και αὐϲτηροϲ και παχυϲ και νεοϲ αἰϲθητωϲ ψυχει
ἐξω φοραϲ και ταυταϲ ϲυνεκβαλλοντεϲ . πταρμον δε κινει ἐλλεβοροϲ λευκοϲ ϲτρουθιον πεπερι καϲτοριον κυκλαμινον εὐφορβιον νιτρον ἡ πταρμικη ποα
9999815 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999815 μικραϲ
, γαλακτι ἀντι ὠου ἐγχυματιζουϲιν , ἐλαθον δε αὑτουϲ ἀντι μικραϲ παραμυθιαϲ χρονιαϲ διαθεϲεωϲ τῳ παϲχοντι προξενοι γιγνομενοι . το
Ἡ παροξιϲ κερατιον ἑν ἡμιϲυ . Ὁ κυαθοϲ ἐχει μναϲ μικραϲ ἠτοι μυϲτρα μικρα δυο . το γαρ μυϲτρον ἐχει
9999814 αἰσχυνεσθε
' ὑμων τινες ἐνθαδε ποιουσιν ; κἀκει παλιν εἰτα οὐκ αἰσχυνεσθε , εἰ μηδ ' ἁ παθοιτ ' ἀν ,
δια το ἀπαρασκευοι ἐγχειρειν . ὑποστικτεον οὐν εἰς το μη αἰσχυνεσθε ὁ μεμφονται : οἱ Κορινθιοι μεμφονται πολιν : την
9999814 Παλλαδα
ὁ πολεμικος ἀπο της Ἐνυους , τινες δε ὡσπερ την Παλλαδα δια φονον του Παλλαντος οὑτω και τον Ἐνυαλιον δια
[ [ ] ! ! [ ! ] αν : Παλλαδα δ [ [ μητιοεσσαν ] ἀρηγονα [ [ ]
9999814 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,
9999813 γυμναστικῃ
την δε ἰατρικην . της δε πολιτικης ἀντιστροφον μεν τῃ γυμναστικῃ την νομοθετικην , ἀντιστροφον δε τῃ ἰατρικῃ την δικαιοσυνην
ὡσπερ λεγω , ἡ ὀψοποιητικη κολακεια ὑποκειται : τῃ δε γυμναστικῃ κατα τον αὐτον τροπον ἡ κομμωτικη , κακουργος και
9999813 χρυσεα
οἱ δε ὀλιγα δι ' ὀλιγων . οἱον ἐδοξε τις χρυσεα ὀμματα ἐχειν . ἐτυφλωθη δια το μη ἰδιον ὀμματων
. χρυσεα τοι κεινων μεν ἐπι χροϊ τευχεα φωτων , χρυσεα δ ' ἱππειοισιν ἐπι στοματεσσι χαλινα , χρυσῳ δ
9999812 βελτιστῳ
εἰς δε την Ἀκαδημειαν ἠ εἰς το Λυκειον ἐλθοντα τῳ βελτιστῳ τουτῳ Διαλογῳ συμπεριπατειν ἠρεμα διαλεγομενους , των ἐπαινων και
δυναμενους ἀποδεδοται , ὡστε τον χειριστον των αὐτων τυγχανειν τῳ βελτιστῳ : οὑτως , ὠ ἀνδρες , ταυτην την ὑβριν
9999811 γαληνῃ
ἐν εὐδιᾳ πλανωμενον , ἰδιου χειμωνος γεμον και βαπτιζομενον ἐν γαληνῃ . θαυμασαντες ἠλθομεν πλησιον . ἐδοξα τον της ἀθλιας
νησους ἠ πετρας ἐκτρεπεται : και τα μεν εὐδιᾳ και γαληνῃ σφριγᾳ , τα δε κλυδωνι και κυματωσει : ταις
9999811 ἡμισυ
, ἁτινα συν τοις λϚ γινονται νβ , ὁ ἐστιν ἡμισυ των ρδ Ἡ ΑΒ εὐθεια μοναδων ιβ : ἐτμηθη
ἐπιλαβεσθαι της κατασκευης , προσκαρτερων και αὐτος . το μεν ἡμισυ της νεως ἐν μησιν ἑξ εἰργασατο , και ταις
9999809 ὑδρομελιτοϲ
' ἐκεινων εἰρημενα . εἰϲι δε εὐβοηθητοι μαλιϲτα ὠφελουμενοι ὑπο ὑδρομελιτοϲ ϲυνεχωϲ αὐτο πινοντεϲ μιγνυμενων αὐτῳ πηγανου φυλλων . Γυψοϲ
ἀνιϲου ϲπερμα ἀριϲτολοχιαϲ ἀφεψημα βραθυοϲ λειοτατου ⋖ α μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἐπι δε των ἀπυρετων μετ ' οἰνου βαλϲαμου
9999809 ἐδυνηθη
σοι , που μεν ἐγνω με , που δε οὐκ ἐδυνηθη . και δη συγγνωμη παρ ' ἀμφοτερων ἐστω ,
και ἁμα ταυτα λεγων κατεδακρυσε την ἑαυτου τυχην και οὐκετι ἐδυνηθη πλειω εἰπειν . Και ὁ Κυρος ἀκουσας του μεν
9999809 Λευκιππης
: οὐ παρελιπε δε οὐδε ὁσα ἰδιᾳ προ των της Λευκιππης θυρων διελεχθησαν προς ἀλληλους περι αὐτης . και ὁ
την ναυαγιαν , την Αἰγυπτον , τους βουκολους , της Λευκιππης την ἀπαγωγην , την παρα τῳ βωμῳ πλαστην γαστερα
9999809 ἐλπιδα
ῥᾳδιως παρα των ἀδικουντων χρηματα λαμβανουσι . καιτοι τινα χρη ἐλπιδα ἐχειν σωτηριας , ὁποταν ἐν χρημασιν ᾐ και σωθηναι
πιστευσαντα . Καισαρα δη αὐτον ἀποδεικνυει , φθασας αὐτου την ἐλπιδα και την ἐπιθυμιαν τῃ της ἐξουσιας κοινωνιᾳ . ἐπιστελλει
9999807 κλειδα
ἑκουσαι θυματα γινονται , ἐπαταξαν ἑαυτας τῃ κερκιδι παρα την κλειδα και ἀνερρηξαν την σφαγην . και αὐται μεν ἀμφοτεραι
του ποντου κληιδα : λεγει δε το στενον ὁθεν και κλειδα το στενον - ἐκεινο ὠνομασε : ἀπο γαρ του
9999806 Εὐρυσθευς
της μητρος κωλυουσης , του δε πατρος συνεπαινουντος Κρεοντος . Εὐρυσθευς δε ὁ Σθενελου του Περσεως , αἰσθομενος τα καταλαβοντα
Ἁιδου . Μακαρια γαρ ἡ Ἡρακλεους , ὁπηνικα ἐπεστρατευσεν ὁ Εὐρυσθευς ταις Ἀθηναις , ἑαυτην ἐπεδωκε σφαγιον ὑπερ της των
9999805 κυριωτατη
τετραδος θεωρεισθαι . ἡ μεν γαρ μονας ἀρχη παντων και κυριωτατη πα - σων . . . . . .
, του νομου εἰποντος ἀναιρειν , φρουρειν : ἡ δε κυριωτατη λυσις ἐστι συγγνωμονικη : ὁτι ὠργισθη , παρωξυνθη ,
9999804 ἰσχυρῳ
. Τουτον φησιν ὁ Μανεθων ἁπαντα τειχει τε μεγαλῳ και ἰσχυρῳ περιβαλειν τους ποιμενας , ὁπως την τε κτησιν ἁπασαν
ἡδυ φερομενου : ὁμοιως γαρ εἰσι μοχθηροι , καθοσον ὁμοιως ἰσχυρῳ λογισμῳ ἑκατερος πολεμει . ὡστε , ὁ ἐν τοις
9999804 λεπιδα
ἑως συστραφῃ τε και εὐχρους γενηται : κἀπειτα ἐπιβαλων την λεπιδα , παλιν ἑψε ἑως ἀμολυντου , και ἐπιβαλλε τον
, και οἰνανθην την ἀγριην , και χρυσοκολλην , και λεπιδα , και λωτου πρισματα , και κροκον , και
9999803 λογισμῳ
των ἀγαθων : ἀφθονον γαρ το θειον και ἀπεριληπτον ἀνθρωπινῳ λογισμῳ , και τα εἰδη δε και οἱ ἀριθμοι θεια
θεων ? , [ εἰ μη ὁμου ] # συν λογισμῳ ? [ . ἑν ] μονον δ ' ἀξιω
9999803 Κελτικη
Ἀλοη ἀνθεμιϲ ἀγαρικον ἀψινθιον λαδανον λινοϲπερμον μαλαβαθρου φυλλον ναρδοϲταχυϲ ναρδοϲ Κελτικη οἰνοϲ νεοϲ ὀρροϲ γαλακτοϲ τυροϲ ϲυκα ξηρα . Ὁϲα
μαλλον οὑτοι και εὐεργετικοι και κοινωνικοι : Τυρρηνια δε και Κελτικη και Σπανια τῳ Τοξοτῃ και τῳ του Διος ,
9999801 μαχωμεθα
φραζωμεσθα τι λωιον ἀμμι γενηται , ἠ ἐτι που στυγεροισι μαχωμεθα δυσμενεεσσιν , ἠ ἠδη φευγωμεν ἀπ ' ἀστεος ὀλλυμενοιο
: τον δ ' ἐμε φασι γεινασθαι : νυν αὐτε μαχωμεθα φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . Ὡς φατ ' ἀπειλησας ,
9999801 εὐχωμεθα
Σωσια : σπονδη : καλως . ἐγχει . θεοις Ὀλυμπιοις εὐχωμεθα Ὀλυμπιαισι πασι πασαις : λαμβανε την γλωτταν ἐν τουτῳ
των ὀντων τε νυν ἀγαθων ὀνησιν πασι . ταυτ ' εὐχωμεθα . και παρα Σιμωνιδῃ δε φησιν ἑτερος : ὑν
9999800 οἰστρῳ
θεῃ Ἀρεος ἀντα ἠ τετραγωνου ἐοντος , ἀνιηροι τοτε φωτες οἰστρῳ ἐπ ' εἰδωλοις κενεοις νοον ἐπτοιηθεν . εἰ δε
: καιρος δ ' ἐστι τῳ μεν ἀρρενι , ἐπειδαν οἰστρῳ κατεχηται και ἀγριαινῃ : τοτε δη και λιπους τι
9999800 ἀστρῳ
ἐνιαυτου , ἐπειδηπερ και το αεγʹ : τῳ ἀρα αʹ ἀστρῳ ἀπο ἑῳας φαινομενης ἐπιτολης ἑῳα δυσις γιγνεται φαινομενη δια
δε δʹ προς μεσημβριαν : λεγω ὁτι τῳ μεν αʹ ἀστρῳ ἀπο ἑῳας φαινομενης ἐπιτολης ἑῳα φαινομενη δυσις γινεται δια
9999800 ἠναγκασε
στρατευσας οὐν εἰς την Παιονιαν και παραταξει τους βαρβαρους νικησας ἠναγκασε το ἐθνος πειθαρχειν τοις Μακεδοσιν . ὑπολειπομενων δε πολεμιων
συγκλεισας , και την τροφην παρελομενος ἐπι τινας ἡμερας , ἠναγκασε το ζῳον δια την ἐνδειαν ἀναλωσαι το σωμα της
9999799 Θεμιστοκλεα
ἐτι και νυν κεκτημενον , χρυσῳ στεφανῳ μελλετε στεφανουν . Θεμιστοκλεα δε και τους ἐν Μαραθωνι τελευτησαντας και τους ἐν
ἐοικεν , ἀν μεν Δημοσθενη , ἠ Μιλτιαδην , ἠ Θεμιστοκλεα , ἠ τον ὁμωνυμον ὑποκρινωμαι , τοτε μεν πολυ
9999799 Αἰγυπτῳ
την ἱεραν συνεγραψε βιβλον , ἡν ὡς μεγα χρημα ἐν Αἰγυπτῳ γενομενος ἐκτησαμην . γʹ Σουφις ἐτη ξϚʹ . δʹ
, ἐπειδη μαγοις Βαβυλωνιων και Ἰνδων Βραχμασι και τοις ἐν Αἰγυπτῳ Γυμνοις συνεγενετο , μαγον ἡγουνται αὐτον και διαβαλλουσιν ὡς
9999798 ὠνομαζε
τωνδε δ ' αὐ πελας Ἠλιδος δυναστορες , οὑς Ἐπειους ὠνομαζε πας λεως : Εὐρυτος δ ' ἀνασσε τωνδε :
διαγωνιου πασσαλου εἰς τον του ὀργανου βατηρα , ὁν χορδοτονον ὠνομαζε , την δε ποσην ἐπιτασιν ἀναλογως τοις βαρεσιν εἰς
9999798 Αἰγυπτιακα
δικαιος . Λυκεας δ ' ἐν τοις Αἰγυπτιακοις προκρινων τα Αἰγυπτιακα δειπνα των Περσικων Αἰγυπτιων ἐπιστρατευσαντων , φησιν , ἐπι
και την των ἀπλανων σφαιραν μεταλαμβανομενοις ϠϘγσιν , ἁ ἐστιν Αἰγυπτιακα ϠϘγ και νυχθημερα σνε # νδ μϚ να ἐγγιστα
9999797 ἑκκαιδεκατῃ
αὐτοις της πατριδος ὑφ ' Ἡρακλεους . Γενεᾳ δ ' ἑκκαιδεκατῃ μετα τον Τρωικον πολεμον Ἀλβανοι συνοικιζουσιν ἀμφω τα χωρια
κοινον ὀνομα πολλων ἐθνων . λεγονται και Λευκοσυροι . Στραβων ἑκκαιδεκατῃ „ δοκει δε ἀπο Βαβυλωνιας των Συρων το ὀνομα
9999796 τεθνηκε
αἰτιον του ἀλυειν αὐτους . και ἐπελεγεν εἰ μεν σοι τεθνηκε ζευγος , παρ ' ἐμου λαβων ἀπιθι και ἐργαζου
τῳ προτερον λογῳ και ἐκεινον τον λεγοντα ὁτι νικων μεντοι τεθνηκε , παλιν ὁ Ξενοφων ἐπεθετο τῃ κεφαλῃ τον στεφανον
9999795 ἡμισφαιριῳ
. ὁ Ἡλιος ὁρων την Σεληνην ἐν τῳ ὑπερ γην ἡμισφαιριῳ ταχεως την μηνυσιν ποιειται δια των συνιστορουντων , ὁ
ζʹ : ἐπει ἡ Σεληνη εὑρεθη ἐν τῳ ὑπο γην ἡμισφαιριῳ , λαμβανω ἀπο της ὡροσκοπουσης μοιρας ἑως της σεληνιακης
9999794 αἰσθητηριῳ
μετα βαρυτητος και στερροτητος . και προς τουτοις τῳ κυριως αἰσθητηριῳ το αἰσθητον ἐν χρῳ ἐπιθεμενον κατεχει ἀναισθητον , καιπερ
και κατ ' αὐτας διατιθεμενου ἐμφαινεσθαι συμφημι και ἐν τῳ αἰσθητηριῳ τα φαντασματα , ἀλλ ' οὐχ ὡς αἰσθητικῳ οὐδε
9999794 μηλεα
Τα δ ' ἀργα των εἰργασμενων πρωϊβλαστοτερα καθαπερ ἀμπελος , μηλεα , ἐλαα , συκη , τα ἀλλα , δια
δρυς , τα δ ' ἐπιπολαιορριζα , καθαπερ ἐλαα ῥοια μηλεα κυπαριττος . ἐτι δε αἱ μεν εὐθειαι και ὁμαλεις
9999794 ἀκρῳ
των ἀκαρπων , πολλα δε και ἡμερα . ἐπι δε ἀκρῳ τῳ χωματι ἱερον ἐστιν Ἀρτεμιδος ἐπικλησιν Καλλιστης : δοκειν
ὡσπερ ἀποπληκτοι σταδην ἑστωτες ὠρυονται . Ἁψαι μονον οὐκ ἀν ἀκρῳ τῃ Μορσιμῳ , ἱνα σοι πατησω τον Σθενελον μαλ
9999793 κοιλιαϲ
ἐπιγινομεναιϲ βλαβαιϲ τῳ ϲωματι , ἐν τῳ περι των τηϲ κοιλιαϲ παθων τοπῳ μετα ταυτα δηλωθηϲεται : νυνι δε ἀναγκαιον
κηρωτη καθ ' ἑκαϲτην δευτερον νεαροποιειϲθω . ἐπεχομενηϲ δε τηϲ κοιλιαϲ και ἡ μαϲτιχη μετα των ἀμυγδαλων και του μελιτοϲ
9999793 κεδριᾳ
. Τελλιναι ταριχηραι καυθειϲαι καυϲτικην ἐργαζονται τεφραν , ἡτιϲ μιγνυμενη κεδριᾳ των τριχων των βλεφαριτιδων ἐκ ῥιζηϲ ἐκτιλθειϲων ἐνϲταζομενη κωλυει
και ὀφρυων και γενειων λιποτριχιας συν κηκιδιοις και χαλκανθῳ και κεδριᾳ και λυχνου θρυαλλισι . καθ ' ἑαυτο δε το
9999793 ἐσπουδασε
πλεον θατερον ἡγησαμενος ἀπεργαζεσθαι , τας δε περι το μανθανειν ἐσπουδασε τε και κοσμησας την ψυχην οὐκ ἀλλοτριῳ ἀλλα τῳ
τους οὐν ἐκ φυσεως συναγωνιστας ὑπαρχοντας εἰς ἐχθρων μετελθειν ταξιν ἐσπουδασε κατηγορους ἐπιστησας τους δεοντως ἀν συναγορευοντας , πατερα και
9999792 ἀγγειῳ
και θαυμασιως πως εὐθετουσι . δει δε καιειν αὐτους ἐν ἀγγειῳ χαλκῳ και οὑτω παρεχειν ἐξ αὐτου ὁσον τοις τρισι
της οὐρας σπονδυλῳ ὁμου τε και ἰδιως φορουμενοι ἐν χρυσῳ ἀγγειῳ μεγαλας πραξεις ποιει . παν γαρ τετραποδον ἡμερον τε
9999792 ἀπηνεχθη
εὑρεν , ἀσημῳ δε τινι βιβλιῳ ἐνετυχεν , ἐς ἐννοιαν ἀπηνεχθη δαιμονος . τουτι δε και Δομετιανος ὑστερον προς αὐτον
ἑαυτου νικην και τινας των γνωριμων ἑστιων ὀψοφαγιᾳ ἀηθει χρησαμενος ἀπηνεχθη του ὑπνου . ἡκων οὐν της ὑστεραιας ἐς το
9999791 κτισθεισα
, και οὐδετερως Μυριναιον . Μυρκινος , τοπος και πολις κτισθεισα παρα τῳ Στρυμονι ποταμῳ . το ἐθνικον Μυρκινιος και
, . . . . Αὐλωνια : πολις ὑπο Κροτωνιατων κτισθεισα και ἀπο των προκειμενων αὐλων ἐχουσα το ὀνομα :
9999790 ναυτικῳ
ἡξειν πυνθανομενοι την νησον πολιορκεισθαι . εἰ γαρ κρατησειαν τῳ ναυτικῳ , το Ῥηγιον ἠλπιζον πεζῃ τε και ναυσιν ἐφορμουντες
ταυτης ἠδη ἐς αὐτον τε τον Θερμαιον κολπον ἐγινετο τῳ ναυτικῳ στρατῳ ὁ πλοος και γην την Μυγδονιην , πλεων
9999789 χαλκα
καλουμεν ἠ κυμβαλα χειρων , ἠ ποδων , ὀξυβαφα τε χαλκα και ὑελινα . Και το συνθεμα τον ἐκ πλειονων
κληρων ὑπο των κληρουμενων . ἐοικε δ ' εἰναι ταυτα χαλκα , ὡς ὑποσημαινει Δημοσθενης ἐν τῳ περι του ὀνοματος
9999789 ἀπαγωγῃ
το ἐνδεχομενως τινι . και τουτο δεικνυμεν τῃ εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγῃ : εἰ γαρ ψευδος το ἐνδεχεται τινι , ἀληθες
εἰ δεοι τοις σωμασιν . Ἡ Λυσις τῃ εἰς ἀτοπον ἀπαγωγῃ , ὁτι ἀτοπον και οὐδεν ἐκ τουτου ὀφελος ἡμιν
9999789 κινδυνῳ
κρειττονες , ἐαν ἐξω του τειχους ὀντες οἱ ἡττονες ἐν κινδυνῳ δοκωσιν εἰναι , ἀλλ ' ἐπειδαν γε εἰσω του
ἀπατην γεγοητευμενου . ἐοικε των ἀνθρωπινων ἀγαθων ὀντως ἑκαστον εἰναι κινδυνῳ κεκαλυμμενον , μηδεν τε ἀκρατον του ἐναντιου , και
9999789 χαλασῃ
οὑ το μεν ὑδωρ βλεπεται , ἡλικον δε ἀν τις χαλασῃ σχοινιον , οὐκ ἐφαπτεται του ὑδατος , ἀλλ '
παυεσθαι , και διαλιπων αὐθις ποιεειν ταὐτα ἐστ ' ἀν χαλασῃ ἡ περιωδυνιη : και ἠν ἡ κοιλιη μη ὑποχωρεῃ
9999789 ἀπηνεα
ἠϋτ ' ἐπεγγελοωσα παρισταται : ὡδε κε φαιης μυθεισθαι μυραιναν ἀπηνεα κερτομεουσαν : τι πτωσσεις δολομητα ; τιν ' ἐλπεαι
δη τοι , γαιηοχε κυανοχαιτα , τονδε φερω Διι μυθον ἀπηνεα τε κρατερον τε , ἠ τι μεταστρεψεις ; ταυτα
9999789 ἀφαιρεθῃ
αὐτῳ ἰσα και τῳ γʹ ἐαν δε ἀπο ἰσων ἰσα ἀφαιρεθῃ . το δε ἐπι τελει του θεωρηματος ἐκ δη
εἰσι δυναμει μονον συμμετροι . ἐαν δε ἀπο ῥητης ῥητη ἀφαιρεθῃ δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ , ἡ λοιπη
9999787 θεασασθε
' ὁτι ἐγω εἰμι ἰδετε , τουτεστι την ἐμην ὑπαρξιν θεασασθε . ἀνθρωπου γαρ ἐξαρκει λογισμῳ μεχρι του καταμαθειν ὁτι
τουτ ' ἐκειν ' : ἰω ξυνοικοι , ταδε τερα θεασασθε . Τον ἀλεκτρυονα μου ξυναρπασασα φρουδη Γλυκη . Νυμφαι
9999787 Τριτωνιδα
οὐνομα Τριτων ἐστιν : ἐκδιδοι δε οὑτος ἐς λιμνην μεγαλην Τριτωνιδα ” . το ἐθνικον Φιλαιος , της νησου δε
Περσευς ἐν τῃ παραδοσει , λαβων ἐρριψεν αὐτον εἰς την Τριτωνιδα λιμνην , και οὑτως ἐλθων ἐπι τας Γοργονας ὑπνωκυιας
9999787 μοριῳ
, μετ ' αὐτην ἡ φρονησις ὡς ἐν τῳ τιμιωτερῳ μοριῳ της ψυχης τῳ λογῳ ἐποχουμενη , μετ ' αὐτην
οὐ παντος δε ὡσπερ ἐφην , ἀλλ ' οὐδε παντι μοριῳ : οὐ γαρ τῳ τυχοντι : ψοφουμεν γαρ και
9999787 Αἰθιοπια
ὁτ ' Αἰθιοπες μεν ᾠκουν ἐνταυθα , γενος Ἰνδικον , Αἰθιοπια δ ' οὐπω ἠν , ἀλλ ' ὑπερ Μεροην
Μεροη Αἰθιοπια ὑπο Αἰγυπτον ἡ ἐντος τουτων παντων και νοτιωτατη Αἰθιοπια : Ὁμου αἱ της Λιβυης ἐπαρχιαι ιβ πινακες δ
9999787 δηλαδη
τοις ἱπποις χρωνται . Ἀμειψαντες ] Οἱ της Θηρας ἀποικοι δηλαδη . Κεινος ὀρνις ] * Ἐπειδη ὀρνις ἐστιν ἡ
μαχης ταὐτο δηλουσα τῃ ὑστερον ἐπινοηθεισῃ ἠχῃ της σαλπιγγος , δηλαδη το καταρχεσθαι της μαχης : ἀλλως : ἐπει δ
9999786 σκελεα
το καταντες , ἐς τε την ὀσχην και ἐς τα σκελεα και ἐς τους ποδας , και ἐπην νουσος ἐπιγενηται
ὡς εἰθισται τις ὑγιαινων : ὑπτιον δε κεισθαι , τα σκελεα ἐκτεταμενον , οὐκ ἀστειον : εἰ δε και καταῤῥεοι
9999785 δοτικῃ
. ἐστιν οὐν το ἐγω μελω σοι ἐν εὐθειᾳ και δοτικῃ , και ἐτι συ μελεις ἐμοι : ὁπερ ἀπαιτησει
προσωποις την αὐτην ἐχοντα ἐνεργειαν κατ ' ἀλληλων , ἐν δοτικῃ κατα - γινεται , ὡς ἐχει το μαχομαι σοι
9999785 χαιρω
φορτου . ” διαπαυσαι δε ὁ Θεσπεσιων τα τοιαυτα ” χαιρω „ ἐφη „ Ἀπολλωνιε , ὁτι ἀχθῃ ὑπερ ὡν
γαρ νοσουντων και το μαινεσθαι καλον . το μεν τι χαιρω , το δε τι και λυπουμεθα . των εὐτυχουντων
9999785 φοβηθεισα
, αὐτος γαρ ταυτα λεγει , ματην φασκων γεγονεναι , φοβηθεισα γαρ δηλαδη , μη πως ἐπιλαθηται της τεχνης ,
ἡ δε Λουκρητια δια το παραδοξον ἐκπλαγης γενομενη , και φοβηθεισα μηποτε ταις ἀληθειαις δοξῃ δια την μοιχειαν ἀνῃρησθαι ,
9999784 ϲμυρνα
ϲυμπεττει ἁπλα μεν ϲταφιϲ ἡμεροϲ , ϲτυραξ , χαλβανη , ϲμυρνα , λαδανον , πιϲϲα , ῥητινη , βουτυρον ,
δρυϲ , κυπαριϲϲοϲ , πιτυοϲ τε και πευκηϲ φλοιοι , ϲμυρνα , λιβανωτοϲ , ἀϲφαλτοϲ , ἀλοη , ἀριϲτολοχια ,
9999784 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999784 ἑκκαιδεκα
δ ' ἡμιμεδιμνος τεσσαρες και εἰκοσιν , ὁ δε τριτευς ἑκκαιδεκα , ἑκτευς δ ' ὀκτω , ἡμιεκτον τετταρες .
. Φησαντος δε του Ἐφορου διοτι την χερρονησον κατοικει ταυτην ἑκκαιδεκα γενη , τρια μεν Ἑλληνικα τα δε λοιπα βαρβαρα
9999782 ἐκτισθη
τῃ πολει της Κιλικιας . Ἡ δε αὐτη πολις Ῥωσος ἐκτισθη ὑπο Κιλικος του υἱου Ἀγηνορος . Ὁ δε Σελευκος
ἐστιν ἁ χωρια . παντα δε ταυτα ὑστερον των Τρωικων ἐκτισθη . Δυνατωτερας δε γιγνομενης της Ἑλλαδος και των χρηματων
9999782 μηρῳ
πιοειδους πηγματος πλησιον περινεου . και τῳ [ ἐν ] μηρῳ κατα τα ἀποληγοντα μερη τα προς τῳ γονατι καρχησιος
ἐχων ⌈ ἐντετυπωμενον τῳ μηρῳ [ ] [ ἐν τῳ μηρῳ ἐντετυπωμενον ] κ , ὡσπερ και σαπφορας ὁ το
9999782 ῥοωδες
. προς ῥοδα : ῥοδον παρα το θαττον ἀπορρειν : ῥοωδες γαρ ἐστιν ἠτοι συντομως φθειρομενον . ἠ ἀπο του
το δακρυον . χρονιζειν δε εἰωθε το παθος τῳ γενει ῥοωδες ὑπαρχον . διο προσφατου μεν αὐτου τυγχανοντος ὡσπερ ἐν
9999782 τμητικηϲ
μικροτεροϲ μεν των κοκκυμηλων , δυναμει δε παραπληϲιοϲ . Μυρικη τμητικηϲ ἐϲτι και ῥυπτικηϲ δυναμεωϲ ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανωϲ .
ἑτερον γενοϲ των ἐρεβινθων καλουμενον ὀροβια δυναμεωϲ εἰϲιν ἐπιϲπαϲτικηϲ διαφορητικηϲ τμητικηϲ ῥυπτικηϲ : διο και ϲπληνα και ἡπαρ και νεφρουϲ
9999781 ἀκριβηϲ
και γεγυμναϲμενην ἐχοιϲ την γευϲτικην αἰϲθηϲιν , αὐτοϲ ἐϲῃ κριτηϲ ἀκριβηϲ ἡϲ τε δει πλυνειν γηϲ ἡϲ τε μη ,
, τριταιου διαλειποντοϲ και ἀμφημερινου ϲυνεχουϲ . ὁ δε οὐκ ἀκριβηϲ ἠτοι τον χολωδη πλειονα κεκτηται ἠ τον φλεγματωδη :
9999781 ἐοικε
καθηγεμονα των πραξεων ἐχοντες την ἀρετην . Πασαις γουν ὡς ἐοικε ταις ἀρεταις κοινον ὑπαρχειν το τε κρινειν , και
, μεθιεμεν . Ἀκουετον δη : δει γαρ , ὡς ἐοικε , με λεγειν ἁ κρυπτειν ἠν παρεσκευασμενος . Ἐγω
9999780 Φρυγες
, τουτεστι το θρηνητικον . οἱ γαρ Μυσοι και οἱ Φρυγες μαλιστα εἰσι θρηνητικοι . . ] και μοι γενειου
το οὐνομα μετεβαλον ἐς Φρυγας . Ἀρμενιοι δε κατα περ Φρυγες ἐσεσαχατο , ἐοντες Φρυγων ἀποικοι . Τουτων συναμφοτερων ἠρχε
9999780 εὐφροσυνῃ
ἑορταις ἐπιδοσιν ἐχουσιν αἱ τραπεζαι : ὡστε πρωτον ταυτῃ τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα ὁσῳ ἀν
ἐχουσιν αἱ τραπεζαι αὐτων ἐπιδοσιν : ὡστε ταυτῃ πρωτον τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα δ '
9999779 ἀπαλλαγησῃ
ἐργαστηριον μετα μαχης α πεφαρμακευσαι . σεαυτῳ βοηθει β οὐκ ἀπαλλαγησῃ της γυναικος ἑως θανατου γ λησεται σου ὁ δρασμος
ἐκκοπηναι και καλως η ἀπολυθησεται ὁ συνεχομενος μετα κοπου θ ἀπαλλαγησῃ της φιλης ταχεως ι γενησῃ ἐπισκοπος , πλην βραδεως
9999779 ἐθαυμασα
' οἱ παροντες ἡμιν οὐκ εἰχον μη πηδαν ἀναγινωσκομενης . ἐθαυμασα οὐν ὁτι ταυτῃ την προτεραν καθελειν ἐπιχειρησας τῳ φαναι
' ἀμφοιν μιαν ἐνηνοχεναι πληγην . ὡς δε τον λογον ἐθαυμασα , και δοκιμασαι την ἀληθειαν ἐγνωκα , σωζεσθαι τον
9999779 γλοιωδες
τοτηνικαυτα ἐπιβαλλειν δει το των πιτυρων ἀποζεμα : ἐστι γαρ γλοιωδες και χαλαστικον , ἐτι γε μην και συγγενειαν ἐχον
Λιθαργυρον , θειον ἀπυρον ἰσα μετ ' ὀξους και οἰνου γλοιωδες ἐπιχριε : ἐγω ἐλαιον οὐ μιγνυμι και ἀντ '
9999778 ἱστορηκε
τωι λιμενι διαναυμαχουντα του Θησεως ἐκπλεοντος . ὡς δε Φιλοχορος ἱστορηκε , τον ἀγωνα του Μινω συντελουντος , ἐπιδοξος ὠν
. Ἀριστων δ ' ὁ Χιος και Θεοφραστου τινα δοξαν ἱστορηκε περι των ῥητορων . ἐρωτηθεντα γαρ , ὁποιος τις
9999778 ὑδατωδη
οὐτε της ἐλαιωδους , ἀλλ ' ἐστιν ἀποια πως και ὑδατωδη . πεττεται δε το καρυον μαλλον του λεπτοκαρυου και
ἀλλ ' οὐδεπω καυστικον : ὁσα δ ' ἐλαιωδη παντα ὑδατωδη τε ἐστι και ἀερωδη . ἑπεται δε δηπου και
9999778 διηνεγκε
ποτερον Θεμιστοκλης δια συνουσιαν τινος των σοφων ἠ φυσει τοσουτον διηνεγκε των πολιτων , ὡστε προς ἐκεινον ἀποβλεπειν την πολιν
, ὡν ἠν ἐπιφανεστατος Διοκλης . τοσουτο γαρ των ἀλλων διηνεγκε συνεσει και δοξῃ , ὡστε της νομοθεσιας ὑπο παντων
9999778 φιλῳ
περιβαληται . και Κυρος δε ὁ μεγας Πυθαρχῳ τῳ Κυζικηνῳ φιλῳ ὀντι ἐχαρισατο ἑπτα πολεις , ὡς φησιν ὁ Βαβυλωνιος
. και συντασσουσι το μεν ἐνεργητικον δοτικῃ οἱον τιμωρω τῳ φιλῳ , ἠγουν βοηθω : το δε παθητικον αἰτιατικῃ οἱον
9999776 τιμιωτατη
τε ἀλλης ψυχης και του νου . και γαρ εἰ τιμιωτατη δυναμις της ψυχης ὁ νους , ἀλλ ' οὐ
ξυμφορης τερμα . Δου . σοφιη ἀθαμβος ἀξιη παντων [ τιμιωτατη οὐσα ] . Δου . μουνοι θεοφιλεες , ὁσοις
9999776 ἠδυνηθη
κλειν , εὐθυνων ἐπ ' αὐτην , ταραττομενος δε οὐκ ἠδυνηθη . Καισαρ δ ' ἀνεστη ὡς ἀμυνουμενος ἐπ '
λαβειν εἰς βρωσιν : ἡτις εἰς τουτο πολλα μηχανωμενη οὐκ ἠδυνηθη την ὀρεξιν πληρωσαι . Μετα δε ταυτα μειδιασασα αὑτη
9999776 ἐσεσθε
κινδυνων και δαπανης , ἠ καλην και δικαιαν προφασιν εἰληφοτες ἐσεσθε του πολεμου . το γαρ μη των ἀλλοτριων ἐπιθυμειν
. νικησαντες μεν γαρ ἁπαντων τουτων ὑμεις ὡσπερ προσθεν κυριοι ἐσεσθε : εἰ δ ' ἡττηθησεσθε , εὐ ἰστε ὁτι
9999775 μανθανω
, ὠ Λαχης ; Ἐγωγε , και οὐ σφοδρα γε μανθανω ὁ λεγει . Ἀλλ ' ἐγω δοκω μανθανειν ,
πραγματων τινων ; Ναι . Φερε δηἰσως γαρ ἐγω οὐ μανθανω ἁττα ποτ ' ἐστιν ἁ λεγεις , συ δε
9999775 κινησῃ
τῃ καρδιᾳ προοραν το μελλον . ὡσπερ γαρ ὁταν τι κινησῃ το ὑδωρ ἠ τον ἀερα , τουθ ' ἑτερον
δ ' ὁτ ' ἀφ ' ὑψηλης κορυφης ὀρεος μεγαλοιο κινησῃ πυκινον νεφος . τοιγαρουν και ὁταν λεγῃ ὡς δ
9999774 ἐδρασε
χρονου . ὁ δε δειξειν ἐφη και οὐκ ἐς μακραν ἐδρασε τουτο . χαλεπηναντος γαρ αὐτῳ του πατρος και τελος
κατεφιλουν , ἀγρυπνησαντες της νυκτος ὁσον οὐδε γλαυκες : και ἐδρασε τι Δαφνις ὡν αὐτον ἐπαιδευσε Λυκαινιον , και τοτε
9999774 Διωνι
οὐκ ἐνδεχεται την ἐν Θεωνι ἀναπνοην εἰναι , την ἐν Διωνι δε μη εἰναι : ἐνδεχεται δε του μεν φθαρεντος
ὁ μη εἰδως τον Διωνα οὐδε τα συμβεβηκοτα αὐτῳ ὡς Διωνι δυναται νοειν , οὑτως ἐπει οὐκ ἰσμεν την οὐσιαν
9999773 νοησε
θαλαμονδε Μελανθιος , αἰπολος αἰγων , οἰσων τευχεα καλα : νοησε δε διος ὑφορβος , αἰψα δ ' Ὀδυσσηα προσεφωνεεν
! ? ποντον ? χθονα τ ' , ἠδε ? νοησε [ ως . ] ? ? οἰδμα πολυπλαγκτοιο θαλασσης
9999773 ἐφυτευσε
παιδες Ἱεριου , σοι δε ὁμιληται ; ὁ μεν γαρ ἐφυτευσε δεινους δεξασθαι λογους , συ δε των λογων ἐνεθηκας
[ γονος ] , ἡς ἀπο λεκτρων Ἀρκαδιης [ ] ἐφυτευσε ? [ ] Λυκαονα ποιμενα γαιης . [ !
9999773 Μελανα
ἐπι τον Μελανα ποταμον ἐρχεται . διαβας δε και τον Μελανα ἐς Σηστον ἀφικνειται ἐν εἰκοσι ταις πασαις ἡμεραις ἀπο
ἡ Θρᾳκια καλουμενη , ποιουσα την τε Προποντιδα και τον Μελανα κολπον και τον Ἑλλησποντον : ἀκρα γαρ ἐκκειται προς
9999773 γυμνασιῳ
της γλωττης . διατριβην δε εἰχε προς τῳ Λυκειῳ τῳ γυμνασιῳ . λεγεται δε και τουτο περι αὐτου , ὡς
την μεν ἐπι ταις σκληραις ἀνατριψεσι και λαβαις και σφοδρῳ γυμνασιῳ και κονει πολλῃ γεγενημενην , [ ἠ ] ἐλαιῳ
9999772 φθαρειη
χιασαντες οὑτως ἐκκοψομεν το ὀστεον : εἰ δε μη παν φθαρειη το ὀστουν , μονη δ ' ἡ ἐνδοθεν ἐπιφανεια
ἀλλα , ἡ γε τοιαυτη πως ἀν ὑφ ' ἑαυτης φθαρειη : τοιαυτη γαρ δειχθησεται ἡ ἀρχη της κινησεως :
9999771 μακραϲ
οἱον Κλεοβουλοϲ : παιων τεταρτοϲ ἐκ τριων βραχειων % και μακραϲ – πενταχρονοϲ , οἱον Ἐπιγενηϲ : ἰωνικοϲ ἀπο μειζονοϲ
ἑξαχρονοϲ , οἱον Ἀλεξανδροϲ : διιαμβοϲ ἐκ βραχειαϲ ˘ και μακραϲ – και βραχειαϲ ˘ και μακραϲ – ἑξα -
9999771 κολοφωνα
' ἀκουων . τουτους τους στιχους , ἀγαθε διδασκαλε , κολοφωνα των περι της μουσικης λογων πεποιημαι , ἐπει φθασας
λεγεται γαρ ἐν τηι συνηθειαι [ ] [ ] τον κολοφωνα ? [ ] ἐπεθηκεν ἠ κατα ? [ ]
9999770 ἀφιγμεθα
. Ταυτ ' οὐν ἱκεται νω προς σε δευρ ' ἀφιγμεθα , εἰ τινα πολιν φρασειας ἡμιν εὐερον ὡσπερ σισυραν
ἡμεις ἐληλυθαμεν ὑφ ' ἡμων ἀνηλωται : ὁποι δε μη ἀφιγμεθα , δια το ἡμας φοβεισθαι ἀνακεκομισμενοι εἰσιν εἰς ἐρυματα
9999770 ἀπελθῃ
δεομενου Νικιου ἀνενεωσαντο : ἐφοβειτο γαρ μη παντα ἀτελη ἐχων ἀπελθῃ και διαβληθῃ , ὁπερ και ἐγενετο , αἰτιος δοκων
ἀν τις αἰσθηται της διαφορας , εὐθυς συναρπασθεις και ἡττηθεις ἀπελθῃ . ἀλλα το μεγα τουτο , ἀπολιπειν ἑκαστῳ την

Back