αὐτοις . Οἱ δε Περσαι , ᾑ πρωτοι οἱ ἀμφι Ἀμυνταν και Σωκρατην προσεσχον τῃ ὀχθῃ , ταυτῃ και αὐτοι
ἐπι τας πυλας , ἱν ' οἱ αἰχμαλωτοι ἠγον . Ἀμυνταν δε και Φιλωταν και Κοινον την ἀλλην στρατιαν ὡς
9999975 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999975 νησους
και ἀει λογους ἐργαζεσθαι . εἰ γαρ τις ἠ μακαρων νησους , ἠ Αἰθιοπων λειμωνα παμφορον , ἠ Ἀμαλθειας κερας
Ἀσιᾳ Ἑλληνιδων πολεων Λακεδαιμονιους βασιλει οὐκ ἀντιποιεισθαι , τας τε νησους ἁπασας και τας ἀλλας πολεις ἀρκειν σφισιν αὐτονομους εἰναι
9999974 σωφρονισμον
Σπαρτης νικης γνωρισματα . Κρισαιον δε κολπον , και Κορινθιων σωφρονισμον , και καρτεριας ἐπι της ἑσπερας και καθ '
χρησμοις : ἁτε γαρ παιδευτικος ὠν και προς νουθεσιαν και σωφρονισμον ἑτοιμοτατος των οἱων τε νουθετεισθαι και σωφρονιζεσθαι παντα της
9999974 συνταγμα
γενομενης της πυκνωσεως ἐπιστρεφειν ἐπι δορυ , και ἐσται το συνταγμα ἐπεστραμμενον . Ἐαν δε ἐπι την ἐξ ἀρχης θεσιν
ξεναγια και τις ὁ ξεναγος . Ὁτι καθ ' ἑκαστον συνταγμα ἐκτακτοι ἀνδρες εἰσι πεντε : σημειοφορος , οὐραγος ,
9999972 ὑπομενῃ
, ἱνα μη ἡ λαμβανομενη τροφη ῥαιδιως καταφερηται , ἀλλα ὑπομενῃ ποσους χρονους . * ὡς γαρ των κατ [
κρατιστα ὑπερ της πολεως ἐβουλευσεν : ἀλλ ' ἐαν αὐτος ὑπομενῃ την ἀρχην ἀποθεσθαι και παραχωρῃ της πατριδος ἑκων ,
9999972 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999972 φλεγμοναις
χωρις συμπτωματων . οὐκουν ἐνταυθα οὐ διαλεξεται περι των ἐπι φλεγμοναις γινομενων πυρετων , ἀλλα περι των ἀλ - λων
μονον τοις ἐρυσιπελασιν , ἀλλα και τοις ἑκτικοις πυρετοις και φλεγμοναις ταις ἐν αἰδοιοις κατ ' ἀρχας πριν νομωδη τινα
9999972 γραμματικους
την γραμματικην ἐπιστημην κατα την ἑξιν τελειωθεις και παραδιδους τους γραμματικους λογους , και το μεν ψυχρον ὑδωρ δυναμει λεγεται
τους ἀνθρωπους , περι δε καλοκἀγαθιας μηδενα . τους τε γραμματικους ἐθαυμαζε τα μεν του Ὀδυσσεως κακα ἀναζητουντας , τα
9999972 συμβασαν
παρθενια ἠτοι το δοκειν παρα παντων παρθενον εἰναι ἐκρυψε την συμβασαν αὐτῃ ὑπο Ποσειδωνος ὠδινα , ἀντι του λανθανειν ἐποιησεν
οὐ μετριως , ἐμοι δε ὀνειδιζοις την δια σε μοι συμβασαν συμφοραν . Ἐγω δε θαυμαζω τι παθων ἐξιουσι μεν
9999972 συλλογιστικον
ἀσυλλογιστον ἀρκει το ποτε μη συναγειν , προς δε το συλλογιστικον οὐκ ἀρκει το ποτε συναγειν ἀλλα μονον το ἀει
φησιν , ἀναγκαιως το τι ἐστι και ὁ ὁρισμος κατα συλλογιστικον οὑτω σχημα συναγεσθαι , ὡς μειζων δια μεσου συναπτομενος
9999971 τερα
! ὁ χοροϲ εμω ! ! ! ? [ ] τερα ? ὁ χοροϲ ] ! ! [ ] !
ὑποδιπλασιον . θελει γουν ἐχειν οὑτως και ἡ δευ - τερα , προς ἡν ἡ πρωτη λογον ἐχει δεδομενον :
9999971 ἰδουσαν
ταυτ ' ἀναγραφει : Λαιδα λεγουσι την Κορινθιαν ποτε Εὐριπιδην ἰδουσαν ἐν κηπῳ τινι πινακιδα και γραφειον ἐξηρτημενον ἐχοντ '
ἐστι σοι πεπραγμενον . Λαϊδα λεγουσι την Κορινθιαν ποτε Εὐριπιδην ἰδουσαν ἐν κηπῳ τινι πινακιδα και γραφειον ἐξηρτημενον ἐχοντ '
9999971 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999971 νησιωτων
και μετα τουτους Ῥοδιοι και Μυτιληναιοι και των ἀλλων τινες νησιωτων : αἰει δε μαλλον αὐξομενης της των Ἑλληνων ὁρμης
φορους ἐκλεγοντες , και ἐπι νησων οἱ τα παρα των νησιωτων εἰσπραττοντες και τας πολιτειας αὐτων ἐφορωντες . και τειχοποιοι
9999971 ὑπουργιαν
μεγαλοι , ἱππων ἀφορος ἡ χωρα : καμηλοι δε την ὑπουργιαν ἀντ ' ἐκεινων παρεχονται : ἀχιτωνες δ ' ἐν
συν τοις αὐτου παραδους ἀρχουσι τε και στρατιωταις εἰς τε ὑπουργιαν και φυλακην ἐκελευσε σχολῃ και βαδην ἰεναι καθ '
9999971 μαθηματικου
τῳ πειθεσθαι τοις μαθηματικοις ἀλλα τῳ ἐχειν ἀποδειξιν και λογον μαθηματικου τινος θεωρηματος . οὑτω δε το λογικον μετεχει λογου
ἐπι το δευτερον , δια τι τοσαυτα εἰδη εἰσι του μαθηματικου . ἰστεον ὁτι το μαθηματικον περι το ποσον καταγινεται
9999971 ἁρπακτικον
ἁμα δε και ὡς κλεπτην και ἁρπαγα των κοινων . ἁρπακτικον γαρ ζῳον ὁ ἀετος . το δε ἀγκυλοχειλης ἐπιθετον
ἠκουσαν . ὁν ὁντινα Πελοπα δις ἀκμασαντα και φυγοντα τον ἁρπακτικον ποθον του Ναυμεδοντος ἠτοι του Ποσειδωνος του των νεων
9999971 συμβουλευτικου
της ῥητορικης διελαμβανεν , ἀλλα περι μονου του δικανικου και συμβουλευτικου . Περιττον οὐν μερους ἐξετασιν ποιουμενον περι πασης λεγειν
ἑτερων συγκατασκευαζομενων , το μεν δικανικου εἰδους , το δε συμβουλευτικου . Ἐπει μεντοι συμβουλευτικων και δικανικων ἐμνησθημεν , λαβε
9999971 παρεσχοντο
το ζην ἡμιν , οἱ δε διδασκαλοι το καλως ζην παρεσχοντο . φαμεν γαρ ἀντιλεγοντες , ὁτι οὐκ ἐνην καλως
δε [ § ] αὐτοι το δικαιον μαλλον της ξυνθηκης παρεσχοντο , ἀντι του , προθυμοτερον ἠπερ ἐχρην κατα συμμαχιαν
9999971 συμβουλευσαι
περι τον Ἀριστοτελην ἀναγκη τον πολιτευομενον περι πολεμου και εἰρηνης συμβουλευσαι , και περι χρηματων , και περι φυλακης της
οὐδε . τοις ἀπειροις , ἱκανος δηπου ἐστι και εἱς συμβουλευσαι . . . . . ἠ οὐ ταὐτα .
9999971 ἐξιουσαν
δια τοιουτων χειλων , δι ' ἐκεινων δε των ὀδοντων ἐξιουσαν . ἑωρακας δε και αὐτος ἡν φημι , ὡστε
παιδειαν την ἐν τοις ἐγκυκλιοις χορευουσαν ὁρωμεν Ἀγαρ δις μεν ἐξιουσαν ἀπο της ἀρχουσης ἀρετης Σαρρας , ἁπαξ δε την
9999971 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999971 συμβουλοι
λαφυρων ἐγκρατης ἐγενετο . οἱ δε συνοντες τῳ Ἀγησιλαῳ Σπαρτιαται συμβουλοι και οἱ τας ἡγεμονιας ἐχοντες ἐθαυμαζον , πως δραστικος
ἐπιχειρεις οὐδ εἰδως , εἰ εἰσιν „ ; εἰσιν οἱ συμβουλοι οἱ δοκουντες εἰναι δεινοι ἐν ταις και λεγουσιν τουτῳ
9999971 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999971 ὑποστροφαι
πασας . ἐπευθυνον ] διῳκουν . . νοστοι ] αἱ ὑποστροφαι . . ὁσας δ ' εἱλε πολεις ] τουτο
οὐ πλειστοι διατελεουσιν ἐοντες , και διψαν εὐπετεως φερουσιν : ὑποστροφαι δε της ἀναῤῥηξιος μαλιστα γινονται τουτοισιν , εἰ μη
9999971 συμπληρωτικον
ἀν εἰη ἀτοπον ; Ἡ λαλια κεφαλης μεν ἐχει τι συμπληρωτικον και βαρους ἐμποιητικον : ἐστι δε και δυναμεως καταλυτικη
δε κυμινον και δια την πληκτικην ἀποφοραν της κεφαλης ἐστι συμπληρωτικον . Ἀφθης δε γενομενης μικρας μεν ἐσχαρας οὐσης μελιτι
9999971 Ἑλλανικον
ἀρχ . : ἡ δε κατα τον Ἱερωνυμον φερομενη και Ἑλλανικον , εἰπερ μη και ὁ αὐτος ἐστιν , οὑτως
ταυτης αἰτιας . . . οἱ μεν γαρ περι τον Ἑλλανικον και Καδμον , ἐτι δ ' Ἑκαταιον και παντες
9999971 παρασημα
. ἀπο δε των ἐκτος . † οἱ θεοι ἐχουσι παρασημα . οἱ τα αὐτα ἐχοντες , † ἱνα μη
το κωλυσον τας βουλομενας ἀποθεισας τα στεμματα και τα λοιπα παρασημα της ἱερωσυνης γαμεισθαι . και ἐποιησαν τινες τουτο πανυ
9999971 παρεστηκεν
θυμιαματα ἠ ἑτοιμα ἐστι τα κανα προσενηνεγμενα τοις βωμοις οἱον παρεστηκεν εἰς το ἐναρξασθαι ἀπ ' αὐτων . παντες δε
εἰς το δεσμωτηριον ἀπεστειλατε φυλαχθησομενον τῃ καταδικῃ : οὑτος δε παρεστηκεν ὑμιν , ἀντι των δεσμων λευκην ἠμφιεσμενος στολην ,
9999971 Κυπριων
δε πλευρων οὐδεμιαν ὠραν ἐχεις . ὠ Κινυρα , βασιλευ Κυπριων ἀνδρων δασυπρωκτων , παις σοι καλλιστος μεν ἐφυ θαυμαστοτατος
? και παρακαλεσαντες ? [ ] τους βουλομενους [ των Κυπριων ] , βαδιζουσιν [ ] προς την ἀκροπολιν [
9999971 παραλια
φησιν , ἐκ της παιδικης μετρησεως , ὁτι ἡ συμπασα παραλια ἡ ἀπο του πορθμου ἐπι στηλας ἐγγιστα ὑπερεχει της
: και το ἀπο τουτου ἡ προς βορραν του κολπου παραλια Πιερια καλειται ἑως του Ἀξιου ποταμου , ἐν ᾑ
9999970 ἀμετοχον
, ὡι ἐοικεν ⌋ : ἐπει δε το κατασκευαζον [ ἀμετοχον ] ? ⌈ ⌋ ψυχρου και ὁ τοπος ⌈
τοὐνομα . οὐδεν γαρ των εἰς λη ληγοντων θηλυκων ὀνοματων ἀμετοχον γενους του οὐδετερου , παρατελευτωντος του υ , ὀξυτονειται
9999970 μνημονικον
ἀνεγιγνωσκον , πλειστα δε ἐς μνημην ἀνελεγοντο : το τοι μνημονικον ἑκατοντουτης γενομενος και ὑπερ τον Σιμωνιδην ἐρρωτο , και
τουτο των ἐν τῳ λογῳ μερων ταττομεν . ἐστι δε μνημονικον ποιειν ἐν κεφαλαιῳ ἠ διαλογιζομενον ἠ ἀπολογιζομενον περι των
9999970 δημαγωγους
; εἰς τους γελωτοποιους , ὡς Φιλιππον ; εἰς τους δημαγωγους , ὡς Κλεωνα ; ἠ ἀφιλος και ἀνεστιος ἡμιν
] προσεξον τους ῥητορας ] διασυρει τους ῥητορας . τους δημαγωγους , τους νομομαθεις : ῥητορας γαρ νομομαθεις ταις Ἀθηναις
9999970 συμβουλευσας
τους ἑρμας ὡς διετεθησαν , ἐνθυμουμενος δε ὡς ὁ ταυτα συμβουλευσας ἐπαρατος γεγενηται και μονῳ τουτῳ δημοσιᾳ τα γενη τα
την ἀξιαν δοντα δικην ἐπειδον : αὐτος γαρ ἠν ὁ συμβουλευσας ἀντ ' ἐμου την ἀνθρωπον ἀποκτειναντας ῥιψαι . ὁ
9999970 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999970 εὐδοκιμουντας
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . Ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ᾠηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ὠιηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
9999970 ἐλπισας
Τερπωνος . και αὐτην ὁ Καισαρ ἑλων οὐκ ἐνεπρησεν , ἐλπισας και τουσδε ἐνδωσειν : και ἐνεδωκαν . ἐπι δ
δροσος . Ὠδινεν ὀρος , εἰτα μυν ἀπετεκεν : ὁταν ἐλπισας τις μεγαλα μικροις ἐντυχοι . Ὠσιν ἑστωσιν : ἐπι
9999970 εὐδοκιμουντων
. Θεος ἡ Ἀναιδεια : ἐπι των δι ' ἀναιδειαν εὐδοκιμουντων . Θετταλον σοφισμα : ἐπι των τι σοφιζομενων ἠ
κατακαιεται . Πυρ εἰς ἀκανθας : ἐπι των περι τι εὐδοκιμουντων . Πυρ ἐπι δαλῳ ἐλθον : ἐπι των ταχεως
9999970 κατειληφθαι
καλυμμα τοιουτον ἐστιν , ὡστε προσωπιδιῳ δοκειν παν το προσωπον κατειληφθαι : οἱ γαρ ὀφθαλμοι διαφαινονται μονον , τα δε
ταις ἱστοριαις , ἀλλ ' ἰσως τῳ μηδεπω το προχειρον κατειληφθαι της μαθηματικωτερας ἐπισκεψεως , και δια το μη πλειους
9999970 γραμματικος
αὐτα ποιειν . Οὐκουν ὁ μεν ἑκων μη ὀρθως γραφων γραμματικος ἀν εἰη , ὁ δε ἀκων ἀγραμματος ; Πως
γραμματικη ἐπιστημη οὐσα ὑπο την ποιοτητα ἀναγεται , ὁ δε γραμματικος ὑπο την οὐσιαν . οὑτω και ἐπι τουτων την
9999970 τεταρτημοριων
οὐδαμως συμβησεται των μεν κατα τον κυκλισκον παροδων ἑκαστον των τεταρτημοριων ἰσοχρονιως διερχομενων , των δε προς τον ζῳδιακον του
, και οὑτως το μεν καθολου θεωρειν ἐκ της των τεταρτημοριων ἰδιοτητος , το δε μαλλον και ἡττον ἐπιτασεων ἠ
9999970 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999970 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999970 τελευτησαι
αὐτον ἐπιγαμιαν ἐποιησατο . ἀλλ ' ἐπει συνεβη τον Λουκιον τελευτησαι , μενοντων τῃ Λουκιλλῃ των της βασιλειας συμβολων Πομπηιανῳ
κελευειν τους παιδας βολβιτοις καταπλαττειν : οὑτω δη κατατεινομενον δευτεραιον τελευτησαι και ταφηναι ἐν τῃ ἀγορᾳ . Νεανθης δ '
9999970 γεμουσαν
ἐπι τουτοις διηγουμεναι και τους ἑτεροχρωτας ὑπνους και θηλυτητος εὐνην γεμουσαν , ἀφ ' ἡς ἀναστας ἑκαστος εὐθυ λουτρου χρειος
ἐϋθρονος [ ] [ Οὐρανια ] , [ πολυφατων ] γεμουσαν ὑμνων [ – ˘˘νειτις ] ἐπ ' ἀνθεμοεντι Ἑβρῳ
9999970 μηνιδος
του ἐνατου ἐτους ἠρξατο , ἐπει τα προ της Ἀχιλλεως μηνιδος ἠν ἀτονωτερα και πραξεις οὐκ ἐχοντα λαμπρας οὐδ '
θεους συναπτειν αὐτας δυναται . Και δη και αἱ της μηνιδος ἐξιλασεις ἐσονται σαφεις , ἐαν την μηνιν των θεων
9999970 ἐμπειριαν
' ἡσπερ ἐννοιας και ὁ Μητροδωρος ἐφη μηδεμιαν ἀλλην πραγματων ἐμπειριαν το ἑαυτης τελος συνοραν ἠ φιλοσοφιαν , τουτεστι μηδεμιαν
τους δ ' ἐν ἡλικιᾳ , ἱνα την του πολεμειν ἐμπειριαν ἐν τῃ Φιλιππου χωρᾳ κτησαμενοι φοβεροι φυλακες της οἰκειας
9999970 Γαλατειαν
. ἐκει γαρ εἰσαγει τον Κυκλωπα κιθαριζοντα και ἐρεθιζοντα την Γαλατειαν . ἐπει οὐν ἐφη ὁ χορος , ἡδομαι και
ἑνεκεν τουτο ποιει , εἰπεν ὁ Φιλοξενος ὁτι γραφων την Γαλατειαν βουλοιτο τινα παρ ' ἐκεινης των κατα Νηρεα πυθεσθαι
9999970 ἐξαναστηναι
βασταζων διεβαινε τινα λιμνην . ὀλισθησας δε ὡς κατεπεσεν , ἐξαναστηναι μη δυναμενος ὠδυρετο τε και ἐστενεν . οἱ δε
αὐτον οὐσαν την θηραν την ἀτιμον . λεοντος δε προοφθεντος ἐξαναστηναι , γνωρισαντα τον ὀντα ἀξιον ἀνταγωνιστην . κἀπειδη συμπλακεις
9999970 δανεισασθαι
ἐν τῳ προς Λεπτινην : ” λεγονται οἱ τριακοντα χρηματα δανεισασθαι παρα Λακεδαιμονιων ἐπι τους ἐν Πειραιει . ” εἰθ
παλαιας ἐκεινης εὐδαιμονιας Ἀλκιβιαδης και το λεγονται χρηματα οἱ τριακοντα δανεισασθαι και ὁσα τοιαυτα . Ἀλλα σχηματα μεν ταυτα λαμπροτητος
9999970 ἀστερα
' ἀπο του Μ ἀπογειου ἐπι τον κατα το Κ ἀστερα των λοιπων εἰς το ἡμικυκλιον , ὡς προκειται ,
οἱς κουρη Θειαντις ἐναισιμα ἐργα προφαινει , αὐτις δ ' ἀστερα καλον ἐρισθενεος Κρονιωνος ἠ Παφιης ἠ φαιδρον ἐυσκοπον Ἑρμαωνα
9999970 πιστευσον
με αὐτος : οὐκ οἰσω πορνοβοσκον δεσποτην : σωφρονειν , πιστευσον , εἰθισμεθα . Ταυτα ἐδειτο , ἠλεει δε αὐτην
† } Πραξας κακως τι κἀν δοκῃς θεον λαθειν , πιστευσον ὁτι σεαυτον οὐ δυνῃ λαθειν . } Ἐαν φονευῃς
9999969 φιλοτησιαν
, και οἰνον ἐγχεοντων ἐς τας προβοσκιδας οἱ δε την φιλοτησιαν οὐκ ἀναινονται . Τον ἰχθυν τον ἐλλοπα ἱερον ἰχθυν
Πλατωνα τον των ῥητορων πατερα και διδασκαλον ἀναγκαιον ἠν ὡσπερ φιλοτησιαν προλαβοντα ἀντιπληρωσασθαι . δεχοιτο δε γενναιως , ὁτι και
9999969 πεφροντικως
, διανεμει πασι τοις χρησομενοις θειος λογος ἐξ ἰσου , πεφροντικως | διαφεροντως ἰσοτητος . μαρτυρει δε Μωυσης λεγων :
προσπεπονθεναι τι δει τον μη τα παραδοθεντα λυμανουμενον . ὁ πεφροντικως αὑτου γαρ οὐκ ἐσται κακος . ἐπειτ ' ἐπαν
9999969 ἐξηγεισθαι
προς την πατριδα παρεγενηθη , τα τε ἀλλα τοις πολιταις ἐξηγεισθαι και δη και φασκειν κατα την ἀποδημιαν μιαν πολιν
των Ἑλληνικων καλως μεν Εὐδοξον , καλλιστα δ ' Ἐφορον ἐξηγεισθαι περι κτισεων συγγενειων μεταναστασεων ἀρχηγετων ” ἡμεις „ δε
9999969 καθαραις
ψυχρῳ και καθαρῳ προσκλυζειν και ἀπονιζειν καθ ' ἑκαστην ἡμεραν καθαραις ταις χερσι , τα δ ' οὐλα προς τους
πραγματα , ἐπειδη εὐφυης ἐστιν ἡ ἀσωματος οὐσια προσοικειουσθαι ταις καθαραις οὐσιαις των ὀντων , και διοτι τα μαθηματα πασιν
9999969 δημοσιους
ἀφειμενοι και των ἀλλων των κατα πολιν πραγματειων , και δημοσιους αὐτοις παρακαθιστησιν , ὡν χωρις οὐκ ἐπιτρεπει τας ἐπισκεψεις
τας τε κατα Φιλιππου δημηγοριας και τους δικανικους ἀγωνας τους δημοσιους ; ὡν ἐξ ἑνος ἀρκεσει λαβειν το προοιμιον τουτι
9999969 ἀσπαραγον
δυναμιν ἐχουσι λεπτυντικην τε και ἐκφρακτικην : διο και τον ἀσπαραγον του ἀσφοδελου τοις ἰκτεριωσι διδοασι τινες ὡς μεγιστον ἰαμα
τε και ἑφθην , σισαρον , ἀνδραχνην , ἀρνογλωσσον , ἀσπαραγον | ἀγριον : των δε ἀπο ταμειου ἐλαιας κολυμβαδας
9999969 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .
9999969 βραχυτεραν
και πλεον , ξηραν δε την κεφαλην και ἀσαρκον και βραχυτεραν κατα το παν σωμα , τα δε λοιπα τοις
διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και δηλον ὁτι θερμαινουσι
9999969 τεταρτημοριον
δε ὁ ΖΕΗ , και ἐστω το μετα τον αἰγοκερω τεταρτημοριον το ΓΕ . Λεγω , ὁτι , ὁταν ὁ
κεντρον της σεληνης ἀει ἐλαβεν ἀπεχον του ἀπογειου του ἀκριβους τεταρτημοριον ἐγγιστα , τουτεστιν περι Ϙε μοιρας , ἱνα λαβῃ
9999969 εὐετηριας
ὡς της προτερας εὐθηνιας ἐκλαθεσθαι και εἰ τι λειψανον παλαιας εὐετηριας ἠν ἀναλωθηναι . τα μεν οὐν ἐκ της διακρισεως
πολεως , και ἐρεις στοας , ἱερα , λιμενας , εὐετηριας , ἀφθονιαν , τα ἐκ της θαλασσης ἐπεισαγομενα ἀγαθα
9999969 ἀκονης
τουτων συνθεσεις ἐν τοις ἀκοποις μετα βραχεα . ἀλλα και ἀκονης ναξιας το κατα τας παρατριψεις των σιδηρων ἀθροιζομενον γλοιωδες
παροξυνουσα με και παρορμωσα . ἠ οὑτω : της λιγυρας ἀκονης ἐχω δοκησιν ἐπι της γλωσσης , ἡτις κραινει της
9999969 φιλτατου
φθεγματι , οὐ μην του ἐριφου γενομενου δυο ἡμερων ἑαυτῃ φιλτατου ἐτι προσηψατο , ἀλλα ἐκεινον μεν εἰασεν , ἀλλους
, Νεοπτολεμος : οἰσθ ' ἠδη το παν . Ὠ φιλτατου παι πατρος , ὠ φιλης χθονος , ὠ του
9999969 νοσουντα
Πανι , κτημα δε τερπνον πασιν ἀνθρωποις , ὁ και νοσουντα ἰασεται , και λυπουμενον παραμυθησεται , τον ἐρασθεντα ἀναμνησει
μαλιστα εἰ παραληφθειη οὐκ ἀπο του ὑγιαινοντος τοπου ἐπι τα νοσουντα , τοτε γαρ ἐπισυρεται , ἀλλ ' ἀπο του
9999968 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999968 ἐμποιουντα
δε ἐγγυς της πηγης πικρα τε και φαρμακωδη , σπασμον ἐμποιουντα και ἰλιγγον τοις πιειν ἐκ της χροας ἀπατηθεισι .
λαζομαι ἐλαζομην και συναρχομενως λαζετο . Λαθικηδεα : τον ληθην ἐμποιουντα τοις παισι των κακων ⌊ παντων ⌋ . Λαισηια
9999968 πεντακοσιους
πεζους μεν πλειους των δισμυριων , ἱππεις δε χιλιους και πεντακοσιους προηγεν δια της Θετταλιας ἐπι τους πολεμιους . οἱ
και ἡκε Μενων ὁ Θετταλος ὁπλιτας ἐχων χιλιους και πελταστας πεντακοσιους , Δολοπας και Αἰνιανας και Ὀλυνθιους . ἐντευθεν ἐξελαυνει
9999968 σολοικισμος
ἐν τῃ συνταξει ἀτακτως και ἀνακολουθως παραλαμβανονται : ὁθεν και σολοικισμος λεγεται , οἱονει του σωου λογου αἰκισμος , ἠγουν
γενικη και θατερῳ δοτικη των ἑνικων : το δε θατεροις σολοικισμος . ἐπι δε αἰτιατικης οὐ κιρναται . τα δε
9999968 τελειοτητα
ἐσθιειν μηδε καρδιαν , ὁμως και ἐν ἑκαστῳ τουτων την τελειοτητα της καθαρσεως ἐναπετυπουτο ὁ λογος , δια μεν τινας
' οὐκ ἐπ ' ἀκρον ἠλθε σοφιας , ὡς δια τελειοτητα της ἐν αὐτῳ φυσεως τοσουτου γερως ἀξιωθηναι , ἀλλ
9999968 σπουδαιας
και ποιησασαι φυγας προς τους ναους των θεων διαδρομους και σπουδαιας και συντονους , διερροθησατε και ἐκινησατε και δια του
ἐσθηματα ψυχης , οἱς σκεπαζεται και συγκρυπτεται , της μεν σπουδαιας το ἀγαθον , της δε φαυλης το κακον .
9999968 πικριας
καματοις πολυτροποις : καμῃ και μη ἀναπαυου , θλιβεις ἀπο πικριας , και μη γευσῃ γλυκυτητος , θλιβεις ἀπο καυματος
γαρ και σκοροδοις χρησαμενοι πλειοσιν ἀπηλλαγησαν του ἰκτερου και του πικριας ἐχειν του λοιπου συναισθησιν . εἰκοτως δε τουτο συμβαινει
9999968 ἐπεβουλευσαν
, ἀλλ ' ἐργοις , ὡν οἱ πειραθεντες αὐθις οὐκ ἐπεβουλευσαν . τουτ ' εἰδοτες Καμαριναιοι πειραν οὐ βουλονται λαβειν
τους Μυσους [ παλιν ] ? ? ἀνθ ' ὡν ἐπεβουλευσαν αὐτῳ περι τον Ὀλυμπον , [ ὑστερον ] δε
9999968 φιλοτης
προς τῳ γηρᾳ δυστυχουντων . Ἰσχυρον ἡ ἀληθεια . Ἰσοτης φιλοτης . Ἰχθυν νηχεσθαι διδασκεις : ὡς το : Ἀετον
, φιλοβαρβιτον , ἡδυν , ἀλυπον . οὐ ποτε σου φιλοτης γηρασεται οὐδε θανειται , ἐς τ ' ἀν ὑδωρ
9999968 Ποντικης
δε τοις ἰσθμοις τῳ τε μεταξυ της Κασπιας και της Ποντικης θαλασσης και τῳ μεταξυ της Ἐρυθρας και του Ἐκρηγματος
ποαν ἐν ὑδατι ἑψοντα πινειν και ἀνηθον ὡσαυτως και της Ποντικης ῥιζης : καλειται δ ' ἐπιχωριως ῥα . τουτο
9999968 κρητικον
Ἠλειων . Γ εἰτα ἐν ἐκθεσει τρισυλλαβοι βʹ κατα ποδα κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον
Το δε παιωνικον εἰδη μεν ἐχει τρια , το τε κρητικον και το βακχειακον και το παλιμβακχειακον : ὁ και
9999968 κοραις
ῥυπαρον * αἰκιζεται . ἀφανιζει ? ? ? * ξηραις κοραις . ταις κατεσκληκυιαις * ηγζης ? ? ! ?
θεοις μονας λαθετ ' ἠπιοδωρου Κυπριδος : κεινα δε Τυνδαρεου κοραις χολωσαμενα διγαμους τε και τριγαμους τιθησι και λιπεσανορας .
9999968 αὐτοιο
πολιης ἁλος ἠϋτ ' ὀμιχλη , και ῥα παροιθ ' αὐτοιο καθεζετο δακρυ χεοντος , χειρι τε μιν κατερεξεν ἐπος
, πισυνος δε βιῃ μετιοντας ἀτισσει . ὡδε γαρ ἐξ αὐτοιο παρος κακοτητα δαεντες , φρασσομεθ ' εἰτ ' ἀρηι
9999968 παρεστε
ἐρεθιζοντες ὑμας . εἰ δη τινες των ᾠκισμενων ἠ οἰκισθησομενων παρεστε , χαρισασθε μοι και ἐπισημηνασθε ἑαυτους . “ Ἐπισημηναμενων
γλαχωνα ] το ὀριγανον . αὐληται παρα : ἀντι του παρεστε . ἐσπουδαζον γαρ οἱ Θηβαιοι περι τον αὐλον .
9999968 στρατεια
και των ἐκ του πολεμου λαφυρων , ἐαν κοινη γενηται στρατεια , την τριτην ἐψηφισατο διδοσθαι : ἐπειθ ' Ἑρνικας
, . : και ἡ ἐπ ' Αἰγυπτον δε Καμβυσου στρατεια , ὡς φησι Κτησιας , δια γυναικα ἐγενετο .
9999968 ποντοιο
ποτι κλονον ἐμμεμαωτος . Ἡ δ ' ἀφαρ ἠεροεντος ὑπερ ποντοιο φερεσθαι οὐρανοθεν προεηκεν ἐς Αἰολον ἀμβροτον Ἰριν , ὀφρ
[ ἱππος ] ὁσης [ ] οὐδ ' ἰχνος ὑπερ ποντοιο θεουσης προσθεν [ ἐπι ] πλωτων δρυοχων [ ]
9999968 δοιους
μεν ἀντεινεν καρα , πειρατο δε πˈρωτον μαχας , δισσαισι δοιους αὐχενων μαρψαις ἀφυκτοις χερσιν ἑαις ὀφιας . ἀγχομενοις δε
τ ' ἐξελαων ὑπακουει . ἐνθα κ ' ἀϋπνος ἀνηρ δοιους ἐξηρατο μισθους , τον μεν βουκολεων , τον δ
9999968 ἐπονομαζουσι
δε και Δημητρος ἐν Τεγεᾳ και Κορης ναος , ἁς ἐπονομαζουσι Καρποφορους , πλησιον δε Ἀφροδιτης καλουμενης Παφιας : ἱδρυσατο
δ ' ἐχοντα ὁλον οἱον ὁ κυανος , ὁν δη ἐπονομαζουσι Στυγιον , και την λιμνην ἡν ποιει ὁ ποταμος
9999968 ὑπερηφανως
χρυσης κλινης καθεζομενον μετεωρον , και ἐν πορφυρᾳ χλανιδι και ὑπερηφανως ἀποδεχομενον τας πρεσβειας των Ἑλληνων , σχηματισας εἰπεν ὀνειδιστικως
εἰκος και το πολυ , βασιλεων τουτ ' εἰναι νοσημα ὑπερηφανως ζωντων δια τρυφας . Οὐκουν δηλον ὡς πρωτον τουτο
9999968 κυρωθηναι
, ἐν ᾡ ζητησις , εἰ συμφερει τοδε γενεσθαι ἠ κυρωθηναι ἠ δοθηναι και ποιει πραγματικην : πραγματικη γαρ ἐστι
στασεων . οἱον τον ἀντιλεγοντα νομῳ εἰσω των τριακοντα του κυρωθηναι ἡμερων ἀντιλεγειν , μετα ταυτα δε μη ἐξεστω :
9999968 καθαρτηριων
ὁ λευκοϲ οὐκ ἐμετηριον μουνον , ἀλλα και ξυμπαντων ὁμου καθαρτηριων ὁ δυνατωτατοϲ , οὐ τῳ πληθεϊ και τῃ ποικιλιῃ
ἱκανον ᾐ τον ἀνθρωπον : ἐλατηριον δε τοιϲιδε των ἀλλων καθαρτηριων κρεϲϲον : ξυμφορον δε και κνεωρον και ναπυ :
9999968 καθαρτηριον
ὁλως λαβειν φαρμακον ὑπηλατον . μετα δε το ληφθηναι το καθαρτηριον συμφερει της πτισανης ἐπιρροφειν , ὡς φησιν Ἱπποκρατης :
νιτρου και λιβανωτου βαλανον ποιησας ἐν μελιτι προσθες . Προσθετον καθαρτηριον μαλθακτικον : ἰσχαδα λαβων , ἑψησας , ἑως ἀν
9999968 στρατιωτικου
ιηʹ . οὐκ ἀξιουντες δε προτερον εἰ μη τους ἀπο στρατιωτικου γενους , ὑστερον δε ἐπιλειψαντων και του ἐθους διαλυθεντος
του “ εὐδιας ” . και γυλιου στρατιωτικου : πλεγματος στρατιωτικου σκευοφορου ἐπιμηκους εἰς ὀξυ ληγοντος προς το μη καταγνυσθαι
9999968 Σιδονιους
ἐναντιουσθαι ἀλληλοις τους λεγοντας . οἱ μεν γαρ και τους Σιδονιους τους καθ ' ἡμας ἀποικους εἰναι των ἐν τῳ
πιθανωτερον δε Ποσειδωνιος γραφει τῳ παρα μικρον ἀλλαξαι „ και Σιδονιους και ” Ἀραμβους , ” ὡς του ποιητου τους
9999968 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999968 ἐπιθημα
εἰσδεχεται τον ἠερα , το δε μη ἐμπλεον εἰναι και ἐπιθημα ἐχειν . Εἰ παμφορων θεωρηματων νυν γινεται διδασκαλια ,
ῥοδινου και οἰνου τεγξιϲ και εἰριων κατειληϲιϲ ἀπο οἰϲυπου : ἐπιθημα φοινικεϲ ἐν οἰνῳ δευθεντεϲ ξυν ῥοιῃ ἠ χυλῳ του
9999968 ἐπαναβεβηκος
και συστατικαι και διαιρετικαι , διοτι ἐχουσι τι προ αὐτων ἐπαναβεβηκος : αἱ μεν γαρ ἐναντιαι διαιρετικαι του ζῳου ,
. και την μεν οὐσιαν φασι γενικωτατον γενος , καθο ἐπαναβεβηκος τι αὐτης οὐκ ἐστιν ἑτερον γενος , εἰδικωτατον δε
9999968 Ἐφεσιους
διαλεξιν την πρωτην ἀπο της κρηπιδος του νεω προς τους Ἐφεσιους διελεχθη , οὐχ ὡσπερ οἱ Σωκρατικοι , ἀλλα των
ἀμαθιας . Ἡρακλειτος ἠν σοφος , ἀλλ ' οὐδε ἐκεινος Ἐφεσιους ἐπεισε μη πηλῳ πηλον καθαιρεσθαι . κηʹ . βασιλει
9999968 τετραπλασιων
δε τριπλασιων τετραπλασιοι ἀποσῳζοντες την αὐτων εὐταξιαν , και ἐκ τετραπλασιων πενταπλασιοι και ἀει οἱ ἑπομενοι λογοι ἐκ των ἡγουμενων
ἐαν ὠσι δυο ἀριθμοι ὡν ὁ μειζων του ἐλασσονος ἐστι τετραπλασιων παρα μοναδα , ὁ ὑπ ' αὐτων προσλαβων τον
9999968 βραχυτερας
δεηθηναι λογου και παθειν το των ἀπειροτερων , οἱ δια βραχυτερας ὁδου το σπουδαζομενον καταλαβειν ἐφιεμενοι δια τινας ἑτερας ἐκτοπισθεντας
διαστολαις ποιεισθαι , ὡσπερ γε και σκωληκιζων , τῳ πολλῳ βραχυτερας τας οἱον κυματωδεις διαστολας ποιεισθαι , σκωληκος τινος ἀπομιμουμενος
9999968 δρομαιος
τολμησαι και ἀναβηναι αὐτον . ὡς δε τουτο ἐγενετο , δρομαιος μεν ὁ Ζευς ὡρμησεν ἐπι την θαλασσαν φερων αὐτην
ἐκει γαρ εὑρησει Ἀττικας χιλιας . και ὁς περιχαρης γενομενος δρομαιος ἡκεν ἐπι την ἠιονα . ἐνθα δη λῃσταις περιπεσων
9999968 γραμματικων
ὁ δειπνοσοφιστης Λαρηνσιος , ἀλλος δε τις φησιν ὁτι ἐθος γραμματικων παισι περι παντων των προβαλλομενων λεγειν : εἰδος φυτου
οὐκ ἐπεθετο , ἀλλα γαρ ἐμοιγε δοκει οὐδεν ἐλαττον των γραμματικων οὐ δευτερος ἠ των ῥητορων , δι ' ὡν
9999968 κομιζοντων
ἐκλεγομενος των σωματων τα χρησιμωτατα , οὐκ ὀλιγα δε των κομιζοντων τους ἐκ της νησου καρπους κατηγαγεν εἰς την πατριδα
εἰτα ἐπουλωθεντα , ἀπετυφλωσε τα στοματα των εἰς την μητραν κομιζοντων το αἱμα ἀγγειων , αἱτινες και ἀνιατοι εἰσιν :
9999968 ὁρισμους
τι πραγμα ἐστιν , οὐ δυνατον δε ἑνος πραγματος δυο ὁρισμους ἀποδουναι . ὁ γαρ κυριως ὁρισμος , ὡς εἰρηται
γενους ὁρισμος ἠτοι ὑπογραφη των δυο ἀπηλλακται των κακυνοντων τους ὁρισμους : οὐτε γαρ περιττευει οὐτε ἐλλειπει . Εἰρηται ὁτι

Back