, ὡς και Σισυφιδαι οἱ Κορινθιοι ἀπο Σισυφου : ἠ Ἀλευα παιδες οἱ ὀντες ἑταιροι τῳ Ἱπποκλεᾳ . ὁ δε
ἀφ ' ἡς και το ἐν Χιῳ ὀρος ἐκληθη . Ἀλευα τε παιδες : ἠτοι καθολου οἱ Θεσσαλοι ἀπο Ἀλευα
9999813 Ἀλεξανδρωι
ἐγενετο της Ἐφεσιας Ἀρτεμιδος : ἐπεστελλε τε πολλα κατα Χιων Ἀλεξανδρωι , και μεντοι και αὐτον Ἀλεξανδρον ἐγκωμιασας πολλα .
. Ἀθαμαντι σατυρικῳ , . . δευτερος Εὐριπιδης . . Ἀλεξανδρωι . . Παλαμηδει . . Τρῳασι . . Σισυφῳ
9999812 λαβρακα
' εὐπροσωπον λοπαδα του θαλαττιου γλαυκου φερουσαν εὐγενεστερον * * λαβρακα θ ' ἑφθον * * ἁλμῃ μιαν . Ὠ
ἀλκη γυιοις , ἀλλα δολοισι και ἀλκιμον ὠλεσαν ἰχθυν , λαβρακα , σφετερῃσιν ἐπικλεα λαβροσυνῃσιν . οἱ μεν γαρ σπευδουσι
9999803 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς
9999801 οἰκοδομικη
ἐστι το ὁλον τοιουτον , ὁτι ἐπει οὐ μονον ἡ οἰκοδομικη ἐπιδεχεται τουτον τον ὁρισμον ἀλλα και πασα τεχνη ,
ὑλας λαμβανουσαι συμφορητον ἐκ τουτων ποιουσι το τελος , ὡς οἰκοδομικη και τεκτονικη και πολιτικη , το αὐτο συμβαινει :
9999792 ψυχῃ
πολλοις δοκῃς , νομιζοντων , οἱτινες | οὐκ ἐν τῃ ψυχῃ το ἀξιολογον , ἀλλ ' ἐν τῳ στεφανῳ |
πληγη πυρος ὁ τονος ἐστι , κἀν ἱκανος ἐν τῃ ψυχῃ γενηται προς το ἐπιτελειν τα ἐπιβαλλοντα , ἰσχυς καλειται
9999786 ἐτιμησε
ἐγενετο και με φευγοντα ἐκ της πατριδος τα τε ἀλλα ἐτιμησε και μυριους ἐδωκε δαρεικους : οὑς ἐγω λαβων οὐκ
ὁς ἠν ἀντι πατρος τῳ βασιλει . παλιν τοινυν τουτον ἐτιμησε λογοις οἱ την ἐπι τῳ τοτε χωρισμῳ κηρυττουσιν ἐτι
9999785 φυλακα
ὡν φλεχθεις ὠλετο . Ῥυτηρα : ῥυστην , βοηθον , φυλακα . Τυφαονιον : του Τυφωνος . ὀλετηρα : φθορεα
λωβαις , οὐδε χωρις ὀντ ' ἐμου : τοιον πυλωρον φυλακα Τευκρον ἀμφι σοι λειψω τροφης ἀοκνον ἐμπα , κεἰ
9999784 ἐθνικα
ἀντικειται . ± ] παντα ? τα δια του ιος ἐθνικα [ ἠ τοπικα προπαροξυνεται ] . ιος , ἐνδαπιος
οἰκησαι , ἠ Κιμμεριδα Κιμμεριων ἐνοικουντων ἑκατον ἐτη . τα ἐθνικα της μεν Ἠδωνιδος Ἠδωνοι , της δε Κιμμεριδος Κιμμεριοι
9999782 Ἀρταξερξης
παρασκευην , ῥᾳδιως ἀπο των τειχων ἠμυνοντο τους πολιορκουντας . Ἀρταξερξης δε ὁ βασιλευς πυθομενος τα περι την Κυπρον ἐλαττωματα
, ἀλλα λειτουργησει τοις κοινοις , κἀν μη προαιρηται . Ἀρταξερξης γαρ αἰτουμενῳ Σατιβαρζανῃ σατραπειαν τινα μη προσηκουσαν ἐπι τρισχιλιοις
9999780 Μακεδονικη
δορασιν : ἀσπις μεν οὐν ἐστιν ἡ ἀριστη χαλκη , Μακεδονικη , οὐ λιαν κοιλη , ὀκταπαλαιστος : δορυ δε
Ὁτι ὑπο Γαλατων Πτολεμαιος ὁ βασιλευς ἐσφαγη και πασα ἡ Μακεδονικη δυναμις κατεκοπη και διεφθαρη . Κατα δε τους χρονους
9999779 χιτωνι
ἀνθρωπων ὁρᾳς . [ ⌊ Συ δε ⌋ συν ] χιτωνι μουνῳ ⌊ παρα την ⌋ φιλην γυναικα φευγεις ⌊
, και προσετι τῳ ἀμφιβληστροειδει σωματι και τεταρτῳ τῳ χοριοειδει χιτωνι : το γαρ ἰσχυροτατον ἐν αὐτοις και μαλιστα στηριζειν
9999779 ἑνδεκατη
ὑστερον παρα Ῥωμαιων ἐκ της Κιλικιας τοις προ Ἀρχελαου και ἑνδεκατη στρατηγια , ἡ περι Κασταβαλα τε και Κυβιστρα μεχρι
' ἀγε νυν ἐπιμεινον ἐνι μεγαροισιν ἐμοισιν , ὀφρα κεν ἑνδεκατη τε δυωδεκατη τε γενηται : και τοτε ς '
9999778 ἀπεκηρυξε
οἰκιας ἐκβληθεις , ἐκποιητος δε ὁ δοτος εἰς ποιητα . ἀπεκηρυξε και ἐπικηρυξε διαφερει . κηρυξαι μεν γαρ και ἀποκηρυξαι
ποιοτης ἐπι τουτου του ζητηματος : δυο τις ἐχων παιδας ἀπεκηρυξε τον ἑτερον : μετα ταυτα τελευτων ἐπι σημειοις φαρμακων
9999776 κυνη
ἀξιον . ἀρκτη , λεοντη , παρδαλη , μοσχη , κυνη . οὐχι παρα πολλοις ἡ χαρις τικτει χαριν .
μη ἐθελοντα τουτοις ἐκ του ἐμφανους μαχεσθαι , ὡσπερ ἀιδος κυνη τον περικειμενον αὐτην . Οὐ γεγονασιν οἱ ἀνθρωποι των
9999776 δωδεκατη
δε παραπληϲιωϲ ὀγδοη τε και δεκατη , μεθ ' ἁϲ δωδεκατη και ἑξκαιδεκατη και ἐννεακαιδεκατη . μεταξυ δε τουτων ἐϲτιν
ἑκκαιδεκαταια : ἡ γαρ μεση οὐκ ἐστιν ιγʹ , ἀλλα δωδεκατη . ἡ λυσις οὐν ἡδε . δεκατῃ ἐν Ἁλιμουντι
9999776 ἡσυχια
ἐοικοτα μορφᾳ , οὐκετι πορσω , και τα ἑξης . ἡσυχια δε φιλει μεν συμποσιον : τῃ μεν οὐν εἰρηνῃ
και το πληρωσαντα αὐθις ἀπορρειν , και ἡ μετα τουτο ἡσυχια του ῥευματος οὐκ ἐᾳ παρα τοις ὑετοις εἰναι την
9999775 κοιλη
το παν . φανερον δη ὁτι ἐν ᾡ χρονῳ ἡ κοιλη σφαιρα του πλανωμενου της των ἀπλανων ὑπολειπεται φερουσα την
ὑπαρχουσιν ἐν ταις εὐδιαις ἐχρητο , εἰ δε ἡ θαλασσα κοιλη γενοιτο , θατερα δια της παρεξειρεσιας κατα τας θρανιτιδας
9999775 νοσωδες
προς την ἀκοην δυσχερειαννοσηροτερον , ὁθεν και νοσηρον χωριον και νοσωδες χωριον : το γαρ νοσακερον ἐσχατως κωμικον . ἀσθενως
. ἀνευ δε τουτων ὁ μεν ἀλυπου και καθαρας και νοσωδες ἐχουσης οὐδεν ὑγειας αἰτιος ἁπασι γινεται , ὁ δε
9999775 ἡδομεθα
οὐκ ἀει εἰσιν ἡδεις και χρησιμοι : ἀλλοτε γαρ ἀλλοις ἡδομεθα και ἀλλοτε ἀλλο ἐστι το χρησιμον . μη παραμενοντος
ἑνεκα του ἀγαθου . Ἡδυ δε ἐστιν τουτο οὑ παραγενομενου ἡδομεθα , ἀγαθον δε οὑ παροντος ἀγαθοι ἐσμεν ; Πανυ
9999775 νεκρωδες
ἀλλα και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιτεταμενη οἰδε διαφορησιν ποιειν και νεκρωδες ἀπεργαζεσθαι το προσωπον . και ὁ λιμος οὐν ,
δε καθ ' ἡπαρ πληγεντι ἀκοντιῳ εὐθυς το χρωμα κατεχυθη νεκρωδες : τα ὀμματα κοιλα : ἀλυσμος : δυσφοριη :
9999774 δριμεσι
συγχωρειν ὡς ὁτι πλειστον ἀπορρειν : χρησθαι δε και κλυστηρσι δριμεσι και ἐν ἀσιτιᾳ φυλαττειν τον ἀνθρωπον ἀρρωστον , ὡς
ἐν τοισι σιτιοισιν ὡς πλειστον χρονον ξυμφερει , και τοισι δριμεσι και ἁλμυροισι και λιπαροισι και γλυκεσι σιτιοισι και πομασι
9999772 βουλωμεθα
προτασεων παντος του προτεθεντος προβληματος . δει , ὁταν τι βουλωμεθα ὑπαρχον τινι ἠ μη ὑπαρχον κατασκευασαι , πρωτον ἐκλαβειν
ὑμετεροις . Ὡσπερ γαρ ἐν τῃ τεκτονικῃ , ὁταν εἰδεναι βουλωμεθα το ὀρθον και το μη , τον κανονα προσφερομεν
9999771 νομῃ
ἐπι τουτοις τον κληρον του πατρος , το παν τουτο νομῃ δικαιοτατῃ δασαμενους . Δια μεν σχειν τον τε οὐρανον
αὑται πλησιον των μελισσων , ὁπως ὑδροφορουσαι μη καμνωσι . νομῃ δε θυμου μαλιστα χαιρουσι , και ἀφθονως τουτου νεμομεναι
9999771 ἐκκλησιᾳ
' ἀρχας ἠναγκαζον τοις νομοις χρησθαι , και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ και ἐν τῃ βουλῃ μετα των προεδρων ἐκαθηντο ,
ἀπειριαν : το δ ' αὐτο τουτο και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ διεπραξατο ἐπιψηφισθηναι και γενεσθαι δημου ψηφισμα , ἐπ '
9999771 δωδεκατῳ
διαφορᾳ τοις # Ϛ , και την ΟΠ ἰσην τῳ δωδεκατῳ μερει της ΘΠ τοις # δ , και τῃ
Καρχηδονος κτισεως ἐτη ρνεʹ , μηνες ὀκτω . τῳ δε δωδεκατῳ ἐτει της Ἱερωμου βασιλειας ἐν Ἱεροσολυμοις ὁ ναος ᾠκοδομηθη
9999769 ὀξυμελιτι
ταυτα δ ' ἠτοι φοινιξιν ἀναλαμβανεσθω ἠ συν αἰρινῳ ἀλευρῳ ὀξυμελιτι ἡψησθω . εἰ δ ' ἀνευ νομης φλεγμαινοι ,
αἱ δι ' ἁλων . κατα δε της ἐμπλαστρου σπογγον ὀξυμελιτι ἠ ὀξυκρατῳ ἠ οἰνῳ διαβροχον ἐπιβαλουμεν : ἐπιδησομεν δε
9999768 θαυμαστῃ
κατορωρυγμενα πλησιον ἐκεινα , τα δε ἰυγγι τινι ἀπορρητῳ και θαυμαστῃ δε το ὑδωρ ἐκεινο ἐκ των ἀσκων ἑλκει ,
. ταυτα τοι και τεθνεωτα ἐθαψεν αὐτον ὁ βασιλευς ταφῃ θαυμαστῃ . τεθνεωτων δε πολλων και σαλευοντων ὑπερ του ζην
9999767 ἐννεακαιδεκα
ἡ Ἑκαβη οὐ δυσχεραινει . λεγει γουν ὁ Πριαμος : ἐννεακαιδεκα μεν μοι ἰης ἐκ νηδυος ἠσαν , τους δ
και δεκατην τε ὁ λιψ προσεπιπνεει : προς δε τας ἐννεακαιδεκα Ὑαδες μεσαι δυνουν , την εἰκοστην δε του μηνος
9999767 ἀπαλλαγη
οὐκ ἀλλο τι ἠ ἡ της ψυχης ἀπο του σωματος ἀπαλλαγη , και ἐστι τουτο το τεθναναι , χωρις μεν
' ἀριστα διαπονουμενου . νυν δ ' εὐτυχης γενοιτ ' ἀπαλλαγη πονων εὐαγγελου φανεντος ὀρφναιου πυρος . ὠ χαιρε λαμπτηρ
9999767 κτητικη
ἐμαυτου οἰκου δεσποζω . φαινεται δε ὁτι παρηξεν αὐτον ἡ κτητικη συνταξις και ἡ προσθεσις του ἀρθρου , ἁπερ οὐκ
παραδεξασθαι την ἐμειο , καθο κυριωτερα λεξις , λεγω ἡ κτητικη ἀντωνυμια , δυναμενη και ἑνεκα μετρου και ἑνεκα λογου
9999766 ἐγεννηθη
ἐμον αὐχενα τριψει . ” Λυκος τις ἁδρος ἐν λυκοις ἐγεννηθη , λεοντα δ ' αὐτον ἐπεκαλουν . ὁ δ
προχοαις : τριτων ποταμος Λιβυης , ἐν ᾡ ἡ Ἀθηνα ἐγεννηθη [ ἀφ ' οὑ και Τριτογενεια ὀνομαζεται ] .
9999766 φοινικες
ἀρνων σαρξ , το του σησαμου σπερμα , βολβοι , φοινικες οἱ λιπαροι . Φοινικες χλωροι χυμων ὠμων ἐμπιπλωσι τους
, και στεφανος κυκλῳ χρυσους ἀμπελινος . Παρηλθον δε και φοινικες ἐπιχρυσοι ὀκταπηχεις ἑπτα , και κηρυκειον ἐπιχρυσον πηχων τεσσαρακοντα
9999766 φθαρτικα
* οὐτε γαρ ὑγιεινα ταὐτα πασιν ὑπαρχει οὐτε θρεπτικα ἠ φθαρτικα οὐτε τα τουτοις ἐναντια , ἀλλα ταὐτα τους μεν
, κατα μερος δε τα μεν προηγουμενα αὐτου καυσωδη και φθαρτικα , τα δε μεσα εὐκρατα , τα δε ἑπομενα
9999766 ἐκινηθη
: και εἰ τουτο , ματην ἀρα και την ἀρχην ἐκινηθη . ἀλλ ' οὐδεν ματην ἡ φυσις ποιει ,
ταυτην καταλυσαντων Μακεδονων , πολλα των πατριων τοις Ἰουδαιοις νομιμων ἐκινηθη . οὑτως μεν κἀνταυθα φησιν περι των παρα Ἰουδαιοις
9999766 Ἀραβες
, πεμπει δε Αἰγυπτος παντοδαπας τεχνας , ἐλεφαντα Ἰνδοι , Ἀραβες εὐωδιαν : χορηγουσιν δε και οἱ ποταμοι ταις βασιλεως
συννομου σχιζεται , ὡσπερ οὐν αἱ αἰγες . λεγουσι δε Ἀραβες ὁτι ἀρα τα παρ ' αὐτοις ποιμνια ποιμαινεται ὑπο
9999765 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999764 φοινικα
ἐχθρον , ἀλλ ' αὐτος παρελθων τα βραβεια και τον φοινικα ἀναδος και στεφανωσον , εἰ θελει , και ταις
Ὁτι ἀναθηλαι λογος ἐστι Δηλιος φυτα ἐν Δηλῳ ἐλαιαν και φοινικα , ὡν ἁψαμενην την Λητω εὐθυς ἀποκυησαι , τεως
9999763 χειροηθη
πρωτον αὐτῳ πορρωθεν , ὡσπερ δη τοις πωλοις , ἠρεμα χειροηθη ποιουντας , ἀπο των σμικρων και φαυλοτατων ὡς ἀν
ἀκμαζοντα και γεγηρακοτα φαινομενα , ἐτι δε αὐτων τα μεν χειροηθη τε και ἡμερα , τα δ ' ἀγρια εἰσι
9999763 φοβουμεθα
οὐδεν των προς ἡμας καθορωσιν . ἀλλ ' εἰ νυν φοβουμεθα αὐτους ἀν μη ἀδικωμεν , πως οὐ πολυ μαλλον
ἀλλα τῃ θιξει , ἐπειδη νευρωδες ὀν το οὐς , φοβουμεθα μη πληγῃ ὑπο της ψυξεως . λαβων οὐν ἐριον
9999763 θεωριδα
την πολυστονον . ναυστολον θεωριδα : την του Χαρωνος ναυν θεωριδα εἰπεν : κυριως δε του Ἀπολλωνος ἡ εἰς Δηλον
ὁδον ἐκαθηρε των ληιστων : και ὁταν πεμπωσιν εἰς Δελφους θεωριδα , προερχονται ἐχοντες πελεκεις ὡς διημερωσοντες την γην .
9999763 κολακα
, κωμῳδει αὐτον . εἰχε οὑτος ὁ Παμφιλος και τινα κολακα παρασιτον βελονοπωλην καλουμενον , ὁς ἐμελλε παραπολαυσειν τῳ Παμφιλῳ
συναπελαυσαν , και θανατῳ περιεπεσον . Τῳ οὐν διακρινουμεν τον κολακα του φιλου ; μητε τῳ τελει , μητε ἡδονῃ
9999762 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999761 αἱμορραγια
εἰ μη ὀλιγον ὑδατωδεϲ , ϲτομαχου πονοϲ , δυϲπνοια , αἱμορραγια δια των μυκτηρων και ἀπο των τρηϲεων του δηγματοϲ
, γινωσκε ὁτι ἐκ του δεξιου μελλει γενεσθαι μερους ἡ αἱμορραγια : εἰ δε το ἀριστερον , ἐκ του ἀριστερου
9999761 ἀφαιρω
εἰκοσι ἑν της βασιλειας , γινεται κγʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω ἐννεακαιδεκαετηριδα : λοιπαι δʹ Ἀντωνινου . ὁμοιως προστιθω ἁ
δε και ἡ τριτη συζυγια ϘϚʹ ἐστι μοναδων , παλιν ἀφαιρω τα ογʹ , και τα λοιπα κγʹ προσνεμω τῳ
9999761 ἱστορησε
ἀναλωματι : ἑκατον γαρ μνας ἀνηλισκεν , ὡς ὁ Ἐφιππος ἱστορησε . Μενανδρος δ ' ἐν Μεθῃ του μεγιστου δειπνου
λεγον , οὐτε Ἀριστοτελης αὐτην προσεθηκεν , Εὐδημος δε συντομως ἱστορησε τινων φαινομενων ἑνεκα ταυτας προσθετεας εἰναι τας σφαιρας ᾠετο
9999760 αἰτιωμεθα
ὁταν το μεν πραγμα συγχωρωμεν , ἑν δε τι τουτων αἰτιωμεθα δηπου μεταλαμβανοντες : οἱον ἐξην ἀποκτιννυναι και τον μοιχον
φυσιν θερμασιας περιφρυττεται ὁ λιθος . τοτε λοιπον την ὑλην αἰτιωμεθα . εἰ γαρ και μη ἐστι πολλη ἡ θερμασια
9999760 ὁλκαδες
ὑπο του Λεπιδου καθειλκοντο , και ὑστερον αὐτας προσιουσας αἱ ὁλκαδες ὡς και τασδε ἀλλας πολεμιας ἐξεκλιναν , ἑως αἱ
χρονοις ἁπαξ ἠ δις , ἀλλ ' ὁσημεραι συνεχως και ὁλκαδες και ἐμποροι κομιζονται δι ' ἀμφοτερας της θαλαττης ,
9999760 ἐξηγγελλετο
ὡς ἐς Σκυθας , ὁτι ἐς Σκυθας καταπεφευγεναι Σπιταμενης αὐτῳ ἐξηγγελλετο , αὐτος δε ξυν τῃ λοιπῃ στρατιᾳ ἐπιων της
ὁτι και ταυτα ἐθνη των προσχωρων τῃ Περσιδι μαχιμωτατα εἰναι ἐξηγγελλετο . ἡκε δε αὐτῳ και Φιλοξενος στρατιαν ἀγων ἀπο
9999760 ὑδατωδες
αὐτα ψυχρα και ὑγρα την κρασιν τυγχανοντα , λεπτον και ὑδατωδες αἱμα ἀπογεννωσι καλως πεφθεντα . πεφυκασι δε και ταυτα
τοιουτου καιρου των οὐρων ἡ χροα : το μεν οὐν ὑδατωδες ἀπεπτον ἐτι σημαινει τον ἐκ της γαστρος ἀναδοθεντα χυμον
9999760 ἀσπιδες
καλειται δε Λαλιχμιον του ἀναθεντος ἐπωνυμον . περι δε αὐτο ἀσπιδες ἀνακεινται , θεας ἑνεκα και οὐκ ἐς ἐργον πολεμου
λευκην ἀσπιδα φερων . λευκασπις ] + ἀπεστιλβον γαρ αἱ ἀσπιδες αὐτῳ τῳ χαλκῳ . ὀρνυται ] διεγειρεται . ὀρνυται
9999759 εὐπρεπες
το μεν οὐν προτερον μετα την ἀπαγγελιαν ὁλης της χρειας εὐπρεπες ἐστιν ἐπενεγκειν , οἱον Ἰσοκρατους του ῥητορος τους εὐφυεις
δε ἐπελθουσης ὑπεδυετο αὐτον μισοπονηρια μεν δια το της βασιλειας εὐπρεπες , εὐλαβεια δε περι του μελλοντος : ἀρχην γαρ
9999759 ἠλθετε
του : διοτι δη ἐπι το κατ ' ἀλληλων μονομαχειον ἠλθετε : ἀθλιοι : διοτι εἰς ἐνθυμησιν μονομαχιας ἠλθετε :
μεγαλαι ὠφελιαι τε και ἐπαυρεσιες γεγονασι , οὐτε ἐμεο εἱνεκα ἠλθετε βοηθησοντες οὐτε τον Δωριεος φονον ἐκπρηξομενοι , το τε
9999759 ἐθεραπευσε
ἀλλ ' ἡ μετα μετρου του προσηκοντος ἐναλλαξ αὐτων χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα
ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω Περσων τινος πορευθεις
9999758 Ἑκατη
: Εὐρυτον δε θυρσῳ Διονυσος ἐκτεινε , Κλυτιον δε δᾳσιν Ἑκατη , μαλλον δε Ἡφαιστος βαλων μυδροις . Ἀθηνα δε
χθονιην ἐνεροισιν ἀνασσαν . . . . Βριμω ἡ αὐτη Ἑκατη , ὁτι Ἑρμου ἐν κυνηγεσιῳ βιαζοντος αὐτην ἐνεβριμησατο και
9999758 βορειῳ
ὁτι ἡμεις ἐσμεν ἐν θατερῳ των ἡμισφαιριων , και τῳ βορειῳ γε , ἐν ἀμφοτεροις δ ' οὐχ οἱον τε
και ΗΘ ἐκβαλλομενας γραμμας , και ὁσον το περιττευον τῳ βορειῳ ἠ τῳ νοτιῳ ἐννοησον . Οὑτω γαρ ποιων ῥᾳδιως
9999758 θεα
κουρη τις μεγαροισιν ἐνιτρεφετ ' Αἰηταο , την Ἑκατη περιαλλα θεα δαε τεχνησασθαι φαρμαχ ' ὁς ' ἠπειρος τε φυει
, ταυτην ἡμιν χαριν ἑκτεον , εἰ δε ἡμιν ἡ θεα , ἡμας ταυτῃ ; εἰποντος δε τινος ὁτι δικαια
9999758 ξυλωδες
ἐχοντα τιν ' ἡδονην αἱ ῥιζαι δε ἀβρωτοι δια το ξυλωδες ἠ πικρον ἠ ὁλως δυσχυμον ἠ ἀχυμον : διαφορα
το ἀγγειον ἀποτακησεται ὡς δι ' ἠθμου , το δε ξυλωδες ἐν τῳ ὀθονιῳ μενει . Χαμαιδαφνη ῥαβδους ἀνιησι πηχυαιους
9999757 χολωδεες
στομα ἐκπικραζοιτο , γλωσσα χλωρη , ὀμματα ἰκτερωδεα , ὀνυχες χολωδεες , οὐρον δριμυ , ἀλλως τε και εἰ πυρεταινοι
φρικωδεες , ἐμετωδεες , και μετα κρισιν ἀποσιτοι , και χολωδεες , και σπληνες μεγαλοι σκληροι , ὀδυνωδεες , και
9999756 ἡγεμονι
και μενοντας ἐκστρατευσαι βουλεται κατα γενη ἑκαστους ὑπο τῳ οἰκειῳ ἡγεμονι . και ἐστιν αὐτῳ ἡ των λογων ὑποθεσις οὐχ
ἐπιταττομενα , και τα πλειστα αὐτοκελευστος ὑφιστατο κινδυνευματα δοξαν τῳ ἡγεμονι και τιμην πραττουσα : και διεξηλθε πολλην της Αἰκανων
9999756 ἡγεμονιᾳ
δυναστειαις ἐπιστησας τον νουν και τῃ μετα ταυτα γενομενῃ Ῥωμαιων ἡγεμονιᾳ . Ὁτι των πρεσβευτων των Καρχηδονιων τους αἰτιους του
ἐπανασταντων γαρ των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων τῃ της Ῥωμης ἡγεμονιᾳ και των ἐξ αἰωνος ἀριστων κεκριμενων ἐλθοντων εἰς ἐριν
9999756 ἐπηνεγκε
ἐχοντα ὁμοιως ἐκεινοις ἑξει το ἑν . ᾡ ἀτοπον ἑπομενον ἐπηνεγκε το μηδε το αὐτοεν και αὐτοον ἑν κατ '
ϲπαϲμα γενομενον ὀδυνην τινα περι τον θωρακα ἐν τῳ βαθει ἐπηνεγκε , νιτρον ὀξει και ἐλαιῳ κυπρινῳ ἐμβαλλεϲθω και καχρυ
9999754 ἠπειλησε
καλος ἠν και ἀστικος και ἡλικιωτης Χαιρεου ; Ἀλλ ' ἠπειλησε Χαιρεας ἀποσφαξειν ἀμφοτερους , εἰ λαβοι με ποτε μετ
ἀνακτι : ἐπι δε ὀργης : αἰψα δ ' ἀναστας ἠπειλησε μυθον . το δε εὐχομαι παρα τας † ἀπελλας
9999754 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999754 ἀριϲτολοχια
καλαμοϲ ἀρωματικοϲ ϲτυραξ κενταυριου του μεγαλου ἡ ῥιζα βραθυ ἰριϲ ἀριϲτολοχια κυδωνιων το ἀνθοϲ και ὁ χνουϲ λαπαθου ῥιζηϲ ἀφεψημα
δε ϲκολοπαϲ και ἀκανθαϲ , ἐπιϲπωνται ἀναγαλλιδεϲ αἱ δυο , ἀριϲτολοχια ϲτρογγυλη , ἀμμωνιακον ϲυν μελιτι , ὑοϲκυαμου καρποϲ λειοϲ
9999754 ἀερωδες
: τρεφεται δε τῳ ψυχρῳ το κατα το λευκον και ἀερωδες διαπνεομενον . Οὐδε γαρ ἀγνοειν χρη ὁτι κατα την
φωνηεν , τροπικον , ἀνθρωποειδες , ἀνωφερες , δικαιον , ἀερωδες , εὐμεταβολον , μετοπωρινον , ὑπογειον κοσμου , δημοσιον
9999753 ἐνθυμῃ
ἐκεινο ᾡ δει θεωμενου και συνοντος αὐτῳ ; ἠ οὐκ ἐνθυμῃ , ἐφη , ὁτι ἐνταυθα αὐτῳ μοναχου γενησεται ,
δε μετριως γ οὐ γενησῃ ποτε βιοπραγος δ ἀγορασεις ὁ ἐνθυμῃ και πωλησεις φυρασας ε ἐαν ἀρτι πωλησῃς , βλαβησῃ
9999752 θυμοειδες
ἠ ὀντων ἠ και μελλοντων , ὡσαυτως δε και το θυμοειδες πραϋνας και μη τισιν εἰς ὀργας ἐλθων κεκινημενῳ τῳ
το δερμα λασιον , το σωμα ἰσχυρον , ἀλλως δε θυμοειδες και ῥωμαλεωτατον . Ἀλλα τουτο μεν , ὡς μοι
9999752 σκληρα
τεκτονες οὑτως . τα δε μοχθηρα σιδηρια δυναται τεμνειν τα σκληρα μαλλον των μαλακων : ἀνιησι γαρ ἐν τοις μαλακοις
σωφρονιστης και ἐπανορθωτης : ἀπο γαρ των λοιπων τα μεν σκληρα τα δε μαλλον προς ἑτερα , πλην του ἐπιτιμητου
9999752 ὑδρομελι
ἠ ῥοδινον ἐναφηψημενον ἐπι των τεινεσμωδως ὀχλουμενων ἐν ἀρχῳ . ὑδρομελι δ ' ἠ φακου ἀφεψημα μετα μελιτος ἐνιεμεν ἠ
προβρεχειν κοπρῳ δεδευμενῃ μεθ ' ὑδατος . ἐνιοι δε εἰς ὑδρομελι νυκτα μιαν προβρεχουσι τα σπερματα . δει δε το
9999751 Κρατινῳ
και λογῳ και ἐργῳ μετριος μοι δοκει εἰναι Διων . Κρατινῳ τῳ Τιμοθεου μεν ἀδελφῳ , ἐμῳ δ ' ἑταιρῳ
χρησασθαι , οὐ μην εὑρηκεναι πρωτον : ἐπει και παρα Κρατινῳ και προ τουτου παρ ' Ἐπιχαρμῳ και Ἀριστοξενῳ τῳ
9999751 βελτιστη
ἀρχας και αἰτιας ἐνῳκισθη τοις Ἑλλησι . πολιτεια δε ἡ βελτιστη και ὁμοδημια και κοινα τα φιλων και θρησκεια θεων
τελος δε ἀφνω καταλιπων οὑτως ἀπιστως και προδοτικως : ἡ βελτιστη δε Πενια πονοις με τοις ἀνδρικωτατοις καταγυμνασασα και μετ
9999751 ἀγριᾳ
εὐμαρης ἠν ὁ βιος αὐτοις γῃ τε λυπρᾳ και θαλαττῃ ἀγριᾳ μαχομενοις , ὀλιγους τινας ἐν τῃ νησῳ λειπομενοι ἀπανιστανται
Αἰγυπτῳ και Συριᾳ ἡμερος , κατα τα ἀλλα ὁμοια τῃ ἀγριᾳ , καρπον φερουσα ἐμφερη κηκιδι , ἀνωμαλον , στυφοντα
9999751 σκυβαλα
ἐκ τουτου διαχριεται ἡ ἑδρα : και ῥᾳδιως μεν πολλα σκυβαλα προβιβαζει , πονουσι δε βραχυ : καλλιστα δε ποιει
: βουλεται δε λεγειν τα ὑποχωρηματα , ἁπερ οἱ ἰατροι σκυβαλα και ἀποπατηματα εἰωθασι καλειν ξυννενημενων : ξυσεσωρευμενων σημειωσαι κοτυλην
9999751 ἐκολασε
τε και μεγεθει και πολλους ἀνθρωπους ἀναιρουσαν , ἀπεκτεινεν . ἐκολασε δε και Σκειρωνα τον οἰκουντα της Μεγαριδος τας ὀνομαζομενας
και τα λῃδια και τας των ἐφεστριδων βαφας και τραπεζαν ἐκολασε και το ἐραν μετεθηκεν , ὡσπερ τους προτερους ὀφθαλμους
9999749 σαφηνειᾳ
πιστοτεροι . θ κἀγω ἑξω ὀφθαλμον πιστον ἡμεροσκοπον και ἐν σαφηνειᾳ λογου εἰδως ἐσῃ ἀβλαβης . εἰς τα λοιπα ]
και μη ὑπο της ἑαυτου ἀλογιας βλαπτηται , εἰτα δε σαφηνειᾳ , οὐ πεφυκε γαρ ὁ θυμος σαφηνειας εἰναι φιλος
9999749 τραγακανθηϲ
, ὀπιου , ϲμυρνηϲ , αἱματιτου ἀνα ⋖ Ϛ , τραγακανθηϲ ⋖ μη , κομμεωϲ ⋖ ιϚ : οἰνῳ Ἰταλικῳ
ξηραινε , εἰτα κοψαϲ και ϲηϲαϲ χρω . Ἀλλωϲ . τραγακανθηϲ , λιβανου , μαϲτιχηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999748 ἰδιᾳ
πως ἡ αὐτη ὑλη , πασιν ὑποκειμενη κοινως , και ἰδιᾳ ἑκαστῳ ὑποκειται . οὑτω και ἐπι του ζῳου ἐχει
, ὁ δε ἀνθρωπος οὐκ ἀθανατον , θνητον ἀρα . ἰδιᾳ μεν οὐν ζῳον εἰληπται , ἰδιᾳ δε συνηκται λογικον
9999748 ἐθεραπευε
τοις Κορινθιακοις λογοις εἰρηκα , παραγενομενος ἐς την Ῥωμην ὑστερον ἐθεραπευε μεν τον Ἀπολλωνιον , ἐπηφιει δ ' αὑτον τῳ
. ὁ γαρ Μαρινος ἐμμενων τῃ παραδοθεισῃ σεμνοτητι των φιλοσοφων ἐθεραπευε μεν τα εἰκοτα τον Θεαγενη : και οὐκ ἠν
9999748 μανιᾳ
δηθεν ἐλεους ἐχομενον καθ ' ἑαυτον βουλευσαμενος , ταχα τῃ μανιᾳ της φιλαργυριας εἰς τουτο συνελαθεις , οὐχι δε συμπαθειᾳ
την αὐτου του καλλους ἀχραντον τε και καθαραν ἰδεαν ἐξορμωσαν μανιᾳ σωφρονι των ψυχων , “ ὁσαι Ζηνος ἐγγυς και
9999747 ἐσωσα
ἐν Διονυσιῳ [ . ] : Εὐριπιδου δ ' “ ἐσωσα ς ' , ὡς ἰσασιν Ἑλληνων ὁσοι ” και
μητρι : κλεος δοξα ἐπαινος : και ἐμε ἀλασθαι ἡτις ἐσωσα σε : ἀδοκιμος φαυλος : σημεια γαρ ἐστι του
9999747 ἀπελθε
, καταλειψας , αὐτο , ἐκεινο , τα ἀπορηθεντα . ἀπελθε ] μεταβηθι εἰς ἑτερον , ἠγουν εὑρε ἑτερον ,
πατρος τον λογον αἰνιττεται , δεδηλωκαμεν . το δε ” ἀπελθε ἐκ τουτων ” οὐκ ἐσθ ' ὁμοιον τῳ διαζευχθητι
9999747 μακρῳ
, ἠν νοσημα ἐμπεσον διαφθειρῃ , ταυτης δ ' αὐ μακρῳ πραγματωδεστεραν νομιστεον , ᾑ τα των ἀνθρωπων ὁ ἀρχων
αὐτους κατα κρατος ἐνικησεν . Ὁτι Ταρκυνιος Γαβιους πολιορκων χρονῳ μακρῳ και μη δυναμενος ἑλειν τον ἑαυτου παιδα Σεξτον πληγαις
9999745 ἐθελησειε
και ἀγροι και θεραπαιναι και ἐσθητες εὐανθεις και χρυσον ὁποσον ἐθελησειε . Και τι γαρ ; ἐν βραχει ὁ Λυσωνος
δε Σωκρατης : και ἐπιφωνησας ὁτι και συνεξαμαρτανειν ἀν τις ἐθελησειε τουτοις τοσουτοις και τοιουτοις οὐσιν , ἐπιφερει κατα λεξιν
9999745 κεστρεα
δ ' ἀπολλυμαι . ὁ δε καλος Ἀρχεστρατος φησι : κεστρεα δ ' Αἰγινης ἐξ ἀμφιρυτης ἀγοραζε , ἀνδρασι τ
: λαμβανε δ ' ἐκ Γαισωνος ὁταν Μιλητον ἱκηαι , κεστρεα τον κεφαλον και τον θεοπαιδα λαβρακα . εἰσι γαρ
9999744 τειρεα
πανθ ' Ἡγησιαναξ τε και Ἑρμιππος τα κατ ' αἰθρην τειρεα και πολλοι ταυτα τα φαινομενα βιβλοις ἐγκατεθεντο , †
το ὀνομα αὐτης ἐτυμολογουσι παρα το ῥειν ἀει και ποιειν τειρεα . και φυσικως ταυτης ἀνδρα τον Κρονον φασιν ,
9999744 λογισασθε
ἡμας βουλεσθε οὑς ᾐτησατο δεκα ῥητορας ; εἰ συμφερει , λογισασθε . τουτο μεντοιγε ὑμιν προμηνυω , ἀνδρες Ἀθηναιοι ,
' αὐτος μη ἐπιορκησειεν . ἐξ αὐτου δη του πραγματος λογισασθε , ὠ ἀνδρες δικασται , παρ ' ὑμιν αὐτοις
9999744 ἐγγεγραφθω
του κωνου μειζων ἠ τριπλασιος τῳ ΡΣ στερεῳ . και ἐγγεγραφθω εἰς τον ΑΒΓΔ κυκλον τετραγωνον το ΑΒΓΔ , και
Η , Θ γωνιων της προς τῳ Ζ , και ἐγγεγραφθω εἰς τον ΑΒΓΔΕ κυκλον τῳ ΖΗΘ τριγωνῳ ἰσογωνιον τριγωνον
9999744 πνευμονοϲ
περι μυελου τεκμαιρεϲθαι χρη περι των ὑπολοιπων μεθοδων . Περι πνευμονοϲ . Πνευμων ἀρνειοϲ και χοιρειοϲ καιομενοι και λειοι ἐπιτιθεμενοι
, ὁδοϲ ἀρτηριη , χωρη δε πνευμων , θωρηξ δε πνευμονοϲ ἐρυμα και δοχη . ἀλλα τἀλλα μεν ὁκωϲ ὀργανα
9999744 δεσμωτηριῳ
ξυνεχομενους τους ἀνθρωπους ἐν τῃδε τῃ φρουρᾳ και τῳδε τῳ δεσμωτηριῳ μενειν τον τεταγμενον ἑκαστον χρονον , και μη πριν
κατηγορος διανοιας το ῥητον , ὁτι δεσμωτας λεγει τους ἐν δεσμωτηριῳ οὐ τους ἐν ἰδικῃ οἰκιᾳ : διαφερει δε του
9999743 τυραννιδα
και αἰτει το γερας : ἡ προβολη : ἐπαυσα την τυραννιδα και δει λαμβανειν με την δωρεαν : τουτο δε
μεν οὐν και ἀριστοκρατιαν και δημοκρατιαν ἐφιεσθαι του ὀρθου : τυραννιδα δε και ὀλιγαρχιαν και ὀχλοκρατιαν του φαυλου . Γιγνεσθαι
9999742 ἀκριβειᾳ
το ἐπικατηγορουμενον ὀνομα μη κολαζειν πριν ἠ τἀληθες ἐπ ' ἀκριβειᾳ καταμανθανειν , ἡμας δε προλημματι λοιδοριας ἀνεξεταστως μεμισηκεναι ;
ἀμεινον . τῳ τε γαρ τροπῳ της ἀπαγγελιας και τῃ ἀκριβειᾳ των διανοηματων πανυ συνηθεις ποιει . λεγω δε οὐχ
9999742 Φοινικα
νεωτερου του Μενελαου προς γεροντα τον φαινομενον δια της Ἀθηνας Φοινικα . φησι γαρ : Φοινιξ , ἀττα , γεραιε
λογῳ κατασκευαζων το ἀναγκαιον εἰναι μενειν , μιμουμενος τον Ὁμηρου Φοινικα . και γαρ ἐκεινος ἐν ταις Λιταις προτεινεται την
9999742 Περσεφονη
χθονιων θεων εἰπειν και των περιξ τουτων . Πλουτων και Περσεφονη τοις φοβουμενοις εἰσιν ἀγαθοι : ἀρχουσι γαρ των οὐκετι
Δαειραι . . . . . : Δαειρα : ἡ Περσεφονη παρα Ἀθηναιοις , παρα την δαιδα , ἐπειδη μετα
9999742 δυωδεκα
ὁ Παφιος στρατηγος Πενθυλος ὁ Δημονοου , ὁς ἠγε μεν δυωδεκα νεας ἐκ Παφου , ἀποβαλων δε σφεων τας ἑνδεκα
των πρωτων λεγομενων θεων , Ἡρακλεης δε των δευτερων των δυωδεκα λεγομενων εἰναι , Διονυσος δε των τριτων , οἱ
9999741 πυραμιδα
ΖΗΘΚΛ βασιν , οὑτως ἡ ΑΒΓΔΕΜ πυραμις προς την ΖΗΘΚΛΝ πυραμιδα . Ἐπεζευχθωσαν γαρ αἱ ΑΓ , ΑΔ , ΖΘ
ἡ τριγωνον ἐχουσα βασιν πυραμις προς την τριγωνον βασιν ἐχουσαν πυραμιδα , οὑτως το πρισμα προς το πρισμα δια ιεʹ
9999741 Ἀρταξερξην
ὑπηρχε τῳ Κυρῳ , φιλουσα αὐτον μαλλον ἠ τον βασιλευοντα Ἀρταξερξην . ὁστις δ ' ἀφικνειτο των παρα βασιλεως προς
την βασιλειαν ἐποιειτο . μετα δε ταυτα διαβληθεντος αὐτου προς Ἀρταξερξην και του βασιλεως βοηθουντος τῳ Πρωταγορᾳ ὁ μεν Εὐαγορας
9999741 συγχωρω
ἡμας προεσθαι Λακεδαιμονιοις ἠ μη , δικαιον μεν οὐ , συγχωρω δ ' ἐγωγ ' ἐασαι και μηδεν ἐναντιωθηναι τοις
ἱερεων τις εἰτε των σοφιστων . Ἀλλ ' ἐγω μεν συγχωρω : πανυ γαρ ἀν ἡδεως τα ἐπιλοιπα περι των
9999741 Χαλκιδευς
της Λημνου Μυρρινα τε και Ἡφαιστια δηλοι και Διονυσιος ὁ Χαλκιδευς ἐν γʹ Κτισεων . . . : Χαλκιδεις οἱ
ὡς Ἀντηνωρ ἐν τοις Κρητικοις ἱστορηκε , και Διονυσιος ὁ Χαλκιδευς ἐν ταις Κτισεσιν . . . : Ξανθος δε
9999740 νοεισθω
μοιραις . το αὐτο δε και ἐπι των λοιπων ἀποκλιματων νοεισθω . Ἀπο δε ὑψωματος εἰς ὑψωμα παραδοσις γινομενη ἀγαθοποιων
ἀναιρειν : το δ ' ὁμοιον και ἐπι των ἀγαθων νοεισθω . Τουτων οὑτως ἐχοντων δει και τους ἀνεμους ὑποταξαι
9999740 ἀρτηριαϲ
κατα θωρακα ϲυμπεττει τε και παρηγορει και ταϲ τραχυτηταϲ τηϲ ἀρτηριαϲ καταλεαινει . προκριτεον δε το νεον του παλαιου και
τοιϲι κανθοιϲι : ϲικυην τῃ κορυφῃ προϲβαλλειν , ἐκκοπτειν ταϲ ἀρτηριαϲ , ξυρειν την κεφαλην , φοινιϲϲειν , φλεγμα ἀγειν

Back