κατεδεξαντο ἱππων τελειων δρομον , και ἀνηγορευθη Θηβαιος Παγωνδας κρατων ἁρματι . ὀγδοῃ δε ἀπο ταυτης ὀλυμπιαδι ἐδεξαντο παγκρατιαστην τε
και ἐλεγοντο κελλητες , ἠ μετα δυο και ἐλεγοντο νικωντες ἁρματι , ἠ μετα τεσσαρων και ἐνικων τεθριππῳ , ἠ
9999978 στακτης
χιας , βδελλιου ἀνα γοβ . λαδανου λιγ . μελαινης στακτης λιστ . κροκου γραμματα στ . Ἐγω δε φησιν
: και ἀναμαλαξας ἱκανως ἐπισταζε κατα βραχυ το ὑπολοιπον της στακτης κονιας , και λειου ἑως ἀναποθῃ πασα ἡ κονια
9999977 σπερματι
το ὁμοειδεις ἐχειν τας πρωτας φυσεις αὐτας τας δυναμεις τῳ σπερματι . Διφιλος : οἱ βολβοι δυσπεπτοι μεν εἰσι ,
μεν τον οὐρητικον ἐκχειται πορον ἐπι των ἀρρενων ἁμα τῳ σπερματι , χρεια δ ' αὐτου προς τε την ἀφροδισιων
9999974 ἀντεγκληματι
κατα μιαν των ἀντιθετικων ἐμπιπτει ἀντιθεσιν , λεγω δη τῳ ἀντεγκληματι : ὁτι ἀξιος ἠν ἀναιρεθηναι λυμαινομενος τῳ γενει ,
δε μεταστασει συγγνωμη , τῃ δε συγγνωμῃ ἁ και τῳ ἀντεγκληματι ἀντιστασις . ἐστι δε κἀκεινο το ζητημα ἀντιστατικον ,
9999974 θαυμασαντες
μεν ὀρθως γιγνωσκετε . Ὀρεστην δε και Πυλαδην τινος μαλιστα θαυμασαντες ἰσοθεους ἐποιησασθε , και ταυτα ἐπηλυδας ὑμιν ὀντας και
αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε οἱ Γαβιοι θαυμασαντες αὐτοκρατορα στρατηγον αὐτον ἀπεφηναν . ὁ δε ἀγγελον κρυφα
9999973 φυσηματι
ἰχνευμων ⋮ Λιβυσαν δε ἀρα ἀσπιδα και ἀποφαινειν τυφλους τῳ φυσηματι ἀκουω . Ἀτρεως ὀμματα : οἱον ἀτρεπτοι και σκληροι
, προ γαμων ἁς θεαι πεσειν χρεων Ἀρτεμιδι μελανος αἱματος φυσηματι . τοις ὀνομασιν μεν εὐ λεγεις , τα δ
9999973 ἀθροισαντες
Καισαρα ἀνῃρηκοτες , κινουσι πολεμον , πολυν περι την Μακεδονιαν ἀθροισαντες στρατον . Και συμμιξαντες ἐν Ἀμφιπολει της Μακεδονιας Ὀκταβιανῳ
, Καμαριναιοι δε Σικελους και τους ἀλλους συμμαχους πλην Γελῳων ἀθροισαντες , Γελῳοι δε Συρακοσιοις οὐκ ἐφασαν πολεμησειν : Συρακοσιοι
9999973 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999972 γινομενῃ
οὑ ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν τῃ ὑπο της ΔΓ γινομενῃ ἐπιφανειᾳ , ὑψος δε το αὐτο : και ὁλον
οὐκ ἐνεργειᾳ λεγω κατα περιοχην οὐδε τῃ κατ ' αὐξησιν γινομενῃ μεταβολῃ του γενους και των σωματων , ἀλλα τῃ
9999972 νηστιν
ἀνερχομενος ἐμε την ἀθλιαν ὀπισω καταδιωκει , και ποιει πλανασθαι νηστιν . . : ἈΛΛΩΣ : το γαρ φασμα του
δε χρη μαλιστα , ὁσον πληθος ἀν ᾐ κοχλιαριου , νηστιν ὀντα ἠ εἰς κοιτην . βλαπτει δε οὐδεν ,
9999972 κοιτης
: λοιπον ὁ ποιητης ταυτα : ἀνηλατο δε ἐκ της κοιτης και ἐστη . ἀσμενως . περιχαρης ὠν . συλλαβων
ἐκκλινων τας Διος ἀπειλας , ἐφυγεν εἰς την ἀκρωρειαν Βορεου κοιτης , και εἰς κροκοδειλον μεταμορφωθεις ἐλαθεν : ὁ δε
9999972 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999972 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999971 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999971 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999971 φορουντα
της ἀκροασεως . ἰδοντα δ ' ἐκεινον χλαμυδα και καυσιαν φορουντα και κρηπιδα , καταγελασαντα „ το παλαιον ” φαναι
σωτηρος ἑλησθε , ἠδη χρη γεραον , πολιον σφοδρα κρατα φορουντα οἰνον , ὑγραν χαιταν λευκῳ πεπυκασμενον ἀνθει πινειν ,
9999971 λαμπροτητος
' αὐταις , ἀρκεσθησεσθαι δε τῳ θ ' ἱππῳ της λαμπροτητος των σημειων ἑνεκεν και ἑνι αἰχμαλωτῳ , ὁς ἐτυχεν
τα ἑξης . Ἀλλ ' ὁπερ ἐλεγομεν , κατα μεν λαμπροτητος σχηματα οὑτως ἀκμη γινεται : κατα δ ' αὐ
9999971 παρασκευαζει
ὑπερ . πορσυνεται : εὐτρεπιζει , παρεχει , εὐτρεπιζεται , παρασκευαζει , ποιει , ἀπο του πορω το παρεχω ,
τι ὀξυωπες της διανοιας φαρμακον , ῥωμην αὑτη οὐκ ἀγεννη παρασκευαζει προς την θεαν των ὁλων : ἀθεατοι δε οἱ
9999971 κομιζειν
Μυκηνας . τεταρτον ἀθλον ἐπεταξεν αὐτῳ τον Ἐρυμανθιον καπρον ζωντα κομιζειν : τουτο δε το θηριον ἠδικει την Ψωφιδα ,
και της ἐρυγης συνεθηκε την λεξιν . ταυτα γαρ εἰωθασι κομιζειν εἰς τον πολεμον . ἐξ ὡν δυσωδης και ὁ
9999971 σκληρους
Σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον : προς τους ἀκαμπτους και σκληρους . Σκυτη βλεπει : ἐπι των ὑφορωμενων πεισεσθαι τι
και ἀλφους δε διαφορει συν ὀξει και χοιραδας και ὀγκους σκληρους διαφορει , τοις ἐπιτηδειοις προς ταυτα φαρμακοις μιγνυμενος .
9999971 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999971 Γαλατιαν
ἐχει δε ὑποτεταγμενα κλιματα ταυτα : Ἀσιαν : Ἰταλιαν , Γαλατιαν , Ἀπουλιαν , Φοινικην , Χαλδαιαν , Ὀρχηνιαν .
λεγοντι εἰρηται , πλουτου γεμων ἐς την ὁμορον τῃ Ἰταλιᾳ Γαλατιαν , την ἀμφι τον Ἠριδανον ποταμον , ἡκεν ,
9999971 φρονηματι
μη τῳ σχηματι , το σωμα κοσμων , ἀλλα τῳ φρονηματι . Νικα σιωπων τον νομον και μανθανε : προ
λαον ναυτικον ταις ναυσιν ἐποχουμενον , και πιστους και θαρρουντας φρονηματι τοξικῳ , ἠτοι ἐμπειρους της τοξικης . . συρδην
9999971 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999971 κορεσθηναι
: και βαρειας οὐσης της κεφαλης μου δια το μη κορεσθηναι με του ὑπνου πεπλανημαι την ὁδον . Θαυμαστον εἰπειν
ἐστι το ἐκ καματου της κυνηγιας εὑρειν τραπεζαν γεμουσαν και κορεσθηναι : τραπεζα πληρης : προτεθεισα δηλονοτι . [ και
9999971 σκευαζειν
. τιμωρεισθαι . και ἀντικαταλλασσεσθαι . ἀρτυειν γʹ : το σκευαζειν . το ἐπιβουλευειν . και το τελειουν . ἀσαι
ψυχρα δυσκρασια , τουτῳ μαλλον ἁρμοζει κεχρησθαι . δει δε σκευαζειν και αὐτο οὑτω : κροκου . . . .
9999971 ἐρυθριαν
αὐτος . „ ἐδωκε τον λιβανωτον ξυν ἐπαινῳ ὁ αὐτοκρατωρ ἐρυθριαν εἰπων , ἐπειδη μικρα ᾐτηθη . Ξυνελαμβανε δε τῳ
ὑστερον λαβοις ἀν ἡμαρτημενα . ὁς δ ' οὐτ ' ἐρυθριαν οἰδεν οὐτε δεδιεναι , τα πρωτα πασης της ἀναιδειας
9999971 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999971 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999971 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999971 ἐκτειναν
ἀπο του στρατου παρεπεμπον ἀνδρες , οἱ Μιθριδατου βραχυ διασχοντες ἐκτειναν τε τους ἀγοντας εὐνουχους , ἀει προς εὐνουχους ,
Πελληνευσι νομισαντες ἀνεστρεψαν , Πελληνεις δε ἐπιδιωξαντες οὐκ ὀλιγους Αἰτωλων ἐκτειναν . Κυννα Φιλιππου θυγατηρ τα πολεμικα ἠσκει και στρατοπεδων
9999970 βατραχους
γελοιον ἀν εἰη : μιμουνται μεν γαρ οἱ κωμῳδοποιοι τους βατραχους δια του “ βρεκεκεκεξ κοαξ κοαξ ” και τους
ἐν σμικρῳ τινι μοριῳ , ὡσπερ περι τελμα μυρμηκας ἠ βατραχους περι την θαλατταν οἰκουντας , και ἀλλους ἀλλοθι πολλους
9999970 κινδυνευσειν
τῳ μαγῳ Σμερδι . Ἀντιπεμπει προς ταυτα ἡ Φαιδυμη φαμενη κινδυνευσειν μεγαλως , ἠν ποιῃ ταυτα : εἰ γαρ δη
προηγορευεν : μη καταλαβων δε μη ἀποθανεισθαι μεν ἐδηλου , κινδυνευσειν δε τω ποδε δια την διωξιν : και το
9999970 ἁρμοσασθαι
λοιποι τεχνικοι προταττουσι την μεταθεσιν της αἰτιας : δει γαρ ἁρμοσασθαι προς ἀμφοτερους , και κατηγορουντας μεν ταττειν την ἀντιληψιν
ὁ Θηρων , οἱα πανουργος ἀνθρωπος και προς παντα καιρον ἁρμοσασθαι δεινος , ἡπτετο τροφης και ἐφιλοφρονειτο ταις προποσεσι τον
9999970 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999970 σπερματικως
πανηγυρικος ὁ λογος ἐστιν : εἰ και τουτ ' ἠδη σπερματικως ἡμιν ἀποδεδεικται , πρωτον μεν τοινυν ἀναγκαιον ἐστιν ἐν
πλειω , ἠ παντα ὁσα γενη του ὀντος ἐκει προϋπαρχειν σπερματικως , ἐπει και παντα τις ἐθελει ἁπλως ὡς ἐν
9999970 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999970 τραχυτης
βραδυτης ἁδροτης : και τα παρ ' Ἀθηναιοις ὀξυτονα : τραχυτης κουφοτης : το μεντοι ποτης και ἐσθης δισυλλαβα .
τα μηδε κωλα , κομματα δε , ἁ και ἡ τραχυτης ἐχει , πλεον γε μην γινεται το σφοδρον ἐν
9999970 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999970 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999970 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999970 γραμματικου
ὑποδραμοι : αὐταρ ἑκαστη ἰση μετρηθεισα δυω περιτελλεται ἀστρα οὐ γραμματικου τουτο νοησαι , ὁτι ἡλικη ἐστιν ἡ ἀπο της
προοιμιον , και θαυ - μαζω Σεκουνδου του συγγενομενου αὐτῳ γραμματικου , πως τα ἀλλα δεξιος ἐπι λεξιν ὠν και
9999970 τυγχανοντα
φανῃ τουτο ἀπροφασιστως ποιων , τουτον ὁρω παρα Κυρου τιμης τυγχανοντα : το τε προς τους πολεμιους ἀλκιμον εἰναι οὐ
δια του ω μεγαλου γραφονται , ὀξυτονα τε και βαρυτονα τυγχανοντα : λωρος : χωρος : Ὠρος ὀνομα κυριον :
9999970 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999970 ἀπροαιρετα
; οὐ . λεγε οὐν τινα ἐστιν ἀδιαφορα . τα ἀπροαιρετα . λεγε και τα ἑξης . ἀπροαιρετα οὐδεν προς
παραδοξον ἀξιουσιν οἱ φιλοσοφοι , εἰ λεγουσιν ὁπου μεν τα ἀπροαιρετα , ἐκει το θαρσος ἐστω σοι , ὁπου δε
9999970 βλαβερος
. βλαβη ] λυπη . ἀνιαρος ] λυπηρος . , βλαβερος . λυσανιας ] ἐλευθερωτης , λυων τας λυπας ,
τον τοιουτον ἐραστην , και δειξαι ὁτι και κακος και βλαβερος ἐστι , και ὁτι αἰσχρος , και λοιπον ὁτι
9999970 ἀπαλλαγησεσθαι
ποαν τῃ ὑδρᾳ παραπλησιον : ἐκεινης γαρ καταπλασαμενον των ἑλκων ἀπαλλαγησεσθαι . Εὑρε δε τον ποταμον και την πυθοχρηστον ποαν
αὐτην τοισι Ἀχαιοισι , μελλοντα γε δη των παρεοντων κακων ἀπαλλαγησεσθαι . Οὐ μεν οὐδε ἡ βασιληιη ἐς Ἀλεξανδρον περιηϊε
9999970 συμποτης
, ὡς μη ἐλεγχθειης ἀπο του χρωματος οὑτως ἀτιμος ὠν συμποτης . και εἰθε γε κἀν ἐκεινου εἰς κορον ἠν
μεν ὁ της ἑστιασεως πρωτοστατης , ὁ δε παρακατακειμενος τινι συμποτης συγκλιτης παρακλιτης : συγκλινον δε Μενανδρος λεγει . ὁμοτραπεζος
9999970 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999970 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999970 φασαν
ὁμου πελαγος τε θαλασσης τηλ ' ἀναπεπταμενον : δη γαρ φασαν ἐξ Ἀιδαο σωεσθαι . Τιφυς δε παροιτατος ἠρχετο μυθων
ἐσκαφησαν και ἡ βουλη συνῃνεσαν . και Ὁμηρος „ ὡς φασαν ἡ πληθυς „ : συστηματικα γαρ ὀντα ταυτα προς
9999970 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999970 συμπλακεντα
, οὐδε μην ἀδικημα νενομισται το μη γραψαι νικην , συμπλακεντα δε ἀμφω και ἑνωθεντα ἀδικηματος λαμβανει συστασιν : το
φρονησει . διεζευγμενα μεν οὐν ἀσθενει προς τας ἐπιχειρησεις , συμπλακεντα δε μεγα τι και σφοδρον ἀποτελει προς ἀρετην ἠ
9999970 εὐστομαχον
, οὐδεν ἀτοπον : ἐχει γαρ τι και εὐκοιλιον και εὐστομαχον και διουρητικον . λαμβανειν δε δει τουτου δια θερμου
οὑτως τε ἐκθλιβειν και ἀποτιθεσθαι . ἱκανως ἐστι στυπτικον και εὐστομαχον ῥευματιζομενῳ τε στομαχῳ και κοιλιᾳ χρησιμον προς τε τας
9999970 ὑποτακτικου
Γ . ὀφρα ταχιστα ‖ ἐντυνεαι . † ) ἀντι ὑποτακτικου του ἐντυνηαι , ὡς και ἐπι του ” ἐπει
Το ἐαν τυπτωμαι χρονου μεν ἐστιν ἐνεστωτος και παρατατικου παθητικου ὑποτακτικου , κανονιζεται δε ἀπο του ὑποτακτικου ἐνεργητικου ἐνεστωτος :
9999970 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999970 ἀννησου
κυμινον αἰθιοπικον , ὁσον τοισι τρισι δακτυλοισι , και του ἀννησου , και του σεσελιος πεντε ἠ ἑξ , γλυκυσιδης
ἁπας ἐστιν οὑτος : ἐλαιας φυλλα και σελινου ῥιζας και ἀννησου διπλασιον το βαρος ἐχον , τας εἰρημενας ῥιζας πασας
9999970 ἐφροντισαν
πλειστοι , τον στρατηγον ἐγκαταλιποντες , της ἰδιας ἀσφαλειας μονον ἐφροντισαν . Ἀντιγονος δε παραδοξως κυριευσας του τ ' Εὐμενους
ἀποβαινον ] [ ] [ ! ! ! ! ! ἐφροντισαν ] [ ! ! ! ! ! ! ]
9999969 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999969 ἐκινδυνευον
και ἀλλης πεντε . και περι της πολεως αὐτης πολλακις ἐκινδυνευον , και λιμοι τε και λοιμοι συνεχεις και στασεις
μεν οὑ ἐκεινοι ἐταττον ἐμενον ὡσπερ και ἀλλος τις και ἐκινδυνευον ἀποθανειν , του δε θεου ταττοντος , ὡς ἐγω
9999969 σκεπασας
αὐτης Δαρδανου ὁς ποτε ἐπι του κατακλυσμου ἐν ἐρραμμενῳ δερματι σκεπασας το σωμα αὐτου καθαπερ το περι τον Ἰστρον τετραπουν
και λουε ἀνευ του ψαυσαι λιπος της κεφαλης , εἰτα σκεπασας αὐτην συμμετρῳ πιλῳ τρεφε ῥοφηματι μονῳ αὐστηρων ὀπωρων ἐχοντι
9999969 συμπλεκομενα
ὁμονοητικην κοινωνιαν συμπλεκοντα και προς αὐτην ἐν μετροις τοις προσηκουσι συμπλεκομενα . Τοιαυτα δη οὐν νοεισθω των πρωτων θειων γενων
αὐτῳ τινα τε και ὁποσα και πως ἐχει προς ἀλληλα συμπλεκομενα τε και διαιρουμενα δεδηλωται . ἐκ δε τουτων φανερον
9999969 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999969 ἀπαιδευσιαν
παλιν ἐμπειριαν ἠμελημενην ; δοκεις δε μοι μαχης ἡμιν ὀνειδιζειν ἀπαιδευσιαν ὑπολαμβανων οὑτως ἀπειροκαλως ἡμας και μειρακιωδως ὁπλοις ἐπιχειρειν .
γυναικος . μεγαλην παιδειαν νομιζε δι ' ἡς δυνησῃ φερειν ἀπαιδευσιαν . μητε την γλωτταν σου χραινετω τις ἀνιαρος και
9999968 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999968 τεταγμενα
πασιν Ἑβραιοις ὁμου , ἐπειτα βασιλει τα ὑπ ' ἐμου τεταγμενα , ὁπως συ λαον τον ἐμον ἐξαγοις χθονος .
τοινυν τοις ἀλλοις ἐγωγ ' ὁρω πασιν ἀνθρωποις διωρισμενα και τεταγμενα πως τα τοιαυτα . ἀδικει τις ἑκων : ὀργην
9999968 μαλαξας
λαβῃ , καθελων ἀπο του πυρος και βαλων εἰς θυιαν μαλαξας χρω . το δ ' ἀποσυρεν δερμα οὐ χρη
πυρος , ἐπιπασσε μανναν : και ἑνωσας , ψυξας και μαλαξας χρω . Εὑρισκεται γαρ ἐν τῃ ἐμπλαστρῳ πυον παχυτατον
9999968 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999968 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999968 ἀγελης
ἐν ἀνθρωποις οὐκ ἀναξιον τιμης . ἐνιοτε γε μην ἀλλης ἀγελης ἐπιφανεισης ἀγωνιζεται προς τον ἐκεινης ἡγεμονα νικης ἑνεκα ,
τουτο δε θηριου φανεντος οὐ φευγων , ἀλλα πασης της ἀγελης προμαχομενος και τοις ἀσθενεσι βοηθων , προθυμουμενος σῳζειν το
9999968 ἁρμοστην
αὐτοι ἐλευθεροι εἰεν . οἱ οὐν Λακεδαιμονιοι πεμπουσιν αὐτοις Θιβρωνα ἁρμοστην , δοντες στρατιωτας των μεν νεοδαμωδων εἰς χιλιους ,
, και τον πατερα και ποιητην εἰδοτας , τον οὐρανου ἁρμοστην , τον ἡλιου και σεληνης ἀγωγεα , τον κορυφαιον
9999968 δεκατης
νησῳ χρυσεων και ἀργυρεων μεταλλων , οὑτω ὡστε ἀπο της δεκατης των γινομενων αὐτοθεν χρηματων θησαυρος ἐν Δελφοισι ἀνακειται ὁμοια
Κορκυραιων πολλαπλασια και οἰκοδομησασθαι την στοαν ἀπο των λαφυρων της δεκατης . ἐστι δε ἡ κατασκευη της στοας Δωριος και
9999968 ὑπεναντιως
μεγιστα , ἀλλ ' ἐξοριζειν μονον μετα των τεκνων , ὑπεναντιως τοις Δερβιξι : και γαρ ἐπι μικροις οὑτοι σφαττουσι
και ὡσαυτως περιπολουντων , των δ ' ἀνομοιως τε και ὑπεναντιως διτταις περιοδοις χρωμενων , χορειας τε παντων ἐμμελεις νομοις
9999968 προσκεφαλαια
παλαι ἀφιγμενην ἐπι την ἐμην εὐνην . κεκομιστο δε αὐτῃ προσκεφαλαια μαλακα και στρωματα εἰσω κατεθεντο και χαμευνιον ἡμιν εὐτρεπες
φυλλαδες , πτεριδες , ποαι , τυλεια , κνεφαλα , προσκεφαλαια ὡς Δημοσθενης και πολλοι . και ποτικρανον δ '
9999968 ἀθροισθεντων
καθαπερ εἰς ἀτυχη παραπηδων ἀγελην ἐθοινατο ταις ἐπιθυμιαις την των ἀθροισθεντων ὡραν , παντων μεν ὁρωντων , μαλιστα δε ὡν
ἀπηντησε τοις Ἡρακλειδαις . κατα δε τον Ἰσθμον των στρατοπεδων ἀθροισθεντων , Ὑλλος μεν ὁ Ἡρακλεους εἰς μονομαχιαν προεκαλεσατο των
9999968 ἐμειναν
αἰσχυνομενος ἀπηλθεν , ἀλλ ' ἐμπορευσαμενοι μαλα ἱκανως οἱ μεν ἐμειναν , οἱ δε ἀπηλθον , οἱ μεν ἐξ αὐτων
εἰς το ὀρος διετριβον ἐκει τας ἡμερας , ὡς δε ἐμειναν , οἱ πολιται δεδιοτες περι των γυναικων και θυγατερων
9999968 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999968 βελτιστους
εἰναι οἱοισπερ προτερον † , ὑστερον δε δυνασθεισιν ἀπολλυναι τους βελτιστους , αὐτους δε μονους λειφθεντας δι ' αὐτο τουτο
οἱ δε λογοι τῳ χρονῳ συμπροβαινουσι , και τους γε βελτιστους αὐτων οὐδεν οὑτως ὡς χρονος δεικνυσιν , ὡσπερ τον
9999968 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999968 νεανικον
' ἀφ ' ἑκαστου πραγματος συμβησεται διαλελογισθαι δρᾳ τι και νεανικον και θερμον . Ἀπολλον , ὡς δυσαρεστον ἐστ '
τελευτων δη οἰμαι φαιμεν ἀν εἰς ἑν τι τελεον και νεανικον ἀποβαινειν αὐτο ἠ ἀγαθον ἠ και τοὐναντιον . Τι
9999968 μνησθηναι
χρη δε και των λοιπων ἰσως καθ ' ὁσον ἐγχωρει μνησθηναι , ἐπισκοπουντας τα θ ' ὑπερ των ἀλλων καταπραχθεντα
οὐκ ἀφισταμην . ἐνι δε μοι σου και σιγης ἑτερας μνησθηναι της μετα τον λογον : οὑ μισθον ἐσχηκως ἀργυρον
9999968 ἀκηκοεναι
συσταντων , ἱκανως οἰομαι ὑμας , ὠ ἀνδρες δικασται , ἀκηκοεναι . Μετα ταυτην τοινυν την ἀποκρισιν ἑτεραν διαθηκην ἐκομισαν
ἐκμαρτυρια ἐστιν ὁταν μη εἰδως αὐτος μαρτυρῃ , ἀλλα φασκῃ ἀκηκοεναι . Ἀλλως . ἡ του μη παροντος μαρτυρια καλειται
9999968 ἐξαιρετον
ἀναξ , Ἀτρεως φιλος παις , τησδ ' ἐρωτ ' ἐξαιρετον μαιναδος ὑπεστη : και πενης μεν εἰμ ' ἐγω
φωσι το ὑγιαζειν κοινον ἰατρου τε και οὐκ ἰατρου καθεστηκος ἐξαιρετον γινεσθαι του τεχνιτου , ἐπειδαν ἰατρικως ἀποτελεσθῃ , τοτε
9999968 οἰκοδεσποτειαν
δε ὁ της Ἀφροδιτης και ὁ του Ἀρεως ἁμα την οἰκοδεσποτειαν λαβωσι της πραξεως , ποιουσι βαφεας , μυρεψους ,
συγκρασεως . ὁ μεν οὐν του Κρονου ἀστηρ μονος την οἰκοδεσποτειαν της ψυχης λαβων και αὐθεντησας του τε Ἑρμου και
9999968 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999968 λογισμων
, ἡτις ἠν λιθινῃ πλακι κατησφαλισμενη , ἱσταμεθα των πολλων λογισμων τας ψυχας περιαραντες . ᾐδειμεν γαρ μηδεν του λοιπου
βαρυν τονον ἐχουσῃ . παγκαλως οὐν τῳ πληθει των ἀδικων λογισμων ἀντεθηκεν ἑνα τον δικαιον , ἀριθμῳ μεν ἐλαττονα δυναμει
9999968 κατασκευαζει
: των γαρ ἡμιφωνων ἀναπληροι το ἐνδεον , ὁλοκληρους δε κατασκευαζει τους φθογγους , των δε ἀφωνων τρεπει τε και
φιλοσοφιαν συλλογισμου : ὡσπερ γαρ ἐκεινος δια των ἀληθων ἀποδειξεων κατασκευαζει το ζητουμενον , οὑτω και οὑτος δια των πιθανων
9999968 ἐπιφανεστατοι
του Πιθωνος φιλοι και μετεσχηκοτες της ἐπιβουλης , ὡν ἠσαν ἐπιφανεστατοι Μελεαγρος και Μενοιτας , ἠθροισαν τους πλανωμενους των Εὐμενους
και Παρθυαιων σατραπης και ἀλλοι των ἀμφι Δαρειον Περσων οἱ ἐπιφανεστατοι ἀφικομενοι παρεδοσαν σφας αὐτους . ὑπομεινας δε ἐν τῳ
9999968 ἐπολεμουν
παραλιπειν . Ἀκραγαντινων στρατηγος ἠν ὀνομα Φοινιξ : Συρακοσιοις δε ἐπολεμουν οὑτοι . οὐκουν ὁδε ὁ Φοινιξ διαλυει τον ταφον
χρησιμα τους βαρβαρους αἰτων διωδευεν : οἱ γαρ ἀνδρες οὐκ ἐπολεμουν οὐδ ' ἠξιουν τι πασχειν , ἐστε Λουκουλλον και
9999968 τυγχανον
πως ἀν εἰη ἐπιστημη ; οὐτε ἀμαθιατο γαρ του ὀντος τυγχανον πως ἀν εἰη ἀμαθια ; ἐστι δε δηπου τοιουτον
κουφον καθεστως ἀνωφορον ἐστι , και το ὑδωρ φυσει βαρυ τυγχανον κατω βριθει , και οὐτε το πυρ κατω φερεται
9999968 ἀγανακτων
λαβοντα ἀποχωρειν . και μηδεις νομισῃ ὡς ἐγω ὑπερ ἐμαυτου ἀγανακτων ταυτα εἰρηκα μαλλον ἠ ὑπερ ὑμων δεδιως μηποτε ἀρα
ἐπι τῃ τυραννιδι αἰτιαν σχων και φυγῃ ἀιδιῳ ἐλασθεις , ἀγανακτων τ ' ἐπι τῃ συμφορᾳ και τιμωριαν παρα των
9999968 σιμοτης
τῳ ὁρισμῳ αὐτων ἡ ὑποκειμενη αὐτοις οὐσια : οἱον ἡ σιμοτης και το περιττον οὐ προς τι , παθη μεντοι
ἐν τῳ λογῳ του συμβεβηκοτος το ὑποκειμενον περιεχεσθαι , ὡς σιμοτης ἐν ῥινι , το περιττον ἐν τῳ ἀριθμῳ και
9999968 καταλειφθῃ
λι . δ ∠ ʹ ἑψονται , ἑωϲ οὑ μετριον καταλειφθῃ του χυλου , και ἐπιβαλλεται βουτυρου # Ϛ ,
γραφεται και ἀζαι : ἐν τοις ἀγγειοις γαρ ἐπειδαν τι καταλειφθῃ ξηρανθεν , ἀζα λεγεται . γραφεται και αὐται ,
9999968 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999968 Χαλκιδικον
ὡμολογηκει , ὁτε την ξυμμαχιαν ἐποιειτο , τον ἐπι Θρᾳκης Χαλκιδικον πολεμον καταλυσειν . ἀμφοτερων οὐν ἑνεκα την ἐφοδον ἐποιειτο
αἱ οἰκουνται ξυμμεικτοις ἐθνεσι βαρβαρων διγλωσσων , και τι και Χαλκιδικον ἐνι βραχυ , το δε πλειστον Πελασγικον , των
9999968 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999968 ἀναιδεια
ποιουντες : ἐαν δ ' ἐκ των νεων αὐθαδεια και ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους
τῃ ληγουσῃ της γενικης του ἀρσενικου δια το εὐσεβεια και ἀναιδεια και εὐγενεια : ταυτα γαρ συνεσταλμενον ἐχουσι το α
9999968 φοβεισθαι
φοβερα . Δειξας ὁτι μη ὁ περι παντα ἁ δει φοβεισθαι ἀφοβος ἀνδρειος , δεικνυσι το αὐτο ἐκ του ἐναντιου
και ὁτε δει . ἐστι δε τα φοβερα και μαλλον φοβεισθαι και ἡττον : και γαρ των μη ἀνδρειων μηδε
9999968 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999968 ἐργατης
και εἰπεν “ αἱ εὐχαι μου ἐπληρωθησαν . ” Ἀργος ἐργατης δρεπανον ἀλλασσει . Βαλανειον ἐχω και οὐ λουει :
μονον ἐν ταις φυτουργιαις των ἀρετων ἐξεταζεται , ἀλλα και ἐργατης ἐστιν αὐτων και φυλαξ , τουτο δ ' ἐστι
9999968 κτησεως
. : δια το προνοειν του τε σωματος και της κτησεως ἐθελοι ἀν και την πολιν εὐτυχειν ὁ τοιουτος .
λυπηθησεται κατα πολυ και δεινοις περιπλακησεται και ἀπολεσει τινα της κτησεως αὐτου και ζημιωθησεται μεγαλας ζημιας δι ' ἁς και

Back