οὐν εὐλαβειας , ᾡ και σμικρον προμηθειας ἐνι , μηδεν ἁμαρτημα περι ξενους ἁμαρτοντα ἐν τῳ βιῳ προς το τελος
διαιτωνταϲ ἀποβλεπων ταυτα παντα γραφει . ἀρχην γαρ οὐ πανυ ἁμαρτημα ἡ διατριτοϲ , και ἐχρωντο προϲ γε τουϲ δεομενουϲ
9999959 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999957 Αἰθιοπων
. το ἐθνικον Μερμησσιος και Μερμησσευς . Μεροη , πολις Αἰθιοπων . Ἡροδοτος δευτερᾳ . ἀπο Μεροης . ἐστι και
και Φοινικων θεοτευκτων . Τῳ δ ' ὑπο Θρηικιων και Αἰθιοπων κλιμα κειται . Τῳ δ ' ὑποκειθ ' Ἑλλας
9999956 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999954 καλαμινθηϲ
θηρια την αὐγην . ὑποϲτρωννυϲθαι δε ϲτιβαδαϲ ἀπο ἀϲφοδελων και καλαμινθηϲ , ἀγνου , γληχωνοϲ , πολιου , κονυζηϲ ,
και τα δραϲτικωτερα , οἱον το ἀφεψημα του ϲεριφου ἠ καλαμινθηϲ ἠ πτερεωϲ ἠ του καρδαμωμου το ϲπερμα ἠ ῥοιαϲ
9999954 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999953 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999953 ἁρμοδιως
το ἐπισταται . φησι δε , ὁτι προς πασαν ἡλικιαν ἁρμοδιως προσοικειοι ἑαυτον . ἠ οὑτως : ἐπισταται ὁ νικηφορος
οὐς ἠ ποδα : λεγεται δε παλιν φυσει και το ἁρμοδιως κειμενον , οἱον ὁταν λεγωμεν φερε εἰπειν ἱππον παρα
9999952 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999952 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999952 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999950 συλλογιστικη
καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη προτασις ἁπλως πασα ἡ κοινη καταφασις ἠ ἀποφασις τινος
λαμβανοιτο τα ἐναντια ἀλληλοις ἠ τα ἀντικειμενα : οὐδε γαρ συλλογιστικη ἡ των τοιουτων ἐκλογη , ὡς αὐτικα δη μαλα
9999950 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999950 ἰδιωτικως
λεγομενους κολλικας . φασι δε κολλαβους και τα της μουσικης ἰδιωτικως λεγομενα καβαλια . Θ . ἐπαινω : Οὐ βουλομαι
διακεκοσμηκως . ὁ γαρ ἰδων ταυτα μη φαυλως μηδ ' ἰδιωτικως , οὐδεις οὑτως ἀθεος ἀνθρωπων ποτε πεφυκεν , ὁς
9999949 ῥητορικως
δοκει γε σοι ὡς ἐγω λεγω . Ὠ μακαριε , ῥητορικως γαρ με ἐπιχειρεις ἐλεγχειν , ὡσπερ οἱ ἐν τοις
ἰατρος ἰατρικος . και τα ἐπιρρηματα γραμματικως , πολιτικως , ῥητορικως , σοφιστικως , ποιητικως , μουσικως , ἀστρονομικως ,
9999949 Ὀλυμπιονικην
των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και αὐτη παιδα Ὀλυμπιων ἀγωνιστην
, ἠγουν την συνηθειαν , τιμα και τον ἀνδρα τον Ὀλυμπιονικην , τον εὑροντα ἀρετην , ἀντι του εὐφημιαν ἑνεκα
9999949 μιγνυμενη
δε ἡττον ἰαται τα παρισθμια και ἀντιαδας και γαργαρεωνα φλεγμαινοντα μιγνυμενη τῳ χυλῳ του ὀμφακος και καρυων λεμματων και κρανων
λυομενη . Τελλιναι ταριχηραι καυθειϲαι καυϲτικην ἐργαζονται τεφραν , ἡτιϲ μιγνυμενη κεδριᾳ των τριχων των βλεφαριτιδων ἐκ ῥιζηϲ ἐκτιλθειϲων ἐνϲταζομενη
9999949 ἀπηνες
αὐτῳ , οἱα και Παρθενοπαιῳ καλουμενῳ , ἀλλα ὠμον και ἀπηνες και χαλεπον , ἐτι δε και γοργον ὀμμα ἐχων
, ἐριῳ δε μαλακῳ λεπτῳ σκεπειν : ἐπει γαρ ἐστιν ἀπηνες το ξυλον , το ἐριον περιτιθεμενον αὐτῳ ὡς μαλαγμα
9999949 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999949 παρεθεμεθα
ἐν τῃ ἀγραφῳ , ὡστε δια πολλας αἰτιας , ἁς παρεθεμεθα , μονη παρα τας ἀλλας ταυτην ἐκληρωσατο την προσηγοριαν
συκοφαντα : και ταυτα μεν ἀπο της των ἀρχαιων παρασκευης παρεθεμεθα : δεικτεον δε και ἐν πλασματι του νομοθετου την
9999949 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999949 ἀκανθαν
μεγισται : αὑται τεινουσι δια της κοιλιας παρα την νωτιαιαν ἀκανθαν , ἡ μεν ἐπι δεξια , ἡ δ '
πυρ ἐκλαμπειν . δελφις δε ὀστα μεν ἐχει και οὐκ ἀκανθαν , τα δε σελαχη και χονδρον και ἀκανθαν .
9999949 ἀπεστερησε
Νειλῳ και τοις μετα τουτους μεγαλοις . ταυθ ' ἡμας ἀπεστερησε μεν των παρα σου περι του λογου γραμματων ,
προοπτησαντα χλιαινειν παλιν , ἠ μη προοπτησαντα συντελειν ταχυ , ἀπεστερησε της τεχνης την ἡδονην . εἰς τους σοφιστας τον
9999949 ἐμαρτυρησεν
αὐτου . οὐδ ' ἀν εἱς ἐτι δηπου τουτ ' ἐμαρτυρησεν , εἰ μη τις και παρην διατιθεμενῳ τῳ πατρι
ὀν το μαντευεσθαι , ὁπερ και των ποιητων ἠδη τις ἐμαρτυρησεν , ἀλλα κἀν ἀποκρινηται το ἐρωτηθεν , εἰκαζει τα
9999949 φιλημα
του φιληματος ὡσπερ σωματος και ἐφυλαττον ἀκριβως ὡς θησαυρον το φιλημα τηρων ἡδονης , ὁ πρωτον ἐστι γλυκυ . και
το γηρας προς το μη διωκειν ἐμε μετα το ἑν φιλημα . Δυσθηρατος δ ' εἰμι και ἱερακι και ἀετῳ
9999948 μονογενη
χελιδων , χελιδονος , χελιδονιον . Τα δια του ενιον μονογενη οὐδετερα δια του ι γραφει την παραληγουσαν , και
[ τα ] εἰς ? ην ληγοντα [ ] , μονογενη ? ? [ ὀντα , ἐν τῃ γενικῃ ]
9999948 γραμματικη
οὐκουν ἐπει οὐδεν ἐστιν εἰδησις παρα τον εἰδοτα , οὐδε γραμματικη τι παρα τον εἰδοτα γραμματικον , ὡς οὐδε περιπατησις
, συμβαινειν ἀπο ἐμπειριας την γνωσιν , ὡς και ἡ γραμματικη γνωσις ἐστι τινων , ὡν αὐτος παρατιθησιν . Ἀλλοι
9999948 ἀτιμαζει
μαλιστα δε κομωσα ἱππος ἁβροτατον τε ἐστι και θρυπτικωτατον . ἀτιμαζει γουν ἀναβηναι τους ὀνους αὐτην , ἱππῳ δε γαμουμενη
ψυχην , ὡς ἐμε χωλον ἐοντα Διος θυγατηρ Ἀφροδιτη αἰεν ἀτιμαζει , φιλεει δ ' ἀϊδηλον Ἀρηα . . .
9999948 ἐλαττονι
μεσος τῳ ἐσχατῳ ὑπαρχῃ , ἀναγκη και τον μειζονα τῳ ἐλαττονι ὑπαρχειν . ἀλλ ' ὁσον ἐπι τουτῳ και της
την μεν μειζονα τῃ μειζονι , την δε ἐλαττονα τῃ ἐλαττονι : ἡ μεν ἀρα του ΑΔ κυκλου μειζων περιφερεια
9999948 βουλευτικη
. περι ταυτα δε ἡ ἐπιστημη , ἡ δε φρονησις βουλευτικη και οὐκ ἐστιν ἐπιστημη . ἐπει δε συμπεραινομενος και
. πας γαρ ὁ προαιρουμενος βουλευομενος προαιρειται . διο και βουλευτικη ὀρεξις ἡ προαιρεσις καθ ' αὑτην ἀποδιδοται . πως
9999948 μηχανημα
οὐν ἀλλοις πλασμα τε ὁ λογος ἐδοκει και παρακρουσις και μηχανημα και δειν ἀπιστειν , ὁ δε ἐκ κιβωτιου τινος
και το της σαμβυκης : Ῥωμαικον δ ' ἐστι το μηχανημα . ὁτι ἡ μαγαδις παρα μεν Ἀνακρεοντι κιθαρα ἐστι
9999948 συγγραμμα
το ἐντελως μαθειν ἡμας τας πεντε φωνας τελος λαβειν το συγγραμμα , ἀλλ ' ἐπειδη προς εἰσαγομενους ἐποιειτο τον λογον
γεγραφασιν . . ἐνιοι μεν οὐν Πυθαγοραν μηδε ἑν καταλιπειν συγγραμμα φασι το δε φερομενον ὡς Πυθαγορου Λυσιδος ἐστι του
9999948 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999947 σκολοπας
δε ἐπιτεθεντες βελοτρωτοις ἐξαγουσι τας ἀκιδας των βελων , και σκολοπας και ἀκανθας και ὁσα τοιαυτα ἀποβαλλει . συν κηρῳ
μηδεμια φειδω τοις ἐθελουσι τεμνειν εἰς χαρακωματα και σταυρους και σκολοπας ταφροις και , ὁποτε δεοι , κλιμακων και πυργων
9999947 ἐδωκεν
ἐναντιους . οἱ μεν ἐκομισαν , ὁ δε λαβων συνθημα ἐδωκεν Ἑρμην Φιλιον , ὡς τουτο προς τους ἐνδιδοντας αὐτῳ
χρυσιον εἰχε δουναι , ὁπως πεισῃ την Γαλατειαν . χρυσον ἐδωκεν : ἀντι του εἰχε δουναι τῃ Γαλατειᾳ εἰς το
9999947 τελευτᾳ
. ὠνομασθη δε ἀπο Βαργυλου , ὁς πληγεις ὑπο Πηγασου τελευτᾳ , Βελλεροφοντης δ ' ἀνιαθεις ἐπι τῳ ἑταιρῳ πολιν
μετα μικρον και αὐτη κατεργασθεισα τῃ λυπῃ και μικρον νοσησασα τελευτᾳ τον βιον και θαπτεται αὐτου . Λαζαρος δε ὁ
9999947 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999947 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999947 ἐγχειρημα
, οὑτως , ἐκεινως , τουτο γινωσκων ὁτι ἑν καινον ἐγχειρημα , κἀν τολμηρον ᾐ , πολλων παλαιων ἐστι χρησιμωτερον
ἐμαυτου , ὁτι με προς την διανοιαν ταυτην και το ἐγχειρημα χρησιμον σαυτῳ νενομικας . μεχρι νυν μεν γαρ ,
9999947 ἁμαρτια
: παρα το μαρπτω ἁμαρπτια , και ἐλλειψει του π ἁμαρτια : ἐνθεν και δηλουσης . . . . ἀμαρυγμα
το ἀσωματον ἐναντια εἰσιν . ἀλλα μην οὐδε αὑτη ἐστιν ἁμαρτια μονη , ἀλλα και ἑτερα : φησι γαρ ὁτι
9999947 νεανικως
ἀνθρωπον . Τι οὐν προς τα ἀληθη και τα ὁμολογουμενα νεανικως ἀντιμαχεσθε , οἱ τα ἀφανη και τα ἀτοπα μαλα
κατα του ὑγιεινου : προσπιπτουσαι γαρ αἱ ἀγκυλαι τῳ χρωτι νεανικως τεινουσι τα πασχοντα , αἱ δ ' ἀρχαι ἀφισταμεναι
9999946 τριακοστῳ
. . . : Παροιχωκεν . οὑτως και Δωροθεος ἐν τριακοστῳ πρωτῳ της Ἀττικης λεξεως ἀξιοι γραφειν , την μεν
Ἀρκασι λαμπρως το ἐς τους Λακεδαιμονιους ἐχθος ἐξηπτοοὑτως ἀπεστησαν ἐτει τριακοστῳ μεν και ἐνατῳ μετα Ἰθωμης ἁλωσιν , τεταρτῳ δε
9999946 ἐπεθυμησε
κερδος ἐλευθερῳ και πρεπον . Ἐν τοιαυτῃ δε προαιρεσει ζωντος ἐπεθυμησε δυστυχως της Αἰγυπτιων ἀρχης Παρνασιος και μετεσχεν Ἀριστοφανης της
νεμων ὡς ἐθεασατο την θαλασσαν γαληνην τε και πραειαν , ἐπεθυμησε πλειν . διοπερ πωλησας αὐτου τα προβατα , φοινικας
9999946 ναρδοσταχυος
και προλειωσας ἐν θυιᾳ ἱκανως μετ ' οἰνου ὀλιγου , ναρδοσταχυος γραμματα β . φυλλου ἠ κασιας γραμμα α .
στʹ . κασσιας , κινναμωμου ἀνα γο . στʹ . ναρδοσταχυος , σμυρνης ἀνα γο . δʹ . κροκου ἑξαγια
9999946 συμβουλευτικῳ
μαρτυς Δημοσθενης , ἐν οἱς μεν ἐγυμνασατο , πανυ εὐδοκιμωντῳ συμβουλευτικῳ φημι και δικανικῳ , ἐν δε τῳ πανηγυρικῳ του
ὁ Δημοσθενης ἡμιν κατα τον πολιτικον λογον ἐν τε τῳ συμβουλευτικῳ και δικανικῳ και ὁ Πλατων ἐν τῳ πεζῳ πανηγυρικῳ
9999946 σπουδαζει
►τα κατα πασαν θεωρουμενα τεχνην γνωσις του πραγματος περι ὁ σπουδαζει ἐπισκεψις αἰτιων δι ' ἁς προσφερει ἑκαστοις ἁ προσφερει
ἰουσης της νοσου . ἡ γαρ φυσις ἐκ των ἀντικειμενων σπουδαζει ἐπι το συμμετρον ἀγειν του λεπτου και παχεος .
9999946 ἀφαιρεθεισης
μη χρωμενων , ἀπηλλοτριωται δ ' αὐτων , της χρειας ἀφαιρεθεισης δια το εἰς ἐνια ἀπρεπες . Δεδειγμενου δ '
ἀλλα τινα φυσιν ἐν μεθοριῳ , καθαπερ ἀπο ἀμπελου κληματιδος ἀφαιρεθεισης εἰς ἑτερας ἀμπελου γεννησιν . Διο φησιν : ἑνεκα
9999945 λογιστικη
λογον ἐχειν δυ ' αὐτας εἰναι . Τι δε ; λογιστικη και μετρητικη ἡ κατα τεκτονικην και κατ ' ἐμπορικην
: ὀρεκτικον δε οὐκ ἀνευ φαντασιας : αὑτη δε ἠ λογιστικη ἠ αἰσθητικη , ὡς κἀν τοις περι φαντασιας ἐλεγετο
9999945 σκοροδου
τουτεστιν ἀνθρωπειᾳ κεφαλῃ ἐοικεναι . Τουτον δε φασι τριβομενον μετα σκοροδου και πινομενον ἀλεξιφαρμακον των ὑπο σκορπιου δηγματων γινεσθαι .
και ὀπωρας ξηρας παντοιας ἀπεχεσθαι οἱον πηγανου , θρυμβης , σκοροδου , πρασων , καρδαμου , ῥεφανου και σινηπεως .
9999945 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999945 λῃστηρια
ἀλλ ' ἐκεινοι μεν ὁρμητηριοις ἐχρησαντο τοις τοποις προς τα λῃστηρια , αὐτοι πειρατευοντες ἠ τοις πειραταις λαφυροπωλια και ναυσταθμα
προτερον Κλεοπατρα . εὐφυους γαρ ὀντος του τοπου προς τα λῃστηρια και κατα γην και κατα θαλατταν , ἐδοκει προς
9999945 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999945 μακαριοτητα
το βεβαιον ἐχουσιν , οὐκ ἀποβαλειται ὁ εὐδαιμων την προσουσαν μακαριοτητα δια τυχης μετακλισιν . ἀει γαρ ἠ μαλιστα παντων
. Ὡν ἡ σοφια παρασκευαζεται εἰς την του ὁλου βιου μακαριοτητα πολυ μεγιστον ἐστιν ἡ της φιλιας κτησις . Ἡ
9999944 διεφθειρετο
ἐγεινετο εἰς τα σωματα προσθεσις , κἀν ? ? ? διεφθειρετο ῥαιδιως ? ? ? τα σωματα . * ὁθεν
ἠ γαρ ἐξημβλουτο τα ἐμβρυα , ἠ κατα τους τοκους διεφθειρετο ἐστιν ἁ και τας φερουσας συνδιαλυμηνα - μενα .
9999944 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999944 αἰσθησεσι
μεν παντελως ἀμοιρα , μονοις δε μετεστι θεοις : ὡς αἰσθησεσι γε και ὁρμαις πολλων ἠδη ζῳων της ἀκριβειας και
ἐφη : της ἀνθρωπινης συγγενη φυσεως φυσιν ἀλλαις ἰδεαις και αἰσθησεσι κεραννυντες ὡσθ ' ἑτερον ζῳον εἰναι φυτευουσι τα ἡμερα
9999944 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999944 οὐρητικα
λεπτυντικη και εὐκοιλιοϲ μηδε γλιϲχρον ἠ βρομωδεϲ ἐχουϲα . και οὐρητικα μαλιϲτα προϲπλεκεϲθω ταιϲ τροφαιϲ . χρηϲτεον δε και τοιϲ
εἰεν οἱ λιθοι , πεφυλαχθαι το πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι
9999944 νενευκεν
ἐπι το ἑαυτου μεσον και τουτο ἐχει κατω , ὁπου νενευκεν . Εἰ γαρ μη το αὐτο μεσον εἰχεν ὁ
μερη διαιρουμενης της Ἀσιας το μεν προς τας ἀρκτους αὐτης νενευκεν , το δε προς την μεσημβριαν . ἀκολουθως δε
9999944 ἐξημαρτεν
ἐνταυθα το αἰδοιης : ἠ δι ' ὁ εἰς αὐτον ἐξημαρτεν ὁ αἰδουμενος . Φαινεται δη το αἰδοιος ταυτον εἰναι
καιρον λαβοντες Ἀθηναιοι τιμωριαν ἐπιθωσι περι παντων ὡν εἰς αὐτους ἐξημαρτεν : αὐτος οὐν αὑτου κατεγνω φυγην . Προσετεθη δε
9999944 γρα
κοπις , σαφως ἐκτιθεται Μολπις ἐν τῃ Λακεδαιμονιων πολιτειᾳ , γρα - φων οὑτως : Ποιουσι δε και τας καλουμενας
. . , . ποιησειας και γραψειας και ποιησειαν και γρα - ψειαν : Ἀττικοι μαλλον , οἱ Ἰωνες δε
9999944 χαλεποτητα
ὁρωντες οἱ Λακεδαιμονιοι τεταραγμενην την δυναμιν των ἐναντιων δια την χαλεποτητα της διαβασεως , καιρον ἐλαβον εὐθετον προς την ἐπιθεσιν
πασιν μεσον τεμειν , τοις τε φευγουσιν της ἀρχης την χαλεποτητα ὑμιν και τοις της ἀρχης παλιν ἐρωσιν τυχειν ,
9999944 ἀπελογειτο
ἐπι σφισι της αἰτιας . ἐπειδη δ ' οὐδεις οὐκετι ἀπελογειτο , ἀνεδωκαν οἱ δημαρχοι την ψηφον ταις φυλαις τιμημα
ταραχης εἰς την αὐλην , ὁ βασιλευς μεταπεμψαμενος τον ἀδελφον ἀπελογειτο μετα δακρυων , μη πιστευειν τῳ την βασιλειαν ἐπιχειρουντι
9999944 ἐπεμεληθη
ἐζηλωσεν , ἁπερ εἰωθασι ποιειν σχεδον ἁπαντες οἱ τυραννοι . ἐπεμεληθη δε και των προσοδων και της των ὁπλων και
ἐπιταφιος . ὑστερον δε νικησας Ἡρακλης καταγωνισαμενος τον Νεμεαιον λεοντα ἐπεμεληθη του ἀγωνος τα πολλα ἀνορθωσαμενος , και Διος εἰναι
9999944 θυγατερες
ταις νηστειαις εὐφροσυνας . οὐχ ὁρᾳς ὁτι και πεντε Σαλπααδ θυγατερες , ἁς ἀλληγορουντες αἰσθησεις εἰναι φαμεν , ἐκ του
] Ἀριστοδημου παιδες ἁτε ὀντες και αὐτοι διδυμοι λαμβανουσι , θυγατερες δε ἠσαν Θερσανδρου του Ἀγαμηδιδα , βασιλευοντος μεν Κλεωναιων
9999944 παμπληθη
μεν ἐκπωματα , οὐκ ὀλιγον δε ἱματισμον , ἀλλην τε παμπληθη γαζαν , διαβαντας ἱκανον τοπον ἐπι την Ἐρυθραν τριταιους
τα βοσκηματα των Ἀκαρνανων σχεδον παντα ἠν , και ἐλαβε παμπληθη και βουκολια και ἱπποφορβια και ἀλλα παντοδαπα βοσκηματα και
9999944 ἑκουσιῳ
την ἀνθρωπινην ἐπιμελητικην διχα διαιρωμεθα , τῳ βιαιῳ τε και ἑκουσιῳ ; Πανυ μεν οὐν . Και την μεν γε
, ἐλεου μαλλον ἠ μισους τυγχανοιεν ἀν : ὁσοι δε ἑκουσιῳ γνωμῃ το ὀν ἐξετραποντο , ὑπερβαλλοντες και τον αὐτης
9999944 ὑβρισεν
, φερε , εἰ δ ' ἐν ἀλλῳ τινι καιρῳ ὑβρισεν , οὐκ ἀν ἠν δεινον ; εἰ δ '
ἐφ ' ἁπασι τοις ἑαυτῳ νενεανιευμενοις ἐπεθηκεν , ἐμου μεν ὑβρισεν το σωμα , τῃ φυλῃ δε κρατουσῃ τον ἀγων
9999943 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999943 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999943 ἐκελευε
ἀγωγην οὐκετι βασιλικην , ἀλλ ' ἰδιωτου του τυχοντος οἰκειαν ἐκελευε γινεσθαι . μετα δε ταυτα βασιλικως ἠδη διεξαγων τα
. ὁτε οὐν τις προς αὐτον παρεγενετο χαριν αἰτουμενος , ἐκελευε φερειν τα κιβωτια και δεικνυειν αὐτα ἀνεῳξαντα . εὑρισκετο
9999943 ἑτεροιϲ
τριτηϲ ταξεωϲ : ἁ πολυχρηϲτα ἐϲτιν ἐν ὀψοιϲ τε και ἑτεροιϲ φαρμακοιϲ . Καϲαμον . τουτο φαϲιν εἰναι τον καρπον
ἐπι καταρροιϲ ἰϲχυροιϲ ἠ ϲυναγχαιϲ ἠ ἀϲθμαϲιν ἠ πλευριτιϲιν ἠ ἑτεροιϲ γινομενη νοϲημαϲιν , ἐϲτι δε ὁτε και αὐτη καταρχεται
9999943 γονευσι
γαρ ἐστιν ἑκαστῳ των προς ἀξιαν , οἱον θεοις , γονευσι , συγγενεσι , φιλοις , οἰκειοις , πολιταις .
πατριδι . διαφερει δε τι ; ὁτι ὁ μεν τοις γονευσι μονον γεγενησθαι νομιζων τον της εἱμαρμενης και τον αὐτοματον
9999943 ἀπατεωνα
ἐποιησε και δια τουτο Δαρειος ὑπερ αὐτου φλαυρως ἐλεγεν , ἀπατεωνα λεγων και ἀνθρωπον κακιστον . . . . [
. ] . πλευμονα τε αὐτον ἐκαλει και ἀγραμματον και ἀπατεωνα και πορνην [ . . ] . . .
9999943 εὑρεθεισης
ἐξ ἐκεινου καλειται του χρονου Καπιτωλινος ὁ λοφος ἐπι της εὑρεθεισης ἐν αὐτῳ κεφαλης : καπιτα γαρ οἱ Ῥωμαιοι καλουσι
και το μερος της ὡροσκοπουσης προγινωσκειν , ἐξ αὐτης της εὑρεθεισης μοιρας καταληπτος ἐσται , καθως και ἐν τῃ προτερᾳ
9999943 τελευτησω
γιγνεται ἡ ἐν Περσαις βασιλεια : ὁταν δ ' ἐγω τελευτησω , δηλον ὁτι Κυρου , ἐαν ζῃ . και
ὁ βιος ταχεως ἐπιλειψῃ , ἀντι του , ἐαν μη τελευτησω , ἀλλα ζω , συν τῳ ταχει τεθριππῳ παραγεγονως
9999943 μαρναντο
μεταστρεφθεις , ἐπει ἱκετο ἐθνος ἑταιρων . Ὡς οἱ μεν μαρναντο δεμας πυρος αἰθομενοιο : Νεστορα δ ' ἐκ πολεμοιο
ἀν ' ὁμιλον ἀλεξεμεναι φονον αἰπυν . Ὡς οἱ μεν μαρναντο δεμας πυρος , οὐδε κε φαιης οὐτε ποτ '
9999943 ἐνθυμημα
τουτ ' εἰδεν , εὐθυς ἠγετ ' ἀνω κατω . ἐνθυμημα και ἐνθυμιον [ ] διαφερει . το μεν γαρ
το κεφαλαιον , το ἐπιχειρημα , ἡ ἐργασια , το ἐνθυμημα . Κεφαλαιον μεν οὐν ἐστι μερος λογου ἀποδειξιν ἐχον
9999943 ἐφυλαξαν
Φλιασιοι , Ξενοφιλος δε Χαλκιδευς των ἀπο Θρᾳκης Χαλκιδεων . ἐφυλαξαν μεν οὐν τα ἐξ ἀρχης ἠθη και τα μαθηματα
τρεις οἱ μεν ἐν συνεχειᾳ γραψαντες το μετρον παντως ἀναπαιστους ἐφυλαξαν , Ἀλκμαν δε που και σπονδειους παραλαμβανει . Το
9999943 διφροιο
χεοντες ὀδυροντο προ πυλαων , εἰ μη ἀρ ' ἐκ διφροιο γερων λαοισι μετηυδα : εἰξατε μοι οὐρευσι διελθεμεν :
ἀλλων . Και οἱ δεξιτερη μεν ἐπι κλισμον τετανυσται πενθεριου διφροιο : τα δ ' ἐν ποσιν οἱα διωκων ἰχνια
9999943 κρατιστῳ
των βαρυτερων ἀθλων , εἰ ὁ στεφανος ἐδιδοτο μη τῳ κρατιστῳ , ἀλλα τῳ διαπραξαμενῳ ; οὐδεις ἀν ποτ '
ἡ τοτε ἠν του Οὐολουσκων ἐθνους ἐπιφανεστατη τε κἀν τῳ κρατιστῳ μαλιστα τοπῳ κειμενη . στρατοπεδευσας δε πλησιον της πολεως
9999943 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999943 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999943 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999943 ἐθελοιεν
οὐ συνεις ὁ Ζηνοδοτος γραφει ” εἰ μη θεοι ὡς ἐθελοιεν ” . . Τηλεμαχε , ποιον σε ἐπος φυγεν
, ὁ θεος ἀπολυσιν ἐσημανε της συμφορας , εἰ μενοντες ἐθελοιεν ἐκθειναι παρα τῳ σπηλαιῳ ἑνα κουρον των πολιτων .
9999942 λημα
ποιος ἠσθα νερθεν ἐν κακοισιν ὠν ; ὡς ἐς το λημα παντος ἠν ἡσσων ἀνηρ . πως οὐν † ἐτ
Νυν δη σε παντα δει καλων ἐξιεναι σεαυτου , και λημα θουριον φορειν και λογους ἀφυκτους , ὁτοισι τονδ '
9999942 διηνεγκεν
φθαρτου . τῃ μεν οὐν πρωτῃ διαφορᾳ τα ζωα ταυτῃ διηνεγκεν , ὁτι τοις μεν ἁπασαι της ψυχης ὑπαρχουσιν αἱ
ποδας αἰνετος , ἠδ ' Ἀμαρυνθος . και οὑς ὀνομαστι διηνεγκεν . . . , ὡς καταλεξῃ : . .
9999942 βουλοιτο
πολλα ; εἰ μη ἀρα και τας στιγμας μοναδας εἰναι βουλοιτο και τετραχως αὐτων ὁρωμενων ἐκ πασων αὐτων ἀριθμους πλεκοι
ὁ σκοπος , ἀλλα μεταχωρειν δυναμενος : τις ἀν οὐν βουλοιτο εἰκῃ πλειονα ἐκβαλλειν βελη ; και γαρ το λεγομενον
9999942 θυγατρασι
παντα τον χρονον διατριβην ἀφθαρτον ἐν τῃ θαλασσῃ συν ταις θυγατρασι του Νηρεως ταις θαλασσιαις . * δη . *
αὑται νομον θεμεναι σφισι αὐτῃσι ὁρκους ἐπηλασαν και παρεδοσαν τῃσι θυγατρασι μη κοτε ὁμοσιτησα τοισι ἀνδρασι μηδε οὐνοματι βωσαι τον
9999942 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999942 Μελισσου
: το δε τελος περας . διο βελτιον οἰητεον Παρμενιδην Μελισσου εἰρηκεναι : ὁ μεν γαρ το ἀπειρον ὁλον φησιν
των τεσσαρων εἰναι τον ἀνθρωπον οὐ κατασκευαζουσι , τον δε Μελισσου λογον ὀρθουσιν ἡγουμενου μεν ἑν εἰναι και αὐτου τουτου
9999942 κτημα
δ ' ἐλαβον ] τε αὐτον και ἐκτησαμην ὡς ἰδιον κτημα . ἐπιστευσα δ ' αὐτον ἐμον ὑπαρχοντα τε και
ἐμῃ ψυχῃ πλουτου . και μην και το ἁβροτατον γε κτημα , την σχολην ἀει ὁρατε μοι παρουσαν , ὡστε
9999942 ἀγημα
ἐκπληξις : πηγη . θραυσις . κλαυσις . ἀπωλεια . ἀγημα : το προιον του βασιλεως ταγμα ἐλεφαντων και ἱππων
δε τους καλουμενους ἑταιρους ἐννακοσιους και το Πευκεστου και Ἀντιγενους ἀγημα , τριακοσιους ἐχον ἱππεις μιᾳ περιειλημμενους εἰλῃ , ἐπ
9999942 ἐγραψαμην
ἀχρι τελους : δυναμις γαρ οὐκ ἐμπιπτει . ὁτι τοιγαρουν ἐγραψαμην καθυφεσεως αὐτον και εἱλον , και δηλον ὁτι κἀκεινος
Δια , οὐκουν οὑτω γε ἀπο στοματος : ἀλλ ' ἐγραψαμην μεν τοτ ' εὐθυς οἰκαδ ' ἐλθων ὑπομνηματα ,
9999942 εἰλικρινως
ἐπικρατειαν προηγεισθαι της κατ ' εἰλικρινειαν . ἱνα γαρ τι εἰλικρινως κινηθῃ , τουτεστιν ὁλον δι ' ὁλου , προτερον
μεταξυ που κυλινδειται του τε μη ὀντος και του ὀντος εἰλικρινως . Ηὑρηκαμεν . Προωμολογησαμεν δε γε , εἰ τι
9999941 τἀδελφου
θεαταις οὑτω σοφοις . γνωσεται γαρ , ἠνπερ ἰδῃ , τἀδελφου τον βοστρυχον . ὡς δε σωφρων ἐστι φυσει σκεψασθ
Φυλαρχος . λεγεται δε και Διμοιτην ἁρμοσασθαι μεν Τροιζηνος [ τἀδελφου ] θυγατερα Εὐωπιν : αἰσθανομενον δε συνουσαν αὐτην δια
9999941 μελαινῃ
γενηται , πεμψω ς ' ἠπειρονδε , βαλων ἐν νηϊ μελαινῃ , εἰς Ἐχετον βασιληα , βροτων δηλημονα παντων ,
νηας . ἀμφι δε τοι τῃ ἐμῃ κλισιῃ και νηϊ μελαινῃ Ἑκτορα και μεμαωτα μαχης σχησεσθαι ὀϊω . Ὡς ἐφαθ
9999941 λιπουσα
. ἑπου . τα λῳστα των παρεστωτων λεγει . πειθου λιπουσα τονδ ' ἁμαξηρη θρονον . οὐτοι θυραιᾳ τῃδ '
λειπει το Δια ἱν ' ᾐ : φιλιον Δια : λιπουσα φιλιον : ἀντι του φιλτρον λιπουσα φιλιον εἰπεν .
9999941 ἐπισκεψωμεθα
και των Μεθοδικων , φερε , τοις κριτηριοις τουτοις χρωμενοι ἐπισκεψωμεθα και τας αἱρεσεις , ἱνα τῃ ὑγιει προσθωμεθα .
εἰωθος οὐ πανταπασιν ἀδιερευνητον παραδραμειν δοκιμασαντες . ἑξης δε τουτοις ἐπισκεψωμεθα τον συλλογισμον , ὁν ὁ Ἀφροδισιευς ἐξηγητης ἐκτιθεται ,
9999941 Αἰγιναν
δοξης παραιρουμενος ; οὐχ οἱδε μεν εἰσιν οἱ κατα ταὐτον Αἰγιναν πολιορκουντες , και τοις βαρβαροις μαχομενοι , και Πελοποννησον
ἐπι Μασητα „ . Ὁμηρος „ οἱ τ ' ἐχον Αἰγιναν Μασητα τε κουροι Ἀχαιων ” . λεγεται ἡ πολις
9999941 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη

Back