τα σφων αὐτων ἐργα ἐπιδεικνυται , ὡσπερ αὐ γε τα ἀσφαλεστερα , τα ἑαυτων : και ἀλληλοις μεν τοιαυτα παραβαλλομενα
δε μυξωδεα και λιγνυωδεα και χρωματιζεται ταχεως , και ἐστιν ἀσφαλεστερα : τα δ ' ἐντος πεμπτης ἐς πεψιν χρωματιζομενα
9999984 ἀσφαλεια
κλεις ὑπερτατας , ὁτι εἰρηνης οὐσης προς ἀλληλους μεγιστη τις ἀσφαλεια γινεται πασι και των βουλων των ὑπερ αὑτων και
, οὐ χρησομεθα τοις ὀθονιοις πασιν : ἡ μεν γαρ ἀσφαλεια της των κατεαγοτων ἐπιδεσεως ἐκ της πιεσεως και του
9999981 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999979 ἀστερες
τα ὀρη διεζωσμενα νοτια ὡς τα πολλα . Οἱ κομηται ἀστερες ὡς τα πολλα πνευματα σημαινουσιν , ἐαν δε πολλοι
Παρατηρειν δε δει πως ἐχουσι συνοικειωσεως οἱ την κυρειαν λαβοντες ἀστερες προς τας χωρας ἠ πολεις αἱς το συμπτωμα διασημαινεται
9999979 κομισθεντα
δενδρα ταυτα τα ἀγλαοκαρπα , ὁτι σοι μη ἐθελοι δευρο κομισθεντα βριθομενων των κλαδων ἐναρμοσθεντα τῃ γῃ ταὐτον ποιειν .
λαβειν . τα μεν οὐν εἰς Ἰταλιαν ὑπ ' Αἰνειου κομισθεντα ἱερα τοις εἰρημενοις ἀνδρασι πειθομενος γραφω των τε μεγαλων
9999979 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999978 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999978 ἐλαττονες
πηχων ἑκκαιδεκα , καταργυρος ὠν ὁλος , οἱ δε τρεις ἐλαττονες ὀντες διαλιθοι κατα μεσον ὑπηρχον . Μετα τουτους ἐφεροντο
τῃ κατεψυγμενῃ ζωνῃ . Ἀναπαλιν δε τοις προς μεσημβριαν οἰκουσιν ἐλαττονες ἀει μαλλον και ἐλαττονες αἱ ἡμεραι γινονται . Παρ
9999978 μονοειδης
, ἀμεταβλητος κατα την ὑποστασιν και νοητη και ἀειδης και μονοειδης : οὐκουν ἀσυνθετος , ἀδιαλυτος , ἀσκεδαστος : το
ἀνθ ' ἑνος τε και ἡνωμενου , ἡ δε οὐσια μονοειδης και ἀδιακριτος , ἡ δε ζωη την μεσην και
9999977 δριμειαι
. αἱ δε ῥιζαι των λαχανωδων φυτων κακοχυμοι μεν ὁσαι δριμειαι , καθαπερ ἡ των κρομμυων και πρασων και σκοροδων
και προς τας ἐκκρισεις εὐ ἐχουσιν . σαλπαι αἱ πελαγιαι δριμειαι , εὐστομοι , δυσφθαρτοι , δυσδιαχωρητοι , τροφωδεις ,
9999977 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999977 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999977 τετρακισχιλιοις
, διοτι του δια Βαβυλωνος ὁ δια της Θαψακου ἀρκτικωτερος τετρακισχιλιοις ὀκτακοσιοις , συμπιπτειν φησι πλειους των ὀκτακισχιλιων . πως
ἐδεχοντο τον Σκιπιωνα . ὁ δε ἐσηλθε μεν συν ἀνδρασι τετρακισχιλιοις , και φυγη ταχεια των Καρχηδονιων ἐς την Βυρσαν
9999977 θεραπευουσι
, ἱνα μητε φθειρ μητε ἀλλο μυσαρον μηδεν ἐγγινηται σφι θεραπευουσι τους θεους . Ἐσθητα δε φορεουσι οἱ ἱρεες λινεην
κυουσαν βουν , τεκουσαν δε ἀρα αὐτην οἱα δηπου λεχω θεραπευουσι . το δε ἀρτιγενες βρεφος καταθυουσιν ὑποδησαντες κοθορνους .
9999977 ἀπαρασκευοι
τους φιλους μεγιστ ' ἀν ὠφελησειεν . ἑως οὐν ἐτι ἀπαρασκευοι θαρσουσι και του ὑπαπιεναι πλεον ἠ του μενοντος ,
ἡμιν ἐπιτιθεσθαι : πορρω γαρ οἰκουσιν ἀφ ' ἡμων , ἀπαρασκευοι τ ' εἰσι προς την χωραν . ᾡ γαρ
9999977 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999977 θριδακος
μιγνυναι τι των ψυχοντων , ἠ της κολοκυντης ἠ της θριδακος τον χυλον και του στρυχνου και του ὀμφακος .
αἱ ῥιζαι των λαχανων και αὐτα τα λαχανα παντα πλην θριδακος και ἰντυβου . οἰνων οἱ παχεις και νεοι δυσπεπτοι
9999977 Ἀριστειδης
της ἀγορας ἰδειν ἀνισχοντα , τουτο δε ἀνα στομα ἐχειν Ἀριστειδης μελετησεται τημερον ἐν τῳ βουλευτηριῳ ὡρας τεταρτης . ταυτα
* : δυσπαραιτητοι ] Παραιτουμαι το συγγνωμην αἰτω , ὡς Ἀριστειδης : παραιτεισθαι μεν οὐκ οἰδα . δυσπαραιτητος δε κριτης
9999977 καταπλασμασι
πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι τα μερη , και κενουν την
σκληροτερα τυχῃ , συν τινι των λεπτομερων ἐλαιων . και καταπλασμασι δ ' ἀν τις ἐπι των φλεγμαινοντων και σηπομενων
9999977 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999977 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999976 ἀναφορα
διπλη ὁτι συν τῳ ν ἡ κλητικη . ἡ δε ἀναφορα προς το ᾡ τε συ , Καλχαν , ὁτι
Πολυϊδος ὁ τον Μινωος ἀνευρων παιδα μαντις . ἡ δε ἀναφορα προς το Αἰθρη Πιτθηος θυγατηρ . . ὀνειροπολοιο :
9999976 πυκνωσεως
ἐπειτα προσαγειν τα ὀπισω ζυγα , και ταυτης γενομενης της πυκνωσεως ἐπιστρεφειν ἐπι δορυ , και ἐσται το συνταγμα ἐπεστραμμενον
ἐπι τους πολεμιους ποιουντες . Τουτο δε το προ της πυκνωσεως ἐπιτηδειως γινεται . Εἰ δε πεπυκνωται και οὐ συμφθαζει
9999976 ἀπολοιτο
ἀντι ἀγαθων και ὁπως αὐτος μεν ἐκκοπειη τους ὀφθαλμους και ἀπολοιτο , συνεκτριβειη δε τουτῳ και ὁ πορφυρογεννητος , οὐκ
τουτεστιν ὁ μη κεκορεσμενος : και νυ κεν ἐνθ ' ἀπολοιτο Ἀρης ἀτος πολεμοιο . ἐστι δε τοιουτον περι του
9999975 ναρδον
ἑτεροι σελινον ἠ καστοριον ἠ δαυκον Κρητικον ἠ ἀσαρον ἠ ναρδον Κελτικην , ἑκαστον ἰδιᾳ ἠ ὁμου , παρακελευονται συν
ἀριστολοχειαν και την ἰριν , ἐπι δε ταυταις και την ναρδον χαλβανης τε δη ῥιζας και πυρεθρον ξηρον , δαυκον
9999975 Θερσανδρου
του πατρος αὐτου φονον : ὁθεν , ἠγουν ἀπο του Θερσανδρου , ἐχουσι την ἀρχην του σπερματος , τουτεστι του
ἠ γενος ὑπολειπομενον Φριξουτουτων ἑνεκα ἐποιησατο Ἁλιαρτον και Κορωνον τους Θερσανδρου του Σισυφου : Σισυφου γαρ ἀδελφος ἠν ὁ Ἀθαμας
9999975 πεισμα
ἐξω της λιμνης προς το πελαγος . Τουτο δε το πεισμα , δι ' οὑ ὁ Τριτων εἱλκε την Ἀργω
χυσις , πολλαι δε σιδηρου αἰχμαι τριγλωχινες ἐπασσυτεραι πεφυασι : πεισμα δε μιν περιμηκες ἐϋπλοκον ἀμφιβεβηκε . δουρι δ '
9999975 ἀποτελεσμα
δʹ . Σκοπος ἐστι προεπινοουμενον τελος : τελος δε το ἀποτελεσμα του σκοπου . εʹ . Ἀφορισμος ἐστι λογος συντομος
, ὁτι αἰτιον ἐστι του ἀποτελεσματος , ὁταν ἐκεινο ὡς ἀποτελεσμα καταλαμβανωμεν . ἀλλ ' οὐδε το ἀποτελεσμα του αἰτιου
9999975 Αἰθιοπιας
παντων ἀποφαινομενος , και ταυτα ἑν εἰδως , οὐδεπωποτε ἐξ Αἰθιοπιας τον ἑτερον ποδα προελθων ; τι βουλει ἀποκρινωμαι αὐτῳ
το ἐθνικον Συεσσινος . Συηνη , πολις μεση Αἰγυπτου και Αἰθιοπιας ἐπι τῳ Νειλῳ , μεθ ' ἡν ὠνομασται Σιρις
9999975 κυαμου
τον δε ἰσχυροτερον ἐνδεχεται . Της δ ' ἀσθενειας του κυαμου κἀκεινο σημειον ἀν τις λαβοι : μονος γαρ δοκει
φυλλα , ἰσα λειωσας ἀναπλασσε και παραπλασας χυλῳ διδου καταπινειν κυαμου μεγεθος και ἐπιρροφειτω οἰνον κεκραμμενον : κινει και καταμηνια
9999975 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999975 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999975 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999975 ἑξακοσιοις
δε ἐκεινων ἐστρατευον ἐπ ' αὐτους μυριοις πεζοις και ἱππευσιν ἑξακοσιοις . οἱ δε πυθομενοι και ἐτι ὀντες ἀπαρασκευοι ,
σημειου ἐπι σημειον ἀποκαθισταται ἐν ἐτων μυριασι τριακονταπεντε και ἐτεσιν ἑξακοσιοις τριακονταπεντε . οὑτος δε ἐστιν ὁ καλουμενος μεγας ἐνιαυτος
9999975 Αἰγυπτιοις
Ζευς παντος του αἰσθητου κοσμου δημιουργος , οὑτος παρ ' Αἰγυπτιοις Ἀμμων καλειται ἀπο του ἀφανους εἰς το ἐμφανες παντα
Ὠριωνος ἐπιτελλει . Ἱππαρχῳ ἐτησιαι ἀρχονται πνειν . κεʹ . Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ ἀργεστης και καυμα . κϚʹ . ὡρων
9999975 ἀναφορικως
ὑπο ἑτερου ὁριστικον ἐτι κεκλησεται ; ἡ μεντοι ἀντωνυμια οὐτε ἀναφορικως νοουμενη οὐτε δεικτικως παραλαμβανομενη ἀμφιβαλλεται . Ἰσως τισι δοξει
ὁρκια ταμνοι αὐτος . ” τας χωρις του ἀρθρου και ἀναφορικως τιθησιν ἀντι του ταυτας . τας μεν ἀρθρα .
9999975 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999975 παρεθετο
δειξαι τι ἐστι το λεγειν λογους ἀριθμων τα ἐνταυθα εἰναι παρεθετο την συμφωνιαν : και γαρ ἡ συμφωνια οὐκ ἀριθμος
Κυθνος γεγονεν , ἐστι δε ὀνομα κυριον . ταυτα μεν παρεθετο , ὁ τε Ὠριγενης και Ὠριων πατρωνυμικα : τυπου
9999975 σκοπου
ἀπο δαιμονος ἐπι τυχην και τα ἰσα ἀπο ὡρο - σκοπου : τον μεντοι ἑβδομαδικον ἀριθμον οὐχ ὑπερθησει ἐπι τε
ἀλλοτε δε τεθνεως ἠ κοιμωμενος . και ταχα οὐκ ἀπο σκοπου τουτο λεγεται : σοφοι μεν γαρ τον ὀλυμπιον και
9999975 παραλιῳ
ποταμου ἐκβολων , και τῃ ἀπο τουτου του Εὐξεινου Ποντου παραλιῳ μεχρι του μυχου του Καρκινιτου κολπου . Και ἡ
εἰναι . ἐστι και ἑτερα πολις πλησιον Γαζης προς τῳ παραλιῳ μερει . ὁ πολιτης της προτερας Ἀνθηδονιος . ἐστι
9999975 ἀριθμητικης
και ἡ ἐπαγωγικη πιστις ἀπο των μαθηματων , γεωμετριας ἀστρολογιας ἀριθμητικης . ἀλλα τις ἀναγκη τοιαυτην εἰναι ἐπιστημην , ἡτις
ἑξεις αἱ περι αὐτα , ὡς ἐπι γεωμετριας ἐχει και ἀριθμητικης . ἐπει γαρ ἑτερον ἀριθμος και ἑτερον μεγεθος ,
9999975 ἐδεισαν
φοβον οὐχ ἡττω της Ἀννιβου τυραννιδος . Περι αὐτης γουν ἐδεισαν Ῥωμαιοι της πολεως . Πολλακις γουν συμμιξαντες και πολλακις
. οἱ δε Ἀθηναιοι της πολεως ταυτης ξυνοικιζομενης το πρωτον ἐδεισαν τε και ἐνομισαν ἐπι τῃ Εὐβοιᾳ μαλιστα καθιστασθαι ,
9999975 ὑπετιθεντο
εἰ μεν και καθ ' ὑποστασιν ἐχωριζον , ἀδυνατα ἀν ὑπετιθεντο : οὐ γαρ ἐστιν ὑποστασις των περατων καθ '
περι δε του διδαξαι ἡμας οὐδεν ἐφροντισαν : θεους γαρ ὑπετιθεντο εἰναι τας ἀρχας και ἐκ θεων γεγονεναι , και
9999975 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999975 Ἡρακλης
τοις ἀπο Διος : Διονυσος μεν γαρ ἐχαιρε Σατυροις , Ἡρακλης δε Κερκωψιν . ἐστιν δ ' ὁτε και διερεθισθεις
και θυμῳ φερομενος τῃ χιονι ἐμπεσων καταδυομενος περιπταιων ἁλισκεται . Ἡρακλης πλευσας ἐπι Τροιαν αὐτος μεν ἀπεβη πεζομαχησων , τοις
9999975 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999975 σκοπουσι
ἀν γενοιτο τροφη και ταις τικτουσαις και τοις τικτομενοις , σκοπουσι . τεμνομενου τοινυν εἰς τοσαυτας τομας του σιτου τῳ
; πρωτον μεν ἐπειδη τα ὀνοματα των πραγματων οἱ πολλοι σκοπουσι και ἀπο τουτων ἠ προσιενται τινα των βλαβερων ἠ
9999975 κρυσταλλος
το χρυσιον και τα ἐλεφαντινα σκευη και τα ἠλεκτρινα και κρυσταλλος και θυον και ἐβενος και ὁ των γυναικων κοσμος
λευκην : εἰ δ ' οὐκ ἐχεν ἐνδον ἐθειρας , κρυσταλλος κεν ἐην : ὁ δε χρυσολιθῳ δεμας ἀντην εἰκελος
9999975 παραλαμβανεϲθω
κηρον μελι : ἀναλυεται δε ῥοδινῳ και ποιει παραδοξωϲ . παραλαμβανεϲθω δε και πυρια δια ϲπογγων . φλεγμονηϲ δε ποτε
ἡπατοϲ του δακοντοϲ κυνοϲ ἐδοϲαν φαγειν . διαιτα δε τοιαυτη παραλαμβανεϲθω , ἡτιϲ ὁμου μεν ἀμβλυνει και ϲβεννυει την του
9999975 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999975 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999975 Κορινθιοις
, ἠ ὁτι μουσικωτατοι ἠσαν Κορινθιοι , ἠ ὁτι ἐν Κορινθιοις καλλιστοι ποιηται ἐγενοντο , ὡν εἱς ἠν Ἐσων .
Ἀργος . Ἐν δε τουτῳ ἐδοκει πρωτον τοις βοιωταρχαις και Κορινθιοις και Μεγαρευσι και τοις ἀπο Θρᾳκης πρεσβεσιν ὀμοσαι ὁρκους
9999975 ἀπεδειχθησαν
πολλοι προς την κληρουχιαν Ἑλληνες ἀπηντησαν : τελος δε οἰκητορες ἀπεδειχθησαν εἰς μεν την Συρακοσιαν την * ἀδιαιρετον τετρακισμυριοι ,
γαρ τοις ὑμνοις και φορμιγγες , δι ' οὑς και ἀπεδειχθησαν : ἠ οἱ ἀνασσομενοι ὑπο φορμιγγων ὑμνοι : προτερον
9999975 δεδωκεν
ἀπατεωνας τελων πολλους ἰσχει τους κατηγορους , ὁ και ἁ δεδωκεν ἀφελομενος τιν ' οὐκ ἀν παρα παντων δεξαιτο μεμψιν
ὑμων . Νυν δ ' ἐφ ' οἱς ἀποκρισιν οὐ δεδωκεν , οὐ μαρτυρας παρεσχετο , οὐχ ὁρκον ὠμοσεν ,
9999974 Θεσσαλικων
Παραποταμιος . Παραυαιοι , ἐθνος Θεσπρωτικον . Ῥιανος ἐν τεταρτῳ Θεσσαλικων „ συν δε Παραυαιους και ἀμυμονας Ὀμφαλιηας ” .
. . Παραυαιοι : ἐθνος Θεσπρωτικον : Ῥιανος ἐν δ Θεσσαλικων συν δε Παραυαιους και ἀμυμονας Ὀμφαλιηας . καλουνται δε
9999974 Φιλιππους
και καλουσιν ἑκατονταφυλλα : πλειστα δε τα τοιαυτα ἐστι περι Φιλιππους : οὑτοι γαρ λαμβανοντες ἐκ του Παγγαιου φυτευουσιν :
της ὀρειου χιλιους και πεντακοσιους σταδιους , μεχρι πολιν ὑπερβαντες Φιλιππους τα στενα Κορπιλων και Σαπαιων , της Ῥασκουπολιδος ὀντα
9999974 διετριβεν
τους στρατιωτας πολυ της πολεως , ἐν ᾑ καθηστο και διετριβεν , ἀπεχοντας . ἐδεδιει γαρ , οἰμαι , μη
αὐτῃ : παρεδιδου δε και τα Ἀλινδα , ἐν ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης
9999974 δακτυλιους
την ἠχω του ἀνδρος ; φησι δε ὁ Δαμις και δακτυλιους ἑπτα τον Ἰαρχαν τῳ Ἀπολλωνιῳ δουναι των ἑπτα ἐπωνυμους
σκευην Περσικην και δαρεικους δεκα : ᾐτει δε μαλιστα τους δακτυλιους , και ἐλαβε πολλους παρα των στρατιωτων . κωμην
9999974 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999974 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999974 Ἐπιμενιδης
ἐρωτα ] νεφελης , και ἐκβληθεντα κατελθειν εἰς Ἁιδου . Ἐπιμενιδης δε αὐτον παρα θεοις διατριβοντα ἐρασθηναι φησιν της Ἡρας
δε δια το συντροφος εἰναι τωι Διι , ἠ καθαπερ Ἐπιμενιδης ὁ τα Κρητικα ἱστορων φησιν , ὁτι ἐν τηι
9999974 δριμεων
βλεφαρα καθευδειν μελλοντεϲ : ἀπεχεϲθωϲαν δε ὀξεων και ἁλμυρων και δριμεων . Ἡ μεν ϲκληροφθαλμια ϲκληροτηϲ και δυϲκινηϲια ἐϲτι του
συνιστανται . φειδεσθαι οὐν χρη της συνεχους ἐδωδης ἁπαντων των δριμεων , και μαλιστα ὁταν ὁ προσφερομενος αὐτα χολωδεστερος ᾐ
9999974 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999974 θαυμαζων
ζηλωτης γεγονεναι των Πυθαγορικων : ἀλλα και αὐτου Πυθαγορου μεμνηται θαυμαζων αὐτον ἐν τωι ὁμωνυμωι συγγραμματι . παντα δε δοκειν
ἐθελει εἰναι . , . . βουλομενῳ ὁ δε ἐφη θαυμαζων , ἐθελησεις τι μοι μαντευσασθαι ; πανυ γε ,
9999974 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999974 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999974 κατειχετο
ἐς δεσποτας τους ἡμετερους . Οἰκος μεν πας Ἁρπαγου κλαυθμῳ κατειχετο : ἐγω δε ἐκπλαγεις ἠια ἐσω . Ὡς δε
ἐθνος αὐθιγενες : τα δε προ τουτων οὐθ ' ὡς κατειχετο προς ἑτερων οὐθ ' ὡς ἐρημος ἠν οὐδεις ἐχει
9999974 παραιτουμεθα
αἱ ποιοτητες : και ἐπι μεν των ἀσθενουντων , καλως παραιτουμεθα τας των δοκουντων ἐπ ' ὠφελειᾳ διδοσθαι φαρμακων ποσεις
και θρομβια μεταξυ αὐτων . Ἐφ ' ὡν τον ἐμετον παραιτουμεθα , των θρομβων μαλλον ἐν τῳ στομαχῳ σφηνουμενων ,
9999974 ἀριθμητικην
δ ' ἐν αὑτῃ τας ἀναλογιας πασας , την τε ἀριθμητικην και την ἁρμονικην και την γεωμετρικην , και προσετι
μοναδων κατα γεωμετριαν τους λογους ἐκτιθεμενοις , πη δε κατα ἀριθμητικην τριακονταπεντε † τελων τα † των ἀριθμων συμβολον καταδειχθησεται
9999974 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999974 ἐλαβεν
τι γαρ ; οὐχι και ἐξελασας τις τυραννον ἠδη τιμην ἐλαβεν τυραννοκτονου ; και μαλα δικαιως : ἐλευθεριαν γαρ κἀκεινος
την πολιν προὐδωκε . και μετα το παραλαβειν την πολιν ἐλαβεν αὐτην ἐπανω του πλοιου και ἐδησεν αὐτην εἰς το
9999974 ἀφεισαν
ὑπαρχει τοις οὐσι , και οὑτοι παραπλησιως τοις ἀλλοις ῥαιθυμως ἀφεισαν . . . . . . , λεγει μεν
ὠ ἀνδρες δικασται , και δικας ἐλαχον της ἐπιτροπης και ἀφεισαν ταυτας και τα συγχωρηθεντα χρηματ ' ἐχουσιν , ἀκουετε
9999974 ἐθαυμασας
ποδαπα εἰσι ταυτα τα θηρια ἠγουν οἱ μαθηται ; ” ἐθαυμασας ] ἐξεθαμβηθης , ἐξεπλαγης . ἐοικεν ἀντι του φαινεται
ἡγειτο και εἰπεν μοι Ἑνωχ , τι ἐρωτᾳς και τι ἐθαυμασας ἐν τῃ ὀσμῃ του δενδρου , και δια τι
9999974 ὑπεμεινα
, εἰ ἐγω μεν τα ἐργα των ὑπερ ὑμων πονων ὑπεμεινα , ὑμεις δε μηδε τους λογους αὐτων ἀνεξεσθε .
γιγνωσκειν ὑμας ἡγουμαι και αὐτους παρεσκευασθαι , οἱσπερ ἐγω πιστευσας ὑπεμεινα , ὁρων ὑμας και ἐν τοις ἰδιοις και ἐν
9999974 καθαρωτερα
το ἀγελαιαν εἰναι : τα γαρ ἐν τοις ὀρεσι διατριβοντα καθαρωτερα και ὑγιεινοτερα των ἀλλων . ἠ ἁγνης της ἀσινους
ζητων ἀντιστροφον ἐνταυθα προβεβληκεναι σκοπων ἀρα ἐστι τις ἑτερας ἀλλη καθαρωτερα ἐπιστημης ἐπιστημη , καθαπερ ἡδονης ἡδονη . Και μαλα
9999974 αἰσχυνθηναι
ἡν ἐποιησε δηπου μακραν το μη γραψαι μεν εὐθυς , αἰσχυνθηναι δε ὑστερον τῳ μη πριν ἐπεσταλκεναι . πασχομεν δε
δε των νυν ἀμφισβητηματα και τα αἰτια της ἀπεχθειας κἀν αἰσχυνθηναι μοι δοκει τις ἀν ἰδων . ἐστι γαρ ὁμοδουλων
9999974 ναυμαχιαν
τις : ἀττα γαρ ὁ Φαλαρις ἠνωχλει τοις Ἀκραγαντινοις . ναυμαχιαν γαρ τοσαυτην και τυραννου ὠμοτητα οὐχι τῳ ἀττα ὀνοματι
προς ἱστοριας τελος εἰδεναι και γιγνωσκειν ὁτι την ἐν Σαλαμινι ναυμαχιαν ἐνικων οἱ Ἑλληνες κυνος ἐπιτελλοντος ; τι δ '
9999974 μετωνομασε
παρ ' ἐλπιδα την ἀρχετυπον μορφην ἀναλαβων , το ὀρος μετωνομασε Τευθραντα . Γενναται δ ' ἐν αὐτῳ λιθος ἀντιπαθης
παντων τοτε προς την ἑωυτου μοιραν προσεθηκατο , τας φυλας μετωνομασε και ἐποιησε πλεονας ἐξ ἐλασσονων : δεκα τε δη
9999973 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999973 κοσμηθεν
ἠλομεν και ἀλομεν και κατα συγκοπην ἀλεν ὡς το κοσμηθημεν κοσμηθεν , οἱον : οἱ δη τοι εἰς ἀστυ ἀλεν
οἱον ἐκοσμηθημεν , ἐκοσμηθησαν , ὡς το : αὐταρ ἐπει κοσμηθεν και φυλασσει την παραληγουσαν της γενικης των μετοχων :
9999973 διεβαλλεν
και ἀνεχωρει . και αὐτον ὁ Ἀννων ἐς το πληθος διεβαλλεν , ὡς ἀφικοιτο Σκιπιωνι διδους ἑαυτον , ὁ δε
ταυτ ' , οὐ δι ' ἐμε , ὡς οὑτος διεβαλλεν , ἐπραχθη : τα δε τουτων ἀδικηματα και δωροδοκηματ
9999973 ἐλευθεριης
Κλυθι πολυθρονιου βριαρον σθενος ἀντιδοτοιο , Καισαρ , ἀδειμαντου δωτορ ἐλευθεριης , κλυθι Νερων : ἱλαρην μιν ἐπικλειουσι Γαληνην εὐδιον
ὡστε οὐδεν δει τουτο γε ὀνειδιζειν . Ἀλλ ' ὁμως ἐλευθεριης γλιχομενοι ἀμυνεομεθα οὑτω ὁκως ἀν και δυνωμεθα . Ὁμολογησαι
9999973 κυβερνητων
ἐκελευσε συμπλεκεσθαι . οὐ μην οὐδ ' ἐνταυθα την των κυβερνητων τεχνην ἀπρακτον εἰναι συνεβαινεν , ἀλλ ' εὐφυως ἐκκλινοντες
τουτων προνοιας εἰς το μηδεν ἡκωμεν , καθαπερ τι σκαφος κυβερνητων ἀπορουν . Καιτοι ὁταν ἐξ ἀτελειας , ὠ Δημοσθενες
9999973 ἀνθρωποειδες
οὑ δηλον , ὁτι τον δυσελπιν οὐκ ἀνθρωπον ἀλλ ' ἀνθρωποειδες ἡγειται θηριον το οἰκειοτατον ἀνθρωπινης ψυχης , ἐλπιδα ,
] ντ ' απερ τεθριππον ? [ . . . ἀνθρωποειδες θηριον ὑδατι συζων δαυλος δ ' ὑπηνη και γενειαδος
9999973 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999973 ἀλλοιωτικη
ἡ μεν γαρ ἑνας ἀναλλοιωτος ἐστιν , ἡ δε μονας ἀλλοιωτικη : δια τουτο και ἡ καʹ προς μεν την
εἰποις μοι πως , εἰπερ ἡ αὐτη ἐστι διαπλαστικη και ἀλλοιωτικη , πως μετα την διαπλασιν , ἐαν ἀποκοπῃ μοριον
9999973 ἀσυλλογιστοι
ἐχωσι κατα τε το ποιον και τους τροπους , πασαι ἀσυλλογιστοι εἰσιν . ἀποδειξις δε του ἀσυλλογιστους αὐτας εἰναι ἡ
την ἐνδεχομενην ἀντιστροφην ἀλλα και ἀναπαλιν , οὐδεν μαλλον αἱ ἀσυλλογιστοι συλλογιστικαι εἰσιν ἠ ἐμπαλιν . ἠ ἀποφασιν εἰς καταφασιν
9999973 κανθαριδας
θεραπεια των λυμαινομενων θηριων τας ἀμπελους . μθʹ . προς κανθαριδας και τα μειζονα ζωα τα λυμαινομενα τον καρπον .
ἐσθιουσαι , ὡσπερουν ἐλαφοι τα ἰοβολα ζῳα και αἱ χελιδονες κανθαριδας . οἱ τε μυρμηκες και οἱ σκνιπες ἀνθρωποις μεν
9999973 πλεοναζουσης
και ἀκολασιαι δειλιαι τε και ἀδικιαι και ὁσαι ἀλλαι ἐκ πλεοναζουσης ὁρμης εἰωθασι φυεσθαι ἀλογοι ἐπιθυμιαι , σκιρτωσαι και ἀπαυχενιζουσαι
τα πολλα ἐκπτυεται . ἀναγκην δε εἰναι λεγει της θερμης πλεοναζουσης διιστασθαι και τας φλεβας και τα ἀρθρα . .
9999973 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999973 βεβουλευμενα
: τα προτερον ἐγνωσμενα λυσας βεβαιοις τα μετ ' ἐκεινα βεβουλευμενα . μενε τοινυν ἐπι των τελευταιων και φυλαττε την
Μολοσσων ἐξανιστανται ταραχθεντες και οἱ Ἀμβρακιωται φωρασαντες τα ἐπι σφισι βεβουλευμενα ἐπιχειρουσιν ἐν τῃ νυκτι , και ἐκρατησαν μαχῃ των
9999973 συγγραμματι
περιεχομενον νουν , δηλονοτι τον ὀντα νουν και ἐγκειμενον τῳ συγγραμματι . Ἀναγιγνωσκομεν δε τα μεν ἡρωϊκα ἡρωϊκως , ἠγουν
των ὀντων : θεολογησαι γαρ αὐτῳ προκειται ἐν τῳ παροντι συγγραμματι . ἀμελει τοι και περι στοιχειων διαλεγεται και περι
9999973 τροπικα
μαρτυριας ἀγαθοποιων ἀστερων δυσκατεργαστα και πολυχρονια μηνυει , και τα τροπικα δε ἐν τῃ ἀνατολῃ ὀντα μετατρεπει ταχεως το πραττομενον
μεν οὐν συνημμενον ὡς γνωριμον ἐν τοις ὑποθετικοις , ἁ τροπικα λεγουσι , λαμβανεται τε και τιθεται , ἐν οἱς
9999973 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999973 τμητικην
ὁ και ψυχοτροφον , Ῥωμαϊστι δε βεττονικη , δυναμιν ἐχει τμητικην : πικρα γουν ἐστι και ὑποδριμυς . Κηκις ἡ
και διακρατειν εὐτονως τα ἀκρα . ὀσφραντα δε προσαγεσθω τα τμητικην ἐχοντα δυναμιν , και ἐν ταις ἀνεσεσι σικυαζεσθωσαν ἐνεργως
9999973 ἀνεκαλεσατο
ἡ ἀντιδοτος , ὡστε και ἐν μιᾳ δοσει πολλακις ἀπολλυμενην ἀνεκαλεσατο ὀρεξιν . και δη και τον ζωμον της περιστερας
, και πολλων παρ ' ἀμφοτεροις ἀπολλυμενων , ὁ Καλλικρατιδας ἀνεκαλεσατο τῃ σαλπιγγι τους στρατιωτας , βουλομενος αὐτους διαναπαυσαι .
9999973 δακρυων
προς τουτοις θολωδη καπνον και βαρυτατην ὀδμην τοις πλησιον μετα δακρυων παρεχεται , τοις δε πορρωθεν θρυαλλον μεγαν , τον
προ των ἀλλων , ἀπο δε του τυχοντος παιδισκαριου και δακρυων ἐπιπλαστων και στεναγμων ἑαλως ὁ γενναιος ; ὁ μεν
9999973 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999972 βαρυτερα
ἐπι των βαρων ἐστιν ἰδειν : συνιοντα γαρ τα βαρη βαρυτερα γινεται ἠ ὁταν ᾐ διακεκριμενα . και προς τουτοις
χρωματικη μεχρι της βαρυτατης χρωματικης ἡ τε της διατονου συντονωτατης βαρυτερα πασα ἐστι διατονος μεχρι της βαρυτατης διατονου . νοητεον
9999972 τμητικης
ταξιν , θερμοτητα δ ' οὐδεμιαν ἐπιφανη κεκτηται . Μυρικη τμητικης ἐστι και ῥυπτικης δυναμεως ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανως :
, ἐχει δε τι και διαφορητικον . ὁ δε καρπος τμητικης μετεχει δυναμεως . Παπυρος καυθεισα φαρμακον γινεται ξηραντικον ὡς
9999972 ἀμμωνιακου
καρδαμωμου ἀνα ⋖ δʹ , κηρου , στεατος μοσχειου , ἀμμωνιακου θυμιαματος ἀνα γο βʹ . τα ξηρα τοις τηκτοις
, ἁλος ἀμμωνιακου , ἰου , ἀριστολοχιας , λιβανου , ἀμμωνιακου θυμιαματος , ἀνα δραχμας ὀκτω : στυπτηριας δραχμας ἑπτα

Back