ὀδυνηρα πενθησις διαπρεπει . ἀλλοτριας ] ὁτι δι ' ἀλλοτριαν ἀπωλλυτο γυναικα , σιωπηλως βοᾳ μετα ὀργης , δικην κυνος
δ ' ἐκπλαγεις ἐφευγε , και τα Μηδων πραγματ ' ἀπωλλυτο . πολεμου δε συμβαντος τοις Ἑλλησι προς ἀλληλους πολλου
9999952 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999952 σφαιροειδους
ὡσπερ ἑρμαια πετρον ἠλιβατον στρογγυλον , λειον ἱκανως , ἐγγυς σφαιροειδους , του μελανος και σκληρου λιθου , ἐξ οὑ
μεν γαρ ἡ γη κατωτατω παντων ἐστι , θεασωμεθα : σφαιροειδους γαρ ὀντος του κοσμου , ὁ μεν περιεχων τα
9999950 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999949 κατηντησε
του φοβουμενος . . [ ἀπεπτατο : Εἰς το αὐτο κατηντησε του γελοιου χαριν . ] [ ὡς ἀνδρειος εἰ
τον αὐτον δε τοπον και το πεζον στρατοπεδον των Πελοποννησιων κατηντησε και πλησιον του στολου κατεστρατοπεδευσε . Φορμιων δε τῃ
9999949 ἑξακισχιλιους
νικᾳ τους προ βασιλεως τεταγμενους και εἰς φυγην ἐτρεψε τους ἑξακισχιλιους , και ἀποκτειναι λεγεται αὐτος τῃ ἑαυτου χειρι Ἀρταγερσην
τουτους μεν εἰς ταξεις κατεχωρισεν , ὀντας πεζους μεν μυριους ἑξακισχιλιους συντεταγμενους , ἱππεις δε περι ἑξακοσιους , προς δε
9999947 ἀπεβαλεν
, ὁτι μονος των ἑπτα σωθεις μονος παλιν τον υἱον ἀπεβαλεν ἐν τοις ἐπιγονοις , οἱ δε ἀπο τινος Ἀδραστου
και σεμνυνομενον ἐπ ' αὐταις . ἀλλ ' ἐστιν ὁτε ἀπεβαλεν αὐτας αἰφνιδιον κατασκηψαντος οἱα τινος τυφωνος εἰς την ψυχην
9999947 Πηλειδης
Ἀτρειδης Πηλειδης : ταυτα δε , φημι το Ἀτρειδης και Πηλειδης , δια της ει διφθογγου γραφονται , ἀλλ '
λαθοι : ἡ διπλη ὁτι οὑτως ἐσχηματισε τους φυλακας . Πηλειδης δ ' οἰκοιο λεων ὡς ἀλτο θυραζε : καταχρηστικως
9999947 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999946 τετελευτηκοτα
πατριδα : ἐν ἡι 〚 καταλαβοντα προσφατως Ἀκαστον τον Πελιου τετελευτηκοτα 〛 παραλαβειν κατα γενος προσηκουσαν την βασιλειαν και τους
παροιμια . λεγεται δε ἐπι των βαρεως φορολογουντων . Τον τετελευτηκοτα μη κακολογει , ἀλλα μακαριζε : . Χιλωνος .
9999946 ἐστρατευσεν
Πανηγυρικῳ . Κυρειον στρατευμα το μετα Κυρου συναναβεβηκος , ὁτε ἐστρατευσεν ἐπι τον ἀδελφον Ἀρταξερξην : οὑ μετειχε και Ξενοφων
, ἀλλα και ἐκ των πλησιον πολεων , ἀξιολογῳ δυναμει ἐστρατευσεν ἐπι τας Θηβας . ἀντιταχθεντων δε των Θηβαιων ἐγενετο
9999946 νοσουντι
γαρ ληφθεντων οὐκετι γινεται ἀληθες το ὑγιαινειν ἐξ ἀναγκης μηδενι νοσουντι . οὑτως δε δει λαμβανειν , ὁτι το μεν
οἰκον του ἰδοντος ἐσεσθαι σημαινει και τεκνων ὀλεθρον και τῳ νοσουντι θανατον . ἀγαθον δ ' ἀν εἰη μονῳ τῳ
9999945 τοὐπισθεν
και ὀδυνη ἐς τους κροταφους και το βρεγμα και ἐς τοὐπισθεν της κεφαλης , και τα ὠτα ἠχεει , και
το ζωσμα , ἐς τοὐμπροσθεν ἀγουσι , και αὐθις ἐς τοὐπισθεν . Οἱ δε τινες οὐχι περι το ζωσμα περιβαλλουσι
9999945 ὠνομασθησαν
' ἀπο του συνοικησαντος αὐτῳ Μεγαρεως του Ποσειδωνος οἱ Μεγαρεις ὠνομασθησαν . ἀριστευοντες ἐρετμοις : ναυτικοι γαρ εἰσι . μαρ
ἀνηλωκεναι κρομμυων και σκοροδων και τυρου ταλαντα μυρια πεντακοσια . ὠνομασθησαν δε πυραμιδες ἀπο των πυρων , οὑς ἐκει συναγαγων
9999944 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999944 Ἀραβικης
Ἀραβιας . Ὁ πολιτης Δουμαθηνος , ὡς Γλαυκος ἐν βʹ Ἀραβικης ἀρχαιολογιας . Ἐρθα , πολις Παρθιας ἐπι τῳ Εὐφρατῃ
Ἀραβιας . ὁ πολιτης Δουμαθηνος , ὡς Γλαυκος ἐν βʹ Ἀραβικης ἀρχαιολογιας . Δουρα , πολις Μεσοποταμιας , ὡς Πολυβιος
9999944 θεωρητικης
, ὁσων οὐκ ἐστιν ὑπερβολη , οἱον της ἑξεως της θεωρητικης ὑπερβολη οὐκ ἐστιν , οὐδε της ἡδονης της ἐκ
ἡ εὐδαιμονια ἐξ ἐνεργειων μιας τινος ἑξεως , ἠτοι της θεωρητικης , ὡστε εἰ ἡ εὐδαιμονια συνισταται ἐκ των ἐνεργειων
9999944 ἀπεχωρησεν
και παθος μεγα τουτο Κορινθιοις ἐγενετο . το δε πληθος ἀπεχωρησεν αὐτοις της στρατιας ἐπ ' οἰκου . Ἠρξαντο δε
Λαοδαμας συν τοις ἐθελουσιν ἑπεσθαι Θηβαιων ὑπο την ἐπιουσαν νυκτα ἀπεχωρησεν ἐς Ἰλλυριους . τας δε Θηβας ἑλοντες οἱ Ἀργειοι
9999944 ἀπροσδοκητως
δε φερομενη μετριως ὠφελει και πραξεις και συστασεις και κερδη ἀπροσδοκητως ποιει . Ὁ Ἑρμης δε λαβων την ἐπικρατησιν του
παθων , . , . . . . Ἀνωϊστι : ἀπροσδοκητως : παρα το οἰω , ὁπερ ἐν διαιρεσει γινεται
9999943 ἐκλειπουσης
, τοις δε παραθαλασσιοις τοποις λοιμον . της δε Σεληνης ἐκλειπουσης ἐν τῃ αʹ τριωρῳ Αἰγυπτιοις νοσους , φονους ,
ἠ και ὑλης ἀει ἐπιτηδειας ἐχομενως ἐμπιπραμενης της δ ' ἐκλειπουσης : ἠ και ἐξ ἀρχης τοιαυτην δινην κατειληθηναι τοις
9999943 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999943 δριμυτατου
, μια δε του νιτρου . μετα δ ' ὀξους δριμυτατου καταπλαστεον , και πυρινον δ ' ἀλευρον συν δαφνισι
χρονιους λειχηνας . ] Καππαρεως φυλλα τριψας μετ ' ὀξους δριμυτατου μετα ἰσου μελιτος ἐπιτιθει . ἀλλο . λαπαθου φλοιον
9999943 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999943 ἀπετελεσεν
ταυτα το σταδιον το ὑπερ τον Ἰλισσον ἐσω τετταρων ἐτων ἀπετελεσεν ἐργον ξυνθεις ὑπερ παντα τα θαυματα , οὐδεν γαρ
ζῳδιῳ και του Διος ἐν Ὑδροχοῳ λαμπρον και ἐνδοξον τουτον ἀπετελεσεν . ὁμοιως και ἡ Σεληνη πληθουσα ἐν τριγωνῳ σχηματι
9999943 Κολοφωνιων
, ὁπου ποτε ἐν τοις δυσκαταλυτοις πολεμοις το ἱππικον των Κολοφωνιων ἐπικουρησειε , λυεσθαι τον πολεμον : ἀφ ' οὑ
ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω τειχεος ποιευμενους
9999943 χαλκης
, λιθαργυρου # γ , ὀξους # β , λεπιδος χαλκης μελαινης # β , χαλκιτεως # β , ἰου
, στυπτηριας σχιστης και στρογγυλης , χαλκιτεως ὀπτης , λεπιδος χαλκης ἀνα # γ , ἀλοης # α # ,
9999943 διδασκουσα
χρησεται , ἡ παρθενος δε ἑπεται κοσμιως το θηλυ χορευειν διδασκουσα , ὡς εἰναι τον ὁρμον ἐκ σωφροσυνης και ἀνδρειας
λεγεται . λεγεται γαρ το ὀργανον και ἡ μεθοδος ἡ διδασκουσα ἡμας το πως δει ἀποτελειν και ἐργαζεσθαι τα ἐν
9999943 Στρατοκλης
σε φασιν , Ἀπολλωνιε , τουτι γαρ ἀπηγγειλεν ἐνταυθα και Στρατοκλης ὁ Φαριος ἐντετυχηκεναι σοι φασκων ἐκει , και την
γαρ και Ἁγνιας , ὠ ἀνδρες , και Εὐβουλιδης και Στρατοκλης και Στρατιος ὁ της Ἁγνιου μητρος ἀδελφος ἐξ ἀνεψιων
9999943 ἀποκρινομεθα
τινος ἐρωτησαντος δια το ἀποσβεννυσθαι το πυρ ἐν τοις νεφεσιν ἀποκρινομεθα : τι δε ἐστι βροντη ἐρωτησαντος , λεγομεν ψοφος
ἀνθρωπος ; ἠ ποσαχως ὁ ἁλιευς ἀγρευει τους ἰχθυας ; ἀποκρινομεθα δη και προς τουτο : μοναχως , διχῃ ,
9999943 ὡρισαντο
τα δε εἰς ἰδιον τι παθος ψυχης μονα συγγνωμης εἰναι ὡρισαντο , οἱον ἐλεον ἠ ὑπνον ἠ εἰ τι τοιουτον
. Και ταυτα μεν κατα το ὁλοσχερεστερον , μερικως δε ὡρισαντο ἐν μεν Κριῳ ἐκλειψεως γενομενης ἐν Αἰγυπτῳ και τοις
9999942 εὑρισκομενα
τε γαρ εὐποριστα ἐστι και κατα πασαν καιρων περιστασιν εὐχερως εὑρισκομενα , και εἰς τας ἐπικρισεις των συνθετων δυναμεων εὐχρηστος
, ὡς ἐπιπαν ἐν τοις των ἀδηφαγων | παιδιων διαχωρημασιν εὑρισκομενα . οἱ γαρ ἐλλογιμωτατοι των συγγραφεων εἰδος αὐτα σκωληκων
9999942 διωρισεν
ζωονδιασκοπειν φαινεται το της ὀψεως ἀηθες . ταυτα μεν οὑτω διωρισεν ὁ γραφευς , τοις δε νομευσιν ἡγειται της πορειας
το πρωτον . και ὁτι ὁ νομος οὐ προς ἑν διωρισεν , τινι δοτεον , και τινι μη : εἰ
9999942 χαλεπωτεραν
ἐγωγε ἀθλια , ἡτις την γην ὡς ἐπιβουλον ἐφυλαττομην πολυ χαλεπωτεραν ἐχουσα την θαλασσαν , ἐφ ' ἡν κατεφυγον .
: τροπον γαρ τινα και ὁ μετανοων σῳζεται , την χαλεπωτεραν των ἐν τῳ σωματι παθων νοσον ψυχης ἐκτρεπομενος .
9999942 ἡλισκοντο
οἱ δε πειρωμενοι τουτο ποιειν , πλαγιους ἐχοντες τους ἱππους ἡλισκοντο . Πολυχαρμος μεντοι ὁ Φαρσαλιος ἱππαρχων ἀνεστρεψε τε και
ἐκελευον παλιν ἀναγιγνωσκειν τους νομους και το ψηφισμα , και ἡλισκοντο οἱ τα παρανομα γραφοντες , οὐκ εἰ παντας παραπηδησειαν
9999941 τραχηλοι
ὀπτηθειη : ἀντιπρακτικωτερα δ ' ἡ ἑφθη . οἱ δε τραχηλοι αὐτων λυουσι κοιλιαν , δυσπεπτοι δ ' εἰσιν :
πορφυραι μεταξυ πιννης εἰσι και κηρυκος : και οἱ μεν τραχηλοι αὐτων πολυχυλοι , εὐστομοι , το δε λοιπον ἁλυκον
9999941 Πυθαγορικων
Περι φυσιος [ ] πολλα διεξιασιν . . και των Πυθαγορικων δε πολλοι την αὐλητικην ἠσκησαν , ὡς Εὐφρανωρ τε
Θηβαιον αὐλειν μαθειν παρα Ὀλυμπιοδωρῳ και Ὀρθαγορᾳ . και των Πυθαγορικων δε πολλοι την αὐλητικην ἠσκησαν , ὡς Εὐφρανωρ τε
9999941 ἐξεχεοντο
' ἐπειτα πεπαυμενοι Ἀσμενοι , οἰμαι . πυργων δ ' ἐξεχεοντο , βοη δ ' ἀσβεστος ὀρωρει . Κακιστ '
σφηκεσσιν | ⌋ ? ? ? ⌊ ⌋ ἐοικοτες ⌊ ἐξεχεοντο εἰνοδιοις . | ἠ ἀπο ⌋ ? θυματος Δελφοι
9999941 προτακτικα
μη ἐμποδιζεσθαι τα της ἐγκλισεως . ἠν γαρ και αὐτα προτακτικα , την μεν ἀναφοραν ἐπιστρεφοντα εἰς τα προκειμενα ,
το ἐπιμελειται . αὐταρ : δε . ὁ : τα προτακτικα ἀρθρα στερηθεντα των ὑποκειμενων ὀνοματων ταχυτερον ἐκφωνουνται και ἀντι
9999941 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999941 ὀξυτατοι
βουποροι , ὁ ἐστιν : ὀβελισκοι σφαττειν δυναμενοι , ἑκατερωθεν ὀξυτατοι . το δε ἐκλυτοι ὡς προς τα μεσαγκυλα :
προς τῃ Ἰταλιᾳ , ἐν ᾑ γινονται πορφυραι διαφοροι και ὀξυτατοι . βουλεται οὐν δηλουν , ἱνα μη σε πληγας
9999941 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999941 μνημεια
και τῳ αἱματι ὡς ἀπο του προηγουμενου το ἑπομενον . μνημεια : περονας ἠ τριχας ἠ τι τοιουτον . ἐθος
φοινισσᾳ θουρος Ἀρης ψακαδι . ἀντι δ ' ἀκοντοδοκων ἀνδρων μνημεια θανοντων ἀψυχ ' ἐμψυχων ἁδε κεκευθε κονις . Ἠεριη
9999941 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999941 ἠρχοντο
πολλοις των βαρβαρων , γυμνους ἀνδρας ὁρασθαι , και ὁτε ἠρχοντο των γυμνασιων πρωτοι μεν Κρητες , ἐπειτα Λακεδαιμονιοι ,
πραττοντα δαιμοσι ] τοις θεοις φιλα ] προσφιλη ἡκον ] ἠρχοντο ἀναγγελλοντες ] μηνυοντες , λεγοντες αἰολοστομους ] ποικιλους χρησμους
9999941 ἐσπεισατο
ὁσοι ἐνησαν διαφθειρει : και τον Ἱππιαν ὑστερον ἐσαγαγων ὡσπερ ἐσπεισατο , ἐπειδη ἐνδον ἠν , ξυλλαμβανει και κατατοξευει .
: και παλιν ἐπρεσβευσε Φρυνων περι εἰρηνης προς Φιλιππον : ἐσπεισατο τον παιδα ὡραιον ἐκει καταλιπων : ἐγραψατο αὐ -
9999941 Συρακοσιων
προς τον κρημνον αὐτοις ἐξειργαστο , ἐπιχειρουσιν αὐθις τῳ των Συρακοσιων σταυρωματι και ταφρῳ , τας μεν ναυς κελευσαντες περιπλευσαι
ἀν Ἀττικων μεν νεων ἀπολομενων ἑξηκοντα , παρα δε των Συρακοσιων ὀκτω μεν τελεως διεφθαρμενων , ἑκκαιδεκα δε συντετριμμενων .
9999941 ἐνοησεν
τε δυ ' ἐρχομενω , και τε προ ὁ του ἐνοησεν ὁππως κερδος ἐῃ : μουνος δ ' εἰ περ
τις ἀνδρων οὐκετ ' ἐοντων ἐφρασατ ' : οὐδ ' ἐνοησεν ἁπαντ ' ὀνομαστι καλεσσαι μορφωσας : οὐ γαρ κ
9999941 ἐτραποντο
. ἐκπλαγεντες δε τῳ πραγματι , παιομενοι τε και τιτρωσκομενοι ἐτραποντο . αὐτος τε Ἀρταβανος ἁρπαγεις ὑπο των περι αὐτον
ἀμφοτεροι και , ὡς ἐμαθον το ποιευμενον , προς ἀλκην ἐτραποντο : ὁ μεν δη αὐτων φθανει τα τοξα κατελομενος
9999941 προαιρετικα
ἐφ ' ἡμιν μεν προαι - ρεσις και παντα τα προαιρετικα ἐργα , οὐκ ἐφ ' ἡμιν δε το σωμα
ἐν ἑαυτοις πορωδεις τε και λιθωδεις συστασεις πηγνυσθαι τε τα προαιρετικα νευρα και τους συνδεσμους και τους τενοντας , ἐπιτηδειως
9999941 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999940 ἀπετιθεντο
ἀλλα και ἑκαστου των μοναδικων ἀριθμων των ἀχρι δεκαδος ἰδεαν ἀπετιθεντο : ἁπλουστατοι γαρ οὑτοι και εἰδικην ἐχοντες προς ἀλληλους
χρηματα φυλασσοντες , ἁ προτερον κοινῃ οἱ Ἑλληνες ἐν ἀδηλῳ ἀπετιθεντο . „ πληρη μασχαλισματων „ . εἰρηκε τον μασχαλισμον
9999940 ἐπελαθετο
, εἰς ἁ παντων ἡμων ὁ νους καθαπαξ κεχηνως τροφης ἐπελαθετο , δεον οὑτως εἰπειν , ἐπειδη ὁ Σωκρατης ὡς
μυθον δικαζοντι . καιτοι ἑτερος γ ' ἀν ἐχων συνεχειαν ἐπελαθετο και αὐτος ἑαυτου , μη ὁτι του ἀντιπαλου ,
9999940 συμπιπτετωσαν
ἡ ΔΕ ἐλασσων ἐστι της ἐν τῃ σφαιρᾳ διαμετρου . συμπιπτετωσαν κατα το Ζ σημειον . ἐπει οὐν ἀπο τινος
, εἰπερ και αὑται κἀκειναι δυο ὀρθαις εἰσιν ἰσαι . συμπιπτετωσαν οὐν αἱ ΖΑ , ΗΓ κατα το Λ .
9999940 δικαστικη
κρισεως και ὁ ἀδικειν νομισθεις μη εἰσπραχθειη πλεον ἠπερ ἡ δικαστικη βουλεται ψηφος . εἰ γαρ μη ὑπηρχον οἱ ταυτα
ταις πολεσιν ἀκολασταινοντας και παρανομουντας ὀρθως κολαζει ; οὐχ ἡ δικαστικη ; Ναι . Ἠ ἀλλην οὐν τινα καλεις και
9999940 ἀπεφαινετο
κοσμικων αἰωνιας διαμονης την “ κρατιστευοισαν ” και αὐτογενη συνοχην ἀπεφαινετο εἰναι τον ἀριθμον : Ἱππασος δε και οἱ ἀκουσματικοι
δει τυχειν αὐτον προϊοντος του χρονου . προς δε τουτοις ἀπεφαινετο διοτι παντα γινεται τα καλα και παρ ' ἀνθρωποις
9999940 θεωρητικην
ἐν ταὐτῳ γαρ παρορμαν ἐπιχειρει εἰς τε την πρακτικην και θεωρητικην φιλοσοφιαν . το μεν γαρ κτησασθαι φρονησιν ποιητικης τινος
: ἀγαθον γαρ τῳ σπουδαιῳ το εἰναι : την γαρ θεωρητικην διωκει ζωην και την ἑαυτου οὐσιαν συνισταναι ζητει :
9999940 προσεταξε
ἡ ὀρεξις και ἡττατο της φυσεως , τηνικαυτα οὐκ ἐνεγκων προσεταξε τον παιδα πριασθαι την λοπαδα . ἐπει δε ἐφατο
ἐπενοησε τι τοιουτο . την μεν ἀλλην δυναμιν παραδους Πιθωνι προσεταξε κατα σχολην ἀκολουθειν , αὐτος δε τους ἱππεις ἀναλαβων
9999940 Φιλιππος
τους ἐκ της φυγης ἐπανιοντας . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Φιλιππος ὁ των Μακεδονων βασιλευς Μεθωνην μεν ἐκπολιορκησας και διαρπασας
ἠξιωθησαν , ὁ δε [ τουτῳ ] τῳ μαντειῳ βοηθησας Φιλιππος ἀπο τουτων των χρονων ἀει μαλλον αὐξομενος το τελευταιον
9999940 ἀμεινοσι
διαθεσεως ἐπι θερμοτητι πλειονι ἐφελκυσθειη ἀν τα περιττα προς τοις ἀμεινοσι χυμοις , ὁτε λειπεσθαι χωρις παρυφισταμενων τελειν τα ἐνουρουμενα
ἐπηγγελλες φιλων ἠν κηδομενου και ὡς ὁσων μνησθειης εὐθυς ἐν ἀμεινοσι και ὡς ὁ διδους παρῃει την του λαμβανοντος ἡδονην
9999940 τοιουτοϲ
και ϲυμπαντα ϲημεια και ϲυμπτωματα ὀλεθρια , τεθνηξεται μεν ὁ τοιουτοϲ ἀρρωϲτοϲ , ἀλλ ' εἰ μεν ὀξεωϲ κινοιτο κατα
ταπεινοϲ τιϲ ἠ ϲτενοϲ ἠ και βραχυϲ φαινομενοϲ οὐκ ὠν τοιουτοϲ , ἀλλα δια παχοϲ πιμεληϲ τινοϲ ἠ ϲαρκων ἠ
9999940 κεφαλαια
κατα μονας ἑκαστον των παραλελειμμενων σποραδην και εἰς οὐ συνημμενα κεφαλαια συναγαγων τουτο σοι το βιβλιον ἐποιησα , ὡς ἀν
ἐπι τα σοι πεπραγμενα , οὐχι δε ἀποχρη μονα τα κεφαλαια εἰπειν των ἀδικηματων , ὁτι ἐπιτραπεν σοι μοιρασαι τα
9999940 κεφαλαλγιαν
ἐνεψηθεισων ἐλαιῳ . και την δι ' οἰνου ποσιν ἀμετρον κεφαλαλγιαν τοις ψυχουσι θεραπευσεις : θερμοι γαρ εἰσιν οἱ την
ἀλλο . οἱ ἐν τῃ κεφαλῃ του λαβρακος εὑρισκομενοι λιθοι κεφαλαλγιαν ἰωνται και εἰς ἡμικρανιαν περιαπτομενοι δεξιος δεξιᾳ και ἀριστερος
9999940 ἐλευθερουν
ἁλωσις ὑπο Συρακοσιων . θʹ . Ὡς Ἀκραγαντινοι τους Σικελιωτας ἐλευθερουν ἐπεχειρησαν . ιʹ . Ὡς των Συρακοσιων εἰκοσι ναυς
Λεωτυχιδην συνεδρευσαντες μετα των ἡγεμονων και διακουσαντες των Σαμιων ἐκριναν ἐλευθερουν τας πολεις , και κατα ταχος ἐξεπλευσαν ἐκ Δηλου
9999940 Φιλιππικοις
και Βιτιαν και Βουχετα . . . Πανδοσια : Δημοσθενης Φιλιππικοις . περι της ἁλωσεως των ἐν Κασσωπιαι πολεων ,
λεγεται και τραπεζικος , οὑ μεμνηται και Δημοσθενης ἐν τοις Φιλιππικοις : τον μεν των χρηματων λογον παρα παντων λαμβανειν
9999939 τετραποσι
ζῳων χολαι πασαι δριμυτεραι τε και ξηραντικωτεραι των ἐν τοις τετραποσι , των δε πτηνων αὐτων αἱ τε των ἀλεκτοριδων
φαρμακοις τισι τελευτωσιν . εἰ δε το σχημα ἐν τοις τετραποσι ζῳδιοις ἐστιν , ἐκ συμπτωσεως θνησκουσιν ἠ ἐγγυς του
9999939 Δημαδης
ἀπολαμβανειν . . . . . : εἰ μητι και Δημαδης ὁ ῥητωρ γραμματικος ὠν πολλοις των Ἀθηναιων μετα την
ἐπιγενομενην , ὑποδιαιρουντες λεγομεν ὡς ἐν ἐκεινῳ τῳ προβληματι : Δημαδης πρεσβευσας παρα τον Φιλιππον , και ἐρομενου ποταπαι εἰσιν
9999939 ἀποδοκιμαζει
, και μαλιστα ἐκ τινος Ἁλιζωνους εἰρηκε τους Χαλυβας , ἀποδοκιμαζει την δοξαν : ἡμεις δ ' ἀντιπαραθεντες τῃ ἡμετερᾳ
οὐκ εἰσιν ἀξιοπιστοτεροι Ἀντιπατρου , ὁς οὐδε τους τοιουτους λογους ἀποδοκιμαζει . . . . Ἀντιπατρος γαρ , των ἐν
9999939 κορρης
πρωτα διδασκοντας γραμματα και ὑπο του τυχοντος ὑβριζομενους και κατα κορρης παιομενους ὡσπερ των ἀνδραποδων τα ἀτιμοτατα . Φιλιππον γουν
, οἱ ἐς τα ἐθνη φοιτωσι , μονον οὐκ ἐπι κορρης παιει δουλουμενους τοις χρημασιν [ ἠ ὑπερορωντας αὐτων δια
9999939 Κορινθιαν
' ἀν κτανειν πεισασα Πελιαδας κορας πατερα κατωικει τηνδε γην Κορινθιαν ξυν ἀνδρι και τεκνοισιν , ἁνδανουσα μεν † φυγηι
των ζωγρηθεντων παντων , και ὁτι λαβοντες δυο τριηρεις , Κορινθιαν και Ἀνδριαν , τους ἀνδρας ἐξ αὐτων παντας κατακρημνισειαν
9999939 Πριαμιδης
το ἐκ Παρου μη ποιουμενος ξυνεμπορον της ἑαυτου σοφιας , Πριαμιδης τε γαρ ἱκανως ἐστι και τον Ἑκτορα ὑμνων οὐ
τας σφων ὀψεις , Διομηδης τε ὁ Τυδεως και ὁ Πριαμιδης Ἀλεξανδρος : ὁ μεν Διομηδης σωφρων ὠν ἀνηρ και
9999939 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999939 φροντιδες
ὀψιν , το λειπομενον της νυκτος ἀυπνος διατελεσαςἠγειρον γαρ αἱ φροντιδες κεντου - σαι και τιτρωσκουσαι , μεταπεμπεται τους σοφιστας
ἀγορῃ μεν νεικεα και χαλεπαι πρηξιες , ἐν δε δομοις φροντιδες : ἐν δ ' ἀγροις καματων ἁλις , ἐν
9999939 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999939 φρουρια
τε και εὐηλατα . ἀφικομενος δε ὁπου ἠν αὐτοις τα φρουρια και ἡ φυλακη , ἐνταυθα ἐδειπνοποιειτο , ὡς πρῳ
ἐχειρωθη πασα ἡ τουτων και κατεστραφη πολισματα τε ἑαλω και φρουρια ὀλιγου δειν τριακοσια και οἱ τουτων ἡγεμονες ἐληφθησαν :
9999939 Περσικης
. του δε προς ἑω πλευρου το μεν δια της Περσικης κατα μηκος ἀπο της Ἐρυθρας ὡς ἐπι Μηδιαν και
. δυο δ ' εἰσιν , ἡ μεν ἀρωματοφορος μεταξυ Περσικης και Ἀραβικης θαλασσης , ἡ δε μαλλον δυτικη συναπτουσα
9999939 σκευαζομενα
ὀξους και χλιαρον ἐπιχεομενον και τα δια γλαυκιου και κροκου σκευαζομενα παντα τον αὐτον τροπον και αὐτα προς μετριας φλεγμονας
παρωτιδας δυναμενων , οἱα ἐστι τα δια ζυμης και ἰξου σκευαζομενα βοηθηματα , οὑτοι φανερως αἰτιοι του πνιγηναι τους καμνοντας
9999939 στρατειᾳ
ὀλιγων μεν ἡμερων ἀναγκη ἐσοιτο ἀπιεναι δια το ἐξηκειν τῃ στρατειᾳ τον χρονον , εἰ δε καταλειψοι ἐρημους οἱς ἠλθε
ἐμην δοξαν , ἀλλα ὁ πρωτος μεν ἐλασας ἐπι Ἰνδους στρατειᾳ , πρωτος δε Εὐφρατην γεφυρωσας ποταμον : Ζευγμα τε
9999939 Πεισανδρου
ἐξοισων ἐπιγυον . ἠ δωρ ' αἰτων ἀρχην πολεμου μετα Πεισανδρου πορισειεν . ἠ βοιδαριων τις ἀπεκτεινε ζευγος χολικων ἐπιθυμων
Ἀρισταγορου ἀρετης εὐμαρες ἠν διαγνωναι συμβαλοντας , ὁτι του Λακωνικου Πεισανδρου ἀπογονος ἠν , του ποτε συν τῳ Ὀρεστῃ ἀποικιαν
9999939 ἐξοπισθεν
ἀναδυομενον φαινεσθαι , δια των φυτων βαινειν ἑλκοντα το κουφον ἐξοπισθεν ὀστρακον . . . . Σ . . .
μεν συκον ἐμπροσθεν φερει του καρπου , τον δε ὀλονθον ἐξοπισθεν . οἰδα , φησιν , ὀνοματα συκων και ἀλλα
9999939 ἐπολιτευσατο
Ὁ γαρ αὐτος οὑτος ἀνηρ και προτερον τι τοιουτον πολιτευμα ἐπολιτευσατο . Ἠτιασατο | τινας εἰναι οἱ ἀρα ἐνεχειρουν συνδεκαζειν
σφοδρα δε ἀποτυχων και ἐρυθριασας παρεγενετο ἐν τῃ Ῥοδῳ κἀκει ἐπολιτευσατο και σοφιστευει ῥητορικους λογους , ὁθεν αὑτον και Ῥοδιον
9999939 μαστιγουν
πονηρος ἰσως στρατιωτης , ὁ δ ' οὐ παντι σθενει μαστιγουν δοκων πληγαις εἰς τουτ ' ἠναγκαζετο ταὐτα ποιων και
οὐ δια τουτων καταλυεται . παλιν κωπας τις ὑφειλετο : μαστιγουν , στρεβλουν παντες οἱ λεγοντες , τον δημον καταλυεσθαι
9999939 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999939 ἐμπιπτουσης
ἐν ἀριστερᾳ κειμενη ἐτι πληττεται ὑπο της χειρος της λαιας ἐμπιπτουσης ἠρεμαιως και οἱον νη Δι ' ἀταλλουσης . ὁρα
δε κατω και την μεν ἐπι το ἑτερον μερος της ἐμπιπτουσης εὐθειας , την δε ἐπι το ἑτερον : εἰ
9999939 ἀκριβεστεροι
Ἀθηνησιν , ἐν οἱς οἱ νομοι περιεχονται . οἱ δε ἀκριβεστεροι ἀξονας μεν τετραγωνους λιθους , κυρβεις δε τριγωνους :
. του δε κενου παραδειγμα μεν ἐν τοις ἀριθμοις οἱ ἀκριβεστεροι των λογων οὐκ ἀπολιμπανουσιν , ἐπει μηδ ' ἐν
9999939 ἀπαγγελιαν
ἐτι δε προς τουτοις ἀνασκευαζομεν και κατασκευαζομεν . την μεν ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας
γεροντος πιθηκου . Και ταυτα μεν ταυτῃ . Την δε ἀπαγγελιαν βουλονται περιοδων ἀλλοτριαν εἰναι γλυκυτητος ἐγγυς . Ὁ δε
9999939 Κορινθιου
Μονιμος Συρακοσιος μαθητης μεν Διογενους , οἰκετης δε τινος τραπεζιτου Κορινθιου , καθα φησι Σωσικρατης . προς τουτον συνεχες ἀφικνουμενος
ὀψοφαγος Ἀπολλων . ὁτι ἐν Πισσατιδι γραφη ἀνακειται Κλεανθους του Κορινθιου ἐν ᾑ Ποσειδων πεποιηται θυννον τῳ Διι προσφερων ὠδινοντι
9999939 γεγραμμενα
της γραφης λεγειν , μη κωλυειν τον νομον ἠ αὐτον γεγραμμενα λεγειν ἠ ἐκεινον ἀγραφα : τον γαρ νομον οὐκ
ἐστι καταγεγραμμενα : κενα μαλλον ἠ ὁτ ' ἠν οὐδεπω γεγραμμενα οὐδ ' ἐστιν εἰπειν περι μαγειρικης : ἐπει εἰπ
9999939 ἀπωνατο
φοιτωντων παρ ' αὐτῳ . τοσουτον , ὡς ἐοικεν , ἀπωνατο της συνουσιας αὐτου . ταυτ ' οὐν ἡμεις ἐπι
τον δανεισαμενον δεον ἐστιν ἀπιδειν προς την ὠφελειαν , ἡν ἀπωνατο και ταξαι την ἀντευποιϊαν . ζητει δε τουτο εἰς
9999938 ἀναγεγραφεν
ἐπι τῳδε Σωτηρα ἐπικληθηναι τον Πτολεμαιον : καιτοι αὐτος Πτολεμαιος ἀναγεγραφεν οὐδε παραγενεσθαι τουτῳ τῳ ἐργῳ , ἀλλα στρατιας γαρ
' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης πολλων ἀναγεγραφεν ἀνδρων ἀποφασεις περι ἑκαστου των ἐκκειμενων κεφαλαιων : ἡμιν
9999938 ἐξαρκεσει
εἰη . εἰ μεν οὐν , ὡς τοις μετριοις δικην ἐξαρκεσει λαβειν , οὑτω τους νομους θησει , μετ '
ἀλλ ' ἐαν οἱ προσθεν ἱκανως και καλως εἰπωσιν , ἐξαρκεσει ἡμιν . ἀλλα τυχῃ ἀγαθῃ καταρχετω Φαιδρος και ἐγκωμιαζετω
9999938 ἠκουσα
τα μεν οὐν εἰρημενα πολλα ἠν , ἐγω δε ὀλιγων ἠκουσα ὑπο πληθους των περιεστωτων . εἰτα φοβηθεις μη συντριβειην
. . . τεθαπται . . ἠδη του ἐγωγε και ἠκουσα των σοφων , ὡς νυν ἡμεις τεθναμεν και το
9999938 ὑπερεβαλετο
δε ἐν Ὀλυμπιᾳ του Ῥοδιου παλαιστου τολμημα Ἀρτεμιδωρος γενος Τραλλιανος ὑπερεβαλετο κατα ἐμην δοξαν . Ἀρτεμιδωρῳ γαρ ἁμαρτειν μεν Ὀλυμπιων
ἀλλους τε ἀγωνας και Ὀλυμπιασι νικησαντα , οὐδεπω ἀνηρ ὠν ὑπερεβαλετο : οὐ γαρ ἐκεινος ἀλειπτος . τοιουτος μεντοι ὠν
9999938 εὐρυτερα
. τα γαρ παχεα ὑπο πιμελης των δερματων ἁλσι μαλαττομενα εὐρυτερα γινεται : ὀναιτ ' ἀν οὐν , φησιν ,
και νυν κατασκευαζονται ἐπιμηκεσι πανυ οὐσαις και τα μεν κατω εὐρυτερα πως ἐχουσαις , ἐπισυναγο - μεναις δε , καθ
9999938 ἀπαγορευσαι
κοψας παραθειναι . και ὀψωνων μηθεν πριαμενος εἰσελθειν . και ἀπαγορευσαι τῃ γυναικι μητε ἁλας χρηννυειν μητε ἐλλυχνιον μητε κυμινον
σον οἰκον ἀπειπειν με , και τουτο ποιησω : τουτεστιν ἀπαγορευσαι ὑπο κηρυκων . ἀπηγορευον οἱον : ὁδε οὐ βουλεται
9999938 δωδεκατημοριου
. ἐπι τελει δε τῳ του Ἑρμου οὐδεποτε πλειον ἑνος δωδεκατημοριου την ἀπο του ἡλιου διαστασιν ἐφ ' ἑκατερα ποιουμενῳ
δια μεσων των ζῳδιων κυκλου τμηματων τῃ δι ' ἑνος δωδεκατημοριου , ἐπι δε των προς ἀνατολας ἠ και προς
9999938 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999938 ἐστρατευσαντο
οἱ Τεγεαται ἐπεμψαν ἐς Δελφους , Λακεδαιμονιους ὁτε ἐπι σφας ἐστρατευσαντο αἰχμαλωτους ἑλοντες : Λακεδαιμονιων δε ἀπαντικρυ τουτων ἀναθηματα ἐστιν
τετελευτηκοτα : ἠτοι γαρ οὐδε ὁλως ἐστρατευσαντο , ἠ εἰπερ ἐστρατευσαντο , παντες ἐφυγον . Ἀντισθενης μεν οὐν και Διογενης
9999938 ἐκρινετο
τυραννιδος χαλεπωτερα και δεινοτερα νυν , ἠ ὁταν της τυραννιδος ἐκρινετο , ἐπι το δικαστηριον αὐτον εἰςαγγελλοντες ἐληλυθαμεν : και
ἀλλο οὐδεν ἐπεσημανθη , ἀλλ ' ἐν τῃ φωνῃ μουνῃ ἐκρινετο . Τα δε νυκταλωπικα ἱδρυετο , ὡς και τα
9999938 Θετταλιας
. το ἐθνικον Μελιευς ὡς Ὑριευς . Μελιβοια , πολις Θετταλιας . Στραβων ἐνατῳ . το ἐθνικον Μελιβοευς , ὡς
των Λακεδαιμονιων συμμαχιαν : αὐτος δε μετα της δυναμεως δια Θετταλιας την πορειαν ποιησαμενος ἡκεν εἰς Διον της Μακεδονιας .
9999938 ἐστρατοπεδευσαντο
. Χειρισοφος μεν οὐν και ὁσοι ἐδυνηθησαν του στρατευματος ἐνταυθα ἐστρατοπεδευσαντο , των δ ' ἀλλων στρατιωτων οἱ μη δυναμενοι
ἀπαγουσιν αὐτους ἀπο του λοφου και προελθοντες ἐς το ὁμαλον ἐστρατοπεδευσαντο ὡς ἰοντες ἐπι τους πολεμιους . Τῃ δ '
9999937 πιουσα
' ὑδαρες οὐτ ' ἀκρατον . οἰδ ' ἐγω ποτε πιουσα . ἐαν δε τοὐργαστηριον ποιητε περιβοητον , κατασκεδω ,
ἐμβαπτουσα ἐς μελι , και μελικρητον χλιερον ὁσον κοτυλας τεσσαρας πιουσα , ἐπειτα , ἐπην φαγῃ , σμικρον ἐπισχουσα ,

Back