δε ὑπατων χειροτονιας , Μαρκος μεν Ἀντωνιος ἐπι την ἑτεραν ἀναμφιλογως ᾑρεθη , την δε ὑπολοιπον Γλαυκιας ὁδε και Μεμμιος
πεποιηκεναι : πολλοις δ ' ἠν και βουλομενοις βασιλεα αὐτον ἀναμφιλογως γενεσθαι . Παντοδαπαι μεν φημαι ἐν τῳ ὁμιλῳ ἠσαν
9999981 ἀναμφισβητητον
, και ᾐδεσαν ταυτην ὁποια ἠν , και ἐπ ' ἀναμφισβητητον παντες κατεχωριζοντο . καλον μεν γαρ ἡγειτο ὁ Κυρος
πολλην ἐχοντες ὑπερβολην , εἰτα κατα την ψυχην , ὡστε ἀναμφισβητητον εἰναι και φανεραν την ὑπεροχην τοις ἀρχομενοις την των
9999980 βουλευσεως
και βουλευεται , ἡ δε φυσις ἀπο της ἀρχης ἀπροσδεης βουλευσεως . Και δει του παντος την διοικησιν και τον
, δωροξενιας δωρων , συκοφαντιας , ψευδοκλητειας , ψευδεγγραφης , βουλευσεως , ἀγραφιου , μοιχειας . εἰσαγουσι δε και δοκιμασιας
9999979 πενθημιμερους
ἐκ δακτυλικης διποδιας και τροχαϊκου [ και ἰαμβικης βασεως ] πενθημιμερους . το ιʹ ἐξ ἀντισπαστου πεντασημου και τροχαϊκης κατακλειδος
τῳ αʹ της στροφης . Το ζʹ ἐγκωμιολογικον ἐκ δακτυλικου πενθημιμερους και ἰαμβικου ὁμοιου , ὁ και διπενθημιμερες καλειται ,
9999979 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999978 βουλευτηριον
ὁμονοουντων τινα βοηθειαν εὑρασθε ὑμεις περι μεσας νυκτας εἰς το βουλευτηριον συνελθοντες ; ἡπερ ὠνησεν ὁμολογουμενως παντα τα πραγματα και
. . . . . ἀλλ ' ἐστιν εὐστοχον τι βουλευτηριον ταὐτοματον . ἐπηρεαστικον γε τι ταὐτοματον ἐστι τῳ βιῳ
9999978 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999978 καθαιρεσει
φιλεριν και λογων πιθανοτητας ὡσπερ τινας συμβολας και ἐρανους ἐπι καθαιρεσει του καλου ποριζοντα και ἀκρατῳ φλεγομενον και καταμεθυοντα ἀρετης
, ὁσα δη ἐγκωμιαζομεν ἠ ψεγομεν . δει δε μη καθαιρεσει των ἐξεταζομενων αὐξειν τα ἡμετερα , οὑτω γαρ οὐ
9999978 σοφωτατον
οὑτω λαβοντα , ὡς ἐγω λεγω , τουτον ἐγω καλω σοφωτατον και διισχυριζομαι παιζων τε και σπουδαζων . δηλον γαρ
του Σωκρατους ὁ θεος μεμαρτυρηκε περι ἀμφοιν , χρησας ἐκεινον σοφωτατον εἰναι , ὡστε διπλην οὐσαν την του Σωκρατους μαρτυριαν
9999977 ἐπιτιθεασι
παρα το κατω ἀρθρον του μεγαλου δακτυλου σπυραθον αἰγειαν πυρωσαντες ἐπιτιθεασι δι ' ὀδονταγρας , ἀλλασσοντες τας σπυραθους ἀχρι του
σφοδρα τῳ πωματι του πιθου μετα κηρου προσκολλωσι , και ἐπιτιθεασι τοις πιθοις τα πωματα , και μετα τεσσαρακοντα ἡμερας
9999977 ἀφαιρεισθαι
οὑς λεγεις μονους κακιζων , ἀλλα κοινῃ πασι βασκαινων παντας ἀφαιρεισθαι πειρασθαι τας δωρεας . μαλλον δε οὐκ εἰκαζειν ,
ἀπο μερους ἠ μερος ἀπο ὁλου . ὁλον μεν οὐν ἀφαιρεισθαι λεγειν ἠτοι ἀπο ὁλου ἠ ἀπο μερους ἀπεμφαινει προδηλως
9999977 παραθες
τους μυς , τιθυμαλον κοψας μετα ἀλφιτων και οἰνομελιτος μιξας παραθες αὐτοις : φαγοντες γαρ τυφλωθησονται . Ὁ δε Ἀνατολιος
; Γεωργια . την δ ' ἀσπιδα ἐπιθημα τῳ φρεατι παραθες εὐθεως . ἰω Λακεδαιμον , τι ἀρα πεισει τημερα
9999977 λαμβανοντι
ἡδονη ἀγαθον . ἀλλα οὐδε τουτων τις ὁ αὐτος τῳ λαμβανοντι πασαν ἡδονην ὑπο τεχνης γενησεσθαι , παν το ὑπο
εἰτα προϲπαϲϲειν ξηρῳ νιτρῳ ἠ μετα τρυγοϲ ὀξουϲ ἠ τῳ λαμβανοντι νιτρου ἀφρου # α , λιβανωτου , θειου ἀπυρου
9999977 ἀπαγγειλαντος
. Του δε κηρυκος τα λεχθεντα παρα της Οἰνωνης θαττον ἀπαγγειλαντος ἀθυμησας ὁ Ἀλεξανδρος ἐξεπνευσεν , Οἰνωνη δε , ἐπει
εἰς τοπον καλουμενον Φλιουντα . του δε Σισυφου τῳ Ἀσωπῳ ἀπαγγειλαντος την του Διος μιξιν ὁ Ἀσωπος προς το μαθειν
9999977 γραμματικοις
, καθαπερ και τας ἀντωνυμιας και την καλουμενην παρα τοις γραμματικοις προσηγοριαν . οὐ μεντοι φαινεται τουτο λογον τινα ἐχειν
ταυτα μεν εἰρηται περι των ῥηματων της ἀπαρεμφατου παρα τοις γραμματικοις λεγομενης ἐγκλισεως , δι ' ὡν και μονων εἰωθαμεν
9999977 μετωνομασθησαν
Θρᾳκων ἐθνος , ὡν τινες διαβαντες εἰς την Ἀσιαν Φρυγες μετωνομασθησαν : μετα δε Θεσσαλονικειαν ἐστι τα λοιπα του Θερμαιου
τετταρες , Κεκροπις Αὐτοχθων Ἀκταια Παραλια , ἐπι δε Κραναου μετωνομασθησαν Κραναϊς Ἀτθις Μεσογαια Διακρις , ἐπι δε Ἐριχθονιου Διας
9999977 βραχυτητος
και δεινοτητος των ἐνθυμηματων και , ὡσπερ φθασαντες εἰπομεν , βραχυτητος συνταξεως : τα γαρ πολλα των πραγματων και λεξει
, οἱον κατα μιμη - σιν της γινομενης αὐτῳ † βραχυτητος ἐν τῃ φωνῃ : ἀφ ' οὑ και βρογχος
9999977 βουλευου
σκοτεινα . . προς ταυτα βουλευ ' ] προς ταυτα βουλευου και σκοπει το προσηκον , ὁτι ταυτα ἁ σοι
στρατευμ ' ἁπτομενον πυρι δαϊῳ . μη μοι θεους καλουσα βουλευου κακως : πειθαρχια γαρ ἐστι της εὐπραξιας μητηρ ,
9999977 μισθον
τους ἐλευθερους . Λατρις : ὁ ἐπιμισθιος : τον γαρ μισθον λατρον ἐλεγον : νυν δε και ὁ δουλος .
θεους . ἐπει ὁ γερων εἰπεν ἀσυναρτητως : ὁτι ” μισθον σοι ὀμνυω [ καταθησειν ] τους θεους “ ,
9999977 ποιημασι
. φερε δη τις οὐκ ἀν ὁμολογησειεν τοις κρατιστοις ἐοικεναι ποιημασι τε και μελεσι τους Δημοσθενους λογους , και μαλιστα
τῃ γαρ μαλακιᾳ και τῃ τρυφῃ ἐπιδους ἑαυτον ἐν τοις ποιημασι διαβεβληται , οὐκ εἰδοτων των πολλων ὁτι νηφων ἐν
9999977 κληρονομησεις
, ὡς ἡ τυχη θελει . εἰτ ' ἀν εἰπῃ κληρονομησεις , ὡς παρ ' αὐτου την κληρονομιαν εἰληφοτες εὐχαριστουμεν
ὀψει θανατον ἐπικερδη θ νικησεις . ἀγωνιζου ἑως τελους ι κληρονομησεις ταχεως α οὐχ εὑρησεις δανεισασθαι β τεξεται καλον και
9999976 διακαθαιρει
. Σκορδιον ἐχει τι πικρον και στρυφνον και δριμυ : διακαθαιρει τε οὐν ἁμα και θερμαινει τα σπλαγχνα . Σκοροδον
οὐρα και καταμηνια κινει και ἐμβρυα καταϲπᾳ και τα ϲπλαγχνα διακαθαιρει πινομενοϲ : ταιϲ τε ἐκ θωρακοϲ και πνευμονοϲ ἀναγωγαιϲ
9999976 ὀνειδιζειν
γε τι πλημμελουνθ ' ὡς φασιν : ὁπερ οὐδ ' ὀνειδιζειν ἀξιον . τους Ἑρμας περιεκοπτεν . ἁπαντα μεν ,
την ἀλκην ἐπι του παροντος , μηδενα των παροντων ὡς ὀνειδιζειν μελλοντα φυλασσομενος : γαμου γαρ παιδες ἁπαντες , και
9999976 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999976 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999976 προλαβουσα
ἀπεικαζει τους βασιλεας , θυμῳ δε τους στρατιωτας , ἀλλα προλαβουσα ἡ Ῥωμαιων φωνη και ὁ θεσμος της πολιτειας την
μελλουσης λεγειν ὁτι [ οὐ ] δει ἀντιποιεισθαι λεχους , προλαβουσα την ἀπολογιαν της Ἑρμιονης φησιν : οἰδα ὁτι χειρον
9999976 ἀπαγγειλαντων
ἐπεθετο τουτων ἡμαρτεν οὐδενος . Δυο νεανισκων κεκονιμενων και ἀγγελιαν ἀπαγγειλαντων . Ὁτι Ὁμηρος πρωτος περι της ἐν τοις πολεμοις
. ἀνελθοντων δε των πρεσβεων και την εὐποριαν των Ἐγεσταιων ἀπαγγειλαντων , συνηλθεν ὁ δημος περι τουτων . προτεθεισης δε
9999976 ἐγχειρησεις
αἱ ἐκ των σαγιττων βολαι και αἰφνιδιοι κατ ' αὐτων ἐγχειρησεις και αἱ ἐκ διαφορων τοπων ἐπελευσεις και αἱ των
τοποις ἐφ ' ἱππων τασσειν . Αἱ γαρ των κοντατων ἐγχειρησεις κατα των τοξοτων , ὡς εἰπαμεν , εἰ μητε
9999976 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999975 καθαρτικου
τοιγαρουν ἀπο των προποματων . Ἐκ των Θεωνοϲ : οἰνου καθαρτικου χοληϲ ϲκευαϲια . Καϲϲιαϲ # α , ϲκαμμωνιαϲ #
. ιζʹ . οἰνος δια μηλων . ιηʹ . οἰνου καθαρτικου σκευασια . ιθʹ . οἰνος ἱκανος γυναικι κατασπασαι γαλα
9999975 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999975 ἀναξυριδας
προτερον δε Λακεδαιμονιοι και Μακεδονες , ἀλλους δε τιαραν και ἀναξυριδας , καθαπερ οἰμαι Περσαι τε και Βακτριοι και Παρθυαιοι
. μοιραν μιαν ἐταξε γυμνα τα σωματα , μοιραν ἑτεραν ἀναξυριδας , κανδυς , στρεπτα και ὁσα τοιαδε . οἱ
9999975 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999975 καθαρως
δηπου γε και τῃ ψυχῃ ταυτα προσηκειν φησομεν , ὁποταν καθαρως την ἰδιαν αὐτης ἐπισκοπωμεν φυσιν . εἰ γαρ πασης
ἐφαπτεσθαι τοσουδε , ἱνα μη ἡ ζωη αὐτου μερισθεισα το καθαρως ἀμερες αὐτου ἀνελῃ , ἀλλ ' ᾐ και τῃ
9999975 ἀνα
ʹ , λιθαργυρου λι . α , κηρου , πιτυϊνηϲ ἀνα # ζ ∠ ʹ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # δ
ἀποβασιν του πραγματος και την καταστασιν , [ ὡστ ' ἀνα βωμῳ θεας κοιταξατο : ] ὁπως τε ἐπι του
9999975 ἐφροντισαν
πλειστοι , τον στρατηγον ἐγκαταλιποντες , της ἰδιας ἀσφαλειας μονον ἐφροντισαν . Ἀντιγονος δε παραδοξως κυριευσας του τ ' Εὐμενους
ἀποβαινον ] [ ] [ ! ! ! ! ! ἐφροντισαν ] [ ! ! ! ! ! ! ]
9999975 ἐμποιουσι
τι ἡ πολυυπνια και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιπολυ γενομενη βαρος ἐμποιουσι τῃ κεφαλῃ ; και οὐκ ἐστι λεγειν ὁτι ὡς
μαλλον , λυμαινονται δε τα σωματα και τοις σωμασι νοσους ἐμποιουσι , τι δει λεγειν ; τι δε και λεγειν
9999975 ἀπελαβον
, πολλοι δε πιοντες στερνον ἰαθησαν και το ἀναγκαιον πνευμα ἀπελαβον , των δε ποδας ἐξωρθωσε , των δε ἀλλο
' ὁμως και ἀπολαμβανουσι τα ἀφαιρεθεντα , καθαπερ την Συμβακην ἀπελαβον παρα των Ἀρμενιων ὑπο Ῥωμαιοις γεγονοτων , και αὐτοι
9999975 σμικροτατον
, ὁτι οὑτως ἀν παν παντι ὁμοιον γενοιτο και το σμικροτατον τῳ μεγιστῳ , εἰ τις τα μη συμβαντα διεξιοι
, ἁ διηρμενα το στομα και παμμεγεθες κεχηνοτα οὐδε το σμικροτατον φθεγγεται . ἡμεις δε ἐμπαλιν : ὁσῳ γαρ δη
9999975 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999975 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999975 Παναθηναιων
δε Ἀρειου παγου πλησιον δεικνυται ναυς ποιηθεισα ἐς την των Παναθηναιων πομπην . και ταυτην μεν ἠδη που τις ὑπερεβαλετο
το ἐν ἀκροπολει ξοανον της Ἀθηνας ἱδρυσατο , και των Παναθηναιων την ἑορτην συνεστησατο , και Πραξιθεαν νηιδα νυμφην ἐγημεν
9999975 βουλευτης
συμβουλευτικον εἰς τρια : τοπος το συμβουλευτηριον , προσωπον ὁ βουλευτης , τελος δε το συμφερον : του δε πανηγυρικου
πρωτος λαχων ἀποδοκιμασθῃ ἠ τελευτησῃ , ἀντ ' ἐκεινου γενηται βουλευτης ὁ ἐπιλαχων αὐτῳ . ὑποφαινεται δε ταυτα ἐν τῳ
9999975 ἀποτυγχανειν
τουτο ποιει , ” μελετω , “ εἰπεν , ” ἀποτυγχανειν . “ αἰτων τινακαι γαρ τουτο πρωτον ἐποιησε δια
ἀργαλεωτατῃ νοσῳ , ἐπαιρομενοι . προς γαρ τῳ του τελους ἀποτυγχανειν ἐτι μετ ' οὐ μικρας βλαβης μεγαλην αἰσχυνην ὑπομενουσιν
9999975 χοιριδιον
του Γ ἐλευθερωσας ἐκ του πορνοβοσκειου . Γ ⌈ ” χοιριδιον “ δε : Γ [ οὑτω ] ⌈ τα
στ ' ἀποθανειν ; Εὐ ἰσθ ' ὁτι . Εἰς χοιριδιον μοι νυν δανεισον τρεις δραχμας : δει γαρ μυηθηναι
9999975 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999975 ἀντινομια
εἰδεναι δε χρη , ὡς και ἐκ πλειονων ῥητων πολλακις ἀντινομια γινεται και ἑνος , ὁταν ἀμφοτεροι ἐξ ἰσου χρωνται
τι , το ἰδιωτατον παρεις το περιεχομενον . εἰ γαρ ἀντινομια ἐστι δυοιν νομοιν ἐκ περιστασεως μαχη , πως οὐ
9999975 ὀργισθηναι
πριν αἱματος μου την ψυχην ἐξαφρισαι , ἀντι του πριν ὀργισθηναι με αὐτηι . δα : γη Δωρικως ὁθεν και
παθητικοι τουτων λεγομεθα , οἱον καθ ' ἁς ἐσμεν δυνατοι ὀργισθηναι ἠ λυπηθηναι ἠ ἐλεησαι . ἑξεις δε οἱ τροποι
9999975 λιθον
γαρ οὑτως γενεσθαι και ἀσβεστος : τεθεντα δηλαδη τον ἡμετερον λιθον ἐπανω του ὀξους δριμεον ἀτμον , μολυβδινον πεταλον .
τα αὐτα συμβαινει σημεια και τοις κωλικευομενοις και τοις ἐχουσι λιθον ἐν νεφροις . και μαλιστα περι τας ἀρχας διακρινεται
9999975 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999975 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999975 προσκεφαλαια
παλαι ἀφιγμενην ἐπι την ἐμην εὐνην . κεκομιστο δε αὐτῃ προσκεφαλαια μαλακα και στρωματα εἰσω κατεθεντο και χαμευνιον ἡμιν εὐτρεπες
φυλλαδες , πτεριδες , ποαι , τυλεια , κνεφαλα , προσκεφαλαια ὡς Δημοσθενης και πολλοι . και ποτικρανον δ '
9999975 ἀναγκασθεις
νηπιων καταλειφθεντων οὐχ ἑκων , ἀλλ ' ὑπο των πραγματων ἀναγκασθεις : ἐπειδη τον μεν παππον ὑμων οἱ της βασιλειας
ἀλλ ' ἀκων , δια την συμφοραν την του στρατοπεδου ἀναγκασθεις καταμειναι και βοηθησαι : ἁ δε ὁ Ὀδυσσευς ,
9999975 ἀποκριτικης
δικην ἀψυχου : δευτερον , το ἐπι πλημμελει βλαβῃ της ἀποκριτικης δυναμεως γινομενον . Τοιγαρ ὁτι της ἀποκριτικης δυναμεως πλημελως
κρισεως παχος ἐχοντα παρυφισταμενα φαινεται , δια ῥωμην μαλλον της ἀποκριτικης δυναμεως γινεται , τα φαυλα και ἀρχεια πανυ διωθουμενης
9999975 ἀνατελλουσης
ἐν τρισιν ἐγγιστα τεταρτημοριοις ὡρας μιας . Της δε Κασσιεπειας ἀνατελλουσης συνανατελλει μεν ὁ ζῳδιακος ἀπο [ του ] Τοξοτου
σχημα τουτο της ἐκφορας . Της δε ἀρχης του Ταυρου ἀνατελλουσης φησιν ὁ Ἀρατος τε και ὁ Εὐδοξος τον Περσεα
9999975 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999975 χαιρει
δε βακχαις θεμις ὀργιαζειν . ὁ δαιμων ὁ Διος παις χαιρει μεν θαλιαισιν , φιλει δ ' ὀλβοδοτειραν Εἰρηναν ,
ἡδιστη ἐστιν : ὁ γαρ θεος ἀει μιαν και ἁπλην χαιρει ἡδονην : καιτοι ἀκινητος ἐστι και δοκει δια τουτο
9999975 ἐκτεταμενως
' ἰσῃ πολιτειᾳ των Συρακουσιων . Φωκεας : οἱ μεν ἐκτεταμενως ἀναγινωσκουσιν , ὡς Πρασιας , οἱ δε συνεσταλμενως .
ῥοδη δε το φυτον . σταχυς βραχεως το ἑνικον , ἐκτεταμενως το πληθυντικον . σχισται τα ὑποδηματα . σχιστας ἐνεργειν
9999974 χοροις
ἀφθιτον αἰει θειναι , και φυλακαις τε σεβειν θυσιαις τε χοροις τε . ἐστ ' ἀν γαρ ταδε σεμνα καθ
' ἀλληλων πασας τιθεις συνιεναι , ἐν ἑορταις , ἐν χοροις , ἐν θυσιαισι γιγνομενος ἡγεμων : πρᾳοτητα μεν ποριζων
9999974 γελοιοτερα
το δε και των φιλοσοφειν προσποιουμενων πολλους πολλῳ ἐτι τουτων γελοιοτερα δραν , τουτ ' ἠδη το δεινοτατον ἐστι .
παρεσχε μοι την διατριβην , τα δε των ἰδιωτων πολυ γελοιοτερα : και γαρ αὐ κἀκεινους ἑωρων , Ἑρμοδωρον μεν
9999974 ἀνασσαν
, ὁπου σφε μητηρ ἡ παλης ἐμπειραμος την προσθ ' ἀνασσαν ἐμβαλουσα Ταρταρῳ ὠδινας ἐξελυσε λαθραιας γονης , τας παιδοβρωτους
παλης ἐξελυσε τας ὠδινας της λαθραιας γονης την προσθ ' ἀνασσαν Εὐρυνομην ταρταρωσασα . το σφε ἀντι του αὐτου ἀντιπτωσις
9999974 βραχεις
εἰσι γαρ και τοις ὀνομασι καθαροι και σαφεις , και βραχεις και μεγαλοπρεπεις και δεινοι και ἠθικοι . Μενανδρου δε
το ἑτερον μερος μηδε μιας εὐπορειν ἀπολογιας , ἐνταυθα δε βραχεις ἐχειν τους συναγωνιζομενους των λογων . Σωπατρου . Ἐγγυς
9999974 ἐξεγενοντο
χυτη κατα γαια καλυπτει . Πορθει γαρ τρεις παιδες ἀμυμονες ἐξεγενοντο , οἰκεον δ ' ἐν Πλευρωνι και αἰπεινῃ Καλυδωνι
] , ἰε Παιαν : [ του ] δε και ἐξεγενοντο Μαχαων και Ποδαλειριος [ ] ἠδ ' Ἰασω ,
9999974 ἀποτομως
χρησαμενοι , δικαιως ἀν ἐτυχον και οὑτοι θεοθεν ἀσπλαγχνιας , ἀποτομως ποινηλατουμενοι , ὁτι και Θεῳ αὐτῳ προσκεκρουκοτες ἑαλωσαν .
καπνῳ ὑδωρ φερειν κατασβεννυναι . εἰωθε μεντοι ταις παραβολαις χρησθαι ἀποτομως , οὐ λεγων το καθαπερ . ἑτεροι δε φασιν
9999974 ἀπαλλαγεντας
: το ἐν τῃ Σαμῳ δηλονοτι . περιεσεσθαι : περιγενησεσθαι ἀπαλλαγεντας : ἀπαλλαγεντας ἀν και ἀπαλλαγησομενους ἐπερρωσαν : οἱ πεμφθεντες
ἐν τῃ Σαμῳ δηλονοτι . περιεσεσθαι : περιγενησεσθαι ἀπαλλαγεντας : ἀπαλλαγεντας ἀν και ἀπαλλαγησομενους ἐπερρωσαν : οἱ πεμφθεντες πρεσβεις των
9999974 κολασις
δε κα τις σκλαρος και ἀπειθης , τουτῳ δε ἑπεσθω κολασις ἁ τ ' ἐκ των νομων και ἁ ἐκ
' ἀνεδιδασκοντο νηπιων παιδων τροπον μη καταφρονειν : ἡ γαρ κολασις ἑπομενη κατ ' ἰχνος μελλοντων μεν ἐβραδυνε , προς
9999974 Κασανδρον
ὑπο των κατα την Μακεδονιαν , τον δ ' υἱον Κασανδρον χιλιαρχον και δευτερευοντα κατα την ἐξουσιαν . ἡ δε
Ἀσιαν τοιαυτ ' ἠν . Ἀντιγονος δ ' ὁρων τον Κασανδρον ἀντεχομενον της Ἀσιας Δημητριον μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἐν
9999974 θεν
την θε συλλαβην . ἡ γουν καταληξις ἡ δια του θεν οὐδεποτε το ν ἀποβαλλει : το γαρ Λεσβοθεν οὐκετι
σημασιας ὡδε ἐχει . τα παρα προθεσιν παραγομενα των εἰς θεν ληγοντων κοινῃ χρηται σημασιᾳ κατα την τοπικην ἐκφοραν ,
9999974 πυρετου
πολυ βελτιω μετα τον παροξυϲμον τον κατα την ἀρχην του πυρετου φανειται ϲοι . και εἰ λουομενοιϲ δε αὐτοιϲ μητε
ὡς παιγνια και ἀστραγαλους ἀφαιρουμενους , και ἀποθανειται ὡς ὑπο πυρετου και λιθου , οὐδεν ἀγανακτων προς τους ἀποκτειννυντας .
9999974 ἐξαγγελλειν
μεχρι τινος ἀνεβαλλομην τας ἐπι τοις οὐροις ἐξευρημενας μοι αἰτιας ἐξαγγελλειν , παλαι παραλειφθεισας τῃ των μετιοντων την τεχνην ἀπραγμοσυνῃ
κοινωνον της ἀρχης αὐτον λαβειν ὡς τα παρα των θεων ἐξαγγελλειν ἱκανον : και κατ ' ἀρχας μεν ἱερεα κατασταθηναι
9999974 χαλεποις
. οὐκ ᾐδειμεν δε παραπλησιοις ἐν αὐτῃ των πρῳην ὁμιλειν χαλεποις , ἠ και χειροσι , και δια ταυτα γε
. . α . , . Ἀταρτηροις : σκληροις και χαλεποις : παρα την ἀτην , ὁ σημαινει την βλαβην
9999974 πικρους
, ὁσσα μηδεις των ἐμων τυχοι φιλων . Εἰ δε πικρους , ἀναξ , Ἀτρειδας ἐχθεις , ἐγω μεν ,
μεν ἑκαστα τουτους ἐχει λεγω δ ' οἱον γλυκεις ἠ πικρους ἠ λιπαρους την πρωτην αἰτιατεον συστασιν ὑπερ ἡς οἱ
9999974 νομισαντα
ἐς κορακας . ὁ δε Αἰσωπος μυθικως κολοιον μεγαν , νομισαντα τοις κοραξιν ὁμοιον εἰναι , προς αὐτους πολευθηναι :
πολλοις κεχρημενον και το δια τους τροπους εὐδοκιμειν οὐ χειρον νομισαντα του δια τους λογους . καιτοι συ πεμπειν αὐτον
9999974 κορυθαιολος
' ἑνα πολλοι : Τρωας δ ' ἐνθαδε παντας ἀγει κορυθαιολος Ἑκτωρ . ἀλλα τι ἠ μοι ταυτα φιλος διελεξατο
σοισιν ἐτῃσι . Την δ ' ἠμειβετ ' ἐπειτα μεγας κορυθαιολος Ἑκτωρ : μη μοι οἰνον ἀειρε μελιφρονα ποτνια μητερ
9999974 ὀπισθιους
' ἐν μεσῳ τῳ πνευμονι , τῃ μεν κατα τους ὀπισθιους λοβους ἐγκειμενος , οἱ τοις νωτοις προσιζουσιν , τῃ
ὑπο τα ὀπισθια γονατα , „ και ἀλλος ὑπο τους ὀπισθιους ποδας . ” ὁ δε Ἀρατος : δε οἱ
9999974 κομιζειν
Μυκηνας . τεταρτον ἀθλον ἐπεταξεν αὐτῳ τον Ἐρυμανθιον καπρον ζωντα κομιζειν : τουτο δε το θηριον ἠδικει την Ψωφιδα ,
και της ἐρυγης συνεθηκε την λεξιν . ταυτα γαρ εἰωθασι κομιζειν εἰς τον πολεμον . ἐξ ὡν δυσωδης και ὁ
9999974 σημαντικην
ὀνοματος τα σημαινομενα : και γαρ πασαν φωνην κατα συνθηκην σημαντικην ὁτουουν των ὀντων της του ὀνοματος ἀξιοι προσηγοριας ,
δηλον ὡς οὐκ ἀποδεξομεθα τον Διαλεκτικον Διοδωρον πασαν οἰομενον φωνην σημαντικην εἰναι και προς πιστιν τουτου καλεσαντα των ἑαυτου τινα
9999974 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999974 νενικηκοτων
θανατους , εἰτα το τροπαιον , εἰτα τους παιανας των νενικηκοτων , των δε τα δακρυα , την δουλειαν .
και ἀνεχεσθαι . Καδμεια νικη : ἡ ἐπι κακῳ των νενικηκοτων . Κυκνειον ᾀσμα : ἐπι των ἐγγυς θανατῳ ὀντων
9999974 Καθαρτικον
γ , σκαμμωνιας ⋖ α , κολοκυνθιδος ⋖ δ . Καθαρτικον ὀξυπορον . Πεπερεως , κυμινου , πηγανου , σκαμμωνιας
: λουσαμενη δε και ἀφαιρεομενη , διανιζεσθω ὑδατι εὐωδει . Καθαρτικον μαλθακον , ὁπερ ὑδωρ ἀγει και φλεγματα , χλωρα
9999974 γεγηρακοτων
προϊωσι δε τινες και ἐπι το συριττειν . τοτε των γεγηρακοτων οὐκ ὀλιγοι των ταυτα μεν ὁρωντων , τα παλαι
; οὐ τον πρεσβυτην Πηλεα παιδος ἀγαλλομενον ἀρεταις ἐν συλλογῳ γεγηρακοτων ; οὐ τον Ὀπουντιον φιλου τροπαιοις καλλωπιζομενον ; ἀναβησεται
9999974 προσαγορευομεν
και φιλα τοις οἰκειοις ὀνομασι και κειμενοις ὑπο του νομου προσαγορευομεν , προς ἁ δ ' ἀν ἐχθρως ἐχωμεν ,
ἐπιτηδευματα και τους νομους , σχεδον τι παντα ταυτα καλα προσαγορευομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ : ἀποβλεποντες προς ἑκαστον αὐτων ᾑ
9999974 μαστοι
ἐστιν ὁλοπορφυρον . οὐδας ἐδαφος . οὐθατα ὁ μεν Ἀπιων μαστοι . ὁταν δε λεγῃ “ οὐθαρ ἀρουρης , ”
το δε στηθων μεσον στηθυνιον . ἐπι δε τοις στερνοις μαστοι , ἀφ ' ὡν και τα της γης ὑπερεχοντα
9999974 σωτηριος
, ὀλετηριος ? [ ] ? ? ? ? , σωτηριος , αρ ? ? ! ! ! ! !
, αὐτος ἐν ἑαυτῳ ἑστως , χωρητικος των παντων και σωτηριος των ὀντων , οὑ ὡσπερ ἀκτινες εἰσι το ἀγαθον
9999974 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999974 τουτῳ
ἐφη το ἐθυσα : τον Αἰγισθον μεν ἐκτεινα , ἐπι τουτῳ δε την μητερα ἐθυσα : παρ ' οὐδεν αὐταις
την ΝΤ περιφερειαν διελθον ἐπι το Τ παραγιγνεται , ἐν τουτῳ και το Λ ἀρξαμενον ἀπο του Ρ την ΡΞ
9999974 ἀναιμα
σωματος , και τα μεν γινεται πολυαιμα , τα δε ἀναιμα . δια την ψυξιν οὐκ ἀτρεμουσιν , ἀλλα σφαλλονται
τῃ μητρᾳ κοτυληδονας ἐχει , ὁθεν οὐδε ἀνθρωπος . τα ἀναιμα ζῳα πολυν χρονον ὀχευει : ψυχρα γαρ ἐστι .
9999974 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999974 ἀνατολικοι
γεροντος . ἐπι δε Ἀφροδιτης και Ἑρμου ἐαν ὠσιν ἑσπεριοι ἀνατολικοι νεους ἠ νεας δηλουσι τους κλεπτας , εἰ δε
. ἐπι δε Ἀφροδιτης και Ἑρμου εἰ μεν εἰσιν ἑσπεριοι ἀνατολικοι νεους ἠ νεας δηλουσι τους κλεπτας , εἰ δε
9999974 ξηροτερα
δ ' αὐτης μετεχει τα ἀνθη , και τουτων τα ξηροτερα των χλωρων μαλλον . ἐστι δε και πικρον ,
χρη , ὡς τα ἀγρια των ἡμερων θερμοτερα τε και ξηροτερα , καταλληλως δε τα παντα προσφερομενα , κατα την
9999974 μισθων
ἀγων , εἰς ὁν ἀνεφερετο . . Ἡρακλης στερηθεις των μισθων , οὑς ὑπεσχετο αὐτῳ δουναι Αὐγειας ὁ της Ἠλιδος
δημοτικον , ἐπει δε τοις ἐμαυτου σωφρονισθεις κακοις μετα μεγαλων μισθων ἐμαθον , ὁτι ἐλαττον ὑμων ἐστι του βουλομενου το
9999974 κατελυσαν
και διετελεσαν κυριοι των τοπων ὀντες , μεχρι οὑ Ῥωμαιοι κατελυσαν αὐτων την ἡγεμονιαν . του δ ' Ἰβηρικου πλουτου
οὐχ οὑς ἐφοβειτο , ἀλλ ' οἱς ἑαυτον ἐνεχειριζε , κατελυσαν : ἐνιοι δε και αὐτοι των τριακοντα ἐγενοντο οἱ
9999974 ἀποθανουσης
ὑπερηρκε κατασκευην , ἀνηρ δε Ἀθηναιος ἐποιησεν Ἡρωδης ἐς μνημην ἀποθανουσης γυναικος . ἐμοι δε ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ το
αὐτων ἐμαθε την ἀληθειαν . τοτε ἐλεος αὐτον εἰσηλθε της ἀποθανουσης και ἀποκτειναι μεν ἑαυτον ἐπεθυμει , Πολυχαρμος δε ἐκωλυε
9999974 βραχειαι
ὡδε μεν ὡς κατ ' αὐτον νοσησαντος ἀεικινητου μερους , βραχειαι πανυ της σωτηριας ἐλπιδες φαινονται . ἀντικειται γαρ παντος
, οὐδε μακρηγοριαν πω του ἀνδρος ἐν ἐπιστολῃ εὑρον , βραχειαι γαρ και ἀπο σκυταλης πασαι . και μην και
9999974 λεγουσης
ἡμερας μεν ἡσυχαζει , νυκτωρ δε ᾀδει . της δε λεγουσης ὡς οὐ ματην τουτο πραττει , ἡμερας γαρ ποτε
λευκον και ἐστιν οὐ λευκον : της γαρ καταφασεως της λεγουσης ἐστι λευκον οὐκ ἐστιν ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον
9999974 κατεκοπησαν
ἐπληρωθη . διο και των βαρβαρων ἐν ταυτῃ τῃ μαχῃ κατεκοπησαν οἱ παντες ἱππεις τε και πεζοι πλειους των ἐννεα
ἐν τοις χαραξι καταληφθεντων οἱ μεν ὑπο των Ῥωμαιων μαχομενοι κατεκοπησαν , οἱ δ ' εἰς την συμβολην των ποταμων
9999974 ποιητρια
ἑτερα ἐν τῃ Λεσβῳ ἐγενετο Σαπφω , ἑταιρα , οὐ ποιητρια . Λεγει Ἡσιοδος , την ἀηδονα μονην ὀρνιθων ἀμοιρειν
; καιτοι Σαπφω , γυνη μεν προς ἀληθειαν οὐσα και ποιητρια , ὁμως ᾐδεσθη το καλον της ἁβροτητος ἀφελειν λεγουσα
9999974 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999974 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999974 βραδυτητος
ἡμερας αὐξιφως οὐ καλη μεν ἀνεγραφη εἰς παντα , μετα βραδυτητος δε και μοχθου ἐπιτελει τας πραξεις , λειψιφαης δε
και δεξιουμενους κατενοει και τον ὑπολειφθεντα υἱον ὡς ὑστερηκοτα της βραδυτητος ᾐτιατο και προς τας εἰσοδους ἀπεβλεπε σπευδων τον ἀριθμον
9999974 γεγραμμενοι
και ὁ οἰσυπηρος και οἱ παραπλησιοι ἐν τῳ ιδʹ λογῳ γεγραμμενοι . χριονται δε συν οἰνῳ γλυκει , μιγνυνται δε
” φησι “ βουστροφηδον ἠσαν οἱ ἀξονες και οἱ κυρβεις γεγραμμενοι ” δεδηλωκεν Εὐφοριων ἐν τῳ Ἀπολλοδωρῳ . ἠ ἐπει

Back