πλειστοις ἀριθμειν οὐκ εἰδοσιν ἀριθμειν οὐκ εἰδως πηχεων χιλιων εἰναι ἀκουοι , μονον δε φανταζοιτο ὡς τα χιλια ἀριθμος μεγας
, συνθεντα ὡς αὑτου τεχνην , οὐδεν των αὐτων ὡν ἀκουοι : οἰδα δε οὐδεν τουτων . ἀλλους μεν τινας
9999977 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999977 Ταραντινοι
Κροτωνιατης και Τιμαιος ὁ Λοκρος και Φιλολαος και Ἀρχυτας οἱ Ταραντινοι και ἀλλοι πλειους , και μετα ταυτα Πλατων ἐν
πρωτος ἐξεθηκε την ἐννεακαιδεκαετηριδα . Ὡς την ἐν Ἰταλιᾳ Ἡρακλειαν Ταραντινοι ἐκτισαν . Ὡς ἐπι της Ῥωμης Σποριος Μαιλιος ἐπιθεμενος
9999977 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999975 μητροθεν
' Ὀρεστην , της ἐμης ψυχης τριβην , ὁν ἐξεθρεψα μητροθεν δεδεγμενη . . . . . . . .
ἐγω δε Ἀλανος τε εἰμι και τῃ παιδι ταυτῃ συγγενης μητροθεν : παρ ' ἡμων γαρ οὐσαν την Μαστειραν ἠγαγετο
9999975 δωδεκατημοριον
ῥητον τοιουτον τι δει νοειν οἱον ἐν τοις διαστηματικοις το δωδεκατημοριον του τονου και εἰ τι τοιουτον ἀλλο ἐν ταις
και ὁσα τουτοις παραπλησια δηλοι . Το δε Καρκινου πρωτον δωδεκατημοριον σημαινει περι ἀρχης ἠ ἀρχιερωσυνης ἠ ἱερουργιας , το
9999975 τετραμμενα
δε κωλα αὐτων , ἁ τινες αὐλους καλουσιν , ἐξω τετραμμενα ἐωσιν , ὁπως δια των αὐλων ὁ σιτος ῥιπιζομενος
ὁ Μεγα - ρευς ἐνισταμενος λεγει και Μεγαρεις προς ἑσπεραν τετραμμενα τα σωματα των νεκρων τιθεναι : και μειζον ἐτι
9999975 ἐπαυσεν
' ἀλκαν ἑπετο οἱ̆ , οὐδε νιν ποτε φοβος ἀνδροδαμας ἐπαυσεν ἀκˈμαν φρενων . συγγενει δε τις εὐδοξιᾳ μεγα βριθει
και τον ἐν Τεμεσῃ ἡρωα φορους πραττομενον παρα των προσοικων ἐπαυσεν : ἀφικομενος γαρ ἐς το ἱερον αὐτου , ὁπερ
9999974 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999974 Σικελιας
την πειραν Ἀθηναιων στρατηγοι δυο , ὁ μεν τας ἀπο Σικελιας ναυς προσπλεουσας ἁπασας λαβων αὐτοις ἀνδρασιν , ὁ δε
Νιναιος ἠ Νιναιευς . . . . Ζαγκλη : πολις Σικελιας . Ἑκαταιος Εὐρωπηι . οἱ μεν ἀπο Ζαγκλου του
9999974 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999974 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999973 ἀπειχοντο
. οἱ μεν γαρ δια τας προϋπαρχουσας ἐχθρας οὐδεμιας ἐπηρειας ἀπειχοντο κατα των μισουμενων , ἐχοντες ἐξουσιαν διατιθεναι παν το
ἐχειν . Εἰ μεν γαρ των αὐτων νεκρων σωματων και ἀπειχοντο της ἁφης και ἡπτοντο , ἠν ἀν τουτο προς
9999973 δογματικοι
ἐπινοιαν και την φυσιν του ἀγαθου , δηλουσιν ἐργῳ οἱ δογματικοι . ὡς μεν γαρ ὠφελει το ἀγαθον και ὁτι
μερος του σωματος . διαφωνουσι δε γε περι τουτου οἱ δογματικοι των φιλοσοφων : οὐκ ἀρα καταλαμβανει ἑαυτον ὁ νους
9999973 ἐπαισεν
ἑαυτον , παντως δυο αἰτιατικας σημαινει : αὐτος γαρ αὑτον ἐπαισεν . Κἀκεινο δε ἐπιστατεον , εἰ ὁλως συν τῳ
' ἡς και πυκτης , πυκτευειν , ἐξεπυκτευσεν , πυξ ἐπαισεν , πυξ ἐπαταξεν , πυξ ἐπληξεν : ἡ δε
9999972 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999972 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999972 ἀπεικαζει
κωμῳδησαι τινας . ἐστι γαρ δενδρον πεφυκος : Δενδρῳ αὐτον ἀπεικαζει ἠ ὡς μεγαν ἠ ὡς ἀναισθητον και ξυλινον ,
ζησαι ἐτη : τον δε Θρασυμαχον ὡς δεινον τῳ Ὀδυσσει ἀπεικαζει : τον δε Ἐλεατην Ζηνωνα τῳ Παλαμηδῃ ἐπειδη και
9999972 κλησεως
, οὐδεν κωλυει και τας λοιπας ἐγκλισεις μετατιθεσθαι της ἰδιας κλησεως , ἀναδεξαμενας την ἐκ των συνδεσμων δυναμιν . οὐ
, τον αὐτον και Βριαρεων καλων . περι δε της κλησεως του πελαγους . . . μεν ἐν τῳ τριτῳ
9999972 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999972 πεπεμμενα
γινονται και κατεργασιᾳ και ὁτι μαλλον ὡς τῳ γενει λαβειν πεπεμμενα των ἑτερων : δηλοι δε και ἐπ ' αὐτων
δυνανται διακοπτειν . τα μεν οὐν ἑφθα και παντα τα πεπεμμενα μαλακα γινεται , τα δε μεμωλυσμενα ἀπεπτα και σκληρα
9999972 αἰσθητηριον
οὐ : και μετα τινος ἀπορροιας το ὀσφραντον ἐπι το αἰσθητηριον προεισιν , ὁθεν ἐπι των δυσωδων ῥακους ταις ῥισιν
ὑποκειμενων αἰσθησεται , και οὐ δηπου κἀν τῳ ὑμενι το αἰσθητηριον . οὑτως οὐδ ' ἀν εἰη δια ταυτα το
9999972 βλαστησεως
οὐδεν περιττον οὐδε παροχετευομενον ἐκπιπτει της τροφης ὡστε μη εἰναι βλαστησεως ἀρχην : ὁταν οὐν παντα ταυθ ' ὑπαρχῃ πασι
χρονων . ἡ δ ' ὑπο του ψυχους κωλυσις της βλαστησεως ἀληθης μεν οὐκ ἐτι δε ποιει μερισμον φυσικον .
9999972 κρασει
ἀμφι προθεσεως και της ἰων μετοχης γεγονεν ἀμφιιων , και κρασει των δυο ιι εἰς ι μακρον γινεται Ἀμφιων .
, ἠτοι ἐπιτηδειοτητος προκοπη , ὑπο την ποιοτητα ἀναγονται ὡς κρασει ἑπομεναι , ὁθεν και ἐπιτηδειοτητα προκοπης την δυναμιν λεγουσιν
9999972 ἀστραπης
. ὁ Χρυσαωρ οὐν , αὐτη δηλονοτι ἡ φυσις της ἀστραπης , ἐγεννησε τον τρικεφαλον Γηρυονην , ἠτοι τον χειμωνα
τα κρυπτα ἐλεγχει δια το χρωμα . βροντη δε χωρις ἀστραπης δολους και ἐνεδρας δια το ἀπροσδοκητον , ἀστραπη δε
9999972 μελισσαν
του ἰου μελι προϊεναι . το δε σημειον ὁτι ἰον μελισσαν εἰπε το μελι δια το ἀφιεσθαι ὑπ ' αὐτων
αὐταις οὑτω διαφθερεις . . . και παντα τα την μελισσαν φθειροντα ἀποσοβει και ἀναιρει . προς παντας δε τους
9999972 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999971 ὑπελειποντο
τῃ δυναμει ἡττηθησαν προς ἡμων , και λαμπρα τοις νενικηκοσιν ὑπελειποντο της οἰκειας ἀρετης ὑπομνηματα , ὡν την εὐκλειαν ἐς
ἐκ των νεοδαρτων βοων . δια τας τοιαυτας οὐν ἀναγκας ὑπελειποντο τινες των στρατιωτων : και ἰδοντες μελαν τι χωριον
9999971 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999971 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999971 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999971 ἐπομπευσαν
πομπη δυσεφικτος , ὡς ἐν κεφαλαιῳ δε λεκτεον . ἐφηβοι ἐπομπευσαν εἰς ὀκτακοσιους χρυσους ἐχοντες στεφανους , βοες εὐτρεφεις περι
, και ἀετοι πηχων εἰκοσι . Στεφανοι τ ' ἐπιχρυσοι ἐπομπευσαν τρισχιλιοι διακοσιοι , ἑτερος τε μυστικος χρυσους , λιθοις
9999971 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999971 κατελαβοντο
ἐχοντας ὡς θεραπαινιδας δωρα τῃ κορῃ κομιζουσας . ἐπει δε κατελαβοντο την οἰκιαν , οἱ μεν τας μαχαιρας ἐσπασαντο ,
. Ὡς Ἀθηναιοι διαπλευσαντες εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων κατελαβοντο τους περι το Ὀλυμπιον τοπους . Ὡς Ἀθηναιοι τας
9999971 Ἐπικρατης
ΑΙΑΚΙΣ ἡ κυλιξ καλειται . ΑΚΑΤΟΣ ποτηριον ἐοικος πλοιῳ . Ἐπικρατης : καταβαλλε τἀκατια , τα κυμβια αἰρου τα μειζω
[ τι ] βουλεται [ ] [ , ἐφη , Ἐπικρατης ] πραγματα ? ἐχειν , [ ὡι ἐξεστι λαβοντι
9999971 διοριζει
ὁ μεν γαρ παθη ποιων της αἰσθησεως καθ ' αὑτα διοριζει την φυσιν : ὁ δε καθ ' αὑτα ποιων
τε τον Εὐρωπον ποταμον , ὁν Ὁμηρος Τιταρησιον ὠνομασε , διοριζει Μακεδονιαν μεν προς βορραν , Θεσσαλιαν δε προς νοτον
9999971 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999971 σωτηριαν
οὑτωσι δηλων , τουτο δε ὡς οὐδεν ἀλλο εἰποντος εἰς σωτηριαν του Φημιου μειζον ἠ ὁτι οὐδενος ἀνθρωπων ἐστι μαθητης
και τῳ πληθει των οἰκτιρμων σου ὡρισας μετανοιαν ἁμαρτωλοις εἰς σωτηριαν . συ οὐν , κυριε ὁ θεος των δικαιων
9999971 βλαβερας
ἀντι του : ἐαν μαχησησθε , παντως ἀπολεισθε : τας βλαβερας καταρας : ὡς ὀντως οὐκετι ἀναιμακτον μενει : οὐκ
μαλιστα δ ' εἰναι κατανοησαι τας τε ματαιους και τας βλαβερας και τας περιεργους και τας ὑβριστικας των ἐπιθυμιων παρα
9999971 διδακτεον
ἀνθρωποις παθηματα , ἐν πασιν τοις τοιουτοις της ἑκαστων διαθεσεως διδακτεον και ὁριστεον το τε καλον και μη . μετα
τα προτερον προς τους ἀναλογιστικους των γραμματικων εἰρημενα , και διδακτεον ὁτι τῃ συνηθειᾳ προσεκτεον μαλλον ἐστι θελοντας εὐ λεγειν
9999971 ὑπεμειναν
ἠρεσκεν : ἀμεινους γαρ ἠσαν ὑμων , και οὐκ ἀν ὑπεμειναν οὐδε εἱς αὐτων οὐδεν μαλλον ἠ των λεοντων τις
λαβειν οὐ θελησαντες , ἀλλα δια την ἀκαιρον δεισιδαιμονιαν χαλεπον ὑπεμειναν ἐχειν δεσποτην . . : , , , .
9999971 πτερα
δεδοικε τα ὀρνεα και καταπτησσει φανεντος , ἀλλα και τα πτερα ἐκεινου ἐαν τις τοις των ἀλλων συναναμιξῃ , τα
αὐχενα και περικυρτωσασα και θριξι μεν ἁπασαις φριξασα , τα πτερα δε τειχος ὀχυρον τοις ἀπτεροις χαλασασα και ταυτῃ τον
9999971 παρηγγειλαν
] ἐλθον το φως . οἱ ] οἱ φυλακες . παρηγγειλαν ] ἐφθασαν δια του πυρος . προσω ] ἐμπροσθεν
διακοσιοι Πλαταιεων ἀσεληνον νυκτα και χειμεριον παραφυλαξαντες τοις ἀλλοις πολιταις παρηγγειλαν κατα το ἐναντιον μερος του τειχους προσβαλοντας βοησαι .
9999971 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999971 ἀναισθητως
σαιμεν γελωτος , ἀλλ ' οὐδε τους ἀλλους λαθοιμεν οὑτως ἀναισθητως ἐχοντες : εἰ δ ' ὁμολογησαιμεν , τι δ
: τους δε λεληθε και αὐτο τουτο , οὑτω πανταπασιν ἀναισθητως ἐχουσι και τοσουτον εἰσι πορρω των ἱερων . οὐκουν
9999971 κτητικων
και ἐγκλιθειη , ὁπερ ἰδιον αὐτῃ παρηκολουθει προς την των κτητικων ἀντεξετασιν , καθο αὑται μονως ὀρθοτονουνται : γινεται γαρ
νικησαι ἀγνοει . . Ἑξης ῥητεον και περι της των κτητικων ἀντωνυμιων συνταξεως . Αὑται δη προτασσομεναι των κτητικως νοουμενων
9999971 ἀπεδωκαμεν
καινοτερον Ἀττικοι και Ἑλληνες . ἀπεδομεν ἀπεδοτε ἀπεδοσαν Ἀττικοι , ἀπεδωκαμεν ἀπεδωκατε ἀπεδωκαν Ἑλληνες . ἀπολλυς Ἀττικοι , ἀπολλυων Ἑλληνες
ὁτι αὑτη ἐστιν ἡ αἰτια τουτου του πραγματος , ἡν ἀπεδωκαμεν , και οὐκ ἀλλη . οἱον του ὀνομαζεσθαι τους
9999971 πεντακισχιλιων
ὑπαρχουσῃ τῳ σχηματι , την δε περιμετρον ἐχουσῃ σταδιων ὡς πεντακισχιλιων . ἠδη δ ' αὐτων ἐγγιζοντων τῃ νησῳ των
στεφανοι ὑπο των πρεσβευτων και των λοιπων ταλαντων ἠσαν μυριων πεντακισχιλιων . Πολυκλειτος δ ' ὁ Λαρισαιος ἐν τῃ ὀγδοῃ
9999971 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999971 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999971 μαθηματικως
ὁτι δει τον χωρογραφειν ἐπιχειρουντα πολλα των φυσικως τε και μαθηματικως λεγομενων ὑποθεσθαι , και προς την ἐκεινων ὑπονοιαν τε
εἰναι φασιν ἰδεας , οἱ δε τα μαθηματικα , οὐ μαθηματικως δε : οὐ γαρ τεμνεσθαι οὐτε μεγεθος παν εἰς
9999971 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999971 συνισταντο
μαχιμωτατα των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων περι ἡγεμονιας φιλοτιμουμενα παντοιους συνισταντο κινδυνους . οἱ μεν οὐν των Ῥωμαιων ὑπατοι μερος
ὁ κρατιστος ἐλαμβανεν : εἰ δε τις ἑτερος ἀντιποιησαιτο , συνισταντο μονομαχησοντες μεχρι θανατου . ἀλλοι δ ' ἐν θεατρῳ
9999970 ἡμεροτητα
Ἑτερα δ ' ἐφ ' ἑτεροις ἐπαντλων ὠσι φιληκοοις εἰς ἡμεροτητα προσταττει , κἀν ἐχθρων ὑποζυγια ἀχθοφορουντα τῳ βαρει πιεσθεντα
ζητων , αἱς ἐπελαφριει τα ἀτυχηματα , δι ' ὑπερβαλλουσαν ἡμεροτητα και την ἐκ φυσεως και μελετης φιλανθρωπιαν , εὑρεν
9999970 σανιδος
εἰ μη καταβαλῃ αὐτον εὐστοχιᾳ σφενδονητικῃ ἀντι σκοπου κειμενον ὑπερ σανιδος . σισυρνα δε παχυ περιβολαιον ἠ δερματινον ἱματιον ἡ
αἱρετωτερον ἐστι βαθρον μαλλον παν το κατα το περας της σανιδος τετραγωνοις ἐκκοπαις ἐκκεκομμενον προς ἀσφαλη την εἰς αὐτο του
9999970 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999970 παρειχετο
Ξερξης , ἠιε μεν το μεσον αὐτεων , στρατηγους δε παρειχετο Σμερδομενεα τε και Μεγαβυζον . Ὁ μεν νυν ναυτικος
παλαιου Πελοποννησιοις πασιν αἰδεσιμον και τοις αὐτοθι ἱκετευουσιν ἀσφαλειαν μαλιστα παρειχετο : ἐδηλωσαν δε οἱ τε Λακεδαιμονιοι τον Παυσανιαν και
9999970 κυριως
και τουτων τοις συμβαλλομενοις ἡμιν χρηστεον . Τελικα δε κεφαλαια κυριως μεν ἐστι τρια ὡς και ἐν προγυμνασμασιν εἰρηται ,
ἐπι τουτων των κατα μερος , οὑτως ἑξει κἀπι του κυριως ὁλου : ἐστι γαρ κυριως και ἁπλως ὁλον οὑ
9999970 συμμαχιδας
μυριους συνταξιν αὐτοι τε ἁπαντας συνεξεπεμπον , και εἰς τας συμμαχιδας πολεις σκυταλας διεπεμπον , κελευοντες ἀκολουθειν Τελευτιᾳ κατα το
της Ὀλυνθιας εἰ τι ὑπολοιπον ἠν ἐδῃου και εἰς τας συμμαχιδας ἰων αὐτων ἐφθειρε τον σιτον : Τορωνην δε και
9999970 εὐπρεπους
και στρατιας κατηναγκασμενης , και στρατηγιας ἀκουσιου , και φυγης εὐπρεπους . Ταυτα τοινυν φημι τας περιστασεις διαφευγειν ἐκεινον τον
τοιαυτην . Τισιφονη μια των Ἐρινυων εἰς ἐπιθυμιαν ἐμπεσουσα παιδος εὐπρεπους , Κιθαιρωνος τοὐνομα , και μη στεγουσα την ἐπιτασιν
9999970 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999970 φευγουσαν
ἐπλεο κιρρος , Τυνδαρεην ? μεθεπεις , ἀλλ ' οὐ φευγουσαν , ἀκοιτιν . ὀψεαι και μετα ? ? ταυτα
μη διαλειπειν αὐτην ὁτε μεν διωκουσαν τον ἡλιον ὁτε δε φευγουσαν , εἰτα ἐν τῳ ζῳδιακῳ μετερχομενην ζῳδια και ταχεως
9999970 καταλαμβανω
ἡμων ἀπαγγελλομενων . Και ἡ ἀκαταληπτω δε και ἡ οὐ καταλαμβανω φωνη παθους οἰκειου ἐστι δηλωτικη , καθ ' ὁ
και μετ ' ὀλιγον εἰσεκληθην πανυ δεδιως και τρεμων , καταλαμβανω τε παντας ἁμα συγκαθημενους οὐδε αὐτους ἀφροντιδας : ὑπεταραττε
9999970 ἀπεδωκας
ἐν Βοσπορῳ ὀντα οὐτε τον κοινωνον , οὐδε τας ἐπιστολας ἀπεδωκας αὐτοις , ἁς ἡμεις ἐπεθηκαμεν , ἐν αἱς ἐγεγραπτο
οἱον φερε τον τροπον τουτον : εἰ ἐδανεισω και μη ἀπεδωκας , ὀφειλεις μοι το ἀργυριον : οὐχι ἐδανεισω μεν
9999970 ἀξιολογοις
προς τον Ἀλεξανδρον . ὁ δε βασιλευς τουτους μεν ἐτιμησεν ἀξιολογοις δωρεαις , τον δε Βησσον παρεδωκε τῳ ἀδελφῳ του
πιστευτεον τοσουτοις ἱστορησασι περι αὐτου παλαιοις τε ἁμα οὐσι και ἀξιολογοις , μεχρι των ἀλογων ζῳων ἀναλυτικον τι και νουθετητικον
9999970 ἀκανθαι
τοις δ ' ἰον ἐχει στομα : τοισι δ ' ἀκανθαι τυμμασι λευγαλεοισιν ἀμυνεμεναι πεφυασι , πικραι τ ' ὀξειαι
οὐδ ' ἰσως ἀντελεγες τουτῳ τῳ δειπνιῳ : οὐ γαρ ἀκανθαι . πεζιδα πηριδιον τριτοστατις και μην ποθεν Πλουτων γ
9999970 θεραπευσαι
ἐμβαλειν , και δουναι προσθεσθαι . Ἑτερον κυητηριον : γυναικα θεραπευσαι , ὡστε ξυλλαβειν ἐν γαστρι : οὐρον λαβων παλαιον
ἀπενεμε τῳ Ἐρασιστρατῳ , ὁτι τυχον εἰ μη θελεις αὐτον θεραπευσαι , φονευω σε . και φησιν ὁ Ἐρασιστρατος τι
9999970 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999970 ἐρωτησεως
τουτο ἐσκωψας και οὐκ ἀπεκρυψω ; τουτο οὐν μετα ἠθικης ἐρωτησεως , οἱον και το Ὁμηρικον “ ἐπει οὐτιδανοισιν ἀνασσεις
γε ὁ κοσμος σφαιροειδης ; ὑπο τουτο το εἰδος της ἐρωτησεως ἐστι και ἡ διαλεκτικη προτασις : οὐ γαρ πασα
9999970 ἐπλευσεν
δε ταυτα παρα τε Χιων και Μιτυληναιων συμμαχων ἀθροισας ναυς ἐπλευσεν ἐπι Ῥοδον . Καρχηδονιοι δε βραδεως ἑαυτους ἐκ της
θεους χρη ἠ το αὐτοματον αἰτιασθαι ; μετα δε ταυτα ἐπλευσεν ὡς τον Κιτιων βασιλεα , και προδιδους ληφθεις ὑπ
9999970 ἐλυσαν
ἐκεινου Διονυσον ἐσεσθαι βοηθον φησαντος , μεθυουσιν ἐπιθεμενοι τοις Θρᾳξιν ἐλυσαν ἀλληλους , και Διονυσου ἱερον ἱδρυσαντο , ὡς Ἡρακλειδης
ὡν δια παντος του πολεμου ἐγλιχοντο μη ἁψασθαι , εὐθυς ἐλυσαν τας ἐπικειμενας ζημιας τῳ εἰποντι ἠ ἐπιψηφισαντι ὑπο της
9999970 κυουσαν
δεησεως την πτηνην και μεταρσιον ἀρετην Σεπφωραν Μωυσης λαβων εὑρισκει κυουσαν ἐξ οὐδενος θνητου το παραπαν . ταυτα , ὠ
τῃ Ὀρχομενου μιγεις , ὠσεν αὐτην εἰς την γην ἠδη κυουσαν , δεδιως την της Ἡρας ζηλοτυπιαν . Ἐκεινης δε
9999970 ἐλαφροτερα
αὐτος δε ὁ Φιλημων ἐπεστειλε μοι τα ἰδια δηλον ὁτι ἐλαφροτερα και ὡς οὐ Μενανδρῳ γεγραμμενα ἡττον λαμπρα . ἀλλ
. Ναρκαι δε και ῥιναι και ψησσαι και τα τοιαυτα ἐλαφροτερα . Ὁκοσοι δε των ἰχθυων ἐν τοισι πηλωδεσι και
9999970 μνημονευων
φρονει μεγα . ὡς σκαιος ἁνηρ και ξενοισιν ἀξενος και μνημονευων οὐδεν ὡν ἐχρην φιλου . σπανιον ἀρ ' ἠν
Πυθιαδα , οὐ φαινεται δε ὁ Πινδαρος ταυτης της νικης μνημονευων , ἰσως ὁτι φθασας της εἰκοστης ὀγδοης ἐγραψεν .
9999970 ἀμφισβητουμεν
Λυκειῳ ; ἡμεις οὐν της μεν μιας συνολως μοιρας οὐκ ἀμφισβητουμεν οὐδε κελευομεν σε πραγματα ἐχειν , ὁπως ἀν ἐξηγησαιο
δ ' οἰμαι ταχιστ ' ἀν ὑμας μαθειν περι ὡν ἀμφισβητουμεν , ἐντευθεν ἀρξομαι διδασκειν . Δεινιας γαρ ὁ του
9999970 ἐπιζευχθεισης
ἀπο γαρ της πλευρας του τριγωνου του εἰκοσαεδρου ἀναγραφεντος πενταγωνου ἐπιζευχθεισης της ὑπο δυο πλευρας ὑποτεινουσης του πενταγωνου ὡς ἐπι
ὡς προς το περιγειον της ΛΖ εὐθειας νοησωμεν ἀπειλημμενην . ἐπιζευχθεισης γαρ της ΛΗ και ποιουσης τριγωνον το ΛΖΗ ,
9999970 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999970 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999970 ἐσπουδακοτων
τινος , οὐκ αὐτος μονον , ἀλλα και των ἡγεμονων ἐσπουδακοτων , ἰσως μεν ὑμιν , ἰσως δε κἀμοι χαριζεσθαι
μεν ἐπιπληττειν ἐνιους οὐδεν ἰσως ἀτοπον , εἰ πρωτον μεν ἐσπουδακοτων των ἀλλων περι πλουτον ἐγω πενης αἱρουμαι βιουν ,
9999970 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999970 ἐπιμελειᾳ
ἡλικας ἀμυνεσθαι καλον και δικαιον που φησομεν , ἀναγκην σωματων ἐπιμελειᾳ τιθεντες . Ὀρθως , ἐφη . Και γαρ τοδε
εὐ πονουνθ ' ὁλως ἀπογνωναι ποτε . Ἁλωτα γιγνετ ' ἐπιμελειᾳ και πονῳ ἁπαντα . Σιωπῃ φασι τουτῳ τῳ θεῳ
9999970 ἀπεστι
ἐκεινου , οἱον το λευκον ὑπαρχει κυκνῳ και χιονι , ἀπεστι δε το μελαν , το δε μελαν ὑπαρχει τῳ
. . ἐκ του περι μεθης αʹ : Τι γαρ ἀπεστι τοις μεθυουσι κακον ; φιλος μεν τοις τοιουτοις οὐδεις
9999970 τεταγμενη
, και αὑτη μεν ἐστι φυσικη ἡ παρα του τεχνικου τεταγμενη , ἀκολουθος οὐσα και αἰτιαν ἐχουσα , δι '
διωκειν . Αὑτη μεν σφι μια ἠν μοιρα της βασιληιης τεταγμενη ταυτην την ὁδον ἡ περ εἰρηται . Τας δε
9999970 κυκλοθεν
κωπηρη στολον , οἱ Ἑλληνες δε οὐκ ἀβουλως και ἀδιδακτως κυκλοθεν ἐτυπτον τους Περσας , ἐπιπτον δε αἱ νηες :
τας κυκλῳ και ἐξω καταλυσεις εἰρηκεν , ὁ δε Ἀρισταρχος κυκλοθεν του οἰκου οἱον ἐκ στιβαδων ᾠκοδομημενον , προς οὑ
9999970 ἀγγελιαν
Μακεδονιαν καταφευγουσι παρα Ἀλεξανδρον , ᾡ Μαρδονιος ὁ Γωβρυου την ἀγγελιαν ἐπιστευσεν ἐς Ἀθηναιους ἀπαγγειλαι : ὁ δε ἀλλος δημος
ἡ δε διανοια : προς την των εὐ πρασσοντων φιλων ἀγγελιαν ἐχαρησαν οἱ ἀγαθοι . ἠ οὑτω : την δε
9999970 Λακεδαιμονιοις
κᾀτα κελευειν βοηθειν αὐτοις , ἠ παλιν οὐκ ἐθελων χαρισασθαι Λακεδαιμονιοις , εἰτα προσταττειν ὑμιν κινδυνευειν ὑπερ αὐτων ; εἰ
, πειστεον . Οὐ γαρ πατριον , ὠ Σωκρατες , Λακεδαιμονιοις κινειν τους νομους , οὐδε παρα τα εἰωθοτα παιδευειν
9999969 ἀκαταστατησει
πολυφιλος , ὀξυς , μισοπονηρος , ἀσελγης , εὐμεταβλητος , ἀκαταστατησει δε κατα γυναικα και ὑστερον εὐνοηθησεται ὑπ ' αὐτης
πιστευθησεται και ὑπο ὀχλου δοξαν ληψεται και νομοις ὑπηρετησει , ἀκαταστατησει δε ἐν τοις κατα γυναικα και ἐπι τοις τεκνοις
9999969 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999969 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999969 πληθουσης
διελεγετο τοις προσιουσιν , ὁποσα ἠρωτων , και οὑτως ἀγορας πληθουσης ἀφικνειται γραμματευς κελευων ἐπι θυρας ἠδη εἰναι „ μη
αἱ χειροτονουσιν . ἐν ἀλλαις δε των πολεων οὐτε προ πληθουσης ἀγορας νεον φαινεσθαι οὐτε μετα δειλην ὀψιαν καλον ,
9999969 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999969 πεντακισχιλιας
ἠν μεταθεσις , ἀντι μεν δισχιλιων και πεντακοσιων δραχμων τας πεντακισχιλιας , ἀντι δε των δυο τελων τοις ὀκτω δοθηναι
και του Ὑπανιος τον ἀριθμον ἐννεα , πολεις τε σχειν πεντακισχιλιας , ὡν μηδεμιαν εἰναι Κω της Μεροπιδος ἐλαττω :
9999969 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999969 θετικως
ἐπηβολος εἰη , οἱον ἰατρικης ἠ ῥητορικης ἠ φιλοσοφιας , θετικως ἐπαγοντα τον ἐν τουτοις ἐπαινον , εἰς ὁσα τουτων
ἀντιτιθησι γαρ εὐεργεσιαν ἀντιστατικως πλατυνων αὐτην . δει δε και θετικως αὐτην μεταχειρισασθαι : ἀκολουθος γαρ τῃ ἀν - τιστασει
9999969 ἑξακοσιων
, ἱνα λαθοι τους πολεμιους , προσεταξεν μετα ἱππεων χιλιων ἑξακοσιων προϊππευσαι της φαλαγγος και πυκνας ποιεισθαι τας ἀναστροφας τῃδε
τινες δε τετρακισχιλιων φασιν : εἰς δε Μαλεας προς ἑω ἑξακοσιων ἑβδομηκοντα κατακολπιζοντι : εἰς δε Ὀνου γναθον , ταπεινην
9999969 κατεπαυσεν
μεγα μετα του Σ ἐπι της αἰδους κἀνταυθα την διδασκαλιαν κατεπαυσεν . Καιτοι ἐνεδεχετο και περι των εἰς ψ ληγοντων
μεγιστῳ ἐπαινῳ λελεκται το αἰψα τε και μεγα νεικος ἐπισταμενως κατεπαυσεν . Τι οὐν ; οὐ λιαν ἐστι νυν ἀσφαλες
9999969 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999969 ἀδελφους
πραγμα και την συμφοραν την πικραν δια το ἀλληλοκτονησαι τους ἀδελφους . ἐπι πραγος ] ἐπι την συμφοραν των ἀδελφων
την Σεληνην μεχρι τινος φασεως συναπτουσαν τισιν ἀστρασι , τοσουτους ἀδελφους ἑξουσιν οἱ οὑτω γεννωμενοι . νοεισθω οὐν σοι και
9999968 δραστηριος
τε και παρασκευασαμενων , οὑς ἠγε Λευκιος Μαμιλιος , ἀνηρ δραστηριος , ἐχων την μεγιστην ἐν τῃ πολει τοτε ἀρχην
πραγματα μεν συνιδειν ἱκανος , ἐξικεσθαι δε προς τα συνεωραμενα δραστηριος , οἰκτιρμων τε το ἠθος και χρηστος , και
9999968 κοινοτητες
τοις ἰδιωταις οὐν φανειται . ἐπειδη δε και ἐνδεικνυνται αἱ κοινοτητες , συμπροσπιπτει δε τοις ἐνδεικνυμενοις τα ἐξ αὐτων λαμβανομενα
ἀλλ ' ὁτι μη εἰσι προσεχη και ἀναγκαια τοις ἰατρευουσι κοινοτητες , δια τουτο παραιτουμεθα τα συμπτωματα . των γαρ
9999968 σελιδιων
, μεθοδευομεν και εἰς τουτο κανονα στιχων μεν λα , σελιδιων δε ιβ , ὡν τα μεν πρωτα β σελιδια
και ἀλλο ὑπ ' αὐτο μηνιαιον ἐπι στιχους ιβ , σελιδιων δε ἑκατερον των ἰσων τοις πρωτοις , και ἐπι

Back