ὁσας ἑξει συκας . τουτον μεν οὐν Πεταλη ἀπεσοβησε κωμῳδησασα ἀκολαστως . ἀπεπτυσε γαρ ἡμας και ἀκαθαρτους εἰπων ἀπεφθαρη .
μαλλον ἐπι ἀκμαζοντων και νεων , και μαλιστα ἐπι των ἀκολαστως κεχρημενων τοις ἀφροδισιοις . Ἐκκρινεται δε ἐπι τινων ἐκ
9999979 ἀκολασια
ἀρεταις . ἡ γαρ δειλια και ἡ θρασυτης και ἡ ἀκολασια , ᾑ κακιαι , ἀντικεινται ταις ἠθικαις ἀρεταις ὡς
λυπειται ἐπι τῃ ἀπουσιᾳ των ἡδονων : ὑπερβολη δε ἡ ἀκολασια , ἡ δε ἐλλειψις ἀνωνυμος δια το μη γινεσθαι
9999975 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999974 μεγαλητορα
τα αὐτα , οὐδε τι μοι ποδανιπτρα ποδων , κατα μεγαλητορα θυμον . και σαφες ὁτι τοις τοιουτοις ὑποπεπτωκε το
γαρ ἑλῃ φιλοτησιος ὁρμη ἱππον τ ' ἐγγυς ἰοντα κλυτον μεγαλητορα μιμνῃ , δη τοτε δαιδαλλουσι ποσιν καλον : ἀμφι
9999974 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999974 θαυμαζειν
και τῃ κινησει διαδεικνυσθαι , ὡστε τῃ ποικιλιᾳ των ἐξω θαυμαζειν τας περι των ἐνδον νοησεις : οἱονει τις ζωγραφος
την των ἁρμονιων ἀκριβειαν . ὁ δε μαλιστα των ἀλλων θαυμαζειν ἀξιον , ῥυθμος οὐδεις των μακρων οἱ φυσιν ἐχουσιν
9999974 παραδειγμα
τῳ χρωμενῳ μοχθηροις ὀργανοις και ὑποκειμενοις . Το του στρατοπεδου παραδειγμα ὡς ἐν ταξει ὀργανου παρελαβεν , τα δε σκυτη
εἰναι ἰδεᾳ ἐν τῳ παραδειγμα εἰναι τι , το δε παραδειγμα προς τι : τινος γαρ το παραδειγμα . ἐτι
9999974 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999973 ἐνεργουσης
, ἐντευθεν και της αἰσθητικης δεδεκται γνωσεως , ἀμεσως μεν ἐνεργουσης περι τα οἰκεια γνωστα , ἀφυπνιζουσης δε και αὐτον
, φαντασια δ ' οὐδεμια ἐγειρεται της νοερας ζωης τελειως ἐνεργουσης ; οὐ παρα τοις θεοις συνυπαρχει ἡ ἀληθεια κατ
9999973 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999973 ἐχετωσαν
! ] ? [ ! ! ! ! ] μη ἐχετωσαν ? μητε [ ] ἀρετης στεφανον ? [ ]
ἡ ΒΓΔ της ΑΒ ἐφαπτεσθω κατα το Β , και ἐχετωσαν ἀντεστραμμενα τα κυρτα , και συμπιπτετω πρωτον ἡ ΒΓΔ
9999972 Πυθαγορειοις
κεχωρισμενος και καθ ' αὑτο ὑπαρχων , ὡς ἐδοκει τοις Πυθαγορειοις τε και Πλατωνι , εἰ μη εἰη το ἑν
, ἐπειδη διαφερουσιν ἀλληλων . ὡστε ἐνταυθα φαινεται ἑπομενος τοις Πυθαγορειοις και τῳ Πλατωνι : κἀκεινοι γαρ φασιν ὁτι ἑτερος
9999972 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999972 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999972 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999972 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999972 κολπου
προρρηθεντος Ἀραβιου πορθμου . Μετα δε τα στενα του Ἀραβιου κολπου ἐκδεχεται ἡ Ἐρυθρα θαλασσα , ἡν περιπλεοντι και την
ἀρα μειζον , ὁ λαθρα ἰατο , το δε του κολπου τινα ἀν τροπον κατασταιη διεσκοπουντο : και ἐδοκει αὐτοις
9999972 θεραπεια
οθ Τριταιου ἀκριβουϲ ἐκτεταμενου και διπλου διαγνωϲιϲ π Τριταιου ἀκριβουϲ θεραπεια πα Τριταιων νοθων θεραπεια πβ Περι ἡμιτριταιου πγ Τεταρταιου
ἀλλα θαρρει μοι , φιλτατε : ῥᾳων γαρ ἡ τουτου θεραπεια : ῥοδα γαρ μονα εἰ φαγοις , ἀποδυσῃ μεν
9999972 κατεστρατοπεδευσαν
ἐκ της ἐν Φεραις τυραννιδος : συστησαμενοι δε δυναμιν ἀξιομαχον κατεστρατοπεδευσαν περι Μαντινειαν . μετα δε ταυτα ἐπι πολιν Ὀρνεας
περι Ἀγαθοκλεα και βραχυ διαχωρισαντες ἀπ ' ἀλληλων την δυναμιν κατεστρατοπεδευσαν . εἰθ ' οἱ μεν Καρχηδονιοι πυθομενοι την τουτων
9999972 ἀριθμητικης
και ἡ ἐπαγωγικη πιστις ἀπο των μαθηματων , γεωμετριας ἀστρολογιας ἀριθμητικης . ἀλλα τις ἀναγκη τοιαυτην εἰναι ἐπιστημην , ἡτις
ἑξεις αἱ περι αὐτα , ὡς ἐπι γεωμετριας ἐχει και ἀριθμητικης . ἐπει γαρ ἑτερον ἀριθμος και ἑτερον μεγεθος ,
9999972 θαυμαζων
ζηλωτης γεγονεναι των Πυθαγορικων : ἀλλα και αὐτου Πυθαγορου μεμνηται θαυμαζων αὐτον ἐν τωι ὁμωνυμωι συγγραμματι . παντα δε δοκειν
ἐθελει εἰναι . , . . βουλομενῳ ὁ δε ἐφη θαυμαζων , ἐθελησεις τι μοι μαντευσασθαι ; πανυ γε ,
9999972 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999972 προστακτικα
, ἐξ ἀμφοιν δε παν διακριθεν εἰς τα συνεχη και προστακτικα των ὁλων σχισθηναι . Πιθανως δε και την νησον
ἐνεστωτος βραχειᾳ θελει παραληγεσθαι . τιθετω : τα εἰς θι προστακτικα τροπῃ του θι εἰς τω το τριτον ποιει .
9999971 τελευτησασης
. Ἀθαμας δε ἐκ Νεφελης Ἑλλην και Φρυξον ἐγεννησε . τελευτησασης δε της Νεφελης ἠγαγετο γυναικα Ἰνω , ἡτις Ἑλλῃ
ὡς ἰδιον ἐτρεφε , της Κριθηιδος μετα την κυησιν εὐθεως τελευτησασης . χρονου δε οὐ πολλου διελθοντος και αὐτος ἐτελευτησε
9999971 κατεταξεν
ξανθην χολην ἐν τοις σιμοις του ἡπατος ἐν ἀγγειῳ τινι κατεταξεν , ὁ κεκληται χοληδοχος κυστις . και τα μεν
των συζυγιων , ἁς ὁ τεχνικος ἐν τῃ αὐτου βιβλῳ κατεταξεν , κατα μερος ἐπισκοπησωμεν ἀπο του τυπτω και λειβω
9999971 ἐστρατοπεδευοντο
Ἀσωπου και της κρηνης της Γαργαφιης , ἐπ ' ᾑ ἐστρατοπεδευοντο τοτε , δεκα σταδιους ἀπεχουσα , προ της Πλαταιεων
ὑφορωντες τουτους αὐτοι ἐφ ' ἑαυτων ἐχωρουν ἡγεμονας ἐχοντες . ἐστρατοπεδευοντο δε ἑκαστοτε ἀπεχοντες ἀλληλων παρασαγγην και πλεον : ἐφυλαττοντο
9999971 καθαρωτερα
το ἀγελαιαν εἰναι : τα γαρ ἐν τοις ὀρεσι διατριβοντα καθαρωτερα και ὑγιεινοτερα των ἀλλων . ἠ ἁγνης της ἀσινους
ζητων ἀντιστροφον ἐνταυθα προβεβληκεναι σκοπων ἀρα ἐστι τις ἑτερας ἀλλη καθαρωτερα ἐπιστημης ἐπιστημη , καθαπερ ἡδονης ἡδονη . Και μαλα
9999971 ὀκτακισχιλιους
την Ἀμιλκα δυναμιν ὑπερβηναι . και ἐστρατευσεν ἑξακισμυριους , ἱππεις ὀκτακισχιλιους , ἐλεφαντας διακοσιους . ὑπο δε οἰκετου ἐπιβουλευθεις ἐσφαγη
πεζους μεν πλειους των δισμυριων ὀκτακισχιλιων , ἱππεις δ ' ὀκτακισχιλιους πεντακοσιους , ἐλεφαντας δε ἑξηκοντα πεντε . Διηλλαγμεναις δ
9999971 γεγενημενη
. καθολου μεν οὐν σχεδον παρ ' ἁπαν μερος † γεγενημενη † διορθωσις : τα μεν γαρ περιῃρηται , τα
συνοικει αὐτῳ ; ἀλλα μεμαρτυρηται ἑταιρα οὐσα και δουλη Νικαρετης γεγενημενη . ἀλλ ' οὐ γυναικα εἰναι αὐτου , ἀλλα
9999971 παρελιπεν
Πυθαγορου και Τιμων ἐν τοις Σιλλοις δακνων αὐτον ὁμως οὐ παρελιπεν , εἰπων οὑτως : Πυθαγορην τε γοητας ἀποκλινοντ '
ἀνομοια ὡς ἑνα ὁρισμον ἐπιδεχομενα τον της ἀνομοιοτητος . κἀν παρελιπεν ὁ Ἀριστοτελης την διαιρεσιν κατα την ταξιν των γενικωτατων
9999971 κατεσκευασαν
Ἀπολλον , ἐν τῃ ἐξοχωτατῃ Πυθωνι τον σον οἰκον θαυμαστον κατεσκευασαν . Ἀπολλον , οἱ τεον τε δομον : οἱ
πασαν την δεκατην , εὐωχιας ποιων συνεχεις και πολυδαπανους . κατεσκευασαν δε και Ῥωμαιοι τουτῳ τῳ θεῳ παρα τον Τιβεριν
9999971 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999971 τετραμμενη
ἐννοιαι τραχεως ἐκει και μεθωδευθησαν . Λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και [ ἡ ] ἀφ ' ἑαυτης σκληρα ,
φεροι , ἡ δε δια των ὀρεων και προς ἀρκτον τετραμμενη ὁτι εἰς Καρδουχους ἀγοι . τουτους δε ἐφασαν οἰκειν
9999971 βελτιστην
το μελι : και σμυρναν την στακτην και ἀλλως ὡς βελτιστην τριψας λειην , διεσθαι του οἰνου του αὐτου παρεγχεοντα
ἱεραν οἱ ναυτιλλομενοι φασιν , καθιεναι , και ἐπι την βελτιστην ἀπονοιαν ὁρμησαντες , ἐτι τε και τολμαν και ἀμαθιαν
9999971 φοβηθηναι
παν μεν ποιησειν , παν δε πεισεσθαι ὑπερ νικης , φοβηθηναι δε ἑν μονον , την ἐκ του μη φυλαξαι
λιαν ὀργιλως ἐλαλησεν , ὡστε με συγχυθηναι και λιαν αὐτον φοβηθηναι : ἡ μορφη γαρ αὐτου ἠλλοιωθη , ὡστε μη
9999971 δριμεις
πηγανον , κυμινον , δαφνιδες , ἀνηθον , ἀσφαλτος . δριμεις δ ' ἁλμη , θαλασσια , γαρος σιλουρου ,
ἀγωνας οὐ τους τυχοντα ὑπομενουσι και καθαιρεσεις . ἀλλως τε δριμεις και εὐσυνετους περι τας πραξεις ἀποτελουσι , ποικιλως τον
9999971 θεραπευουσι
, ἱνα μητε φθειρ μητε ἀλλο μυσαρον μηδεν ἐγγινηται σφι θεραπευουσι τους θεους . Ἐσθητα δε φορεουσι οἱ ἱρεες λινεην
κυουσαν βουν , τεκουσαν δε ἀρα αὐτην οἱα δηπου λεχω θεραπευουσι . το δε ἀρτιγενες βρεφος καταθυουσιν ὑποδησαντες κοθορνους .
9999971 ῥητορικας
ποιητας και νομοθετας γενεσθαι . τας τε γαρ τεχνας τας ῥητορικας και τους λογους τους ἐπιδεικτικους και τους νομους τους
της πραγματειας , ὡς οὐ μειρακιον ἠν , ὁτε τας ῥητορικας συνεταττετο τεχνας , ἀλλ ' ἐν τῃ κρατιστῃ γεγονως
9999971 ἐκολασθησαν
εἰ μεν γαρ τινες ἠ ἐν διαφερουσι καιροις ἠ ἑτεραις ἐκολασθησαν τιμωριαις , εἰκος ἠν το ἀστατον της τυχης προφασιζεσθαι
ἐλεγον : Αἱ Ἰβυκου γερανοι . εἰτα ἐκ τουτου ἁλοντες ἐκολασθησαν . Αἰθερα νηνεμον ἐρεσσεις : ἐπι των ματην πονουντων
9999971 τεσσαρακοστης
περιξ ἁπαντα , και δια τουτο πολλακις και μεχρι της τεσσαρακοστης ἡμερας ἐκτεινονται : και γαρ και μετα το παυσασθαι
εὐωνοτερους εἰναι , και το ψηφισμα ἀκυρον γεγονε . της τεσσαρακοστης : Οὑτος ἐγραψε τεσσαρακοστην εἰσενεγκειν ἀπο της οὐσιας εἰς
9999971 παρειλετο
ναυσιν ἀργυριου ταλαντα ἑξακοσια ἀπεσταλμενα εἰς Μακεδονιαν προς τους βασιλεις παρειλετο , φασκων ἑαυτῳ χρειαν ἐχειν προς τας των ξενων
τα ῥηματα κατηγορουντα του ἐπιθετικου εὐλογως την του ἀρθρου συνταξιν παρειλετο . Ἡ αὐτη συνταξις και ἐν προσηγορικοις και [
9999971 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999971 ναρδον
ἑτεροι σελινον ἠ καστοριον ἠ δαυκον Κρητικον ἠ ἀσαρον ἠ ναρδον Κελτικην , ἑκαστον ἰδιᾳ ἠ ὁμου , παρακελευονται συν
ἀριστολοχειαν και την ἰριν , ἐπι δε ταυταις και την ναρδον χαλβανης τε δη ῥιζας και πυρεθρον ξηρον , δαυκον
9999971 ἀπαραλλακτως
πεποιημενα και προσηγμενα , της ἐμπειριας και τεχνης τας ὑπεροχας ἀπαραλλακτως ἐχοντα προς την ἀληθειαν , ὡστε και ῥιπιζοντος του
ἡμερινων ποιουμεν γενεσεων , ἐπι δε των νυκτερινων τἀλλα μεν ἀπαραλλακτως , τους μεντοι ἀναφορικους χρονους του ἀφετου και τους
9999970 παραιτουμεθα
αἱ ποιοτητες : και ἐπι μεν των ἀσθενουντων , καλως παραιτουμεθα τας των δοκουντων ἐπ ' ὠφελειᾳ διδοσθαι φαρμακων ποσεις
και θρομβια μεταξυ αὐτων . Ἐφ ' ὡν τον ἐμετον παραιτουμεθα , των θρομβων μαλλον ἐν τῳ στομαχῳ σφηνουμενων ,
9999970 Ἡρακλης
τοις ἀπο Διος : Διονυσος μεν γαρ ἐχαιρε Σατυροις , Ἡρακλης δε Κερκωψιν . ἐστιν δ ' ὁτε και διερεθισθεις
και θυμῳ φερομενος τῃ χιονι ἐμπεσων καταδυομενος περιπταιων ἁλισκεται . Ἡρακλης πλευσας ἐπι Τροιαν αὐτος μεν ἀπεβη πεζομαχησων , τοις
9999970 δαιμονα
γενεσεως ἐπιφανεστερα ὑπαρξαι νομιζουσι : Νικοτελειᾳ γαρ τῃ μητρι αὐτου δαιμονα ἠ θεον δρακοντι εἰκασμενον συγγενεσθαι λεγουσι . τοιαυτα δε
Εὐρυκλης ἐπι των ἑαυτοις κακα μαντευομενων . Εὐρυκλης γαρ ἐδοκει δαιμονα τινα ἐν τῃ γαστρι ἐχειν , τον ἐγκελευομενον αὐτῳ
9999970 ἐξην
την ἑκουσιον συμφοραν : ἑαυτῳ γαρ αἰτιος εἰ τουτων . ἐξην σοι Καλλιροην ἐχειν και Χαιρεου ζωντος . συ ἠς
. [ ὡς φιλην Ἀθηναν . ] Ϛʹ εἰθ ' ἐξην ὁποιος τις ἠν ἑκαστος το στηθος διελοντ ' ,
9999970 ἀπαρακαλυπτως
καταφανως και περιφανως , γνωριμως , σαφως , πεφασμενως , ἀπαρακαλυπτως , ἀνυποστολως , πολυθρυλητως τεθρυλημενως : σκληρον γαρ το
προαιρουμενη , κἀν μη μετ ' εὐλογου προσχηματος δυνηθῃ , ἀπαρακαλυπτως πονηρευεται . αἰλουρος συλλαβων ἀλεκτρυονα τουτον ἐβουλετο μετ '
9999970 εὐπορως
, ἀφ ' ἡς προς τουτο το γενος των λογων εὐπορως ἑξομεν ; οἰμαι δε και δια τουτ ' ἀξιον
. ὁμως δε δουναι σοι κελευσον σαργανας αὐτην : ταριχους εὐπορως γαρ τυγχανει ἐχουσα και συνεστι σαπερδαις δυσιν , και
9999970 τριπλασιοι
τριαδων και ἑξης ἀκολουθως . ἐκ δε των πλασθεντων διπλασιων τριπλασιοι , πρωτοι παλιν ἐκ πρωτων και συνεχεις ἐκ συνεχων
το βαθος και την ὑποτεινουσαν . ἐκ μεν γαρ διπλασιων τριπλασιοι τε και ἡμιολιοι φυσονται , ἐκ δε τριπλασιων τετραπλασιοι
9999970 ἐνεχειρισαν
πολεμιος , ἀλλα ἑκοντες αὑτους τε και τας ἀκροπολεις ἁνθρωποι ἐνεχειρισαν , και ἐπι Βαβυλωνα ἐλθοντες ἀπροσδοκητοι παρηλθομεν εἰς το
οἱ δε τοις φρουρουσι σφας ἐμποδων οὐσιν ἐπιθεμενοι και κρατησαντες ἐνεχειρισαν την πολιν τῳ Σκιπιωνι . και τοισδε μεν φρουραν
9999970 Παφλαγονας
εἰ δε ταυτα ποιησετε , ἀναγκη ἡμιν και Κορυλαν και Παφλαγονας και ἀλλον ὁντινα ἀν δυνωμεθα φιλον ποιεισθαι . Προς
ἀνεμον ἐνθεν μεν Συριους Καππαδοκας ἀπεργει , ἐξ εὐωνυμου δε Παφλαγονας . Οὑτως ὁ Ἁλυς ποταμος ἀποταμνει σχεδον παντα της
9999970 ἐκπιπτουσι
οὑτως ἐχει , και τοδε : τοισι γαρ βουσι τοτε ἐκπιπτουσι μαλλον οἱ μηροι ἐκ της κοτυλης , ἡνικα ἀν
δε των Ἀθηναιων αἱ μεν μαλιστα ὁρμησασαι τρεις διαφθειρονται και ἐκπιπτουσι προς την πολιν των Χιων , και ἀνδρες οἱ
9999970 εὐτακτως
ἡ συγγραφη : ταξιν δε , εἰ κατα ταξιν και εὐτακτως συγκειται το γραμμα : τελος δε , εἰ προηνεγκατο
θυμουμενων , και ὁρμωμενων κατ ' ἀλληλων : ὡν και εὐτακτως ἐπορευοντο αἱ ἀγελαι : οὐκ ἐδειλιων δε οὐτε οἱ
9999970 φοβουμενη
ἀχρι νυν παρα ποταμους βοωσι και λιμνας . Ἡνικα Ῥεα φοβουμενη Κρονον κατεκρυψεν ἐν τῳ κευθμωνι της Κρητης τον Δια
φαυλοτεροις μειζω και διατελει δη τουτο ποι - ουσα καθαπερ φοβουμενη μη της ἰσχυος αὑτης ἐπιλαθωμεθα . ἐγω δε ὁτι
9999970 δακτυλικον
, ἐκ χοριαμβου και ἀναπαιστου : εἰ δε βουλει , δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες του πρωτου και
δακτυλικον πενθημιμερες : το ιδʹ ἀναπαιστικον τριπουν : το ιεʹ δακτυλικον τετραπουν εἰς τρισυλλαβιαν : το ιϚʹ δακτυλικον διπλουν εἰς
9999970 μυθολογουσι
θεου ταυτης , ἐν ᾡ τοπῳ την γενεσιν αὐτης ὑπαρξαι μυθολογουσι . λεγουσι δε και τους γαμους του τε Διος
χασμα καταγειον προς την ἀρκτον νενευκος , δι ' οὑ μυθολογουσι τον Πλουτωνα μεθ ' ἁρματος ἐπελθοντα ποιησασθαι την ἁρπαγην
9999970 πεπληρωμενη
μελλουσι παθειν . . στεναζεις ] θρηνεις . πλεα ] πεπληρωμενη . . ἐπισχες ] προσμεινον , ἠ κρατησον το
συνεχεσιν , ἐπαλληλοις . Ἀπειρεσιῃσι περιπληθης ἀγελῃσι : ἀπειραις ἀγελαις πεπληρωμενη . ἀπειρεσιῃσιν : πολλαις , ταις πολλαις ἀγελαις των
9999970 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999970 πλατεια
σαθρον ἐκλυων μενος . ὁθεν με δεχεται παν δεμας κεκμηκοτα πλατεια μεν κελευθος ἀλλ ' οὐκ ἀσφαλης . τα μεν
, ἀναγκαιως ἀν το τοιουτον διεζευγμενον ἀληθες γενοιτο : ἠτοι πλατεια και ἐπιπεδος ἐστιν ἡ γη , ἠ κοιλη και
9999970 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999970 ὑπερβαλλουσῃ
ὡστε παν εἰδεναι το στρατοπεδον . τουτου και οἱ ἑταιροι ὑπερβαλλουσῃ τροφῃ ἐχρησαντο . ὡν εἱς ὠν ὁ Ἁγνων χρυσους
κατηγορειτο πορνοβοσκος ὠν ἑταιρας : ἀλλοι δε , ἐπι των ὑπερβαλλουσῃ πονηριᾳ χρωμενων . Ζευς κατειδε χρονιος εἰς τας διφθερας
9999970 Λευκιος
ὁ τι πρακτεον ἠν . Κατιδων δ ' αὐτον ἀμηχανουντα Λευκιος Ἰουνιος Βρουτος , ἐκεινος ὁ δημαγωγος ὁ τεχνησαμενος ,
ὑπατων ἐγενοντο χιλιαρχοι ἑξ , Γναιος Γενουκιος [ και ] Λευκιος Ἀτιλιος , Μαρκος Πομπωνιος , Γαιος Δυιλιος , Μαρκος
9999970 ἐναιωρημα
χυματοϲ και τα παρεμφερομενα ἐν τῳ χυματι , οἱον νεφελην ἐναιωρημα και την ἐν τῳ πυθμενι ὑποϲταϲιν . εὐδηλον οὐν
τουτο και πλεον μετεωριζεται : ἡττον δε χειριστον ἐστι το ἐναιωρημα . ἐπειδη δε των οὐρων τα μεν οὐδ '
9999970 κολαζουσι
Ἐρινυες ] : εἰσι δε θεων ὑπηρεται και ἀνθρωπους [ κολαζουσι ] ? ? ? : ὁσαι δε εἰσιν ὁπωσπερ
ἐπληξεν , οὐκ ἐξετασας ἀλλ ' ἀμελησας εἰδεναι , ἠδη κολαζουσι τον τοιουτον ὡς ἐξον αὐτῳ γνωναι ὁς ἠν παρεστως
9999970 ἁρμονικης
τοιουτον οἱον ἐν πρωτοις ὑπο της αἰσθησεως συνορασθαι των της ἁρμονικης πραγματειας μερων : το γαρ πως ἀπαιτουν ἀποδειξιν οὐκ
του μουσικου ἑξις . Τους μεν οὐν ἐμπροσθεν ἡμμενους της ἁρμονικης πραγματειας συμβεβηκεν ὡς ἀληθως ἁρμονικους εἰναι βουλεσθαι μονον ,
9999970 κεφαλαν
: ἀλλα νιν εὑροις ' ἀνδρασι θˈνατοις ἐχειν , ὠνυμασεν κεφαλαν πολλαν νομον , εὐκλεα λαοσσοων μναστηρ ' ἀγωνων ,
καλον νομιζοντι , ὁς κ ' ἀνδρα κατακανων ἐκδειρας ταν κεφαλαν το μεν κομιον προ του ἱππου φορηι , το
9999969 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999969 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999969 πυρετοι
παρακειμενων νευρων τε και μυων ὀδυναι ἰϲχυραι και ϲπαϲμοι και πυρετοι ὀξειϲ ἐπιγινονται , μαλιϲτα ἐπι ἀγκωνων και γονατων και
ἑλκει ἐκ των πιμελων , ἀφ ' ὡν οἱ τε πυρετοι και αἱ διψαι αἰρονται . γιγνονται μεν οὐν δια
9999969 προφερομεθα
, οὐδε παρατεινεται τῃ διεξοδῳ της λεξεως δι ' ἡς προφερομεθα το ἀνθρωπος ἡ συνθεσις του νοηματος : και γαρ
παντες Ἑλληνες κοινῃ χρυσον και το μεν ὀνομα ὁμοιως παντες προφερομεθα , διχοστατουμεν δε περι την δοξαν τουτου , ὁ
9999969 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999969 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999969 πελαζει
Δολωνα : και γαρ , εἰπερ ἐστι σως , ἠδη πελαζει στρατοπεδοισι Τρωϊκοις . τινος ἁ φυλακα ; τις ἀμειβει
της ὀψεως ἀποτομην πλατυτεραν οὐσαν , ἐπει μαλλον τῃ βασει πελαζει , βραδιον διεξεισι , ταχιον δε την του τοξοτου
9999968 δοκουσης
ὁ παραφραστης της ἐναντιας ἐγενετο δοξης της και τῳ Ἀριστοτελει δοκουσης . τουτοις οὐν τοις δυο , τῳ τε Μαξιμῳ
των ἀπολογουμενων , το ἀξιοπιστον της κατηγοριας ἐκ της παλαι δοκουσης φιλιας προειληφοτες , οὐδε τουτο λογιζομενοι , ὁτι πολλαι
9999968 ἀφαιρεσις
μοναδων σπ ἰσοι ἀριθμῳ ἑνι . . Διχως γινεται ἡ ἀφαιρεσις κατα τε μοναδα και ἀριθμον . Και γαρ προτερον
του η ὁ β και ὁ δ . Ἡ δε ἀφαιρεσις των λογων ἐκ του ιʹ . λαβοντες τον μεταξυ
9999968 ἐνεπλησαν
ἐπι τους ἡγεμονας ὁρμησαντες και τινας ἀνελοντες ταραχης και στασεως ἐνεπλησαν το στρατοπεδον . μογις δ ' οἱ στρατηγοι των
, ὁ τε Δαφνις ἐβαδιζεν ἐγγυς της Χλοης , ὡστε ἐνεπλησαν ἑως νυκτος ἀλληλους και συνεθεντο θαττον τας ἀγελας της
9999968 δαιμονιοι
συγγενικων . Ξ ἀντισπαστικα ἡμιολια βʹ και ἑν μονομετρον . δαιμονιοι ] ἀθλιοι . δαιμονιοι ] δυστυχεις . θΞ ἀντιφονων
. και εἰπερ αἱ δυναμεις αἱ ἐν τῳ παντι αἱ δαιμονιοι ἠ αἱ θειαι ἐχουσι μερη του κοσμου περικειμενα αὐταις
9999968 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999968 Σαλαμινιος
κοινωνουσι : των γαρ Αἰαντων ὁ μεν ἐστι Τελαμωνος υἱος Σαλαμινιος , ὁς ἐμονομαχησεν Ἑκτορι , ὁ δε ἑτερος Ὀιλεως
ἠ ὁτι ἐν Ἀργει ἐναυπηγηθη , ὡς φησιν Ἡγησανδρος ὁ Σαλαμινιος . πεταυρον δε καλειται ἡ πλατεια σανις . αὑτη
9999968 ἐνεργουν
μη μενον ἐν τῳ αὐτῳ , ἀλλο δε και ἀλλο ἐνεργουν , ἀντι δε ἀδιαστατου και ἑνος εἰδωλον του ἑνος
ἠ το βαδισμα , ἠ ἡ διαλεξις , το δε ἐνεργουν προσωπον ἀδηλον και δια τουτο αἱ ἀποκρισεις ὀνομαστι γιγνονται
9999968 ἐνεμοντο
τε Σπαρτην τε πολυτρηρωνα τε Μεσσην , Βρυσειας τ ' ἐνεμοντο και Αὐγειας ἐρατεινας , οἱ τ ' ἀρ '
τους Ἀγαμεμνονος ὑπηκοους καταλεγων το ἐπος ἐποιησεν Ὀρνειας τ ' ἐνεμοντο Ἀραιθυρεην τ ' ἐρατεινην . ταφους δε των Ἀραντος
9999968 μεταλλικα
λιτραν μιαν , μυρσινινου λιτραν μιαν . οἰνῳ λειου τα μεταλλικα . Αὑτη ἐπουλοι τα χρονια και κακοηθη και ἐν
: εἰ δε παν ἐπιχυθειη το ὑγρον , τα μεν μεταλλικα ὑφιζανει , τα δ ' ἀρωματικα ἐπιπολαζει , και
9999968 Μουσης
. Ἀλλ ' εἰτε νεα των μετρων ἡ θεωρια εἰτε Μουσης εὑρημα παλαιας ἑκατερον ἑξει καλως . ἀρχαια μεν γαρ
ἀνευθε χορδης . Ἀγε , ζωγραφων ἀριστε , λυρικης ἀκουε Μουσης * * * * * * * * *
9999968 ἐξεωσαν
ὑποδυντες και προβαλομενοι καθαπερ ἑλεπολιν τινα και μηχανην ἀφυκτον , ἐξεωσαν των ἀσφαλων και σωτηριων λογισμων τον νεανισκον και κατεσεισαν
μεν ἀπολωλοτων ] Φοιβιδας στρατηγος Λακεδαιμονιων κατεσχε την Καδμειαν : ἐξεωσαν δε αὐτον οἱ Θηβαιοι : ὁ δε παρωξυνε τους
9999968 δακρυοις
τε φερεσβιος ἠδ ' Ἀιδωνευς Νηστις θ ' , ἡ δακρυοις τεγγει κρουνωμα βροτειον . Ζηνα μεν εἰπε τον αἰθερα
τον ὑπνωι παρειμενον ἐασετ ' ἐκλαθεσθαι κακων ; κατα σε δακρυοις στενω , πρεσβυ , και τεκεα και το καλλινικον
9999968 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999968 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999968 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999968 Αἰγυπτιοις
Ζευς παντος του αἰσθητου κοσμου δημιουργος , οὑτος παρ ' Αἰγυπτιοις Ἀμμων καλειται ἀπο του ἀφανους εἰς το ἐμφανες παντα
Ὠριωνος ἐπιτελλει . Ἱππαρχῳ ἐτησιαι ἀρχονται πνειν . κεʹ . Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ ἀργεστης και καυμα . κϚʹ . ὡρων
9999968 ἑπτακισχιλιους
ἀποθνησκουσι μεν ἐν τῃ καταληψει των Ἰνδων ἐς μυριους και ἑπτακισχιλιους , ἑαλωσαν δε ὑπερ τας ἑπτα μυριαδας και ἁρματα
πασαι καθωπλισμεναι θαυμασιως . Πεζοι μεν ἐς πεντε μυριαδας και ἑπτακισχιλιους και ἑξακοσιους , ἱππεις δε δισμυριοι τρισχιλιοι διακοσιοι .
9999968 Μενεκρατης
Φρυγιας , ἀπο Βλαυδου του τον τοπον εὑροντος , ὡς Μενεκρατης . . . . , : Μενεκρατης δε ὁ
βραχιονα ἐτρωθη , και ὁ ὀβελος ἐξῃρεθη , ὁ δε Μενεκρατης τον μηρον ἀκοντιῳ πολυγλωχινι Ἰβηρικῳ ὁλοσιδηρῳ , και οὐκ
9999968 ἀπολοιτο
ἀντι ἀγαθων και ὁπως αὐτος μεν ἐκκοπειη τους ὀφθαλμους και ἀπολοιτο , συνεκτριβειη δε τουτῳ και ὁ πορφυρογεννητος , οὐκ
τουτεστιν ὁ μη κεκορεσμενος : και νυ κεν ἐνθ ' ἀπολοιτο Ἀρης ἀτος πολεμοιο . ἐστι δε τοιουτον περι του
9999968 πλεοναζουσης
και ἀκολασιαι δειλιαι τε και ἀδικιαι και ὁσαι ἀλλαι ἐκ πλεοναζουσης ὁρμης εἰωθασι φυεσθαι ἀλογοι ἐπιθυμιαι , σκιρτωσαι και ἀπαυχενιζουσαι
τα πολλα ἐκπτυεται . ἀναγκην δε εἰναι λεγει της θερμης πλεοναζουσης διιστασθαι και τας φλεβας και τα ἀρθρα . .
9999968 Σικελιωταις
μεν καταλυσων την Ἀγαθοκλεους , την δ ' αὐτονομιαν τοις Σικελιωταις ἀποκαταστησων , ὑπερθεμενος δε ἐπι του παροντος ταυτην την
πλησιοχωροις πασι προσενεχθεις φιλανθρωπως , μεγαλης ἐτυχεν ἀποδοχης παρα τοις Σικελιωταις . οὑτος μεν οὐν ὑπο παντων ἀγαπωμενος δια την
9999968 ἐνδεεστερως
ὡστε και ἀναπηρα θυουσιν ἑκαστοτε και τἀλλα παντα οὐκ ὀλιγῳ ἐνδεεστερως τιμωσιν ἠπερ ἡμεις , χρηματα οὐδεν ἐλαττω κεκτημενοι της
ἐννοουντα τυχειν προειδοτα ἐκεινο ᾡ φησιν αὐτο προσεοικεναι μεν , ἐνδεεστερως δε ἐχειν ; Ἀναγκη . Τι οὐν ; το
9999968 ἀριθμητικην
δ ' ἐν αὑτῃ τας ἀναλογιας πασας , την τε ἀριθμητικην και την ἁρμονικην και την γεωμετρικην , και προσετι
μοναδων κατα γεωμετριαν τους λογους ἐκτιθεμενοις , πη δε κατα ἀριθμητικην τριακονταπεντε † τελων τα † των ἀριθμων συμβολον καταδειχθησεται
9999968 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999968 Συρακουσσων
τα κατα την δυναστειαν , μελλοντος δ ' ἐκ των Συρακουσσων ἐξιππευειν προς ἑκουσιον φυγην Ἑλωρις ὁ πρεσβυτατος των φιλων
φιλοσοφοι κατεχουσι . . . . ἀφ ' οὑ Ἱερων Συρακουσσων ἐτυραννευσεν ἐτη ΗΗΓΙΙΙ ἀρχοντος Ἀθηνησι Χαρητος [ / ]
9999968 Παφλαγονιαν
, τρωθεις ἀνεχωρησεν και ἀπεθανε καθ ' ὁδον περι την Παφλαγονιαν . την δε περι Σθενελου ἱστοριαν ἐλαβε παρα Προμαθιδα
εἰς Εὐαρχον ποταμον σταδιοι πʹ : οὑτος ὁ ποταμος ὁριζει Παφλαγονιαν και την ἐχομενην Καππαδοκιαν . Οἱ παλαιοι γαρ την

Back