φυλακην και ὀλιγου παθειν ὁσα λεγει . οὑτοι δε ἀρα ἀγρυπνοι και ὑπνῳ μη ἡττωμενοι , πιστοτατοι των ἐκει φυλακων
ἐν θωρακι , γλωϲϲαι καταπεφρυγμεναι , διψωδειϲ , ἀϲηροι , ἀγρυπνοι , ϲπαϲμοι βιαιοι και ἀλλα πολλα πονηρα . εἰ
9999964 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999963 τουνεκα
ἐκεδασσαν , ᾑ ἐνι πειρομεν οἰδμα κατα χρεος ἐμβεβαωτες . τουνεκα νυν ὑμεας γουναζομεθ ' , αἰ κε πιθησθε ,
ἐπεσι φησιν ἀστροφαη Διονυσον ἐν ἀκτινεσσι πυρωπον , Ὀρφευς δε τουνεκα μιν καλεουσι Φανητα τε και Διονυσον . φασι δε
9999962 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999961 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999961 τεταραγμενη
ἡ ᾠδη ; Πανταπασιν , ὠ Μενιππε , παγγελοιος και τεταραγμενη . Και μην , ὠ ἑταιρε , τοιουτοι παντες
πληθος συνδυο λαμβανομενα ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ᾐ δε τεταραγμενη αὐτων ἡ ἀναλογια , και δι ' ἰσου ἐν
9999959 κεκραμενη
πονηρον πραγμα χρηστος ὠν ποιει . Ὡς ἡδυ συνεσει χρηστοτης κεκραμενη . Θανοντων δε και λογοι φιλοι προδοται . Ἁπαντα
ἱστορει γραφων , εἰς την Σινωπην την προσωτερω πολιν . κεκραμενη δ ' ἀριστα της Ἀσιας σχεδον χωρια γενη τε
9999959 κομισθεντα
δενδρα ταυτα τα ἀγλαοκαρπα , ὁτι σοι μη ἐθελοι δευρο κομισθεντα βριθομενων των κλαδων ἐναρμοσθεντα τῃ γῃ ταὐτον ποιειν .
λαβειν . τα μεν οὐν εἰς Ἰταλιαν ὑπ ' Αἰνειου κομισθεντα ἱερα τοις εἰρημενοις ἀνδρασι πειθομενος γραφω των τε μεγαλων
9999959 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999959 κυβερνητων
ἐκελευσε συμπλεκεσθαι . οὐ μην οὐδ ' ἐνταυθα την των κυβερνητων τεχνην ἀπρακτον εἰναι συνεβαινεν , ἀλλ ' εὐφυως ἐκκλινοντες
τουτων προνοιας εἰς το μηδεν ἡκωμεν , καθαπερ τι σκαφος κυβερνητων ἀπορουν . Καιτοι ὁταν ἐξ ἀτελειας , ὠ Δημοσθενες
9999959 τμητικης
ταξιν , θερμοτητα δ ' οὐδεμιαν ἐπιφανη κεκτηται . Μυρικη τμητικης ἐστι και ῥυπτικης δυναμεως ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανως :
, ἐχει δε τι και διαφορητικον . ὁ δε καρπος τμητικης μετεχει δυναμεως . Παπυρος καυθεισα φαρμακον γινεται ξηραντικον ὡς
9999958 στυπτηριαν
, και ἐχε χρυσον καλλιστον . ΞΑΝΘΩΣΙΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβων στυπτηριαν ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ :
βραχεις , και ῥανθεις , μυιας ἀναιρει . ἐαν δε στυπτηριαν και ὀριγανον λειωσας χρισῃς , οὐ καθεδουνται . Εἰς
9999958 βελτιονας
του σπουδαζειν ἀμελησας , οὐ γιγνωσκων ὁτι του Πλουτου παρεχω βελτιονας ἀνδρας και την γνωμην και την ἰδεαν . Παρα
οὐν φερειν πολεμον και ἀδηλα , και μεταβολας τοις δυστυχουσι βελτιονας , ταχα δε και την δικην ἑξειν τελος ἐκει
9999958 αὐταρκες
ἁπλουν και αὐταρκες ὀντως οὐδεν δειται : το δε δευτερως αὐταρκες , δεομενον δε ἑαυτου , τουτο δειται του νοειν
ἐκρινεν αὐτην , τῃ δ ' ἀναλογικῃ ἁρμονιᾳ : | αὐταρκες τ ' ἐνομιζε μεχρι του δια πασων στησαι την
9999958 σκορπιος
, ὡς Σοφοκλης ἐν Αἰχμαλωτισιν : ἐν παντι γαρ τοι σκορπιος φρουρει λιθῳ . * λαι : πετρῳ το δε
' ἐχω περιβαριδας . ὠ και λεων και μυγαλη και σκορπιος κρεαδιον τι φαυλον ἠ ταριχιον οὐδ ' ὀψοφαγος οὐδ
9999957 κυαμου
τον δε ἰσχυροτερον ἐνδεχεται . Της δ ' ἀσθενειας του κυαμου κἀκεινο σημειον ἀν τις λαβοι : μονος γαρ δοκει
φυλλα , ἰσα λειωσας ἀναπλασσε και παραπλασας χυλῳ διδου καταπινειν κυαμου μεγεθος και ἐπιρροφειτω οἰνον κεκραμμενον : κινει και καταμηνια
9999957 σκορπιου
περι ὁλον το σωμα συναισθησις γινεται κνησμωδης . [ Περι σκορπιου . ] Τοις δε ὑπο σκορπιου πληγεισιν ὁ μεν
, κολοκυνθις ἀγρια , βρυωνια , κυκλαμινος , ἀνδραχνη , σκορπιου θαλασσιου πνιγεντος οἰνῳ το ἀποβρεγμα . Ἀγνου σπερμα ,
9999957 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999956 χαρακτηρας
μεταθειναι διαλεκτον , και τας προσηγοριας ἑκαστωι ταξαι και τους χαρακτηρας διατυπωσαι . κοινηι μεν οὐν τα γραμματα Φοινικηια κληθηναι
ἐτυχε συνταξαντων τας λεξεις : διο και παντοιους τε ὑπαρξαι χαρακτηρας διαλεκτων και τα πρωτα γενομενα συστηματα των ἁπαντων ἐθνων
9999956 σμικροτης
οὐ μονον ὀξυτης και βαρυτης , ἀλλα και μεγεθος και σμικροτης και λειοτης και τραχυτης φωνης , εὑροι δ '
ἐν τῃ διαστολῃ του σφυγμου ; ὀκτω , μεγεθος , σμικροτης , σφοδροτης , ἀμυδροτης , ταχυτης , βραδυτης ,
9999956 ἀθροισαι
ἐλαττωματα και την των Τιτανων ἐπ ' αὐτον συνδρομην , ἀθροισαι στρατιωτας ἐκ της Νυσης , ὡν εἰναι συντροφους διακοσιους
μηχανας ἐκτος βελους . ἐπειτα γενομενης ἡμερας προσεταξε τοις ὑπηρεταις ἀθροισαι τα βελη τα πεσοντα παρα των Ῥοδιων , ἐκ
9999956 κορυφαις
ὑπο του ἐκειθεν ἀναδιδομενου καπνου . λεγει δε ἐν ταις κορυφαις και τῳ πεδῳ δεδεσθαι αὐτον δια το ὑπ '
, πηδαλιον τε νεος , την ἀκροτατῃσι τεμουσα Πηλιου ἐν κορυφαις Παλλας θετ ' ἀν ' ἀστρασιν Ἀργω . οἱ
9999956 κεκραγεν
“ δια τι το μεν προβατον ἐπι θυσιαν ἀγομενον οὐ κεκραγεν , το δε χοιριδιον μεγαλα τονθρυζει ; ” μηδενος
νομου : ἐπειτα προς αὑτον ὀνειδισας την ἀναιδειαν εἰσπηδᾳ , κεκραγεν , ἀπειλει , τυπτει , παντας ἡγειται καθαρματα ,
9999956 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999956 ἀγριωτερα
, ἐκ δε των ἀγριων και δυσγενων δυσγενεστερα τε και ἀγριωτερα ; Ἀρα οὐν ἐληρει Θεογνις , ἀγανακτων τε και
, και Μηδειας λαμβανεις λογισμους ; ἀλλα και της Σκυθιδος ἀγριωτερα δοξεις : ἐκεινη μεν γαρ ἐχθρον εἰχε τον ἀνδρα
9999956 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999956 πειραστικη
λεγει την ἀτεχνον και ἀλογον τριβην . διαιρειται τοινυν ἡ πειραστικη εἰς τε την ἀλογον ἐμπειριαν και εἰς την μετα
εἰναι . περι ἁ οὐν , φησι , ἡ διαλεκτικη πειραστικη ἐστικαι εἰρηται κατ ' ἀρχας πως ἐστιπερι ταυτα ἡ
9999956 ἀφαιρεσει
ἐπει και νυν προστιθεμενων τινων ληθη , ἐν δ ' ἀφαιρεσει και καθαρσει ἀνακυπτει πολλακις ἡ μνημη . Μονης δε
διαχεω , ἰαινος , ὁ διαχεων την ψυχην , και ἀφαιρεσει του ι , ὡς † ἰηος ἠος † γεγονεν
9999956 Κασσανδρου
και το συμμαχικον τουτο ἐγενετο Ἀθηναιοις αἰτιον μαλιστα διαφυγειν τον Κασσανδρου πολεμον . Ὀλυμπιοδωρῳ δε τουτο μεν ἐν Ἀθηναις εἰσιν
ἀνδρας Μακεδονας , και δια ταυτα οὐκ ἀναξια ὑστερον ὑπο Κασσανδρου παθειν νομισθεισης , Αἰακιδην [ οὐν ] κατ '
9999956 ποιῳ
συνδεσμους εἰδεναι καθως προειπομεν , σκο - πειν δε ἐν ποιῳ κλιματι εὑρισκεται ἀπο των κεντρων ἠτοι προς ἀνατολας ἠ
τριων δε οὐσων κινησεων φυσικων , της ἐν ποσῳ και ποιῳ και που , εἰτ ' οὐν φορας , ἀλλοιωσεως
9999956 κληθεν
εἰς την Καριαν κατεσχεν ἀκρωτηριον το ἀπ ' ἐκεινου Τριοπιον κληθεν . οἱ δε λοιποι του Ἡλιου παιδες δια το
ὁθενπερ και τοὐνομα αὐτῳ καμαρωσιν ἐθεντο . λοιπον δε το κληθεν ὑπ ' αὐτων ἀποκοπημα ῥωγμη τις ἐστιν , οὐ
9999955 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999955 σκευαζομενα
ὀξους και χλιαρον ἐπιχεομενον και τα δια γλαυκιου και κροκου σκευαζομενα παντα τον αὐτον τροπον και αὐτα προς μετριας φλεγμονας
παρωτιδας δυναμενων , οἱα ἐστι τα δια ζυμης και ἰξου σκευαζομενα βοηθηματα , οὑτοι φανερως αἰτιοι του πνιγηναι τους καμνοντας
9999955 Ἀντιγενης
. . Σηραγγιον Ἀρχιδαμιος πολεμος . Σκεψασθε δε και ὡς Ἀντιγενης πεποιηκεν οὑτοσι . γραψαμενος την μητερα ἡμων ἀξιοι λαβειν
. εἰς δε γελωτα τρεπομενου του πραγματος , ὁ μεν Ἀντιγενης ψυχαγωγουμενος ἐπι τῃ τερατειᾳ παρηγε τον Εὐνουν εἰς τα
9999955 λεπτοτητα
ἀποϲπωμενον δια παχυϲμον ἠ και προ του δεοντοϲ ἀποϲπωμεμον δια λεπτοτητα : παρακενουμενου γαρ του ὑγρου δυϲολιϲθον το ἐμβρυον ὑπο
. Ἀλκμαιων των ἡμιονων τους μεν ἀρρενας ἀγονους παρα την λεπτοτητα της θορης , ὁ ἐστι σπερματος , ἠ ψυχροτητα
9999955 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999955 ἀπαρασκευοι
τους φιλους μεγιστ ' ἀν ὠφελησειεν . ἑως οὐν ἐτι ἀπαρασκευοι θαρσουσι και του ὑπαπιεναι πλεον ἠ του μενοντος ,
ἡμιν ἐπιτιθεσθαι : πορρω γαρ οἰκουσιν ἀφ ' ἡμων , ἀπαρασκευοι τ ' εἰσι προς την χωραν . ᾡ γαρ
9999955 εὐμενη
πολυς ὁ καρπος . Ὁταν οὐν και τα του ἀερος εὐμενη τυγχανῃ , πραϋς γαρ ἠδη και ἀχειμαντος τοις ὀψισποροις
. Πανιλαον : εὐμενες , πασιν ἱλεων , πασι τουτοις εὐμενη . ἠτορ : ψυχην : ἀπο του ἀω το
9999955 μυριαδας
ἐφηδρευε προς ἀναπληρωσιν των κενουμενων ταξεων , ὡς αὐτοβοει πολλας μυριαδας καταστορεσαι και μηδενα της ἀντιταχθεισης νεοτητος ἀπολιπεσθαι : κτεινουσι
του βασιλεως και μελλοντος ὀλιγοις στρατιωταις προς τους σατραπας διαγωνιζεσθαι μυριαδας ἑπτα στρατιωτων ἐχοντας , συμμαχησαντος αὐτῳ Χαρητος πασῃ τῃ
9999955 ἀνανδρια
ἀσυνεσια , ἀξυνεσια , ἀκολασια , ἀκρασια , ἀσελγεια , ἀνανδρια , θρασυτης , δειλια , ἀρρωστια , ἀδικια ,
βλακεια , νωθεια , ἀθυμια , ῥᾳθυμια , ὀλιγωρια , ἀνανδρια , δειλια , μαλακια . ἐστρατευσαν , ἐξεστρατευσαν ,
9999955 ἀπαγορευων
ἐς τον ὁμοιον τῳ βασιλει λογον οἰομενου τε , ὡς ἀπαγορευων προς τα δεσμα ψευσεται τι κατα των ἀνδρων „
ἠ προσπορευησθε τῳ θυσιαστηριῳ ” . ταυτα δ ' οὐκ ἀπαγορευων μαλλον ἠ γνωμην ἀποφαινομενος διεξερχεται : τῳ μεν γε
9999955 Αἰγυπτιοις
Ζευς παντος του αἰσθητου κοσμου δημιουργος , οὑτος παρ ' Αἰγυπτιοις Ἀμμων καλειται ἀπο του ἀφανους εἰς το ἐμφανες παντα
Ὠριωνος ἐπιτελλει . Ἱππαρχῳ ἐτησιαι ἀρχονται πνειν . κεʹ . Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ ἀργεστης και καυμα . κϚʹ . ὡρων
9999955 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999955 Κρητικης
φοινωδεα ] φοινικουν σιδη το ἀνθος της ῥοιας Κρησιδος ] Κρητικης Κρησιδος : εἰδος ῥοιας οἰνωπης : εἰδος ῥοιας και
Κλυτιη . τον δε Πανδαρεων Μιλησιον τε ἐκ Μιλητου της Κρητικης ὀντα ἰστω τις και ἀδικηματος ἐς την κλοπην Τανταλῳ
9999955 ἀμελεια
„ Πλεθρον . ἑκτον μερος σταδιου . Πλημμελεια . πολλη ἀμελεια . Πλημμελειν , το ἀτακτειν και ὑβριζειν και ῥᾳθυμειν
ἐρων , ἡ του τοιουτου ἀπληστια και ἡ των ἀλλων ἀμελεια και ταυτην την πολιτειαν μεθιστησιν τε και παρασκευαζει τυραννιδος
9999955 κορυφης
ἀεριον ἐχει , την δε περιφερειαν ψιλην πανταχοθεν μεχρι της κορυφης . ἀκροκομα δ ' ὀντα διαφορους ἐχει τας ἀπο
την κατ ' ἰθυωριαν ἐπιδεσιν αἱρουμεθα , δια μεν της κορυφης ἀγομενου του ἐπιδεσμου , καταγομενου δ ' ἐντευθεν ἐπ
9999955 δεσποιναν
Δεσποτα , τινα λογον λεγεις οὐχ ὑγια , κελευων με δεσποιναν την ἐμην θεασασθαι γυμνην ; ἁμα δε χιτωνι ἐκδυομενῳ
δεσποινα : παρα Ἀσσυριου τινος φησι τα φαρμακα μεμαθηκεναι . δεσποιναν δε την Σεληνην φησι . δεσποινα : ὠ Σεληνη
9999955 κυκλοτερες
ἀποσπασμα του ἡλιου λεγουσιν αὐτην . ὡς και Ἐ . κυκλοτερες . . . φως [ ] . ̈ .
Ὁσοι τε : και ἀλλοι . περιμετρον : μεγα , κυκλοτερες , περιττον κατα μετρον , μεγα και ὑπερ μετρον
9999955 καταπλασμασι
πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι τα μερη , και κενουν την
σκληροτερα τυχῃ , συν τινι των λεπτομερων ἐλαιων . και καταπλασμασι δ ' ἀν τις ἐπι των φλεγμαινοντων και σηπομενων
9999955 βουλομεσθα
δειπνον δ ' ἐντελες και μηδενι ἐλλιπες . λαμπρους γενεσθαι βουλομεσθα τους γαμους . οὐ παρ ' ἑτερου δει πυθεσθαι
: κἀν ἀκραι θιγηις χερι , ἡξομεν ἱν ' ἐλθειν βουλομεσθα της τυχης . ἁλις δε μοχθων οὑς ἐμοχθουμεν παρος
9999955 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την
9999955 σκοπου
ἀπο δαιμονος ἐπι τυχην και τα ἰσα ἀπο ὡρο - σκοπου : τον μεντοι ἑβδομαδικον ἀριθμον οὐχ ὑπερθησει ἐπι τε
ἀλλοτε δε τεθνεως ἠ κοιμωμενος . και ταχα οὐκ ἀπο σκοπου τουτο λεγεται : σοφοι μεν γαρ τον ὀλυμπιον και
9999955 δυσκρασια
πυρεκτικαις διαθεσεσιν ἐπιτεινειν τας ὀδυνας , και μαλιστα εἰ ξηρα δυσκρασια το ποιησαν ᾐ . Το δε κενταυριον εἰληπται ,
, τοις ψυχουσιν ἰαμασιν ἀμφω καταστησει : ἡ μεν γαρ δυσκρασια των ἐναντιων ἀει δειται . κενουται δε το πεπληρωμενον
9999955 ἀτεραμονα
των ὀσπριων ἠ και του παντος σιτου κυαμον και φακον ἀτεραμονα γινεσθαι ψευδος ὑποληπτεον ἀλλα μαλιστα διαπειρωμενοι τουτων δια την
δε και το χωριον ὁτε μεν τεραμονα φερειν ὁτε δε ἀτεραμονα της αὐτης ἐργασιας τυγχανον : και των συνεχων αὐλακος
9999955 χαλκου
ναδιον τε και σαλπιγξ , και κορνικες : ἀνευ δε χαλκου , μονοκαλαμον , δικαλαμον , πολυκαλαμον , και ῥαξ
μελι κεδρινον , ὀλιγον : τα δε ξηρα , ἀνθος χαλκου , σμυρνα , σιδιον αὐον . Ἑτερον : ἀνθος
9999955 ἀσυλλογιστοι
ἐχωσι κατα τε το ποιον και τους τροπους , πασαι ἀσυλλογιστοι εἰσιν . ἀποδειξις δε του ἀσυλλογιστους αὐτας εἰναι ἡ
την ἐνδεχομενην ἀντιστροφην ἀλλα και ἀναπαλιν , οὐδεν μαλλον αἱ ἀσυλλογιστοι συλλογιστικαι εἰσιν ἠ ἐμπαλιν . ἠ ἀποφασιν εἰς καταφασιν
9999955 μηδεμια
τον σηκον ἀγοντες ὁταν σπαργωσι , πασαν μηχανην μηχανωμενοι ὁπως μηδεμια το αὑτης αἰσθησεται , και ἀλλας γαλα ἐχουσας ἐκποριζοντες
μελλοντα γε χαριεισθαι φιλῳ ; σοι δ ' εἰ σιγωντι μηδεμια συγγνωμη , παντως δηπου πασα ἀναγκη λογου . θαρρων
9999955 Θετταλικον
; ἐν ταις τρισιν μεν χονδρος ἀγαθος Μεγαρικος . οὐ Θετταλικον τον χρηστον εἰναι φασι δε ; . . .
, και πελτασται Θρᾳκες , και ὁπλιται Μακεδονες , και Θετταλικον ἱππικον : ἐχρωντο οὐν τῳ θεῳ οἱ Ἀθηναιοι ,
9999954 Ἀριστοτελες
ὁρων φανερον . νυν μονον ἐχεις ὁρους , φασιν , Ἀριστοτελες : δια τι γαρ μη και προτερον , ὁτε
, αἱ αὐται εἰσιν . ὁταν οὐν λεγῃς , ὠ Ἀριστοτελες , των δε γε ὑπ ' ἀλληλα τεταγμενων οὐδεν
9999954 λογισμοι
γινονται . ἠ ἀμετατρεπτοι και ἀμετακλιτοι εἰσιν οἱ του Διος λογισμοι , καθ ' ὡν ὀργισθῃ . πας δε νεωστι
ἀπειρηται εἰς ἐκκλησιαν θεου φοιταν . οἱ δε γε σοφοι λογισμοι οὐχ οἱον ἀποκρυπτονται , ἀλλ ' ἐμφανεις εἰναι γλιχονται
9999954 πολιῳ
ποιμνιων χρηστεον καλαμινθῃ και ἀσφοδελῳ , ἠ γλιχωνι , ἠ πολιῳ , ἠ κονυζῃ , ἠ ἀβρο - τονῳ :
ἀπεκριναμην αὐτοις . Ἀπελθων δε ἐς την πανηγυριν ἐπεστην τινι πολιῳ ἀνδρι και νη τον Δι ' ἀξιοπιστῳ το προσωπον
9999954 νευματι
οὐ προσηκουσης τοσαυτην θεμενον προνοιαν , ὑποταττει σου Παλαιστινην τῳ νευματι : συ δε περιχαρως ἐδεξω το γερας οὐ προς
δε στησαι , ἠ τῃ τουβᾳ ἠ τῃ φωνῃ ἠ νευματι της χειρος , και ἱστανται : δια δε τουτο
9999954 θριδακος
μιγνυναι τι των ψυχοντων , ἠ της κολοκυντης ἠ της θριδακος τον χυλον και του στρυχνου και του ὀμφακος .
αἱ ῥιζαι των λαχανων και αὐτα τα λαχανα παντα πλην θριδακος και ἰντυβου . οἰνων οἱ παχεις και νεοι δυσπεπτοι
9999954 Εὐρυμαχος
δ ' ἐν Ὀστολογοις ἀγκυλητους λεγει κοτταβους δια τουτων : Εὐρυμαχος , οὐ γαρ ἀλλος , οὐδεν ἡσσον . .
ξεινοδοκος μεν ἐγων , ἐπι δ ' αἰνειτον βασιληες , Εὐρυμαχος τε και Ἀντινοος , πεπνυμενω ἀμφω . ” ὡς
9999954 ἀσφαλεια
κλεις ὑπερτατας , ὁτι εἰρηνης οὐσης προς ἀλληλους μεγιστη τις ἀσφαλεια γινεται πασι και των βουλων των ὑπερ αὑτων και
, οὐ χρησομεθα τοις ὀθονιοις πασιν : ἡ μεν γαρ ἀσφαλεια της των κατεαγοτων ἐπιδεσεως ἐκ της πιεσεως και του
9999954 βελτιων
ἡ ψυχη του σωματος ἐν τῳ ζην το ζῳον χωριζομενη βελτιων γινεται ἑαυτης ἐν τε τοις ὑπνοις κατα τους ὀνειρους
σκυταριοις ῥαπτοισι φορων Ἐφεσηια γραμματα καλα . ποσῳ γαρ τουτων βελτιων Γοργιας ὁ Λεοντινος , περι οὑ φησιν ὁ αὐτος
9999954 ἐδειξεν
γαρ τουτο τῳ καθαρῳ της αἰθριας τεκμηρασθαι πλουτον ἀθροον ἀγαθων ἐδειξεν . ὡς γαρ ὠφθη μεν ὁ ἡλιος , πρωτη
Τις με δαιμων ἐξηπατησεν ὀλιγῃ χαρᾳ ; τις μοι Λευκιππην ἐδειξεν εἰς καινην ὑποθεσιν συμφορων ; ἀλλ ' οὐδε ἐκορεσα
9999954 Θερσανδρου
του πατρος αὐτου φονον : ὁθεν , ἠγουν ἀπο του Θερσανδρου , ἐχουσι την ἀρχην του σπερματος , τουτεστι του
ἠ γενος ὑπολειπομενον Φριξουτουτων ἑνεκα ἐποιησατο Ἁλιαρτον και Κορωνον τους Θερσανδρου του Σισυφου : Σισυφου γαρ ἀδελφος ἠν ὁ Ἀθαμας
9999953 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999953 Μητροδωρου
δε τι των ἀνθρωπινων περι Ἑρμαρχον γενηται προ του τα Μητροδωρου παιδια εἰς ἡλικιαν ἐλθειν , δουναι Ἀμυνομαχον και Τιμοκρατην
τας δε Καλλιππου και Εὐδοξου και Μετωνος και Εὐκτημονος και Μητροδωρου και Κονωνος κοινως , καθ ' οὑς ἀπο ιδ
9999953 κωμικης
μαγικα προφερεσθαι και φαρμακων ἐμφανιζειν δυναμεις . παρα δε Λακεδαιμονιοις κωμικης παιδιας ἠν τις τροπος παλαιος , ὡς φησι Σωσιβιος
συγγραμμα περι ὀρχησεως , την Ἰταλικην ὀρχησιν συστησασθαι ἐκ της κωμικης , ἡ ἐκαλειτο κορδαξ , και της τραγικης ,
9999953 ἀργια
και κατακυριευσει αὐτου ἡ μωρια και ἡ ληθιοτης και ἡ ἀργια . Εἰτα ἐπιμεριζει ὁ Ζευς ἐν τῃ φαρταριᾳ του
, και σχολαιοι περιπατοι και συμμετρα γυμνασια : ἡ γαρ ἀργια βλαβερα . Την δε γαστερα εὐλυτον ἀει ἐχειν δει
9999953 εἰργαζοντο
σχολαζουσιν ὁρμη ἐνεπεσε περιστασιν ἐκτειχισαι το χωριον . και ἐγχειρησαντες εἰργαζοντο , σιδηρια μεν λιθουργα οὐκ ἐχοντες , λογαδην δε
βοσκηματα κατεβιβαζον ἐκ των ὀρων και της χωρας τα πλειστα εἰργαζοντο . ἐπει δε ἐδοκουν τῳ Ἀγησιλαῳ πανυ ἠδη θαρρειν
9999953 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999953 σεν
] ! ετε τεκνα ? [ [ ] ! ! σεν στη ? [ [ ] αται δια [ [
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] σεν ? . [ ] τουτο ? ! [ !
9999953 νησου
παρεγενετο τυγχανουσα ἐγκυος , εὐθεως ἐν τῃ γῃ της εἰρημενης νησου δυο καλλιστα φυτα ἀνεβλαστησαν , φοινιξ και δαφνη ,
νησου : πλεοναζει ἡ αι συλλαβη : ἐστι γαρ Αἰης νησου , Αἰα δε μητροπολις Κολχων . νησου δε μεμνηται
9999953 Καρχηδονος
' ἑκαστον ἐθνος ἰδειν ἐθελοντα ἀπεφερεν ἡ γραφη πολλακις ἀπο Καρχηδονος ἐπι Ἰβηρας και ἐξ Ἰβηρων ἐπι Σικελιαν ἠ Μακεδονιαν
Ἡφαιστου χωραν , την καταντικρυ κειμενην της Φοινικης της τε Καρχηδονος , ἱνα λεγῃ την Λιβυφοινικων χωραν , μητερα δε
9999953 ἐθελησει
ἰδων τον βασιλεα θρηνουντα οὐ μαλλον τοτε ἠ πρωην θρηνειν ἐθελησει ; . ἐπωνυμῳ ] τουτο φησιν , ὁτι ταχεως
' ἑστιας , ὁποι ποτ ' ἀν ἀφικῃ , κοινωνειν ἐθελησει σοι των εὐσεβων και δικαιων οὐθεις , αὐτοις τ
9999953 σπουδασας
] οὐδαμως . . οὐκουν ] λοιπον . ἀνυσας ] σπουδασας . , τελειωσας . . τι ] περισσον .
ἐς εὐνην βαρβαρων και , ὡς ἀν εἰποις συν παιδιᾳ σπουδασας , βιον Μηδικον τε και Περσικον . ἐστι δε
9999953 μηνα
ἐσται . εἰ δε θελεις ἀδιαλειπτως ἐχειν ῥοδα , κατα μηνα φυτευε ταυτα , και κοπριζε , και ἑξεις διαπαντος
κενουντας , και καθαιρειν δε αὐτους εἰ οἱον τε κατα μηνα . φλεβοτομειν δε ἐν ἁπαντι καιρῳ της ἡμερας προσηκει
9999953 μηδετο
. . . . . . . . . κακα μηδετο , και οἱ ἀεξεν ἀλκη ὁμως και θαρσος ἐπι
[ [ ] αμενος μεθεηκε ? [ ] ρια ? μηδετο ἐργα [ ] λε ? χειρι τριαιναν [ ]
9999953 σμικροτερα
ἐν ἠπειρῳ βιος , γεωργιᾳ και ἠρεμιᾳ προσπονων : και σμικροτερα μεν ἰσως τα κερδη , βεβαιοτερα δε και ἀκινδυνοτερα
ζην παρεληλυθεν , ὡς μη ζωην ἀδιαρθρωτον ἐχειν ὁποια τα σμικροτερα των ἐν αὐτῳ , ἁ τῃ πολλῃ ζωῃ τῃ
9999953 ἀπαρακαλυπτως
καταφανως και περιφανως , γνωριμως , σαφως , πεφασμενως , ἀπαρακαλυπτως , ἀνυποστολως , πολυθρυλητως τεθρυλημενως : σκληρον γαρ το
προαιρουμενη , κἀν μη μετ ' εὐλογου προσχηματος δυνηθῃ , ἀπαρακαλυπτως πονηρευεται . αἰλουρος συλλαβων ἀλεκτρυονα τουτον ἐβουλετο μετ '
9999953 κατελαμβανε
τα προς ἡμας ἐν τοις περι σου λογοις ὀντας ἡμας κατελαμβανε πολλοις τε ῥεουσι και ἀπο πολλων στοματων , πολλοι
ἀιδια ἐγινετο . Ἐγινετο δε , ὁτι λογος πασαν ὑλην κατελαμβανε και εἰχεν ἐν αὑτῳ παντα ὀντων αὐτων ἐκει ἐν
9999953 τμητικην
ὁ και ψυχοτροφον , Ῥωμαϊστι δε βεττονικη , δυναμιν ἐχει τμητικην : πικρα γουν ἐστι και ὑποδριμυς . Κηκις ἡ
και διακρατειν εὐτονως τα ἀκρα . ὀσφραντα δε προσαγεσθω τα τμητικην ἐχοντα δυναμιν , και ἐν ταις ἀνεσεσι σικυαζεσθωσαν ἐνεργως
9999953 Πειριθου
ὁδ ' ὁ πρεσβυτατος ἡμων ἁπαντων και αὐτος ἐν τοις Πειριθου γαμοις μετα Λαπιθων ἐμαχεσατο Κενταυροις ἐν φαλαγγι και ταξει
Ὀδυσσεως ἐπι θρονων καθεζομενοι Θησευς μεν τα ξιφη το τε Πειριθου και το ἑαυτου ταις χερσιν ἀμφοτεραις ἐχει , ὁ
9999953 κατεσκευασμενη
διαλλαττει της Θουκυδιδου λεξεως ἡ Δημοσθενους ἡ παρα τον αὐτον κατεσκευασμενη χαρακτηρα , εἰπωμεν : ἀπαιτει γαρ ὁ λογος .
Διωνος φιλοσοφια ῥητορικωτερα τῳ Ἀπολλωνιῳ ἐφαινετο και ἐς το εὐφραινον κατεσκευασμενη μαλλον , ὁθεν διορθουμενος αὐτον φησιν ” αὐλῳ και
9999953 θυγατερα
πολις ἐν Θεσσαλιᾳ . Τινες δε φασι την Κυρηνην Πηνειου θυγατερα γενεσθαι , κακως . Ἐνεμεν γαρ παρ ' αὐτῳ
δε κἀκεινο προς τουτοις , ὁτι ἀρα ἀπορων ἐκδουναι την θυγατερα , ἐδωκεν αὐτῃ προικα ἐχειν τα ἐπη τα Κυπρια
9999953 μελανες
, και ὁ οἰνος μελας , ἐπειδη των οἰνων οἱ μελανες εἰσι φυσει παχυτεροι . Και ταυτα και τα ψυχοντα
τε οὐσαις ; οὐτε γαρ αἱ μεν λευκαι αἱ δε μελανες . θεσιν δε οὐ δυνατον εἰπειν , ἐπει οὑτως
9999953 κοσμηθεν
ἠλομεν και ἀλομεν και κατα συγκοπην ἀλεν ὡς το κοσμηθημεν κοσμηθεν , οἱον : οἱ δη τοι εἰς ἀστυ ἀλεν
οἱον ἐκοσμηθημεν , ἐκοσμηθησαν , ὡς το : αὐταρ ἐπει κοσμηθεν και φυλασσει την παραληγουσαν της γενικης των μετοχων :
9999953 ἀλεκτοριδος
αἰγειον ποτε στεαρ ὠφελησε τα οὑτως ἐσκληρυσμενα και το της ἀλεκτοριδος : ἀλλα ταυτα μεν ἀσθενεστερα τε ἐστι και τας
γλευκινον μετα βουτυρου , ἐντακεντων αὐτοις στεατων τινων χηνος ἠ ἀλεκτοριδος ἠ μυελου ἐλαφειου . Ὑπελθουσης δε της γαστρος ,
9999953 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999953 πιπρασκομενα
τουτο οὐν ἐφη ἐπιπαστα . δημιοπρατα δε λεγει τα δημοσιᾳ πιπρασκομενα . διαβαλλει δε αὐτον δια της λεξεως ὡς τα
, εἱς ἐκ της φυλης ἑκαστης : διοικουσι δε τα πιπρασκομενα ὑπο της πολεως παντα , τελη και μεταλλα και
9999953 κινδυνευων
αἱρειται γαρ τις ἡδεσθαι ὀψοφαγων και ἀφροδισιαζων ἠπερ τραυματιζομενος και κινδυνευων κατα πολεμον και πολεμιοις μαχομενος . Εἰπων περι τινα
ὡδε . ” Τινα ἐκτεινεν ὡς τυραννος ἀκριτον ὁ νυν κινδυνευων ἀκριτως ; τινα δ ' ἐξεβαλε της πολεως ;
9999953 τυγχανουσαν
τοιαυτα : την δε μιαραν μητρυιαν πολεμιον τῳ προγονῳ φυσει τυγχανουσαν , δια τον φονον εἰκος μηδε μιας ἀποσχεσθαι κατα
αὐτου δεσποινης γεννητορων οἰκιαν , μητε ταυτην εἰδεναι προσποιουμενος ἐκεινων τυγχανουσαν , μητε μην ἐν αὐτῃ την δεσποιναν μενουσαν .
9999952 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999952 εὐμενες
δηλονοτι ἐρωτωντος και του την ἀποκρισιν διδοντος , ὑπερ του εὐμενες αὐτοις ἐσεσθαι το θειον και το ἐσομενον ἀποκαλυψαι κατα
χυμοις ἠ πυκνωσει δερματος συνισταμενων . ἐστι δε και ὑποχονδριῳ εὐμενες , εἰπερ τι και ἀλλο . ἐξανθηματων δε δια
9999952 ἀνθρωποειδες
οὑ δηλον , ὁτι τον δυσελπιν οὐκ ἀνθρωπον ἀλλ ' ἀνθρωποειδες ἡγειται θηριον το οἰκειοτατον ἀνθρωπινης ψυχης , ἐλπιδα ,
] ντ ' απερ τεθριππον ? [ . . . ἀνθρωποειδες θηριον ὑδατι συζων δαυλος δ ' ὑπηνη και γενειαδος
9999952 πινακας
τας ἐσομενας ὑπογραφας κεφαλαιωδεις , εἰ διαιρουμεν αὐτην εἰς πλειους πινακας , ἑνεκεν του δυνασθαι παντα τα ἐφοδευομενα και μετα
σκληρα : δι ' ὁ και οἱ σκυτοτομοι ποιουνται τους πινακας ἀχραδος . Μητραν δε παντα μεν ἐχειν φασιν οἱ
9999952 τυγχανουσι
. εἰσι δε ἐμμελεις μεν ὁσοι συναπτομενοι προς ἀλληλους εὐφοροι τυγχανουσι προς ἀκοην , ἐκμελεις δε ὁσοι μη οὑτως ἐχουσι
αἱ μαλιστα τουτο διαπραττονται , πολλης ἐρημιας τε και ἀναχωρησεως τυγχανουσι δεομεναι : και ὡσπερ τοις νοσουσιν , εἰ μη
9999952 ὀξυτερα
ἡ γη διολου κυκλοτερης , ἀλλα κατα τι μερος , ὀξυτερα δε προς ἑκατεραν ὁδον , δυτικην τε και ἀνατολικην
μικροτερων διαστηματων ἐλαττοσι μερεσι της χορδης ἐλαττω πληττοντες ἀερα τα ὀξυτερα ἠχησομεν , τῳ δ ' ἐναντιῳ λογῳ δηλαδη τα

Back