δακτύλῳ παραπεμφθέντι κατὰ τὴν ἕδραν ὑποπίπτει , ϲυντετρημένηϲ δηλονότι τῆϲ ϲύριγγοϲ ἐπὶ τὰ ἐντόϲ : ἐπὶ δὲ τῶν ἀϲυντρήτων οὐκ | ||
ὠθήϲαντεϲ τὸ κοπάριον πρὸϲ τὸν δάκτυλον ἐξετρήϲαμεν τὸν πυθμένα τῆϲ ϲύριγγοϲ ἄνω τεταγμένον , διεκβαλόντεϲ δὲ τῷ δακτύλῳ τὸν πυρῆνα |
: κἄπειτα τὸν λιχανὸν τῆϲ δεξιᾶϲ χειρὸϲ πρὸϲ τὸν ϲφιγκτῆρα καθέντεϲ δάκτυλον εὑρηκότεϲ τε τὸ μεταξὺ ϲῶμα τοῦ τε δακτύλου | ||
μὲν οὐραχὸν ἔχοι τὸ βέλοϲ , τὴν θήλειαν τοῦ διωϲτῆροϲ καθέντεϲ καὶ ἐναρμόϲαντεϲ ὠθήϲομεν τὸ βέλοϲ , εἰ δὲ αὐλόν |
δακτύλου καὶ τοῦ ὀργάνου λεπτόν πωϲ ὑπάρχον βιαιότερον ὠθήϲαντεϲ τὸ κοπάριον πρὸϲ τὸν δάκτυλον ἐξετρήϲαμεν τὸν πυθμένα τῆϲ ϲύριγγοϲ ἄνω | ||
βάθοϲ τῆϲ ἕδραϲ λήγοι τὸ πέραϲ τῆϲ ϲύριγγοϲ , καθέντεϲ κοπάριον διὰ τοῦ ϲτομίου , εἰ μὲν ϲυντετρημένην αὐτὴν εὕροιμεν |
λίνῳ τὸ πτερύγιον ἀνατείνομεν ἕλκοντεϲ ἠρέμα τὸ λίνον ἄνω καὶ δόντεϲ ὑπηρέτῃ κατέχειν εὐφυῶϲ τὴν ἀρχὴν τοῦ λίνου , ἀμφοτέραιϲ | ||
καθήϲομεν ἄγκιϲτρα γ ἢ δ εἰϲ αὐτὴν τὴν ἄκραν καὶ δόντεϲ ὑπηρέταιϲ διακρατεῖν ἐπιτρέψομεν , ἐφ ' ὅϲον οἷόν τε |
τὰ χείλη τοῦ τραύματοϲ ϲυναγάγωμεν ἀπὸ τῆϲ μέϲηϲ ἀρχόμενοι , καταπείραντεϲ δὲ τὴν βελόνην ἐν αὐτῇ τῇ ὑποτομῇ : τὸ | ||
καὶ ἐκ βάϲεωϲ ἀποτέμνοντεϲ , εἰ δὲ μείζονα , ἀγκίϲτροιϲ καταπείραντεϲ καὶ κατὰ περιδορὰν ἀφαιρούμενοι καὶ ῥαφαῖϲ τὰ χείλη ϲυνάγοντεϲ |
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ , | ||
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς |
' ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ | ||
ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ ' |
ἀνδράσιν , δι ' ἅπερ ἔφην τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν | ||
ἤσθιον , ἢ ἔνεμον , καὶ διεμέριζον ἀλλήλοις . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΚΕΝ . Τὶς μὲν ἡ ζωὴ τῶν ἐκ |
περιγράψασθαι περιγράψαι , σκιὰν ὑποβαλέσθαι , σκιὰν περιενεγκεῖν , σκιὰν ὑπερενεγκεῖν , χρῶσαι ἐπιχρῶσαι ἀποχρῶσαι , ἄνθεσι φαιδρῦναι , χρᾶναι | ||
Ἱστορεῖται τοίνυν ὁ μὲν Λυσίας καλλιεπείᾳ τῶν καθ ' αὑτὸν ὑπερενεγκεῖν , ἐρᾶν δὲ τῶν παίδων τὸν ἀκόλαστον ἔρωτα , |
πολύφωνον μέλος τῶν αὐλῶν κατεσκεύαζεν . ἐρρύσατο δὲ πόνων : ἐπεδίωξαν γὰρ τὸν Περσέα μέχρι Βοιωτίας . ὄφρα τὸν Εὐρυάλας | ||
ταῖς ναυσὶν ἐς μάχην τε κατέστησαν πρὸς αὐτοὺς καὶ νικήσαντες ἐπεδίωξαν καὶ ὁπλίτας τε οὐ πολλοὺς ἀπέκτειναν καὶ τὰς ναῦς |
κατηγορήσας καταδίκης αἴτιός σοι γενήσομαι , νικήσας σε . Γ αἱρήσω ] διελέγξω , φθερῶ , ἀπὸ τοῦ χαιρήσω . | ||
Ἀττικοί . οὐ χαιρήσεις ] οὐ χαίρων ἀπαλλάξεις . Γ αἱρήσω : διελέγξω : ἔλαβε δὲ τοῦτο ἀπὸ τοῦ “ |
ἡμᾶς ἄχη . τεῖνε δὲ καὶ ἐξάπλου αὐδὰν καὶ φωνὴν δυσβάϋκτον καὶ θρηνητικήν , τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , βοᾶτιν καὶ | ||
' ἄχη ] ἕως τοῦ οὐρανοῦ βόησον τὰ ἄχη . δυσβάϋκτον ] θρηνητικήν . βοᾶτιν ] βοητικήν . ἀναύδων ] |
καὶ ἔπειτα ὑπερενεγκεῖν τὴν χεῖρα σὺν τῷ ξύλῳ ὑπὲρ τοῦ στρωτῆρος , ὡς ἡ μὲν χεὶρ ἐπὶ θάτερα ἔῃ , | ||
τὸ στῆθος τοῦ ἀνθρώπου ἱμάτιον ἐπικαθίσαι ἐπὶ τὸ προέχον τοῦ στρωτῆρος , εἶτα προσβάλλειν τὸ στῆθος πρὸς τὸν στύλον πλατέῃ |
τῆς ψυχῆς μετὰ πήξεως τοῦ παντὸς σώματος . εἴδη δὲ κατόχου τρία . ὁ μὲν γὰρ ὑπνώδης ὃς παράκειται τῷ | ||
ζʹ περὶ κάρου . ηʹ περὶ κώματος . θʹ περὶ κατόχου . ιʹ περὶ ἀγρύπνου κώματος . ιαʹ περὶ φρενίτιδος |
. ὑφαρπάσει ] ὑφαρπάσῃς . ⌈ αἰνίττεται διὰ τοῦ “ ὑφαρπάσῃς [ ] ” [ διὰ τοῦ “ ὑφαρπάσῃς ” | ||
ὅταν ] ὁπηνίκα . προβάλωμαι ] εἴπω , λέξω . ὑφαρπάσῃς : ἀττικῶς δεύτερον πρόσωπον . ἀντὶ τοῦ ” συναρπάσῃς |
τὸ δὲ ἀλασκάζω Ἰονικῇ τροπῇ τοῦ α εἰς η , ἠλασκάζω . Ἠμαθόους . Ἀμαθοῦς , ποταμὸς ὁ παραῤῥέων . | ||
ἀΐσσω ἀΐξω αἴγλη μετὰ συναιρέσεως . . . , : ἠλασκάζω : ἀλῶ καὶ τὸ παθητικὸν ἀλῶμαι , ἐξ οὗ |
ἕλκος , ὕδωρ παχὺ ὡς ἕλκος , πληγώδης ὑγρασία . Ἰχὼρ ἀπὸ τοῦ ἴσχεσθαι ἐντὸς τοῦ σαρκίου ἰσχὼρ καὶ ἰχώρ | ||
καὶ ἀμαλδύνω ἐνθέσει τοῦ δ τὸ στενοποιῶ καὶ ἀνατρέπω . Ἰχὼρ ἀχλυόεις : ὁ σκοτεινοειδὴς μολυσμός . ἀχλυόεις : σκοτεινός |
ἀδελφὴ καὶ κόμας δότω τάφωι . ἄγγελλε δ ' ὡς ὄλωλ ' ὑπ ' Ἀργείας τινὸς γυναικὸς ἀμφὶ βωμὸν ἁγνισθεὶς | ||
δ ' Οἰδίπους ποῦ καὶ τὰ κλείν ' αἰνίγματα ; ὄλωλ ' : ἓν ἦμάρ μ ' ὤλβις ' , |
. Πῆμα . παρὰ τὸ πήθω , ὡς παρὰ τὸ νήθω , νήσω , νῆμα . Πηός . κυρίως , | ||
” . καὶ τὸ πλήθω ὡς ἀπὸ τοῦ νῶ τὸ νήθω . ἐμπλείμην ] ἐμπλησθείην . εὐφημεῖτε ] Δικαιόπολις μέλλων |
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν | ||
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ |
Γαγγητικοῦ κόλπου στάδιοι ͵εχξʹ . Οἱ δὲ σύμπαντες ἀπὸ τοῦ Ναυστάθμου λιμένος ἕως τοῦ πέμπτου στόματος τοῦ Γάγγου ποταμοῦ , | ||
ἐστὶν ἀνατείνων : ὕδωρ ἔχει ἐν τῇ ἄμμῳ . Ἀπὸ Ναυστάθμου εἰς Ἀπολλωνίαν στάδιοι ρκʹ . Πάντες ὁμοῦ ἀπὸ Παραιτονίου |
ὑπὸ ΚΘΟ , συνεστάτω τῇ ὑπὸ ΚΘΟ ἴση ἡ ὑπὸ ΠΛΡ . ἡ ἄρα ΠΛ κάθετός ἐστιν ἰσοπλεύρου τριγώνου , | ||
Λ σημείων παράλληλοι κύκλοι γεγράφθωσαν οἱ ΜΘΝ , ΞΚΟ , ΠΛΡ . λέγω , ὅτι μείζων ἐστὶν ἡ ΠΞ περιφέρεια |
πέπερι προσηνέγκατο , καρδιακῶς ἐκινδύνευεν . καὶ Σωτήριχος δὲ ὁ χειρουργὸς εἴ ποτε σιλούρων ᾔσθετο κνίσσης , χολέρᾳ ἡλίσκετο . | ||
τοῦ ὑποκειμένου , οἷον ἐὰν εἴπω οὕτως ὁ Ἱπποκράτης ἰατρὸς χειρουργὸς ἄριστός ἐστιν , ἤγουν ἰατρὸς διαιτητικὸς ἄριστός ἐστιν , |
ἀνθρώπῳ δ ' ὡς ἀνθρώπῳ συμβάλλει ὁ τὰ δόγματα αὐτοῦ καταμανθάνων καὶ ἐν τῷ μέρει τὰ ἴδια δεικνύων . κατάμαθέ | ||
] ἐν . χρόνωι ] διὰ χρόνου . διαπευθόμενος ] καταμανθάνων . δικαίως ] καλῶς καὶ ὡς ἀπήιτει τὸ δίκαιον |
. ῥίζαι δὲ λεπταί , μέλαιναι , οἱονεὶ ἀπό τινος κεφαλίου κρομμυώδους ἠρτημέναι , ὧν καὶ ἡ χρῆσις . φύεται | ||
παρὰ τοῖς ἀκρωμίοις περικοπῆς ἀναιρεῖν . εἰ δὲ μείζονος τοῦ κεφαλίου ὑπάρχοντος ἡ σφήνωσις ἀποτελοῖτο , διὰ τοῦ ἐμβρυοτόμου ἢ |
καὶ εἰς μερίμνας ἐμβάλλεσθαι . . ΑΛΛ ' ΕΜΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΙΣΙ ΜΕΜΙΞΕΤΑΙ . Τοῦτο δέ φησι , πρὸς τὸ μὴ | ||
ἤτοι ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν στελεχῶν , μελίσσας . . ΤΟΙΣΙ ΦΕΡΕΙ ΜΕΝ . Τούτοις τοῖς κατὰ δίκην ζῶσιν , |
ἀναπληρώσεις φύσεως , ἤτοι λίαν [ καὶ ] ἐνδεοῦς ἤτοι ἐλλιποῦς , οἷον ἰατρεῖαι , ἤτοι αἱ ἀναπληρώσεις τῆς γαστρὸς | ||
αἴτιον , καὶ τούτῳ ἐνίστασθαι . ἐὰν μὲν οὖν , ἐλλιποῦς τῆς ἐκκοπῆς γεγενημένης , ὀξεῖα προὔχουσα καὶ νύσσουσα τὴν |
Ἀγκὼν εὐώνυμος εὐφρασίαν δηλοῖ . Ἀγκὼν δεξιὸς ὠφέλειαν σημαίνει . Πῆχυς εὐώνυμος πολλὰ ἀγαθὰ σημαίνει . δεξιὸς δὲ κέρδος ἀπροσδόκητον | ||
Υἱέσι : τοῖς υἱοῖς . Ἡδύς : ὁ γλυκύς . Πῆχυς : εἶδος μέτρου . Ὠκύς : ὁ ταχύς . |
ὑπερηφάνῳ . ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] πορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἡμᾶς . θ ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι ἡμᾶς ἤγουν | ||
. ἐκλαπάξαι ] πορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἡμᾶς . θ ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι ἡμᾶς ἤγουν ἐξαναστῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἐκβαλεῖν |
. ἀμφότεραι : δύο γένη εἰσὶ σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί . | ||
μόρον ἀγρευτῆρος : τὸν ἀπ ' ἀγρευτῆρος . Σφύραιναι : ζαργάναι . ἐνιπλήξωσι : ἐμπέωσι , πελάσωσιν . Διζόμεναι : |
δίδωμι , δαμάζω , ἀπατενίζω , πελεκῶ , νουθετῶ , ἀφορίζω , διπλασιάζω , ἀφοσιῶ . α : . , | ||
: Νίκανδρος : καὶ ἀφόρδια πάντα . εἴρηται παρὰ τὸ ἀφορίζω ἀφορίζιον καὶ ἀφορίδιον καὶ κατὰ συγκοπὴν ἀφόρδιον , τὸ |
εἰσὶν ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ξεʹ ὧν τελευταῖος : αὐτοῦ φυλάσσων ἀναμένω τέλος δίκης . τοιαύτας ] κοινή . τοιαύτης ] | ||
τὸ ἀγγεῖον ὅτι οὐ τέτρηται καὶ ὄψει , πῶς οὐκ ἀναμένω ἵνα μοι σὺ πιστεύσῃς τὰ σαυτοῦ , ἀλλ ' |
ἱππούροις καὶ οἱ πομπίλοι , σκιᾶς ἐρῶντες ὥσπερ ἐκεῖνοι . Ξύλον δέ τι προσφερὲς ἀτράκτῳ συνεχέσιν ὡπλισμέ - νον ἀγκίστροις | ||
τοῦ μέτρου . Ξύριον : διὰ τὸ ξέειν ῥᾷον . Ξύλον : διὰ τὸ ξέεσθαι καὶ λεαίνεσθαι . ἢ διὰ |
καταλαβεῖν . . ΕΤΙΤΑΙΝΕΤΟ . Τείνω τὸ ἐξαπλῶ δίφθογγον , τιταίνω δὲ ὃ σημαίνει τὸ αὐτὸ , ι : συστέλλεται | ||
καὶ ἄφαντος , καὶ χραίνω χραντὸς καὶ ἄχραντος , οὕτω τιταίνω ταντὸς , καὶ οὐδέτερον ταντὸν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ |
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή | ||
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή |
μηχανῆς πεποιημένον . . χρυσήλατον ] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . τευχηστὴν ] ὡπλισμένον . . ἡγουμένη ] προοδοποιοῦσα . . | ||
] ἐκ χρυσοῦ κατεσκευασμένον . θ τευχηστὴν ] ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην , ὁπλίτην . τευχηστὴν ] στρατιώτην . |
ὀξύτης τοῦ δόρατος καὶ τοῦ ἔγχους τὸ κοντάριον : ἀκαχῶ ἀκαχήσω ἠκήχηκα ἠκηχημένος . οὔτι : ὡς μηδέ . σιδήρου | ||
. πρόσκειται „ ὑπὲρ τρεῖς συλλαβὰς „ διὰ τὸ ἀκαχῶ ἀκαχήσω ἠκάχημαι ἀκαχημένος . . . . Αἱ εἰς Η |
πολλάκις . Πιεῖν πιεῖν τις ἔγχει πυριγενῆ λαβὼν βραχύωτον κυκλοτερῆ παχύστομον κώθωνα , παῖδα φάρυγος . Ὁ βοῦς ὁ χαλκοῦς | ||
λειόστρακον , ἡ δὲ πίνη λεπτόστομον , τὸ δὲ ὄστρεον παχύστομον , δίθυρον δὲ καὶ λειόστρακον , λεπὰς δὲ μονόθυρον |
ταῦτα δὲ ἀπὸ τοῦ κόρη γέγονεν . ἀπὸ δὲ τοῦ Κόριον τὸ ἀνάλογον Κοριεύς . Κορκυρίς , πόλις Αἰγύπτου , | ||
μὲν γὰρ ἰλύς , οἴνου δὲ τρὺξ ἢ ὑποστάθμη . Κόριον ἢ κορίδιον ἢ κορίσκη λέγουσιν , τὸ δὲ κοράσιον |
πῶς δεῖ ἐρωτᾶν πλὴν διδόντα διαίρεσιν , εἴ τ ' ἐρωτήσειέ τις εἰ ἔστι σιγῶντα λέγειν ἢ οὔ , ἢ | ||
αἰσχροῖς ἢ ἐπὶ αἰσχροῖς ἁλοῦσαν : . ἀλλ ' εἰ ἐρωτήσειέ τις πῶς τά ? ἐξημάρτανες : ἠπάτησαν ἀνεπτέρωσαν : |
καὶ ἡ φύσις εἰς τὰ ἄνω μᾶλλον ὁρμᾷ καὶ μὴ ἀντισπᾷ τὰ τῶν ῥιζῶν ἀλλὰ συνεργῇ καὶ προσέτι μανὰ σπείρηται | ||
φωνὴν ἐκ συγγενοῦς λέγουσι πρός τινα πρεσβύτερον φιλοφρόνως ἀναφέρεσθαι : ἀντισπᾷ δέ πως τὴν ἔννοιαν Εὐμαῖος λέγων περὶ Ὀδυσσέως τὸ |
γλωχῖνα , σημαίνει τὴν ἀγωνίαν , παρὰ τὸ γλάπτω τὸ κοιλαίνω : ἢ παρὰ τὸ γλάχω γίνεται γλωχίν . γήπαιδες | ||
γλυκύ . γλαφυρῆς : τὸ βαθὺ ἀπὸ τοῦ γλάφω τὸ κοιλαίνω , κυρίως δὲ τὸ λίαν γλυκύ : γλαφυρῆς : |
. ὅτε ἦλθεν ἐπὶ τὸν Κέρβερον . . ἡ ἑτέρα πανδοκεύτρια . . τῷ Διονύσῳ δηλονότι . . . ἀντὶ | ||
οὐκ ἐρεῖς , ἀλλὰ διὰ τοῦ κ , πανδοκεῖον καὶ πανδοκεύτρια καὶ πανδοκεύς . Τὴν φθεῖρα λέγουσί τινες καὶ τὴν |
ἔσχον τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν | ||
καὶ καταστεῖλαι τὸ θυμοειδὲς αὐτῶν . . ΠΑΥΡΟΙ Δ ' ΑΥΤΕ ΜΕΤΕΙΚΑΔΑ ΜΗΝΟΣ ΑΡΙΣΤΗΝ . Τὴν καʹ οἱ Ἀθηναῖοι μετεικάδα |
ἐπὶ ἀργυρόποδος κλίνης ὑπεστρωμένης Σαρδιανῇ ψιλοτάπιδι τῶν πάνυ πολυτελῶν . ἐπεβέβλητο δ ' αὐτῷ πορφυροῦν ἀμφίταπον ἀμοργίνῳ καλύμματι περιειλημμένον . | ||
πήχεων , ὑπέστρωτο δ ' ἄρκτου δοράν , καὶ λεοντῆν ἐπεβέβλητο . ἓξ δὲ χοίνικας ἄρτου ἐσιτεῖτο , ὀκτὼ δὲ |
παραδεχομένων , ψιλῇ φάσει χρωμένῳ , ἀλλὰ διὰ τῆς ἀντικειμένης ἐπισχεθήσεται φάσεως , εἰπόντος τινὸς εἶναι ἀπόδειξιν . εἰ δὲ | ||
τὸ πρὸς τὴν φύσιν , ἢ ἐξ ὑποθέσεώς τι λαμβάνων ἐπισχεθήσεται . ἔστιν οὖν καὶ διὰ τούτων ἐλέγχειν ἴσως τὴν |
ἐρρῆχθαι τὸ ἀπόστημα . εἰ δὲ σκληρία πολυχρόνιος καὶ ὄγκος ὑποπίπτοι καὶ δοκοίη αὐτοῖς ὥσπερ τι βάρος ἐξηρτῆσθαι τοῦ διαφράγματος | ||
καθάπερ ἐπὶ τῶν κλυζομένων τὴν κοιλίαν , εἰ μὲν ἐπιπολῆϲ ὑποπίπτοι τὸ πέραϲ τῆϲ ϲύριγγοϲ , ὑποβαλόντεϲ κοπάριον ἢ μηλωτίδα |
τοῦ Εὐφράτου : διὰ δὲ τοῦτο κατὰ τὰς ἐκβολὰς ὀνομάζεσθαι Πασίτιγριν . Νέαρχος δὲ τὸν παράπλουν τῆς Σουσίδος τεναγώδη φήσας | ||
Περσίδος , ἀπέχουσαν Σούσων σταδίους * ἑξήκοντα : τὸν δὲ Πασίτιγριν ἀπὸ τοῦ Ὀροάτιδος διέχειν περὶ δισχιλίους σταδίους : διὰ |
, οὐδ ' ὑμεῖς . διὰ τί ; ὅτι οὐ παρακρουσθεὶς οὐδ ' ἐξαπατηθείς , ἀλλὰ μισθώσας αὑτὸν καὶ λαβὼν | ||
δὲ τοῦτο τῷ σκεπτικῷ , μή πως ὑπὸ τοῦ δογματικοῦ παρακρουσθεὶς ἀπείπῃ τὴν περὶ αὐτοῦ ζήτησιν , καὶ τῆς φαινομένης |
δοτέον ἔτι , πλακοῦντος ἁπτέον . Κατάκεισο κἀκείνας κάλει . συναγώγιμον ποιῶμεν . ἀλλ ' εὖ οἶδ ' ὅτι κυμινοπρίστης | ||
ἐστί σου πάλαι . καὶ Ἔφιππος ἐν Γηρυόνῃ : καὶ συναγώγιμον συμπόσιον ἐπιπληροῦσιν . ἔλεγον δὲ συνάγειν καὶ τὸ μετ |
βαρέως Ἀττικοί . οὕτως Ἀττικοὶ βαρύνουσιν “ ἑξέτει ” . τραυλίσαντι : ψελλίσαντι , ἄσημον ἀφέντι φωνήν . τραυλίσαντι : | ||
σφάλλου . κἀγώ τοί ] “ γάρ ” ἔξωθεν . τραυλίσαντι ] ἄναρθρα παρακεκομμένα εἰπόντι . ἀπὸ τοῦ “ Ἡλιαία |
θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα | ||
. εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα . |
' ] τύπτοντ ' . . τύπτειν ] σέ , δαίρειν . . εὐνοεῖν ] ἀγάπης τεκμήριον , τὸ ἀγαπᾶν | ||
ἀγαπᾶν , εὔνουν φίλον εἶναι , σοί . τύπτειν ] δαίρειν . , σέ . πῶς ] ἀπαθὴς κακῶν . |
: τάλαρος : . . . ἢ ἀπὸ τοῦ τηρὸς ταρός , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς τάλαρος , ὁ | ||
σημαίνει τὸ ὑπερφρονῶ ἀττικῶς . ἔπειτ ' ] ἆρα . ταρός ἐστιν ὁ μικρὸς καλαθίσκος , ταλαρὸς δὲ ὁ μέγας |
τὰς τῶν δεσμωτῶν κακουχίας . λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν δεσμευθέντων ἀφύκτως . Διὰ φρατόρων κύων : ἐπὶ τῶν ὅπου μὴ | ||
χοῖρος δεδουπὼς κτανθεὶς τὸν κτανόντα ἤτοι τὸν Μελέαγρον ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον σφυρὸν ἤτοι ἀστράγαλον καὶ πόδα τοῦ ὀρχηστοῦ καὶ |
εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . θ εὐφιλήταν ] καλῶς φιλουμένην , ἀγαπητήν . εὐφιλήταν ] φίλην | ||
ἥν ποτε ἔθου εὖ πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] προσφιλῆ . εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν |
καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι | ||
χάλα καὶ δεῖξον : ἐν ταύτηι περιφέρεις γάρ . βραχὺ πρόσμεινον , ἱκετεύω ς ' , ἵν ' ἀποδῶι . |
χελιδόνα , εἰς ἃς μετεβλήθησαν Πρόκνη καὶ Φιλομήλα : ἡ μεμονωμένη καὶ ἐστερημένη τῆς μητρὸς ὄρνις : τοῖς ἐμοῖς κακοῖς | ||
. Αὐτὸ δὲ τοῦτό μοι τοὺς στεφάνους βάλε , οἷς μεμονωμένη χρωτισθήσομαι . Κύριε , μή μ ' ἀφῇς ἀποκεκλειμένην |
„ . καὶ Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις ” Δωδωναίῳ κυνὶ βωλοκόπῳ τίτθη γεράνῳ προσεοικώς ” . καὶ τὸ θηλυκὸν Δωδωνίς ἀπὸ τοῦ | ||
αὐτούς . Λύκου δὴ λαιμῷ ὀστέον ἐπεπήγει . Ὁ δὲ γεράνῳ μισθὸν παρέξειν εἶπεν , εἰ τὴν κεφαλὴν αὑτῆς ἐπιβαλοῦσα |
ΜΞ , καὶ τοῦ ΘΛ , παραλλήλου δὲ αὐτῷ τοῦ ΗΟΘ : φανερὸν ὅτι ἑκατέρα μὲν τῶν ΗΚ , ΟΞ | ||
. ὁμοίως δὴ δείξομεν , ὅτι καὶ ἡ ΓΠΔ τῇ ΗΟΘ ἐστιν ὁμοία . αἱ ἄρα τῶν παραλλήλων κύκλων περιφέρειαι |
λέγεις „ ; „ ἔφη ” ἤδη γὰρ ὁ κώδων ἐψόφηκεν ; ” εἰπόντος δέ „ εὖ σοι εἴη „ | ||
δαιμόνων ? [ ] ; τάλαιν ' ἐγώ , τίς ἐψόφηκεν ; ἆρ ' ὁ πάππας ἔρχεται ; ἔπειτα πληγὰς |
ἀπέφευγεν , ὡς καὶ Θεοδέκτης ἐν τῇ Σωκράτους ἀπολογίᾳ . Ἰτεαῖος : Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Νικίδου . δῆμός ἐστι | ||
Κολλυτῷ καταπεσεῖν , καθά φησι Δημοχάρης ἐν τοῖς Διαλόγοις . Ἰτεαῖος : Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Νικίδου . δῆμός ἐστι |
ἐμπύρῳ κόπρῳ βοῶν νυχθήμερον , καὶ ἔχε ὑδράργυρον παγεῖσαν . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβὼν ὑδράργυρον , ζέσον ἐλαίῳ ῥεφανίνῳ : | ||
ἑπτάκις , καὶ ξηράνας ἐν ἡλίῳ , οὕτως χρῶ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΥΡΙΤΟΥ . Λαβὼν πυρίτην τὸν χρυσίζοντα : χρυσίζοντα τοῦτον |
, καὶ φιμώσας ἐκτρόχιζε ὕελον λευκόν . ΧΡΥΣΟΠΟΙΙΑΣ ΖΩΜΟΙ . ΧΡΥΣΟΥ ΜΑΛΑΞΙΣ ΩΣΤΕ ΕΝ ΑΥΤῼ ΣΦΡΑΓΙΖΕΙΝ . Λαβὼν νίτρου πυρροῦ | ||
ἐμβαῖνον κρόκου ὠμοῦ ὄξος τετιμημένον , οὕτως ποίει . ΚΑΤΑΒΑΦΗ ΧΡΥΣΟΥ . Λαβὼν μίσιος μεταλλικοῦ μέρη δʹ , ἐλυδρίου ῥίζης |
πράγματος : ἐὰν γὰρ εἴπω ἄνθρωπος ἦλθεν , ἀγνοούμενόν τινα δηλῶ , ἐὰν δὲ εἴπω ὁ ἄνθρωπος ἦλθε , προεγνωσμένον | ||
θέω θόλος , οὕτως δέω δόλος : ἢ παρὰ τὸ δηλῶ τὸ βλάπτω δῆλος ὁ δηλέμιος καὶ βλάπτων , καὶ |
λεβηρίδος : ἀντὶ τυφλότερος . ἐπὶ τῶν πάνυ πενήτων . Γυμνότερος παττάλου : ἐπὶ τῶν σφόδρα ἀπορωτάτων . Γύγου δακτύλιος | ||
ἡ πτῆσις τῆς γλαυκὸς νίκης σύμβολον τοῖς Ἀθηναίοις ἦν . Γυμνότερος λεβηρίδος : ἐπὶ τῶν πάνυ πτωχῶν . Ἀντὶ τοῦ |
: γράφεται ἄψ . παλινόστιμος : ὀπισθόδρομος , μεθυποστρέψιμος , ὀπισθόρμητος . ὁρμή : κίνησις . Ἀνύουσι : διέρχονται , | ||
ὁδόν : κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . |
ἐν τῷ λόγῳ ὑποσημαίνει , καὶ Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Μενέστρατον , εἰ γνήσιος ὁ λόγος ἐστίν . Πρόκλησις : | ||
τὰ ἥδιστα πεποιηκέναι . Ἀκούω δ ' αὐτὸν καὶ εἰς Μενέστρατον ἀναφέρειν τι περὶ τῶν ἀπογραφῶν τούτων : τὸ δὲ |
' εὐθὺ τοῦ βάθουϲ ἄνωθεν κάτω , τὴν τομὴν ὀξείᾳ ϲμίλῃ , ἵνα ἐκκριθέντοϲ τοῦ αἵματοϲ οἷον πῶμά τι τῶν | ||
περικλάϲει τοῦτον διαλύϲομεν . εἰ δὲ λιθώδηϲ ἤδη γεγένηται , ϲμίλῃ τὴν ἐπιφάνειαν διελόντεϲ ἐκκοπεῦϲιν λύϲομεν τοῦ ὀϲτοῦ τὴν ϲυνέχειαν |
μετ ' ἐγχαράξεωϲ : τάϲ τε φυϲικὰϲ ἐκκρίϲειϲ ϲυνεχῶϲ ὑπομιμνήϲκειν δεήϲει τοῖϲ τε ἐνέμαϲι καὶ τοῖϲ διουρητικοῖϲ , ἐμβρεχέϲθω δὲ | ||
κοινὰ γὰρ ὄντα τὰ τοιαῦτα περιττὸν κἀνταῦθα αὐτῶν μνημονεύειν . δεήϲει δέ ποτε καὶ τέλεον ἐλευθερῶϲαι τοὺϲ τόπουϲ γυμνώϲανταϲ καὶ |
πόνοιο : τοῦ ἐν πολέμῳ ἔργου . . . . Φυλείδην τε Μέγητα . Φυλείδην τε Μέγην τε . . | ||
πολέμῳ ἔργου . . . . Φυλείδην τε Μέγητα . Φυλείδην τε Μέγην τε . . Κ Ν . . |
. τιταίνω : τιταίνω : . . . ἀπὸ τοῦ ταίνω καὶ τιταίνω . . . . . τιτρώσκω : | ||
, τρυφή . Τάλαντον . τὸ ζυγόν . παρὰ τὸ ταίνω ῥῆμα , ὅπερ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τιταίνω . ὡς φαίνω |
Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ | ||
Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς , καὶ |
πόλις Λιβύης καὶ Κίνυψ ποταμὸς Λιβύης πλησίον Αὐσίγδης . * Αὐσίγδα πόλις Λιβύης ἣν παραρρεῖ ὁ Κίνυφος ποταμός . * | ||
δ ' ἀνεστήλωσαν ; περὶ τὴν Αὐσίγδα πόλιν Λιβύης ἥντινα Αὐσίγδα παραρρεῖ ὁ Κίννυφος ποταμός . Τιταιρώνειον : ὁ Μόψος |
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν | ||
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω |
' ὅμως τιμὴ ἀκολουθεῖ καὶ τούτοις . . ΤΡΙΤΟΝ ΑΛΛΟ ΓΕΝΟΣ . Τοῦτο τὸ γένος εἰκότως τρίτον , οὔτε νωθρὸν | ||
τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν φησὶ |
γένεσιν αὐτοῦ . ἐκτίθει τοὺς ἀπὸ μονάδος περιττοὺς καὶ τούτους διπλασίαζε , καὶ οἱ διπλασιαζόμενοι ἀρτιοπέριττοί εἰσιν . ἐκτιθέσθωσαν οὖν | ||
δόρυ κλῖνον , πρόαγε , ἔχου οὕτως . τὸ βάθος διπλασίαζε , ἀποκατάστησον . τὸ βάθος ἡμισίαζε , ἀποκατάστησον . |
[ ] Σ ? ΕΠΕΙ [ ] ΛΟΓΟΝ [ ] ΤΟΙ ? [ ] ΟΥΝ [ ] Υ ! [ | ||
ὕλης χαρακτηρίζει τὸ γένος . . ΕΙ ΔΕ ΘΕΛΕΙΣ ἙΤΕΡΟΝ ΤΟΙ ΕΓΩ ΛΟΓΟΝ . Τὸ σχῆμα προκατάστασις , καὶ προκατασκευὴ |
τάλαιναν καὶ τληπαθῆ , δυσβάϋκτον καὶ θρηνητικὴν , βοᾶτιν καὶ βοητικήν . . τεῖνε ] εἰς ὕψος αἶρε . δυσβάϋκτον | ||
εἰς ὕψος αἶρε . δυσβάυκτον ] δύσφημον . βοᾶτιν ] βοητικήν . τάλαιναν ] ἀθλίαν . αὐδὰν ] η . |
μήτηρ ὑπολαβοῦσα εἶπεν : „ ὦ τέκνον , ὡς ἤδη καταμανθάνω , οὐ μόνον ὄψεως ἐστέρησαι , ἀλλὰ καὶ ἀκοῆς | ||
διδασκαλία ἐστίν ; ἄρτι γὰρ δή , ἔφην ἐγώ , καταμανθάνω ᾗ με ἐπηρώτησας ἕκαστα : ἄγων γάρ με δι |
εἴ τι πρὸς ἡμᾶς ἐθέλοιεν ἢ ἀγνωμονεῖν ἢ βλακεύειν . Ἀπόδος τῇ πόλει χάριτας , ἥ σε τοσοῦτον ἔθηκεν , | ||
τῇ χειρί . γνώσομαι : Γνωρίσω . . ἀπότισον : Ἀπόδος , ἡττηθεῖσα τὸ συμπεφωνημένον . . ἀπόδος . Θ |
ἆρ ' οὖν σοφιστὴς ἀφθογγότερος κύκνου φανήσεται , καὶ σιωπῇ παραδραμεῖται πόλιν ἀρχαίαν ; ἦν γὰρ πόλις ἀρχαία καὶ πρὸ | ||
σκυλάκιον ἢ λαγωδάριον μὴ σφόδρα ἐπειγόμενον ῥύμῃ καὶ ἀπνευστὶ θέοντας παραδραμεῖται . τούτων μὲν δὴ τῶν ἀγώνων πρὸς ἀλήθειαν ἱερὸς |
ἀγριαίνουσαν θάλατταν . μὴ γὰρ εἴποι τις ὡς βουληθεὶς οὐκ ἐδυνήθης : τὸ γὰρ ὡς οὐκ ἐβουλήθης , οὐκ ἔστιν | ||
γὰρ ἦν καὶ πρέπον ἐρωτικῇ ὁμιλίᾳεἰ καὶ μὴ τῆς παροινίας ἐδυνήθης : ἐβουλόμην οὖν ἀκριβῶς ἕκαστα ἐπιστεῖλαι καὶ προὐτράπην : |
τοῦ ω εἰς υ . ὡς παρὰ Σαπφοῖ , χελώνη χελύνη . Ἅρπυια , παρὰ τὸ ἅρπω , οὗ παράγωγον | ||
: παρὰ τὸ μύω , τὸ καμμύω , ὁ μέλλων χελύνη . ἢ παρὰ τὸ μυγμή γίνεται μύγμων καὶ ἀμύμων |
Φλεγρὰς αἶα δουλωθήσεται Θραμβουσία τε δειρὰς ἥ τ ' ἐπάκτιος στόρθυγξ Τίτωνος αἵ τε Σιθόνων πλάκες Παλληνία τ ' ἄρουρα | ||
βροτῶν . ὁ δ ' αὐτὸς ἀργῷ πᾶς φαληριῶν λύθρῳ στόρθυγξ , δεδουπὼς τὸν κτανόντ ' ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον |
δὲ καὶ οὐ Ποσειδῶνα ὄνομα αὐτῷ τίθενται , μετὰ τὴν Πατρέων προσοίκησιν τὸ ὄνομα τοῦ Σατράπου διδαχθέντες : Κορύβαντός τε | ||
οὐ πόρρω δὲ αὐτῆς ποταμὸς Γλαῦκος ἐκδίδωσιν ἐς θάλασσαν . Πατρέων δὲ οἱ τὰ ἀρχαιότατα μνημονεύοντές φασιν Εὔμηλον αὐτόχθονα οἰκῆσαι |
ἡ δὲ ἀπόδειξις τοῦ συνεγνωκέναι τὸν ἀγῶνα συνίστησιν . ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ . Ὤιμην μὲν , ὦ δικασταὶ , ὅτι τρεῖς | ||
ζῶον οὐσία : συμπέρασμα δὲ ὁ ἄνθρωπος ἄρα οὐσία . ΠΡΩΤΟΝ ἙΝΗ ΤΕΤΡΑΣ ΤΕ ΚΑΙ ἙΒΔΟΜΗ ἹΕΡΟΝ ΗΜΑΡ . Ἄλλο |
, ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ | ||
ὑψηλότατα οἰκήματα οἰκεῖ : τουτέστι τὸν οὐρανόν . . ΚΛΥΘΙ ΙΔΩΝ . Ὡς πάντα ἐφορῶν καὶ ἀκούων τῶν γινομένων , |
ὁ δ ' αὐτὸς ἀργῷ πᾶς φαληριῶν λύθρῳ στόρθυγξ , δεδουπὼς τὸν κτανόντ ' ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον ὀρχηστοῦ σφυρόν | ||
ὁ δ ' αὐτὸς στόρθυγξ καὶ ὀδοὺς ἤτοι ὁ χοῖρος δεδουπὼς κτανθεὶς τὸν κτανόντα ἤτοι τὸν Μελέαγρον ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως |
ε , ἡ ἑνὶ γινομένη , ἐνίκη τις οὖσα . Νίτρον . παρὰ τὸ νίζω νίτρον , ὡς φέρω φέρτρον | ||
καὶ ἀποκρεμάσας εἰς τὸ ὄξος ἡμέρας ηʹ οὕτως χρῶ . Νίτρον εἰς τὸ ὄξος βάλε , καὶ ἐὰν ὡς ζέον |
. Ὅσσους : πόσους . ἄτρεστον : ἄφοβον : γράφεται ἄστρεπτον . Ὑπερφιάλους : εὐμεγεθεῖς . ἔσβεσεν : γράφεται ἔσπασεν | ||
στρεπτοὶ δέ τε καὶ θεοὶ αὐτοί ; ἢ τουναντίον , ἄστρεπτον τὸ θεῖον καὶ ἀτενὲς καὶ ἀπαραίτητον ; μετατίθεσθαι γὰρ |
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρόγοοι : αἱ ἐντρυφῶσαι τοῖς δάκρυσιν | ||
δὲ ἁπαλαῖς χερσὶν τὸ ὅλον ἀπὸ μέρους ἐδήλωσεν . [ κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς : ἐρείκη δέ ἐστιν εἶδος φυτοῦ εὐσχίστου |
ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ ΔΕ . Ἐκ τῆς τῶν ἀστέρων κινήσεως . . ΤΟΙΣΙΝ Δ ' ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ . Ἐπὶ τούτοις , ἤγουν κατὰ | ||
τοὺς ὕστερον μέλλοντας γενέσθαι . . ΑΛΛ ' ΕΜΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΙΣΙΝ . Ἀλλ ' ὅμως καὶ ἐπὶ τούτοις μεμιγμένα ἔσται |
. ἀντὶ δελφίνων δ ' ἐλαχυπτερύγων ἵππους ἀμείψαντες θοάς , ἁνία τ ' ἀντ ' ἐρετμῶν δίφˈρους τε νωμάσοισιν ἀελλόποδας | ||
μὲν ἅρματι τεθρίππῳ : ὅτι αὐτὸς ἱπποτρόφησε καὶ ἤλασεν . ἁνία τ ' ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ' ἐθέλω : |
. ἦ που . ἤπου : ἴσως , σχεδόν : ἤπουγε , πολλῷ πλέον . τὸ δὲ γένος . ἀλλαχοῦ | ||
τούτους ἀνετίθεσαν . ἦ που . ἴσως , σχεδόν . ἤπουγε : πολλῷ πλέον . γηράσκω κτλ . παροιμία : |
Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλίτην . ” ἀλύσκανε ἐξέκλινε : “ Τερπιάδης δέ τ ' ἀοιδὸς ἀλύσκανε κῆρα μέλαιναν . ” | ||
εἰς ταὐτὸν τῷ κακοκοίμητον . . . . , . Τερπιάδης δέ τ ' ἀοιδός . † ) Τέρπιος παῖς |
οἴμοι , τίς ἦν ; οὐκ εἰς κόρακας ἀποφθερεῖ , ἐπιλησμότατον καὶ σκαιότατον γερόντιον ; οἴμοι . τί οὖν δῆθ | ||
. τὴν κάρδοπόν φησιν . ὥσπερ ἐπιλαθόμενος ταῦτα λέγει . ἐπιλησμότατον : ἔδει εἰπεῖν ἐπιλησμονέστατον . Ἄλεξις δὲ “ ἐπιλήσμη |
κοινωνοῦντες . ἄρηα : εἰς . Θήγονται : ἀκονοῦνται . ἀκίδες : ξίφη , μάχαιραι , ἅρπαι . Ἅρπαι : | ||
ὄγκαιον : ἀγγεῖον πλεκτὸν οἷον σπυρίς , ἐν ᾧ αἱ ἀκίδες τῶν βελῶν , αἳ καὶ ὄγκοι . ὀγκίαν : |
ὁ χορὸς , στέναζε καὶ δακνάζου : παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ] | ||
Σαλαμῖνος : ἐκαλεῖτο γὰρ οὕτω . . δακνάζου ] ἤτοι δάκνου κατὰ παραγωγήν . . οὐράνια ] μεγάλα , ὑπερβολικά |
, βαρύνεται , εἰ μὴ παρ ' ὄνομα εἴη : τρώγω φεύγω τμήγω λήγω θήγω . τὸ μέντοι ῥιγῶ ἔχει | ||
ἀφέξομαι βώλου , ὑφ ' ἣν τὰ κρίμνα μὴ φοβούμενος τρώγω . ” “ Μὴ λοξὰ βαίνειν ” ἔλεγε καρκίνῳ |
. ἔνθεν , οὐδ ' ὄθομαι τοῦ κοτέοντος : καὶ ψεδνὴ δ ' ἐπενήνοθε λάχνη : ἐνόθω ἔνοθεν ἐνήνοθεν , | ||
ἐπὶ στῆθος συνοχωκότε : αὐτὰρ ὕπερθε φοξὸς ἔην κεφαλήν , ψεδνὴ δ ' ἐπενήνοθε λάχνη . ἔχθιστος δ ' Ἀχιλῆϊ |