. Καν . λέ . Ὁ Κύκλωψ λήγει μὲν εἰς ωψ μέγα , κλίνεται δὲ Κύκλωπος διὰ τοῦ Π .
, ἐπὶ τὸ μέγα Ω μετέρχεται καὶ περὶ τῶν εἰς ωψ ὀνομάτων διδάσκει , τὸν Κύκλωπα κανόνα προχειρισάμενος . Καὶ
7039574 σκωπτικων
ἄχρι κόρου ἐφενάκισεν . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν τίθεται ἡ παροιμία . Τέλλην γὰρ αὐλητὴς ἐγένετο καὶ
Ἑλλάδα φρέατα ὤρυξεν . Ἆιδε τὰ Τέλληδος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ αὐλητὴς ἐγένετο , ὃς παίγνια κατέλιπε
6959882 Ἐγκωμιον
; ὥστε οὖν δύνασθαι τὸν λόγον καὶ Ἐπιτάφιον λέγεσθαι καὶ Ἐγκώμιον : Ἐπιτάφιον μὲν , διότι εἰς τὸν τετελευτηκότα Εὐαγόραν
. Σωτήριχος Ὀασίτης : ἐποποιός , γεγονὼς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ . Ἐγκώμιον εἰς Διοκλητιανόν : Βασσαρικὰ ἤτοι Διονυσιακά , βιβλία δ
6838434 μηχανωμαι
Δί ' , ἔφη ἡ Θεοδότη , ἐγὼ τούτων οὐδὲν μηχανῶμαι . Καὶ μήν , ἔφη , πολὺ διαφέρει τὸ
παλάμη καὶ ἡ μηχανή : ἀπὸ τούτου καὶ παλαμῶμαι τὸ μηχανῶμαι . ἐπαλαμήσατο ] ἐπανουργεύσατο , εἰργάσατο . μεταφορικῶς ὡς
6798298 Φειδιππιδου
μεμάθηκεν . ⌈ ἤγουν καλῶς ἔχει τὰ περὶ ⌈ τοῦ Φειδιππίδου ἢ τὰ περὶ ἐμοῦ , ὦ ἀπάτη πάντων ⌈
τὸ ” κρέμαιό γε “ . ὡς ἀτάκτως εἰπόντος τοῦ Φειδιππίδου . ἰδοὺ κρέμαιο : τὴν φωνὴν μιμούμενος ὁ Σωκράτης
6788723 Πυθαγορικα
] , ὅτι Δίωνι ἐπέστειλεν εἰς Σικελίαν ὠνήσασθαι τρία βιβλία Πυθαγορικὰ παρὰ Φιλολάου μνῶν ἑκατόν . . . . καὶ
Κροτωνιάτης Πυθαγορικός . παρὰ τούτου Πλάτων ὠνήσασθαι τὰ βιβλία τὰ Πυθαγορικὰ Δίωνι γράφει . ἐτελεύτα δὲ νομισθεὶς ἐπιτίθεσθαι τυραννίδι .
6771653 Σφαιρικων
ἄρα . , ] διὰ τὸ εʹ τοῦ βʹ τῶν Σφαιρικῶν . Ὁ γὰρ μεσημβρινὸς ἀεὶ ὀρθός ἐστι πρὸς τὸν
τεμνόντων . , ] διὰ τὸ ιβʹ τοῦ αʹ τῶν Σφαιρικῶν . Ἐὰν δὲ ἐν σφαίρᾳ . , ] διὰ
6749923 ἀχθεσθησεται
ποίων τινῶν Λακεδαιμονίων τυγχάνοντας ; καὶ γὰρ εἴ τις ὑμῶν ἀχθεσθήσεται παραιτοῦμαι : τὰ γὰρ ὄντα λέξω . Πρῶτον μὲν
. ἄφυκτον Ἀττικοί , ἄφευκτον Ἕλληνες . ἀχθέσεται Ἀττικοί , ἀχθεσθήσεται Ἕλληνες . ἀπελαθείς Ἀττικοί , μετὰ δὲ τοῦ σ
6739731 ἐπιφοιτῃ
τῆϲ νούϲου μέγα , οὐδέ τι ξενοπρεπὲϲ κακὸν τὸν ἄνθρωπον ἐπιφοιτῇ : οὐδὲ ἐπὶ τῇϲι ἐπιπολῇϲι τοῦ ϲκήνεοϲ φαντάζεται ,
δὲ τουτέων μέζον , ἐϲ ὄρχιαϲ καὶ κρεμαϲτῆραϲ ἀδόκητον ἄλγοϲ ἐπιφοιτῇ . πολλοὺϲ τῶν ἰητρῶν ἥδε ἡ ξυμπαθείη λήθει :
6724058 κατεδηδοκεν
ἀτάρ , ὦ Μεγάκλεες , οἶσθά που Παάπιδος Ὑπέρβολος τἀκπώματα κατεδήδοκεν . Ἀτὰρ ὁ Μεγάκλεες ὑσθάτου Παάπιδος Ὑπέρβολος τἀκπώματα κατεδήδοκεν
ὅσον ἀκροκώλι ' ἕψειν ῥύγχη , πόδας . Τοῦ κεστρέως κατεδήδοκεν τὸ κρανίον ἀναρπάσας Μάτων , ἐγὼ δ ' ἀπόλλυμαι
6723943 προεστηκοτων
εἶναι προσιόντι τοῖς ἀνθρώποις τῆς κατεχούσης πολιτείας καὶ τῶν ταύτης προεστηκότων , ἀποκλειόντων τὴν ὁδὸν τοῖς φιλοσοφοῦσιν , ὥσπερ τῶν
πάσης γίνονται τῆς πόλεως , αἱ βλάβαι δὲ ἴδιαι τῶν προεστηκότων . καὶ εἰ τὰ οἰκεῖα μὴ οἷά τε σωφρονίζειν
6662207 ͵αϠμδʹ
ἄρα λεῖμμα ἐν λόγῳ ἐστὶ τῷ τῶν ͵βμηʹ πρὸς τὰ ͵αϠμδʹ . ἀλλ ' ἐὰν καὶ τοῦ τῶν ͵αϠμδʹ τὸν
͵βιϚʹ , ταῦτα μὲν ποιήσει τὸν ἐπὶ κζʹ πρὸς τὰ ͵αϠμδʹ καὶ τοσούτων ἔσονται πάλιν ἐν τοῖς τρισὶ γένεσιν οἱ
6662014 ὠλισθηκῃ
ἰσχίον ὧδε χρὴ ἐμβάλλειν , ἢν εἰς τὸ ἔσω μέρος ὠλισθήκῃ . ἀγαθὴ μὲν κατὰ φύσιν καὶ δικαίη ἡ ἐμβολὴ
, καὶ ὅσῳ ἂν ἰσχυρότερα ἔῃ , καὶ ἀπὸ ἰσχυροτέρων ὠλισθήκῃ . Ἢν δὲ τὸ ὀστέον τὸ τοῦ μηροῦ τὸ
6658918 κιβωρια
φησι τὸν ποιητὴν παρὰ Πρυτάνιδι δειπνοῦντα καὶ ἐπιδεικνυμένου τοῦ Πρυτάνιδος κιβώριά τινα δοκοῦντα πεποιῆσθαι πολυτελῶς , τοῦ κώθωνος εὖ μάλα
ποιητὴν , παρὰ Πρυτάνιδι δειπνοῦντα , καὶ ἐπιδεικνυμένου τοῦ Πρυτάνιδος κιβώριά τινα δοκοῦντα πεποιῆσθαι πολυτελῶς , τοῦ κώθωνος εὖ μάλα
6655165 Ἀμβρακικου
τὸ δι ' Αἰτωλίας καὶ τῆς Ἀκαρνανίας διῆκον μέχρι τοῦ Ἀμβρακικοῦ κόλπου Καλλίδρομον προσαγορεύουσι . πρὸς δὲ ταῖς Θερμοπύλαις ἐστὶ
δ ' εἰσὶ Θεσπρωτοίτὴν ἀπὸ τῶν Κεραυνίων ὀρῶν μέχρι τοῦ Ἀμβρακικοῦ κόλπου παραλίαν νέμονται , χώραν εὐδαίμονα ἔχοντες . .
6649889 συνιστορα
ἐνεδρεύσοντας τοῖς ἐμβεβληκόσι πολεμίοις : αὐτοὶ δὲ λαβόντες σώματα αὐτοῖς συνίστορα τῆς πράξεως προεπορεύοντο ὡς κατασκεψόμενοί τε τὰ ἀγγελλόμενα καὶ
' οὐκ ἐρεῖς ψύθη . μισόθεον μὲν οὖν : πολλὰ συνίστορα , αὐτόφονα , † κακὰ καρτάναι † ἀνδρὸς σφαγεῖον
6647205 παλιγκαπηλος
. . σκοτεινῷ . τὸ γὰρ πάλιν ἐπίτασιν δηλοῖ ὡς παλιγκάπηλος καὶ παλίμπρακτος . παλιντράπελον : ἀντίστροφον . ἐναντίον ,
ἀρχή τις Ἀθήνησιν ἐπιμελουμένη τοῦ καθαίρεσθαι τὴν κόπρον . Καὶ παλιγκάπηλος καὶ μεταβολεύς . Παλιγκαπηλεύειν : τὸ πραγματεύεσθαι . Μεταβολεύς
6631547 ὁμοτεχνων
τὸ μέσον ἔστω δηλαδή . τοῦθ ' ἕτερος οὐδεὶς τῶν ὁμοτέχνων μου ποιεῖ . οὐκ οἴομ ' , οὐδ '
, ἰσχὺς ἀσεβημάτων . ἐπεὶ καὶ τῶν θηρίων τουτωνὶ τῶν ὁμοτέχνων ὑμῖν , ὦ γύναι , τὰ πολλὰ κολάζομεν οὐδὲν
6630457 προκατειλεγμενων
ἐξαιρέτως συνάρθρους καὶ ἀσυνάρθρους ἐκάλεσαν . ὡς οὐ δυναμένων τῶν προκατειλεγμένων ὀνομάτων ἀσυνάρθρων καλεῖσθαι . καὶ ἴσως ἂν εἴη μᾶλλον
Τρύφων ἤρξατο τὴν ἐν τοῖς ἄρθροις σύνταξιν παραδιδόναι , τῶν προκατειλεγμένων τρόπων οὐδὲ ἔννοιαν παραθέμενος . . . . :
6624882 μετειμι
ἑβδόμης , ἅπερ σύμπαντα τείνει πρὸς εὐσέβειαν καὶ ὁσιότητα , μέτειμι ἐπὶ τὸ πέμπτον τὸ περὶ γονέων τιμῆς , ὅ
ἁπλοῖς ἐπιδέσμοις ἐπὶ τῆς κεφαλῆς χρώμεθα . ἐπὶ τοὺς ποικίλους μέτειμι . Οὗτος ὁ ἐπίδεσμος εὐθετεῖ ἐπὶ τῶν κατὰ τὰς
6621357 βλασφημως
Λύκος παρῄει θριγκόν , ἔνθεν ἐκκύψας ἀρνειὸς αὐτὸν ἔλεγε πολλὰ βλασφήμως . κἀκεῖνος εἶπε τὰς σιαγόνας πρίων : “ ὁ
, ῥᾴδιος , ὀλισθηρός . καὶ τὰ ἐπιρρήματα κακηγόρως , βλασφήμως , φαυλορρημόνως . φιλολοιδόρως φιλογέλως κακορρημόνως αἰσχρορρημόνως : τὸ
6613340 συνηγορησαι
αὐτὴν ἐπαινεῖ ἀλλὰ μακαρίζει . λέγει δὲ καὶ Εὔδοξον καλῶς συνηγορῆσαι τῇ ἡδονῇ . λέγει γὰρ διὰ τοῦτο ἀρίστην εἶναι
, νομοθετῆσαι νομοθετήσασθαι , δημαγωγῆσαι , δημηγορῆσαι , βουληγορῆσαι , συνηγορῆσαι τῷ δήμῳ , πιθανὸν εἶναι , τὸν δῆμον παραστήσασθαι
6611388 Σεξτον
τούτου κἀκεῖνο θαυμάσιον : ἐσπούδαζε μὲν ὁ αὐτοκράτωρ Μάρκος περὶ Σέξτον τὸν ἐκ Βοιωτίας φιλόσοφον , θαμίζων αὐτῷ καὶ φοιτῶν
φυλακήν . μετὰ τοῦτο τὸ ἔργον τοῖς περὶ Μαμίλιον καὶ Σέξτον ἐδόκει μὴ πολὺν διὰ μέσου ποιεῖν τὸν χρόνον ,
6578275 μεμαθηκατε
ἐκ τῶν γεγραμμένων καὶ ἐκ τῶν εἰρημένων γόγων σχεδὸν ἀκριβῶς μεμαθήκατε . ὅτι δὲ καὶ οἱ νόμοι , ὦ ἄνδρες
τὰ πρὸς πατρός , τὰ μὲν ἐξ ὧν ἄρτι μεμαρτύρηται μεμαθήκατε πάντες , τὰ δ ' ἐξ ὧν πρότερον περὶ
6575876 Ἀριστοτελικου
ὑπεστρωμένης αὐτῷ λεοντῆς καὶ Ἡρακλῆς καλεῖσθαι ἤθελεν , Ἀλεξάνδρου τοῦ Ἀριστοτελικοῦ τοσούτοις αὑτὸν ἀφομοιοῦντος θεοῖς , ἀτὰρ καὶ τῇ Ἀρτέμιδι
τὸ ζητῆσαι πόσα καὶ τίνα κεφάλαια δεῖ προλαμβάνειν ἐπὶ παντὸς Ἀριστοτελικοῦ συγγράμματος . ἓξ τοίνυν κεφάλαια δεῖ προλαμβάνειν , τὸν
6570744 Διδασκαλος
ἤγουν ἐλάττωσις . Δράκων : διὰ τὸ δράσσασθαι κακῶς . Διδάσκαλός ἐστιν ὁ διδοὺς τὸ καλόν . Δένδρον : διὰ
ἐλάττωσις . Δράκων : διὰ τὸ δράσσασθαι . κακῶς . Διδάσκαλός : ἐστιν ὁ διδοὺς τὸ καλόν . Δένδρον :
6543531 Βουλη
, οἷον καὶ σιωπῶ τείχη καθήκοντά ποτε ἐπὶ θάλατταν . Βουλὴ λέγεται τὸ βούλευμα καὶ ἡ σκέψις . βουλὴ καὶ
κοινωνία πλήθους ἔννομος . Πρόνοια παρασκευὴ πρὸς μέλλοντά τινα . Βουλὴ σκέψις περὶ τῶν μελλόντων πῶς συμφέρει . Νίκη δύναμις
6535921 Χρειω
μάχην . Λεπταλέοι : ἀσθενεῖς . δηριάασθαι : πολεμεῖν . Χρειώ : πολλὴ χρεία . Ἀμφότερον : ἔχειν . κραιπνόν
σπουδάζοντες , σπεύδοντες , κοπιῶντες . τρόπην : η . Χρειώ : χρείαν . Ἄμφω : οἱ δύο . ἐρειδομένοιο
6528216 Ταυτι
, τὸν φιλοῦντα ἐκείνω καὶ ὑπ ' ἐμοῦ φιλεῖσθαι . Ταυτὶ μὲν εὐπότμου , δυστυχοῦς δὲ τὰ ῥηθησόμενα . τὴν
ἐξεληλυθότα χρυσὸν θεραπεύειν πειρωμένων τοῖς παρὰ σφῶν τὴν βλάβην . Ταυτὶ μὲν ἀφείσθω τὴν ζημίαν ἔχοντα ἐν χρήμασιν , ἃ
6523548 δρεπανων
ἡμιτόμους ἄνδρας ἔτι ἐμπνόους ἢ ἐς πολλὰ διερριμμένους ἢ τῶν δρεπάνων ἀπηρτημένους , ἀηδίᾳ τε μᾶλλον ὄψεως ἢ μάχης ἥσσῃ
διαλύεσθαι καὶ τοὺς πίπτοντας οἰκτροτάτως ἀναιρεῖσθαι . ἐλαυνομένων γὰρ τῶν δρεπάνων , οἳ μὲν τῶν χειρῶν οἳ δὲ τῶν ποδῶν
6518100 μνημονικος
. . μνήμων ] ἐνθυμητικός . , μνημονευτικός . , μνημονικός . σχέτλιος ] βραδύς . , ἐλεεινός , δυστυχής
ἥμερος . ζʹ . εἰ εὐμαθής . ηʹ . εἰ μνημονικός . θʹ . εἰ ἔμμετρος καὶ εὔχαρις . ἐν
6508204 αψ
λιηω ? ! [ ] χρυσο [ ] ! ! αψ ? [ . . , . ! ! !
: ταῦτα ἐπὶ τὰ ιγ τετράγωνα , γίνονται α˙ . αψ : ταῦτα μέριζε παρὰ τὰ λ τρίγωνα , γίνονται
6504384 θρηνητικα
ἐλίνυον : ἀντὶ τοῦ ἤργουν . παρὰ τὰ αἴλινα τὰ θρηνητικὰ [ ἐντεῦθεν ] γεγένηται διὰ τὸ ἀνήνυτά τινα εἶναι
ἄιδει . ἀείδειν ] ἤγουν χαρμόσυνα μέλπει . μινύρεσθαι ] θρηνητικὰ ἄιδειν . ἀντίμολπον ] ἐναντίον πρὸς τὸν ὕπνον .
6500568 ἀποφωλια
ἀλιτρός τ ' ἐσσὶ καὶ οὐκ ἀποφώλια εἰδώς ; καὶ ἀποφώλια δὲ τὰ ἀπαίδευτα . πῶς οὖν ἁμαρτωλός τε καὶ
: “ ἦ δὴ ἀλιτρός γ ' ἐσσὶ καὶ οὐκ ἀποφώλια εἰδώς , οἷον δὴ τὸν μῦθον ἐπεφράσθης ἀγορεῦσαι .
6498662 ἀπεχεις
ἀνέγνως ἢ Ἀντίπατρον . εἰ μὲν γὰρ καὶ Ἀρχέδημον , ἀπέχεις ἅπαντα . , . καὶ μὴν ἐγὼ ὑμῖν ἐξηγήσομαι
σὴ χάρις ἡμῖν καὶ ὠφέλεια ; ἀλλὰ σύ γε τοσοῦτον ἀπέχεις τοῦ πράττειν καὶ συγκατορθοῦν ἡμῖν τι τῶν κοινῇ χρησίμων
6497465 Ζαχαριας
. Ἔρρωσο . Εἰσὶ δὲ πρώτης φυλῆς : Ἰώσηφος Ἐζεκίας Ζαχαρίας Ἰωάννης Ἐζεκίας Ἐλισσαῖος . Δευτέρας : Ἰούδας Σίμων Σομόηλος
Ἄβραμος Ἄρσαμος Ἰάσων Ἐνδεμίας Δανίηλος . Δεκάτης : Ἰερεμίας Ἐλεάζαρος Ζαχαρίας Βανέας Ἐλισσαῖος Δαθαῖος . Ἑνδεκάτης : Σαμούηλος Ἰώσηφος Ἰούδας
6490664 Ἀμμωνιου
ἢ σπόγγον . Ἄλειμμα τὸ λεγόμενον ὑγείδιον , ὅ τινες Ἀμμωνίου ἐκάλεσαν , ποιοῦν πρὸς ἀρχομένας ὀφθαλμίας καὶ ἐπικαύματα καὶ
φαίνεσθαι δὲ ἐν αὐτῷ κροκοδείλους . Ὁ μὲν δὴ τοῦ Ἀμμωνίου Ἐτεάρχου λόγος ἐς τοσοῦτό μοι δεδηλώσθω , πλὴν ὅτι
6481960 Ἀφρανιον
. σπασάμενος γὰρ τὸ ξίφος , εὐγενῶς πάνυ καὶ ὡς Ἀφράνιον εἰκὸς ἦν , πάντων ὁρώντων ἀπέσφαξεν ἑαυτὸν ἐπὶ τῶι
: σπασάμενος γὰρ τὸ ξίφος , εὐγενῶς πάνυ καὶ ὡς Ἀφράνιον εἰκὸς ἦν , πάντων ὁρώντων ἀπέσφαξεν ἑαυτὸν ἐπὶ τῷ
6471382 πολυμαθης
, συνετός , εὔνουςὁ γὰρ νοήμων ποιητικόνδεξιός , εὐμαθής , πολυμαθής , λελογισμένος , σώφρων , καρτερός , καρτερικός ,
καὶ ἔστι τὸ Ἰσοκρατικὸν , ἐὰν ᾖς φιλομαθὴς , ἔσῃ πολυμαθής . . ὁ νοῦς οὗτος : ἔλεγε , φησὶν
6471204 γευστηριον
. ἀπὸ δὲ γεύσεως γεύσασθαι , ἄγευστος , γεῦμα , γευστήριον . κρίνειν χυμοὺς ὀξεῖς , δριμεῖς , ὀδαξητικούς ,
τούτοις καὶ ὁ σίφων , καὶ τὸ παρ ' Ἀριστοφάνει γευστήριον : τρέχ ' ἐς τὸν οἶνον ἀμφορέα κενὸν λαβών
6456653 βυβλια
τοῦ εὑρεθῆναι τὰς νῦν χάρτας . ἀφ ' ὧν καὶ βυβλία τὰ νῦν γραφόμενα καλοῦμεν , ὡς ἀπὸ τοῦ ὀνόματος
ὦ πονηρέ , γράμματα : ἀνατέτροφέν σου τὸν βίον τὰ βυβλία . πεφιλοσόφηκας γῇ τε κοὐρανῷ λαλῶν , οἷς οὐδέν
6455380 Κεφαλιωνος
* , συγγραφέων δὲ τριάκοντα : ἐν οἷς καὶ ἡ Κεφαλίωνος ἱστορία . , : Ἔστι δὲ πολλῷ πλατύτερος τοῦ
Κεφαλίωνος ἱστορία . , : Ἔστι δὲ πολλῷ πλατύτερος τοῦ Κεφαλίωνος , ἐν οἷς τοὺς αὐτοὺς χρόνους συμβαίνει αὐτοῖς ἀναγράφειν
6448799 κεων
, τὸ κοιμῶμαι , κέων ἡ μετοχή : † ὦρσο κέων , ὦ ξεῖνε , πλεονασμῷ τοῦ α . .
ὀξύτης . ἢ παρὰ τὸ κέω , τὸ κοιμῶμαι , κέων ἡ μετοχή : † ὦρσο κέων , ὦ ξεῖνε
6445687 συνεδρευοντα
ἀπὸ τῶν περιστατικῶν λέγει : ταῦτα δὲ τὰ περιστατικὰ καὶ συνεδρεύοντα καλεῖται , διὰ τὸ παντὶ παρεῖναι πράγματι : πᾶν
καὶ αἱ διαθέσεις καὶ τὰ ἔργα τῶν προσώπων καὶ τὰ συνεδρεύοντα τούτοις , ἀπὸ τῆς πρώτης κατασκευῆς τῶν γραμμάτων γίνεσθαι
6443078 εὐδοκιμωτατων
Θρᾳκῶν βασιλέως , καὶ μητρὸς Ἡγησιπύλης , ἀπόγονος δὲ τῶν εὐδοκιμωτάτων στρατηγῶν , λέγω δὴ τῶν περὶ Μιλτιάδην καὶ Κίμωνα
„ διαλεγόμεθα μὲν ὑπὲρ μεγάλων καὶ τῶν παρ ' Ἕλλησιν εὐδοκιμωτάτων , σὺ δ ' ἂν μικρὰ ταῦτα ἡγοῖο ,
6440782 Τηνερου
υἱὸς βασιλεὺς τῶν Θηβῶν Τηνέρου τ ' ἀνάκτορα τὰ τοῦ Τηνέρου μαντεῖα καὶ βασίλεια . ὁ δὲ Τήνερος υἱὸς ἦν
ἱκανῶς τούτου τοῦ ὄρους . Τὸ δὲ Τηνερικὸν πεδίον ἀπὸ Τηνέρου προσηγό - ρευται μυθεύεται δ ' Ἀπόλλωνος υἱὸς ἐκ
6440029 μεγαλογνωμονα
, ἀπὸ δὲ τοῦ ἵππου ἱπποσέλινον ἱππομανῆ ἱππογνώμονα , τὸν μεγαλογνώμονα . τὸ γὰρ βοῦς καὶ ἵππος ἐπὶ τῶν μεγάλων
μὴ ξυγκείμενον , ἅμα δὲ ἐπαινῶν ὡς μεγαλόφωνόν τε καὶ μεγαλογνώμονα . καὶ λόγον τῷ Ἡρώδῃ ἀποθανόντι ἐπεφθέγξατο ἐπάξιον τοῦ
6438300 Ἐπισταμενος
. οἱ γὰρ τρεῖς περὶ τοῦ ποταμοῦ στίχοι περιττοί . Ἐπιστάμενος ἀκριβῶς τὴν γνώμην καὶ τὴν περὶ Πλάτωνα σπουδὴν καὶ
τὸν Καμβύσεω , συστρατευόμενος δὲ καὶ Δαρείῳ ἐπὶ Σκύθας . Ἐπιστάμενος ταῦτα γνώμην εἶχον ἀτρεμίζοντά σε μακαριστὸν εἶναι πρὸς πάντων
6437837 αἰτιαθεις
εἴκοσι Κερκυραίοις βοηθήσων διαφερομένοις πρὸς Κορινθίους . μετὰ δὲ ταῦτα αἰτιαθεὶς ἀσεβεῖν ὡς καὶ αὐτὸς τοὺς Ἑρμᾶς περικόψας καὶ εἰς
μεγαλοφροσύνῃ , ὅς γε τὰ πατρῷα τοῖς οἰκείοις παρεχώρησε . αἰτιαθεὶς γὰρ ὑπ ' αὐτῶν ὡς ἀμελῶν , “ τί
6426157 ἀνταποδιδοντων
κακοῦ κυνὸς ὗν ἀπαιτεῖς : ἐπὶ τῶν καλὰ ἀντὶ κακῶν ἀνταποδιδόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ '
τῶν τοὺς ὁμοίους φυλαττομένων . Κῶνος ἀρτοξύει : ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων . Λάβρακας Μιλησίους : ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς πλῆθος
6420050 συνηδρευε
φιλοποσίαν καὶ βωμολοχίαν πλείω χρόνον ὡς τὰ πολλὰ συνδιέτριβε καὶ συνήδρευε περὶ τῶν μεγίστων βουλευόμενος . ἱστορεῖ δὲ περὶ αὐτοῦ
ὁ Σύλλιος προσαναπαυόμενος ὁμοτοίχους μὲν οἰκίας εἰς κατάλυσιν παρεσκευάσατο , συνήδρευε δὲ μετὰ τούτων τὰ κατὰ τὴν δικαιοδοσίαν ἐπακριβούμενος καὶ
6416103 ἐτηρεις
τὴν σκηνὴν θαυμάζων τὰ παρασκήνια ᾐτιάσω καὶ τοὺς λόγους ἀφεὶς ἐτήρεις τὰ παραφθέγματα . οὕτω πόρρω τοῦ νόμου βαίνεις .
[ - ] [ ] ἐπὶ τῶν λοιπῶν [ , ἐτήρεις τὰ ἔντιμ ] [ ' ἄλλα ] τε καὶ
6414050 ἁλιτηριος
ἐστι Πρωταγόρας ὁ Τήιος * * * ὃς ἀλαζονεύεται μὲν ἁλιτήριος περὶ τῶν μετεώρων , τὰ δὲ χαμᾶθεν ἐσθίει .
, ὅν γ ' ἔστιν λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος
6411515 τραγῳδον
Ταναγραίῳ κήτει ἐοικέναι . καὶ Ἀριστοφάνης δὲ λεπτοὺς καταλέγει Σαννυρίωνα τραγῳδὸν καὶ Μέλιτον καὶ Κινησίαν , οὓς καὶ πρέσβεις ὑπὸ
καὶ δεινῶς πάνυ τὴν ἀνοψίαν φέροντας . Μελάνθιον δὲ τὸν τραγῳδὸν Ἄρχιππος ἔν τινι δράματι ὡς ὀψοφάγον δήσας παραδίδωσι τοῖς
6411155 λεκτικον
δεινότητος , ἣ περὶ τὸν ἄνδρα τοῦτον ἐγένετο κατὰ τὸ λεκτικόν , ἔστιν ἃ διακνίζει καὶ συκοφαντεῖ , πρᾶγμα ἐχθροῦ
κατορθώματα τοῦ συγγραφέως ταῦτά ἐστι . Τὰ δὲ περὶ τὸ λεκτικόν , ἐν ᾧ μάλιστα ὁ χαρακτὴρ αὐτοῦ διάδηλός ἐστι
6408062 ϲυνεχεϲτατα
ἀργευομένου , εἰϲ λεπτὴν οὐϲίαν τρυγώδη ἢ δίαιμον ἀναλυομένου : ϲυνεχέϲτατα δὲ γίγνεται τὸ πάθοϲ ἐκ τῆϲ τοιαύτηϲ αἰτίαϲ ἐπὶ
τε τῶν ἰϲχυρῶν προϲοίϲομεν , κινοῦντεϲ διὰ τῆϲ κρεμαϲτῆϲ κλίνηϲ ϲυνεχέϲτατα καὶ πτερῶν καθέϲει ἐρεθίζοντεϲ : ἀρχομένων δὲ καθαίρεϲθαι ,
6403128 ἐπιδημα
, ἅπερ ἐστὶν ἔνδημα , καὶ εἶθ ' οὕτως τὰ ἐπίδημα , τουτέστι τὰς Ἐπιδημίας . καὶ τέλος πάντων δεῖ
ἔνδημα ἀναγινώσκειν . καὶ ἔνδημα μέν ἐστι τὰ ἐνυπάρχοντα , ἐπίδημα δὲ τὰ μὴ ὑπάρχοντα . διὸ δεῖ τὸ Περὶ
6398342 λυρικος
, Σκαμανδρωνύμου , Μιτυληναία . Ἀνακρέων δέ , καὶ οὗτος λυρικὸς ποιητής , Σκυθίνου ἢ Παρθενίου , Τήϊος . οἱ
ὅτι πολλὰ ἔγραψε . . Ἴων Χῖος . τραγικὸς καὶ λυρικὸς καὶ φιλόσοφος , υἱὸς Ὀρθομένους , ἐπίκλησιν δὲ Ξούθου
6397623 χρηϲιμευει
διαβεβρωμένουϲ κανθοὺϲ καὶ μυδῶντα βλέφαρα . ἡ δὲ φρυγομένη ῥητίνη χρηϲιμεύει εἰϲ τὰ εὐώδη μαλάγματα καὶ ἄκοπα . Ῥόδα .
ϲτύφει : δι ' ὃ πρὸϲ τὰ ἐν μηροῖϲ παρατρίμματα χρηϲιμεύει . Λίθοι πάντεϲ μὲν ὥϲπερ καὶ ἡ γῆ ξηραίνουϲιν
6396684 φιλοιη
βασιλήων : ἄλλον κ ' ἐχθαίρῃσι βροτῶν , ἄλλον κε φιλοίη . κεῖνος δ ' οὔ ποτε πάμπαν ἀτάσθαλον ἄνδρα
οὐκ ἔστι φιλία . ἔτι δὲ οὐδὲ εἴ τις ἄνθρωπον φιλοίη καὶ βούλοιτο αὐτῷ τὰ ἀγαθά , τὸ τοιοῦτον ἀνάγκη
6393893 Μολοσσων
. τῆς μέν τοι Δωδώνης Δωδωναῖος . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι : Μολοσσῶν πρὸς μεσημβρίης οἰκέουσι Δωδωναῖοι . , : ὑπὸ Ἀμφιλόχου
Ἀσπαλὶς παρθένος οὖσα ἑαυτὴν ἀπηγχόνισεν . Μούνιχος ὁ Δρύαντος ἐβασίλευσε Μολοσσῶν καὶ ἐγένετο μάντις ἀγαθὸς καὶ ἀνὴρ δίκαιος . ἔσχε
6391071 κατοκνειν
φαίνεται τὰ πολλὰ βοηθήματα , ὅμως δεῖ ἐπινοεῖν καὶ μὴ κατοκνεῖν εἰς τὸ βοηθῆσαι καὶ μηδὲν καταλιμπάνειν : πολλὰ γὰρ
πολεμίους ἐνδοιαστῶς ἔτι πρὸς τὴν ἀπόστασιν ἔχοντας ἐπῆρεν αὐτοὺς μὴ κατοκνεῖν , ὡς αὐτὸς συνεπιθησόμενος Ῥωμαίοις ἐν τῷ ἀγῶνι ,
6386654 σαφηνη
. ἦ ῥ ' ἀίει μου μακαρίτας ἰσοδαίμων βασιλεὺς βάρβαρα σαφηνῆ ἱέντος τὰ παναίολ ' αἰανῆ δύσθροα βάγματα ; παντάλαν
τούτῳ τὰ παρ ' ἐκείνων λεγόμενα ἦν , διὰ τοῦτο σαφηνῆ εἴρηκεν . † οἱ γράφοντες παντάλαιν ' ἄχη ἀμαθεῖς
6385668 Δαιταλεων
καὶ οἱ ἥρωες πανοπλίαν : ⌈ καὶ δῆλον ἐκ τῶν Δαιταλέων . Γ νυν ] δή . νυν ] δή
τῷ εἰρημένῳ δράματι τῶν Δαιταλέων ὁ Ἀριστοφάνης ἐποίησε δράμα τῶν Δαιταλέων καλούμενον , ἐν ᾧ . παρείσηξε δύο πρόσωπα ⌈
6384196 εἰδικωτερον
γενικώτερον μὲν γάρ ἐστι τὸ λαμβάνειν ἐξ ἱεροῦ τινα , εἰδικώτερον δὲ τὸ τάδε ἢ τάδε τὰ σκεύη ὀνομάζειν .
τὸ πῦρ δ ' οὐκέτι ὑγροῦ . αἴτιον δὲ ὅτι εἰδικώτερον μὲν τὸ πῦρ , ὑλικώτερον δὲ τὸ ὕδωρ .
6384011 Ἠκουσας
ὁ Θέρσανδρος μικρὸν ἀναχωρήσας λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν :
. Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' , ὦ θυηπόλε ; Ἤκουσας ; Ὁ κόραξ οἷος ἦλθ ' ἐξ Ὠρεοῦ .
6383470 σκυθρωποτερα
πόλεις καὶ ᾤου δὴ βελτίους ἀμφοτέρους εἶναι μὴ προσθέντας τὰ σκυθρωπότερα . καίτοι πῶς οὐκ ἐγγὺς θεῶν βασιλεὺς τοιαῦτα μὲν
, πολὺ δὲ χείρω [ καὶ ] τὰ ἔργα καὶ σκυθρωπότερα . καὶ γὰρ εἰπεῖν ἔστι καὶ ἀκοῦσαι [ καὶ
6383099 Ἀρκεσινην
δὲ Ἀμοργὸν εἰς τρεῖς πόλεις , Μινώιαν , Αἰγιαλόν , Ἀρκεσίνην . γέγονε δὲ μετὰ υϚ ἔτη τῶν Τρωικῶν ,
ἦσαν γὰρ Μελανία Μίνωα Ἀρκεσίνη . Πολύβιος δὲ ἀρσενικῶς τὸν Ἀρκεσίνην φησί . τὸ ἐθνικὸν Ἀρκεσινεύς . Ἀνδροτίων ἕκτῃ Ἀτθίδος
6376199 ἐντατα
. τρία εἴδη τῶν ὀργάνων : κρουστά , πνευστὰ καὶ ἔντατα . ὁδοῖς ] στράταις . εὐτάκτως ] κοσμίως .
. τρία εἴδη τῶν ὀργάνων : κρουστά , πνευστὰ καὶ ἔντατα . ὁδοῖς ] στράταις . εὐτάκτως ] κοσμίως .
6374771 νευσας
στέφανον καὶ τὴν ἐσθῆτα . ἄκαιρον δ ' εἶναι εἰπόντος νεύσας εἰσαγαγεῖν ἐκέλευσε τὰ ἀκούσματα , ἐν οἷς καὶ ἡ
τὴν δαπάνην καὶ τὴν ἐπὶ ταύτῃ νυκτερινὴν ἀθυμίαν διεξελθὼν καὶ νεύσας τῇ γυναικὶ πάλαι μου προμαθούσῃ τὴν γνώμην κοινωνῆσαί μοι
6374324 θερμαυστρις
πίνειν , ἵνα μὲν τὸ ὕδωρ θερμαίνεται , θερμαντῆρες θερμαστρίς θέρμαυστρις , χαλκία θερμαντήρια , ἐσχαρίδες , λέβητες λεβητάρια ἰπνολεβήτια
πίνειν , ἵνα μὲν τὸ ὕδωρ θερμαίνεται , θερμαντῆρες θερμαστρίς θέρμαυστρις , χαλκία θερμαντήρια , ἐσχαρίδες , λέβητες λεβητάρια ἰπνολεβήτια
6373154 προχειρισαμενος
ἐπιδειξάμενος : ὧν ἐγὼ μίαν , ἣν μάλιστα τεθαύμακα , προχειρισάμενος ἐρῶ προειπὼν ἐξ οἵας ὁρμηθεὶς συντυχίας καὶ τίνας ἀφορμὰς
ὅπου καθίζῃς ἔχων ὀρθὸς ὑπ ' ἀπορίας ἀναγιγνώσκεις τὸ βιβλίον προχειρισάμενος . Ἐπειδὰν δὲ ἄσιτόν τε καὶ ἄποτον ἡ νὺξ
6369372 Τελληνος
Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ ποιητὴς ὢν
σοι γεγονέναι τὸν δασμόν . οὐδὲ γάρ , εἰ τὰ Τέλληνος ᾄδοι τις , οἷός τε ἔσται πρὸς αὑτόν σε
6369061 Ἀτλαντες
ἢ τοῦ υἱοῦ Φορωνέως Ἄπιδος . . . . . Ἄτλαντες : ἔθνος Λιβυκόν : 〚 Ἡρόδοτος δ 〛 .
Ἑκάτερα γὰρ αὐτῶν περὶ τὸ Ἀτλαντικὸν ὄντα ὄρος τυγχάνει . Ἄτλαντες δὲ δύο εἰσί . Μείζων γὰρ οὗτος τῶν ἄλλων
6368343 ΘΟΣ
. τὸ δὲ ξανθός καὶ τυτθός τριγενῆ . Τὰ εἰς ΘΟΣ διβράχεα ὀξύνεται , εἰ μὴ τόπον δηλοῖεν : νόθος
ἀπὸ ἐπιῤῥημάτων ὀξύνεται : πεζός χθιζός πρωϊζός . Τὰ εἰς ΘΟΣ μονογενῆ δισύλλαβα φύσει μακρᾷ παραλήγοντα μὴ κοινὰ κατὰ γένος
6367960 Ἐπιτομηι
γυναῖκα ποτίζων ἐν τῆι σπορᾶι . οὕτως Σερῆνος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι τῶν Φίλωνος . . . . . Βουκεραίς :
Ἐπιτομῆι Ἡροδότου . , : κακόβιος : Θεόπομπος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι Ἡροδότου . , : φυγαδεῦσαι : τὸ φυγάδα ἐλάσαι
6367819 Σκεπτεον
τῇ φύσει κεχωρισμένα τῇ προνοίᾳ συναγαγεῖν ὑπὸ μίαν οἴκησιν . Σκεπτέον δὲ τί φησιν ἐνταῦθα ὁ ἱστορικός . Καὶ γὰρ
αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι ἐρυγγάνῃ ἢ ὑπὸ φύσης ἔχηται
6367171 προτροπων
τῆς πρώτης ἀξίας καὶ τῶν πράξεων καὶ περὶ τῶν καθηκόντων προτροπῶν τε καὶ ἀποτροπῶν : [ καὶ ] οὕτω δ
δὲ ταῦτα γίνεται , ἐν τῷ δημηγορικῷ καὶ ἐπὶ τῶν προτροπῶν καὶ ἀποτροπῶν εἰρήκαμεν καὶ ἐν τῷ ἀπολογικῷ εἴδει πάλιν
6366135 χαλκανθωδη
τὰ δὲ θειώδη , τὰ δὲ ἀϲφαλτώδη , τὰ δὲ χαλκανθώδη , τὰ δὲ ϲιδηρίζοντα , τὰ δὲ ϲύνθετα ἐκ
δὲ θειώδη , τὰ δ ' ἀσφαλτώδη , τὰ δὲ χαλκανθώδη , τὰ δὲ σιδηρίζοντα , τὰ δὲ σύνθετα ἐκ
6365328 συμβουλευετω
εἰ δέ τις ἔχει τούτων τι βέλτιον , λεγέτω καὶ συμβουλευέτω . ὅ τι δ ' ὑμῖν δόξει , τοῦτ
ἡμέτερα καὶ τὰ τῶν ἄλλων ὧν ἡμᾶς δεῖ ἐπιμελεῖσθαι , συμβουλευέτω ὅ τι τις ὁρᾷ συμφορώτατον . Κῦρος μὲν οὕτως
6364733 ΕΘΔ
γὰρ περὶ τὰ ΑΒΗ ΔΕΘ τρίγωνα τμήματα κύκλων τὰ ΒΗΑ ΕΘΔ [ ὅμοια ἄρα ἐστίν ] : ἤτοι δὴ ἐφάπτονται
ἐξ ὧν αἱ προρηθεῖσαι ἴσαι , λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΕΘΔ λοιπῇ τῇ ὑπὸ ΚΘΛ ἴση . ἐπεὶ οὖν δύο
6356409 ναυτιλον
ὃ μὲν τρεψίχρως , ὃ δὲ ναυτίλος . εἰς τὸν ναυτίλον τοῦτον φέρεταί τι ἐπίγραμμα Καλλιμάχου τοῦ Κυρηναίου , ὅ
κεκαλυμμένος ὀστράκῳ ἰχθύς , μορφὴν πουλυπόδεσσιν ἀλίγκιος , ὃν καλέουσι ναυτίλον , οἰκείῃσιν ἐπικλέα ναυτιλίῃσι : ναίει μὲν ψαμάθοις ,
6350266 διῳκηκε
περὶ Τιμάρχου τοῖς αὐτοῖς ὑμᾶς Εὐριπίδῃ χρήσασθαι λογισμοῖς . Πῶς διῴκηκε τὴν ἑαυτοῦ οὐσίαν ; κατεδήδοκε τὰ πατρῷα καὶ τὰ
τύχη παρεμπίπτει , τὰ δὲ μέγιστα καὶ κυριώτατα ὁ λογισμὸς διῴκηκε καὶ κατὰ τὸν συνεχῆ χρόνον τοῦ βίου διοικεῖ καὶ
6348219 βεβλαμμενων
πίστεως γυναικῶν . Τῶν δὲ Ἰχθύων τὸ μὲν αʹ περὶ βεβλαμμένων πραγμάτων καθύγρων , τὸ βʹ περὶ κόσμου ἢ συζεύξεως
πίστεων γυναικείων . Τὸ δὲ τῶν Ἰχθύων πρῶτον δωδεκατημόριον περὶ βεβλαμμένων πραγμάτων δηλοῖ παρύγρων , τὸ δὲ βʹ περὶ κόσμου
6346963 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
6344868 αὐλησις
καὶ ἡ ἑκάστου αὐτῶν ἑρμηνεία , οἷον ἥ τ ' αὔλησις καὶ ἡ ᾠδὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν τοιούτων :
ξένους : ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν . Ἀγαθώνιος αὔλησις : ἡ μαλακὴ , καὶ μήτε πικρὰ μήτε χαλαρὰ
6338265 ἐσχηκας
] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει
. ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς δοκεῖ κρείσσονα ἐσχηκέναι περίστασιν ἧς σὺ ἔσχηκας , ἂν θέλῃς ὡς ἀθλητὴς νεανίσκῳ χρῆσθαι . καὶ
6335692 μεραρχου
στρατηγοῦ προσεδρεύοντα , τοὺς δὲ τῶν τριβούνων τῇ σκηνῇ τοῦ μεράρχου , ἵνα διὰ τούτων συντόμως γινώσκουσι πάντα τὰ ἐντελλόμενα
πολλὰ βούκινα ἐν καιρῷ μάχης : ἀρκεῖ γὰρ τὸ τοῦ μεράρχου : ὥστε τὸν μεράρχην μέσον τοῦ μέσου μέρους τάσσεσθαι
6335684 διατριβηι
ἀφειδεῖς ] καὶ δὴ δοῦρα σέσηπε νεῶν . τρίβωι ] διατριβῆι . βριθύτερον ] ἐπαχθέστερον . ἄναξ δ ' ]
τὰ παρεπόμενα τοῖς πράγμασιν οὕτως ὡς ἂν εἴ τις ἐν διατριβῆι πρὸς ὑπόθεσιν ἐπιχειροίη * * ὥσπερ ἀπόδειξιν τῆς ἑαυτοῦ
6334718 παρεμφατικα
ἀντωνυμίας παραλαμβάνεται , ἔγκλισιν ἀναδέχεται , οὐ καθὸ γένους ἐστὶ παρεμφατικά , ἀλλὰ καθὸ ἄρθρα ὄντα τῇ φύσει ἀδυνατεῖ εἰς
μόρια συνωνυμεῖ καὶ τοπικῇ σχέσει , ἀρθρικῆς μᾶλλον ἐννοίας ὄντα παρεμφατικά : ἃ καὶ μάλιστα ἐπιζητεῖ τὴν τοῦ τόπου ἐπίζευξιν
6333324 Ξανθιαν
αὐτοῦ τήμερον ἐκπηνιεῖται ταῦτα προσκαλούμενος . Κάκιστ ' ἀπολοίμην , Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ . Οἶδ ' οἶδα τὸν νοῦν
ὄψα ἐποίησε , δεσπότην πάλιν ἑαυτὸν ποιεῖ , τὸν δὲ Ξανθίαν δοῦλον . ἀποδέχεται δὲ τὸν Διόνυσον ὁ χορὸς ὡς
6332381 Ποια
. Οὐκοῦν τὰ δημόσιά που καὶ περιφανῆ ῥᾷστον συννοεῖν ; Ποῖα ; Πείνη μέν που λύσις καὶ λύπη ; Ναί
, φράζοις ἄν ; Λάβωμεν ἄττα τῶν νυνδὴ λόγων . Ποῖα ; Τὸν θεὸν ἐλέγομέν που τὸ μὲν ἄπειρον δεῖξαι
6330869 ἀφειλω
φοβερᾷ φονευόμενον ἰδοῦσα πλησίον σου μειράκιον καλόν , ἐρωτικόν : ἀφείλω μου τὸν ἡλικιώτην , τὸν πολίτην , τὸν ἐραστήν
. πλὴν εἰκόνα μοι δέδωκας ἀνδρὸς φιλτάτου καὶ ὅλον οὐκ ἀφείλω μου Χαιρέαν . δὸς δή μοι γενέσθαι τὸν υἱὸν
6328260 Θεαριωνος
Τῶν δὲ γηθύων ῥίζας , ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν . Ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια .
συνδείπνοις ἐπαινῶν Αἰσχύλον θεράπευε καὶ χόρταζε τῶν μονῳδιῶν . ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια .
6328159 Κυθηριου
μὴ δυναμένων . τὰ δ ' αὐτὰ καὶ περὶ τοῦ Κυθηρίου Φιλοξένου ἱστοροῦσι καὶ Ἀρχύτου καὶ ἄλλων πλειόνων , ὧν
οἶδας ὅτι τῆς ἐμῆς ψυχῆς ἡνιοχεύεις . ὁ δὲ τοῦ Κυθηρίου Φιλοξένου Κύκλωψ ἐρῶν τῆς Γαλατείας καὶ ἐπαινῶν αὐτῆς τὸ
6327128 μαλθακιστε
αὐτὸς λέγει ὅτι : ἀπόλωλα ἤδη . οὐ μαλθακιστέον . μαλθακιστέ ' : πρὸς τὰ δήγματα τῶν κόρεων . δεῖ
περιφρονοῦντα καλύπτεσθαι κατακείμενον ἢ τοῖς ἱματίοις ἢ τοῖς νοημάσιν . μαλθακιστέ ' ] δεῖ μαλθακίζεσθαι , ἄξιον μαλθακίζεσθαι . μαλθακιστέα
6327096 Λεοντιον
, ὅπως ὁ μὲν ῥέῃ , λαμπροὶ δὲ ἡμεῖς διὰ Λεόντιον ὦμεν μετὰ τοῦ Λεοντίου . Ἴσως τἄλλα ψεύδομαι καὶ
τέλος ἄγειν . τούτων δὴ τῶν ἀγαθῶν καὶ τὸν ἄριστον Λεόντιον ἀπολαύσειν ἡγοῦμαι βοηθοῦντα μὲν ἀγαθῇ γυναικί , βοηθοῦντα δὲ
6326601 διεξειμι
εἰρωνείας καὶ ὁριοῦμαι αὐτήν , εἶθ ' οὕτως τὸν εἴρωνα διέξειμι , ποῖός τίς ἐστι καὶ εἰς τίνα τρόπον κατενήνεκται
σχέτλια ἔδρων . ὧν τὰ ἀλλότρια ὑμῖν πρὸ τῶν ἡμετέρων διέξειμι , ἵνα εἰδῆτε πάντας ἐφησθησομένους Καρχηδονίοις , εἰ δίκην
6325595 ὑπισχνουμενον
δὲ μετὰ τὴν κατάλυσιν τῶν Περσῶν ἐπιστολὴν καταπέμψαι φιλάνθρωπον , ὑπισχνούμενον πόλιν τε ποιῆσαι μεγάλην καὶ ἱερὸν ἐπισημότατον καὶ ἀγῶνα
καὶ πονηρὸν ἀποπνεῖ . τί καὶ Ἀντιφῶντα τὸν Μενεκράτους μνᾶν ὑπισχνούμενον οὐδὲ τοῦτον ἐδέξω ; οὐ καλὸς ἦν καὶ ἀστικὸς
6324934 ΒΟΣ
ἀττέλαβος , ὅπερ οἱ Ἀττικοὶ παραλόγως ὀξύνουσι . Τὰ εἰς ΒΟΣ ἐπιθετικὰ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς , εἰ μὴ τῷ Η
λήγοντα καθαρά . Τὸ δὲ ἕκτον ἀρξάμενον ἀπὸ τῶν εἰς ΒΟΣ συμπληροῖ τὰ εἰς ΛΟΣ : κατὰ γὰρ τὴν τῶν
6322268 τετολμηκεναι
θεοὺς ἀσεβημάτων εἰκός ἐστι τὸν ἱερόσυλον πολλὰ εἰς τοὺς ἀνθρώπους τετολμηκέναι , πολλὰ δὲ εἰς τοὺς κατοιχομένους , ἐκλελοιπέναι τε
καὶ μηχανικῶν καὶ βελοποιῶν , ἀπίθανον ἄν τις φαίη μηθένα τετολμηκέναι παρεκβῆναι τὴν ὑποκειμένην μέθοδον . . πρῶτοι δ '

Back