| φύσις : εἰ δὲ δι ' ὅλου , καὶ ἡ χρησομένη ! ! ! ! ! ! ! ! ! | ||
| αὐτοῦ τὸ θεῖον αὐτοῦ καταμαθεῖν . γυνὴ γοῦν τις ἀπῆλθεν χρησομένη εἰ δεῖ τὴν στήλην αὐτοῦ συντάξαι αὐτὴν τοῖς ἀγάλμασι |
| θυμὸς ἐφορμήσει μενεαίνειν , οὐδ ' εἰ χάλκεα γυῖα καὶ ἄγναμπτον σθένος ἀνὴρ ἄντικρυ στεφάνοιο πόθῳ κομίσας ἐριδαίνοι . ναί | ||
| κύων * ἀζήνῃ : ξηραίνῃ * τεύξῃ : ποιήσῃ * ἄγναμπτον : ἄτρωτον ἀκαμπτῆ * ὀδόντι : τῆς ἀσπίδος ὑπὸ |
| καὶ ἐπήλυθε δείελον ἦμαρ . Ἦλθε δ ' ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος , ὃς κατὰ ἄστυ πτωχεύεσκ ' Ἰθάκης , μετὰ | ||
| τὴν Ὀδύσσειαν ἀναγιγνώσκει διὰ τὸ ἦλθε δ ' ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος , ὃς κατὰ ἄστυ πτωχεύεσκ ' Ἰθάκης : τὸν |
| τίκτειν ὕδερον : πᾶσα γὰρ εἴτε θερμὴ δυσκρασία εἴτε ψυχρὰ χρονίζουσα καὶ ἐπικρατοῦσα καταβάλλει τὴν δύναμιν καὶ τὴν τροφήν . | ||
| ἔχουσα τὸ πονοῦν σύντομον ἔχει τὸν χρόνον , ἡ δὲ χρονίζουσα περὶ τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον . Ἀδικοῦντα |
| δὲ καὶ τοῖς νύκτωρ ὑπὸ τοῦ ἐφιάλτου πνιγομένοις καὶ τοῖς δεδοικόσι τὸ ὕδωρ , ὅταν τε ἤδη δεδοίκωσι , καὶ | ||
| ' ἔλαβεν αἰσχυνομένως αὐτὴν καὶ σωφρόνως , ἀλλ ' ὡς δεδοικόσι τὴν ἰσχὺν αὐτοῦ καὶ κατεπτηχόσιν ἡμῖν . . . |
| ἐπιτηδείου γεγονότος πρὸς ὑποδοχὴν τοῦ σώματος πάρεστιν ἡ χρησομένη οὐδὲν δεηθεῖσα τοῦ κατ ' ὀλίγον ἐμφύεσθαι ἢ ἀπό τινος μέρους | ||
| οἰχομένου Θαλασσίου θυγάτριον , ὡς δὴ τούτῳ κουφιοῦσα τὴν λύπην δεηθεῖσα λαμβάνει καὶ ἠγάπησεν ὥσπερ αὐτὴ τεκοῦσα : ἐπεὶ δὲ |
| , ἀλλ ' ὁ τῆς τύχης τοῦτ ' ἔστι τὸ κυβερνῶν ἅπαντα καὶ στρέφον καὶ σῷζον , ἡ πρόνοια δ | ||
| ἡ κυβέρνησις πρὸς ἀγαθοποιὸν ἀστέρα ἤ ἐστιν ἀγαθοποιὸς ἀστὴρ ὁ κυβερνῶν ἀπὸ τῶν ὁρίων , σημαίνει ἀγαθά : εἰ δὲ |
| ἀντὶ τοῦ καὶ λέγειν . . τὰ καίρια ] τὰ ἔγκαιρα , τὰ ὠφέλιμα παρασιγᾶν . . τὸ καὶ περὶ | ||
| ἀμείνον ' ] κρείττονα . . οὐκ ἄκαιρα ] ἀλλὰ ἔγκαιρα . . ἀνάρμοστα . . ἐρευνᾶν ] ζητεῖν . |
| τὸ τῶν πολεμίων συλλογιζέσθω στρατόπεδον , ἐκ τῆς πείρας εἰδὼς ὁπόσος τόπος πόσους στρατιώτας ἐπιδέχεσθαι δύναται . Εἰ λανθάνειν τοὺς | ||
| ἀναφορικὰ κατὰ πρόσθεσιν τοῦ ο , ποῖος ὁποῖος , πόσος ὁπόσος . ὅτι γὰρ οὐχὶ ἐν προσθέσει ἄρθρου τοῦ ὁ |
| παῖς , ἣ κατὰ Σπάρτην ποτ ' ἦν . πόθεν μολοῦσα ; τίνα τὸ πρᾶγμ ' ἔχει λόγον ; Λακεδαίμονος | ||
| ' οἶδεν : ἀλλ ' οὐκ οἶσθα σὺ ὁπόταν ἄφνω μολοῦσα διολέσῃ κακούς . μακάριος ὅστις νοῦν ἔχων τιμᾷ θεὸν |
| ἀλλάσσουσα τὸν καθ ' ἡμέραν οἰκτρῶς θανεῖν μ ' ἄνωγε σύγγαμος πατήρ ὦ τοῦ μεγίστου Ζηνὸς ἄλκιμον τέκος Παλλάς , | ||
| Ἄδραστος ὤμοσεν γαμβροῖς τόδε , [ Τυδεῖ τε κἀμοί , σύγγαμος γάρ ἐστ ' ἐμός , ] ἄμφω κατάξειν ἐς |
| καθαροῖς καὶ τρόποις τὴν καρδίαν . δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς . τίς δ ' | ||
| εἰ μὲν οὖν μὴ καὶ σοὶ τεταράχθαι τὴν γνώμην ἡγούμην ἐστερημένῳ φίλου δείξαντος ἔργοις τοὔνομα , ἐδεόμην ἄν μοι παρὰ |
| ἀπαντᾷ . Ἡσίοδος : γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . ἢ οὕτως : ἐπεὶ δεῖται ἄνθρωπος ἀνθρώπου εἰς | ||
| ἐγκώμιον ἄλλο γένηται , γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . πῆμα κακὸς γείτων , ὅσσον τ ' ἀγαθὸς |
| Κυκλωπιᾶν πόνον χερῶν ; ἐθρέψαθ ' Ἑλλάδι με φάος : θανοῦσα δ ' οὐκ ἀναίνομαι . κλέος γὰρ οὔ σε | ||
| τίς ἡγεμών μοι ποδὸς ὁμαρτήσει τυφλοῦ ; ἥδ ' ἡ θανοῦσα ; ζῶσά γ ' ἂν σάφ ' οἶδ ' |
| Βοιωτός , ὁ δὲ Λοκρός . πολλῷ γ ' ὁ Βάκις ἐχρῆτο : ἀντὶ τοῦ πολλὰ ἔπινεν . Γ Παφλαγὼν | ||
| , ὁ δὲ Βοιωτός , ὁ δὲ Λοκρός . ΓΘ Βάκις χρησμολόγος Ἀττικός : καὶ ἕτερος Βοιωτικός , ἄλλος Ἀρκάς |
| κατὰ τὸ ποσὸν καὶ τὸ ποιὸν αῦτῶν καὶ τὰ συμπτώματα ἐπεγείρεται . καὶ οἱ μὲν θερμότεροι , δραστικώτεροι ἂν ῥηθεῖεν | ||
| τὴν πέψιν , ἀλλὰ πρὸ ὥρας ἐπεγειρομένη καὶ πλημμελῶς ἐνεργοῦσα ἐπεγείρεται καὶ ἀποκρίνει τὸ λόγῳ τροφῆς φερόμενον , καὶ ποιεῖ |
| ἐστιν ὁ λόγος αὐτῷ , ὅπως τὴν μὲν ὡς μνηστὴρ ἀγάγηται , τοῦ δ ' ἀμπελῶνος τὸν καρπὸν ὁ φυτουργὸς | ||
| , ἐὰν ὀμόσῃ αὐτὴν ἕξειν γυναῖκα καὶ εἰς Ἑλλάδα σύμπλουν ἀγάγηται . ὀμόσαντος δὲ Ἰάσονος φάρμακον δίδωσιν , ᾧ καταζευγνύναι |
| ἐκεῖνος ἀπέδωκε χώραν ἕξει . : ἡ δ ' οὖν Παρύσατις , μίσους τε πρὸς τὴν Στάτειραν ἐξ ἀρχῆς ὑποκειμένου | ||
| καὶ Παρύσατις ἐξ Ἀνδρίας καὶ αὐτῆς Βαβυλωνίας : αὕτη ἡ Παρύσατις Ἀρτοξέρξου καὶ Κύρου μήτηρ ἐγένετο . τὸν δὲ Ὦχον |
| κατωτάτω ταλαντεύουσα τῷ τοῦ πυρὸς ἀνωφοίτῳ συνεπελαφρισθεῖσα μετέωρος ἐξαίρεται καὶ κρατηθεῖσα μόλις ὑπὸ δυνατωτέρας τῆς ἐπικουφιζούσης ἰσχύος ἄνω πρὸς τὴν | ||
| τοῦ ἀγῶνος . δορὶ ] + πολέμῳ . ἁλοῦσα ] κρατηθεῖσα . ἁλοῦσα ] πορθηθεῖσα . Ξ ἐκ τοῦ πῶς |
| καίτοι ταλάντου τοῦτ ' ἔμαθεν Ὑπέρβολος . ἀμέλει δίδασκε . θυμόσοφός ἐστιν φύσει . εὐθύς γε τοι παιδάριον ὂν τυννουτονὶ | ||
| σοφός : ⌈ τουτέστιν ὁ ὀξυμαθὴς καὶ ὁ εὐφυής . θυμόσοφός ] ὀξύνους . , κατὰ τὸν θυμὸν σοφὸς ἐκ |
| καὶ τιμῆς καὶ προεδρίας τηνικαῦτα προσιέμενος τὰ λύτρα τοὺς ἄνδρας ἐξεπέμπετο , ὡς ἂν ὕποπτοι παρὰ τοῖς πολίταις γένοιντο . | ||
| οὐκέτι πάλιν ἀγαγοῦσαι , τί γέγονε ; τί δὲ ὅλως ἐξεπέμπετο ; καὶ πρὸς τίνα ; ἆρ ' οὐκ εὔδηλον |
| Τίρυνθα : ὁ δὲ , εἰς νοῦν βαλόμενος τὸ Ἀμφιτρύωνι χρησθὲν , ὅτι χρεὼν εἴη πείθεσθαι Εὐρυσθεῖ , καὶ ἐσαῦθις | ||
| φήσει θανάτου ἄξια ἑαυτῷ πεπρᾶχθαι : καὶ γὰρ ὅτι τὸ χρησθὲν μόνος εἶδεν , οὐ τιμῆς ἀλλ ' ἀτιμίας ἄξιον |
| καὶ τῷ μᾶλλον . Οὐδέ γ ' ἄν , ὦ Φίληβε , λύπη πᾶν κακόν : ὥστ ' ἄλλο τι | ||
| καὶ ἐσομένοις . μῶν οὐχ οὕτω πως λέγομεν , ὦ Φίληβε , ἑκάτεροι ; Πάντων μὲν οὖν μάλιστα , ὦ |
| ἡμῖν Ἀφροδίτης , οὐκ ἄγαλμα δεδωκώς . ἐργασάμενος γὰρ τὴν Φρύνην ἔργαψε τὴν θεὸν τῇ προσηγορίᾳ τῆς Ἀφροδίτης ὥσπερ ἐπιγράμματι | ||
| , Ἵππη , πάνυ χόρτον , φησί , καταβεβρωκέναι . Φρύνην ἐπείρα Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν |
| ἐπιόντι , ξὺν νῷ ἑλομένῳ , συντόνως ζῶντι κεῖται βίος ἀγαπητός , οὐ κακός . μήτε ὁ ἄρχων αἱρέσεως ἀμελείτω | ||
| ἱερὸν ἐξ ἱερῶν ὠδίνων τέλεον εὐθὺς καὶ ὁλόκληρον , ὁ ἀγαπητός , ὁ πολύευκτος , ὁ σεβαστὸς ἐκ τοῦ λίκνου |
| βούλοιτο τὴν παραβολὴν ἔχειν , οἷον εἴδους αὐτοῖς ὄντος . Αἴσθησις δὲ εἶδός τι ἐξ ἀμφοῖν , καὶ γνῶσις ὡσαύτως | ||
| γοῦν θεωρεῖται ὑπὸ τεχνίτου εἰκὼν καὶ ἄλλως ὑπὸ ἀτέχνου . Αἴσθησις δὲ λέγεται κατὰ τοὺς Στωικοὺς τό τ ' ἀφ |
| , ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς τούτῳ καὶ τὸ ποιεῖν . Ἐνέργεια δέ ἐστιν ἡ τοῦ οἰκείου ἔργου ἀποπλήρωσις , δύναμις | ||
| , ἐν δὲ ψυχῇ ἀρετή . Ἐκεῖ οὖν τί ; Ἐνέργεια αὐτοῦ καὶ ὅ ἐστιν : ἐνταῦθα δὲ τὸ ἐν |
| οὐ συγχειρουργησάντων τὸ ἀδίκημα . τοῦτον τὸν τρόπον ἡ μὲν ἁγνεία τῆς γυναικὸς διασῴζεται , τοῦ δὲ ἀνδρὸς τὴν καλοκἀγαθίαν | ||
| οἷς σωφροσύνη πάρεστιν , ἐγκράτεια ἀσκεῖται , μονογαμία τηρεῖται , ἁγνεία φυλάσσεται , ἀδικία ἐκπορθεῖται , ἁμαρτία ἐκριζοῦται , δικαιοσύνη |
| ἐπιφρίττουσιν . Τῆμος : τότε , αὐτίκα . ἐπεντύνει : εὐτρεπίζει , κατασκευάζει . Εἰλυμένους : κεκρυμμένους , ἐντετυλιγμένους . | ||
| : καὶ , ἦν γὰρ αὐτὸς ἐπιμελητὴς , νύκτωρ πάντα εὐτρεπίζει , καὶ ἕωθεν εἰς Πέρσας ὁδοιπόρουν . Ἡ δὲ |
| οὐ κινεῖται ὑπὸ τῶν εἰδώλων ὡς αἰσθανόμενον καὶ τρόπον τινὰ ἐγρηγορός , ἀλλ ' ὡς ἀναίσθητον , καὶ τοσαύτη τοῦ | ||
| , φασί , κίνησις ἐνδέχηται παντὶ ζῴῳ , οὐκ ἔστιν ἐγρηγορός τι , ἵνα καὶ κινῆται . ὥστε οὐ καλῶς |
| ἐν οἵᾳ δὴ καὶ τὰς ἀρετὰς οἱ γραφεῖς τὰς φιλοσοφίᾳ συννόμους δεικνύντες γράφουσι , πλόκαμοί τε οὔτε ἄφετοι μεθίενται πλανᾶσθαι | ||
| τίς λέγοι καὶ γυναικῶν φρεσὶν τλημόνων παντόλμους ἔρωτας , ἄταισι συννόμους βροτῶν ; συζύγους δ ' ὁμαυλίας θηλυκρατὴς ἀπέρωτος ἔρως |
| , ὡς ἐκεῖ ἔσσεται ἦμαρ ὅτ ' ἄν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή ἀντὶ τοῦ ὅτ ' ὀλεῖται . . | ||
| ὅρκια . . ἔσσεται ἦμαρ ὅτ ' ἄν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή : ἀντὶ τοῦ ἀπολεῖται , πρὸς ὃ |
| καὶ τῶν ἄλλων ἀπο - δείξεων μαθόντες , ὅτι τὸ μηνυόμενον ἦν ἀδίκημα ἀληθές , αὐτὴν μὲν τῆς κορυφῆς ἀφελόμενοι | ||
| ὀργὴν ὑμᾶς ἀνεσόβησεν ὡς ἀνάνδροις διαλεχθεὶς καὶ πόλεμον ἐκ πρεσβείας μηνυόμενον δεδοικόσι . τοιούτῳ φρονήματι καὶ θυμῷ τὴν πρεσβείαν ἄπρακτον |
| ἀγαθῶν , ἢ ὅτι ἡμεῖς διὰ σὲ ζῶμεν . . διδάσκου : Μάνθανε τοῦτο ἐξ ἐμοῦ . Θ . . | ||
| . . φίλτατ ' ] προσφιλέστατε . , ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . . σοι ] παρέλκον ἀττικῶς , |
| αὐτὸ τὸ τριώβολον . ἀφῆλιξ δὲ εἰς τὴν ἐκκλησίαν οὐκ εἰσήρχετο . παρίημι : ὁ μέλλων “ παρήσω ” . | ||
| τε ἐγγὺς ἐγίνετο Ἐφέσου καὶ πάντων αὐτὸν ἔννοια τῶν δεινῶν εἰσήρχετο , τῆς πατρίδος , τῶν πατέρων , τῆς Ἀνθίας |
| ἔδωκε Πότˈμος ἄναξ , εὖ οἶδ ' ὅτι χˈρόνος ἕρπων πεπρωμέναν τελέσει . ἐξύφαινε , γλυκεῖα , καὶ τόδ ' | ||
| θεῶν Μοῖρα παγκρατὴς ἄμμι κατένευσε καὶ Δίκας ῥέπει τάλαντον , πεπρωμέναν [ ] αἶσαν [ ἐκπλήσομεν ] , ὅταν [ |
| . ἔστι δὲ σκοπεῖν ἀπ ' ἀρχῆς πρῶτα μὲν τὴν Πλαγγόνα , ἥτις ὥσπερ ἡ Χίμαιρα πυρπολεῖ τοὺς βαρβάρους : | ||
| αὐτῆς . “ ἀσμένως ” εἶπεν ὁ Διονύσιος “ ἀμείβομαι Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς . ἄδικον δὲ ποιοῦμεν εἰ τὴν μὲν |
| Ϙγʹ , ὧν τελευταῖος : ἥξω διαιρεῖν τοῦτο πρᾶγμ ' ἐτητύμως . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι παράγραφος , ἐπὶ δὲ τῶι | ||
| ἔργον ἄτρυτον λῆμα ἄφιμος ἵππος γνώσῃ δὲ τέχνην τὴν ἐμὴν ἐτητύμως ἀψευδόμαντιν οὖσαν τὸν πλησσόμενον ἐμβριθῆ νοῦν ? – ˘ |
| ἀμφὶ σεμνὸν εὐτρεπὴς ὅδε . καὶ μὴν ἑκοῦσά γ ' ἀσμένη τ ' ἐδέξατο πόλις πόνον τόνδ ' ὡς θέλοντά | ||
| ἡ δὲ τὸ μὲν πρῶτον οὐκ ἤθελεν , ὡς ἂν ἀσμένη με ἑωρακυῖα ἥκοντα διὰ χρόνου : ἐπειδὴ δὲ ἐγὼ |
| πόλεμός ἐστι καὶ ἐρῳδιῷ : κατάγνυσι γὰρ αὐτῶν τὰ ᾠὰ κόπτουσα τὴν δρῦν διὰ τοὺς κνῖπας . καὶ εἰσὶν οἱ | ||
| τίσιν , Ἕλλησιν ἢ βαρβάροις ἢ πάλιν λῃσταῖς . ” κόπτουσα δὲ τῇ χειρὶ τὸ στῆθος εἶδεν ἐν τῷ δακτυλίῳ |
| τοῦ αἵματος τῆς μητρὸς αὐτοῦ εἰσπραττόμενος : † εἰς δόμους ἀλαστόρων : ἀντὶ τοῦ εἰς δόμους τοῦ Ἅιδου τὴν σὴν | ||
| μητρὸς , ἀναβακχεύει σε καὶ μαίνεσθαι ποιεῖ . ἢ ὅστις ἀλαστόρων ἀνακινεῖ τὸ αἷμα τῆς μητρός σου μὴ ἐῶν αὐτὸ |
| ἐπαγγελίαν . ἕκαθε γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος : ὁ προσδοκώμενος μετὰ τὴν ὑπόσχεσιν ἔσεσθαι , καθ ' ὃν ἀποδίδωσι | ||
| ὁ μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπίσημος , ἐπίδοξος δὲ ὁ προσδοκώμενος . ἑταῖρος καὶ φίλος διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ |
| ἐξ ἰδιώτου βασιλεὺς γεγονὼς ἔσπευδε τὴν δυναστείαν αὑτῷ διὰ δόγματος συγκλητικοῦ βεβαιῶσαι . διόπερ κατασκευάσας Νίκην χρυσῆν ἄγουσαν ὁλκὴν χρυσίνων | ||
| χρυσοπύθμενος [ ] ῥίζης ? φιλεντόλου ? ? πλούτου , συγκλητικοῦ γένους καλοῦ θεοφυλάκτου : ὁ σὸς πατὴρ πάνλαμπρος ἐκ |
| πατάξαντος . Οὕτω γὰρ ἐθαύμασαν καὶ ὑπερηγάπησαν αὐτὸν φόβῳ τοῦ Ἐπαμινώνδου ζῶντος , ὥστε τιμὰς μὲν ἐκείνῳ καὶ δωρεὰς ψηφίσασθαι | ||
| τοῖς Ἕλλησιν ἐπὶ θάλασσαν ἡγησαμένου . τῷ δὲ ἀνδριάντι τοῦ Ἐπαμινώνδου καὶ ἐλεγεῖα ἔπεστιν ἄλλα τε ἐς αὐτὸν λέγοντα καὶ |
| ὥς τινα καὶ τῶν παρ ' ἡμῖν ἐν Αἰγύπτῳ δένδρων δακρύει τὸ κόμμι . Μεταχειρίζεται δὲ ὁ λίβανος ὑπὸ δούλων | ||
| : κατὰ διαδοχὴν ὁ τάλας δακρύω . μετὰ γὰρ Ἀχιλλέα δακρύει Νεοπτόλεμον : ἐμῷ κάρα : οὕτως ἡ γραφή : |
| βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς δάμαρτος ἐκ χερὸς ἀμφιτόμῳ βελέμνῳ . [ | ||
| βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς δάμαρτος ἐκ χερὸς ἀμφιτόμῳ βελέμνῳ . αὐχεῖς |
| ' ὃ καὶ πάσης ἀπηλλάχθαι κακίας καὶ βλάβης . Καὶ βασιλεύσειν τέ ποτε τὸν νοῦν ἔχοντα , καὶ βασιλεῖ συμβιώσεσθαι | ||
| ἑτέραν δείξας . ὃ δὲ οὐδὲν ἔφη διαφέρειν τῷ μέλλοντι βασιλεύσειν ἀλλὰ τῷ ἐπὶ τέχνῃ κιθαρίσειν μέλλοντι . ἔδεισε δὲ |
| ' οὐρανοῦ „ . τίνα οὖν ἀπ ' οὐρανοῦ τροφὴν ἐνδίκως ὕεσθαι λέγει , ὅτι μὴ τὴν οὐράνιον | σοφίαν | ||
| κυρήσας ] ὁμοίου ἐπιτυχών . ἐκδίκως ] ἀδίκως . . ἐνδίκως ] γρ . ἐκδίκως . . παγκοίνῳ ] γρ |
| ὑπὸ ΒΚΛ γωνία τῇ ὑπὸ ΔΚΜ , ἡ δὲ ὑπὸ ΗΒΚ τῇ ὑπὸ ΗΔΚ : μείζονα ἄρα λόγον ἔχει καὶ | ||
| μοιρῶν ἐστιν μα ιη , εἴη ἂν καὶ ἡ ὑπὸ ΗΒΚ γωνία , οἵων μέν εἰσιν αἱ δ ὀρθαὶ τξ |
| χρόνους ἢ πόνους ἔχει βραχεῖς , τὴν δὲ ὑπό τινων δεσπότιν εἰσαγομένην πάντων ἐγγελῶντος εἱμαρμένην καὶ μᾶλλον ἃ μὲν κατ | ||
| ; φράζε μοι σαφέστερον . γυναῖκ ' ἐφ ' ἡμῖν δεσπότιν δόμων ἔχει . οὔ που τετόλμηκ ' ἔργον αἴσχιστον |
| ἀτραπὸν μέσην τε καὶ λεωφόρον βαδίζειν . ” Ὁ δὲ Ἰουβὰλ οὗτος ” φησίν „ ἐστὶ πατὴρ ὁ καταδείξας ψαλτήριον | ||
| . τῷ γὰρ Λάμεχ ἐγένοντο τρεῖς υἱοί , Ὠβὴλ , Ἰουβὰλ , Θοβέλ . καὶ ὁ μὲν Ὠβὴλ , ἐγένετο |
| . κατ ' ἔνδειαν τοῦ γ : ἀμίσγαλλος , ὁ δυσάρεστος , ὁ μὴ ἄλλῳ μισγόμενος . . . . | ||
| καθόλου τῆς τιμωρίας ἀπαλλάξαντες . ταῦτα μέν τις εἶπεν ἀνὴρ δυσάρεστος , ὡς ἐγὼ δοκῶ , καὶ πολλὰ λελυπημένος κατὰ |
| περὶ προστάξεις καὶ ἀπαγορεύσεις νομοθετική : πάντα γὰρ ταῦτα ὁ πολύφημος ὡς ἀληθῶς καὶ πολυώνυμος σοφὸς κεχώρηκεν , εὐσέβειαν , | ||
| , πολυθεάμων , πολύφωνος , πολυμελής , πολύχειρ , πολύγλωττος πολύφημος , πολύτροπος , πολύπονος , πολυπλάνητος , πολυπόρευτος , |
| μὲν δῆμος παντελῶς κατηθύμησε καὶ ἡσυχίαν εἶχεν , οἱ δὲ σφαγεῖς πάντ ' ᾤοντο πεπραγμένα εἶναι , καὶ οἱ ὁμογνώμονες | ||
| ἀποσφάττειν . Καὶ ἐνίκα ταῦτα . Ἐξαΐξαντες δὴ τοὐντεῦθεν οἱ σφαγεῖς ἔφευγον θέοντες διὰ τῆς ἀγορᾶς εἰς τὸ Καπιτώλιον , |
| νικήσετε , ἐκ μεταφορᾶς τῶν τρεχόντων . ἀγοραίου Διός : Ἀγοραῖος Ζεὺς ἵδρυται ἐν τῇ ἀγορᾷ καὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ | ||
| : Λύσιππος ἐποίησεν αὐτὸν Σικυώνιος , καὶ πλησίον Ἑρμῆς ἕστηκεν Ἀγοραῖος . ἐν δὲ τῷ γυμνασίῳ τῆς ἀγορᾶς ὄντι οὐ |
| καὶ μέντοι καὶ ἀποδυθέντι πληγὰς ἐνεφόρει . ὁ δ ' ἀγρότης καθ ' ἑαυτὸν ἔλεγε : ” τὸ μὲν ἔδεσμα | ||
| μικροῦ γραφόμενα : τὸ ὁμότης καὶ ξυνωμότης : δεσπότης : ἀγρότης : τοξότης : δημότης : ἱππότης : ἀκρότης . |
| τὴν δόξαν ἐπὶ ἀπάτῃ , καὶ ἃ ποιεῖ , ταῦτα καλλωπίζεται ὑπαγόμενος τοὺς ἀνθρώπους : ἐν ἐκείνῳ δὲ τῷ τρόπῳ | ||
| Καὶ ἑκάστου πάθους συχνὰ τὰ φάρμακα , ὅθεν ἡ τέχνη καλλωπίζεται . Ἀλλ ' ὁ τῆς ἰατρικῆς ἄπειρος , εἰ |
| ἀλλὰ σύμφυτον , ὥστε τὸν λόγον ποιεῖν τῇ ἀναλογίᾳ ἑπόμενον ἐπακτὸν μὲν τῇ ψυχῇ τὴν ἀρετὴν , ἐκείνῳ δέ , | ||
| ἐπακτὸν ] ξένον . ἐπακτὸν ] ἀλλότριον , ὑποβολιμαῖον . ἐπακτὸν ] ἀλλότριον . ἐμβαλὼν ] ἐπαγαγών . ἐμβαλὼν ] |
| εὐλαβεῖσθαι . πότνι ' ] κατ ' εὐφημισμὸν λέγει τὴν Ἐριννὺν πότνιαν , ὡς καὶ εὐμενίδα φαμέν , ἢ ὡς | ||
| καὶ Ἐριννὺς Ἕρκυνν ' Ἐριννὺς ἐπώνυμα Δήμητρος . καὶ Καλλίμαχος Ἐριννὺν καλεῖ τὴν Δήμητρα λέγων Ἐρινύι Τιλφωσαίῃ . καὶ Ἐριννὺς |
| ἔρωτος φιλία τέλος , τούτου τοῦ ἔρωτος ἔχθρα τέλος : ἄμισθος ὁ ἔρως ἐκεῖνος , μισθοφόρος ὁ ἔρως οὗτος : | ||
| . ἀσύφηλος ὕβρις : ἡ μετὰ ἀμαθίας καὶ ἀτιμίας . ἄμισθος : Σοφοκλῆς ἄμισθος ὁ ξένος πορεύεται . ἄπυρον πινακίσκον |
| συνῆκε Δημήτριος καὶ τοῦτο ἐμήνυσε τῇ βασιλίδι . ἡ δὲ Στάτειρα προελθοῦσα τῆς σκηνῆς ἔδειξεν ἑαυτήν . εὐθὺς οὖν τὰ | ||
| φυλάττηται μέχρι τῆς δίκης . “ ἀσμένη τοῦτο ἤκουσεν ἡ Στάτειρα καὶ πᾶσαν ἀφεῖσα γυναικείαν φιλονεικίαν εὐνουστέρα τῇ Καλλιρόῃ διὰ |
| ] ἀπέθανεν ὡς ἤκουσας . φιλήτωρ ] ἡ ἐκ ψυχῆς φιλουμένη . παροψόνημα ] ἤγουν τρυφήν . στροφὴ κώλων ιδʹ | ||
| . φαίνεται δὲ ἡ θεωρητικὴ ζωὴ αὐτὴ δι ' ἑαυτὴν φιλουμένη . καὶ γὰρ οὐδὲν ἀπ ' αὐτῆς ἄλλο ζητοῦμεν |
| τιμὴν ταύτην ἁπανταχοῦ : ὑποδέχεται γὰρ ἁπάσας εἰς ἑαυτὴν καὶ προπέμπει πάλιν ἐξ αὑτῆς , καὶ κοινὴ πάντων ἐστὶ καταφυγή | ||
| . οὔνομα : πομπίλος , τὸ πομπίλον . πομπίλος , προπέμπει τὰς νο . Ἔξοχα : λίαν , ὑπερβαλλόντως . |
| , σὺ δὲ ἀγροίκως ἐποίησας μόνη κοιμηθεῖσα ἐν ῥόδοις καὶ σωφρο - νήσασα ἐν οὐ σώφροσιν . ἢ γὰρ τῶν | ||
| καὶ ἐνεργεῖ κατὰ ταύτην ἀνεμποδίστως , εὐφραίνεται . ἡ δὲ σωφρο - σύνη καὶ ὑγίεια , ἐπεὶ ἀγαθαί εἰσι , |
| λέγειν . Πικρόν ἐστι θρέμμ ' ἐν οἰκίᾳ γέρων . Οὐδεὶς πονηρὸν πρᾶγμα χρηστὸς ὢν ποιεῖ . Ὡς ἡδὺ συνέσει | ||
| † ἐργάζεται . Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου . Οὐδεὶς ὃ νοεῖς μὲν οἶδεν , ὃ δὲ ποιεῖς βλέπει |
| αὐτόν : καὶ σύ , ὦ Ἑρμῆ , συνανάσπασον . Ποῦ νῦν καθεδεῖται ; μεστὰ γὰρ πάντα , ὡς ὁρᾷς | ||
| ἀνὴρ τρέφει ; Καὶ ποῦ πέος ; Ποῦ χλαῖνα ; Ποῦ Λακωνικαί ; Ἀλλ ' ὡς γυνὴ δῆτ ' ; |
| καὶ λέγοις πρόσω . μακράν γε μὲν δὴ ῥῆσιν οὐ στέργει πόλις . βραχὺς τορός θ ' ὁ μῦθος : | ||
| νοητέον καὶ ἐπὶ τῆς Γλαύκης , εἴπερ με τῷ ὄντι στέργει ἡ γυνή , καὶ ἄνευ τοῦ λαβεῖν τὰ δῶρα |
| . οὐρανίοις θεοῖς . ἤχῳ , φθορᾷ . μακρόθριξ καὶ εὐπλόκαμος . τὴν Σεμέλην . * * ἡ Ἀθηνᾶ . | ||
| . ἦλθε δὲ Νηρῆος θυγάτηρ , Θέτις ἀργυρόπεζα , σηπίη εὐπλόκαμος , δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα , ἣ μόνη ἰχθὺς ἐοῦσα |
| ἔχειν τὸν χρησμόν : Μύσκελλε βραχύνωτε , παρὲκ θεὸν ἄλλα ματεύων οὔδ ' ἅλα θηρεύσεις : δῶρον δ ' ὅ | ||
| τὸν δὲ ἀντειπεῖν : Μύσκελλε βραχύνωτε , πάρεκ θεὸν ἄλλο ματεύων , κλάσματα θηρεύεις : δῶρον δ ' ὅ , |
| πτερόεντα προσηύδα : “ ὦ φίλε , τίς γάρ σε πρίατο κτεάτεσσιν ἑοῖσιν , ὧδε μάλ ' ἀφνειὸς καὶ καρτερός | ||
| ἐπέλασσε φέρων ἄνεμός τε καὶ ὕδωρ , ἔνθα με Λαέρτης πρίατο κτεάτεσσιν ἑοῖσιν . οὕτω τήνδε τε γαῖαν ἐγὼν ἴδον |
| ἀδεές , νομίσας πλέον τι τῶν ἄλλων ἐπίστασθαι αὐτόν , παντοδαπὸς ἦν ἱκετεύων μὴ φθονῆσαι μηδένα τρόπον , ἀλλὰ φράσαι | ||
| . τί ἐκ τῶνδ ' εἰκάσαι † λόγος πάρα ; παντοδαπὸς δὲ καρπὸς χαμάδις πεσὼν ἀλγύνει κυρήσας , πικρὸν δ |
| Τῷ δὲ προσεπεσκεμένῳ καὶ ἀκριβῶς συνεωρακότι τό τε τἀληθῆ λέγειν ἕποιτ ' ἂν καὶ τὸ πείθεσθαι τοὺς κάμνοντας αὐτῷ γενήσεται | ||
| πάνυ τοῦ νοσήματος κινουμένου , οὔπω καθαρῶς ἠργμένης ἑβδόμης , ἕποιτ ' ἂν ἡ κρίσις , εἰ τύχει προεκπηδώσης οἷον |
| παχυμερῶς δίδοται τὸ σημεῖον τοῦ ὁρίζοντος ἐφ ' ὃ ἡ πρόσνευσις γίνεται οὕτως ἔσται δῆλον . ὁρίζοντος γὰρ ὄντος τοῦ | ||
| διὰ τοῦ μέσου περιγείου τῆς ΒΜ ἐπὶ τὸ Ν γενομένη πρόσνευσις . Ὡσαύτως δ ' ἵνα καὶ ἐκ τῶν ἀντικειμένων |
| φριξαύχεν ' οὐ μόνον γυνή , παῖς δ ' ἂν νεογνὸς χειρὶ προσκνήθων νέᾳ κλίνοι παλαιστοῦ παντὸς εὐμαρέστερον . φίλων | ||
| φριξαύχεν ' οὐ μόνον γυνή , παῖς δ ' ἂν νεογνὸς χειρὶ προσκνήθων νέᾳ κλίνοι παλαιστοῦ παντὸς εὐμαρέστερον φίλων γε |
| † Λήδας σκύμνον Δυσελέναν Δυσελέναν , ξεστῶν περγάμων τῶν Ἀπολλωνίων Ἐρινύν . ὀτοτοτοῖ ἰαλέμων ἰαλέμων : Δαρδανία τλάμων , Γανυμήδεος | ||
| ἐπαρὰς ἀργαλέας ἠρᾶτο : θοὴν δ ' οὐ λάνθαν ' Ἐρινύν : ὡς οὔ οἱ πατρώϊ ' ἐνηέι ἐν φιλότητι |
| , ὅς κε φύγῃσι . σὺ δ ' Ἕκτορι θυμὸν ἀπούρας : ἡ διπλῆ ὅτι Ἕκτορι ἀντὶ τοῦ Ἕκτορος καὶ | ||
| τῶν ἀποσπώντων τοὺς ὅρους τινός : ἀπουρήσας καὶ ἐν συγκοπῇ ἀπούρας , . , , . . α . , |
| ἱκετεύοντας . οὐ νηούς : οὐ γὰρ ναός μοί ἐστι βοηθὸς οὔτε πύργος οὔτε ἄλλος οὐδὲ εἷς , ἀλλ ' | ||
| τούτου γὰρ ἕνεκά σε φησίν ἐγέννησα , ἵνα χρήσιμος καὶ βοηθὸς ἦσθα τᾷ Σπάρτᾳ . οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει , |
| ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Φίλους ἔχων | ||
| γίγνεται κακά . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε |
| . Τοῖς δ ' ἴσον : προσυπακουστέον : τοῖς πολύποσιν ὅρμημα , τοῖς πολύποσιν , λείπει ὅρμημα . οἶμα : | ||
| καὶ νεύρων κατεσκευασμένος ὑπὸ τῆς φύσεως πρὸς τὸ τῆς ἀναπνοῆς ὅρμημα . μθʹ . Καρδία ἐστὶ νευρώδης καὶ μυώδης καὶ |
| . Ὦ βασιλεῦ , ὁρέω σε ἀνδρὸς ἐνδεκόμενον λόγους ὃς φθονέει τοι εὖ πρήσσοντι ἢ καὶ προδιδοῖ πρήγματα τὰ σά | ||
| : παρὰ τὸ Ἡσιόδου [ . ] καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ : ναυτίλους θοαί : καὶ δύο |
| μή , αὐτὸς σεαυτὸν αἰτιῶ . Λέγεις δὲ τί ; Ἀθάνατος εἶναί φημι , Διόνυσος Διός , τοῦτον δὲ δοῦλον | ||
| φρουρᾷ τῷ κόσμῳ , αὐτοὶ δὲ συνέχουσι τὸν κόσμον . Ἀθάνατος ἡ ψυχὴ ἐν θνητῷ σκηνώματι κατοικεῖ : καὶ Χριστιανοὶ |
| αὖ μεθ ' ὑγίειαν περισπούδαστον ἀνθρώποις χρημάτων κτῆσιν καὶ ταύτην Σάραπις δίδωσιν ἄνευ πολέμων καὶ μάχης καὶ κινδύνων : οὕτω | ||
| καὶ Τελχῖνος ἐπιβουλευθεὶς ἄπαις ἀπέθανε , καὶ νομισθεὶς θεὸς ἐκλήθη Σάραπις : Νιόβης δὲ καὶ Διός παῖς Ἄργος ἐγένετο , |
| δὲ [ ἀναγνοῦσα - ] εἴσομαι . ” ἥσθη τὸ θεραπαινίδιον [ : δήλη ] γὰρ διὰ τῆς ὄψεως ὡς | ||
| , χιτῶνι μόνῳ ὑπεζωσμένῳ λευκῷ χρώμενον . τὸ δὲ παράψηστον θεραπαινίδιον διακέκριται τὰς τρίχας , ὑπόσιμον δ ' ἐστὶ καὶ |
| ἄστυ παλινόρμητα στέλλεται κἄπειτα τὸν κύνα διαφίησιν εἰς εὕρεσιν τοῦ θηράματος : ἐκεῖνος δὲ τῆς λαγῴας ὀδμῆς ὀσφρανθεὶς ἰχνηλατεῖ μάλα | ||
| τῆς σπουδῆς τῆς προκειμένης ἐτετυχήκει , τῷ μὲν δεσπότῃ τοῦ θηράματος ἀπέστη , ἀναχωρήσασα δὲ ἐννέα φασὶ σκύλακας ἀποκυήσασα εἶτα |
| τῆς σῆς “ , ἔφη , ” δεξιᾶς ἐς πολεμίους ὠνάμην , ὀνήσομαι δὲ μέγιστον , εἰ νῦν με κατεργάσαιο | ||
| . . ἀπώνατο : ἀπὸ τοῦ ὀνῶ ὀνήσω ὤνησα ὠνησάμην ὠνάμην ὤνου ὤνατο καὶ ἀπώνατο . ἢ ὄνημι συζυγίας δευτέρας |
| τῆς Συρίας . τὸ ἐθνικὸν Λιβανίτης . Λιβύη , χώρα πολυώνυμος , ὡς πολυίστωρ „ γῆ Ὀλυμπία Ὠκεανία Ἐσχατιά Κορυφή | ||
| νομοθετική : πάντα γὰρ ταῦτα ὁ πολύφημος ὡς ἀληθῶς καὶ πολυώνυμος σοφὸς κεχώρηκεν , εὐσέβειαν , ὁσιότητα , φυσιολογίαν , |
| τὴν Σφίγγα διηγεῖται τὰ πολλάκις εἰρημένα : πτεροφόρε : Γᾶς λόχευμα : γέννημα : ἐκ γῆς γὰρ ἀνεδόθη : Γᾶς | ||
| κοῦρος ἐστὶ καρπός , κρατερὸς βίου προφήτης , φύσεως ἐὼν λόχευμα , Ἀφροδίσιον χόρευμα . Τί με , παῖδες , |
| γηρῶν ἐνδεής του γίνεται , ῥεμβόμενος ἐχθροὺς εὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . | ||
| γηρῶν ἐνδεής που γίνεται , ῥεμβόμενος ἐχθροὺς ηὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . |
| , νόσον κτήσηται ; Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε . Ὑγίειαν δὲ κτησάμενος ἀπὸ ἑστιάσεως κέρδος ἂν κτήσαιτο ἢ ζημίαν | ||
| ἀκράτου τῷ | διδόντι ἐκπιεῖν παιδὶ | τὸν εἰς τὴν Ὑγίειαν παιᾶνα | ᾄσας τὸν ποιηθέντα | ὑπὸ Ἀρίφρονος τοῦ |
| τινα αἴσθῃ καταγέλαστον καὶ τοῦ παντὸς ἡμαρτηκότα , τούτῳ καὶ εὐμενὴς εἶ καὶ φιλάνθρωπος καὶ ἄγασθαι οὐκ ὀκνεῖς τὴν σοφίαν | ||
| προσέβαλλεν ὅσον ἀπὸ βοῆς ἕνεκεν , ὅπως μὴ δῆλος εἴη εὐμενὴς αὐτοῖς ὤν . ἐπεὶ δ ' οὐδὲν ἀπὸ τῆς |
| διὰ συμβόλων σοι παραστῆσαι , ὅτι αἱ τοῦ σοφοῦ πράξεις στηρίζονται ὑπὸ τῶν ἀναγκαιοτάτων λόγου τε καὶ ἀληθείας . διὸ | ||
| ' ἑνὸς τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου κινεῖται . . . . στηρίζονται ἀναποδίζοντες ἐπὶ τὸν διὰ μέσου τὸν ἡλιακὸν κύκλον παριόντες |
| . σκληρᾶς ] πετρώδους . γῆς ] τῆς Βακτρίας . κατέφθιτο ] ἐφθάρη . . Ἀμίστρης ] ὄνομα . Ἀμφιστρεὺς | ||
| ' εὐρέα νῶτα θαλάσσης . καί νύ κεν ἤϊα πάντα κατέφθιτο καὶ μένε ' ἀνδρῶν , εἰ μή τίς με |
| : διότι ἀθάνατοι οἱ θεοί , † τὸ ἄμοιρον εἶναι βρότου , ὅ ἐστιν αἵματος . . . . ἀμβρακία | ||
| : διότι ἀθάνατοι οἱ θεοί , † τὸ ἄμοιροι εἶναι βρότου , ὅ ἐστιν αἵματος . Ὠρίων , . , |
| . Σημείωσαι δὲ , ὅτι νεφεληγερέτην καὶ τερπικέραυνον Δία τὴν Εἱμαρμένην λέγει , καθὰ συνετυμολογοῦντες ἔφημεν . . ΣΟΙ Τ | ||
| ὑμᾶς ἔρωμαι , σέ τε καὶ τὴν Πρόνοιαν καὶ τὴν Εἱμαρμένην , τί δήποτε Φωκίων μὲν ὁ χρηστὸς ἐν τοσαύτῃ |
| ὁ μὲν γὰρ πλασθεὶς νοῦς ἐστι γεωδέστερος , ὁ δὲ ποιηθεὶς ἀυλότερος , φθαρτῆς ὕλης ἀμέτοχος , καθαρωτέρας καὶ εἱλικρινεστέρας | ||
| δὲ ἀληθῆ λέγουσιν οὗτοι , δῆλός ἐστιν ἐξ ἀρχῆς Ἰφιγενείᾳ ποιηθεὶς ὁ ναός . ἔστι καὶ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐς τὰ |
| . ἔτι δὲ καὶ ὧδε δῆλον ἔσται φυσικώτερον τὸν λόγον ἐπισκοποῦσι . σκεψώμεθα γὰρ οὐκ ἀπὸ τῶν ἰδίᾳ προσόντων τῷ | ||
| τοῖς τελευτήσασι καὶ μετὰ θάνατον αἴσθησις : γινώσκουσιν ἅπαντα : ἐπισκοποῦσι τὰ γιγνόμενα : πάντως που καὶ παρὰ τὸ δικαστήριον |
| δὲ Τιτάνῃ καὶ Ἀθηνᾶς ἱερόν ἐστιν , ἐς ὃ τὴν Κορωνίδα ἀνάγουσιν : ἐν δὲ αὐτῷ ξόανον Ἀθηνᾶς ἐστιν ἀρχαῖον | ||
| φησὶ , τῶν γειτόνων ἀπήλαυσαν τοῦ κακοῦ τοῦ περὶ τὴν Κορωνίδα : λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν |
| . ” Ὧς φάτο δακρυόεις , σὺν δ ' ἔννεπον ἀσχαλόωντι ὅσσοι ἔσαν νηῶν δεδαημένοι . ἐν δ ' ἄρα | ||
| δ ' ἀέκοντα θύραζε πέμπω , ἐπεὶ μέμονέν γε παρέμμεναι ἀσχαλόωντι . ” Ὧς φάτ ' Ἀγηνορίδης : ὁ δ |
| Οἴκοι γενοίμην : ἐπὶ τῶν ἐκφυγεῖν τὰ δεινὰ εὐχομένων . Οἶκος φίλος οἶκος ἄριστος . Οἴκοθεν ὁ μάρτυς : ἐπὶ | ||
| Οἴκοι γενοίμην : ἐπὶ τῶν ἐκφυγεῖν τὰ δεινὰ εὐχομένων . Οἶκος φίλος , οἶκος ἄριστος : ἔνιοι τὴν παροιμίαν ἐπὶ |
| παρὰ τὸ ἄζω ἀζαίνω , καὶ Ἰωνικῶς παρ ' Ὁμήρῳ καταζήνασκε δὲ δαίμων : οὕτω καὶ σκύζω , σκυζαίνω , | ||
| γε ἔβλαψεν : περὶ γὰρ τῆς Ἄτης ὁ λόγος . καταζήνασκε κατεξήραινε . κατάντηστιν καταντίον . κατάγει ἐπὶ τὸν ναύσταθμον |
| ] συσφίγγοντας . εἴδη ᾀσμάτων ἀμφότερα , τὸ ” Παλλάδα περσέπτολιν δεινὰν “ καὶ τὸ ⌈ ” τηλέπορόν / [ | ||
| . ᾆσμα Λαμπροκλέους : διασύρει δὲ αὐτόν : ” Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμοδόκων ἁγνὸν παῖδα Διὸς μεγάλην δαμάσιππον . “ |