. ἐπὶ τῶν ὀφθαλμῶν ἡ κόρη , οὕ - τω χόρη : ἀπὸ τοῦ δι ' αὐτῆς χεῖσθαι τὸ ὁρατικὸν
κῶρος : ἀπὸ τοῦ κόρη κόρη ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ οἱονεὶ χόρη τις οὖσα ἀπὸ τοῦ δι ' αὐτῆς χεῖσθαι τὸ
6101670 ἐκρεματο
' ἐπὶ πασσάλῳ : τὸ δὲ ἀκόντιον ἐπὶ τῷ πασσάλῳ ἐκρέματο , ἐπὶ τὸν τῶν Ἑλλήνων ὄχλον οὐκ ἐθεωροῦμεν ἐν
μόνον ἐνόησεν . ταρροῦ ] καλαθίσκου : ἐν τούτῳ γὰρ ἐκρέματο . εἴπερ ] ἔδει . οὐ γὰρ ] ναί
5845243 χωρου
συντυχίην δὲ Μεγαρέες ἔτυχον ταχθέντες τῇ τε ἐπιμαχώτατον ἦν τοῦ χώρου παντός , καὶ ἡ πρόσοδος μάλιστα ταύτῃ ἐγίνετο τῇ
αὐτὸν τοῦτον τὸν χρόνον συνεπεπτώκεε ἔρις ἐοῦσα πρὸς Ἀργείους περὶ χώρου καλεομένου Θυρέης . Τὰς γὰρ Θυρέας ταύτας ἐούσας τῆς
5737135 Ἀρχεμορου
τῆς Ὑψιπύλης : καὶ γὰρ κατὰ Εὐριπίδην τροφὸς ἦν τοῦ Ἀρχεμόρου [ ] | [ ] Λήμνῳ ? ? [
αὐτῷ ὡς ἀπὸ τοῦ Ὀφέλτου μὲν πρότερον , νυνὶ δὲ Ἀρχεμόρου , ἀπὸ τοῦ μαντεύσασθαι τοῖς ἐπὶ Θήβας στρατευσαμένοις διὰ
5694082 ἀλαστορος
: καὶ ἐγὼ βακχείων γόων κατάρχομαι , ἀλλ ' ἐξ ἀλάστορος καὶ ἀνηδόνου δαίμονος : οὐ γὰρ ἡδονὴν ἔχει ὁ
ἥρπασε τὸν καιρὸν βουλιμιῶν , οὐ συμπαρηνέχθη τῇ φορᾷ τοῦ ἀλάστορος , οὐ ῥῆμα ἀφῆκεν ἀδικουμένου , ἀλλὰ τὴν ὀργὴν
5623732 ἠχουσης
ἁλιμυρέος : διὰ τῆς θαλάσσης ἠχούσης , ἐν τῇ ἁλὶ ἠχούσης , ἢ ἐν τῇ ἁλὶ πλημμυρούσης , ἁλμυρᾶς καὶ
. . . . . | τῆς λύρας ἐπιθυμήσας ἱερὸν ἠχούσης γεύσασθαι ἀγασθέντα [ . . . . . .
5604589 Ῥησου
αὐτῷ , καὶ περὶ αὐτὸν ἀλωμένη θαμὰ ἐβόα τοὔνομα τοῦ Ῥήσου : τέλος δὲ καὶ ποταμῷ προσιεμένη διὰ λύπην ἐξ
αὐτῷ , καὶ περὶ αὐτὸν ἀλωμένη θαμὰ ἐβόα τοὔνομα τοῦ Ῥήσου : τέλος δὲ σῖτα καὶ ποτὰ μὴ προσιεμένη διὰ
5587082 Θωρακος
μέλλοντα προγνῶναι ἄδηλον καὶ ἀδύνατόν ἐστιν . πέποιθα ξενίᾳ προσανεῖ Θώρακος : Θώραξ εἷς τῶν Ἀλευαδῶν , ἑταῖρος τοῦ νικηφόρου
ἀλλ ' ἀμείψασθαι φάνηθι μὴ κακός . Ἔλαβόν σου διὰ Θώρακος ἐπιστολήν , γράμματα δὲ ἐπ ' ἐκείνῃ δώσειν εἰπών
5562743 ψυχαγωγουμενος
ὃς ἤδη λελουμένος τὴν κόνιν καὶ τὸ λοιπὸν τῆς θέας ψυχαγωγούμενος μυθολογεῖν πρὸς τὸν παλαιστὴν διενοεῖτο , ἐπιδόξου κληθήσεσθαι τῆς
τὸ κεκραμένον ἐξ ἁπάντων εὐμελὲς ψιθύρισμα . ἐφ ' ὧν ψυχαγωγούμενος ὁ Αἴσωπος εἰς ἡδὺν ὕπνον κατήγετο . ἐνταῦθα δὴ
5558873 ἁπαλοιο
. Λιμνόχαρις δ ' ὡς εἶδεν ἀπολλύμενον Πολύφωνον , Τρωγλοδύτην ἁπαλοῖο δι ' αὐχένος τρῶσεν ἐπιφθὰς πέτρῳ μυλοειδέϊ : τὸν
ἔσχατα μέρη τοῦ λαιμοῦ . ἐπιφέρει γοῦν ἀντικρὺ δ ' ἁπαλοῖο δι ' αὐχένος . . . . ἡ διπλῆ
5547852 Ὀδυσσειας
γοῦν Ὀδυσσεῖς Κρατίνου οὐδενὸς ἐπιτίμησιν ἔχουσι , διασυρμὸν δὲ τῆς Ὀδυσσείας τοῦ Ὁμήρου . τοιαῦται γὰρ αἱ κατὰ τὴν μέσην
ἕτερόν γε τίει . † ) ἐν τῷ Υ τῆς Ὀδυσσείας ὑπομνήματι ὁ Ἀρίσταρχος εὐμεταβόλως . . . . ,
5532233 ἀνθερεωνος
ὑπὸ τὸν ἀνθερεῶνα ὁ τελαμὼν ἄγεται , ἀπὸ δὲ τοῦ ἀνθερεῶνος λοξὴ πλησίον τοῦ χαλινοῦ ἐκ πλαγίων τοῦ τῆς ῥινὸς
πολύκεστος ἱμὰς ἁπαλὴν ὑπὸ δειρήν , ὅς οἱ ὑπ ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο τρυφαλείης . καί νύ κεν εἴρυσσέν τε
5495394 πυκτου
: καὶ ἐγὼ τὸ μὲν πρῶτον , ὡσπερεὶ ὑπὸ ἀγαθοῦ πύκτου πληγείς , ἐσκοτώθην τε καὶ ἰλιγγίασα εἰπόντος αὐτοῦ ταῦτα
καὶ πὺξ παίειν . εἴποις δ ' ἂν ἐπὶ τοῦ πύκτου χεῖρες ὡπλισμέναι , χεῖρες ὁπλίτιδες : καὶ τὰ ὅπλα
5492040 ἐπερρωσαντο
Ὀλμειοῦ ζαθέοιο ἀκροτάτῳ Ἑλικῶνι χοροὺς ἐνεποιήσαντο , καλοὺς ἱμερόεντας , ἐπερρώσαντο δὲ ποσσίν . ἔνθεν ἀπορνύμεναι κεκαλυμμέναι ἠέρι πολλῷ ἐννύχιαι
Εὐβοίας . ἀαγές : ἀκαμπές . ῥαιστήρ : σφύρα . ἐπερρώσαντο περὶ σθένεϊ σφριγόωσαι : ἀκμάζουσαι ῥωμαλεώτεραι τῇ δυνάμει ἐγένοντο
5463971 οὐατος
ἐόντι δαΐφρονι Δηιοφόντῃ λαιὸν ἐς ὀφθαλμόν , διὰ δ ' οὔατος ἐξεπέρησε δεξιτεροῦ , γλήνην δὲ διέτμαγεν , οὕνεκα Μοῖραι
] φηρὸς ? [ ] ? ? ἀγρίου [ ] οὔατος ? μέσσαν [ ] συνάραξέ τε π [ ]
5456218 Ὀποεντος
: ναῖον δ ' ἐσχατιὴν Φθίης Δολόπεσσιν ἀνάσσων . ἐξ Ὀπόεντος : Ὀποῦς πόλις τῆς Λοκρίδος , ἀπὸ Ὀπόεντος τοῦ
ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν , εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ
5452322 γιγαντος
Κυζίκου φησὶν ὅτι κτίσμα ἐστὶ Φερσεφόνης , καὶ ὄνομα ἔχει γίγαντος . Οἱ γὰρ γίγαντες ἀπορρήξαντες αἰγιαλοὺς ἐκύλιον διὰ τῆς
ὁ λόγος ᾖ περὶ τοῦ Αἰγέως , ἢ υἱὸς τοῦ γίγαντος τοῦ λαβόντος τὰ ὅπλα ἐκ τῆς πέτρας , ἵνα
5445301 ἀθυρων
τῶν ἀνέμων , ἁλὸς περικλυζομένοις . Κοῦρος : νέος . ἀθύρων : παίζων . Οἰός : προβάτου . περιμήκετον :
. νέος μὲν οὖν ὢν ἀμφὶ βωμίους τροφὰς ἠλᾶτ ' ἀθύρων : ὡς δ ' ἀπηνδρώθη δέμας , Δελφοί σφ
5427270 Ἑλικωνος
καὶ ἡλίκην σφῦραν . καὶ ταῦτα ᾄδοντι αὐτῷ ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος τὰ ὦτα ὑπεῖχον οἱ Ἕλληνες καὶ ἐκηλοῦντο καὶ ᾤοντο
Μούσας ἐκ Πιερίας καλεῖ , ἐν δὲ τῇ Θεογονίᾳ ἐξ Ἑλικῶνος . Διπλᾶς ἐγὼ τὰς Πιερίας καὶ τοὺς Ἑλικῶνας γινώσκω
5422290 ἠιθεοισιν
Ἀμύντιχος ἠὲ Μενάλκας [ ; ] κείνοις γὰρ κραδίην ἐπικαίεαι ἠιθέοισιν ? [ : ] ἠέ ? [ ] μιν
παρθενίων βριθομένην χαρίτων , καὶ πολλοὺς τότε χερσὶν ἐπ ' ἠιθέοισιν ὀιστοὺς τόξου πορφυρέης ἧκαν ἀφ ' ἁρπεδόνης . Πορφυρέην
5421219 Ἀλεξιου
τῆς περὶ τὴν βασιλείαν ἀλλοτριότητος ἑαυτοῦ καὶ τῆς τοῦ Κομνηνοῦ Ἀλεξίου περὶ ταύτην γνησιότητος . Οὕτω γὰρ καὶ ὁ Κομνηνὸς
ἡμῖν , ὦ σοφωτάτη μοι φρὴν καὶ διάνοια , τὰς Ἀλεξίου τοῦ μεγάλου πράξεις συναγαγεῖν ἐπιτάξασα , ὃς ἐν καιροῖς
5368876 ἀντυγος
οἰκεῖον καὶ τῆς φυγῆς τὸ σημεῖον . ἔνδοθεν δηλονότι τῆς ἄντυγος ἔσωθεν , ἵνα εἴπῃ κατὰ μέσον τῆς ἀσπίδος .
, ἣ πυμάτη θέεν ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης „ . ” ἐξ ἄντυγος ἡνία τείνας ” , δηλονότι ἐκ τῆς ἔμπροσθεν περιφερείας
5322223 τριποδος
κρατῶν τοῦ μαντείου προσέταττε τῇ Πυθίᾳ τὴν μαντείαν ἀπὸ τοῦ τρίποδος ποιεῖσθαι κατὰ τὰ πάτρια . ἀποκριναμένης δ ' αὐτῆς
, εἶτα Θέμις . Πύθωνος δὲ τότε κυριεύσαντος τοῦ προφητικοῦ τρίποδος , ἐν ᾧ πρῶτος Διόνυσος ἐθεμίστευσε , . .
5319524 νευσε
φόβηθεν . ἡ δ ' ἄρ ' ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε : νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεύς , ἐκ δ '
' Ὁμήρῳ „ ἦ καὶ κυανέῃσιν ἐπ ' ” ὀφρύσι νεῦσε Κρονίων , ” τοῦ προφήτου τὸν Δία ὑποκριναμένου :
5299289 παιφασσουσα
θαλάμης δὲ διαΐξασα κελαινή , αὐχένα γυρώσασα , χόλῳ μέγα παιφάσσουσα ἀντιάᾳ : τὸν δ ' οὔτι περισπέρχουσά περ αἰνῶς
κυκλώσασα . χόλῳ : ὀργῇ . μέγα : μεγάλως . παιφάσσουσα : ἐνθουσιῶσα , ὁρμῶσα , εἰς φόνον ὁρμήσασα :
5294537 ἠωθι
καὶ αὐτῇ . ἀλλ ' ἄγ ' ἐπότρυνον πατέρα κλυτὸν ἠῶθι πρὸ ἡμιόνους καὶ ἄμαξαν ἐφοπλίσαι , ἥ κεν ἄγῃσι
καὶ ἠελίοιο σελήνη . Οὐδ ' ὅτε οἱ ἐπέχοντι φανήμεναι ἠῶθι πρὸ φαίνωνται νεφέλαι ὑπερευθέες ἄλλοθεν ἄλλαι , ἄρραντοι γίνονται
5294119 ὠτειλης
. . ὄφρα οἱ αἷμ ' ἔτι θερμὸν ἀνήνοθεν ἐξ ὠτειλῆς : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν ἐκ χειρὸς πληγὴν ὠτειλὴν
ἐμέ τε συναρπάσας ἤδη παρὰ πόδας ἑστῶτα καὶ τῷ τῆς ὠτειλῆς περιρρεόμενον αἵματι , δρομαίως τὸ τάχος πρὸς τοὺς ἑταίρους
5285557 λυθη
παρέτρεσσαν δέ οἱ ἵπποι ὠκύποδες : τοῦ δ ' αὖθι λύθη ψυχή τε μένος τε . Αἰνείας δ ' ἀπόρουσε
ὑπερώησαν δέ οἱ ἵπποι ὠκύποδες : τοῦ δ ' αὖθι λύθη ψυχή τε μένος τε . Ἕκτορα δ ' αἰνὸν
5270751 μνημειου
πρὸς ταῖς ἀπ ' αὐτοῦ Στησιχορείαις πύλαις λεγομέναις καὶ τοῦ μνημείου ἔχοντος ὀκτὼ κίονας καὶ ὀκτὼ βασμοὺς καὶ ὀκτὼ γωνίας
ἡμῖν καὶ τὸν λίθον τὸν τεθέντα ἐπὶ τῆς θύρας τοῦ μνημείου , ἵνα εἰσελθοῦσαι παρακαθεσθῶμεν αὐτῷ καὶ ποιήσωμεν τὰ ὀφειλόμενα
5269222 ποινηλατουμενος
, ὅμως οὐκ ἐφείσατο , ἀλλ ' ἔτεμε καὶ ἔμεινε ποινηλατούμενος καὶ τῶν ἀναγκαίων τροφῶν δεόμενος , καὶ εἴ ποτε
ἐκίνουν τοῦτον καθ ' αὑτοῦ συγκατασπᾶν καὶ ξέειν . οὕτω ποινηλατούμενος ὁ στρατηγὸς ὁ μέγας τὸν βίον ἐξαπέπνευσεν ἠθλιωμένῳ τέλει
5254626 ἀναϲτομωϲιν
. καὶ τοὺϲ ἀπὸ τῶν ἀναπνευϲτικῶν δὲ διὰ ῥῆξιν ἢ ἀναϲτόμωϲιν ἀνάγονταϲ φλεβοτομητέον , εἰ μὴ πλῆθοϲ αἵματοϲ φέροιτο .
ὁμοδυναμούϲαϲ τοῖϲ εἰρημένοιϲ φαρμάκοιϲ δοτέον , τοῖϲ δὲ δι ' ἀναϲτόμωϲιν αἷμα ἀνάγουϲι καὶ τοῖϲ ἀπὸ γαϲτρόϲ , τὰϲ ϲτυφούϲαϲ
5250879 Θρηικος
φέρεθ ' ἵπποις , πέμπτος δ ' αὖ πυρόεις φονίου Θρήικος Ἄρηος , ἕκτος δ ' αὖ φαέθων Διὸς ἀγλαὸς
Νίκανδρος πέμπτῳ τῆς Εὐρωπείας καί τις Ἄθω τόσον ὕψος ἰδὼν Θρήικος ὑπ ' ἄστροις ἔκλυεν οὐ δηθέντος ἀμετρήτῳ ὑπὸ λίμνῃ
5249507 ειτε
θυσιάζειν . στρεβλοῦτε ] κατακρίνετε , τιμωρεῖσθε . , - εῖτε , ἐν στρεβλότητι διάγετε . δικάζετε ] κρίνετε .
θυσιάζειν . στρεβλοῦτε ] κατακρίνετε , τιμωρεῖσθε . , - εῖτε , ἐν στρεβλότητι διάγετε . δικάζετε ] κρίνετε .
5249077 δερκομενη
Ἠλύσιον πέδον αἴης καγχαλάᾳ , καὶ θυμὸν ἰαίνεται ἄμβροτος Ἠὼς δερκομένη : τοῖσιν δὲ πέλει πόνος , ἄχρι καμόντες εἷς
ἔχ ' ἀμφ ' ὤμοισι δαφοινεὸν αἵματι φωτῶν , δεινὸν δερκομένη καναχῇσί τε βεβρυχυῖα . ] Ἐν δ ' ὀφίων
5231215 τλημονος
καὶ τὰς Ἐρεμβῶν ναυβάταις ἠχθημένας προβλῆτας ἀκτάς . ὄψεται δὲ τλήμονος Μύρρας ἐρυμνὸν ἄστυ , τῆς μογοστόκους ὠδῖνας ἐξέλυσε δενδρώδης
ῥείθρων Ἑλώρου πρόσθεν ἐκτερισμένης : ὃς δὴ παρ ' ἀκταῖς τλήμονος ῥανεῖ χοάς , τριαύχενος μήνιμα δειμαίνων θεᾶς , λευστῆρα
5226394 ἀκοντισε
' ἐπ ' αὐτῷ . Τρωγλοδύτης δὲ μετ ' αὐτὸν ἀκόντισε Πηλείωνος , πῆξεν δ ' ἐν στέρνῳ στιβαρὸν δόρυ
μεγαθύμου δουρὶ δαμέντι . Ἕκτωρ δ ' αὖτ ' Αἴαντος ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ : ἀλλ ' ὃ μὲν ἄντα ἰδὼν
5205696 ἐλπομενη
ἀλλ ' ἔθανον προπάροιθεν ἐν εἰρήνῃ τε καὶ ὄλβῳ , ἐλπομένη καὶ ἔτ ' ἄλλα κακώτερα θηήσασθαι , παῖδας μὲν
ὄμμασιν : ἀμφὶ δὲ μήτηρ πολλὰ κινυρομένη κενεῷ ἐπαΰτεε τύμβῳ ἐλπομένη τι καὶ ἄλλο κακώτερον : ἔστενε δ ' ἄτην
5205632 ἀστραπτουσα
ἔρχεται , ἀκρόπολις μὲν αὕτη τοσαύτη τὸ μέγεθος , πόρρωθεν ἀστράπτουσα ἀπὸ πάσης εἰσόδου , ὥσπερ κοινή τις κορυφὴ τοῦ
ἐπίσταται ὡς ἁπαλὸς παῖς ἕσθαι πανδήμου Κύπριδος ὠκὺ βέλος ἵμερον ἀστράπτουσα κατ ' ὄμματος , † ἠδ ' ὑπὲρ ὤμων
5204210 αἰθουσῃ
οὐδέ ποτ ' ἔσβη πῦρ , ἕτερον μὲν ὑπ ' αἰθούσῃ εὐερκέος αὐλῆς , ἄλλο δ ' ἐνὶ προδόμῳ ,
. . . . . . γ . ὑπ ' αἰθούσῃ ἐριδούπῳ . αἴθουσα . , Υ : αἱ αἴθουσαι
5202945 ξυμφορης
δ ' αὖ πῆχυς διὰ τοῦτο οὐχ ὁμοίως ἐνακούει τῆς ξυμφορῆς , ὅτι τὸ τοῦ βραχίονος ἄρθρον τὸ πρὸς τοῦ
πᾶσαι αἱ εἰρημέναι ἀνάγκαι ἰσχυραὶ , καὶ πᾶσαι κρέσσους τῆς ξυμφορῆς , ἤν τις ὀρθῶς καὶ καλῶς σκευάζῃ . Ὥσπερ
5202903 νεεσσι
φρεσὶν οὐδέ τις ἀλκή . ἦ τοιόσδε ἐὼν ἐν ποντοπόροισι νέεσσι πόντον ἐπιπλώσας , ἑτάρους ἐρίηρας ἀγείρας , μιχθεὶς ἀλλοδαποῖσι
ὁρόων βλοσυρὸν δάκος Ἀμφιτρίτης ἤθεσιν ἐν τραφεροῖσι πολὺ πλέον ἠὲ νέεσσι δηθύνων ἑτάροισι μετέννεπεν ἐγγὺς ἐοῦσι : Γαῖα , φίλη
5199203 κελευσεν
? ? ? [ – ] [ – – ] κέλευσεν Φοῖβος [ Ἀλκμήνας - ] [ ] πολεμαίνετον υἱὸν
Ζηνὸς ἐπ ' ἀκˈροτάτῳ βωμῷ τότ ' αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν . ἐξ οὗ πολύκˈλειτον καθ ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν
5174600 κουρηι
Οὐρανιώνων : αὐτὰρ ὅ γ ' Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος ἠυκόμοιο κούρηι νόσφ ' Ἥρης παρελέξατο καλλιπαρήου ἐξαπαφὼν Μῆτιν καίπερ πολύιδριν
] ? γεγαὼς αὐτὸς μεγάλου Ἀίδαο [ Φερσεφόνηι ] ? κούρηι Δημήτερος ἠυκόμοιο ? ? ? : [ αὐτὸς ]
5172856 ἑσπετο
οὔρεσιν ἀντιθέοιο καγχαλόων κούροιο μετ ' ἴχνια σύν τε κύνεσσιν ἕσπετο σύν θ ' ἑτάροις ἔθελέν τέ οἱ οἶος ἕπεσθαι
: ἐξ οὗ τῶν Ἰαμιδῶν τὸ γένος ὄλβος ἅμ ' ἕσπετο : ἀντὶ τοῦ τῷ τῶν Ἰαμιδῶν γένει ὄλβος ἠκολούθησεν
5148262 εἱματος
, καὶ περὶ σῶμα φόρει καὶ ἔχ ' ἔντοσθ ' εἵματος αἴρων : κρημναμένη δύναται γὰρ ἀποστρέψαι κακότητας φαρμακίδων ἀλόχων
. ὁρῶ ς ' , Ὀδυσσεῦ , δεξιὰν ὑφ ' εἵματος κρύπτοντα χεῖρα καὶ πρόσωπον ἔμπαλιν στρέφοντα , μή σου
5145708 σπειους
κνέφας ἦλθεν : ἐλθόντες δ ' ἄρα τώ γε μυχῷ σπείους γλαφυροῖο τερπέσθην φιλότητι , παρ ' ἀλλήλοισι μένοντες .
μὲν εὖ κατέθηκα κατακρύψας ὑπὸ κόπρῳ , ἥ ῥα κατὰ σπείους κέχυτο μεγάλ ' ἤλιθα πολλή : αὐτὰρ τοὺς ἄλλους
5131358 ἀεντος
κατηρεφὲς ἔμμεναι ἕρκος πυκνὸν ὃ οὔτ ' ἀνέμοιο διέρχεται ὑγρὸν ἀέντος ῥιπὴ ἀπειρεσίη οὔτ ' ἐκ Διὸς ἄσπετος ὄμβρος :
πελάγεσσιν . Οἱ δ ' , ἀνέμου λαιψηρὰ θεῆς βουλῇσιν ἀέντος Ἥρης , ὄφρ ' ὤκιστα κακὸν Πελίαο δόμοισιν Αἰαίη
5127017 ἐλελιξεν
ἐπερρώσαντο ἄνακτος κρατὸς ἀπ ' ἀθανάτοιο : μέγαν δ ' ἐλέλιξεν Ὄλυμπον , καὶ οὐδὲν ῥῆμα αὐτοῦ παλινάγρετον οὐδ '
Ζεὺς νεμέσησεν ἀπ ' αἰθέρος , ἀμφὶ δὲ γαῖαν Ἀργείων ἐλέλιξεν ὑπαὶ ποσί , σὺν δ ' ἐτίναξεν ἠέρα πᾶσαν
5126780 σχεθε
καὶ ἠλιτόμηνον ἐόντα , Ἀλκμήνης δ ' ἀπέπαυσε τόκον , σχέθε δ ' Εἰλειθυίας . αὐτὴ δ ' ἀγγελέουσα Δία
ἑτέρας ἀρκούσης . . καταπάλμενος ? οὐδὲ στεφάνη δόρυ οἱ σχέθε χαλκοβάρεια , ἀλλὰ δι ' αὐτῆς ἦλθε καὶ ὀστέου
5124144 ἀλμα
] ρησομαι ? ι [ [ ] [ ἔνθα Τρώϊον ἄλμα καὶ ἠρία Μουνίπποιο [ ] εσβηνιννμενεξ ? ! !
τυρός . ἢ κυρίως κατὰ Ἀπολλώνιον . . . . ἄλμα : τὸ ἄλσος : λέγεται καὶ ὁ κλάδος παρὰ
5121491 ἀνιηρῃ
εἰρχθῶμεν ἀνὰ πτόλιν , οὐδέ τις οἴσει οἶνον Μαιονίηθεν : ἀνιηρῇ δ ' ὑπὸ λιμῷ φθισόμεθ ' ἀργαλέως , εἰ
βουπλῆγι στιβαρῷ : ὃ δ ' ἐχάσσατο μαρνάμενός περ αἰχμῇ ἀνιηρῇ : στονόεις δέ οἱ ἔμπεσεν ἰὸς ἄλλοθεν ἀίξας :
5121280 Ὑρτακου
φοβουμένων αὐτὸν τῶν βελῶν . ὅταν δὲ περὶ Ἀσίου τοῦ Ὑρτάκου , ὅτι τοῦ στρατηγοῦ κελεύσαντος ἔξω τῆς τάφρου καταλιπεῖν
θ ' Ἑλένοιο ἄνακτος Ἀσιάδην τ ' Ἀδάμαντα καὶ Ἄσιον Ὑρτάκου υἱὸν φοίτα ἀνὰ προμάχους διζήμενος , εἴ που ἐφεύροι
5120377 θαμβεον
ἐς μέσον ἡρώων τὸν ὑπέρτατον . Οἳ δ ' ὁρόωντες θάμβεον ὄβριμον ἄνδρα καὶ ἄλκιμον , οὐδέ τις ἔτλη ἄντα
αὐτῷ τ ' Αἰσονίδῃ τεκμαίρετο : σῖγα δ ' ἑταῖροι θάμβεον , εὖτ ' ἐνόησαν ὃ δὴ καὶ ἐτήτυμον ἦεν
5110512 Ἑλενας
? Ζηνὸς ] ? μεγάλοιο ? βουλαῖς ξανθᾶς ] ? Ἑλένας ? περὶ εἴδει ? δῆριν ] ? πολύυμνον ἔχοντες
ἄλλοθεν δεδραγμένοι , περὶ δὲ γόνυ χέρας ἱκεσίους ἔβαλον ἔβαλον Ἑλένας ἄμφω . ἀνὰ δὲ δρομάδες ἔθορον ἔθορον ἀμφίπολοι Φρύγες
5105705 θεατος
ὁ δὲ ἐν τοῖς νοτίοις οὐρανὸς οὐκ ἔστι τοῖς ἀνθρώποις θεατός , ἀλλ ' ὁ βόρειος . καὶ γὰρ ἐν
: πᾷ πᾷ κεῖται ὁ δυστράπελος δυσώνυμος Αἴας ; Οὔτοι θεατός : ἀλλά νιν περιπτυχεῖ φάρει καλύψω τῷδε παμπήδην ,
5104847 κοπετος
ὑπὸ τῆς παρθένου καὶ τῶν περὶ αὐτὴν γυναικῶν ἐγίνετο καὶ κοπετός , πολλὴ δὲ κραυγὴ καὶ ἀγανάκτησις ἐκ τοῦ περιεστηκότος
προσηγορικὰ ἢ ἐπιθετικὰ ὀξύνεται , εἰ μὴ παρωνύμως τετύπωται : κοπετός πυρετός τοκετός συρφετός ἀφυσγετός . τὸ μέντοι ἄσχετος ἄσπετος
5102647 αἰγανεῃ
τοῦτον τῷ τῆς τρυγόνος κέντρῳ καὶ παραυτίκα θανάτῳ καθυποβάλλει . αἰγανέῃ : ἐν ἀκοντίῳ , κονταρίῳ , δόρατι καὶ ἀκοντίῳ
καὶ ἀκοντίῳ : αἰγανέαν νῦν τὸν κοντὸν εἶπεν : τῇ αἰγανέῃ τῇ δολιχήρεϊ : αἰγανέα κυρίως ἡ κώπη , ἡ
5100234 ὀχθων
καὶ φίλοι τῇ ἀναιδείᾳ : ὄχθοις ἱεροῖς : πρὸ τῶν ὄχθων τῶν περὶ τὴν πόλιν ἐν ᾗ . πόλει ,
μούνους : Ἀθηναίους γὰρ τραπομένους ἐς τὸ πεδίον ὑπὸ τῶν ὄχθων οὐ κατώρα . Πέρσας δὲ ὁρῶντες ὁρμημένους διώκειν τοὺς
5089708 Μιλητοιο
Κτεῖνε γὰρ Ἰτυμονῆα καὶ Ἱππασίδην Ἀγέλαον οἵ ῥ ' ἀπὸ Μιλήτοιο φέρον Δαναοῖσιν ὁμοκλὴν Νάστῃ ὑπ ' ἀντιθέῳ καὶ ὑπ
δύο παῖδε Ποσειδάωνος ἵκοντο , ἤτοι ὁ μὲν πτολίεθρον ἀγαυοῦ Μιλήτοιο νοσφισθεὶς Ἐργῖνος , ὁ δ ' Ἰμβρασίης ἕδος Ἥρης
5079438 λειβων
παρὰ τὸ λείβω τὸ καταστάζω : δερκέσκετο δάκρυα λείβων . λειβὼν καὶ λειμών . ἔστιν δὲ περιεκτικὸν ὡς καὶ τὸ
παρὰ τὸ λείβω τὸ καταστάζω : δερκέσκετο δάκρυα λείβων . λειβὼν καὶ λειμών . ἔστιν δὲ περιεκτικὸν ὡς καὶ τὸ
5077138 Ἑκτορος
τῆς Ἀχιλλέως ὠμότητος ἔργα , ταῦτα συγκρύψει , τάς τε Ἕκτορος ὕβρεις περὶ τὸ μνῆμα Πατρόκλου καὶ τὰς τῶν ζωγρηθέντων
καὶ τὰς σκηνὰς κατακαύσαντες καὶ τὸ ναύσταθμον ἁφθὲν ὑπὸ τοῦ Ἕκτορος καὶ τὸ τεῖχος αὐτῶν ἑαλωκός , καὶ ἀνάθημα ἀναθέντες
5076680 σφειων
υἷες Ἀχαιῶν νύσσοντες ξίφεσίν τε καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισιν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη . ἤϋσεν δὲ διαπρύσιον
ἑ μέγαν περ ἐόντα καὶ ἴφθιμον καὶ ἀγαυὸν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη . ὣς τώ γ
5076073 Κῳ
δι ' ἐμοῦ τὸν Πρωτεσίλεων περὶ ὁμοίου θαύματος : ἐν Κῷ γὰρ τῇ νήσῳ , κέκτηται δὲ αὐτὴν μόνος ,
φλαύρως , ὑπερφρονῶ τοῦτο ἐξετάζειν . Λέγουσι Κώων παῖδες ἐν Κῷ τεκεῖν ἔν τινι ποίμνῃ Νικίου τοῦ τυράννου οἶν :
5072930 κωρος
θνᾴσκων ὅ οἱ οὐ μόρον αἰνὸν ἄμυνεν . Ἰξευτὰς ἔτι κῶρος ἐν ἄλσεϊ δενδράεντι ὄρνεα θηρεύων τὸν ἀπότροπον εἶδεν Ἔρωτα
τὴν αὐτὴν αἰτίαν . ἀλωὴ δὲ καὶ ἡ ἅλως . κῶρος : ἀπὸ τοῦ κόρη κόρη ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ οἱονεὶ
5057021 αἰητον
παρὰ τὸ χωρίζω χωρίσω χωρίς . . Σ : πέλωρ αἴητον : . . . ἐγὼ δὲ ἐπιζητῶ τὸ „
οὖσα . αἴητον Σ . . , = . : αἴητον : . . . ἤγουν τὸ μέγα μεθ '
5053413 ἀγρου
τὸ κεφάλαιον οὐδέπω λογίζομαι , τὸν δεσπότην , ἂν ἐξ ἀγροῦ θᾶττον πάλιν ? [ ἔλθηι , ταραχὴν οἵαν ποήσει
, καὶ τὸ λοιπὸν δὲ ἀεὶ δεκατεύων τὰ ἐκ τοῦ ἀγροῦ ὡραῖα θυσίαν ἐποίει τῇ θεῷ , καὶ πάντες οἱ
5042663 ἀρχαιου
βουλόμενος γὰρ ἐκεῖνος δεῖξαι τοῖς Ἀθηναίοις τὰ ἐν Δήλῳ ἐξ ἀρχαίου ἱερὰ προσήκοντα πολλῷ κέχρηται τῷ μύθῳ λέγων οὕτως λέγεται
δὲ ἐφ ' ἡμῶν πόλιν ὑπὸ τὸν περίβολον οἰκοῦσι τοῦ ἀρχαίου τείχους . θέας δὲ αὐτόθι ἄξια πηγή τε ,
5039219 ἐχυθη
νεφέλας τε καὶ ἠέρα πᾶσαν ὕπερθε : νὺξ δ ' ἐχύθη περὶ γαῖαν , ἐπήχλυσεν δὲ θάλασσα : Ζεὺς δὲ
πάλιν κατὰ τὸ προσταχθὲν τῇ βακτηρίᾳ τοὔδαφος παίσαντος φορὰ σκνιπῶν ἐχύθη καὶ ταθεῖσα καθάπερ νέφος ἅπασαν ἐπέσχεν Αἴγυπτον . τὸ
5035852 βαλουσα
? ' ὕδωρ [ ] πλαζομέναις ἵνα λύσσαν ἀχύνετον ἧκα βαλοῦσα . [ ] ! ! [ ] [ μεσσηγὺς
αὐτὸν ἁδροκέφαλον , ἐπιθυμήσασα αὐτοῦ , φιμάριον εἰς τὸ πρόσωπον βαλοῦσα , ἵνα μὴ ἐπιγνωσθῇ , συνέπαιζεν αὐτῷ . ὁ
5031454 χαμαζε
αὐτῶι τάδ ' ἄλλα Βάκχιος λυμαίνεται : δώματ ' ἔρρηξεν χαμᾶζε , συντεθράνωται δ ' ἅπαν πικροτάτους ἰδόντι δεσμοὺς τοὺς
? [ δ ' ἐκ σκληρῆς ] πέτρης ἔξαλτο [ χαμᾶζε ] δριμὺ βέλος . πικρὸν [ δ ' ἄχος
5028944 ἀλγεινος
ἀλάμπετον βάθρον . Ἀνὴρ γὰρ οὐ στενακτὸς οὐδὲ σὺν νόσοις ἀλγεινὸς ἐξεπέμπετ ' , ἀλλ ' εἴ τις βροτῶν θαυμαστός
πόσιν ὀρνύμενοι : ἠοῦς μὲν κεράσαιο παρηγορέων κακοῦ ὁρμήν ὅσσοις ἀλγεινὸς λάμπεται ἠέλιος : νυκτὶ δ ' ὁμῶς ὅσσοις περ
5027814 Ἰασῳ
. εἰ δὲ Γλαύκης τῆς κιθαρῳδοῦ κριὸς ἥττητο καὶ ἐν Ἰασῷ δελφὶς ἐφήβου , τί κωλύει καὶ δράκοντα ἐρασθῆναι νομέως
καὶ τὸν βίον ἐκλιπούσῃ συναποθανεῖν . δελφῖνα δ ' ἐν Ἰασῷ παιδὸς ἐρασθῆναι λόγος , ὡς ἱστορεῖ Δοῦρις ἐν τῇ
5027540 παρηια
ἄρα τῆς ποταμοὶ πλήθουσι ῥέοντες : ὣς τῆς τήκετο καλὰ παρήια δακρυχεούσης . οὔτε τὸ λείβεται οὔτε τὸ χεῖται οὔτε
αἰεὶ δ ' ὀξυτέρῳ πιτύλῳ δηλεῖτο πρόσωπον , μέχρι συνηλοίησε παρήια . πᾶς δ ' ἐπὶ γαίῃ κεῖτ ' ἀλλοφρονέων
5023057 χυω
καὶ ὁλόκληρον εἰς ον λῆγον ῥυδόν : καὶ παρὰ τὸ χύω τὸ χύδην . σεσημείωται τὸ βύζην , καὶ διὰ
+ . ἀμφέχυτο : παρὰ τὴν ἀμφί πρόθεσιν καὶ τὸ χύω ῥῆμα : τὸ παράγωγον χῦμι χῦμαι ἐχύμην ἔχυσο ἔχυτο
5020699 ἱδρυσαμενου
στάδια ἔστιν Ἀσκληπιοῦ ναός , ἐπίκλησιν μὲν Δημαινέτου ἀπὸ τοῦ ἱδρυσαμένου , ἐρείπια δὲ καὶ αὐτός : ᾠκοδομήθη δὲ ἐπὶ
μνήματος τῶν γυναικῶν Δήμητρός ἐστιν ἱερὸν ἐπίκλησιν Πελασγίδος ἀπὸ τοῦ ἱδρυσαμένου Πελασγοῦ τοῦ Τριόπα , καὶ οὐ πόρρω τοῦ ἱεροῦ
5017656 θοης
Ἐλεγείοις ὡς ποτηρίου οὕτως : ἀλλ ' ἄγε σὺν κώθωνι θοῆς διὰ σέλματα νηὸς φοίτα καὶ κοίλων πώματ ' ἄφελκε
: ψυχὴ γὰρ νεφέεσσι μεταχρονίη πεπότητο . αὐτομάτοις δὲ πόδεσσι θοῆς ἐπεβήσατ ' ἀπήνης , καί ῥ ' ἑτέρῃ μὲν
5017506 προβοσκιδι
πλησίον ἥδετο , καὶ κνυζωμένου παρέβλεπε , καὶ καθεύδοντος τῇ προβοσκίδι τὰς μυίας ἀπεσόβει καλάμου κλαδὶ τοῦ παραβαλλομένου ἐς τροφήν
δὲ εἶδον καὶ γράμματα γράφοντα ἐπὶ πίνακος Ῥωμαῖα ἀστραβῶς τῇ προβοσκίδι καὶ ἀτρέπτως : πλὴν ἐπέκειτο ἡ χεὶρ τοῦ διδάξαντος
5014543 ὀπατρος
φωνήεντος ποιοῦντος συλλαβήν : καὶ συλλαβῆς μέν , ὡς ὁμόπατρος ὄπατρος : φωνήεντος δέ , ὡς πατέρος πατρός . Διαίρεσις
Αἴας , καί οἱ Τεῦκρος ἅμ ' ᾖε κασίγνητος καὶ ὄπατρος : τοῖς δ ' ἅμα Πανδίων Τεύκρου φέρε καμπύλα
5014363 Εἰληπται
Εἰ οὖν μεταβολή , διὰ τί οὐχὶ καὶ κίνησις ; Εἴληπται δὲ μεταβολὴ οὐκ ἐν τῷ μεταβεβληκέναι : οὐ γὰρ
οἱ κάνθαροι , ἐπεὶ οἱ ἀετοὶ τοὺς κανθάρους ἀναλέγουσι . Εἴληπται ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν περιπιπτόντων τοῖς παρ ' αὐτῶν
5011806 καλυπτρα
εἶναι ἰσοσυλλάβως τῷ ῥήματι , ὡς μάσσω μάκτρα , καλύψω καλύπτρα . οὕτω Φιλόξενος . . , : φάρυγξ :
οὐράν : ἤρτητο δὲ ἀμφοῖν ἑκατέρωθεν ὑπὲρ τὴν κεφαλὴν ἡ καλύπτρα κύκλῳ τῶν νώτων ἐμπεπετασμένη : ὁ δὲ κόλπος τοῦ
5011760 μελιφρονος
μὲν οὔτε βοῶν ἄροτος μέλει οὔτε τις ἄλλη φυταλιὴ καρποῖο μελίφρονος , οὐδὲ μὲν οἵγε ποίμνας ἑρσήεντι νομῷ ἔνι ποιμαίνουσιν
˘˘αγορα – ] [ – ] [ – ] ο μελίφρονος ὕπνου [ ] [ – ˘˘ ἁμετέραν ] [
5010322 ἐγειρεν
οὐ κατένευσεν ἀπ ' εὐρυχόροιο πόληος , ἀλλά ἑ μᾶλλον ἔγειρεν , ἐπεί νύ ἑ θυμὸς ἀνώγει ἦρα φέρειν καὶ
Δαναοῖσι δὲ κῦδος ὀρέξειν . τὰ φρονέων νήεσσιν ἔπι γλαφυρῇσιν ἔγειρεν Ἕκτορα Πριαμίδην μάλα περ μεμαῶτα καὶ αὐτόν . μαίνετο
5009520 ἀπολλωνος
σκοποῦ τὸ τόξον : Ἥρως θεός . κατὰ χρησμὸν τοῦ ἀπόλλωνος ἥρωα καὶ θεὸν τὸν ἡρακλέα λέγει : Δάμασε δέ
Μείς τ ' ἐπιχώριος . ὁ δελφίνιος αἰγινήταις καλούμενος ἱερὸς ἀπόλλωνος , ἐν ᾧ ἀγὼν τοῦ ἀπόλλωνος ὑδροφόρια καλούμενος :
5006856 ὠδινουσῃ
ὑψηλῆς τινος ἀκρωρείας ἐκαθέζετο ἀστεροσκοπῶν , ἕτερος δὲ παρήδρευε τῇ ὠδινούσῃ μέχρις ἀποτέξαιτο , ἀποτεκούσης δὲ εὐθὺς δίσκῳ διεσήμαινε τῷ
δὲ περιτίθησι καὶ ὡσανεὶ τεῖχος ἡ φρόνησις τῇ Εὐιλὰτ τῇ ὠδινούσῃ ἀφροσύνῃ πρὸς πολιορκίαν αὐτῆς καὶ καθαίρεσιν : ἀφροσύνῃ δὲ
5004834 δεμνι
δ ' ἀπορεῖν ἀνδρὸς κακοῦ . ὑψόροφα μέλαθρα καὶ γεραιὰ δέμνι ' ἀμφὶ βάκτροις ἔρεισμα θέμενος ἐστάλην ἰηλέμων γέρων ἀοιδὸς
ὣς ἔφατ ' , Ἀργείη δ ' Ἑλένη δμῳῇσι κέλευσε δέμνι ' ὑπ ' αἰθούσῃ θέμεναι καὶ ῥήγεα καλὰ πορφύρε
5001888 κινυρομενη
αὐτοί μητέρα δεξιόωντο καὶ ἀμφαγάπαζον ἰδόντες γηθόσυνοι . τοῖον δὲ κινυρομένη φάτο μῦθον : “ Ἔμπης οὐκ ἄρ ' ἐμέλλετ
γόῳ δ ' ἐπὶ μακρὸν ἀύτει . Εὖτε κύων προπάροιθε κινυρομένη μεγάροιο μακρὸν ὑλαγμὸν ἵησι , νέον σπαργεῦσα γάλακτι ,
5001883 ἐπειγετο
δὲ τὰ κατὰ τὴν ἀνατολὴν ὁ Σεβῆρος ἐς τὴν Ῥώμην ἐπείγετο , ἄγων καὶ τοὺς παῖδας ἐς ἡλικίαν ἐφήβων ἤδη
' ὅτε δὴ συνάγειρεν ἀγακλειτοὺς βασιλῆας , Θρῄκην εἰς εὔπωλον ἐπείγετο δῖος Ἰήσων , καί μ ' ἔκιχεν κιθάρην πολυδαίδαλον
5001014 Πιεριας
πρῶτοι τὰ ὀνόματα θέντες . Ὦ Μοῦσαι αἱ ἐκ τῆς Πιερίας ὁρμώμεναι , καὶ ταῖς ὑμετέραις ᾠδαῖς καὶ φωναῖς τὰ
. . . οα ∠ ʹ λζ ∠ ʹδ : Πιερίας δὲ πόλεις αἵδε : Πίναρα . . . .
4994860 ἐκαλεσσατο
τεᾶς κεῖται ὑπὲρ κεφαλᾶς , ὥς σε μετ ' εὐχωλαῖς ἐκαλέσσατο λευγαλέας οἱ κῆρας ἀπ ' ὠδίνων τῆλε βαλεῖν λοχίων
τὰν ὑγίειαν , ἃν φέρομεν παρὰ τῆς θεοῦ , ἃν ἐκαλέσσατο τήνα . ὅτι ὁ μὲν ἄρτος καὶ ὁ οἶνος
4990449 χηραμου
τὸν σίδηρον ἐκ τοῦ τραύματος , καταρρεῖ πάλιν ἐκ τοῦ χηραμοῦ τὸ ξίφος ὅσον τῆς κώπης ἀνακουφίζεται τὸ μετέωρον καὶ
ὡς δ ' ὅτ ' ἐρημαῖοι , πεπτηότες ἔκτοθι πέτρης χηραμοῦ , ἀπτῆνες λιγέα κλάζουσι νεοσσοί , ἢ ὅτε καλὰ
4987984 Λεοντιου
Κουρῆτα λαὸν ἤινεσαν . . . : Δανάην δὲ τὴν Λεοντίου τῆς Ἐπικουρείου θυγατέρα ἑταιριζομένην καὶ αὐτὴν Σώφρων εἶχεν ὁ
ῥέῃ , λαμπροὶ δὲ ἡμεῖς διὰ Λεόντιον ὦμεν μετὰ τοῦ Λεοντίου . Ἴσως τἄλλα ψεύδομαι καὶ οὐκ ἐπεσταλκὼς ἐπεσταλκέναι φημί
4984902 πορφυρε
' ἐς δώματα Κίρκης ἤϊα : πολλὰ δέ μοι κραδίη πόρφυρε κιόντι . ἔστην δ ' εἰνὶ θύρῃσι θεᾶς καλλιπλοκάμοιο
καὶ γὰρ ἴσον τήναις θηλύνετο , καὶ τόσον ἄνθος χιονέαις πόρφυρε παρηίσι , καὶ τὸ βάδισμα παρθενικῆς ἐβάδιζε , κόμας
4981151 Ἀντανδρου
, Νεάνδρεια , Πιτύεια . Παράπλους Φρυγίας ἀπὸ Μυσίας μέχρι Ἀντάνδρου * * . ΛΕΣΒΟΣ . Κατὰ ταῦτά ἐστι νῆσος
: πόλις ὑπὸ τὴν Ἴδην πρὸς τῇ Μυσίᾳ , ἀπὸ Ἀντάνδρου στρατηγοῦ Αἰολέων . Ἀντάνδριος . . . Ἄντεια :
4978915 Ἠετιωνος
πάντ ' ἀγορεύω ; ᾠχόμεθ ' ἐς Θήβην ἱερὴν πόλιν Ἠετίωνος , τὴν δὲ διεπράθομέν τε καὶ ἤγομεν ἐνθάδε πάντα
οὗτοι ἐς τὴν Πέτρην καὶ παρελθόντες ἐς τὴν αὐλὴν τὴν Ἠετίωνος αἴτεον τὸ παιδίον : ἡ δὲ Λάβδα εἰδυῖά τε
4978577 ἁρπαγεισα
τοὺς ἐγχωρίους . Αἴγινα δ ' ἐκ Φλιοῦντος ὑπὸ Διὸς ἁρπαγεῖσα εἰς νῆσον ἀπεκομίσθη τὴν ἀπ ' ἐκείνης Αἴγιναν ὀνομασθεῖσαν
καταγαγὼν εἰς τὴν Ἰθάκην . Σαλαμὶς δ ' ὑπὸ Ποσειδῶνος ἁρπαγεῖσα ἐκομίσθη εἰς τὴν ἀπ ' αὐτῆς νῆσον Σαλαμῖνα προσαγορευθεῖσαν
4978144 ἐκλυεν
ἀπέραντον ὁδόν , τοῦτο Νεοκλῆος πινυτὸν τέκος ἢ παρὰ Μουσέων ἔκλυεν ἢ Πυθοῦς ἐξ ἱερῶν τριπόδων . εἰσόμεθα δὲ καὶ
πάντα ἐπήκοα ἦν . Δῆλον τοῦτ ' ἐστὶν ὅτι ὄρνεα ἔκλυεν αὐτοῦ ὡς οἱ τῶν ἱερῶν γράμμ ' ἀναλεξάμενοι φάσκουσίν
4977156 ἰκριοφιν
ἀργαλέῳ ἔχετ ' ἄσθματι κῆρ ἀπινύσσων . ” ἀπ ' ἰκριόφιν ἀπὸ τοῦ ἰκρίου . λέγει δὲ ἴκριον καὶ τὴν
δ ' ἄρ ' ἀρνευτῆρι ἐοικὼς κάππες ' ἀπ ' ἰκριόφιν , λίπε δ ' ὀστέα θυμὸς ἀγήνωρ . Ζεὺς
4975244 πεσε
ἐκ δ ' ἔσπασεν ἔγχος : ὃ δ ' ἑσπόμενος πέσε δουρὶ πρηνής , ἀμφὶ δέ οἱ βράχε τεύχεα ποικίλα
εἴη , ῥῆξε δ ' ἀπ ' ἀμφοτέρους θαιρούς : πέσε δὲ λίθος εἴσω βριθοσύνῃ , μέγα δ ' ἀμφὶ
4974762 ἐρρεεν
γὰρ ἀμφορέας ] μέτρον τι ὕδατος πρὸς μεμετρημένον ἡμέρας διάστημα ἔρρεεν . ἐμετρεῖτο δὲ τῷ Ποσειδεῶνι μηνί , ὡς ἐν
ἀνέμοισι θαλάσσης καὶ Διὸς ὕδωρ μισγόμενον : ποταμῷ γὰρ ἀλίγκιος ἔρρεεν αἰθὴρ συνεχές , ἣ δ ' ὑπένερθεν ἐμαίνετο δῖα
4964082 Πηλιας
δ ' ἐρρώσαντο πόδεσσιν προπροβιαζόμενοι : ἡ δ ' ἕσπετο Πηλιὰς Ἀργώ ῥίμφα μάλ ' , οἱ δ ' ἑκάτερθεν
παμφανόωσα . Τοῖς δὲ παρεκτετάνυστο κατὰ χθονὸς ὄβριμον ἔγχος , Πηλιὰς ὑψικόμοισιν ἐειδομένη ἐλάτῃσι , λύθρου ἔτι πνείουσα καὶ αἵματος
4964011 Ἀχεροντος
ἔστιν ἐν ἀπονίᾳ καὶ ἀλυπίᾳ πάσῃ . Γοργύραν δὲ τοῦ Ἀχέροντος γυναῖκα προσανέπλασαν , ἀπὸ τοῦ γοργὰ φαίνεσθαι τοῖς πολλοῖς
κόραν Πριάμου Κασσάνδραν πολιῷ χαλκῷ σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ πόρευ ' Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ ' εὔσκιον νηλὴς γυνά . πότερόν νιν

Back