ταύτης δυναμένης βίον πορίζειν , εἰ καὶ ἡ γεωργία πρεπωδεστέρα χθονίοις ἡμῖν οὖσι ζῴοις καὶ ἐκ γῆς τρέφεσθαι τῆς γεννησαμένης
ῥιπτέσθω μὲν αἰθαλοῦσσα φλόξ , λευκοπτέρῳ δὲ νιφάδι καὶ βροντήμασι χθονίοις κυκάτω πάντα καὶ ταρασσέτω : γνάμψει γὰρ οὐδὲν τῶνδέ
7193017 ὁδοιποροις
: καὶ τὸ ὁδίταις γράφεται καὶ ὁδουροῖς , ἤτοι τοῖς ὁδοιπόροις θάνατον προσπελάσσει καὶ ἐμβάλλει , ἄγαν ὀργίλως θυμουμένη .
ἐστι ποικίλα καὶ ὑποδρομαὶ συνεχεῖς , ἐν ὥραι θέρους καταφυγεῖν ὁδοιπόροις ἥδιστα καταγώγια , ἃ καὶ δίδωσιν ἀσμένως ψυχάσαι .
7180352 Δαιμονες
ἔπεμψαν , ἀνέδωκαν , ἀνεβλάστησαν , ἀνέπεμψαν , ἐγέννησαν . Δαίμονες : αἱ Μοῦσαι , αἱ θεαί . ἐν Κιλίκεσσιν
πλήρη τὰ τῶν ἀρχαγγέλων , φωτεινὰ δὲ τῶν ἀγγέλων . Δαίμονες δὲ θολῶδες διαφαίνουσι τὸ πῦρ , ἥρωες δὲ σύμμικτον
7157566 ἱερωτατοις
ποτε τὰς πόλεις τῶν Λευιτῶν ἀνῆκε τοῖς φυγάσι , τοῖς ἱερωτάτοις τοὺς ἀνιέρους εἶναι δοκοῦντας συνοικεῖν ἀξιώσας : οὗτοι δ
; ἀλλὰ μὴ τὸ πρόχειρον τοῦτο καὶ κατημαξευμένον ἐν τοῖς ἱερωτάτοις χρησμοῖς ἀναγεγράφθαι νομίσῃς , ἀλλ ' ὅπερ ἀποκεκρυμμένον ἰχνηλατεῖται
7114499 λεουσιν
γινόμεθα , ἄπιστοι καὶ ἐπίβουλοι καὶ βλαβεροί , οἱ δὲ λέουσιν , ἄγριοι καὶ θηριώδεις καὶ ἀνήμεροι , οἱ πλείους
ὑπολαμβάνω καὶ τὰ θηρόβοτα Νομάδων ἐνδιαιτήματα . μᾶλλον γὰρ ἐμπελασθεὶς λέουσιν ἀκινδύνως συναυλισαίμην ἂν καὶ συνευνηθείην ἑρπετοῖς πᾶσιν ἢ τοῖς
7064924 βροντημασι
: Λευκῇ καὶ ταχείᾳ : ἤγουν ἀργῆτι κεραυνῷ . : βροντήμασι χθονίοις : Αἱ γὰρ βρονταὶ καὶ οἱ σεισμοὶ καὶ
ταῦτα ῥιπτέσθω μὲν αἰθαλοῦσσα φλόξ , λευκοπτέρῳ δὲ νιφάδι καὶ βροντήμασι χθονίοις κυκάτω πάντα καὶ ταρασσέτω : γνάμψει γὰρ οὐδὲν
7011336 ἀιδιοι
, ὃ καθαρῶς τοῖς ἀιδίοις ὑπάρχει καὶ τοῖς καθό εἰσιν ἀίδιοι καὶ τοῖς ἀκωλύτως τὸ ἀγαθὸν διώκουσιν ἢ ἔχουσιν .
. ἰστέον οὖν ὅτι αἱ μὲν ὑπὸ ἀκινήτων ἀρχῶν γινόμεναι ἀίδιοι ὑπάρχουσιν , αἱ δὲ ὑπὸ κινουμένων φθαρταὶ προσεχῶς :
6974668 παρακμαζουσιν
, καὶ τροφαῖς ἱκαναῖς τρέφεσθαι καὶ εὐτρόφοις . τοῖς δὲ παρακμάζουσιν ἁρμόζει δίαιτα ὑφειμένη καὶ ψυχῆς καὶ σώματος : τὰ
τοῖς δὲ ἀκμάζουσι ξανθὴ χολὴ , τοῖς δὲ μέσοις ἢ παρακμάζουσιν ἡ μέλαινα , τοῖς δὲ γέρουσι τὸ φλέγμα .
6970113 ὀμβροις
γε ἡμᾶς ὅτι ὕονται δεῖ , ἀλλὰ πάρεσμεν αὐτοὶ τοῖς ὄμβροις καὶ προσοικοῦμεν ὡς ἔπος εἰπεῖν τὰς ὄχθας . καὶ
τοιαῦτ ' ἐστὶν ἃ λέγουσιν οἱ προστιθέντες τὴν αἰτίαν τοῖς ὄμβροις . Βούλομαι δέ σοί τι καὶ περὶ τῶν νεφῶν
6953733 ἀκμαζουσιν
αὐτὸς ἀὴρ τοῖς μὲν γέρουσι ψυχρὸς εἶναι δοκεῖ τοῖς δὲ ἀκμάζουσιν εὔκρατος , καὶ τὸ αὐτὸ χρῶμα τοῖς μὲν πρεσβυτέροις
τοίνυν τὴν ἐν ἅπασιν ἡδονὴν ἀνθοῦσαν τότε νῦν ὁρῶμεν ἐν ἀκμάζουσιν , ἐν γέρουσιν , παισί , γυναιξίν , ἐλευθέροις
6898822 μαινομενοις
ῥα κελαινώπαν θυμὸν ἐφυβρίζει πολύτλας ἀνήρ , γελᾷ δὲ τοῖσι μαινομένοις ἄχεσιν πολὺν γέλωτα , φεῦ , φεῦ , ξύν
ὑπὸ σοῦ οἷον ἐνθουσιῶν . παραπλησίως γὰρ τοὺς ποιητὰς τοῖς μαινομένοις ἐνθουσιᾶν λέγεται . κέχρηται δὲ ἐπὶ τοῦ ἀρχόμενος παρατατικοῦ
6855118 πνευμασι
πνεύμασι ] ταῖς ἐκ τῶν μυκτήρων σφοδρῶς ἐκπνεομέναις πνοαῖς . πνεύμασι ] πνοαῖς . ἐσχημάτισται δ ' ἀσπίς : ἡ
| δὲ ἔχει τὸ πρόσωπον , ὅταν ἀγριαίνῃ ταρασσομένη τοῖς πνεύμασι : καὶ νῦν μὲν ἀφρῷ λευκῷ [ . .
6849746 γυιαι
: σύνταξις : πέφρικαν δὲ καὶ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ
γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν
6821102 ὑψεσιν
ΒΤ , ΔΨ ἄρα στερεῶν παραλληλεπιπέδων ἀντιπεπόνθασιν αἱ βάσεις τοῖς ὕψεσιν [ ὧν δὲ στερεῶν παραλληλεπιπέδων τὰ ὕψη πρὸς ὀρθάς
ΑΒ πρὸς τὴν ΒΓ , καὶ ἀντιπεπονθέναι τὰς βάσεις τοῖς ὕψεσιν : καὶ τὸ γινόμενον ἄρα ὑπὸ τοῦ πολυγώνου στερεὸν
6819054 καταρχαι
, τουτέστι τετράγωνα , διάμετρα : χαλεπώταται γὰρ αἱ τοιαῦται καταρχαὶ τοῖς πλέουσιν . ἐπὰν ἡ Σελήνη μὲν κακοποιηθῇ ,
, τουτέστι διάμετρα καὶ τετράγωνα : χαλεπώταται γὰρ αἱ τοιαῦται καταρχαὶ ταῖς ναυσὶ καὶ τοῖς πλέουσιν . ἐπὰν δὲ ἡ
6739101 πλοκαμοις
: προσπλέξωσι , περιπτύξωσι , περιπλέξωσιν . σπείραις : τοῖς πλοκάμοις , περὶ τοῖς ποσὶ διὰ τὸ κυκλοτερὲς , τοὺς
Ἰκμαλέοισι : διύγροις . θυσάνοισι : πτεροῖς , ἱματίοις , πλοκάμοις , κροσσοῖς . πάγη : ἐσουβλίσθη . Μεμαυῖα :
6734744 νεφελαι
Γαδρωσίων , ἀλλὰ τὰ ὄρη , ἵναπερ προσφέρονταί τε αἱ νεφέλαι ἐκ τοῦ πνεύματος καὶ ἀναχέονται , οὐχ ὑπερβάλλουσαι τῶν
ἐλαιώδη , φαῦλα δὲ ἔτι τὰ λεπτὰ καὶ ὑδατώδη . νεφέλαι δὲ καὶ ὑποστάσεις πονηραὶ αἱ πελιδναὶ , αἱ μέλαιναι
6721738 λεπτυνουσι
: διὸ καὶ ἀμμώδη πολλὰ τῶν νεφρῶν ἐκκρίνει . ἰσχάδες λεπτύνουσι καὶ τέμνουσι καὶ νεφροὺς ἐκκαθαίρουσιν . ἀμύγδαλα ῥύπτει καὶ
προσήκει , τὰ δὲ παχέα καὶ τούτοις μὲν καὶ τοῖς λεπτύνουσι δέ , τὰ δὲ δριμέα τοῖς ἀμαυροῦν τὴν δῆξιν
6704516 ἁγιοις
ὧν αἱ μὲν πέντε ἀπεικονίσθησαν καὶ ἔστιν αὐτῶν ἐν τοῖς ἁγίοις τὰ μιμήματα , προστάξεως μὲν καὶ ἀπαγορεύσεως οἱ ἐν
, ὢ ἰὲ Παιάν . Ὅθεν Τριτογενῆ προναίαν ἐμ μαντείοις ἁγίοις [ ] σέβων ἀθανάτοις ἀμοιβαῖς [ ] , ἰὴ
6702933 κρεισσοσιν
: τῷ γὰρ χρόνῳ νοῦν ἔσχον , ὥστε συμφέρειν τοῖς κρείσσοσιν . Ὦ Ζεῦ , δέδορκα φάσμ ' ἄνευ φθόνου
ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσῳσα δούλην οὖσαν : οἱ γὰρ ἥσσονες τοῖς κρείσσοσιν φιλοῦσι δουλεύειν βροτῶν . πάλαι σκοποῦμαι τὰς τύχας τῶν
6695591 νιφαδες
σῖτον αἱρουμένῳ πολλάκις . τὸ πολὺ δὲ ἐποίουν καὶ αἱ νιφάδες , ἡνίκ ' ἂν ἀλλήλοις ἐντύχοιμεν . οὐ γὰρ
ἀπάνευθε νεῶν ἐχέοντο θοάων . ὡς δ ' ὅτε ταρφειαὶ νιφάδες Διὸς ἐκποτέονται ψυχραὶ ὑπὸ ῥιπῆς αἰθρηγενέος Βορέαο , ὣς
6658028 αἰνομοροις
τοῦ ὧν χάριν , φιλονεικία ἐγένετο καὶ θανάτου τέλος τοῖς αἰνομόροις ἀδελφοῖς , μενεῖ καὶ ἀπομενεῖ καὶ ἐπικτηθήσεται τοῖς ἐπιγόνοις
ὧν ] κτημάτων . δι ' ὧν ] κτεάνων . αἰνομόροις ] κακοθανάτοις . Ξ αἰνομόροις ] τοῖς δυστυχέσι καὶ
6648374 φασμασι
ἀδικουμένοις εὐμενὴς τοὺς μὲν ἐπιτιθεμένους κατέπληξε σημείοις καὶ τέρασι καὶ φάσμασι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα κατ ' ἐκεῖνον τὸν χρόνον
. ὁ δὲ νοῦς : τί μετεωρίζομαι ἐν τούτοις τοῖς φάσμασι : γράφεται νύξ : μελανοπτερύγων : ἐπειδὴ ἐν νυκτὶ
6644455 δακνωδεσιν
διάῤῥοιαι χολώδεες , λεπτοῖσι , πολλοῖσιν , ὠμοῖσι , καὶ δακνώδεσιν : ἔστι δ ' οἷσι καὶ ὑδατώδεες : πολλοῖσι
κοιλίη ἐταράχθη χολώδεσιν , ὀλίγοισιν , ἀκρήτοισι , λεπτοῖσι , δακνώδεσιν : πυκνὰ ἀνίστατο . Ἀφ ' ἧς δὲ παρέκρουσε
6634149 δενδρεσιν
' ἑταῖρον ὠνόμασεν ὁ ἱερὸς λόγος . καθάπερ γὰρ τοῖς δένδρεσιν ἐπιφύονται βλάσται περισσαί , μεγάλαι τῶν γνησίων λῶβαι ,
τὸ ” περιέφυσαν “ ἐν τοῖς ὑποδήμασιν , ὅπερ οἰκεῖον δένδρεσιν . περσικαί ] ὑποδήματα . ἢ ἴχνη . ὑπολύσας
6630550 φωλεοις
: ἢ γὰρ ἥλοις κατιωμένοις ἢ ῥάκεσι σεσηπόσιν ἢ ἑρπετῶν φωλεοῖς παραφύονται ἢ δένδρεσιν ἰδίως βλαπτικοῖς . ἔχουσι δ '
σαφῆ καὶ ἐν τοῖς σωματικοῖς καὶ ἐν τοῖς αἰσθητοῖς ἐγκατειλημμένοι φωλεοῖς κατόψεσθε , τοτὲ μὲν ἐν τοῖς βαθέσιν ὕπνοιςἀναχωρήσας γὰρ
6628480 ὀρχεσιν
μέρος ἑλικοειδὲς γιγνόμενον φέρεται ἄνωθεν κάτω , καὶ ἐμφύεται τοῖς ὄρχεσιν ἔξωθεν τῆς μήτρας , ἑκατέρωθεν αὐτῆς ἐκ τῶν πλαγίων
τινες [ ὅτι ] τὴν ἀρρενότητα τοῖς ἀνδράσιν ἐν τοῖς ὄρχεσιν ἔχειν . Τὸ δέρμα , χρείας ἕνεκεν μόνης γεγενημένον
6604573 ἱερωταται
ὅμοιον τῷ θʹ : τὸ ιʹ ” καὶ πρόσοδοι μακάρων ἱερώταται “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ιʹ : τὸ ιαʹ ”
ναοί θ ' ὑψερεφεῖς καὶ ἀγάλματα , καὶ πρόσοδοι μακάρων ἱερώταται εὐστέφανοί τε θεῶν θυσίαι θαλίαι τε παντοδαπαῖσιν ὥραις ,
6594162 ῥοθιοις
πόλεσιν ἄγεται τὰ ἐπιτήδεια . ῥοθίοις ] ῥεύμασι . Ξ ῥοθίοις ] κύμασι . ῥοθίοις ] κινήμασι . ῥοθίοισι ]
δ ' ἀνάγονται ὑπ ' εἰρεσίας ἀνέμων τ ' εὐαέσσιν ῥοθίοις ἀνὰ δ ' ἱστία . . . . .
6593907 σπερμασι
ὅλης δύναμιν κατὰ λόγους κοσμεῖν : οἷα καὶ οἱ ἐν σπέρμασι λόγοι πλάττουσι καὶ μορφοῦσι τὰ ζῷα οἷον μικρούς τινας
εἶναι γὰρ τὴν τῶν ἐναντίων ἐπιθυμίαν ἴσως καὶ ἐν τοῖς σπέρμασι καὶ ἐν τῇ γῇ . οὕτω μέντοι , ὥστε
6588837 νοτιοις
Ὕδρου κεφαλῆς , ὁ ἐκφανής , ὅς ἐστιν ἐν τοῖς νοτίοις ποσὶ τοῦ Καρκίνου , καὶ τῆς Ἄρκτου ὁ βορειότερος
δὲ τὰ πυρεῖα βορείοις μὲν θᾶττον καὶ μᾶλλον ἐξάπτεται , νοτίοις δὲ ἧττον : καὶ ἐν μὲν τοῖς μετεώροις μᾶλλον
6588733 ἀσκηταις
φιλοθεάμοσι καὶ τὰ ἀσώματα ὁρᾶν γλιχομένοις , ἅτε ἀτυφίας οὖσιν ἀσκηταῖς , πορρωτάτω τοῦ σώματος ἔθος διοικίζεσθαι . εὔχου δὴ
ὅμως οὐδενὸς δεῖται : χαίρει δὲ φιλοθέοις γνώμαις καὶ ἀνδράσιν ἀσκηταῖς ὁσιότητος , παρ ' ὧν ψαιστὰ καὶ κριθὰς καὶ
6573061 φθαρτοις
τῶν σωμάτων κεχώρισται . ὥστε εἰ καὶ τῶν ἐν τοῖς φθαρτοῖς σώμασι ποιοτήτων μὴ λείπῃ τις ἀντιληπτικὴ αἴσθησις , ἄδηλον
φθαρτοῖς * * * . καὶ εἰ μὲν γενητοῖς καὶ φθαρτοῖς ὑπάρχει , χωρισθείσης πάντως φθείρεται ἐκεῖνο ᾧ ὑπάρχει .
6572636 χθονια
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις
6564893 διαλειπουσιν
ἡμέρην ἔχουσι , νύκτα διαλείπουσι , νύκτα ἔχουσιν , ἡμέρην διαλείπουσιν : ἡμιτριταῖοι , τριταῖοι , τεταρταῖοι , πεμπταῖοι ,
, ταῦθ ' οἱ νόμοι λέγουσι , πλὴν ὅσον οὐ διαλείπουσιν οἵ γε νόμοι λέγοντες , ἀλλὰ δι ' αἰῶνος
6564518 πληθυουσιν
μὲν ἐν Κανώβῳ πολλαὶ καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ Νείλου ἀνάβασιν πληθύουσιν . ὧν λεπτότεραι μέν εἰσιν αἱ βασιλικαὶ διαχωρητικαί τε
: οἱ δὲ ποταμοὶ ἑτέρωθεν τοῖς θυμιάμασι καὶ τοῖς ἀρώμασι πληθύουσιν , αὐτοί τε οἱ κατοικοῦντες λίαν εὐτραφῆς γῆν ἔχοντες
6552665 ἀφορωσι
ὑπὸ τοῦ σάλου καὶ τῶν κυμάτων ταρασσόμενοι ναυτιῶσι καὶ ἀηδῶς ἀφορῶσι πρὸς τὴν θάλασσαν , οὕτω καὶ ὁ δῆμος ναυτιᾷ
εἰσι μάλιστα οἱ προέχοντες . ἐπείπερ οἱ πολλοὶ πρὸς ἡδονὰς ἀφορῶσι μάλιστα καὶ ταύτην κρίνουσι τέλος τῆς οἰκείας ζωῆς ,
6545737 παγοις
πατρὸς Ὠκεανοῦ , μέγα πρεσβεύων Ἄργους τε γύαις Ἥρας τε πάγοις , καὶ Τυρσηνοῖσι Πελασγοῖς . Τυρρηνίας μὲν γὰρ δὴ
δὲ τὴν συνεχῶς χιονιζομένην γῆν , διὰ τὸ φθείρεσθαι τοῖς πάγοις τινὰ τῶν σπερμάτων , μικρὸν πυκνότερον σπαρτέον . Τὴν
6543068 ψαλιδες
ἐξ ὀπτῆς πλίνθου καὶ ἀσφάλτου κατεσκευασμένοι καὶ αὐτοὶ καὶ αἱ ψαλίδες καὶ τὰ καμαρώματα . ἡ δ ' ἀνωτάτω στέγη
. καὶ ἐν ἄλλοις ὀργάνοις χάριν τῆς αὐτῆς χρείας παρελήφθησαν ψαλίδες : ἐν δέ τισιν ὀργάνοις πρὸς ἀσφαλῆ συμπηγίαν σκελῶν
6535842 δηγμασιν
, φονῶσαν κατὰ τοῦ κρείττονος , ἰοβόλοις καὶ ἀνωδύνοις γλιχομένην δήγμασιν ἀποκτεῖναι : τὸν δὲ Μωυσέως ὄφιν τὴν ἡδονῆς ἐναντίαν
πρὸς τὰς ἀποσφίγξεις ὀμοίαν ποιεῖται τὴν αἴσθησιν τοῖς τῶν μυρμήκων δήγμασιν . ὁ δὲ ἀκροχορδὼν στενὴν ἔχει τὴν βάσιν ,
6533412 ἀλεκτρυοσι
δυνάμεως τά τε βούγλωσσα καὶ ἡ ψῆττα . καὶ τοῖς ἀλεκτρυόσι δέ , εἰ γυμνάζοιτό τις , οὐ κωλύω χρῆσθαι
τῶν ἀλεκτρυόνων . τοῖς κοιτῶσι , τοῖς Σαρπηδόσι , τοῖς ἀλεκτρυόσι . τοὺς κοιτῶνας , τοὺς Σαρπηδόνας , τοὺς ἀλεκτρυόνας
6531712 σελαγειται
ὄμμα . . . αἰθέρος : τὸν ἥλιον λέγει . σελαγεῖται : ἐκπυροῦται , λάμπει . λάμπραις . μαρμαίρειν γὰρ
κελαδήματα καὶ πόντον κελάδοντα βαρύβρομον : ὄμμα γὰρ αἰθέρος ἀκάματον σελαγεῖται μαρμαρέαισιν αὐγαῖς . ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον ἀθανάτας
6531636 ἐγκατοικοι
κάμνουσιν . Κολχίδος τε γᾶς : Αἱ παρθένοι τε αἱ ἐγκάτοικοι τῆς Κολχίδος γῆς , αἱ ἄτρεστοι καὶ ἄφοβοι ἐν
αἰχμαῖς ὀξείας ἄκρας ἐχούσαις , ἤγουν οἱ Κόλχοι . . ἐγκάτοικοι . ἁγνᾶς ] καθαρᾶς , διὰ τὴν τοῦ ἡλίου
6522885 πολυκαρπα
καὶ ὤκιμον ἐμφλοιοσπέρματα , θριδακίνη δὲ παπποσπέρματον . Πάντα δὲ πολύκαρπα καὶ πολυβλαστῆ , πολυκαρπότατον δὲ τὸ κύμινον . ἴδιον
συμβαίνειν καὶ περὶ τὰ φυτά : τὰ γὰρ πολύφορα καὶ πολύκαρπα καὶ αὐτὰ θᾶττον καταγηρῶσιν , τὰ δὲ στεριφὰ καὶ
6522651 φασμασιν
: μετεωρίζομαι : δείμασι φάσμασι : ἤτοι ἀντὶ τοῦ δεινοῖς φάσμασιν ἢ δείμασι φασμάτων . ὁ δὲ νοῦς : τί
δὴ τοὺς ἱερέας καταμανθάνειν ἀπὸ τῆς ὅλης τάξεως ἐν τοῖς φάσμασιν , ἣν οὐ τηροῦντα διελέγχεται , καὶ ἀποδοκιμάζειν αὐτῶν
6520036 χαρεισαι
ιβʹ , ὧν τελευταῖος ἐπακούσατε δεξάμεναι θυσίαν καὶ τοῖς ἱεροῖσι χαρεῖσαι . καλεῖται δὲ τὸ μέτρον τοῦτο ἀριστοφάνειον , ὡς
ἱεροῖσι / ] ] θύμασι . φανεῖσαι ] παραγενόμεναι . χαρεῖσαι ] εὐφρανθεῖσαι . τελευταῖος τῶν ἀναπαίστων . ⸎ .
6516233 ἁμαδρυαδες
Δρυοπίδι . καὶ εἰς τοῦτο παριοῦσαν τὸ ἱερὸν Δρυόπην ἥρπασαν ἁμαδρυάδες νύμφαι κατ ' εὐμένειαν καὶ αὐτὴν μὲν ἀπέκρυψαν εἰς
πολιᾶς . Ἀριστοφάνης Τελμησσεῦσιν . ἀλωπόχρους : ὁ πολιός . ἁμαδρυάδες : νύμφαι , αἳ ἅμα δρυσὶ γίνονται καὶ ἀπογίνονται
6508456 μυρμηξι
αὐτοὺς , ὡς εἶδον ταῦτα πράττοντας , τῶν ἔξωθεν ἐρχομένων μύρμηξι , Μυρμιδόνας κληθῆναι . μεθ ' ὧν συνοικίσαντα τὸν
ἀκμὴ καὶ οἱ μὲν τέττιγες μουσικὴν ἀνεβάλλοντο σύντονον , τοῖς μύρμηξι δὲ πονεῖν ἐπῄει καὶ συλλέγειν καρπούς , ἐξ ὧν
6508158 νοημασιν
. περιείληφεν ὀνόμασι συγκεκρότηταί τε καὶ συνέσπασται καὶ περιτετόρνευται τοῖς νοήμασιν ἄμεινον ἰσχύϊ τε πλείονι κέχρηται καὶ τόνοις ἐμβριθεστέροις καὶ
καὶ τοῖς αὐτοῖς χρώμενοι κεφαλαίοις , οὐ τοῖς ἴσοις χρῶνται νοήμασιν , ἀλλ ' οἱ μὲν πολλοῖς , οἱ δὲ
6507471 συννομοι
καρποφόρα τε γᾶς ἐπιπετόμενος ἰαχεῖ . ὧ πταναὶ δολιχαύχενες , σύννομοι νεφέων δρόμωι , βᾶτε Πλειάδας ὑπὸ μέσας Ὠρίωνά τ
καθόλου τοὺς συγγενεῖς αὐτοῦ Κλεωνυμίδας κέκληκε . καὶ ματρόθεν Λαβδακίδαισι σύννομοι : ὡς κατὰ μητέρα ἀπὸ Λαβδάκου καὶ Οἰδίποδος τοῦ
6505297 διανεμουσι
δὲ ὀστᾶ μεταστειλάμενοι καὶ τὸ Θησεῖον οἰκοδομήσαντες ἰσοθέους οὕτω τιμὰς διανέμουσι . διανομαὶ δὲ καὶ εὐωχίαι τοῖς Θησείοις γίνονται :
πρὸς ἡμᾶς , ἀλλὰ πανταχῇ πάντων ἀγαθῶν αὐτοὶ κρατοῦσι καὶ διανέμουσι δαψιλῶς τοῖς ἐθέλουσι δέχεσθαι : τὰ κακὰ δὲ ἀλλαχόθεν
6501355 Ναϊδες
δὲ τὴν φύσιν , αἳ δὲ τὰ σώματα ἐπιτροπεύουσαι , Ναΐδες τέ τινες καὶ Ἁμαδρυάδες καὶ Ὀρεστιάδες καλούμεναι , περὶ
: σκνιπός , φειδωλός . . . , . Ν Ναΐδες : πηγαί . νύμφαι παρὰ τοῖς νάμασι διατρίβουσαι .
6498778 μαλακοις
δὲ καὶ τοῖς ἱδρῶσι ποδηγεῖν . τὴν μὲν οὖν γαστέρα μαλακοῖς κλύσμασι κινεῖν : τὰ δ ' οὖρα προτρέπειν σελίνου
. κιττοὶ δὲ αὐτὸ περιεῖρπον , καὶ ἐνεπλέκοντο οἱ κιττοὶ μαλακοῖς δένδροις καὶ δι ' αὐτῶν ἀνεῖρπον . κρόκοι τε
6492615 τρυφαι
εὔκοσμοι , αἱ καλοὺς ἔχουσαι στεφάνους . . θαλίαι ] τρυφαῖ , εὐωχίαι . . , αἱ θάλλουσαι ὥσπερ ἄνθη
εὔκοσμοι , αἱ καλοὺς ἔχουσαι στεφάνους . . θαλίαι ] τρυφαῖ , εὐωχίαι . . , αἱ θάλλουσαι ὥσπερ ἄνθη
6492612 κληροις
καὶ δὴ τῷ Ἰάσονι ὁ μαντικώτατος Μόψος ὄρνισί τε καὶ κλήροις μαντευόμενος προθύμως ἐνεβίβασε τῷ σκάφει τοὺς Ἀργοναύτας , αἴσιον
τῶν συγγενικῶν συναφειῶν καὶ αὖθις διαιρεθέντας ἀναμὶξ καὶ ἀδιαφόρως τοῖς κλήροις ἀποδοθῆναι . ἀλλὰ τίς λόγος τὸ μέγεθος τῆς συμφορᾶς
6490267 ὀφεσιν
καὶ Λυδαί , κατακεχυμέναι τὰς τρίχας καὶ ἐστεφανωμέναι τινὲς μὲν ὄφεσιν , αἳ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ :
ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ ὄφις : ὅλοις γὰρ ἁρμόττει τοῖς ὄφεσιν : ἐκεῖνα οὔτε εἰς θος οὔτε εἰς δος κλίνονται
6490256 συμφερουσι
οὐδ ' ἰατρὸς ἀκρατεῖ νοσοῦντι . πόνος μὲν γὰρ τοῖς συμφέρουσι , ῥᾳστώνη δὲ τοῖς βλαβεροῖς ἕπεται : πόνου δὲ
εὔνοιαν . οἱ δὲ μαλακοὶ τῶν ἰχθύων μόνοις τοῖς πανούργοις συμφέρουσι : καὶ γὰρ αὐτοὶ μεταβάλλοντες τὰ χρώματα καὶ ὁμοιούμενοι
6489988 ἐνυπαρχουσι
' „ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν „ : ἡμῖν γὰρ αὐτοῖς ἐνυπάρχουσι καὶ ἐμφωλεύουσιν οἱ ὑπαίτιοι καὶ ἐπίληπτοι λογισμοί , οὕς
| καὶ φανερὸν ὥσπερ ἐλέχθη δι ' ὅτι δυνάμει πάντες ἐνυπάρχουσι τὰς δ ' ἐνεργείας αἱ ἀλλοιώσεις ποιοῦσιν . Εἰσὶ
6488590 πλασταις
, Ἄνδριος καὶ οὗτος , Προκλῆς ὁ Λυκαστίδα : τοῖς πλάσταις δὲ οἳ τοὺς ἀνδριάντας ἐποίησαν , τῷ μὲν Στόμιός
τῇ Σπάρτῃ δημιουργῶν . ἔπειτα δυσσεβὲς ἔθος εἰσάγεις γραφεῦσι καὶ πλάσταις . ὅσοι γὰρ ἂν γυναικῶν ἐρῶντες τυγχάνοιεν , εἴτε
6486334 εὐειλοις
ποιοῦσιν ὥσπερ καὶ τῶν δένδρων τῶν ἐν τοῖς προσηνέμοις καὶ εὐείλοις . Ὡσαύτως δὲ καὶ οἱ ἐν τοῖς ἀγγείοις τιθέμενοι
, τὰ δ ' ἐν τοῖς εὐπνόοις καὶ προσηνέμοις καὶ εὐείλοις ἔτι δὲ μανὰ πεφυκότα ἧττον . Ἥ τε γὰρ
6475693 ἐπετειοις
γῆς πεφυκὸς ἐφ ' ἕν : τοῦτο γὰρ κοινότατον ὁμοίως ἐπετείοις καὶ χρονίοις , ὃ ἐπὶ τῶν δένδρων καλεῖται στέλεχος
: ὧν ἑκάτερον ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν τὸ μὲν ἐν τοῖς ἐπετείοις μᾶλλον τὸ δ ' ἐν τοῖς δένδροις ἐστὶν ὡς
6471337 πιστευσατε
ὅλης καρδίας αὐτῶν καὶ ἰσχυροποιῆσαι αὐτοὺς ἐν τῇ πίστει . πιστεύσατε οὖν τῷ θεῷ ὑμεῖς οἱ διὰ τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν
λέγοντες ; ὦ ἄνθρωποι , συγκατάθεσθε ὅτι οὐδεὶς συγκατατίθεται : πιστεύσατε ἡμῖν ὅτι οὐδεὶς πιστεύει οὐδενί . Οὕτως καὶ Ἐπίκουρος
6468637 συνεμπιπτουσι
καὶ ἅπαντα τὰ τοιαῦτα . καὶ ἐπεὶ πάλιν αἱ κλητικαὶ συνεμπίπτουσι ταῖς εὐθείαις , συγγίνεται δ ' εὐθείαις τὰ ὁριστικὰ
ἁπάντοτε κλητικαῖς σύνεστιν . . Πρόκειται δὲ ὡς τὸ πλέον συνεμπίπτουσι τῆς ὁριστικῆς ἐγκλίσεως αἱ φωναί , ὡς τὸ λέγετε
6467252 ἀστρασιν
ἀποκλίνως ' ἀπὸ κέντρου , ἢ συναφὴν τεύχως ' ὀλοεργέσιν ἀστράσιν οἵδε , μὴ Διὸς αὖ λεύσσοντος ἢ ἁβροκόμοιο Κυθήρης
: ἐμφανές * ἀπλανές : πολυπλανές διαστεῖλαν τοὺς πλανήτας * ἀστράσιν : ζῳδίοις * ἄστροις : γράφεται ἀστράσιν . *
6466303 ἀνεχουσι
πάλιν ὀρθοτονοῦνται , καθὸ συνδεθεῖσαι πρός τι πτωτικὸν τὸν λόγον ἀνέχουσι . . Φησὶ δέ που καὶ ὁ Ἅβρων οὐ
ἀντολίην ὁρόωσαι : μέσσαι δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα δύω ἀνέχουσι κολῶναι , ἡ μὲν ὑπαινοτίη , τήν τε κλείουσι
6461415 ἀστραπαι
] ἤγουν διὰ ταῦτα αἰθάλουσα φλόξ ] καυστικός , ἤγουν ἀστραπαί τε καὶ κεραυνός λευκοπτέρῳ ] ἤγουν λευκῇ νιφάδι ]
παρέχουσιν , οἳ Κύκλωπες , ἤγουν αἱ βρονταί , αἱ ἀστραπαί , καὶ οἱ κεραυνοὶ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιοι τοῖς
6456090 ἐρρωμενοις
πάντα θάνατον μὲν τοῖς νοσοῦσιν ἀπραγίαν δὲ καὶ μακρονοσίαν τοῖς ἐρρωμένοις σημαίνει . Περὶ διδασκαλίας τεχνῶν καὶ ἔργων καὶ ἐπιτηδευμάτων
ἀέρος εὐκράτως ἔχουσιν ἀγαθὸν καὶ εὐπορίαν ἅμα καὶ εὐπραξίαν τοῖς ἐρρωμένοις σημαῖνον καὶ τοῖς νοσοῦσιν ὑγεῖαν : ἐρρωμένων γὰρ τὸ
6453500 ἐλεγχουσιν
μετοχὴν αὐτῆς δυάδας νενοῆσθαι , καθῶς καὶ ἐπὶ τῆς μονάδος ἐλέγχουσιν . δύο οὖν τῶν ὄντων αἱ ἀρχαί , ἥ
μακρῶν : τὴν γὰρ ἡμετέραν προαίρεσιν αἱ πρὸ τούτου πράξεις ἐλέγχουσιν . εὑρήσεις δὲ πλεῖστα νοήματα στοχαστικὰ ἀπὸ τῆς διανοίας
6449034 μελαγχολικοις
μέλιτος ξέστην ἕνα , οἴνου ξέστας πέντε . Ἄλλο [ μελαγχολικοῖς καὶ φλεγματικοῖς ] . Φύλλου γραμμάρια ἕξ , ναρδοστάχυος
μέλιτος ξέστην ἕνα , οἴνου ξέστας ἕξ : τοῦτο ἁρμόζει μελαγχολικοῖς καὶ φλεγματικοῖς . Ἄλλο . Φύλλου , ναρδοστάχυος ,
6441892 ἠχοις
ἀδύνατον ἀναπτερῶσαι καὶ παραλογίσασθαι , μιμήματα εἰσπέμποντα γεγοητευμένα μέτροις καὶ ἤχοις . καὶ μὴν τά γε ἡμέτερα τῆς τέχνης ἀναγκαῖα
' ἕλκεσι , τὰ δὲ πυορροοῦσι , τὰ δ ' ἤχοις . ὄπιον μὲν μήκωνος ἀνιέμενον γάλακτι ἢ ὕδατι ἐπιτήδειον
6441600 μαντικοις
προυνεχθέντος ] προκομισθέντος , προλεχθέντος τούτου . ἐν χρηστηρίοις ] μαντικοῖς . κόμιστρα ] κομιστήρια . μηχανωμένης ] κατασκευαζούσης .
ἐν τῷ μέσῳ ὀμφαλῷ τῆς γῆς . Πυθικοῖς ] τοῖς μαντικοῖς . χρηστηρίοις ] μαντείοις . χρηστηρίοις ] μαντεύμασι .
6438256 περδιξι
' ἀνηλεῶς ἔφη πρὸς ταύτην τάδε : Σὺ δὴ ταῖς πέρδιξι προσαγγεῖλαι θέλεις εἰς χεῖρας ἐμάς τινα μὴ πλησιάσαι .
ἄρα ζῷον ἦν καὶ ὁ χηναλώπηξ , καὶ ταὐτὰ τοῖς πέρδιξι δρᾷ . καὶ γὰρ οὗτος πρὸ τῶν νεοττῶν ἑαυτὸν
6434922 γερουσιν
ὁσίην θ ' ὁμόνοιαν . αἰδεῖσθαι πολιοκροτάφους , εἴκειν δὲ γέρουσιν ἕδρης καὶ γεράων πάντων : γενεῆι δ ' ἀτάλαντον
ὅσιον τὰ αὐτὰ ἀπονέμειν παισὶ καὶ ἐφήβοις καὶ ἀνδράσι καὶ γέρουσιν , ἢ σπουδαίοις καὶ φαύλοις , ἀλλ ' ἑκάστῳ
6434477 συστροφαι
τῶν χοίρων : εὑρίσκονται δὲ κατὰ τὰς σιαγόνας τῶν συῶν συστροφαὶ ἀδενώδεις , αἷς τισιν ἐοίκασιν αἱ χοιράδες : τινὲς
. Γίνονται δὲ καὶ αἱ καταιγίδες ἐν τοῖς τοιούτοις : συστροφαὶ γὰρ ἐνταῦθα καὶ ἀθροισμὸς πνεύματος . Ὥσθ ' ὅταν
6433657 Ποδαγρα
βάσεις ποδῶν ἁπαλὰς ἔχουσα , παρὰ δὲ τοῖς πολλοῖς βροτῶν Ποδάγρα καλοῦμαι , γινομένη ποδῶν ἄγρα . ἀλλ ' εἶα
Πυθίου . ἤπιον , ὦ πάνδημε , φέροις ἄλγημα , Ποδάγρα , κοῦφον , ἐλαφρόν , ἄδριμυ , βραχυβλαβές ,
6424445 πινομενοις
τῷ αἵματι : προσπλέκειν δέ ποτε καὶ τοῖς ἐσθιομένοις καὶ πινομένοις καὶ τῶν εὐωδῶν τι σπερμάτων , τῶν λαχάνων δὲ
, καὶ σταφυλίνου σπέρμα . Προσέχειν δὲ χρὴ καὶ τοῖς πινομένοις ὕδασιν . οὐκ ὀλίγοι γὰρ διεφθάρησαν , ἐμπεσόντων θηρίων
6423537 θερμαινουσι
ἢ εὔκρατον ἔχουσι ποιότητα σπουδάζειν ἰᾶσθαι βοηθήμασι καὶ μὴ τοῖς θερμαίνουσι καὶ ἰσχυρὰν ἔχουσιν ἐπαγγελίαν εἰς τὸ μαλάττειν δύνασθαι :
ἀσθένειαν , ἄμεινόν ἐστι μετὰ τὴν τῆς ὀδύνης παῦσιν τοῖς θερμαίνουσι καὶ κατασυγκρίνειν δυναμένοις ἀνασκευάσαι καὶ ἐκμοχλεῦσαι τοῦ μορίου τὸ
6418623 πημασι
οἰκοῦσι . . μεγαλοστόνοισι ] τῶν μεγάλων δεομένοις στεναγμάτων . πήμασι ] δυστυχήμασι . . συγκάμνουσι ] συμπάσχουσι . .
στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα πήμασι κεκμηῶτα παρ ' Ἑρκείῳ κτάνε βωμῷ οἶκτον ἀπωσάμενος πατρώιον
6417953 ἀρσεσι
καὶ αἶγες ὁππότ ' ἀναστρωφῶσιν ὀχῆς , ταὶ δ ' ἄρσεσι , πάντα δεξάμεναι , πάλιν αὖτις ἀναβλήδην ὀχέωνται ,
, καὶ ταύταις ἴσους υἱούς : εἰσὶ δὲ τοῖς μὲν ἄρσεσι τὰ ὀνόματα Ἰοκάστος , Ξοῦθος , Φαρακλός , Χρύσιππος
6417832 σκορπιοις
χρίσει καὶ τρίψει , ἀφόβως καὶ ἀκινδύνως ἑρπετῶν ἐπιλήψεται . σκορπίοις ἐπιτεθεῖσαι παραχρῆμα αὐτοὺς διαχρῶνται . ὕδερον ἰῶνται ἐξ ὕδατος
περιπατεῖ οἷα καρκίνος . * οἷς : τοῖς καρκίνοις τοῖς σκορπίοις * πτερὰ πυκνά : πολλὰ πτερά νώτοισι περὶ πτερά
6416066 κτηνεσιν
ἀνιεῖσαν καὶ πεδία εὔχορτα καὶ πάνθ ' ὅσα χιλὸς μὲν κτήνεσιν , ἀνθρώποις δ ' ἔμελλεν ἔσεσθαι τροφή . προσέτι
καὶ ἄρσενα καὶ θῆλυν ποιέειν . Ἔχει δὲ καὶ τοῖσι κτήνεσιν οὕτω τὰ περὶ γονῆς θήλεος καὶ ἄρσενος . Καὶ
6416017 θεολογικοις
ὄντων , ἐνιαχοῦ δὲ καὶ συνάπτον τὰ μαθηματικὰ θεωρήματα τοῖς θεολογικοῖς . τοσαῦτα γὰρ ἄν τις ἐν τῷ παρόντι ὡς
ἂν εἴη . οὐ μὴν ἀλλὰ τῷ γε παρηκολουθηκότι τοῖς θεολογικοῖς δόγμασι τῶν Πυθαγορείων καὶ τῷ Παρμενίδῃ τοῦ Πλάτωνος δῆλον
6414261 αἰθεται
πάντα καὶ παραμείξαντες ὕδωρ ὑποκαίουσι τὰ ὀστέα . Τὰ δὲ αἴθεται κάλλιστα , αἱ δὲ γαστέρες χωρέουσι εὐπετέως τὰ κρέα
πινόεντα οἰϲύπῳ . χρέοϲ ὦν ἐμψύξιοϲ , οὕνεκα τῷ αἵματι αἴθεται τὸ ἧπαρ : θερμὸν γὰρ τὸ αἷμα . τοιάδε
6412285 κατακεινται
. πάντες δὲ ὑπὸ τῷ αὐτῷ ἱματίῳ μετὰ τῶν γυναικῶν κατάκεινται κἂν παρῶσί τινες , καὶ τοὺς καταλύοντας ξένους φιλοῦσιν
ἐν κλίναις ἐλεφαντόποσιν καὶ στρώμασι πορφυροβάπτοις κἀν φοινικίσι Σαρδιακαῖσιν κοσμησάμενοι κατάκεινται . ἤκμασε δ ' ἡ τῶν ποικίλων ὑφή ,
6411005 Ἀττις
Δημοσθένης : ” κατάρχεις τοῖς Σάβοις : Ἄττις Ὕις , Ἄττις ” . Θεόπομπος Καπήλισι : „ κολάσομαι γ '
, τοῦτο γάρ ἐστιν ὁ πῖλος . Ἐρᾷ δὲ ὁ Ἄττις τῆς Νύμφης : αἱ δὲ Νύμφαι γενέσεως ἔφοροι ,
6409883 νεαροις
δριμὺς ἀλάστωρ Ἀτρέως χαλεποῦ θοινατῆρος τόνδ ' ἀπέτεισεν , τέλεον νεαροῖς ἐπιθύσας . ὡς μὲν ἀναίτιος εἶ τοῦδε φόνου τίς
Δήλωι τότε πρῶτον ἐγὼ καὶ Ὅμηρος ἀοιδοὶ μέλπομεν , ἐν νεαροῖς ὕμνοις ῥάψαντες ἀοιδήν , Φοῖβον Ἀπόλλωνα χρυσάορον , ὃν
6407854 διαιται
φυσικαὶ δυνάμεις ἔτι ἔρρωνται , καὶ τὰ γυμνάσια καὶ αἱ δίαιταί εἰσι προσήκοντα . Χρόνου γε μὴν τούτους δεήσει πλείονος
ἀποσυνεργοῦσι κράσεις τε καὶ ὧραι καὶ χῶραι καὶ ἡλικίαι , δίαιταί τε καί τινα ἔξωθεν συναντήματα , ὧν τὰ κατὰ
6403109 ἐπισημαινουσι
τούς τε πλανωμένους καὶ τοὺς λαμπροὺς τῶν ἀπλανῶν ἅλως συνιστάμεναι ἐπισημαίνουσι τὰ οἰκεῖα τοῖς τε χρώμασιν ἑαυτῶν καὶ ταῖς τῶν
' ἀπιστεῖς , ὅρα τοὺς ἀκούοντας , ὡς τὸ εὐξύνετον ἐπισημαίνουσι τοῖς ὄμμασιν , ὅρα καὶ τὸν Θεμιστοκλέα τὴν μὲν
6401026 πεδιονομοις
χώρας θεοῖς , εἶτα μερικῶς ἐπήνεγκε , πολισσούχοις λέγων καὶ πεδιονόμοις καὶ ἀγορᾶς ἐπισκόποις . ἐπεὶ δὲ καὶ τοὺς ἐκτὸς
. πεδιονόμοις ] τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῷ πεδίῳ . θ πεδιονόμοις ] τοῖς τιμωμένοις ἐν τοῖς πεδίοις . Ξ ἀγορᾶς
6398588 γλυκεσιν
ἀνάλογον τοῖς πρὸς γλῶτταν γλυκέσι , δυσώδη δὲ τοῖς μὴ γλυκέσιν : ἀνώνυμον γάρ , ὅσον γε ἐπὶ τῶν χυμῶν
μετὰ τὴν κάθαρσιν ὑγραίνειν , καὶ ῥοφήμασι χρῆσθαι καὶ οἴνοισι γλυκέσιν . Ἢν δὲ μὴ ἐξ ἀρχῆς παραλάβῃς , ἀλλὰ
6395546 ἐμβρυοις
πνεύμονα ἐφέλκεσθαι . Ἡρόφιλος : κίνησις ἀπολείπεται φυσικὴ ἐν τοῖς ἐμβρύοις τοῦ πνευματικοῦ , τῆς δὲ κινήσεως αἴτια τὰ νεῦρα
χόριον καλεῖται , οἱ δὲ κύνες γευσάμενοι τούτου καὶ τοῖς ἐμβρύοις ἐπιβουλεύουσι διὰ τὸ λίχνον . Ἐπὶ τῶν παρ '
6388425 σαγηναις
' ὁπότε φράσσωνται ἐπί σφισι πεπτηυίας ἰχθυβόλοι , κοίλῃσι περιπτύσσουσι σαγήναις ἀσπασίως , πολλὴν δὲ ποτὶ ῥηγμῖνας ἄγουσιν ἄγρην νόσφι
τὰ γῆς ἐποπτεύει . κυνηγέτας γὰρ ἄνδρας εἶδεν ἐξαίφνης ὁμοῦ σαγήναις καὶ σκύλαξιν εὐρίνοις , ἰδὼν δ ' ἔφευγε ,
6387607 κοιλωμασι
ὀρῶν λόφοι , προσαναβάσεις , ὑπεροχαί , καὶ αἱ τοῖς κοιλώμασι περικείμεναι ὀφρῦς . Συναγ . λέξ . χρησίμ .
ὀλίγον διαλείπουσιν οἱ ἁλιεῖς , καὶ ἐμβάντες καταλαμβάνουσιν ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν βημάτων καὶ τοῖς ἴχνεσι τοὺς ἰχθῦς τοὺς πλατεῖς
6379006 οὐρανιοις
δ ' ἀνάγκῃ τινί , καθά περ ἔν τε τοῖς οὐρανίοις καὶ ἐν τοῖς περὶ τὴν γῆν πλείοσιν . τίνος
γὰρ καὶ ἀπόμαξιν ἀφομοιοῦται τὰ ἀπὸ ἀέρος μέχρι γῆς τοῖς οὐρανίοις καὶ ἀεὶ κατὰ τὰ αὐτὰ ὡσαύτως ἔχουσι , πειθόμενά
6373702 λυπουμενοις
ἂν μὴ δειλὸς ᾖ . Τοῖς γὰρ μεριμνῶσίν τε καὶ λυπουμένοις ἅπασα νὺξ ἔοικε φαίνεσθαι μακρά . Ὅτε μειράκιον ἦν
ἄνοιαν ἀνδρείως φέρειν . Ἡδύ γε φίλου λόγος ἐστὶ τοῖς λυπουμένοις . Ἕλληνές εἰσιν ἄνδρες οὐκ ἀγνώμονες , καὶ μετὰ
6373078 δενδρικων
καιρόν : κατὰ μὲν τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν τοῖς βλαστοῖς τῶν δενδρικῶν καρπῶν τῶν τότε συνακμαζόντων , κατὰ δὲ τὴν θερικὴν
ἐὰν δὲ τὴν κόμην πρὸς βορρᾶν ἀποτείνῃ , λύπας καὶ δενδρικῶν καρπῶν ἀφορίας ἀποτελέσει . ἐν δὲ Αἰγοκέρωτι ἀμαυρωθεὶς τῷ
6364412 λιχνοις
ἔλθῃ καὶ ἄρῃ αὐτά ; ἀλλὰ σὺ πλακοῦντα δεικνύων ἀνθρώποις λίχνοις καὶ μόνος αὐτὸν καταπίνων οὐ θέλεις ἵνα αὐτὸν ἁρπάσωσι
σφὰς Ἀγασσαίους ὀνόμηναν . τῶν ἤτοι μέγεθος μὲν ὁμοίϊον οὐτιδανοῖσι λίχνοις οἰκιδίοισι τραπεζήεσσι κύνεσσι , γυρόν , ἀσαρκότατον , λασιότριχον
6361577 δυστυχουσιν
. . πράττουσι κακῶς : Πάσχουσι , δυστυχοῦσι . . δυστυχοῦσιν . τὰ πλεῖστα σύνεισιν : Περισσότερα ὑπάρχουσιν . .
, ὡς ἡδὺ λεύσσειν τοῖς τε πράσσουσιν καλῶς καὶ τοῖσι δυστυχοῦσιν , ὧν πέφυκ ' ἐγώ . ὦ δαῖμον ,
6360623 κουφοις
ἀθροίζουσι : καὶ τοῦτο διατελοῦσι πράττοντες μετὰ πάσης καταφρονήσεως : κούφοις γὰρ χρώμενοι καθοπλισμοῖς καὶ παντελῶς ὄντες εὐκίνητοι καὶ ὀξεῖς
κομψῶς προτείνατε , ἵνα γυμνασθῶ . καὶ οἱ ἀθληταὶ τοῖς κούφοις νεανίσκοις δυσαρεστοῦσιν : οὐ βαστάζει με , φησίν .
6348012 ψοφοις
τῷ ὄντι θεόν , προτιμῶσι καὶ θεραπεύουσι κυμβάλοις τισὶν ἢ ψόφοις καὶ αὐλοῖς ὑπὸ σκότος αὐλουμένοις , ἧς εὐωχίας οὐδεὶς
ἐφεξῆς παρακολούθησιν διορισμοῦ τινος τύχῃ . Τῆς τοίνυν ἐν τοῖς ψόφοις διαφορᾶς κατά τε τὸ ποιὸν καὶ κατὰ τὸ ποσὸν
6345068 ὑβριστικωτερον
καὶ ὑβρίζετε πολίτας ἀνθρώπους καὶ τοὺς ταλαιπώρους μετοίκους , οἷς ὑβριστικώτερον ὑμεῖς ἢ τοῖς οἰκέταις τοῖς ὑμετέροις αὐτῶν ἐχρῆσθε ;
καὶ ὕβριζες πολίτας ἀνθρώπους καὶ τοὺς ταλαιπώρους μετοίκους , οἷς ὑβριστικώτερον ἢ τοῖς οἰκέταις τοῖς σαυτοῦ κέχρησαι ; καὶ μὴν

Back